Αριθμός Απόφασης 534/2020
ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Αναστασία Κυριαζή, Πρόεδρο Εφετών, Χριστόδουλο Κυρτσίδη, Εφέτη - Εισηγητή, Αναστασία Ανθοπούλου, Εφέτη και από τη Γραμματέα Χαραλαμπία Στάθη.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 21 Ιανουαρίου 2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των διαδίκων:
ΕΚΚΑΛΟΥΣΑ-ΑΝΑΚΟΠΤΟΥΣΑ: Η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «... ΕΙΔΙΚΑ ΚΑΛΩΔΙΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ», η οποία εδρεύει στην …, επί της οδού ... και εκπροσωπείται νόμιμα, Α.Φ.Μ. ..., Δ.ΟΥ. ΦΑΕ. Αθήνας, που παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της ΤΣΙΑΡΑ ΣΤΥΛΙΑΝΗΣ, με Α.Μ. 007615 του Δ.Σ. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ.
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗ - ΚΑΘ' ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: ... του …, κάτοικος …, οδός ..., σύνδικος της πτώχευσης της εταιρείας με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ-ΕΜΠΟΡΙΑ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ» και το διακριτικό τίτλο «... ΑΕ» (ΑΜ πτώχευσης ...), με έδρα το Δήμο … Θεσσαλονίκης (…), που παραστάθηκε ΑΥΤΟΠΡΟΣΩΠΩΣ, με την ιδιότητά της ως δικηγόρος, με Α.Μ. ... του Δ.Σ. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ.
Η εκκαλούσα με την υπ’ αριθμό έκθεσης κατάθεσης .../2017 ανακοπή της ζήτησε τα σε αυτήν αναφερόμενα. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη 9525/11-6-2018 απόφαση του δέχθηκε εν μέρει την ανακοπή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε η ανακόπτουσα, με την υπ’ αριθμό κατάθεσης δικογράφου στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου .../19-7-2018 (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ./ΕΤΟΣ .../2018), έφεσή της, για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε η δικάσιμος που αναγράφεται στην αρχή της Απόφασης αυτής.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους, που περιέχονται στις έγγραφες προτάσεις τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
I. Η κρινόμενη, με αριθμό κατάθεσης .../19-7-2018 (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ./ΕΤΟΣ .../2018), έφεση της ανακόπτουσας κατά της υπ’ αριθμ. 9525/11-6-2018 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, που εκδόθηκε επί της υπ’ αριθμό έκθεσης κατάθεσης .../2017 ανακοπής που αφορούσε στη διαδικασία της επαληθεύσεως των πιστωτών της πτώχευσης της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ - ΕΜΠΟΡΙΑ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ”, κατά την εκούσια δικαιοδοσία, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, εντός διετίας από την έκδοση της Απόφασης, δεδομένου ότι από το φάκελο της δικογραφίας δεν προκύπτει, ούτε κάποιος από τους διαδίκους επικαλείται, επίδοση της εκκαλούμενης Απόφασης στην εκκαλούσα (άρθρ. 495, 511, 513 παρ.1, 518 παρ.2, 520 ΚΠολΔ). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή, ακολούθως δε να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της από το Δικαστήριο αυτό (άρθρο 533 παρ.1 Κ.Πολ.Δ), που είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο για την εκδίκασή της, κατά την ίδια εκούσια δικαιοδοσία.
II. Με την .../2017 ανακοπή της η, ανακόπτουσα, ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «... ΕΙΔΙΚΑ ΚΑΛΩΔΙΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ”, εκθέτοντας ότι είναι πτωχευτική πιστώτρια της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ - ΕΜΠΟΡΙΑ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ”, η οποία κηρύχθηκε σε κατάσταση πτώχευσης δυνάμει της 21.627/2013 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, κατόπιν δικής της αίτησης εξέθετε ότι δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων μεταξύ της ίδιας και της πτωχής ανέλαβε την υποχρέωση να προμηθεύει την ήδη πτωχή με διάφορα εμπορεύματα, το τίμημα των οποίων εξοφλούνταν επί πιστώσει για τις οποίες είχαν εκδοθεί τα αντίστοιχα παραστατικά (Τιμολόγια Πώλησης - Δελτία Αποστολής). Ότι η συνεργασία τους δεν εξελίχθηκε ομαλά, με αποτέλεσμα για το χρονικό διάστημα από 22-06-2012 μέχρι και 07-12-2012 να υφίστανται ανεξόφλητες οφειλές της αγοράστριας εταιρείας προς την πωλήτρια συνολικού ποσού 1.860.878,87 €. Με βάση το ιστορικό αυτό ζήτησε να αναγνωριστεί πιστώτρια της πτώχευσης για την ανωτέρω απαίτησή της πλέον τόκων από την επόμενη ημέρα της λήξης της πιστώσεως κάθε τιμολογίου μέχρι και την κήρυξη της πτώχευσης (22- 10-2013) της αγοράστριας, απαίτηση την οποία δεν ανήγγειλε εμπρόθεσμα κατά τη διαδικασία της επαλήθευσης των πιστωτών, με αποτέλεσμα αυτή να μην έχει επαληθευθεί. Το πρωτοβάθμιο (πτωχευτικό) Δικαστήριο με την εκκαλούμενη, 9525/11-6-2018 απόφαση του, αφού έκρινε την αίτηση νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 89 επ. του ΠτΚ, ως ίσχυαν προ της τροποποίησεώς τους με το ν.4336/2015 και το ν. 4446/2016 και των άρθρων 361, 513 επ. 340, 341 και 345 του ΑΚ και 3 παρ. 2 και 4 παρ. 1 του Π.Δ. 166/2003, την έκανε δεκτή, εν μέρει, ως βάσιμη κατά την ουσία της, αναγνώρισε δε, την ανακόπτουσα ως πτωχευτική πιστώτρια στην πτώχευση για το ποσό των 927.586,23 €, πλέον τόκων από την παρέλευση τριάντα ημερών από την έκδοση ενός εκάστου των κάτωθι τιμολογίων και για το ποσό που αφορά έκαστο εξ αυτών μέχρι και την κήρυξη της πτώχευσης. Την απόφαση αυτή προσβάλλει, με την κρινόμενη έφεση, η ανακόπτουσα, ως μερικώς ηττηθείσα διάδικος, για τους αναφερόμενους στην έφεση λόγους, αναγόμενους σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, επιδιώκοντας την ολική αποδοχή της ανακοπής της.
III. Από τις διατάξεις των άρθρων 89 επ. του Πτωχευτικού Κώδικα, προκύπτει ότι μετά την έκδοση της απόφασης, με την οποία κηρύσσεται η πτώχευση και εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης αυτής στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών, οι πτωχευτικοί πιστωτές μπορούν να αναγγείλουν τις απαιτήσεις τους προς επαλήθευση, ενώ οι πιστωτές που απώλεσαν την προθεσμία αυτή, είτε είναι γνωστοί είτε άγνωστοι, αποκλείονται από τις διανομές που θα γίνουν. Εν τούτοις, επιεικώς ο νόμος (άρθρο 92 Ν.3588/2007) δέχεται ότι οι πιστωτές, που δεν μετείχαν στη διαδικασία της επαλήθευσης είτε γιατί αμέλησαν, είτε γιατί τους ήταν για οποιονδήποτε λόγο αυτό αδύνατο, διατηρούν το δικαίωμα της εξέλεγξης των απαιτήσεών τους μέχρι της τελευταίας διανομής και αυτής συμπεριλαμβανομένης, ασκώντας με δική τους δαπάνη ανακοπή, η οποία στρέφεται κατά του συνδίκου και εισάγεται στο πτωχευτικό δικαστήριο, ήτοι στο Πολυμελές Πρωτοδικείο, που κήρυξε την πτώχευση, που δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 54 ΠτΚ και 741 επ. ΚΠολΔ). Αντικείμενο της ανακοπής είναι η εξέλεγξη και όχι η επιδίκαση της απαίτησης (βλ. ΑΠ 1177/2007 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ»),
IV. α. Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα απόδειξης, που εξετάσθηκε ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, και η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και από όλα τα έγγραφα που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, άλλα από τα οποία λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη, άλλα δε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων καθώς και την υπ’ αριθ. .../18-01-2018 ένορκη βεβαίωση του ... ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών ..., που δόθηκε με την επιμέλεια της αιτούσας μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της καθ’ ης η αίτηση (βλ. την υπ’ αριθ. ...-01-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης ...), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η αιτούσα και ήδη εκκαλούσα είναι πτωχευτική πιστώτρια της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «... ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ - ΕΜΠΟΡΙΑ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ». Η τελευταία, κατόπιν αιτήσεως της αιτούσας, κηρύχθηκε σε κατάσταση πτώχευσης δυνάμει της υπ’ αριθ. 21.627/2013 Απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Σύνδικος της πτώχευσης διορίστηκε, μετά την αποποίηση εκ μέρους δύο άλλων διορισθέντων συνδίκων, με την 7.228/2014 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, η καθ’ ης η αίτηση και ήδη εφεσίβλητη, ... του Θωμά, δικηγόρος Θεσσαλονίκης. Στο πλαίσιο εμπορικής συνεργασίας που είχε, κατά το χρονικό διάστημα από 22-6-2012 έως τις 7-12-2012, η ανακόπτουσα με την ως άνω πτωχή εταιρεία, δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων, που καταρτίστηκαν προφορικά, μεταξύ της ίδιας και της μετέπειτα πτωχής ανέλαβε την υποχρέωση να προμηθεύει την τελευταία με διάφορα εμπορεύματα, ηλεκτρολογικά υλικά, το τίμημα των οποίων εξοφλούνταν επί πιστώσει για τις οποίες είχαν εκδοθεί τα αντίστοιχα παραστατικά (Τιμολόγια Πώλησης - Δελτία Αποστολής). Τα επιμέρους εμπορεύματα αναγράφονται σε κάθε ένα από τα παραστατικά που εξέδωσε η ανακόπτουσα, πωλήθηκαν δε στην μετέπειτα πτωχή στις έναντι εκάστου είδους αναγραφόμενες τιμές και αξίες, ήταν δε πληρωτέα εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία εκδόσεως κάθε τιμολογίου. Τα εμπορεύματα παραδόθηκαν όπως και όπου ορίζεται σε κάθε τιμολόγιο-Δελτίο αποστολής, κατόπιν εντολής της αγοράστριας εταιρείας. Ειδικότερα από την ανακόπτουσα είχαν εκδοθεί τα ακόλουθα παραστατικά (Τιμολόγια Πώλησης - Δελτία Αποστολής)
[παραλείπονται αριθμοί τιμολογίων]
Παρά το γεγονός ότι τα εμπορεύματα που πωλήθηκαν από την ανακόπτουσα στην πτωχή εταιρεία παραδόθηκαν και παραλήφθηκαν ανεπιφύλακτα από τα πρόσωπα που υπέδειξε η αγοράστρια, εντούτοις η αγοράστρια δεν κατέβαλε το ανωτέρω συνολικά οφειλόμενο ποσό των 1.918.334,50 €, όπως αυτό προκύπτει από το άθροισμα των ποσών των ανωτέρω τιμολογίων, που ενσωματώνονται στην καρτέλα πελάτη που τηρούσε για το έτος 2012 η ανακόπτουσα με πελάτη την μετέπειτα πτωχή εταιρεία. Στα ανωτέρω αναφερόμενα Τιμολόγια-Δελτία αποστολής δεν συμπεριλαμβάνονται πέντε τιμολόγια που η ανακόπτουσα συμπεριλαμβάνει στην ανακοπή της, συνολικού ποσού ύψους 20.098,31 €, τα οποία αφορούν σε συναλλαγές της ανακόπτουσας με τρίτους, στους οποίους πώλησε εμπορεύματα, χωρίς να προκύπτει από κανένα στοιχείο η συμμετοχή της ... ΑΕ στις αντίστοιχες συναλλαγές. Στα σώματα των τιμολογίων- δελτίων αποστολής δεν γίνεται καμία αναφορά στην μετέπειτα πτωχή, ενώ αυτά έχουν εκδοθεί στο όνομα άλλου αγοραστή και είναι 1) το με αριθμό .../3-10-2012 τιμολόγιο ποσού 588,12 €, όπου ρητά ως αντισυμβαλλόμενο μέρος εμφανίζεται η εταιρία … ΤΕΧΝΙΚΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ, 2) το με αριθμό .../14-11-2012 τιμολόγιο ποσού 5.600,72 €, όπου ως αντισυμβαλλόμενο μέρος εμφανίζεται η εταιρία ... ATE, 3) το με αριθμό .../3-12- 2012 τιμολόγιο ποσού 9.800,03 €, όπου ως αντισυμβαλλόμενο μέρος εμφανίζεται η εταιρία ... ΑΕ, 4) το με αριθμό .../3-12-2012 τιμολόγιο ποσού 4.004,98 €, όπου ως αντισυμβαλλόμενο μέρος εμφανίζεται η εταιρία … ΑΕ και 5) το με αριθμό .../7-12-2012 τιμολόγιο ποσού 104,46 €, όπου εμφανίζεται ως αντισυμβαλλόμενο μέρος η εταιρία ... ΑΕ. Το ανωτέρω συνολικό ποσό των 20.098,31 €, επομένως, δεν δύναται να αναγνωριστεί ως απαίτηση της ανακόπτουσας έναντι της πτωχής. Αντιθέτως, απορριπτομένου, ως αβάσιμου, του αντίθετου ισχυρισμού της καθ’ ης- συνδίκου, ότι οι φερόμενοι ως παραλήπτες των εμπορευμάτων που ενσωματώνονταν στα ανωτέρω Τιμολόγια δεν ήταν μέλη του δικτύου των μελών της ..., για τα οποία μέλη και μόνο για αυτά η ... προέβαινε στις αγορές εμπορευμάτων, συμπεριλαμβάνονται τα εξής Τιμολόγια: 1) το με αριθμό .../26-6-2012 τιμολόγιο ύψους 6.597,72 €, με αγοραστή τη ... ΑΕ, και παραλήπτη την εταιρία ... ΑΤΕΒΕ, στην οποία απεστάλησαν τα προϊόντα κατ’ εντολή και για λογαριασμό της εταιρίας ... ΑΕ, 2) το με αριθμό .../29-6-2012 τιμολόγιο ύψους 47.949,16 €, με αγοραστή τη ... ΑΕ, και παραλήπτη την εταιρία ... ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΗΛΕΚΤ/ΜΟΥ ΑΕ, κατ’ εντολή και για λογαριασμό της εταιρίας ... ΑΕ, 3) το με αριθμό .../17-7-2012 τιμολόγιο ύψους 518,76 €, με αγοραστή τη ... ΑΕ και παραλήπτη την εταιρία ΑΚΡΙΤΑΣ κατ’ εντολή και για λογαριασμό της εταιρίας ... ΑΕ, 4) το με αριθμό .../9-8-2012 τιμολόγιο ύψους 18.468,45 €, με αγοραστή τη ... ΑΕ και παραλήπτη την ατομική επιχείρηση ... κατ’ εντολή και για λογαριασμό της εταιρίας ... ΑΕ, 5) το με αριθμό .../19-9-2012 τιμολόγιο, ύψους 174,39 €, με αγοραστή τη ... ΑΕ και παραλήπτη την εταιρία ... ΕΠΕ, κατ’ εντολή και για λογαριασμό της εταιρίας ... ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ, 6) το με αριθμό .../26-11-2012 τιμολόγιο ύψους 45,51 €, με αγοραστή τη ... ΑΕ και παραλήπτη την επιχείρηση ..., κατ’ εντολή και για λογαριασμό της εταιρίας ... MON. ΕΠΕ, 7) το με αριθμό .../3-12-2012 τιμολόγιο ύψους 3.694,76 € με αγοραστή τη ... ΑΕ, και παραλήπτη την εταιρία … ΑΕ, κατ’ εντολή και για λογαριασμό της εταιρίας ... ΑΕ και 8) το με αριθμό .../4-12-2012 τιμολόγιο ύψους 11.734,20 €, με αγοραστή τη ... ΑΕ και παραλήπτη την εταιρία … ATE, κατ’ εντολή και για λογαριασμό της εταιρίας ... ΑΕ. Από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν αποδεικνύεται ο ισχυρισμός της συνδίκου ότι οι αναφερόμενες στα τιμολόγια αυτά εταιρείες για λογαριασμό των οποίων η ... ΑΕ αγόρασε, με τελικό παραλήπτη τρίτες εταιρείες, τα αναφερόμενα στα εν λόγω τιμολόγια ηλεκτρολογικά υλικά δεν ήσαν μέλη του δικτύου της ..., όπως, επίσης, δεν αποδείχθηκε ο ισχυρισμός ότι η ... ΑΕ δεν μπορούσε να προβαίνει σε αγορές προϊόντων και για τρίτους μη μέλη του δικτύου, ενδεχομένως εξυπηρετώντας τα μέλη της, τα οποία έδιναν εντολή και για λογαριασμό των οποίων πραγματοποιούνταν οι αγοροπωλησίες.
IV. β. Κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα (από 22-6-2012 έως τις 7-12-2012), εκτός από τα ανωτέρω τιμολόγια εκδόθηκαν από την ανακόπτουσα είκοσι επτά (27) πιστωτικά Τιμολόγια συνολικού ύψους 138.931,79 €. Ειδικότερα: 1) το με αριθμό .../4-7-2012, ύψους 187,88 €, 2) το με αριθμό .../5-7-2012, ύψους 188,19 €, 3) το με αριθμό .../11-7-2012, ύψους 91,32 €, 4) το με αριθμό .../11-7-2012, ύψους 2.060,75 €, 5) το με αριθμό .../12-7- 2012, ύψους 706,02 €, 6) το με αριθμό .../19-7-2012, ύψους 20.284,56 €, 7) το με αριθμό .../24-7-2012, ύψους 1.002,94 €, 8) το με αριθμό ... /9-8-2012, ύψους 620,8ι €, 9) το με αριθμό .../21-8-2012, ύψους 228,73 €, 10) το με αριθμό .../21-8-2012, ύψους 34,05 €, 11) το με αριθμό .../29-8- 2012, ύψους 7.025,76 €, 12) το με αριθμό .../30-8-2012, ύψους 49,05 €, 13) το με αριθμό .../18-9-2012, ύψους 20,66 €, 14) το με αριθμό .../25-9-2012, ύψους 1.421,08 €, 15) το με αριθμό .../27-9-2012, ύψους 1.784,48 €, 16) το με αριθμό .../1-10-2012, ύψους 113,40 €, 17) το με αριθμό .../2-10- 2012, ύψους 403,19 €, 18) το με αριθμό .../10-10-2012, ύψους 119,62 €, 19) το με αριθμό .../10-10-2012, ύψους 152,21 €, 20) το με αριθμό .../12-10-2012, ύψους 1.237.25 €, 21) το με αριθμό .../18-10-2012, ύψους 232,10 €, 22) το με αριθμό ΠΤΙ-Γ - .../31-10-2012, ύψους 22,84 €, 23) το με αριθμό .../7-11- 2012, ύψους 666,66 €, 24) το με αριθμό .../27-11-2012, ύψους 261,25 €, 25) το με αριθμό .../4-12-2012, ύψους 6Θ,88 €, 26) το με αριθμό .../7-12-2012, ύψους 806,57 € και 27) το με αριθμό .../11-12-2012, ύψους 99.149.54 €. Ήδη από τον τίτλο που η ανακόπτουσα προσδίδει στα ανωτέρω τιμολόγια «πιστωτικά τιμολόγια λόγω τζίρου”, καθίσταται προφανές ότι οι συναλλαχθέντες (ανακόπτουσα και πτωχή, εταιρείες) για την παροχή εκπτώσεως στην αγοράστρια απέβλεψαν μόνο στον τζίρο (το συνολικό ποσό των πωλήσεων) ανεξαρτήτως της εξέλιξης της ενοχής. Αντίθετη συμφωνία δεν αποδείχθηκε, ούτε άλλωστε η ανακόπτουσα ισχυρίζεται κάποια τέτοια, που να προσδιορίζει την παρεχόμενη με τον τρόπο αυτό έκπτωση στην αγοράστρια επί τη βάσει των εσόδων της πωλήτριας από τις πωλήσεις. Τούτο καθίσταται σαφές και από το γεγονός ότι παρά την παύση της αγοράστριας να καταβάλλει το αντίτιμο των πωληθέντων αγαθών, ήδη από το μήνα Αύγουστο 2012 (για τις αγορές που έγιναν εντός του Ιουλίου 2012), κατά την, ανωτέρω αναφερόμενη δήλη ημέρα, η πωλήτρια συνέχισε να εκδίδει πιστωτικά τιμολόγια επί του τζίρου μέχρι και το μήνα Δεκέμβριο 2012. Ενόψει αυτών δεν υφίσταται αξίωση της ανακόπτουσας, δυνάμενη να επαληθευθεί δυνάμει των ανωτέρω πιστωτικών τιμολογίων. Με την ανακοπή της η ανακόπτουσα ζήτησε να αναγνωριστεί συνολική απαίτησή της ύψους 1.860.878,87 €, παρά το γεγονός ότι το άθροισμα των ποσών που συμπεριλαμβάνονται στα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα Τιμολόγια (όπως τα ίδια συμπεριλαμβάνονται στην καρτέλα πελάτη) ανέρχεται στο ποσό των 1.938.770.93 € (δεδομένου ότι, συμπεριέλαβε σε αυτά και τα προαναφερθέντα Τιμολόγια τρίτων προσώπων ύψους 20.098,31 €). Επομένως αξιώνει την αναγνώριση της περιγραφείσας στην ανακοπή απαίτησής της μειωμένη κατά (1.938.770,93-1.860.878,87=) 77.892,06 €. Με την προσθήκη επί των προτάσεών της ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου η ανακόπτουσα ισχυρίστηκε ότι, αφαίρεσε τα ανωτέρω πιστωτικά Τιμολόγια (ισχυρισμός που έρχεται σε πλήρη αντίφαση με τον κρινόμενο πρώτο λόγο της έφεσης). Ενώ, όμως, όπως προαναφέρθηκε το συνολικό ποσό των πιστωτικών τιμολογίων ανέρχεται στο ποσό των 138.931,79 €, μειώνει την απαίτησή της μόνο κατά 77.892,06 €. Επομένως, η απαίτησή της πρέπει να μειωθεί επιπλέον κατά το ποσό των (138.931,79 - 77.892,06=) 61.039,73 €, που αποτελεί τη διαφορά μεταξύ των πράγματι εκδοθέντων πιστωτικών τιμολογίων, όπως αυτά προκύπτουν από την καρτέλα πελάτη της ανακόπτουσας, μείον του ποσού κατά το οποίο εμφανίζεται μειωμένη η απαίτηση της ανακόπτουσας. Το ποσό αυτό πρέπει να αφαιρεθεί από το αιτούμενο ποσό της ανακοπής, το οποίο διαμορφώνεται κατά τον τρόπο αυτό σε (1.860.878,87-61.039,73=) 1.799 839,14 €, από το οποίο στη συνέχεια θα πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό των 20.098,31 €, που αφορά σε απαιτήσεις της ανακόπτουσας έναντι τρίτων και όχι έναντι της πτωχής. Η απαίτηση, επομένως, της ανακόπτουσας έναντι της πτωχής από τα επίδικα Τιμολόγια ανέρχεται σε 1.779.740,83 €. Ενόψει αυτών, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε τα ίδια, έστω και με συνοπτική αιτιολογία, που παραδεκτά συμπληρώνεται με την παρούσα, ορθώς εκτίμησε τις αποδείξεις, χωρίς να παραβιάσει τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα δε αντίθετα υποστηριζόμενα από την εκκαλούσα είναι απορριπτέα, όπως και ο σχετικός λόγος της έφεσης της.
V. Από τη διάταξη του άρθρου 419 ΑΚ προκύπτει, ότι για να επέλθει απόσβεση της ενοχής με δόση αντί καταβολής απαιτείται συμφωνία δανειστή και οφειλέτη, ότι η άλλη παροχή δίνεται αντί καταβολής (pro soluto, in solution), συνάμα δε να συνοδεύεται η συμφωνία αυτή και με έμπρακτη ή άμεση εκτέλεση της άλλης παροχής, που δίνεται αντί της οφειλόμενης. Στις περιπτώσεις που ο οφειλέτης σε εκπλήρωση της οφειλόμενης παροχής αναλαμβάνει νέα υποχρέωση για άλλη διαφορετική παροχή, αποτελεί ζήτημα ερμηνείας της βούλησης των μερών, αν αυτά, την ανάληψη της νέας αυτής υποχρέωσης, ήθελαν «αντί καταβολής» (pro soluto) δηλ. σε αντικατάσταση και απόσβεση της οφειλόμενης ή αν χάριν και προς το σκοπό της μελλοντικής εκπλήρωσης της οφειλόμενης (pro solvendo). Με την πρώτη έννοια, μόλις γίνει ανάληψη της νέας υποχρέωσης, η αρχική αυτοδικαίως αποσβήνεται, αυτή δε η σύμβαση συμπίπτει με την ανανέωση (άρθρο 436 ΑΚ) για το κύρος της οποίας (σύμβασης ανανέωσης ενοχής) απαραίτητος όρος είναι να υπάρχει σκοπός ανανέωσης, σκοπός δηλαδή των συμβαλλομένων μερών για κατάργηση της υφιστάμενης ενοχής με τη σύσταση νέας, ο οποίος (σκοπός) δεν εικάζεται, αλλά πρέπει να γίνεται επίκλησή του και να υποδεικνύεται από τον επικαλούμενο αυτόν. Με τη δεύτερη έννοια, αντίθετα, ενώ σώζεται η αρχική υποχρέωση, γεννιέται προσθέτως και νέα, ούτως ώστε ο δανειστής έχει παράλληλα δύο απαιτήσεις. Το άρθρο 421 ΑΚ στο ζήτημα κατά πόσο η ανάληψη νέας διαφορετικής υποχρέωσης σε εκπλήρωση της οφειλόμενης παροχής γίνεται pro soluto ή pro solvendo, καθιερώνει τον ερμηνευτικό κανόνα ότι εφ’ όσον σαφώς δεν προκύπτει το εναντίον (πρβλ και άρθρο 438 ΑΚ) θεωρείται, ότι η ανάληψη της νέας υποχρέωσης γίνεται pro solvendo. Έτσι, μόνη η παράδοση στον δανειστή από τον οφειλέτη τραπεζικής επιταγής, η οποία αποτελεί όργανο και όχι μέσο πληρωμής, δεν συνιστά καταβολή κατά την έννοια του άρθρου 416 ΑΚ, ούτε σε περίπτωση αμφιβολίας θεωρείται δόση ή υπόσχεση αντί καταβολής κατά τα άρθρα 419 και 421 ΑΚ, αλλά γίνεται χάριν καταβολής της αρχικής υποχρέωσης, η οποία έτσι δεν αποσβήνεται, παρά μόνο αν ο δανειστής με την εκπλήρωση της νέας υποχρέωσης από τον εν λόγω πιστωτικό τίτλο, ικανοποιηθεί για την αρχική (ΑΠ 840/2015, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ”). Στην περίπτωση αυτή, εφόσον διασώζεται η υποχρέωση του οφειλέτη από την αρχική ενοχή, ο δανειστής έχει παραλλήλως δύο απαιτήσεις, μία από την παλαιά και μία από τη νέα ενοχή (ΑΠ 1285/2017, ΑΠ 840/2015, ΑΠ 1399/2015 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ»), οφείλει όμως, σύμφωνα με τη συναλλακτική καλή πίστη, κατ' άρθρο 288 ΑΚ και φερόμενος επιμελώς, να επιδιώξει την ικανοποίησή του από τη νέα ενοχή και εφόσον δεν το κατορθώσει ή αυτό δεν είναι πλέον δυνατό, όπως λόγω παραγραφής της απαίτησής του από τη νέα ενοχή, δικαιούται να επιδιώξει την ικανοποίηση της απαίτησής του από την παλαιά ενοχή (ΑΠ 79/2011, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ»), διότι άλλως αποκρούεται με ένσταση αναβλητική που προτείνει ο οφειλέτης (ΑΠ 474/2009, ΑΠ 94/2006, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ») και έτσι επέρχεται αναστολή του απαιτητού της παροχής από την παλαιό ενοχή (ΑΠ 341/2010, ΑΠ 878/2000, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ»), Ωστόσο, κατά την κρατήσασα στο δικαστήριο άποψη στην περίπτωση της πτώχευσης του οφειλέτη και εφόσον ο δανειστής έχει ήδη αναγγείλει την απαίτησή του από επιταγές, που αφορούν την απαίτησή του προερχόμενη από τιμολόγια, και η οποία έχει επαληθευτεί, δεν είναι δυνατόν στη συνέχεια να ζητήσει την επαλήθευση και της απαίτησής του από τα ίδια τιμολόγια για το ίδιο χρηματικό ποσό, διότι στην περίπτωση αυτή θα είχαμε το άτοπο να επαληθεύεται ταυτόχρονα η ίδια απαίτηση δύο φορές, οφειλόμενη από δύο διαφορετικές αιτίες, σαν να πρόκειται για δύο άσχετες μεταξύ τους ενοχές, γεγονός που θα οδηγούσε σε διπλή ικανοποίηση του πιστωτή και σε αδικαιολόγητο πλουτισμό του κατά το στάδιο των διανομών που θα ακολουθήσει, ενόψει ότι το τελευταίο, χρονικά, στάδιο ελέγχου της ουσιαστικής βασιμότητας αναγγελόμενης στην πτώχευση αξίωσης είναι το στάδιο της επαλήθευσης. Τούτο καθόσον, κατά τη διάταξη του άρθρου 153 ΠτωχΚ «Ο σύνδικος συντάσσει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση πίνακα διανομής του εκπλειστηριάσματος, καθώς και κάθε ποσού που εισέπραξε κατά οποιονδήποτε τρόπο για λογαριασμό της πτωχεύσεως. Ο πίνακας συντάσσεται με βάση τις επαληθευθείσες απαιτήσεις, σύμφωνα με τα επόμενα άρθρα. Με άδεια του εισηγητή μπορεί ο σύνδικος να προβεί και σε προσωρινές διανομές». Ο λογαριασμός διανομής, όπως σαφώς συνάγεται από την ανωτέρω διάταξη, δεν συνιστά πίνακα κατατάξεως απαιτήσεων, κατά την έννοια του άρθρου 974 ΚΠολΔ, αλλά αποτελεί απλώς λογιστική πράξη διανομής της πτωχευτικής περιουσίας μεταξύ των πιστωτών, των οποίων οι πιστώσεις έγιναν δεκτές κατά την καθοριζομένη τάξη (άρθρ. 975 και 976 ΚΠολΔ σε συνδυασμό προς τα άρθρα 154 έως 160 ΠτωχΚ), έχουν εξελεγχθεί προηγουμένως, κατά την διαδικασία της επαληθεύσεως, ή, επί απαιτήσεων του Δημοσίου, κατά τη διαδικασία του άρθρου 62 παρ. 1 του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974). Από τις διατάξεις αυτές σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 161 ΠτωχΚ η οποία ορίζει ότι «Εντός δέκα (10) ημερών από την επομένη της τελευταίας χρονολογικά δημοσίευσης του άρθρου 153 παράγραφος 2, οποιοσδήποτε δικαιολογεί έννομο συμφέρον, μπορεί να ασκήσει κατά του πίνακα διανομής ανακοπή ενώπιον του πτωχευτικού δικαστηρίου για λόγους που αναφέρονται στην κατάταξη των πιστωτών. Η ανακοπή απευθύνεται κατά του συνδίκου και κατά των πιστωτών των οποίων προσβάλλεται η κατάταξη...» σαφώς προκύπτει ότι, εάν, κατά το στάδιο της σύνταξης του πίνακα διανομής, αναφυούν διενέξεις, πρέπει να υποβληθούν ενώπιον του πτωχευτικού δικαστηρίου, αποκλειστικά και μόνο για λόγους που αναφέρονται στη σειρά κατάταξης των πιστωτών στον πίνακα διανομής, ήτοι αφορούν μόνο το προνόμιο τους και όχι την ύπαρξή των απαιτήσεων τους (τη γέννησή και το μέγεθος τους), αφού αυτή αποτέλεσε αντικείμενο της διαδικασίας της επαληθεύσεως των πιστώσεων και της δίκης επί των τυχόν αντιρρήσεων που υποβλήθηκαν κατ' αυτών (πρβλ. ΑΠ 263/2019, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ». Σημειωτέον ότι τόσο η απόφαση αυτή, όσο και η σε αυτήν αναφερόμενη ΑΠ 879/87, αδημ, αφορούν σε υποθέσεις πτωχεύσεων διεπόμενες από τις διατάξεις του προϊσχύσαντος Εμπορικού Νόμου, οι οποίες, όμως, πέραν της απλούστευσης της διαδικασίας που επιχειρήθηκε με το Ν.3588/2007 (ΠτωχΚ), δεν διαφέρουν ως προς την αντιμετώπιση του παρόντος νομικού θέματος από τις ισχύουσες διατάξεις του ΠτωχΚ). Οι αντιρρήσεις αυτές, εφ' όσον αφορούν απαιτήσεις που υποβλήθηκαν στη διαδικασία της επαληθεύσεως και έγιναν δεκτές επειδή δεν αμφισβητήθηκαν και βεβαιώθηκαν με όρκο, ή, σε περίπτωση που αμφισβητήθηκαν, έγιναν οριστικώς δεκτές από το δικαστήριο, το οποίο έκρινε επί των κατ' αυτών αντιρρήσεων (άρθρ. 660 ΕΝ και 11 αν. 635/1937), αντικείμενο έχουν μόνον την σειρά κατατάξεως στον λογαριασμό διανομής. Από το σύνολο των, αναφερομένων στην αναγγελία και επαλήθευση των πιστωτών της πτώχευσης, διατάξεων του ΠτωχΚ, όπως και πριν από αυτόν των αντίστοιχων διατάξεων του ΕμπΝ, δεν νοείται η επαλήθευση πιστωτή υπό αίρεση, αφού δεν υπάρχει άλλο στάδιο ελέγχου της βασιμότητας της αναγγελθείσας απαίτησης. Παραλλήλως, τα δικαιώματα του πτωχευτικού πιστωτή, στην περίπτωση που τούτος διατηρεί απαίτηση στηριζόμενη σε περισσότερες από μία βάσεις και η επαληθευθείσα απαίτηση του, κατά τη βάση που επαληθεύθηκε έχει, για οποιοδήποτε λόγο ματαιωθεί, προστατεύονται επαρκώς, αφού τούτος δύναται, κατά τη διάταξη του άρθρου 92 ΠτωχΚ, μέχρι και τη σύνταξη του πίνακα διανομής να επαληθεύσει την απαίτηση του σε άλλη βάση, κατόπιν της προβλεπόμενης στην τελευταία διάταξη ανακοπής. Η αναπτυχθείσα σε μέρος της θεωρίας άποψη ότι δηλαδή ο πίνακας διανομής συνιστά ειδικότερη μορφή του προβλεπόμενου στη διάταξη του άρθρου 974 ΚΠολΔ πίνακα κατάταξης και ως εκ τούτου οι έχοντες αντιρρήσεις ως προς την ουσία αξιώσεων που συμπεριλήφθηκαν σε αυτόν μπορούν να τις προσβάλλουν με ανακοπή ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου, αφενός μεν παραβλέπει τη ρητή αναφορά του νόμου στο περιεχόμενο των ανακοπών κατά του πίνακα διανομής, το οποίο περιορίζει μόνον στη σειρά κατάταξης (προνόμια των αξιώσεων) αλλά και δημιουργεί μια νέα σειρά δικαστικών διενέξεων σχετικών με αξιώσεις που έχουν ήδη επαληθευθεί (με ή χωρίς την παρέμβαση του Πτωχευτικού Δικαστηρίου), σε αντίθεση με το σκοπό του νομοθέτη που, με την τροποποίηση των πτωχευτικού δικαίου, επιδίωξε να απλοποιήσει την όλη διαδικασία της πτώχευσης και να την καταστήσει ταχύτερη.
Στην προκειμένη περίπτωση, με το δεύτερο λόγο της έφεσης της, η εκκαλούσα βάλλει κατά της εκκαλούμενης απόφασης παραπονούμενη για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, όσον αφορά στο σκέλος της απόφασης με το οποίο απορρίφθηκε η ανακοπή της δεχόμενη ότι «δεν δύναται η ανακόπτουσα να αναγνωριστεί ως πτωχευτική πιστώτρια δύο φορές για την ίδια απαίτηση, έστω και με διαφορετική νομική αιτία» αφού «έχει ήδη επαληθεύσει απαίτηση ύψους (κατά κεφάλαιο) 852.154.60 €, που προερχόταν από τις ανωτέρω επιταγές που εκδόθηκαν χάριν εξόφλησης του τιμήματος των ανωτέρω πωλήσεων». Από τα ίδια, όπως ανωτέρω, αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι χάριν εξόφλησης του τιμήματος των ανωτέρω, υπό το στοιχείο IV πωλήσεων η πτωχή εξέδωσε διά του νομίμου εκπροσώπου της στη Θεσσαλονίκη σε διαταγή της ανακόπτουσας τις παρακάτω μεταχρονολογημένες επιταγές: 1) την με αριθμό ... επιταγή της Τράπεζας … με αναγραφόμενη ημερομηνία έκδοσης 31-12-2012 ποσού 500.603,66 € σε χρέωση του υπ’ αριθμ. ... λογαριασμού που διατηρούσε η εταιρία στην ως άνω Τράπεζα, 2) τη με αριθμό ... επιταγή της Τράπεζας Πειραιώς με αναγραφόμενη ημερομηνία έκδοσης 10-1-2013 ποσού 100.000,00 € σε χρέωση του υπ’ αριθμ. ... λογαριασμού που διατηρούσε η εταιρία στην ως άνω Τράπεζα και 3) τη με αριθμό ... επιταγή της Τράπεζας … με αναγραφόμενη ημερομηνία έκδοσης 10-1-2013 ποσού 251.550,94 € σε χρέωση του υπ’ αριθμ. ... λογαριασμού που διατηρούσε η εταιρία στην ως άνω Τράπεζα. Οι επιταγές αυτές εμφανίστηκαν εμπροθέσμως προς πληρωμή από τη λήπτρια ανώνυμη εταιρία, την 4-1-2013 η πρώτη και την 11-1-2013 οι άλλες δύο, πλην όμως, δεν πληρώθηκαν λόγω ελλείψεως διαθεσίμων κεφαλαίων. Ακολούθως η ανακόπτουσα, με βάση την απαίτησή της από αυτές, πέτυχε την έκδοση της 1436/23-1-2013 Διαταγή Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, δυνάμει της οποίας η πτωχή υποχρεώθηκε να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 852.154,60 €, οφειλόμενο από τις τρεις ακάλυπτες επιταγές εκδόσεώς της, νομιμότοκα για κάθε επιμέρους ποσό από την επομένη της ημεροχρονολογίας εμφάνισης προς πληρωμή της κάθε επιταγής, και μέχρι την εξόφληση πλέον της δικαστικής δαπάνης ποσού 17.043,00 €. Η ανακόπτουσα επέδωσε στην οφειλέτριά της επικυρωμένο αντίγραφο από το πρώτο απόγραφο εκτελεστό της Διαταγής Πληρωμής, επέτασσε δε την καθ’ ης η εκτέλεση (... ΑΕ) να της καταβάλει για επιδικασθέν κεφάλαιο το ποσό των 852.154,60 €, για δικαστικά έξοδα το ποσό των 17.043,00 €, για νόμιμους τόκους υπερημερίας επί του ως άνω κεφαλαίου το ποσό των 3.594,31 € υπολογισθέντων από την επομένη εμφάνισης κάθε επιταγής μέχρι και την ημερομηνία σύνταξης της επιταγής προς πληρωμή, για δαπάνη επίδοσης της επιταγής προς εκτέλεση το ποσό των 51,66 €, ε) για νομική συμβουλή για τη σύνταξη της επιταγής προς εκτέλεση το ποσό των 1.159,89 €, για δαπάνη απογράφου το ποσό των 73,80 €, για καταβληθέν τέλος απογράφου το ποσό των 81,51 €, για χαρτόσημα απογράφου το ποσό των 3,18 €, για χαρτόσημα αντιγράφου το ποσό των 2,84 € και συνολικά το ποσό των 874.164,79 €, νομιμοτόκως, πλην του κονδυλίου των τόκων από την επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση και μέχρι την εξόφληση. Κατά της ως άνω Διαταγής Πληρωμής η οφειλέτριά άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης την με αριθμό κατάθεσης 3974/2013 ανακοπή επί της οποίας εκδόθηκε η 25749/16-12- 2013 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την ανακοπή κι επιδίκασε σε βάρος της εκεί ανακόπτουσας-ήδη πτωχής τα δικαστικά έξοδα ποσού 260,00 €. Με την από 28-7-2014 αναγγελία της, που κατατέθηκε στη γραμματεία των πτωχεύσεων του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης την 1-8-2014, η ανακόπτουσα ζήτησε να αναγγελθεί στην ανωτέρω πτώχευση για το συνολικό ποσό των 2.073.949,46 €, στο οποίο συμπεριλαμβανόταν και η απαίτηση, που πήγαζε από την ως άνω διαταγή πληρωμής. Κατά τη διαδικασία των επαληθεύσεων η καθ’ ης σύνδικος αμφισβήτησε την αναγγελθείσα απαίτηση της ανακόπτουσας και κατόπιν τούτου η ανακόπτουσα κατέθεσε ενώπιον της Εισηγήτριας της πτώχευσης αντιρρήσεις οι οποίες εισήχθησαν με πράξη της Εισηγήτριας ενώπιον του Πτωχευτικού Δικαστηρίου. Επί των αντιρρήσεων εκδόθηκε η 10427/2015 απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου και από το ποσό των 2.073.949,46 € για τα οποία αναγγέλθηκε η αιτούσα, η απαίτησή της επαληθεύθηκε εν μέρει για το ποσό των 882.178,60 € εκ του οποίου το ποσό των 874.164,79 € προερχόταν από την ως άνω διαταγή πληρωμής. Κατά της ανωτέρω απόφασης ασκήθηκαν εκατέρωθεν εφέσεις, οι οποίες απορρίφθηκαν στην ουσία τους με την 157/2018 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου. Η σύνδικος, αρνήθηκε την επαλήθευση των ανωτέρω αξιώσεων της ανακόπτουσας επικαλούμενη ότι δε δύναται να αιτείται την αναγνώριση της απαίτησής της από τα επίδικα τιμολόγια, ως προς το ποσό των 874.164,79 €, καθώς οι ανωτέρω επιταγές εκδόθηκαν χάριν καταβολής των τιμολογίων αυτών και για το μέρος αυτό της απαίτησης η ανακόπτουσα έχει ήδη επαληθεύσει την απαίτησή της τελεσίδικα κατά τα ανωτέρω, ώστε δεσμεύεται από το δεδικασμένο της ανωτέρω τελεσίδικης απόφασης, ισχυρισμό που επανέλαβε και ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, επαναλαμβάνει δε και ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ενώ ισχυρίστηκε επιπλέον, ότι αν γίνει δεκτή η ανακοπή κατά το μέρος αυτό η ανακόπτουσα θα ικανοποιηθεί διπλά κατά το στάδιο της πτωχευτικής διανομής. Κατά το σκέλος που ο ισχυρισμός αυτός προβάλλεται ως ένσταση δεδικασμένου είναι νόμω αβάσιμος, δεδομένου ότι το δεδικασμένο αφορά το δικαίωμα, το οποίο είχε ήδη προβληθεί με αγωγή (ή ανακοπή), με βάση την επικληθείσα συγκεκριμένη ιστορική και νομική αιτία, στην προκειμένη δε περίπτωση το από την ανωτέρω δικαστική απόφαση δεδικασμένο για την απαίτηση της ανακόπτουσας από τις επιταγές δεν καλύπτει και την ένδικη ανακοπή, η οποία στηρίζεται σε διαφορετική ιστορική και νομική αιτία από την προηγούμενη, ήτοι σε αξίωση της ανακόπτουσας από τις, ανωτέρω, διαδοχικές συμβάσεις. Κατά το μέρος, όμως, που ο ισχυρισμός αφορά στη διττή αναγνώριση της ανακόπτουσας ως πτωχευτικής πιστώτριας για την ίδια απαίτηση, έστω και με διαφορετική νομική αιτία, είναι σύμφωνα με όσα στην αμέσως προηγηθείσα νομική σκέψη, νόμω βάσιμος. Πρέπει δε κατά την άποψη της πλειοψηφίας να γίνει δεκτός και ως ουσιαστικά βάσιμος δεδομένου ότι, όπως προαναφέρθηκε, η ανακόπτουσα έχει ήδη επαληθεύσει απαίτηση ύψους (κατά κεφάλαιο) 852.154.60 €, που προερχόταν από τις ανωτέρω επιταγές που εκδόθηκαν χάριν εξόφλησης του τιμήματος των ανωτέρω πωλήσεων, οι επιταγές δε αυτές αφορούν τα επίμαχα τιμολόγια και όχι άλλα, ενδεχομένως προγενέστερα. Από την καρτέλα πελάτη, που προσκόμισε η ανακόπτουσα, προκύπτει ότι κατά την ημερομηνία λήψης των επιταγών αυτών είχε με την πτωχή αρνητικό υπόλοιπο από τον απλό δοσοληπτικό λογαριασμό, που τηρούνταν μεταξύ τους. Ούτε η ίδια η ανακόπτουσα αμφισβήτησε τα ανωτέρω, ούτε επικαλείται την ύπαρξη προγενεστέρων οφειλών, τις οποίες ενδεχομένως κάλυπταν οι ως άνω επιταγές. Επομένως, δεκτού γενομένου του ισχυρισμού ότι οι ανωτέρω επιταγές εκδόθηκαν χάριν καταβολής του συνόλου των απαιτήσεων, που είχε η ανακόπτουσα έναντι της πτωχής για το επίδικο χρονικό διάστημα και προς αποφυγή διπλής ικανοποίησης της ανακόπτουσας κατά το στάδιο της πτωχευτικής διανομής η ανακοπή είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη κατά το σκέλος που αφορά το ποσό των 852.154,60 €. Ενόψει τούτων, η απαίτηση της ανακόπτουσας έναντι της πτωχής διαμορφώνεται σε (1.779-740,83-852.154,60=) 927.586,23 €. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επομένως που δέχθηκε τα ίδια, έστω και με συνοπτική αιτιολογία, η οποία παραδεκτώς συμπληρώνεται με την απόφαση αυτή, ορθώς εκτίμησε τις αποδείξεις, τα δε αντίθετα, υποστηριζόμενα από την εκκαλούσα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα, όπως και η έφεση της, που άλλο λόγο προς έρευνα δεν διαθέτει.
Κατά τη γνώμη όμως της Προέδρου, ο σχετικός λόγος έφεσης πρέπει να γίνει δεκτός ειδικότερα από τη διάταξη του άρθρου 419 ΑΚ προκύπτει, ότι για να επέλθει απόσβεση της ενοχής με δόση αντί καταβολής απαιτείται συμφωνία δανειστή και οφειλέτη, ότι η άλλη παροχή δίνεται αντί καταβολής, συγχρόνως δε να συνοδεύεται η συμφωνία αυτή και με έμπρακτη ή άμεση εκτέλεση της άλλης παροχής, που δίνεται αντί της οφειλόμενης. Στις περιπτώσεις που ο οφειλέτης σε εκπλήρωση της οφειλόμενης παροχής αναλαμβάνει νέα υποχρέωση για άλλη διαφορετική παροχή, αποτελεί ζήτημα ερμηνείας της βούλησης των μερών, αν αυτά, την ανάληψη της νέας αυτής υποχρέωσης, ήθελαν "αντί καταβολής" δηλαδή σε αντικατάσταση και απόσβεση της οφειλόμενης ή αν χάριν και προς το σκοπό της μελλοντικής εκπλήρωσης της οφειλόμενης. Με την πρώτη έννοια, μόλις γίνει ανάληψη της νέας υποχρέωσης, η αρχική αυτοδικαίως αποσβήνεται, αυτή δε η σύμβαση συμπίπτει με την ανανέωση (άρθρο 436 ΑΚ), για το κύρος της οποίας (σύμβασης ανανέωσης ενοχής) απαραίτητος όρος είναι να υπάρχει σκοπός ανανέωσης, σκοπός δηλαδή των συμβαλλομένων μερών για κατάργηση της υφιστάμενης ενοχής με τη σύσταση νέας, ο οποίος (σκοπός) δεν εικάζεται, αλλά πρέπει να γίνεται επίκλησή του και να αποδεικνύεται από τον επικαλούμενο αυτόν. Με τη δεύτερη έννοια, αντίθετα, ενώ σώζεται η αρχική υποχρέωση, γεννιέται προσθέτως και νέα, ούτως ώστε ο δανειστής έχει παράλληλα δύο απαιτήσεις. Το άρθρο 421 ΑΚ στο ζήτημα κατά πόσον η ανάληψη νέας διαφορετικής υποχρέωσης σε εκπλήρωση της οφειλόμενης παροχής γίνεται αντί ή χάριν καταβολής, καθιερώνει τον ερμηνευτικό κανόνα ότι εφόσον σαφώς δεν προκύπτει το εναντίον, θεωρείται, ότι η ανάληψη της νέας υποχρέωσης γίνεται χάριν καταβολής. Έτσι, μόνη η παράδοση στον δανειστή από τον οφειλέτη τραπεζικής επιταγής, δεν συνιστά καταβολή κατά την έννοια του άρθρου 416 ΑΚ, ούτε σε περίπτωση αμφιβολίας θεωρείται δόση ή υπόσχεση αντί καταβολής κατά τα άρθρα 419 και 421 ΑΚ, αλλά γίνεται χάριν καταβολής της αρχικής υποχρέωσης, η οποία έτσι δεν αποσβήνεται, παρά μόνο αν ο δανειστής με την εκπλήρωση της νέας υποχρέωσης από τον εν λόγω πιστωτικό τίτλο, ικανοποιηθεί για την αρχική. Στην περίπτωση αυτή, εφόσον διασώζεται η υποχρέωση του οφειλέτη από την αρχική ενοχή, ο δανειστής έχει παραλλήλως δύο απαιτήσεις, μία από την παλαιά και μία από τη νέα ενοχή (ΑΠ 1285/2017, ΑΠ 840/2015, ΑΠ 1399/2015, ΑΠ 1674/2014, ΑΠ 1825/2012, δημοσ. ΤΝΠ ‘ΝΟΜΟΣ’), οφείλει όμως, σύμφωνα με τη συναλλακτική καλή πίστη, κατ' άρθρο 288 ΑΚ, και φερόμενος επιμελώς, να επιδιώξει την ικανοποίησή του από τη νέα ενοχή και εφόσον δεν το κατορθώσει ή αυτό δεν είναι πλέον δυνατό, ως λόγω παραγραφής της απαίτησής του από τη νέα ενοχή, δικαιούται να επιδιώξει την ικανοποίηση της απαίτησής του από την παλαιό ενοχή (ΑΠ 79/2011, δημοσ. ΤΝΠ ‘ΝΟΜΟΣ’), διότι άλλως αποκρούεται με ένσταση αναβλητική που προτείνει ο οφειλέτης (ΑΠ 474/2009, ΑΠ 94/2006, δημοσ. ΤΝΠ ‘ΝΟΜΟΣ’) και έτσι επέρχεται αναστολή του απαιτητού της παροχής από την παλαιά ενοχή (ΑΠ 341/2010, ΑΠ 878/2000, δημοσ. ΤΝΠ’ΝΟΜΟΣ’). Περαιτέρω, μετά από κάθε εκποίηση στοιχείων της πτωχευτικής περιουσίας ο σύνδικος είναι, καταρχάς, υποχρεωμένος να καταθέτει τα εισπραττόμενα στον ειδικό έντοκο τραπεζικό λογαριασμό που έχει ανοίξει, κατ' άρθρο 73 ΠτΚ, προσκομίζοντας εντός τριημέρου την απόδειξη κατάθεσης στον εισηγητή και ακολούθως, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, υποχρεούται να συντάξει πίνακα διανομής των εισπραχθέντων ποσών στους πιστωτές, με βάση τις επαληθευθείσες απαιτήσεις και στο μέτρο της επάρκειας των εισπραχθέντων, υλοποιώντας έτσι τον βασικό σκοπό της πτώχευσης, όπως διατυπώνεται στο άρθρο 1 του ΠτΚ, ενώ με άδεια του εισηγητή μπορεί να προβεί και σε προσωρινές διανομές για διάφορους λόγους (άρθρο 153 παρ. 1 ΠτΚ), κυρίως όταν αμφισβητούνται οι απαιτήσεις κατά τη διαδικασία της επαλήθευσης, οπότε δεν μπορεί να συνταχθεί οριστικός πίνακας. Ο πίνακας διανομής από άποψη νομικής φύσης, συνιστά πίνακα κατάταξης των απαιτήσεων κατά την έννοια του άρθρου 974 ΚΠολΔ και όχι απλώς λογιστική πράξη διανομής, όπως γινόταν παγίως δεκτό κατά την ερμηνεία του άρθρου 580 ΕμπΝ (ΟλΑΠ 538/1981, ΑΠ 167/2005, δημοσ. ΤΝΠ ‘ΝΟΜΟΣ’) και τούτο διότι ο νόμος ρητά πλέον αναφέρεται σε κατάταξη πιστωτών και πίνακα κατάταξης, επιπλέον δε ο πίνακας ως διαδικαστική πράξη εκτέλεσης υπόκειται σε ανακοπή από οποιονδήποτε δικαιολογεί έννομο συμφέρον, η οποία στρέφεται κατά του συνδίκου και των πιστωτών των οποίων προσβάλλεται η κατάταξη (άρθρα 153, 161 παρ. 1, 3 ΠτΚ, βλ. Σπ. Ψυχομάνη, Πτωχευτικό Δίκαιο, έκδ. 2017, σ. 498, 505, Λ. Κοτσίρη, Πτωχευτικό Δίκαιο, έκδ. 2017, σ. 739). Ως έννομο συμφέρον νοείται η συνδρομή ωφέλειας ή βλάβης σ' αυτόν που επιχειρεί αυτή τη διαδικαστική πράξη, όπως στην περίπτωση που η παραδοχή του αιτήματος της ανακοπής δεν εξαντλείται μόνο στην ακύρωση της κατάταξης του καθού στρέφεται, αλλά συνδέεται συγχρόνως και με τη δυνατότητα κατάταξης του ανακόπτοντος (ΑΠ 1023/2009, ΑΠ 1224/2006, ΑΠ 120/2005, δημοσ. ΤΝΠ ‘ΝΟΜΟΣ’).
Στην προκειμένη περίπτωση, εφόσον διασώζεται η υποχρέωση της πτωχής από την αρχική ενοχή από τη σύμβαση πώλησης, για την οποία εκδόθηκαν τα προαναφερθέντα τιμολόγια η ανακόπτουσα δανείστρια εταιρία έχει παραλλήλως δύο απαιτήσεις, μία από την παλαιά ενοχή, που στηρίζεται στην υποκείμενη σχέση της άνω σύμβασης πώλησης, και μία από τη νέα ενοχή που εδράζεται στις επίδικες επιταγές, οι οποίες εκδόθηκαν χάριν καταβολής του τιμήματος πώλησης. Τις ανωτέρω απαιτήσεις της, που θεμελιώνονται η μεν παλαιά στις διατάξεις των άρθρων 513 επόμ. Α.Κ., η δε νέα στις διατάξεις των άρθρων 1, 40 επόμ. του ν. 5960/1933, παραδεκτά ανήγγειλε η ανακόπτουσα κατά τη συμμετοχή της στη διαδικασία εξέλεγξης των πιστώσεων και έπρεπε να επαληθεύσει η σύνδικος της πτώχευσης, λαμβανομένου επιπλέον υπόψη ότι σε κανένα στάδιο της διαδικασίας αυτής δεν πρότεινε η τελευταία (σύνδικος) την αναβλητική ένσταση, ώστε να επέλθει η αναστολή του απαιτητού της παροχής από την παλαιό ενοχή. Κατά το στάδιο αυτό της εξέλεγξης των πιστώσεων δεν έχει λάβει χώρα η ικανοποίηση καμίας από τις δύο αξιώσεις της ανακόπτουσας, η οποία θα γίνει στο στάδιο της διανομής του προϊόντος της εκκαθάρισης της περιουσίας της πτωχής στους πιστωτές, και θ' αποτελέσει λόγο ανακοπής από οποιονδήποτε εξαρτά έννομο συμφέρον κατά του συνταχθησόμενου από τη σύνδικο της πτώχευσης πίνακα κατάταξης, οπότε θα οδηγήσει στην απόσβεση κατά το αντίστοιχο ποσό της έτερης αναγγελθείσας απαίτησης. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έκρινε τα αντίθετα έσφαλε και πρέπει κατά τη μειοψηφούσα άποψη να γίνει δεκτός ο σχετικός λόγος και να γίνει δεκτή η έφεση ως κατ’ ουσίαν βάσιμη.
Πρέπει δε, να διαταχθεί η δημοσίευση περίληψης της παρούσας απόφασης στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών καθώς και η σημείωσή της στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο, ενώ διάταξη δικαστικών εξόδων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας δεν θα τεθεί παρά το σχετικό υποβληθέν αίτημα εκ μέρους της εφεσίβλητης, καθόσον, η παρούσα δίκη αποτελεί γνήσια πτωχευτική δίκη οπότε δεν ρυθμίζεται το ζήτημα των δικαστικών εξόδων με βάση την αρχή της ήττας. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παράβολου άσκησης έφεσης, ποσού 200,00 ευρώ, που κατέθεσε η εκκαλούσα, κατ' άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ' του ΚΠολΔ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατ’ ουσία την, με αριθμό κατάθεσης .../19-7-2018 (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ./ΕΤΟΣ .../2018), έφεση της ανακόπτουσας κατά της υπ’ αριθμ. 9525/11-6-2018 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ τη δημοσίευση περίληψης της παρούσας απόφασης στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών καθώς και τη σημείωσή της στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του με αριθμό .../2018 παράβολου εφέσεως που έχει καταθέσει η εκκαλούσα.
ΚΡΙΘΗΚΕ, ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΗΚΕ στη Θεσσαλονίκη, στις 10 Φεβρουαρίου 2020 και ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίασή του, στις 6 Μαρτίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων, με παρούσα τη Γραμματέα.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ