Απόφαση

Αριθμός 598/2024
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ελένη Κατσούλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γεωργία Κατσιμαγκλή, Ελένη Μπερτσιά, Παναγιώτα Πασσίση-Εισηγήτρια και Κωνσταντίνα Νάκου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 19 Μαρτίου 2024, με την παρουσία της Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νίκης-Αναστασίας Μουζάκη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χ. Α., για να δικάσει τις αιτήσεις των αναιρεσειουσών - κατηγορουμένων: 1. Π. Μ. του Α., κατοίκου ... και 2. Ζ. Ρ. του Χ., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Γεώργιο Λιάπη, για αναίρεση της ΗΤ 1483/2023 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και oι αναιρεσείουσες - κατηγορούμενες ζητούν την αναίρεσή της για τους λόγους που περιλαμβάνονται στις υπ' αριθ. πρωτ. …/2-10-2023 και …/2-10-2023 αιτήσεις τους αναίρεσης, αντίστοιχα, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό …/2023.
Αφού άκουσε Την Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθούν οι κρινόμενες αιτήσεις αναίρεσης και τον πληρεξούσιο δικηγόρο των αναιρεσειουσών που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι από 2.10.2023 υπό κρίση δύο αιτήσεις των κατηγορουμένων 1) Π. Μ. του Α., κατοίκου ..., και 2) Ζ. Ρ. του Χ., κατοίκου ..., αντίστοιχα, για αναίρεση της υπ' αριθ. 1483/3.5.2023 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, με την οποία οι αναιρεσείουσες κηρύχθηκαν ένοχες, σε δεύτερο βαθμό, για τις αξιόποινες πράξεις της παράλειψης καταβολής α) εργοδοτικών και β) εργατικών ασφαλιστικών εισφορών, με την ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 παρ. 2 περ. β' του ΠΚ, και καταδικάστηκαν, η καθεμία, σε συνολική ποινή φυλάκισης έξι (6) μηνών, η εκτέλεση της οποίας ανεστάλη επί τριετία, ασκήθηκαν νομότυπα, με αντίστοιχη δήλωση εκάστης αναιρεσείουσας, δια του εξουσιοδοτηθέντος προς τούτο πληρεξουσίου τους δικηγόρου Αθηνών Γεωργίου Λιάπη, δυνάμει των από 1.10.2023 αντίστοιχων έγγραφων εξουσιοδοτήσεών τους, επιδοθεισών αυθημερόν των δηλώσεων στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου [άρθ. 466 παρ. 1, 474 παρ. 2Α του ισχύοντος από 1.7.2019 νέου ΚΠΔ], και εμπρόθεσμα, κατ' άρθρο 473 παρ. 2, 3 του ίδιου Κώδικα, δοθέντος ότι η τελευταία ημέρα της εικοσαήμερης προθεσμίας αναιρέσεως, από την καταχώριση της προσβαλλόμενης απόφασης στο ειδικό βιβλίο, που έγινε στις 11.9.2023, ήταν η 1.10.2023, ημέρα Κυριακή, δηλαδή εξαιρετέα, οπότε ασκήθηκαν την πρώτη εργάσιμη ημέρα (2.10.2023) μετά την εξαιρετέα, περιέχουν δε ως λόγο αναίρεσης την έλλειψη από την προσβαλλόμενη απόφαση της ειδικής αιτιολογίας που επιβάλλει το Σύνταγμα [άρθ. 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ ΚΠΔ]. Είναι, επομένως, παραδεκτές και πρέπει να ερευνηθούν ως προς το βάσιμο του μοναδικού, κοινού, λόγου τους, συνεκδικαζόμενες λόγω της πρόδηλης συνάφειάς τους. Κατά τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 του Α.Ν. 86/1967, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 33 του Ν. 3346/2005 και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 30 του Ν. 3904/2010, όποιος υπέχει νόμιμη υποχρέωση καταβολής, προς τους υπαγόμενους στο Υπουργείο Εργασίας κάθε φύσεως Οργανισμούς Κοινωνικής Πολιτικής ή Κοινωνικής Ασφάλισης ή Ειδικούς Λογαριασμούς, ασφαλιστικών εισφορών, που βαρύνουν τον ίδιο (εργοδοτικών), οι οποίες υπερβαίνουν το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ και δεν καταβάλλει αυτές εντός μηνός αφότου κατέστησαν απαιτητές προς τους ως άνω Οργανισμούς, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, κατά δε τη διάταξη της παρ. 2 του ίδιου άρθρου, όποιος παρακρατεί ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων σ' αυτόν (εργατικές), που υπερβαίνουν το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, με σκοπό να τις αποδώσει στους ως άνω Οργανισμούς και δεν τις καταβάλλει ή δεν τις αποδίδει στους Οργανισμούς αυτούς, μέσα σε ένα μήνα αφότου κατέστησαν απαιτητές, τιμωρείται για υπεξαίρεση με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ. Εξάλλου, στο άρθρο 16 του Κανονισμού Ασφαλίσεως ΙΚΑ, ως χρόνος καταβολής των εισφορών ορίζεται το ημερολογιακό τέλος του μήνα, μέσα στον οποίο παρασχέθηκε η εργασία ή υπηρεσία, ενώ στο άρθρο 26 παρ. 3 του Α.Ν. 1846/1951, ορίζεται ότι ο υπόχρεος πρέπει να καταβάλει τις εισφορές στο ΙΚΑ μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από το χρόνο που έχει οριστεί (για την καταβολή τους). Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση των εγκλημάτων της μη έγκαιρης καταβολής των εργοδοτικών και εργατικών εισφορών, απαιτείται να προσδιορίζεται η συγκεκριμένη οφειλή του εργοδότη που απασχολεί προσωπικό, για ασφαλιστικές εισφορές που βαρύνουν τον ίδιο και τους εργαζόμενους σ' αυτόν, καθώς και η μη καταβολή των αντίστοιχων χρηματικών ποσών εντός μηνός, αφότου κατέστησαν απαιτητές, στον αντίστοιχο Ασφαλιστικό Οργανισμό, Πρόκειται συνεπώς για γνήσια εγκλήματα παράλειψης, τα οποία συντελούνται με την παράλειψη της εμπρόθεσμης καταβολής των παραπάνω εισφορών, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από το ημερολογιακό τέλος κάθε μήνα, κατά τον οποίο παρασχέθηκε η εργασία ή υπηρεσία. Για την πληρότητα της αντικειμενικής υπόστασης των εγκλημάτων αυτών απαιτείται το υποκείμενό τους να έχει την ιδιότητα του εργοδότη, κατά την έννοια του άρθρου 8 παρ. 5 του Α.Ν. 1846/1951, δηλαδή να πρόκειται για φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στο οποίο προσφέρει την εργασία ή την υπηρεσία του το προσωπικό που υπάγεται στην ασφάλιση, που οφείλει, κατά την πληρωμή των μισθών, να παρακρατεί το μέρος των εισφορών που βαρύνουν τους ασφαλισμένους, για να το αποδώσει στον Ασφαλιστικό οργανισμό, στο πρόσωπο δε αυτού στοιχειοθετείται η αντικειμενική υπόσταση των εγκλημάτων της παράβασης του άρθρου 1 παρ. 1 και 2 του Α.Ν. 86/1967. Επί νομικού προσώπου, φερόμενου ως εργοδότη, απαιτείται αναφορά των πραγματικών περιστατικών από τα οποία να προκύπτει η θέση του κατηγορουμένου στην επιχείρηση, καθώς και αν πρόκειται για ατομική ή εταιρική επιχείρηση και η νομική μορφή της τελευταίας, ώστε να ανακύπτει η υποχρέωσή του για παρακράτηση και απόδοση των εισφορών στον αντίστοιχο Ασφαλιστικό οργανισμό [ΑΠ 102/2023, ΑΠ 1336/2022, ΑΠ 1223/2022]. Ειδικότερα, επί εργοδότη νομικού προσώπου με τη μορφή εταιρείας περιορισμένης ευθύνης (Ε.Π.Ε.), υπεύθυνος για την καταβολή των εν λόγω εισφορών είναι ο διαχειριστής της (άρθρα 16, 17, 18 του Ν. 3190/1955), που μπορεί να είναι και τρίτος, δηλαδή μη εταίρος, ο οποίος, στην περίπτωση αυτή, δεν είναι απλός πληρεξούσιος αλλά όργανο της εταιρείας, έχει δηλαδή την ίδια νομική θέση που έχουν οι εταίροι διαχειριστές. Με τη ρύθμιση της παρ. 7 του άρθρου 1 του ΑΝ 86/1967, όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 25 παρ. 1 του Ν. 4075/11.4.2012, ως αυτουργοί του αδικήματος της μη απόδοσης ασφαλιστικών εισφορών από τις 12.4.2012 και εφεξής θεωρούνται: α)..., β..., γ) στις περιορισμένης ευθύνης εταιρίες, οι διαχειριστές αυτών και όταν ελλείπουν ή απουσιάζουν αυτοί, ο κάθε εταίρος.
Περαιτέρω, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναίρεσης κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ ΚΠΔ, όταν εκτίθενται σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα προκύψαντα από την αποδεικτική διαδικασία πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι νομικοί συλλογισμοί υπαγωγής των αποδειχθέντων περιστατικών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του σκεπτικού με το διατακτικό της απόφασης, τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, για την πληρότητα της αιτιολογίας καταδικαστικής, για παράβαση του άρθρου 1 του Α.Ν. 86/1967, απόφασης, πρέπει, ενόψει του περιεχομένου των πιο πάνω ουσιαστικών διατάξεων, να περιέχονται σ' αυτήν τα κρίσιμα περιστατικά για τη θεμελίωση των δύο ως άνω αξιόποινων πράξεων, που είναι η κατά συγκεκριμένο χρόνο απασχόληση, με σχέση εξαρτημένης εργασίας, του ασφαλισμένου στους ως άνω οργανισμούς προσωπικού και τα χρηματικά ποσά, τα οποία, με βάση τις τακτικές αποδοχές του προσωπικού, όφειλε ο κατηγορούμενος εργοδότης να καταβάλει στον Ασφαλιστικό οργανισμό, ως εργοδοτικές ή εργατικές εισφορές και δεν κατέβαλε ή παρακράτησε, ως και αναφορά, επί φυσικού προσώπου, φερόμενου ως εργοδότη από την άσκηση επιχείρησης, των πραγματικών περιστατικών, από τα οποία να προκύπτει η θέση τούτου στην επιχείρηση αυτή, καθώς και αν πρόκειται για προσωπική ή εταιρική επιχείρηση και ποια η νομική μορφή της τελευταίας και η θέση του κατηγορουμένου σ' αυτήν, προκειμένου δε για ΕΠΕ η ιδιότητα αυτού ως διαχειριστή (άρθρα 16 επ. ν.3190 /1955 και 1 παρ.7 Α.Ν. 86/1967), ώστε να ανακύπτει υποχρέωσή του για παρακράτηση και απόδοση των εισφορών, μη αρκούντος του χαρακτηρισμού του ως εργοδότη ή ως νομίμου εκπροσώπου της εταιρικής επιχείρησης, καθόσον έτσι δημιουργείται ασάφεια ως προς τη νομική υποχρέωση τούτου για καταβολή των εισφορών και ιδρύεται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ΚΠΔ λόγος αναίρεσης ([ΑΠ 1336/2022, ΑΠ 71/2021, ΑΠ 488/2019].
Στην προκείμενη περίπτωση, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, που δίκασε ως Εφετείο, όπως προκύπτει από το παραδεκτά επισκοπούμενο σκεπτικό της προσβαλλόμενης υπ` αριθ. 1483/2023 απόφασής του, δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι από τα αποδεικτικά μέσα που λεπτομερώς κατ' είδος αναφέρει, αποδείχθηκαν, επί λέξει, τα ακόλουθα: “...οι εκκαλούσες κατηγορούμενες τέλεσαν τις πράξεις που τους αποδίδονται ήτοι ότι στην Αθήνα την .../2016, τυγχάνοντας εργοδότης της επιχείρησης με την επωνυμία ... και Α.Μ.Ε.: ..., ΥΠΟΚ/ΜΑ ΙΚΑ ..., είδος επιχείρησης: Άλλες υπηρεσίες αποθήκευσης μαζί με τ... ως ανωτέρω συγκατηγορούμ........ και έχοντας απασχολήσει κατά τη χρονική περίοδο .../2016 έως .../2016 στην επιχείρησή του προσωπικό με σχέση εξαρτημένης εργασίας με αμοιβή, που ασφαλιζόταν στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, όφειλε για την ασφάλιση του άνω προσωπικού να καταβάλλει στο ΙΚΑ τις κατωτέρω εισφορές ποσού 38.449,54 ΕΥΡΩ μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα για τις Δημόσιες Υπηρεσίες του επόμενου μήνα, εκείνου μέσα στον οποίο παρασχέθηκε η εργασία. Για την μη καταβολή των εισφορών αυτών συντάχθηκε η με αριθμό .../2016 ΠΕΕ εισφορών 38.449,54 ΕΥΡΩ. 1) Έχοντας νόμιμη υποχρέωση καταβολής των βαρυνουσών τ... ιδ... (ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΩΝ) ασφαλιστικών εισφορών, ποσού 25.633,03 ΕΥΡΩ, δεν κατέβαλε αυτές στον άνω Οργανισμό μέσα στο μήνα κατά τον οποίο οι εισφορές έγιναν απαιτητές. 2) Έχοντας παρακρατήσει τις ασφαλιστικές εισφορές των εργασθέντων στην επιχείρησή του (ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ) ποσού 12.816,51 ΕΥΡΩ με σκοπό να αποδώσει αυτές στον Οργανισμό, δεν τις κατέβαλε σ' αυτόν μέσα στον μήνα κατά τον οποίο αυτές έγιναν απαιτητές, κατέστη γι' αυτές τιμωρητέος για υπεξαίρεση.". Ακολούθως, το παραπάνω Δικαστήριο κήρυξε τις δύο εκκαλούσες-κατηγορούμενες ένοχες για τις ανωτέρω αξιόποινες πράξεις, αφού αναγνώρισε ότι συντρέχει στο πρόσωπο καθεμίας η ελαφρυντική περίσταση του άρθ. 84 παρ. 2 περ. β' ΠΚ, για τις οποίες επέβαλε σε καθεμία συνολική ποινή φυλάκισης έξι (6) μηνών, με τριετή αναστολή, με το ακόλουθο διατακτικό: "Στην Αθήνα την .../2016, τυγχάνοντας εργοδότης της επιχείρησης με την επωνυμία ... και Α.Μ.Ε.: ..., ΥΠΟΚ/ΜΑ ΙΚΑ ..., είδος επιχείρησης: Άλλες υπηρεσίες αποθήκευσης μαζί με τ... ως ανωτέρω συγκατηγορούμ........ και έχοντας απασχολήσει κατά τη χρονική περίοδο .../2016 έως .../2016 στην επιχείρησή του προσωπικό με σχέση εξαρτημένης εργασίας με αμοιβή, που ασφαλιζόταν στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, όφειλε για την ασφάλιση του άνω προσωπικού να καταβάλλει στο ΙΚΑ τις κατωτέρω εισφορές ποσού 38.449,54 ΕΥΡΩ μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα για τις Δημόσιες Υπηρεσίες του επόμενου μήνα, εκείνου μέσα στον οποίο παρασχέθηκε η εργασία. Για την μη καταβολή των εισφορών αυτών συντάχθηκε η με αριθμό .../2016 ΠΕΕ εισφορών 38.449,54 ΕΥΡΩ. 1) Έχοντας νόμιμη υποχρέωση καταβολής των βαρυνουσών τ... ιδ... (ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΩΝ) ασφαλιστικών εισφορών, ποσού 25.633,03 ΕΥΡΩ, δεν κατέβαλε αυτές στον άνω Οργανισμό μέσα στο μήνα κατά τον οποίο οι εισφορές έγιναν απαιτητές. 2) Έχοντας παρακρατήσει τις ασφαλιστικές εισφορές των εργασθέντων στην επιχείρησή του (ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ) ποσού 12.816,51 ΕΥΡΩ με σκοπό να αποδώσει αυτές στον Οργανισμό, δεν τις κατέβαλε σ' αυτόν μέσα στον μήνα κατά τον οποίο αυτές έγιναν απαιτητές, κατέστη γι' αυτές τιμωρητέος για υπεξαίρεση.".
Με αυτά που δέχθηκε το παραπάνω Δικαστήριο της ουσίας, δεν διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την επιβαλλόμενη από το Σύνταγμα και τον ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Ειδικότερα, ενώ, κατά τα αναφερόμενα στο διατακτικό, πρόκειται για εργοδότρια ΕΠΕ και όχι για ατομική επιχείρηση, δεν εκτίθενται στο σκεπτικό, αλλά ούτε και στο διατακτικό, που παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται και αποτελούν ενιαίο σύνολο, πραγματικά περιστατικά, από τα οποία να προκύπτει η ιδιότητα και η θέση των αναιρεσειουσών στην ως άνω ΕΠΕ και συγκεκριμένα εάν αυτές ήσαν, και μάλιστα και οι δύο, διαχειρίστριες κατά την επίδικη χρονική περίοδο στην εν λόγω εταιρεία, ώστε με βάση αυτή την ιδιότητά τους να ανακύπτει νομική υποχρέωσή τους να παρακρατούν τις επίδικες εισφορές των εργαζομένων και να τις αποδίδουν, μαζί με τις αντίστοιχες εργοδοτικές της επιχείρησης στο ΙΚΑ, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα στη νομική σκέψη της παρούσας. Μόνη η αναφερόμενη στο σκεπτικό και το διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης ιδιότητά τους ως εργοδοτριών, και των δύο αναιρεσειουσών, της συγκεκριμένης εταιρικής επιχείρησης [ΕΠΕ], κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, στην οποία [ιδιότητά τους] ερείδεται η ποινικά επιλήψιμη παράλειψή τους, δεν αρκεί, εφόσον, κατά τα σχετικώς προαναφερθέντα, δεν καθιστά αυτές, άνευ άλλου, υπόχρεες καταβολής των ως άνω εισφορών. Επομένως, είναι βάσιμος ο σχετικός με την ανωτέρω πλημμέλεια μοναδικός αναιρετικός λόγος, κοινός και των δύο κρινόμενων αιτήσεων, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ΚΠΔ, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, και πρέπει, επομένως, κατά παραδοχή αυτού, να γίνουν δεκτές και οι δύο ένδικες αιτήσεις, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο συγκροτούμενο από άλλους Δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δέχεται τις από 2.10.2023 δύο αιτήσεις αναιρέσεως.
Αναιρεί την υπ' αριθ. 1483/2023 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους Δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Απριλίου 2024.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 16 Απριλίου 2024.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ