Αριθμός 645/2020
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Γ΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 20 Φεβρουαρίου 2020, με την εξής σύνθεση: Δ. Σκαλτσούνης, Aντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Γ΄ Τμήματος, Μ. Τριπολιτσιώτη, Σ. Κτιστάκη, Σύμβουλοι, Δ. Βανδώρος, Ε. Κουλεντιανού, Πάρεδροι. Γραμματέας η Μ. Βλασερού.
Για να δικάσει την από 16 Ιουνίου 2017 αίτηση:
της ... του …, κατοίκου Αθηνών (…), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Παναγιώτη Λαζαράτο (Α.Μ. 14350), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,
κατά του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και ήδη Δικαιοσύνης, ο οποίος παρέστη με τον Σπυρίδωνα Μαυρογιάννη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
και κατά των παρεμβαινουσών: 1) ... του ..., κατοίκου Χαλανδρίου (…), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Πέτρο Μηλιαράκη (Α.Μ. 6376), που τον διόρισε με πληρεξούσιο, 2) … του …, κατοίκου Δεξαμενών Μυκόνου, η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Λάμπρο Γεωργακόπουλο (Α.Μ. 25632), που τον διόρισε με πληρεξούσιο.
Με την αίτηση αυτή η αιτούσα επιδιώκει να ακυρωθούν: 1) ο τελικός πίνακας κατάταξης του πίνακα επιτυχίας του διαγωνισμού υποψηφίων Συμβολαιογράφων έτους 2016 (ΦΕΚ Γ΄ .../19.1.2017), 2) η υπ’ αριθμ. .../12.4.2017 απόφαση της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού, Οργάνωσης και Λειτουργίας Δικαιοσύνης του Υπουργείου Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΦΕΚ Γ΄ .../28.4.2017) και 3) η υπ’ αριθμ. .../12.4.2017 απόφαση του ίδιου ως άνω Υπουργείου (ΦΕΚ Γ΄ .../3.5.2017).
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Ε. Κουλεντιανού.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αιτούσας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, τους πληρεξούσιους των παρεμβαινουσών και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά τον Νόμο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (εκτύπωση ηλεκτρονικού παραβόλου με κωδικό πληρωμής …/2017).
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση: α) του τελικού πίνακα κατάταξης, κατά φθίνουσα σειρά επιτυχίας ανά Ειρηνοδικείο και Περιφέρεια Εφετείου, των επιτυχόντων στον διαγωνισμό υποψηφίων Συμβολαιογράφων έτους 2016 (Γ΄ .../19.1.2017), β) της .../12.4.2017 απόφασης της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού, Οργάνωσης και Λειτουργίας Δικαιοσύνης του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Υ.Δ.Δ.Α.Δ.) (Γ΄ .../28.4.2017), με την οποία η ... διορίστηκε Συμβολαιογράφος στην περιφέρεια του Ειρηνοδικείου Μυκόνου και κατέλαβε τη θέση που προέκυψε μετά τον θάνατο του ... και γ) της .../12.4.2017 απόφασης της Προϊσταμένης της ως άνω Διεύθυνσης (Γ΄ .../3.5.2017), με την οποία η ... διορίστηκε Συμβολαιογράφος στην περιφέρεια του Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου και κατέλαβε τη θέση που προέκυψε μετά την παραίτηση της ....
3. Επειδή, μόνες παραδεκτώς προσβαλλόμενες είναι οι πράξεις διορισμού της ... και της ... στις κενές θέσεις Συμβολαιογράφων, με τις οποίες ολοκληρώθηκε η σύνθετη διοικητική ενέργεια του διαγωνισμού και στις οποίες ενσωματώθηκαν όλες οι προηγούμενες πράξεις της διαγωνιστικής διαδικασίας, μεταξύ των οποίων και ο προσβαλλόμενος τελικός πίνακας κατάταξης κατά φθίνουσα σειρά επιτυχίας ανά Ειρηνοδικείο και Περιφέρεια Εφετείου των επιτυχόντων του διαγωνισμού, η νομιμότητα του οποίου ελέγχεται παρεμπιπτόντως (πρβλ. ΣτΕ 2421/2018, 1539/2013 7μ., 42/1993 κ.ά.). Εξάλλου, η κρινόμενη αίτηση, κατά το μέρος που στρέφεται κατά των πράξεων αυτών, ανήκει, σύμφωνα με την περιπτ. ιε΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 702/1977 (Α΄ 268), που προστέθηκε με το άρθρο 47 παρ. 1 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213), στην αρμοδιότητα του τριμελούς Διοικητικού Εφετείου, διότι αφορά την εφαρμογή της νομοθεσίας περί Συμβολαιογράφων. Ωστόσο, το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να κρατήσει και να εκδικάσει την υπόθεση, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 34 του ν. 1968/1991 (Α΄ 150), δεδομένου μάλιστα του ότι, κατά το άρθρο 5Α του ν. 702/1977, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 47 παρ. 3 του ν. 3900/2010, οι αποφάσεις των Διοικητικών Εφετείων που εκδίδονται επί των διαφορών της περιπτ. ιε΄ υπόκεινται σε έφεση (βλ. ΣτΕ 2421/2018, 1721/2016, 2351/2014, 1539/2013 7μ., 735/2008 Ολομ. κ.ά.).
4. Επειδή, παραδεκτώς παρεμβαίνουν υπέρ του κύρους των προσβαλλόμενων πράξεων η ... και η ....
5. Επειδή, ο Κώδικας Συμβολαιογράφων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2830/2000 (Α΄ 96), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, ορίζει στο άρθρο 1 ότι: «1. Ο Συμβολαιογράφος είναι άμισθος δημόσιος λειτουργός με καθήκοντα: α. Να συντάσσει και να φυλάσσει έγγραφα συστατικά ή αποδεικτικά δικαιοπραξιών και δηλώσεων των ενδιαφερομένων όταν η σύνταξη των εγγράφων αυτών είναι υποχρεωτική σύμφωνα με το νόμο ή όταν οι ενδιαφερόμενοι επιθυμούν να προσδώσουν σε αυτά κύρος δημοσίου εγγράφου. β. Να εκδίδει απόγραφα ή αντίγραφα των εγγράφων του εδαφίου α΄, καθώς και αντίγραφα των προσαρτημένων και αναφερομένων σε αυτά εγγράφων. γ. Να θεωρεί ιδιωτικά έγγραφα για την απόκτηση βέβαιης χρονολογίας. Για τη θεώρηση αυτή συντάσσεται σχετική συμβολαιογραφική πράξη. δ. Να βεβαιώνει το γνήσιο της υπογραφής που τίθεται ενώπιόν του σε κάθε έγγραφο που σχετίζεται με τη συναπτόμενη πράξη. ε. Να ενεργεί κάθε άλλη πράξη που του αναθέτει ο νόμος. Επίσης δύναται να ενεργεί και κάθε άλλη πράξη σχετική με την άσκηση του έργου του», στο άρθρο 2 ότι: «1. Στην έδρα κάθε ειρηνοδικείου συνιστάται με προεδρικό διάταγμα μια τουλάχιστον θέση Συμβολαιογράφου. 2. Αν μεταβληθεί η έδρα του ειρηνοδικείου δεν μεταβάλλεται η έδρα του Συμβολαιογράφου αλλά η τυχόν υπάρχουσα θέση Συμβολαιογράφου παραμένει εφεξής στην έδρα του καταργούμενου ειρηνοδικείου. ... 3. Αν στην έδρα ειρηνοδικείου υπάρχουν δύο ή περισσότερες θέσεις Συμβολαιογράφων, μπορεί να οριστεί άλλος δήμος ή κοινότητα της ίδιας ειρηνοδικειακής περιφέρειας ως έδρα μιας ή περισσότερων από τις θέσεις αυτές, μόνο αν αυτό εξυπηρετεί τα συμφέροντα των συναλλασσομένων. Η έδρα που ορίζεται με τον τρόπο αυτό μπορεί περαιτέρω να μεταφερθεί σε άλλο δήμο ή κοινότητα της ίδιας ειρηνοδικειακής περιφέρειας ή στην έδρα του ειρηνοδικείου. 4. Η μεταβολή έδρας Συμβολαιογράφου σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο γίνεται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, μετά γνωμοδότηση της ολομέλειας του οικείου πρωτοδικείου, που αποφαίνεται ύστερα από γνωμοδότηση του οικείου Συμβολαιογραφικού Συλλόγου. ...» και στο άρθρο 4 ότι: «1. Ο Συμβολαιογράφος ασκεί τα καθήκοντά του σε όλη την περιφέρεια του ειρηνοδικείου στην οποία είναι διορισμένος, όπως κάθε φορά η περιφέρεια του ειρηνοδικείου ορίζεται .. ». Περαιτέρω, στο άρθρο 25 του ως άνω Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 11 του ν. 2993/2002 (Α΄ 58), ορίζεται ότι: «1. Η πλήρωση των κενών θέσεων Συμβολαιογράφων γίνεται με πανελλήνιο διαγωνισμό, ο οποίος προκηρύσσεται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης που εκδίδεται εντός του πρώτου τετραμήνου κάθε έτους και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. .. 2. Στην προκήρυξη ορίζεται ο συνολικός αριθμός θέσεων που θα πληρωθούν σε κάθε ειρηνοδικειακή περιφέρεια των Εφετείων της χώρας, με βάση τις κενές θέσεις που υπάρχουν δέκα (10) ημέρες πριν την ημέρα της έκδοσης της υπουργικής απόφασης, ο χρόνος έναρξης του διαγωνισμού, η κατανομή των εφετειακών περιφερειών στα εξεταστικά κέντρα της παραγράφου 1 και κάθε άλλο θέμα σχετικό με το διαγωνισμό. 3. ... 4. Για τη διεξαγωγή του διαγωνισμού συγκροτούνται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης οι ακόλουθες επιτροπές: α) πενταμελής κεντρική επιτροπή ... Η επιτροπή αυτή έχει την ευθύνη επιλογής των θεμάτων στα εξεταζόμενα μαθήματα τα οποία είναι κοινά για όλους τους υποψηφίους… . β) τριμελής οργανωτική επιτροπή … . Η επιτροπή αυτή έχει την ευθύνη της διενέργειας του διαγωνισμού… και γ) ομάδες βαθμολόγησης ... οι οποίες και έχουν την ευθύνη της βαθμολόγησης των γραπτών δοκιμίων των υποψηφίων (όπως το εδαφ. γ΄ αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 59 ν. 3160/2003, Α΄ 165) … 5. … 6. Οι υποψήφιοι διαγωνίζονται σε θέματα: α) Αστικού Δικαίου, β) Εμπορικού Δικαίου, γ) Πολιτικής Δικονομίας, δ) Κώδικα Συμβολαιογράφων, ε) Ειδικών νόμων της Οροφοκτησίας και κάθετης ιδιοκτησίας, του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, Δασικού Κώδικα…. Τα θέματα λαμβάνονται από την ύλη τη σχετική με τα καθήκοντα του Συμβολαιογράφου και η εξέταση των μαθημάτων γίνεται με συνθετική παρουσίαση πρακτικού θέματος και ερωτημάτων θεωρητικού χαρακτήρα… . Οι εξετάσεις όλων των μαθημάτων είναι μόνο γραπτές. 7. Τα γραπτά δοκίμια των υποψηφίων βαθμολογούνται από τρεις (3) βαθμολογητές. Η κλίμακα βαθμολογίας των γραπτών δοκιμίων ορίζεται από 0 έως 20. Ο μέσος όρος των τριών (3) βαθμολογητών για κάθε μάθημα αποτελεί το βαθμό του υποψηφίου στο μάθημα, εφόσον η απόκλιση από τη μεγαλύτερη μέχρι τη μικρότερη βαθμολογία δεν είναι μεγαλύτερη των τριών (3) μονάδων. … Η συνολική βαθμολογία του κάθε υποψηφίου προκύπτει από το άθροισμα των βαθμών των πέντε (5) μαθημάτων, το οποίο προσαυξάνεται τόσες μονάδες όσες αντιστοιχούν στο γινόμενο του βαθμού που πέτυχε ο υποψήφιος σε κάθε ξένη γλώσσα με συντελεστή 0,10 (όπως το εδάφιο αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 59 του ν. 59 του ν. 3160/2003) ... Επιτυχόντες θεωρούνται εκείνοι που έλαβαν βαθμό μεγαλύτερο ή ίσο με δέκα (10) μονάδες σε κάθε μάθημα. Οι ανωτέρω υποβάλλουν αίτηση προτίμησης για το διορισμό τους σε κενές έδρες Συμβολαιογράφων ανεξαρτήτως ειρηνοδικειακής περιφέρειας και διορίζονται με σειρά προτεραιότητας ανάλογα με τη βαθμολογία τους (όπως το εδάφιο αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 50 του ν. 4356/2015, Α΄ 181) .. 8. ... 9. Οι επιτυχόντες που καλούνται να διορισθούν οφείλουν, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της σχετικής πρόσκλησης, να δηλώσουν ότι αποδέχονται το διορισμό τους στο Ειρηνοδικείο στο οποίο πέτυχαν και να προσκομίσουν μέσα στην ίδια προθεσμία τα απαραίτητα για το διορισμό τους δικαιολογητικά. Αν η παραπάνω προθεσμία παρέλθει άπρακτη, θεωρείται ότι αποποιήθηκαν το διορισμό τους. 10. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης ρυθμίζονται τα θέματα που σχετίζονται με την προκήρυξη του διαγωνισμού, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και το χρόνο υποβολής τους, τον τρόπο ελέγχου των προσόντων των υποψηφίων και γενικά κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την ομαλή και αδιάβλητη διεξαγωγή του διαγωνισμού και τη σύνταξη των πινάκων επιτυχόντων και διοριζομένων. 11. ... » και στο άρθρο 26 ότι «1. Ο διορισμός του Συμβολαιογράφου γίνεται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 2. …». Εξάλλου, στο άρθρο 128 του ως άνω Κώδικα, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 32 του ν. 2915/2001 (Α΄ 109), ορίζεται ότι: «1. Το αρχείο Συμβολαιογράφου που αποχώρησε με οποιονδήποτε τρόπο ή απεβίωσε παραδίδεται στο αρχειοφυλακείο του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου. Σε πόλεις όπου δεν λειτουργεί αρχειοφυλακείο ή λειτουργεί και αυτό δεν επαρκεί κατά την κρίση του διοικητικού συμβουλίου του οικείου Συμβολαιογραφικού Συλλόγου να στεγάσει και άλλα αρχεία Συμβολαιογράφων ισχύουν τα ακόλουθα: Το αρχείο Συμβολαιογράφου που αποχώρησε κατά οιονδήποτε τρόπο ή απεβίωσε παραδίδεται με απόφαση του αρμόδιου εισαγγελέα πρωτοδικών, μετά από γνώμη του διοικητικού συμβουλίου του οικείου Συμβολαιογραφικού Συλλόγου, σε εκείνον που διορίζεται στη θέση του Συμβολαιογράφου που αποχώρησε ή απεβίωσε. Η σειρά διορισμού καθορίζεται από τη σειρά επιτυχίας στο σχετικό διαγωνισμό. …. 2. Τα ανωτέρω ισχύουν και για άλλα αρχεία Συμβολαιογράφων που κατείχε ο Συμβολαιογράφος που αποχώρησε ή απεβίωσε. ... 3. ... 4. Στην περίπτωση που είναι διορισμένος ή διοριστεί στην αυτή ειρηνοδικειακή περιφέρεια ως Συμβολαιογράφος σύζυγος ή τέκνο Συμβολαιογράφου που έχει εξέλθει της υπηρεσίας, ο διορισθείς δικαιούται να ζητήσει την παράδοση σε αυτόν του αρχείου του συζύγου ή του γονέα από εκείνον που το κατέχει, με τον όρο να του παραδώσει αρχείο που τυχόν ο ίδιος κατέχει. Κατά σειρά το αρχείο δικαιούνται τα τέκνα και από αυτά το μεγαλύτερο σε ηλικία και εφόσον δεν υπάρχουν τέκνα, ο σύζυγος». Τέλος, με το π.δ. 114/2011 (Α΄ 250) αυξήθηκε ο αριθμός των οργανικών θέσεων των Συμβολαιογράφων στο σύνολο της χώρας κατά τετρακόσιες (400) θέσεις.
6. Επειδή, βάσει της εξουσιοδοτικής διάταξης της παρ. 10 του άρθρου 25 του ν. 2830/2000, εκδόθηκε η 70280/2.8.2012 απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Β΄ 2349), η οποία, όπως τροποποιήθηκε με την 4582/10.2.2016 απόφαση του ίδιου υπουργού (Β΄ 332), ορίζει στο άρθρο 1 ότι: «1. Ο διαγωνισμός των υποψηφίων Συμβολαιογράφων είναι πανελλήνιος και προκηρύσσεται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που εκδίδεται εντός του πρώτου τετραμήνου κάθε έτους με βάση τις κενές θέσεις που υπάρχουν 10 ημέρες πριν την έκδοση της υπουργικής απόφασης και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ένα μήνα τουλάχιστον προ της ημέρας ενάρξεως του διαγωνισμού. ...», στο άρθρο 2 ότι: «Οι επιθυμούντες τη συμμετοχή τους στο διαγωνισμό υποψηφίων Συμβολαιογράφων οφείλουν, πέντε (5) ημέρες τουλάχιστον προ της οριζόμενης με την προκήρυξη ημέρας έναρξης του διαγωνισμού, να υποβάλουν στον Γραμματέα της Τριμελούς Οργανωτικής Επιτροπής στην έδρα του Εφετείου σχετική αίτηση συμμετοχής στο διαγωνισμό και να προσκομίζουν όσα στοιχεία και δικαιολογητικά απαιτούνται με την απόφαση της προκήρυξης του διαγωνισμού» και στο άρθρο 6 ότι: «Οι ομάδες βαθμολόγησης, αφού συγκεντρώσουν τα γραπτά των διαγωνιζόμενων, προβαίνουν στην διαδικασία βαθμολόγησης και τυχόν αναβαθμολόγησης των γραπτών σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 7 του άρθρου 25 του Ν. 2830/2000, όπως ισχύει. ... Οι ομάδες βαθμολόγησης καταρτίζουν τελικό πίνακα επιτυχόντων, σύμφωνα με το όγδοο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 25 του Ν. 2830/2000, όπως ισχύει, τον οποίο διαβιβάζουν στην αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. ... Μετά τη δημοσίευση του πίνακα επιτυχόντων, όσοι περιλαμβάνονται σε αυτόν, υποβάλλουν αίτηση – υπεύθυνη δήλωση, εντός 10 εργάσιμων ημερών, στην οποία αναφέρεται με σειρά προτίμησης η έδρα ή οι έδρες των Ειρηνοδικείων που επιθυμούν να διοριστούν».
7. Επειδή, από τη διάταξη του άρθρου 47 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8) συνάγεται ότι για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως απαιτείται ιδιαίτερο, άμεσο και ενεστώς - και όχι μελλοντικό και ενδεχόμενο - έννομο συμφέρον, η ύπαρξη του οποίου κρίνεται, όταν η διοικητική πράξη δεν απευθύνεται ευθέως προς τον αιτούντα δημιουργώντας γι’ αυτόν συγκεκριμένες έννομες συνέπειες, από τον σύνδεσμο που υπάρχει μεταξύ των εννόμων αποτελεσμάτων των επερχομένων από την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη και του περιεχομένου μιας συγκεκριμένης νομικής κατάστασης ή ιδιότητας, στην οποία βρίσκεται ή την οποία έχει και επικαλείται ο αιτών (βλ. ΣτΕ 864/2017, 1712/2016, 3615/2015, 2160-1/2014 7μ, 2303/2011 7μ κ.ά.). Ειδικότερα, για την προσβολή του διορισμού τρίτου προσώπου σε δημόσια θέση, έχει έννομο συμφέρον, κατ’ αρχάς, εκείνος ο οποίος, όχι μόνον προβάλλει και αποδεικνύει ότι είχε τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα για την κατάληψη της επίδικης θέσης, αλλά, επί πλέον, και ότι συμμετέσχε στη σχετική διαδικασία και, επομένως, ο διορισμός του τρίτου έγινε κατά δική του παράλειψη (βλ. ΣτΕ 864/2017, 1712/2016, 1039/2010, βλ. και ΣτΕ 2050/2010). Εξ άλλου, το γεγονός ότι υποψήφιος, ο οποίος έλαβε μέρος σε διαγωνισμό ή διαδικασία επιλογής προς πλήρωση θέσεων, δεν περιέλαβε επιφύλαξη στη δήλωση συμμετοχής του στον διαγωνισμό ως προς τη νομιμότητα όρων της οικείας προκήρυξης, δεν αρκεί για να άρει το έννομο συμφέρον αυτού προς άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως, με την οποία αμφισβητεί τη νομιμότητα των όρων της προκήρυξης, καθώς και των πράξεων που εκδίδονται στη συνέχεια και στηρίζονται στους όρους αυτούς, με τις οποίες ο εν λόγω υποψήφιος αποκλείστηκε από την πρόσληψη στις προκηρυχθείσες θέσεις. Και τούτο, διότι από μόνη τη μη διατύπωση επιφύλαξης δεν συνάγεται, άνευ άλλου, σαφής και ανεπιφύλακτη αποδοχή των όρων της προκήρυξης, ώστε να καθίσταται μη επιτρεπτή η αμφισβήτηση της νομιμότητάς τους από τον εν λόγω υποψήφιο (βλ. ΣτΕ 3184/2017, 1722-1723/2014 7μ. κ.ά.).
8. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Με την 4588/26.2.2016 απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Γ΄ 170), προκηρύχθηκε ενιαίος για όλη την επικράτεια διαγωνισμός για την πλήρωση κενών θέσεων Συμβολαιογράφων. Στην προκήρυξη ορίστηκε, κατ’ επανάληψη της διάταξης του άρθρου 6 της 70280/2.8.2012 απόφασης του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όπως ισχύει, ότι “μετά τη δημοσίευση του πίνακα επιτυχόντων, όσοι περιλαμβάνονται σε αυτόν, υποβάλλουν αίτηση-υπεύθυνη δήλωση, εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών, στην οποία αναφέρεται με σειρά προτίμησης η έδρα ή οι έδρες των Ειρηνοδικείων που επιθυμούν να διοριστούν», περαιτέρω δε στην προκήρυξη αυτή ορίστηκε ότι: «Οι κενές θέσεις Συμβολαιογράφων κατά περιφέρειες Εφετείων είναι οι ακόλουθες: [παρατίθεται πίνακας] Α. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ. Ειρηνοδικείο Αθηνών : 181. Ειρηνοδικείο Αθηνών (Άλιμος): 3. ... Ειρηνοδικείο Αθηνών (Γλυφάδα): 2. ... Ειρηνοδικείο Χαλανδρίου: 4. ... ΙΑ. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ. .. Ειρηνοδικείο Μυκόνου: 2. ...». Η αιτούσα και οι παρεμβαίνουσες έλαβαν μέρος στον γραπτό διαγωνισμό και συγκέντρωσαν η αιτούσα 85,92 μονάδες, η ... 72,45 μονάδες και η ... 66,49 μονάδες, κατατάχθηκαν δε στην 26η, 233η και 290η, αντίστοιχα, θέση στον τελικό πίνακα κατάταξης κατά φθίνουσα σειρά επιτυχίας των επιτυχόντων του διαγωνισμού που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 2.12.2016 (Γ΄ 1223). Κατόπιν τούτου, αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Υ.Δ.Δ.Α.Δ. στις 5.12.2016 ανακοίνωση για την υποβολή αιτήσεων προτίμησης διορισμού Συμβολαιογράφων, με την οποία κλήθηκαν οι επιτυχόντες «να υποβάλουν αίτηση - δήλωση διορισμού με σειρά προτίμησης σε όσες από τις προκηρυχθείσες κενές θέσεις Συμβολαιογράφων επιθυμούν», κατά την υποβολή, ωστόσο, των αιτήσεων-δηλώσεων διορισμού, τους ζητήθηκε να επιλέξουν μόνον έδρες Συμβολαιογράφων ανά ειρηνοδικειακή περιφέρεια, στις οποίες περιλαμβάνονταν οι ως άνω κενές θέσεις. Η αιτούσα υπέβαλε αίτηση διορισμού, κατά σειρά προτεραιότητας, σε θέσεις του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με έδρα την Αθήνα, τη Γλυφάδα ή τον Άλιμο. Από τις παρεμβαίνουσες, η ... δήλωσε ως πρώτη προτίμηση διορισμού το Ειρηνοδικείο Μυκόνου, ενώ η ... το Ειρηνοδικείο Χαλανδρίου. Επακολούθησε η δημοσίευση του τελικού πίνακα κατάταξης κατά φθίνουσα σειρά επιτυχίας ανά Ειρηνοδικείο και περιφέρεια Εφετείου (Γ΄ .../19.1.2017), από τον οποίο προκύπτει ότι η αιτούσα κατετάγη όγδοη στον επιμέρους πίνακα επιτυχόντων του Ειρηνοδικείου Αθηνών, ενώ οι παρεμβαίνουσες κατετάγησαν στους επιμέρους πίνακες επιτυχόντων των Ειρηνοδικείων Μυκόνου και Χαλανδρίου αντίστοιχα. Ακολούθως, με το .../25.1.2017 έγγραφο της Προϊσταμένης του Τμήματος Α4 του Υ.Δ.Δ.Α.Δ. γνωστοποιήθηκαν στην αιτούσα οι κενές θέσεις του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την επισήμανση ότι έπρεπε να κατατάξει όλες τις θέσεις κατά σειρά προτίμησης στην αίτηση – δήλωση αποδοχής διορισμού της και την υπόμνηση ότι η τελική επιλογή της θέσης στην οποία θα διοριστεί θα γίνει με βάση τη σειρά επιτυχίας της• ομοίως, στην παρεμβαίνουσα ... απεστάλη το .../28.2.2017 έγγραφο με τις κενές θέσεις Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου, εκ των οποίων μία συσταθείσα με το π.δ. 114/2011, και στην παρεμβαίνουσα ... το .../10.3.2017 έγγραφο, με τις κενές θέσεις του Ειρηνοδικείου Μυκόνου, ως εξής: «1. .... 2. Π.Δ. 114/2011». Κατόπιν τούτου, η αιτούσα υπέβαλε την .../3.3.2017 αίτηση με την οποία ζήτησε τον διορισμό της σε μία από τις ως άνω θέσεις του Ειρηνοδικείου Αθηνών, δηλώνοντας ως πρώτη προτίμηση τη θέση που κατείχε η Συμβολαιογράφος .... Ακολούθως, όμως, η αιτούσα υπέβαλε την .../20.3.2017 αίτηση θεραπείας κατά του ως άνω τελικού πίνακα κατάταξης των επιτυχόντων ανά Ειρηνοδικείο και περιφέρεια Εφετείου, με την οποία ζήτησε να ανακληθεί ο πίνακας αυτός στο σύνολό του και να επαναληφθεί η διαδικασία κλήσης όλων των επιτυχόντων προς υποβολή δηλώσεων προτίμησης, κατά τρόπο που να διασφαλίζει με απόλυτη διαφάνεια το δικαίωμά τους να επιλέξουν συγκεκριμένη θέση Συμβολαιογράφου, γνωρίζοντας αν αυτή συνοδεύεται από αρχείο. Προέβαλε δε ότι οι επιτυχόντες έπρεπε να κληθούν διαδοχικά να επιλέξουν βάσει της σειράς επιτυχίας τους και ότι η Διοίκηση δεν τήρησε τη δέουσα διαδικασία, αφού τους ζήτησε να δηλώσουν προτίμηση για έδρα Ειρηνοδικείου και όχι για συγκεκριμένη θέση Συμβολαιογράφου, ενώ και η κατάταξή τους στη συνέχεια έγινε ανά Ειρηνοδικείο, εν τέλει δε, κλήθηκαν να επιλέξουν θέσεις Συμβολαιογράφου μόνο για το Ειρηνοδικείο για το οποίο δήλωσαν πρώτη προτίμηση. Με την ίδια αίτηση θεραπείας η αιτούσα δήλωσε επιπλέον ότι “κατά το μέρος που όροι της οικείας προκήρυξης του συγκεκριμένου διαγωνισμού είτε έρχονται σε αντίθεση είτε δεν ρυθμίζουν την διαδικασία με τον υποδειχθέντα από το Συμβούλιο της Επικρατείας τρόπο .. η προκήρυξη αυτή δεν γίνεται αποδεκτή από εμένα, ανεξαρτήτως μάλιστα της υποβολής δήλωσης προτίμησης – αποδοχής του διορισμού μου, από τη στιγμή που δεν μου έχει παρασχεθεί από τη Διοίκηση η ευχέρεια να πράξω διαφορετικά, καθώς η μη υποβολή αίτησης προτίμησης – διορισμού κατά τον συγκεκριμένο τρόπο που καθιερώθηκε από τη Διοίκηση συνεπάγεται την απόκρουση του διορισμού μου». Περαιτέρω, η αιτούσα προέβαλε ότι, αν είχε επίσημα πληροφορηθεί ότι στη Μύκονο είχε προκηρυχθεί η θέση του ... (με αρχείο), θα είχε υποβάλει δήλωση προτίμησης για τη θέση αυτή, δεδομένου ότι, όπως ήταν γνωστό, κατά τον χρόνο δημοσίευσης της προκήρυξης, η ίδια είχε ζητήσει, με την ...-28.1.2016 αίτησή της προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης, να μετατεθεί στην εν λόγω θέση και, συνεπώς, για τον επίδικο διαγωνισμό είχαν προκηρυχθεί μόνον οι δύο θέσεις που είχαν συσταθεί με το π.δ. 114/2011 χωρίς αρχείο, όχι δε και η θέση του .... Αντίστοιχα, για τη θέση του Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου, η αιτούσα προέβαλε ότι αν είχε εκ των προτέρων ενημερωθεί ως προς το είδος της κενής θέσης που είχε προκηρυχθεί, θα είχε δηλώσει την προτίμησή της σε αυτή, βάσει δε της βαθμολογίας της είχε δικαίωμα να διοριστεί σε οποιαδήποτε από τις ανωτέρω δύο θέσεις, αντί των παρεμβαινουσών. Μετά ταύτα, εκδόθηκε η .../28.3.2017 απόφαση της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού, Οργάνωσης και Λειτουργίας Δικαιοσύνης του Υ.Δ.Δ.Α.Δ. (Γ΄ .../3.4.2017), με την οποία η αιτούσα διορίστηκε Συμβολαιογράφος Αθηνών στη θέση της ..., καθώς και οι .../12.4.2017 και .../12.4.2017 αποφάσεις της ως άνω Προϊσταμένης, με τις οποίες οι παρεμβαίνουσες διορίστηκαν συμβολαιογράφοι, η ... στην περιφέρεια του Ειρηνοδικείου Μυκόνου, όπου ορίστηκε ότι καταλαμβάνει τη θέση που προέκυψε μετά τον θάνατο του ... και η ... στην περιφέρεια του Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου, όπου ορίστηκε ότι καταλαμβάνει τη θέση που προέκυψε μετά την παραίτηση της .... Εξάλλου, επί της αιτήσεως θεραπείας της αιτούσας εκδόθηκε το .../13.4.2017 έγγραφο του Υ.Δ.Δ.Α.Δ, στο οποίο αναφέρεται ότι το αίτημά της δεν είναι δυνατό να ικανοποιηθεί.
9. Επειδή, προς θεμελίωση εννόμου συμφέροντος για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης, η αιτούσα προβάλλει ότι, παρόλο που με την από 5.12.2016 ανακοίνωση της Διοίκησης οι επιτυχόντες του διαγωνισμού κλήθηκαν να υποβάλουν αίτηση–δήλωση διορισμού σε όσες από τις προκηρυχθείσες κενές θέσεις Συμβολαιογράφων επιθυμούσαν, τελικά υποχρεώθηκαν στην υποβολή δηλώσεων προτίμησης μόνο ειρηνοδικειακών εδρών, εν αγνοία του είδους των κενών θέσεων που υπήρχαν σε αυτές, μόνο δε σε δεύτερο στάδιο, και αφού γνωστοποιήθηκαν οι κενές θέσεις που διέθεταν οι εν λόγω ειρηνοδικειακές έδρες, τις οποίες είχαν ήδη δεσμευθεί να προτιμήσουν, κλήθηκαν οι επιτυχόντες σε κάθε έδρα Ειρηνοδικείου να επιλέξουν συγκεκριμένες θέσεις Συμβολαιογράφου κατά σειρά προτίμησης. Υπό τις συνθήκες αυτές, η αιτούσα προβάλλει ότι δεν είχε τη δυνατότητα να επιλέξει να διοριστεί σε κενή θέση Συμβολαιογράφου εμπίπτουσα στις προτιμήσεις της, αλλά αναγκάστηκε να επιλέξει το Ειρηνοδικείο Αθηνών, στο οποίο κατά τεκμήριο διατίθενται οι περισσότερες κενές θέσεις με αρχείο και, συνεπώς, ότι έχει έννομο συμφέρον για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης και τη διεκδίκηση του διορισμού της σε μία από τις επίδικες θέσεις. Ειδικότερα, για τη θέση του Συμβολαιογράφου Μυκόνου ..., στην οποία διορίστηκε η παρεμβαίνουσα κόρη του, η αιτούσα προβάλλει ότι, αν είχε εγκαίρως πληροφορηθεί, είτε από την προκήρυξη είτε από άλλο επίσημο διοικητικό έγγραφο, ότι η θέση αυτή περιλαμβανόταν στις προκηρυχθείσες θέσεις Συμβολαιογράφων της ειρηνοδικειακής περιφέρειας Μυκόνου, θα είχε εκδηλώσει προτίμηση για την εν λόγω θέση και, βάσει της βαθμολογίας της, θα διοριζόταν σε αυτήν, λαμβάνοντας παράλληλα και το αρχείο του προκατόχου της, το οποίο δεν θα μπορούσε να παραδοθεί στην παρεμβαίνουσα λόγω “κληρονομικής διαδοχής», δυνάμει της διάταξης του άρθρου 128 παρ. 4 του Κώδικα Συμβολαιογράφων, διότι η διάταξη αυτή δεν δύναται να εφαρμοστεί, ως αντικείμενη στην αρχή της ισότητας και της αξιοκρατίας. Αντίστοιχα, ως προς τη θέση που κατέλαβε η παρεμβαίνουσα ..., η αιτούσα προβάλλει ότι, αν είχε εγκαίρως πληροφορηθεί, ότι η θέση αυτή της Συμβολαιογράφου ... περιλαμβανόταν στις προκηρυχθείσες θέσεις Συμβολαιογράφων της ειρηνοδικειακής περιφέρειας Χαλανδρίου, θα είχε εκδηλώσει προτίμηση και για την εν λόγω θέση. Εξάλλου, η παρεμβαίνουσα ... προβάλλει, μεταξύ άλλων, ότι η αιτούσα στερείται εννόμου συμφέροντος διότι παρέλειψε να εκδηλώσει προτίμηση για οποιαδήποτε κενή θέση Συμβολαιογράφου με έδρα τη Μύκονο και ότι, σε κάθε περίπτωση, εσφαλμένα υποστηρίζει ότι θα λάμβανε το αρχείο του ..., διότι η παρεμβαίνουσα, ως κόρη του ως άνω Συμβολαιογράφου, διοριζόμενη στην περιφέρεια του ίδιου Ειρηνοδικείου, δικαιούται, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 128 παρ. 4 του ν. 2830/2000, να λάβει το αρχείο του πατέρα της. Τέλος, η παρεμβαίνουσα ... προβάλλει ότι η αιτούσα συμμετείχε ανεπιφύλακτα στον διαγωνισμό, καθώς και ότι επιδιώκει πρωτίστως να διοριστεί στη θέση του Συμβολαιογράφου Μυκόνου που κατέλαβε η παρεμβαίνουσα ... και, συνεπώς, ως προς τη θέση στην οποία διορίστηκε η ..., η πράξη διορισμού της προσβάλλεται χωρίς να υφίσταται άμεσο έννομο συμφέρον της αιτούσας.
10. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι οι επιτυχόντες στον διαγωνισμό Συμβολαιογράφων έτους 2016, όταν κλήθηκαν από τη Διοίκηση να υποβάλουν το πρώτον αίτηση προτίμησης-δήλωση διορισμού, γνώριζαν μεν τον αριθμό, όχι όμως και το είδος των προς πλήρωση κενών θέσεων Συμβολαιογράφων, δεν γνώριζαν δηλαδή αν επρόκειτο για θέσεις που κατέχονταν από άλλον συμβολαιογράφο και είχαν ήδη κενωθεί, προσδιοριζόμενες μάλιστα με βάση τα αρχεία συμβολαιογραφικών πράξεων που τις συνοδεύουν, ή αν επρόκειτο για νεοσυσταθείσες θέσεις χωρίς αρχείο. Επομένως, κατά το στάδιο αυτό, κατά το οποίο δηλώθηκαν μόνον οι έδρες των Ειρηνοδικείων στις περιφέρειες των οποίων επιθυμούσαν να διοριστούν, συνέτρεχε αντικειμενική αδυναμία των επιτυχόντων να δηλώσουν προτίμηση για συγκεκριμένες, εκ των προτέρων γνωστές, κενές θέσεις Συμβολαιογράφων. Με τα ανωτέρω δεδομένα και λαμβανομένου περαιτέρω, υπόψη, ότι η αιτούσα άσκησε αίτηση θεραπείας κατά του τελικού πίνακα κατάταξης κατά φθίνουσα σειρά επιτυχίας ανά Ειρηνοδικείο και Περιφέρεια Εφετείου των επιτυχόντων του επίδικου διαγωνισμού, αμφισβητώντας, εκκρεμούσης της διαγωνιστικής διαδικασίας, τη νομιμότητα αυτής, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η ίδια συμμετείχε ανεπιφύλακτα στον διαγωνισμό, αποδεχόμενη τη νομιμότητα της διαδικασίας που ακολουθήθηκε, ούτε ότι, ενώ μπορούσε εξαρχής να δηλώσει προτίμηση για τις θέσεις στις οποίες τελικά διορίστηκαν οι παρεμβαίνουσες, από την παράλειψή της να το πράξει, στερείται εννόμου συμφέροντος για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης. Επομένως, η αιτούσα ασκεί την κρινόμενη αίτηση με έννομο συμφέρον, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από τις παρεμβαίνουσες και τον καθ’ ού η αίτηση Υπουργό πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. Εξάλλου, η κρίση για τη συνταγματικότητα των διατάξεων του άρθρου 128 παρ. 4 του Κώδικα Συμβολαιογράφων δεν είναι αναγκαία για τη θεμελίωση του εννόμου συμφέροντος της αιτούσας επί της παρούσας διαφοράς, το ζήτημα δε αυτό θα εξεταστεί από τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών που θα κρίνει, κατά την προβλεπόμενη στο άρθρο 128 του Κώδικα Συμβολαιογράφων διαδικασία (πρβλ ΣτΕ 2749/2010 7μ.), σε ποια συμβολαιογράφο πρέπει να παραδοθεί το αρχείο του ..., σε περίπτωση ευδοκίμησης της κρινόμενης αίτησης και, περαιτέρω διορισμού της αιτούσας στη θέση του ως άνω Συμβολαιογράφου αντί της παρεμβαίνουσας - κόρης του. Τέλος, η αιτούσα παραδεκτώς προσβάλλει την εκδηλωθείσα και με τις δύο προσβαλλόμενες πράξεις παράλειψη διορισμού της σε μία από τις ανωτέρω θέσεις, τις οποίες δύναται εξίσου να διεκδικήσει κατά σειρά προτίμησης σε περίπτωση ευδοκίμησης της κρινόμενης αίτησης και επανάληψης της διαδικασίας από το στάδιο που εμφιλοχώρησε τυχόν πλημμέλεια· πρέπει συνεπώς τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από τη ... να απορριφθούν (πρβλ. ΣτΕ 258-259/2017, 2901/2005, 2306/1969 Ολομ.).
11. Επειδή, η αρχή της ισότητας, την οποία καθιερώνει το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, αποτελεί συνταγματικό κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση των προσώπων που τελούν υπό τις αυτές ή παρόμοιες συνθήκες. Ο κανόνας αυτός δεσμεύει τόσο τον κοινό νομοθέτη κατά την ενάσκηση της νομοθετικής λειτουργίας όσο και τη Διοίκηση, όταν θεσπίζει κατά νομοθετική εξουσιοδότηση κανονιστική ρύθμιση. Η παραβίαση της συνταγματικής αυτής αρχής ελέγχεται από τα δικαστήρια, ώστε να διασφαλίζεται η πραγμάτωση του κράτους δικαίου και η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας εκάστου με ίσους όρους. Κατά τον δικαστικό αυτόν έλεγχο, ο οποίος είναι έλεγχος ορίων και όχι έλεγχος της ορθότητας των νομοθετικών επιλογών, αναγνωρίζεται στον κοινό νομοθέτη ή στην κανονιστικώς δρώσα διοίκηση η ευχέρεια να ρυθμίζουν με ενιαίο ή με διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες προσωπικές ή πραγματικές καταστάσεις και σχέσεις, λαμβάνοντας υπόψη τις υφιστάμενες κοινωνικές, οικονομικές, επαγγελματικές ή άλλες συνθήκες, που συνδέονται με κάθε μια από τις καταστάσεις ή σχέσεις αυτές, με βάση γενικά και αντικειμενικά κριτήρια, που βρίσκονται σε συνάφεια προς το αντικείμενο της ρυθμίσεως. Πρέπει όμως η επιλεγόμενη ρύθμιση να κινείται μέσα στα όρια που διαγράφονται από την αρχή της ισότητας και τα οποία αποκλείουν την εκδήλως άνιση μεταχείριση προσώπων που τελούν υπό τις αυτές ή παρόμοιες συνθήκες ή την αυθαίρετη εξομοίωση προσώπων που τελούν υπό ουσιωδώς διαφορετικές συνθήκες. Περαιτέρω, η αρχή της αξιοκρατίας, η οποία απορρέει από το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος, υπαγορεύει όπως η πρόσβαση σε δημόσιες θέσεις και αξιώματα γίνεται με κριτήρια που συνάπτονται με την προσωπική αξία και ικανότητα των ενδιαφερομένων για την κατάληψή τους (βλ. ΣτΕ Ολομ. 1943/2018, 959/2015, 3052, 3058/2009, 2396/2004). Και μπορεί μεν, σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, ο νομοθέτης να θεσπίζει αποκλίσεις από τις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αξιοκρατίας, κατά την πρόσβαση στις δημόσιες θέσεις, υπό την προϋπόθεση όμως ότι οι σχετικές ρυθμίσεις δικαιολογούνται από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, είναι πρόσφορες για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και τηρείται η αρχή της αναλογικότητας (βλ. ΣτΕ Ολομ. 1943/2018, 959/2015, ΣτΕ 917/2019, 380/2016). Εξάλλου, με το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος κατοχυρώνεται η προσωπική και οικονομική ελευθερία, ειδικότερη εκδήλωση της οποίας αποτελεί η επαγγελματική ελευθερία, δηλαδή η ελευθερία επιλογής και άσκησης ορισμένου επαγγέλματος, ως αναγκαίου στοιχείου της προσωπικότητος του ατόμου. Στην ελευθερία αυτή ο κοινός νομοθέτης μπορεί να επιβάλει περιορισμούς, οι οποίοι είναι συνταγματικώς επιτρεπτοί, εφ’ όσον δικαιολογούνται από αποχρώντες λόγους δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος, ορίζονται γενικά και κατά τρόπο αντικειμενικό, τελούν δε σε συνάφεια προς το αντικείμενο και τον χαρακτήρα του επαγγέλματος. Όταν δε ο θεσπιζόμενος περιορισμός αφορά την πρόσβαση στο επάγγελμα προσώπων που συγκεντρώνουν τα νόμιμα προσόντα, η αρχή της αναλογικότητας επιβάλλει να είναι εμφανής και σαφώς διαγνώσιμη η αναγκαιότητα επιβολής του για την επίτευξη του επιδιωκομένου από τον νόμο σκοπού (βλ. ΣτΕ Ολομ. 1943/2018, 959/2015, 1621/2012 κ.ά.). Εξάλλου, όπως έχει κριθεί (βλ. ΣτΕ 2421/2018, 959/2015 Ολομ., 1261 - 2/2015 7μ., 2749/2010 7μ., 687/1958 Ολομ.), κατά την έννοια των διατάξεων του Κώδικα Συμβολαιογράφων, οι συμβολαιογράφοι ασκούν δημόσιο λειτούργημα, υπό την έννοια ότι λόγω του εμπιστευτικού του χαρακτήρα και της από απόψεως δημοσίου συμφέροντος σπουδαιότητάς του υπόκειται σε έντονη κανονιστική ρύθμιση, η οποία αφορά τόσο στην πρόσβαση όσο και στην άσκησή του. Εντός όμως των ορίων της αρμοδιότητάς τους οι συμβολαιογράφοι διαθέτουν επαγγελματική ελευθερία και ασκούν το επάγγελμά τους υπό όρους ανταγωνισμού, επιλέγονται από τους πελάτες τους ελεύθερα, συνδέονται με αυτούς με σχέση εντολής, ευθύνονται προσωπικώς έναντι αυτών και αμείβονται με ιδιωτικές αμοιβές.
12. Επειδή, μετά τη δημοσίευση της 959/2015 απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία κρίθηκε ότι ο περιορισμός των υποψηφίων Συμβολαιογράφων να εκφράσουν την προτίμησή τους για μια μόνον ειρηνοδικειακή περιφέρεια εφετείου της χώρας, όπως προβλεπόταν από τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 25 του ν. 2830/2000, αντίκειται στην αρχή της αξιοκρατίας και στην κατά το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος ελευθερία πρόσβασης στο επάγγελμα του Συμβολαιογράφου προσώπων που συγκεντρώνουν τα νόμιμα προσόντα, δημοσιεύθηκε ο ν. 4356/2015, με το άρθρο 50 του οποίου τροποποιήθηκαν οι διατάξεις του Κώδικα Συμβολαιογράφων. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ήδη η διενέργεια πανελλήνιου διαγωνισμού Συμβολαιογράφων με την απλή υποβολή δηλώσεων συμμετοχής και ακολούθως, μετά τη δημοσίευση του πίνακα επιτυχόντων κατά φθίνουσα σειρά βαθμολογίας, η υποβολή αιτήσεων προτίμησης των επιτυχόντων για τον διορισμό τους σε κενές έδρες Συμβολαιογράφων, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 7 του άρθρου 25 του Κώδικα Συμβολαιογράφων. Η διάταξη αυτή του Κώδικα Συμβολαιογράφων, ερμηνευόμενη υπό το φως των συνταγματικών αρχών της ισότητας, της αξιοκρατίας και της επαγγελματικής ελευθερίας, έχει την έννοια ότι οι επιτυχόντες στον διαγωνισμό υποβάλλουν αίτηση προτίμησης για τον διορισμό τους, όχι σε κενές “έδρες», αλλά σε κενές θέσεις Συμβολαιογράφων ανεξαρτήτως ειρηνοδικειακής περιφέρειας, διορίζονται δε με σειρά προτεραιότητας ανάλογα με τη βαθμολογία τους (πρβλ. ΣτΕ 2488/2010 7μ.). Κατά την έννοια, εξάλλου, της διάταξης αυτής και των διατάξεων της παρ. 2 του ίδιου άρθρου του Κώδικα Συμβολαιογράφων, ερμηνευόμενων υπό το φως των ανωτέρω συνταγματικών αρχών, καθώς και της αρχής της διαφάνειας, οι κενές θέσεις Συμβολαιογράφων που προκηρύσσονται, πρέπει να προσδιορίζονται αναλυτικά ως προς τα χαρακτηριστικά τους, πρέπει δηλαδή να ορίζεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού αν πρόκειται για θέσεις που περιλαμβάνουν αρχείο συμβολαιογραφικών πράξεων, σε καταφατική δε περίπτωση, να προσδιορίζεται η κάθε θέση με βάση τον προκάτοχο αυτής συμβολαιογράφο, ή άλλως, να προκύπτει αν πρόκειται για νεοσυσταθείσες θέσεις Συμβολαιογράφων χωρίς αρχείο. Ενόψει των ανωτέρω παραδοχών, η διάταξη του έκτου εδαφίου του άρθρου 6 της ΥΑ 70280/2012, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με την ΥΑ 4582/2016, και η όμοια διάταξη της προκήρυξης του επίδικου διαγωνισμού, με την οποία προβλέπεται ότι οι επιτυχόντες στον διαγωνισμό Συμβολαιογράφων υποβάλλουν αίτηση – υπεύθυνη δήλωση στην οποία αναφέρεται με σειρά προτίμησης η έδρα ή οι έδρες των ειρηνοδικείων που επιθυμούν να διοριστούν, έρχεται σε αντίθεση με τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 25 του Κώδικα Συμβολαιογράφων, όπως αυτές ερμηνεύθηκαν ανωτέρω, δεν δύναται συνεπώς αυτή να τύχει εφαρμογής, ως εκδοθείσα κατά παράβαση της εξουσιοδοτικής διάταξης της παρ. 10 του ίδιου άρθρου του Κώδικα Συμβολαιογράφων (πρβλ. ΣτΕ 1924/2018, 4846/2013).
13. Επειδή, όπως προαναφέρθηκε, από την προκήρυξη του επίδικου διαγωνισμού προέκυπτε μόνον ο αριθμός των κενών θέσεων Συμβολαιογράφων ανά έδρα Ειρηνοδικείου, όχι όμως και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των θέσεων αυτών. Εξάλλου, μετά την έκδοση στις 2.12.2016 του τελικού πίνακα κατάταξης κατά φθίνουσα σειρά επιτυχίας των επιτυχόντων του διαγωνισμού, η Διοίκηση ζήτησε από αυτούς να επιλέξουν, σε πρώτο στάδιο, κατά σειρά προτίμησης και χωρίς περιορισμό, μόνον έδρες Συμβολαιογράφων ανά περιφέρεια Ειρηνοδικείου. Στη συνέχεια, εξέδωσε στις 19.1.2017 πίνακα κατάταξης κατά φθίνουσα σειρά επιτυχίας ανά Ειρηνοδικείο και περιφέρεια Εφετείου, κατατάσσοντας την αιτούσα και τις παρεμβαίνουσες σε επιμέρους πίνακες ανάλογα με τις δηλωθείσες έδρες προτίμησης, ακολούθως δε, μετά την έκδοση του πίνακα αυτού, γνωστοποίησε, το πρώτον, στους επιτυχόντες, τα χαρακτηριστικά των κενών θέσεων Συμβολαιογράφων ανά έδρα Ειρηνοδικείου, με μνεία του προκατόχου της εκάστοτε θέσης Συμβολαιογράφου ή με την επισήμανση ότι επρόκειτο για θέση συσταθείσα με το π.δ. 114/2011 και τους κάλεσε να επιλέξουν, σε δεύτερο στάδιο, συγκεκριμένη κενή θέση Συμβολαιογράφου. Τις κενές θέσεις σε κάθε έδρα Ειρηνοδικείου, όμως, κλήθηκαν να επιλέξουν, κατά σειρά επιτυχίας, μόνον οι περιληφθέντες στους επιμέρους πίνακες εδρών ανά Ειρηνοδικείο και περιφέρεια Εφετείου. Ένεκα δε της διαδικασίας που ακολουθήθηκε και λόγω της μη γνωστοποίησης στους επιτυχόντες των κενών θέσεων Συμβολαιογράφων κατά το πρώτο στάδιο επιλογής εδρών, η αιτούσα δεν είχε, τελικά, τη δυνατότητα υποβολής αίτησης προτίμησης - διορισμού ούτε για τη θέση που κενώθηκε μετά τον θάνατο του ... στην περιφέρεια του Ειρηνοδικείου Μυκόνου, στην οποία διορίστηκε η παρεμβαίνουσα ..., ούτε για τη θέση που κενώθηκε στην περιφέρεια του Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου, στην οποία διορίστηκε η παρεμβαίνουσα ..., παρόλο που η αιτούσα είχε καταταγεί κατά σειρά επιτυχίας σε υψηλότερη θέση από τις δύο παρεμβαίνουσες. Με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται, μεταξύ άλλων, ότι η Διοίκηση δεν τήρησε τη νόμιμη διαδικασία διορισμού των επιτυχόντων στις προκηρυχθείσες κενές θέσεις Συμβολαιογράφων, δεδομένου ότι, κατά την έννοια της διάταξης της παρ. 7 του άρθρου 25 του ν. 2830/2000, πρέπει η αίτηση προτίμησης για διορισμό Συμβολαιογράφων σε κενές έδρες να νοηθεί ως αίτηση προτίμησης για διορισμό σε κενή θέση, καθώς οι θέσεις μόνο κενώνονται, ενώ ως έδρα νοείται ο τόπος όπου ο Συμβολαιογράφος διατηρεί το γραφείο του (κατ’ άρθρο 4 του ν. 2830/2000), υπό την ερμηνευτική δε αυτή εκδοχή, προβάλλεται ότι η 70280/2012 υπουργική απόφαση, κατά το μέρος που προβλέπει την υποβολή δήλωσης προτίμησης διορισμού σε έδρα ειρηνοδικείου και όχι σε κενή θέση Συμβολαιογράφου, δεν έχει τεθεί σύμφωνα με την παρασχεθείσα με την παρ. 10 του άρθρου 25 ν. 2830/2000, νομοθετική εξουσιοδότηση. Ο λόγος αυτός προβάλλεται βασίμως. Τούτο, διότι μη νομίμως η Διοίκηση, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 6 της ΥΑ 70280/2012 και της προκήρυξης του διαγωνισμού, οι οποίες, όπως έγινε δεκτό στην προηγούμενη σκέψη, δεν δύνανται να τύχουν εφαρμογής, υποχρέωσε την αιτούσα στην υποβολή αίτησης προτίμησης ειρηνοδικειακών εδρών, αντί της υποβολής, αποκλειστικά, αίτησης προτίμησης για τον διορισμό της σε συγκεκριμένες, μία ή περισσότερες, κενές θέσεις Συμβολαιογράφων, εξαιτίας δε της πλημμελούς αυτής εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 25 του Κώδικα Συμβολαιογράφων εμποδίστηκε ο διορισμός της σε μία από τις επίδικες θέσεις. Αντ’ αυτού, όφειλε η Διοίκηση, ορθά εφαρμόζοντας τις διατάξεις του άρθρου 25 παρ. 7 του Κώδικα Συμβολαιογράφων, να καλέσει τους επιτυχόντες να υποβάλουν αίτηση προτίμησης-δήλωση διορισμού μόνον σε όσες κενές θέσεις Συμβολαιογράφων επιθυμούσαν, χωρίς τον αρχικό περιορισμό επιλογής ειρηνοδικειακής έδρας και αφού προηγουμένως τους γνωστοποιηθεί όχι μόνον ο αριθμός, αλλά και το είδος των προκηρυχθεισών θέσεων. Με τα δεδομένα αυτά, μη νομίμως εκδόθηκε ο τελικός πίνακας κατάταξης, κατά φθίνουσα σειρά επιτυχίας ανά Ειρηνοδικείο και Περιφέρεια Εφετείου, των επιτυχόντων του διαγωνισμού Συμβολαιογράφων έτους 2016 (Γ΄ .../19.1.2017), και ακολούθως οι προσβαλλόμενες πράξεις διορισμού των παρεμβαινουσών στις ως άνω θέσεις Συμβολαιογράφων. Επομένως, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή, να ακυρωθούν οι παραδεκτώς προσβαλλόμενες πράξεις, να απορριφθούν οι παρεμβάσεις και να αναπεμφθεί η υπόθεση στη Διοίκηση για νέα νόμιμη κρίση.
Διά ταύτα
Δέχεται την αίτηση.
Ακυρώνει την .../12.4.2017 απόφαση της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Στρατηγικού Σχεδιασμού, Οργάνωσης και Λειτουργίας Δικαιοσύνης του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Γ΄ ...), με την οποία η ... διορίστηκε Συμβολαιογράφος στην περιφέρεια του Ειρηνοδικείου Μυκόνου και κατέλαβε τη θέση που προέκυψε μετά τον θάνατο του ..., καθώς και την .../12.4.2017 απόφαση της ανωτέρω Προϊσταμένης (Γ΄ ...), με την οποία η ... διορίστηκε Συμβολαιογράφος στην περιφέρεια του Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου και κατέλαβε τη θέση που προέκυψε μετά την παραίτηση της ....
Απορρίπτει τις παρεμβάσεις.
Αναπέμπει την υπόθεση στην Διοίκηση για τη διενέργεια των νομίμων κατά το αιτιολογικό.
Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου.
Επιβάλλει συμμέτρως στο Δημόσιο και τις παρεμβαίνουσες τη δικαστική δαπάνη της αιτούσας, η οποία ανέρχεται σε εννιακόσια είκοσι (920) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 3 Μαρτίου 2020
Ο Πρόεδρος του Γ΄ Τμήματος
Δ. Σκαλτσούνης
Η Γραμματέας του Γ΄ Τμήματος
Μ. Βλασερού
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 15ης Απριλίου 2020.
Ο Πρόεδρος του Γ´ Τμήματος
Δ. Σκαλτσούνης
Η Γραμματέας
Κ. Γκιώκα