Κείμενο

I. Εισαγωγή
Τα τελευταία έτη αναφύεται διεθνής τόνωση του ενδιαφέροντος για την προστασία των ζώων. Εθνικές έννομες τάξεις ανάγουν αυτή σε ζητούμενο συνταγματικής περιωπής, ενώ γίνεται λόγος ακόμη και για την ανάγκη παγκόσμιας διακήρυξης των δικαιωμάτων των ζώων, προς συμπλήρωση και ενίσχυση των ίδιων των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Στο πλαίσιο αυτό, το εθνικό νομικό οπλοστάσιο για την ποινική προστασία των ζώων έχει ενισχυθεί σημαντικά, αρχικά με τη θέσπιση του ν. 4039/2012, ο οποίος εισήχθη με την προοπτική της αποτελεσματικότερης αντιμετώπισης των πράξεων κακομεταχείρισης ζώων, στη συνέχεια με τις τροποποιήσεις που επέφεραν σε αυτόν οι ν. 4235/2014 και 4745/2020 και τέλος με τον ν. 4830/2021 «Ευζωία των ζώων συντροφιάς, Πρόγραμμα «ΑΡΓΟΣ» κ.λπ.».
Κεντρική έννοια στον ν. 4830/2021 αποτελεί η «ευζωία» των ζώων, η οποία εμφορείται από τις πέντε διεθνώς αναγνωρισμένες ελευθερίες και συγκεκριμένα την ελευθερία από την πείνα και τη δίψα, από άσκοπη ταλαιπωρία και καταπόνηση, από πόνο, τραυματισμό και ασθένεια, από φόβο και αγωνία και ελευθερία έκφρασης μιας φυσιολογικής συμπεριφοράς, που για πρώτη φορά αποτυπώνονται νομοθετικά. Σύμφωνα δε με την Αιτιολογική Έκθεση, ο ν. 4830/2021 αποβλέπει στην ενίσχυση της υπεύθυνης ιδιοκτησίας των ζώων συντροφιάς και τη θέσπιση αυστηρών κανόνων για τη διασφάλιση της ευζωίας των δεσποζόμενων και αδέσποτων ζώων συντροφιάς. Πράγματι, ήδη με μια επισκόπηση των επιμέρους ποινικών διατάξεων προκύπτει η επιδίωξη του νομοθέτη να ενισχύσει την -ήδη επαυξημένη- ποινική καταστολή για την πληρέστερη προστασία των ζώων, όπως αυτή καθιερώθηκε με τον ν. 4039/2012 και τις μεταγενέστερες τροποποιήσεις του.
II. Τροποποιήσεις στα επιμέρους αδικήματα
α. Η παράνομη εμπορία ζώων συντροφιάς (άρ. 34 § 1 ν. 4830/2020)
Με το άρ. 34 §1 του ν. 4830/2021 διατηρήθηκε το καθεστώς παράνομης εμπορίας ζώων συντροφιάς που εισήγαγε ο ν. 4039/2012, με τις εξής διαφοροποιήσεις: Πρώτον, η έννοια των ζώων συντροφιάς, που αποτελούν το υλικό αντικείμενο της πράξης, ορίζεται πλέον με ευρύτητα και περιλαμβάνει όχι μόνο οικόσιτα ζώα που συντηρούνται ή προορίζονται να συντηρηθούν από τον άνθρωπο για λόγους ζωοφιλίας ή συντροφιάς αλλά και ζώα που, ανεξαρτήτως της διατήρησής τους ή μη για τους ίδιους λόγους, προσδιορίζονται αυθεντικά ως τέτοια στο Παράρτημα Ι του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/429 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9 Σελ. 170 Μαρτίου 2016
, οι σκύλοι βοήθειας, οι σκύλοι εργασίας και τα ζώα θεραπείας. Δεύτερον, σε αντίθεση με την προϊσχύσασα ρύθμιση του άρ. 20 §1 του ν. 4039/2012 περί παράνομης εμπορίας ζώων συντροφιάς, η οποία παρέπεμπε στις προβλέψεις των άρ. 6§1 και 10§1 του ίδιου νόμου περί των όρων εκτροφής, αναπαραγωγής, εμπορίας και μεταφοράς των ζώων, η ισχύουσα ρύθμιση του άρ. 34 §1 του ν. 4830/2021 δεν περιλαμβάνει ανάλογη παραπομπή. Εντούτοις, το άρ. 8 §§1, 2, 7, 8 ν. 4830/2021 περιέχει αντίστοιχες ρυθμίσεις με εκείνες του άρ. 6 §1 του ν. 4039/2012, ώστε η αναγωγή σε αυτό καθίσταται αναγκαία για την ερμηνευτική προσέγγιση του παρανόμου, που προσδιορίζεται κατ’ αντιστοιχία με το προϊσχύσαν καθεστώς, χωρίς ουσιαστικές διαφοροποιήσεις. Σε επίπεδο ποινικής κύρωσης, η στερητική της ελευθερίας ποινή ανέρχεται στο ίδιο ύψος με τα προβλεπόμενα στο άρ. 20 §1 ν. 4039/2012, ενώ η σωρευτικά επιβαλλόμενη χρηματική ποινή εναρμονίστηκε με τις ρυθμίσεις του νέου Ποινικού Κώδικα περί χρηματικών ποινών, με το προβλεπόμενο πλαίσιο να κινείται πλησίον των ορίων που εισήγαγε ο ν. 4039/2012.
β. Παραβιάσεις υποχρεώσεων ιδιοκτήτη ζώου συντροφιάς (άρ. 34 §2 εδ. α΄ υποεδ. Α΄ σε συνδ. με άρ. 9 §1 περ. ε΄ και ζ΄ εδ. α΄ ν. 4830/2021)
Η ποινική ευθύνη ιδιοκτήτη ζώου συντροφιάς από την παραβίαση των κανόνων ευζωίας ή την εγκατάλειψη αυτού προβλέπεται κατ’ αντιστοιχία του προϊσχύσαντος καθεστώτος του ν. 4039/2012, με τις κάτωθι διαφοροποιήσεις: Πρώτον, η έννοια του «ιδιοκτήτη» ως υποκειμένου τέλεσης της πράξης ορίζεται αυθεντικά και καταλαμβάνει το φυσικό πρόσωπο που διατηρεί ζώο συντροφιάς, κυρίως μέσα στην οικία του, υπό την άμεση επίβλεψη και φροντίδα του, αναγράφεται δε στο έγγραφο ταυτοποίησης του ζώου. Δεύτερον, η τήρηση των κανόνων ευζωίας αποκτά πλέον ορισμένο περιεχόμενο, με τη συγκεκριμενοποίηση του περιεχομένου της ευζωίας υπό το πρίσμα των πέντε ελευθεριών. Έτσι, θεμελιώνεται ποινική ευθύνη σε περίπτωση που ο ιδιοκτήτης ζώου συντροφιάς δεν μεριμνά για την κατάλληλη και επαρκή σίτιση και ενυδάτωση του ζώου, την κτηνιατρική του περίθαλψη, την άσκησή του, την εξασφάλιση άνετου, υγιεινού και κατάλληλου καταλύματος, προσαρμοσμένου στον φυσικό τρόπο διαβίωσής του ή το εκθέτει σε καταστάσεις άσκοπης ταλαιπωρίας, καταπόνησης, φόβου ή αγωνίας. Περαιτέρω, ο ιδιοκτήτης ευθύνεται κατά τον ίδιο τρόπο σε περίπτωση εγκατάλειψης του ζώου, εφόσον δεν τηρήσει την προβλεπόμενη διαδικασία ενημέρωσης και παράδοσης αυτού στις αρμόδιες αρχές. Τέλος, σε επίπεδο ποινικής κύρωσης, τόσο η στερητική της ελευθερίας ποινής όσο και η σωρευτικά επιβαλλόμενη χρηματική διατηρήθηκαν στο ίδιο επίπεδο με το προϊσχύσαν καθεστώς του ν. 4039/2012, όπως αυτό είχε τροποποιηθεί με το άρ. 46 §11 ν. 4235/2014.

γ. Πράξεις σε βάρος ακρωτηριασμένων ζώων και έκθεση σκύλων και γατών σε καταστήματα πώλησης (άρ. 34 §2 εδ. α΄ υποεδ. β΄, γ΄ σε συνδ. με το άρ. 8 §10 περ. γ΄ και δ΄ και 22 §4 ν. 4830/2021)
Η ποινική ευθύνη σε περίπτωση εισαγωγής, εμπορίας και αναπαραγωγής ακρωτηριασμένων σκύλων, καθώς και συμμετοχής ακρωτηριασμένων ζώων εν γένει σε κάθε είδους εκθέσεις προβλέπεται χωρίς ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με το προϊσχύσαν καθεστώς, με τη σημείωση ότι η ρύθμιση του άρ. 22§4 ν. 4830/2021 περί απαγόρευσης συμμετοχής ακρωτηριασμένων ζώων σε εκθέσεις συμπληρώθηκε με τη φράση «και εκδηλώσεις», αποκλειομένης έτσι κάθε μορφής εκμετάλλευσης των πασχόντων ζώων με τη συμμετοχή
Σελ. 171 τους σε ποικίλες δραστηριότητες, ενώ το απειλούμενο πλαίσιο ποινής διατηρήθηκε στα επίπεδα του προϊσχύσαντος καθεστώτος.

Νεοπαγής είναι η καθιέρωση απαγόρευσης έκθεσης σκύλων και γατών σε καταστήματα πώλησης ειδών συντροφιάς, η οποία αποτυπώνει την επιδίωξη του νομοθέτη να εξοβελίσει κάθε δραστηριότητα που συνδέεται -κατά κανόνα- με την υποβάθμιση της ευζωίας σκύλων και γατών, που, στο πλαίσιο της έκθεσής τους προς πώληση, κρατούνται σε συνθήκες ακατάλληλες για τις φυσικές τους ανάγκες, ιδίως λόγω του μεγέθους σε σχέση με τους περιορισμένους χώρους διατήρησής τους. Σημειωτέον πως για να στοιχειοθετηθεί το αδίκημα αντικειμενικά, θα πρέπει να διαπιστώνεται in concreto ότι η έκθεση των ως άνω ζώων πράγματι υποβάθμισε την ευζωία τους, όπως αυτή ορίζεται στο άρ. 2 §2 ν. 4830/2021.
δ. Πράξεις κακοποίησης ζώων (άρ. 34 §2 εδ. α΄ υποεδ. δ΄ σε συνδ. με άρ. 24 §1 περ. α΄, άρ. 34 §2 εδ. β΄ σε συνδ. με άρ. 24 §1 περ. β΄ και 23 §5 ν. 4830/2021)
Με το άρ. 34 §2 σε συνδ. με το άρ. 24 ν. 4830/2021 διατηρήθηκε το καθεστώς διχοτόμησης των πράξεων κακοποίησης που είχε εισαγάγει ο ν. 4745/2020, τροποποιώντας τις διατάξεις των άρ. 20 §2 και 16 ν. 4039/2012, με την πρόβλεψη, πέραν της βασικής μορφής κακοποίησης, κακής και βάναυσης μεταχείρισης οποιουδήποτε είδους ζώου, διακεκριμένης και δη κακουργηματικής μορφής της πράξης σε περίπτωση εσκεμμένης θανάτωσης («φόνου») ή πρόκλησης έντονου σωματικού πόνου ή σωματικής εξάντλησης, επικίνδυνης για την υγεία των ζώων («βασανισμού»). Εντούτοις, η κακοποίηση, κακή και βάναυση μεταχείριση συνδέεται πλέον με την ενδεικτική αναφορά τέτοιων πράξεων, η δε διακεκριμένη μορφή της πράξης περιλαμβάνει, πέραν της εσκεμμένης θανάτωσης και του βασανισμού των ζώων, πράξεις εκούσιου τραυματισμού με πρόκληση τουλάχιστον επικίνδυνης σωματικής βλάβης, κυνομαχίες και κάθε είδους μάχες μεταξύ ζώων, κτηνοβασία, σεξουαλική κακοποίηση ζώου με χρήση αντικειμένων για τη σαδιστική ευχαρίστηση του δράστη και εγκατάλειψη νεογέννητων ζώων.
Η υπαγωγή της -κατ’ ελάχιστον- επικίνδυνης σωματικής βλάβης στην κακουργηματική μορφή κακοποίησης εγείρει προβληματισμούς αναλογικότητας, καθώς επιφυλάσσεται το ίδιο πλαίσιο ποινής ακόμη και σε μια απλή σωματική βλάβη που μπορούσε να προκαλέσει κίνδυνο ζωής ή βαριά σωματική βλάβη με τις πράξεις βασανισμού, οι οποίες διακρίνονται για τη μεθοδικότητα και τη διάρκειά τους, στο πλαίσιο εκμετάλλευσης της κυριαρχικής θέσης του δράστη έναντι του ζώου. Ανάλογους προβληματισμούς εγείρει η από κοινού ποινική πρόβλεψη πράξεων εκούσιου τραυματισμού με τη μορφή της επικίνδυνης ή της βαριάς σωματικής βλάβης με την εσκεμμένη θανάτωση του ζώου, εν όψει της σαφώς διαφοροποιημένης ποινικής τους απαξίας.

Περαιτέρω, ο νομοθέτης επιφύλαξε κακουργηματική μεταχείριση για τους παραβάτες του άρ. 23§5 ν. 4830/2021, περί απαγόρευσης εκτροφής, εκπαίδευσης και συμμετοχής των ζώων σε οποιοδήποτε είδος μάχης, καθώς και εκτροφής, εξαγωγής και χρησιμοποίησης σκύλων, γατών, ιπποειδών και ειδών νυφίτσας για την παραγωγή γούνας, δέρματος, κρέατος ή για την παρασκευή φαρμακευτικών ή άλλων ουσιών, σε αντίθεση με το προϊσχύσαν καθεστώς, όπου ανάλογες πράξεις τιμωρούνταν πλημμεληματικά και δη με ποινή χαμηλότερη από την προβλεπόμενη για τη βασική μορφή κακοποίησης, οδηγώντας έτσι σε εκτίναξη των ποινικών κυρώσεων.
ε. Χρησιμοποίηση ζώων σε θεάματα και συναφείς δραστηριότητες (άρ. 34 §3 σε συνδ. με άρ. 23 §§1, 2, 3, 10 ν. 4830/2021)
Η απαγόρευση συμμετοχής παντός είδους ζώου σε τσίρκο ή θίασο και σε συναφείς δραστηριότητες, καθώς και η χρησιμοποίηση αυτών σε υπαίθριες δημόσιες εκθέσεις με σκοπό την αποκόμιση οικονομικού οφέλους διατηρήθηκε υπό το πρίσμα του ν. 4830/2021 χωρίς ουσιαστικές διαφοροποιήσεις, με την επισήμανση ότι στην έννοια των «συναφών δραστηριοτήτων» υπάγονται πλέον παντός είδους παραστάσεις, ακόμη και εκπαιδευτικές, ενώ προβλέφθηκαν ορισμένες εξαιρέσεις, υπό την προϋπόθεση διασφάλισης της ευζωί
Σελ. 172 ας του ζώου και της μη κακοποίησής του. Περαιτέρω, για πρώτη φορά προβλέφθηκε απαγόρευση κληρώσεων, λοταριών και διαγωνισμών με έπαθλα ζώα συντροφιάς. Σημειώνεται πάντως ότι, όπως και στο προηγούμενο καθεστώς, για την κατάφαση της ποινικής ευθύνης θα πρέπει, εκ των συνθηκών εκμετάλλευσης του ζώου, να προκύπτει πραγματική υποβάθμιση της ευζωίας του, μη αρκούσης μόνης της συμμετοχής του στις ανωτέρω δραστηριότητες.
στ. Άλλες παραβιάσεις (άρ. 34 §4 εδ. α΄ υποεδ. α΄ σε συνδ. με άρ. 9 §5, 34 §4 εδ. α΄ υποεδ. β΄, 34 §4 εδ. β΄, 34 §5 ν. 4830/2021)
Χωρίς ουσιαστικές διαφοροποιήσεις διαμορφώθηκαν τα αδικήματα αφαίρεσης μέσου ηλεκτρονικής σήμανσης, κλοπής ζώου συντροφιάς, κλοπής κυνηγετικού σκύλου ή σκύλου βοηθείας, καθώς και παραβάσεις διατάξεων της από 13.11.1987 Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των ζώων συντροφιάς, όπως αυτή κυρώθηκε με τον ν. 2017/1992, με τη σημείωση ότι, ενώ οι στερητικές της ελευθερίας ποινές διατηρήθηκαν στα ίδια επίπεδα, οι σωρευτικά επιβαλλόμενες χρηματικές ποινές για τις πράξεις της παρ. 4 του άρ. 34 ν. 4830/2021, πέραν της αναπροσαρμογής τους στο σύστημα χρηματικών ποινών του νέου Ποινικού Κώδικα, αυξήθηκαν σημαντικά.

III. Συμπερασματικές παρατηρήσεις
Με τις ανωτέρω ρυθμίσεις ο νομοθέτης επικύρωσε τη θεώρηση των ζώων ως όντων με αυταξία, όπως τούτη είχε αποτυπωθεί ήδη στον ν. 4039/2012, έθεσε δε στο επίκεντρο την έννοια της «ευζωίας», υπό το πρίσμα της οποίας ο ερμηνευτής καλείται να προσεγγίσει τα επιμέρους αδικήματα. Παράλληλα, η μέριμνα για την αυστηροποίηση των ποινικών κανόνων είναι σαφής: Ο ν. 4830/2021 είτε διατήρησε τα απειλούμενα πλαίσια ποινής στα ίδια -ήδη αυξημένα- επίπεδα με τον ν. 4039/2012, όπως αυτός τροποποιήθηκε με τον ν. 4745/2020, είτε τα ενίσχυσε περαιτέρω, διεύρυνε δε το πεδίο εφαρμογής ορισμένων αδικημάτων, μεταξύ αυτών και της κακουργηματικής κακοποίησης.
Ωστόσο, είναι μάλλον αμφισβητούμενη η αποτελεσματικότητα της συνεχώς διογκούμενης ποινικής καταστολής σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό της προστασίας των ζώων, η δε απειλή ταυτόσημου -και δη κακουργηματικού- πλαισίου ποινής σε μη ανάλογης απαξίας συμπεριφορές, καθώς και η πρόβλεψη αυστηρών ποινικών κυρώσεων που υπερβαίνουν σημαντικά τις κυρώσεις για τα αντίστοιχα αδικήματα του κοινού Ποινικού Δικαίου, θέτουν μια σειρά ζητημάτων αναλογικότητας, τα οποία ενδεικνύουν ένα νομοτεχνικά πρόχειρο εγχείρημα προστασίας των ζώων, παρά μια ουσιαστική προσπάθεια κατοχύρωσης της ευζωίας τους σε δικαιικό πλαίσιο.