Περίληψη

Παρόλο που οι διατάξεις του κληρονομικού δικαίου εναρμονίστηκαν με τις νεότερες κοινωνικές εξελίξεις (αναμόρφωση του οικογενειακού δικαίου, αναμόρφωση του δικαίου της υιοθεσίας, νομοθετική ρύθμιση της ελεύθερης συμβίωσης), όπως επίσης με την πρόοδο της ιατρικής επιστήμης (ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή), εντούτοις δεν συνοδοιπορούν με την αλματώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας και των ψηφιακών δυνατοτήτων που αυτή παρέχει. Ήδη όμως αρκετοί διαθέτες προβαίνουν στην σύνταξη της διαθήκης τους με τη χρήση κάποιου σύγχρονου τεχνολογικού μέσου. Έτσι έκανε την εμφάνισή της μία νέα κατηγορία διαθηκών, αυτή των ηλεκτρονικών διαθηκών (e-wills). Οι ηλεκτρονικές διαθήκες υπόσχονται να δώσουν λύση σε πολλά ζητήματα που ανακύπτουν στα πλαίσια των ήδη νομοθετικά προβλεπόμενων τύπων διαθηκών, δίχως ωστόσο να είναι απαλλαγμένες και αυτές από ορισμένα ζητήματα. Ωστόσο, παρόλο που η ηλεκτρονική διαθήκη δεν έχει τύχει μέχρι σήμερα νομοθετικής ρύθμισης, οι πολίτες είναι πρόθυμοι να αξιοποιήσουν τη νέα αυτή τεχνολογία προκειμένου να εκδηλώσουν τη βούλησή τους για τον τρόπο διάθεσης της περιουσίας τους μετά το θάνατό τους, καθιστώντας έτσι επίκαιρη τη θεωρητική προσέγγιση του ζητήματος. Στα πλαίσια της παρούσας μελέτης επιχειρείται μία πρώτη προσέγγιση του κύρους των διαθηκών που συντάσσονται με τη χρήση σύγχρονων ηλεκτρονικών μέσων, στη νομική θεωρία, νομοθεσία και νομολογία αλλοδαπών έννομων τάξεων και επιπλέον επιχειρείται μία θεωρητική ιχνηλάτηση του ζητήματος στην ελληνική έννομη τάξη.

Εμφάνιση περισσότερων Εμφάνιση λιγότερων

Κείμενο

Α. Εισαγωγή
Το κληρονομικό δίκαιο είναι δίκαιο ευρύ και πλούσιο, με σαφείς αλλά και άλλες πιο εύπλαστες διατάξεις, δίκαιο με μαθηματικούς υπολογισμούς, αλλά και δίκαιο με προοπτική και βάθος χρόνου, διότι τα αποτελέσματά του μπορεί να επέλθουν πολύ αργότερα. Ένα δίκαιο που συναρτάται με τη θλίψη του θανάτου, αλλά και την απόκτηση περιουσίας (κληρονομιάς), τέλος ένα δίκαιο λαϊκό, διότι ο καθένας μας θέλει στοιχειωδώς να το γνωρίσει για να ρυθμίσει μεταθανατίως την περιουσία του. Ο θεσμός των διαθηκών αποτελεί ένα αναγκαίο επακόλουθο του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος στην περιουσία, σε συνδυασμό με το δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας. Η διαδικασία όμως της σύνταξης της διαθήκης, καθώς και τα έννομα αποτελέσματα που αυτή επιφέρει, έχουν κεφαλαιώδη σημασία τόσο για τον ίδιο τον διαθέτη όσο και για τους τρίτους. Για το λόγο αυτό ο νόμος απαριθμεί τις προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν, προκειμένου μία διαθήκη να ενταχθεί σε κάποιον από τους περιοριστικά αναφερόμενους σε αυτόν τύπους διαθήκης. Ένας εξ αυτών των τύπων είναι και εκείνος της ιδιόγραφης διαθήκης, η οποία για να χαρακτηριστεί ως έγκυρη πρέπει να συντάσσεται, να υπογράφεται, όπως επίσης και να χρονολογείται εξ ολοκλήρου από το χέρι του διαθέτη (άρθρο 1721 ΑΚ).
Περαιτέρω, η προϊούσα όσμωση δικαίου και τεχνολογίας είναι συνυφασμένη με πολλαπλές προκλήσεις νομικού, δεοντολογικού και ηθικού χαρακτήρα. Τα ερωτήματα που ανακύπτουν από την εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης (ΤΝ) στον εξόχως ανθρωπιστικό κλάδο του δικαίου είναι πολλά και δυσεπίλυτα. Οι διατάξεις του κληρονομικού δικαίου εναρμονίστηκαν με τις νεότερες κοινωνικές εξελίξεις (αναμόρφωση του οικογενειακού δικαίου με το Ν 1329/1983, αναμόρφωση του δικαίου της υιοθεσίας με το Ν 2447/1996, νομοθετική ρύθμιση της ελεύθερης συμβίωσης με το Ν 3719/2008), με την πρόοδο της ιατρικής επιστήμης (Ν 3089/2002 και Ν 3305/2005 για την ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή), όχι όμως και με την αλματώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας και των ψηφιακών δυνατοτήτων που αυτή παρέχει. Ήδη κάποιοι διαθέτες προβαίνουν στην σύνταξη της διαθήκης τους με τη χρήση κάποιου ηλεκτρονικού μέσου. Έτσι έκανε την εμφάνισή της μία νέα μορφή διαθηκών, αυτή των ηλεκτρονικών διαθηκών (e-wills). Οι ηλεκτρονικές διαθήκες υπόσχονται να δώσουν λύση σε πολλά ζητήματα που ανακύπτουν στα πλαίσια των ήδη νομο
Σελ. 326θετικά προβλεπόμενων τύπων διαθηκών, δίχως ωστόσο να είναι απαλλαγμένες και αυτές από ορισμένα ζητήματα. Ωστόσο, παρόλο που η ηλεκτρονική διαθήκη δεν έχει τύχει μέχρι σήμερα νομοθετικής ρύθμισης, οι σύγχρονοι διαθέτες, καθώς οι περισσότεροι εξ αυτών διαθέτουν φορητή συσκευής που έχει τη δυνατότητα καταγραφής εικόνας και ήχου είναι πρόθυμοι να αξιοποιήσουν τη νέα αυτή τεχνολογία προκειμένου να εκδηλώσουν τη βούλησή τους για τον τρόπο διάθεσης της περιουσίας τους μετά το θάνατό τους, καθιστώντας έτσι επίκαιρη τη θεωρητική επεξεργασία του ζητήματος.
Στη μελέτη αυτή θα επιχειρηθεί μία πρώτη θεωρητική, νομοθετική και νομολογιακή προσέγγιση του ζητήματος του κύρους μίας τέτοιας διαθήκης στις αλλοδαπές έννομες τάξεις, η οποία δεν έχει γραφεί και υπογραφεί από το χέρι του διαθέτη, όπως επιτάσσει η εγχώρια έννομη τάξη, αλλά και το σύνολο των δικαίων των ευρωπαϊκών κρατών. Θα επιχειρηθεί να απαντηθεί το ερώτημα εάν σύμφωνα με τις διατάξεις του ημέτερου κληρονομικού δικαίου μια ηλεκτρονική διαθήκη θα μπορούσε να θεωρηθεί με μία lato sensu ερμηνεία της σχετικής διάταξης ως ιδιόγραφη, καθώς ναι μεν δεν έχει συνταχθεί κατά τον τύπο που προβλέπει το ημέτερο δίκαιο, πλην όμως prima facie φαίνεται ότι το ψηφιακό αποτύπωμα ενός ηλεκτρονικού μέσου, εξατομικεύει το πρόσωπο του χρήστη της συσκευής και διαθέτη, όπως τον εξατομικεύει και η ιδιόχειρη γραφή και υπογραφή σε μια ιδιόγραφη διαθήκη.
Β. Οι 3 τύποι των ηλεκτρονικών διαθηκών
Στη θεωρία χρησιμοποιείται ο όρος «ηλεκτρονική διαθήκη» (e -will). Ως τέτοια δύναται να θεωρηθεί μια διαθήκη που συντάσσεται με τη βοήθεια ηλεκτρονικών συσκευών και αποθηκεύεται σε ψηφιακή μορφή. Το εύρος της δηλαδή είναι ευρύ και καταλαμβάνει διαθήκες που δημιουργούνται με τη βοήθεια των ψηφιακών τεχνολογιών - από διαθήκες που συντάσσονται με τη μορφή βιντεοσκοπημένης εγγραφής έως εκείνες που συντάσσονται με τη μορφή ηλεκτρονικού εγγράφου ή σημειώματος.
Προκειμένου η ηλεκτρονική διαθήκη να μελετηθεί πληρέστερα, κρίνεται απαραίτητη η διαίρεση αυτής της ευρύτερης κατηγορίας σε τρεις επιμέρους ενότητες:
α] της ηλεκτρονικής διαθήκης εκτός σύνδεσης (off line electronic wills). Ως ηλεκτρονική διαθήκη εκτός σύνδεσης ορίζεται εκείνη που ηχογραφείται ή πληκτρολογείται ή διατυπώνεται μέσω γραφίδας σε μία ηλεκτρονική συσκευή από τον διαθέτη και η υπογραφή τίθεται σε αυτήν, είτε μέσω πληκτρολόγησης του ονόματός του, είτε μέσω κάποιου άλλου διακριτικού γνωρίσματός του και εν συνεχεία αποθηκεύεται στην ηλεκτρονική συσκευή, ήτοι στο σκληρό δίσκο αυτής και συνήθως δεν τυπώνεται, αλλά ούτε αναρτάται στο διαδίκτυο.
β] της ηλεκτρονικής διαθήκης σε σύνδεση (on line electronic wills). Οι ηλεκτρονικές διαθήκες σε σύνδεση αναρτώνται σε διακομιστή που ανήκει σε ιδιώτη πάροχο, ήτοι κάποια τεχνολογική εταιρία ή κάποια εταιρία κινητής τηλεφωνίας, επιτρέποντας για παράδειγμα στον διαθέτη να αναρτήσει τη διαθήκη του σε κάποιο μέσο κοινωνικής δικτύωσης (πχ facebook) ή να την αποστείλει με τη μορφή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail). Στην πλειονότητα των περιπτώσεων τέτοιες διαθήκες ανευρίσκονται στο cloud (υπολογιστικό νέφος) και υπόκεινται στη νομοθεσία για την προστασία των προσωπικών δεδομένων.
γ] της ηλεκτρονικής διαθήκης ειδικευμένου θεματοφύλακα (qualified custodian electronic wills), όπου μία ιδιωτική εταιρία ή ένας οργανισμός που ενεργεί ως ειδικός θεματοφύλακας, δημιουργεί και αποθηκεύει τη διαθήκη του διαθέτη. Ενδεικτικές περιπτώσεις:
1] Ο Α δημιουργεί ένα έγγραφο Word στον υπολογιστή του, το τιτλοφορεί «MyWill.doc»/Η διαθήκη μου.doc» και σε αυτό πληκτρολογεί τον τρόπο με τον οποίο επιθυμεί να διατεθεί η περιουσία του. Στο τέλος του εγγράφου, πληκτρολογεί το όνομά του, καθώς και την ημερομηνία (στην αρχή ή το τέλος του κειμένου).
2] Ο Β συνδέεται στον λογαριασμό του σε μία πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Facebook και χρησιμοποιεί τη δυνατότητα ανταλλαγής μηνυμάτων που του παρέχει η πλατφόρμα αυτή για να στείλει το εξής μήνυμα σε έναν φίλο του: «Είμαι στο νοσοκομείο. Σε περίπτωση που μου συμβεί κάτι θέλω όλη μου η περιουσία να περιέλθει στην μητέρα μου. Μην διαγράψεις αυτό το μήνυμα».
3] Ο Γ δημιουργεί έναν λογαριασμό στην σελίδα μιας εταιρίας που αναλαμβάνει να δημιουργήσει μια ηλεκτρονική διαθήκη από κοινού με τον διαθέτη. Αφού συμπληρώσει μια βασική φόρμα, δημιουργείται ένα έγγραφο με τίτλο «Last will and testament/Τελευταία Βούληση και Διαθήκη». Στη συνέχεια, η εταιρία αναλαμβάνει τη συμβατική υποχρέωση να διατηρήσει τη διαθήκη με ασφάλεια αποθηκευμένη στον διακομιστή της σε προσβάσιμη, ηλεκτρονική μορφή για τα επόμενα τριάντα χρόνια, έναντι μιας πάγιας αμοιβής που προκαταβάλλει το άτομο Γ εφάπαξ.
Σελ. 3271. Ηλεκτρονικές Διαθήκες εκτός σύνδεσης
Οι ηλεκτρονικές διαθήκες εκτός σύνδεσης (off line electronic wills) είναι αυτές που απλώς πληκτρολογούνται (ή «γράφονται» μέσω γραφίδας) σε μια ηλεκτρονική συσκευή από τον ίδιο τον διαθέτη, υπογράφονται από αυτόν, μέσω της πληκτρολόγησης του ονόματός του ή θέτοντας κάποιον άλλον υπογράφοντα στο έγγραφο και αποθηκεύονται στην ηλεκτρονική συσκευή, ήτοι στον τοπικό σκληρό δίσκο της, ενώ συνήθως δεν αναρτώνται σε ιστότοπο. Αυτή η κατηγορία προορίζεται να καλύψει, για παράδειγμα, καταστάσεις όπου ο διαθέτης απλώς ανοίγει ένα πρόγραμμα επεξεργασίας κειμένου στον υπολογιστή του, συντάσσει μια διαθήκη και, στη συνέχεια, αποθηκεύει το έγγραφο στον τοπικό σκληρό δίσκο του υπολογιστή του. Προορίζεται επίσης να καλύψει καταστάσεις όπου ο διαθέτης μπορεί να μην χρησιμοποιεί έναν παραδοσιακό επιτραπέζιο υπολογιστή, δηλαδή μπορεί να χρησιμοποιήσει μια ηλεκτρονική συσκευή όπως φορητό υπολογιστή (laptop), ή υπολογιστή tablet ή οποιαδήποτε άλλη συσκευή που μπορεί να αποθηκεύσει δακτυλογραφημένο κείμενο ή κείμενο που έχει «γραφεί χειρόγραφα» σε ένα έγγραφο μέσω γραφίδας ή παρόμοιου εργαλείου γραφής. Οι εκτός σύνδεσης ηλεκτρονικές διαθήκες, λοιπόν, προβάλλουν ως η σύγχρονη έκδοση των ιδιόγραφων διαθηκών.
1.1 Λειτουργικές δυσκολίες της ηλεκτρονικής διαθήκης εκτός σύνδεσης
Επειδή οι υπολογιστές είναι η τέλεια μηχανή αντιγραφής, κάθε αντίγραφο είναι ένα τέλειο αντίγραφο, που δεν διακρίνεται από το πρωτότυπο, καθιστώντας πολύ εύκολη την πραγματοποίηση αλλαγών και πολύ δύσκολο να αποδειχθεί ποια έκδοση ενός αρχείου είναι η πρωτότυπη. Υπάρχει τουλάχιστον μία τεχνολογική λύση διαθέσιμη σήμερα για να αξιολογηθεί εάν μια ηλεκτρονική διαθήκη εκτός σύνδεσης είναι αυθεντική, τα «μεταδεδομένα» (δηλαδή δεδομένα σχετικά με δεδομένα) που σχετίζονται με ένα ηλεκτρονικό έγγραφο. Τα μεταδεδομένα, τα οποία μπορούν να περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που απαιτούνται για τη διαχείριση, την αρχειοθέτηση και τη διατήρηση ενός πόρου, όπως το πότε δημιουργήθηκε, εάν έχει τροποποιηθεί και ποιος μπορεί να έχει πρόσβαση σε αυτό, μπορούν να βοηθήσουν στην επίλυση διαφόρων ζητημάτων αναφορικά με την τροποποίηση των διαθηκών που είναι αποθηκευμένες ηλεκτρονικά σε οικιακά περιβάλλοντα, όπως στον υπολογιστή ενός διαθέτη. Εντούτοις, τα μεταδεδομένα δεν μπορούν να αποκαλύψουν, για παράδειγμα, εάν ο διαθέτης πληκτρολόγησε τη διαθήκη υπό την απειλή όπλου. Επίσης, δεν μπορούν να αποκαλύψουν εάν κάποιος άλλος με πρόσβαση στον υπολογιστή του διαθέτη απλώς δημιούργησε και αποθήκευσε ένα έγγραφο που φέρεται ότι συνέταξε ο διαθέτης προκειμένου να ισχύσει ως διαθήκη του. Επομένως, τα στοιχεία μεταδεδομένων δεν μπορούν να είναι πανάκεια.
Ένα επιπλέον ζήτημα που σχετίζεται με την αποθήκευση των διαθηκών σε ηλεκτρονική μορφή είναι και το γεγονός ότι το ηλεκτρονικό μέσο αποθήκευσης καθίσταται σταδιακά τεχνολογικά παρωχημένο. Οι διαθήκες συνήθως προορίζονται να χρησιμοποιηθούν χρόνια ή δεκαετίες μετά τη δημιουργία τους, επομένως είναι επιτακτική ανάγκη η φυσική ενσωμάτωση της βούλησης του διαθέτη να διατηρηθεί στο πέρασμα του χρόνου. Στην πραγματικότητα, ένας λόγος για την απαίτηση γραφής είναι αρχικά ότι διασφαλίζει τη διατήρηση της εγγράφως αποτυπωμένης βούλησης του διαθέτη. Παρόλο που τα έντυπα έγγραφα υπόκεινται σε φθορά με την πάροδο του χρόνου, τα ηλεκτρονικά αρχεία είναι ιδιαίτερα ευάλωτα, καθώς η πρόσβαση σε ένα ψηφιακό έγγραφο δεν απαιτεί μόνο ένα άθικτο αντίγραφο, αλλά απαιτεί επίσης υλικό και λογισμικό ικανό να διαβάζει τα δεδομένα και να τα μεταφράζει σε αναγνώσιμη μορφή. Οι ηλεκτρονικές διαθήκες εκτός σύνδεσης είναι ακόμη πιο επιρρεπείς σε αυτό το ζήτημα από τα διαδικτυακά αρχεία, αφού το μόνο αντίγραφο της διαθήκης του διαθέτη, εξ ορισμού, βρίσκεται σε έναν τοπικό σκληρό δίσκο μιας ηλεκτρονικής συσκευής. Με την πάροδο του χρόνου, ο διαθέτης μπορεί άθελά του να απαλλαγεί από τη συσκευή χωρίς να δημιουργήσει αντίγραφα ασφαλείας των αρχείων που υπήρχαν σε αυτήν ή να καταστραφεί η συσκευή και να χαθούν τα αρχεία. Οι ηλεκτρονικές διαθήκες εκτός σύνδεσης επίσης δεν αποδεικνύουν την αληθινή πρόθεση για σύνταξη διαθήκης, όπως άλλωστε ισχύει και στην περίπτωση της ιδιόγραφης διαθήκης. Όπως ακριβώς μία ιδιόγραφη διαθήκη μπορεί να είναι απλό σχέδιο, χωρίς το animus testandi, δηλαδή την πρόθεση του διαθέτη να συντάξει διαθήκη, ομοίως απλώς σχέδιο μπορεί να είναι και μία ηλεκτρονική διαθήκη εκτός σύνδεσης. Επιπλέον, μία ηλεκτρονική διαθήκη εκτός σύνδεσης, μπορεί εύκολα να είναι προϊόν εξαναγκασμού ή απειλής, όπως άλλωστε και μια ιδιόγραφη διαθήκη, απλώς η ηλεκτρονική διαθήκη εκτός σύνδεσης καθιστά δυνατή την συγκέντρωση στοιχείων, εξετάζοντας τα μεταδεδομένα που σχετίζονται με το ηλεκτρονικό αρχείο, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τη δημιουργία, την επεξεργασία του εγγράφου και την εκτύπωση αυτού, μεταφόρτωσης ή λήψης του αρχείου από το διαδίκτυο, σε σχέση με μια ιδιόγραφη διαθήκη.
2. Διαδικτυακές Ηλεκτρονικές Διαθήκες
Ενώ οι ηλεκτρονικές διαθήκες εκτός σύνδεσης αφορούν τις ενέργειες ενός μόνο ατόμου, δηλαδή του ίδιου του διαθέτη, οι ηλεκτρονικές διαθήκες στο διαδίκτυο (on line electronic wills) συνεπάγονται τη συμμετοχή και άλλων προσώπων, συνήθως νομικών προσώπων-εταιριών. Οι ηλεκτρονικές διαθήκες στο διαδίκτυο είναι αυτές που δημιουργούνται ή αποθηκεύονται με χρήση υπηρεσίας τρίτων, όπου η υπηρεσία τρίτων δεν ανέλαβε να αποθηκεύσει τη διαθήκη του διαθέτη και δεν υπόκειται σε ειδικούς κανόνες ή κανονισμούς σχετικά με την αποθήκευση ηλεκτρονικών διαθηκών. Με αυτόν τον τρόπο, η χρήση της υπηρεσίας τρίτου από τον διαθέτη είναι τυχαία, δηλαδή ο διαθέτης πιθανότατα χρησιμοποίησε την υπηρεσία τρίτων επειδή είχε ήδη υπάρχοντα λογαριασμό στην υπηρεσία (πχ facebook) και όχι γιατί η υπηρεσία τρίτων πρότεινε τη χρήση της ηλεκτρονικής πλατφόρμας της για τη δημιουργία ή αποθήκευση ηλεκτρονικών διαθηκών.
Εάν η πρωτότυπη διαθήκη του διαθέτη ή ένα αντίγραφό της μπορεί να βρεθεί οπουδήποτε εκτός από τον σκληρό δίσκο της ηλεκτρονικής συσκευής του διαθέτη και ο διαθέτης δεν χρησιμοποίησε τις υπηρεσίες ενός ιδιώτη που ανέλαβε ειδικά να αποθηκεύσει τη διαθήκη, ο διαθέτης είναι πιθανό να δημιούργησε μια ηλεκτρονική διαθήκη στο διαδίκτυο. Αυτή η κατηγορία προορίζεται να καλύψει, για παράδειγμα, καταστά
Σελ. 328σεις όπου ένας διαθέτης συνδέεται στον λογαριασμό του στο Facebook και δημιουργεί μια ανάρτηση με τίτλο «Η τελευταία μου διαθήκη». Προορίζεται επίσης να καλύψει υπηρεσίες τρίτων που αναλαμβάνουν να αποθηκεύουν έγγραφα στο «cloud» (υπολογιστικό νέφος), όπως η εταιρία Dropbox, παρόλο που ο διαθέτης συνήθως υπολαμβάνει ότι με τη χρήση των εφαρμογών αυτών απλώς δημιουργεί ένα έγγραφο στον δικό του υπολογιστή χρησιμοποιώντας μια τέτοια εφαρμογή. Τέλος, αυτή η κατηγορία δεν περιορίζεται μόνο στις εταιρίες τεχνολογίας. Αντίθετα, καλύπτει και άλλες οντότητες, όπως παρόχους υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας. Εάν ο διαθέτης στείλει ένα μήνυμα κειμένου (πχ sms, e-mail) σε έναν φίλο του με περιεχόμενο τη διαθήκη του, ο διαθέτης χρησιμοποιεί μια υπηρεσία που παρέχεται από τρίτο μέρος (από έναν Πάροχο Υπηρεσιών Διαδικτύου -Internet Service Provider, ISP- ή μία εταιρία κινητής τηλεφωνίας).
Από τη σκοπιά του διαθέτη, δεν φαίνεται να υπάρχει διαφοροποίηση είτε επιλέγει τη δημιουργία μιας ηλεκτρονικής διαθήκης σε απευθείας σύνδεση είτε εκτός σύνδεσης. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, ο διαθέτης απλώς πληκτρολογεί τη διαθήκη του σε κάποιο μέσο αποθήκευσης ή επικοινωνίας, προσδοκώντας ότι αυτή (η διαθήκη του) θα είναι διαθέσιμη στο μέλλον, καθώς και ότι τα έννομα αποτελέσματά της θα επέλθουν με τον θάνατο αυτού (του διαθέτη).
2.1 Λειτουργικές δυσκολίες της ηλεκτρονικής διαθήκης στο διαδίκτυο
Οι ηλεκτρονικές διαθήκες στο διαδίκτυο παρουσιάζουν πολλές όμοιες λειτουργικές δυσκολίες με αυτές των διαθηκών εκτός σύνδεσης που προεκτέθηκαν, όπως της απειλής προς τον διαθέτη κατά τη σύνταξη της διαθήκης ή της κατάρτισης του ηλεκτρονικού εγγράφου από τρίτο πρόσωπο και όχι από τον διαθέτη. Συντρέχει όμως και το πλεονέκτημα ότι είναι πιθανό να εμπλακεί μια ουδέτερη τρίτη οντότητα-εταιρία, που μπορεί να είναι σε θέση να παρέχει χρήσιμα στοιχεία της γνησιότητας μιας διαθήκης. Ωστόσο, η πρόσβαση σε τέτοιες διαθήκες, καθώς και σε αποδείξεις της γνησιότητάς τους, περιπλέκεται από το νομικό πλαίσιο στο οποίο δημιουργούνται.
Ειδικότερα, οι ηλεκτρονικές διαθήκες στο διαδίκτυο, δεδομένου ότι δημιουργούνται ή/και αποθηκεύονται με χρήση υπηρεσίας τρίτου μέρους, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα υπόκεινται σε συμφωνία «Όρων και Προϋποθέσεων» μεταξύ του διαθέτη και της υπηρεσίας. Αυτές οι πολιτικές επηρεάζουν την διαθεσιμότητα και την αξιοπιστία των αποδεικτικών στοιχείων, σχετικά με τη γνησιότητα μιας ηλεκτρονικής διαθήκης. Επιπλέον, οι ηλεκτρονικές διαθήκες στο διαδίκτυο, δεδομένου ότι αποτελούν μέρος της διαδικτυακής δραστηριότητας του διαθέτη, πιθανότατα θα υπόκεινται σε νόμους που ρυθμίζουν τη διαχείριση και τη διατήρηση προσωπικών δεδομένων στο Διαδίκτυο. Παραμένει ασαφές πώς αυτά θα λειτουργήσουν παράλληλα με την υπάρχουσα νομοθεσία κάθε χώρας για τους ήδη νομοθετικά προβλεπόμενους τύπους διαθηκών, καθώς και τα νέα νομοθετήματα για τις ηλεκτρονικές διαθήκες.
Εξάλλου, όταν ένας διαθέτης δημιουργεί μια ηλεκτρονική διαθήκη στο διαδίκτυο, πιθανότατα το πράττει στα πλαίσια μιας συμφωνίας «Όρων και Προϋποθέσεων» μεταξύ του διαθέτη και της υπηρεσίας τρίτου μέρους, πχ. όταν ένας διαθέτης αποθηκεύει το μοναδικό αντίγραφο της ηλεκτρονικής του διαθήκης στο χώρο αποθήκευσης «cloud» (υπολογιστικού νέφους). Όταν εγγράφεται για τον λογαριασμό του, ο διαθέτης συμφωνεί με τους «Όρους και τις Προϋποθέσεις» της εταιρίας, αλλά όπως σχεδόν όλοι οι χρήστες του διαδικτύου, δεν μελετά στην πραγματικότητα τη συμφωνία. Έτσι, δεν γνωρίζει ότι για παράδειγμα το Dropbox εφαρμόζει μια πολιτική διατήρησης δεδομένων σύμφωνα με την οποία εάν ένας χρήσης δεν κάνει είσοδο στο λογαριασμό του για χρονικό διάστημα 12 μηνών, ο λογαριασμός του θεωρείται ανενεργός και συνεπώς όλα τα δεδομένα του θα διαγραφούν. Έστω λοιπόν ότι ένας διαθέτης συνέταξε την ηλεκτρονική διαθήκη του και την αποθήκευσε στον λογαριασμό του στο Dropbox, ενημερώνοντας σχετικά τους φίλους και συγγενείς του, στους οποίους παρέδωσε και τους κωδικούς εισόδου στο λογαριασμό του. Δύο χρόνια αργότερα, ο διαθέτης αποβιώνει και οι συγγενείς του διαπιστώνουν ότι η διαθήκη του διαγράφηκε από τον λογαριασμό σύμφωνα με τους «Όρους Παροχής Υπηρεσιών» της εταιρίας.
3. Ηλεκτρονικές Διαθήκες Θεματοφύλακα
Οι ηλεκτρονικές διαθήκες θεματοφύλακα δημιουργούνται όταν μια κερδοσκοπική οντότητα αναλαμβάνει να γίνει «ειδικός θεματοφύλακας» που θα δημιουργεί, θα εκτελεί και θα αποθηκεύει τη διαθήκη, με την επιφύλαξη κανόνων και κανονισμών που προβλέπονται από ένα κράτος και υπόσχεται να αποθηκεύει τη διαθήκη του διαθέτη σε προσβάσιμη μορφή για έναν εγγυημένο αριθμό ετών στο μέλλον. Οι διαθήκες αυτές μπορούν να διακριθούν από τις ηλεκτρονικές διαθήκες στο διαδίκτυο, δεδομένου ότι η υπηρεσία που χρησιμοποιεί ο διαθέτης έχει δημιουργηθεί με συγκεκριμένο σκοπό να καταστεί δυνατή η δημιουργία και η αποθήκευση ηλεκτρονικών διαθηκών.
3.1 Λειτουργικές δυσκολίες των ηλεκτρονικών διαθηκών θεματοφύλακα
Ο θεματοφύλακας διασφαλίζει ότι η διαθήκη ενός διαθέτη παραμένει προσβάσιμη για χρόνια ή δεκαετίες, ενώ επιπλέον αίρονται τυχόν νομικές δυσχέρειες που σχετίζονται με «συμφωνίες όρων και προϋποθέσεων» ή με το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει τη διαδικτυακή δραστηριότητα. Η χρήση ειδικευμένου θεματοφύλακα και η καταβολή τιμήματος ως μέρος της σύμβασης παροχής υπηρεσιών μεταξύ του θεματοφύλακα και του διαθέτη, σημαίνει επίσης ότι ο διαθέτης θα αναγκαστεί να σκεφτεί προσεκτικά ποιες θα πρέπει να είναι οι επιθυμίες του, καθώς και εάν στην πραγματικότητα επιθυμεί τη σύνταξη διαθήκης. Έτσι διασφαλίζεται ότι η διαθήκη που συντάχθηκε με τον τρόπο αυτό αφορά την αληθινή βούληση διάθεσης (animus testandi) του διαθέτη.
Γ. Διαθήκη σε αρχείο εικόνας – βιντεοσκοπημένη διαθήκη
Το ζήτημα αυτό, εάν δηλαδή θεωρείται έγκυρη ως διαθήκη η κινηματογράφηση της βούλησης του διαθέτη, απασχόλησε έντονα την αμερικανική θεωρία και νομολογία. Σύμφωνα με
Σελ. 329 τα πραγματικά περιστατικά στην υπόθεση Estate of Reed, 672 P.2d 829 (Wyo. 1983) (USA), ο Ρόμπερτ Ριντ απεβίωσε στις 2 Μαρτίου 1982. Στο σπίτι του βρέθηκε κατόπιν έρευνας της αστυνομίας μια μαγνητοταινία σε σφραγισμένο φάκελο στον οποίο ήταν γραμμένο χειρόγραφα «Ρόμπερτ Ριντ Να παιχτεί μόνο σε περίπτωση θανάτου μου! (υπογραφή) Ρόμπερτ Ριντ». Η κασέτα απομαγνητοφωνήθηκε αφού την βρήκε η αστυνομία και η απομαγνητοφώνηση προσκομίστηκε στο δικαστήριο. Παρόλο που προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι η σημαντικότερη διαφορά στην εγγραφή μαγνητικής ταινίας και ιδιόγραφης γραφής είναι ότι στην πρώτη η γραφή γίνεται με φωνητική αποτύπωση ενώ στη δεύτερη γίνεται με ιδιόγραφη αποτύπωση και ότι συνεπώς στη σύγχρονη ηλεκτρονική εποχή (σσ. 1982) η μαγνητοφώνηση δύναται να αποτελεί τρόπο «γραφής» που εμπίπτει στον τύπο της ιδιόγραφης διαθήκης, εντούτοις η διαθήκη κρίθηκε εν τέλει άκυρη. Επίσης σε μία άλλη περίπτωση, μία ηλικιωμένη διαθέτιδα, η οποία προηγουμένως είχε συντάξει εννέα διαθήκες, ήθελε να βεβαιωθεί ότι η τελευταία που θα συνέτασσε θα ήταν έγκυρη. Για το λόγο αυτό βιντεοσκόπησε όλη τη διαδικασία, καλώντας μάλιστα και γιατρούς, οι οποίοι κατά τη βιντεοσκόπηση επιβεβαίωσαν την πνευματική ικανότητα της διαθέτιδας. Μετά το θάνατό της, η διαθήκη προσβλήθηκε από τους κληρονόμους της ως άκυρη, λόγω έλλειψης πνευματικής ικανότητας της διαθέτιδας, ισχυρισμό τον οποίο το δικαστήριο απέρριψε, αφού προηγουμένως κλήθηκαν ψυχίατροι πραγματογνώμονες και εξέτασαν το υλικό της βιντεοσκόπησης. Ενώ η καταγραφή με εικόνα και ήχο (βιντεοσκόπηση) της βούλησης του διαθέτη, φαίνεται prima facie συμβατή με την ελευθερία του διατιθέναι, εντούτοις, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής η βιντεοσκοπημένη διαθήκη δεν περιλαμβάνονται στους έγκυρους τύπους διαθήκης που προβλέπονται από το νόμο. Υποστηρίχθηκε μάλιστα ότι η ιδιόγραφη διαθήκη, ακόμη και στην σύγχρονη ψηφιακή εποχή, παραμένει και πιθανότατα θα παραμείνει και στο εγγύς μέλλον ένα έγγραφο γραμμένο με την παραδοσιακή έννοια (επί χάρτου) που μπορεί να αποτυπώσει μόνο την ψυχική εικόνα και όχι τη σωματική εικόνα του διαθέτη. Η ιδιόγραφη διαθήκη είναι τόσο βαθιά ριζωμένη ακόμη και στο κοινωνικο-νομικό σύστημα της Βόρειας Αμερικής που διέπεται από τις αρχές του common law, ώστε ο τύπος της ιδιόγραφης διαθήκης, ως έγχαρτης είναι δυσχερές να καμφθεί. Το πιο σημαντικό επιχείρημα υπέρ της νομικής σημασίας της βιντεοσκοπημένης διαθήκης είναι ότι διασφαλίζει καλύτερη προστασία της αληθούς βούλησης του διαθέτη, αποτελούσα αυθεντική ερμηνεία, επειδή δεν μεσολαβεί χειρόγραφο κείμενο. Αυτό προφανώς δεν επιλύει κάθε ερμηνευτικό πρόβλημα, διότι το να παρακολουθεί κανείς τον διαθέτη να αναγιγνώσκει εκφώνως τη βούλησή του του ή να εκφράζει προφορικά τις τελευταίες του επιθυμίες, κάνοντας χρήση ηχητικής και οπτικής λήψης της ηχογράφησης, δεν συνεπάγεται αυτόματα ταύτιση έκφρασης και βούλησης, καθώς μπορεί να το πράττει τούτο υπό καθεστώς απειλής. Αναμφισβήτητα όμως συμβάλλει σημαντικά στην απόδειξη ζητημάτων που σχετίζονται με την ικανότητα του διαθέτη προς σύνταξη διαθήκης.
Δ. Η επισκόπηση της νομολογίας σε χώρες του common law
Πριν την εξέταση του ζητήματος εξ επόψεως ελληνικού δικαίου, θα προηγηθεί μια σύντομη επισκόπηση των ήδη εκδοθεισών αποφάσεων στην αλλοδαπή και των ήδη υφιστάμενων νομοθετικών ρυθμίσεων. Το ζήτημα έχει απασχολήσει εντονότερα της έννομες τάξεις του common law, ενώ από την έρευνά μας, στις χώρες του ηπειρωτικού δικαίου, παρόλο που η συζήτηση για την επίδραση των νέων τεχνολογιών στο δίκαιο της διαθήκης είναι έντονη, εντούτοις δεν κρίθηκε ακόμη από τα δικαστήρια ανάλογη περίπτωση.
Σελ. 3301. MacDonald v. The Master, 2002 (5) SA 64 (N) (Supreme court of the South Africa ) – διαθήκη γραμμένη σε Η/Υ σε αρχείο my will\personal
Ο διαθέτης MacDonald αυτοκτόνησε και αρκετές χειρόγραφες σημειώσεις βρέθηκαν δίπλα στο σώμα του. Μία από αυτές έγραφε «Εγώ, ο Malcom Scott Macdonald, ID 5609065240106, δηλώνω ότι η τελευταία μου βούληση και διαθήκη μπορεί να βρεθεί στον υπολογιστή μου στην IBM κάτω από τον κατάλογο C:\WINDOWS\MYSTUFF\MYWILL\PERSONAL». Ο Macdonald εργάστηκε ως ανώτερο στέλεχος πληροφορικής σε ένα τοπικό υποκατάστημα της IBM. Οι συνεργάτες του Macdonald έλαβαν το χειρόγραφο σημείωμα, απέκτησαν πρόσβαση στο καθορισμένο αρχείο, το εκτύπωσαν και παρέδωσαν το έντυπο αντίγραφο στη χήρα του Macdonald. Η IBM διέγραψε το ηλεκτρονικό αρχείο μόλις εκτυπώθηκε. Το δικαστήριο έκρινε ότι η εν λόγω διαθήκη δεν πληρούσε τον νόμο περί διαθηκών της Νότιας Αφρικής, ο οποίος απαιτεί γραφή, υπογραφή, βεβαίωση από δύο μάρτυρες και τα αρχικά του διαθέτη σε κάθε σελίδα. Σύμφωνα με την κρίση του δικαστηρίου, η βούληση του διατιθέναι του Macdonald καθώς και τα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τα μέτρα ασφαλείας που προστάτευαν την ηλεκτρονική του βούληση αποδεικνύουν ότι ο Macdonald ήταν το μόνο άτομο με πρόσβαση στη διαθήκη και συνεπώς ήταν ο μόνος που θα μπορούσε να είχε συντάξει το έγγραφο.
2. Yazbek v Yazbek (Supreme court of the State of New South Wales [2012] NSWSC 594) – διαθήκη γραμμένη σε Η/Υ σε αρχείο will.doc
Ο Daniel Yazbek ήταν Αυστραλός εστιάτορας που αυτοκτόνησε τον Σεπτέμβριο του 2010. Μετά το θάνατό του, ένας από τους αδελφούς του ισχυρίστηκε ότι ο Daniel δημιούργησε ένα έγγραφο στον υπολογιστή του με τίτλο «Will.doc» περίπου δέκα μήνες πριν πεθάνει, το οποίο σκόπευε να είναι η διαθήκη του. Υπήρχαν ενδείξεις ότι υπήρχε επίσης ένα τυπωμένο αντίγραφο, το οποίο όμως δεν βρέθηκε ποτέ. Σε αντίθεση με τον αδελφό του, οι γονείς του Daniel ισχυρίστηκαν ότι ο γιος τους δεν είχε τη βούληση το αρχείο «Will.doc» να αποτελέσει τη διαθήκη του, αλλά ότι ήταν απλώς ένα προσχέδιο, καθώς τυπωμένο αντίγραφο δεν βρέθηκε πουθενά, γεγονός που αποδείκνυε ότι ο διαθέτης ανακάλεσε στο μεταξύ τη βούλησή του. Σύμφωνα με την κρίση του δικαστηρίου, το ηλεκτρονικό αυτό έγγραφο με τίτλο «Will.doc» πληρούσε τις απαιτήσεις του άρθρου 8 του νόμου περί κληρονομικής διαδοχής. Ο διαθέτης είχε την πρόθεση να αποτελέσει το έγγραφο αυτό τη διαθήκη του, καθώς διένειμε με αυτήν σημαντικά τμήματα της περιουσίας του και είχε τίτλο «Will.doc», γεγονός που καταδείκνυε την πρόθεση του Daniel ως διαθέτη. Στο έγγραφο αυτό, ο διαθέτης αναφέρθηκε στη ζωή του σε χρόνο παρελθοντικό, κάτι που, σύμφωνα με τη δικαστική κρίση σήμαινε ότι ο διαθέτης ήθελε αυτό το έγγραφο να παράξει έννομες συνέπειες μετά το θάνατό του. Πληκτρολόγησε το όνομά του στο τέλος του εγγράφου, όπου θα το υπέγραφε αν ήταν σε έντυπη μορφή. Η διαθήκη βρέθηκε εκεί που είχε υποδείξει ο διαθέτης - στον υπολογιστή του- και διαπιστώθηκε από έναν εμπειρογνώμονα υπολογιστών ότι το αρχείο «Will.doc» είχε προσπελαστεί δύο εβδομάδες πριν από το θάνατο του Daniel, αλλά δεν άλλαξε ούτε διαγράφηκε.
3. case Re: Yu [2013] QSC 322 (Supreme Court of Queensland, Australia)- Διαθήκη σε iPhone
Το 2011, λίγο πριν αυτοκτονήσει, ο Karter Yu με τη βοήθεια μίας ειδικής εφαρμογής στο iPhone του είχε συντάξει ηλεκτρονικό σημείωμα που ξεκινούσε με τις λέξεις: «Τhis is the last Will and Testament…», είχε πληκτρολογήσει το όνομά του στο τέλος του σημειώματος, εκεί όπου σε μία ιδιόγραφη διαθήκη θα υπήρχε η υπογραφή του διαθέτη και ακολούθως είχε θέσει την ημερομηνία και τη διεύθυνσή του, ορίζοντας μάλιστα και εκτελεστή της διαθήκης. Παρά την έλλειψη των τυπικών προϋποθέσεων, το δικαστήριο διέγνωσε το animus testandi του διαθέτη και το αξιολόγησε ως καθοριστικό στοιχείο για τη διάσωση του ηλεκτρονικού σημειώματος τελευταίας βούλησης. Ειδικότερα, η αποδοχή αυτής της «μη τυπικής» διαθήκης ως έγκυρης στηρίχθηκε κατά την κρίση του δικαστηρίου στη σωρευτική συνδρομή τριών προϋποθέσεων: α] στην ύπαρξη «εγγράφου» (με την ευρεία έννοια του όρου), β] στο γεγονός ότι στο έγγραφο ο αποθανών είχε δηλώσει εμφανώς την πρόθεση σύνταξης διαθήκης και γ] στο γεγονός ότι ο αποθανών είχε συντάξει το έγγραφο, ώστε να αποτελέσει τη διαθήκη του.
4. Estate of Javier Castro, Deceased, 2013-ES-00140 (Ct. Comm. Pl. Lorain Cnty., Probate Div., Ohio, June 19, 2013) (USA) – διαθήκη γραμμένη με ηλεκτρονικό στυλό σε tablet
Ο 48χρονος Javier Castro, αρνούμενος μετάγγιση αίματος για θρησκευτικούς λόγους και αντιλαμβανόμενος το επερχόμενο τέλος του, αποφάσισε να εγκαταστήσει τους γονείς του κληρονόμους στην περιουσία του γράφοντας ο ίδιος μια διαθήκη
Σελ. 331 με τη βοήθεια του ειδικού ηλεκτρονικού στυλό ενός S Galaxy tablet και μίας ενσωματωμένης στη συσκευή εφαρμογής σημειώσεων. Το περιεχόμενο της διαθήκης, η οποία συντάχθηκε και υπογράφηκε από τον ίδιο παρουσία των δύο αδερφών του, καθώς και η απουσία οποιασδήποτε πρόθεσης ανάκλησης ή τροποποίησης από μέρους του επιβεβαιώθηκαν από έξι συνολικά μάρτυρες κατά τη διαδικασία δημοσίευσης της διαθήκης (probate) ενώπιον δικαστηρίου της Πολιτείας του Οχάιο των ΗΠΑ. Ο Albie Castro, αδερφός του Javier Castro, κατέθεσε στο δικαστήριο ότι το tablet προστατευόταν με κωδικό ασφαλείας και ότι ο ίδιος το διατήρησε στην κατοχή του διαρκώς από τις 30 Δεκεμβρίου 2012 (ημερομηνία σύνταξης και υπογραφής της διαθήκης), καθώς και ότι το προσκομισθέν υλικό έγγραφο είναι ακριβές αντίγραφο της ηλεκτρονικά αποθηκευμένης στο tablet διαθήκης. Με την απόφασή του το δικαστήριο του Οχάιο έκρινε ότι η τρισέλιδη διαθήκη του Javier Castro πληροί τις προϋποθέσεις των σχετικών διατάξεων κληρονομικού δικαίου του Κώδικα του Οχάιο, υιοθετώντας μία ευρεία ερμηνεία των όρων «έγγραφο» και «υπογραφή».
5. Mellino v. Wnuk&Ors [2013] SQC 336 (Supreme Court of Queensland, Australia) – διαθήκη ηχογραφημένη σε DVD
Ο Wnuk, το έτος 2012, πριν αυτοκτονήσει, έκανε μια ηχογράφηση DVD στην οποία δήλωσε την τελευταία του βούληση. Σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου, το DVD πληρούσε όλες τις απαιτήσεις σύμφωνα με το Queensland Succession Act, Τμήμα 18 και ως εκ τούτου αποτελούσε τη διαθήκη του Wnuk. Σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου, η ηχογράφηση αυτή στο DVD, ήταν σαφές ότι προοριζόταν να ενσωματώσει την τελευταία του βούληση και ηχογραφήθηκε σαφώς εν όψει του θανάτου του Wnuk επειδή στην ηχογράφηση ανέφερε τις προθέσεις του να αυτοκτονήσει. Ο θανών προσδιόρισε επίσης την περιουσία που κατείχε, καθώς και τον τρόπο που επιθυμούσε αυτή να διατεθεί μετά το θάνατό του. Ο Wnuk εξήγησε ακόμη και το λόγο που αποφάσισε να συντάξει διαθήκη με τη μορφή DVD, δηλώνοντας ότι δεν είχε ευχέρεια στο γραπτό λόγο.
6. Estate of Wai Fun Chan, Deceased [2015] NSWSC 1107 (Supreme Court of New South Wales, Australia)- διαθήκη ηχογραφημένη σε DVD
Η Wai Fun Chan απεβίωσε το 2012, σε ηλικία 85 ετών. Πριν αποβιώσει, συνέταξε νόμιμη κατά τους τύπους διαθήκη. Ωστόσο, δύο ημέρες μετά τη σύνταξή της, ηχογράφησε ένα DVD (παρουσία ενός από τα παιδιά της, το οποίο τη βοήθησε στη δημιουργία της ηχογράφησης) με μια συμπληρωματική δήλωση των προθέσεων της διαθήκης της, λόγω της δυσαρέσκειάς της με την νόμιμη διαθήκη που δύο μέρες νωρίτερα είχε συντάξει. Κατά την κρίση του δικαστηρίου, το ηχογραφημένο DVD ήταν έγγραφο (στην προκειμένη περίπτωση, σύμφωνα με τον νόμο περί διαδοχής της Νέας Νότιας Ουαλίας, το άρθρο 844 και τον νόμο περί ερμηνείας του 1987,45, άρθρο 2146), αποτελούσε τη διάταξη της τελευταίας βούλησης της διαθέτιδας και ήταν εν μέρει ανακλητικό της προηγούμενης, σύμφωνης κατά τους τύπους διαθήκης που είχε συντάξει.
7. case Roger Christopher Currie (Supreme court of the State of New South Wales, Australia [2015] NSWSC 1098) - «my_will.doc»
Ο Roger Currie απεβίωσε το 2012, σε ηλικία 52 ετών. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του η υγεία του δεν ήταν καλή. Τη χρονιά που απεβίωσε, είχε εκμυστηρευτεί σε μία φίλη του ότι αν του συμβεί κάτι, έχει συντάξει διαθήκη, η οποία είναι κρυπτογραφημένη. Αποκάλυψε μάλιστα σε αυτήν τον κωδικό πρόσβασης για την αποκρυπτογράφηση, η ίδια όμως μετά από λίγο ξέχασε τον κωδικό. Δεν ήταν επίσης σαφές σε ποιον υπολογιστή ή συσκευή βρισκόταν αποθηκευμένο το ηλεκτρονικό αυτό έγγραφο, καθώς υπήρχαν πολλά είδη ηλεκτρονικού εξοπλισμού και συσκευές υπολογιστών στο σπίτι. Ο θανών υπέφερε από καρδιολογικά προβλήματα για μεγάλο χρονικό διάστημα και η πιθανότητα ενός απροσδόκητου θανάτου ήταν κάτι το οποίο ο ίδιος γνώριζε. Εν τέλει, υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση για την αποκατάσταση των καρδιολογικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε, την οποία είχε καθυστερήσει για χρόνια, αλλά απεβίωσε στο σπίτι του λίγες μόνο ημέρες μετά την εγχείρηση. Μετά το θάνατό του, αρκετά κρυπτογραφημένα USB sticks βρέθηκαν στο σπίτι του. Τα δεδομένα στα κλειδιά USB μπόρεσαν να αποκρυπτογραφηθούν και ανακαλύφθηκε το ηλεκτρονικό έγγραφο, το οποίο αποτελούσε τη διάταξη της τελευταίας βούλησης του θανόντος. Δεν βρέθηκε έγχαρτη διαθήκη. Το ηλεκτρονικό έγγραφο είχε τίτλο «my_will.doc», και στο τέλος του κειμένου είχε πληκτρολογηθεί το όνομα του συντάκτη. Με αυτό ο διαθέτης κατονόμαζε έναν εκτελεστή και έκανε διάφορες δωρεές περιουσίας σε διαφορετικούς δικαιούχους. Το έγγραφο τροποποιήθηκε τελευταία φορά την 1η Απριλίου 2009 από τον θανόντα. Το δικαστήριο έκρινε σύμφωνα με το άρθρο 8 του νόμου περί διαδοχής (NSW) του 2006 ότι το ηλεκτρονικό έγγραφο αποτελούσε τη διαθήκη του θανόντος.
8. Supreme court of the State of Queensland – case Nichol v. Nichol [2017] QSC 220 - sms σε κινητό που δεν απεστάλη
Ο Mark Nichol αυτοκτόνησε τον Οκτώβριο του 2016. Μια μέρα πριν πεθάνει, πληκτρολόγησε ένα μήνυμα κειμένου στο κινητό του τηλέφωνο (sms), το οποίο όμως δεν έστειλε ποτέ. Σε αυτό, εγκατέστησε κληρονόμους τον αδελφό και τον ανιψιό του, παραλείποντας τη γυναίκα και τον γιο του που είχε από προηγούμενη σχέση. Το κείμενο, το οποίο περιείχε τις λέξεις «My will», κατέγραφε τις προθέσεις σύνταξης διαθήκης του θανόντος. Το Ανώτατο Δικαστήριο του Κουίνσλαντ έκρινε ότι το κείμενο αυτό (ένα μη απεσταλμένο γραπτό μήνυμα σε συσκευή κινητού τηλεφώνου) αποτελούσε έγγραφο και μάλιστα διαθήκη,
Σελ. 332καθώς πληρούται το τμήμα 18 του νόμου περί διαδοχής του Κουίνσλαντ. Ο θανών προσδιόρισε την περιουσία του και τον τρόπο διανομής της, δήλωσε ότι δεν επιθυμεί να περιέλθει τίποτα στη σύζυγό του και έγραψε επιπλέον τον αριθμό PIN του τραπεζικού του λογαριασμού. Έθεσε επίσης στο τέλος του μηνύματος τα αρχικά του, καθώς και την ημερομηνία γέννησής του και πληκτρολόγησε τη φράση «η διαθήκη μου». Ο διαθέτης υπέδειξε επίσης τον τόπο στον οποίο ήθελε να τοποθετηθεί η τέφρα του. Το γραπτό αυτό μήνυμα (sms) που βρέθηκε αποθηκευμένο στο κινητό του διαθέτη και δεν είχε αποσταλεί, κρίθηκε από το δικαστήριο ότι αποτελεί έγκυρη διαθήκη. Το γεγονός ότι το γραπτό αυτό μήνυμα (sms), παρόλο που ο διαθέτης το συνέταξε δεν το απέστειλε, ερμηνεύθηκε από το δικαστήριο όχι ως βούληση του διαθέτη να μην ερμηνευτεί το γραπτό αυτό μήνυμα ως η διαθήκη του, αλλά προκειμένου να μην ειδοποιηθεί ο αδελφός του για την επικείμενη αυτοκτονία του.
9. Συμπερασματικές παρατηρήσεις
Στις περιπτώσεις που προεκτέθηκαν, τα δικαστήρια των ΗΠΑ, καθώς και της Αυστραλίας διέσωσαν το κύρος των διαθηκών αυτών, καθώς στις χώρες του κοινοδικαίου εφαρμόζεται ο «κανόνας του αβλαβούς σφάλματος» (harmless error rule), ο οποίος εφαρμόζεται σε διάφορους κλάδους του δικαίου. Όταν πρόκειται για το δίκαιο της διαθήκης, τα δικαστήρια συνήθως επεκτείνουν τα όρια του κληρονομικού δικαίου όταν είναι πεπεισμένα για την πρόθεση του διαθέτη και ο κανόνας αυτός εφαρμόζεται στο Uniform Probate Code των ΗΠΑ. Επιπλέον, στις χώρες του κοινοδικαίου εφαρμόζεται και η θεωρία της Substantial compliance. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, λάθη που ανάγονται στον τύπο, δεν λαμβάνονται υπόψη, αν δεν καταλείπεται αμφιβολία για τη διαθετική βούληση του συντάκτη της διαθήκης και οι σκοπιμότητες της επιβολής του τύπου ικανοποιούνται αλλιώς. Το κοινό στοιχείο όλων των περιπτώσεων που αναφέρθηκαν είναι ότι οι άνθρωποι που συνέταξαν τέτοιου είδους διαθήκες ήταν αυτοί που γνώριζαν ότι θα πεθάνουν σύντομα, είτε από αυτοκτονία είτε από φυσικά αίτια. Τα παραδείγματα αυτά καταδεικνύουν ότι σήμερα, όταν οι άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι με τον επικείμενο θάνατο και δεν θέλουν να συντάξουν διαθήκη με έναν από τους τύπους που προβλέπει ο νόμος, θα στραφούν στην τεχνολογία ως αρωγό προκειμένου να διαθέσουν μετά θάνατο την περιουσία τους.
Ε. Η νομοθεσία της Πολιτείας της Νεβάδα στις ΗΠΑ (Nevada Electronic Will and Trust Statute)
Η Πολιτείας της Νεβάδα στις ΗΠΑ προχώρησε στην πρώτη απόπειρα ρύθμισης του ζητήματος υιοθετώντας το Nevada Electronic Will and Trust Statute. Σε αυτό, ορίζεται η έννοια της ηλεκτρονικής διαθήκης και καθορίζονται οι ειδικότερες προϋποθέσεις κύρους της. Ωστόσο, χρήσιμο είναι να λεχθεί εξαρχής ότι ο νόμος αυτός δεν έχει ακόμα εφαρμοστεί εξαιτίας της αδυναμίας ανάπτυξης του απαιτούμενου υποστηρικτικού software. Σύμφωνα με το νόμο της Νεβάδα, ηλεκτρονική διαθήκη είναι μία διαθήκη που είναι γραμμένη, έχει δημιουργηθεί και έχει αποθηκευτεί σε ένα ηλεκτρονικό αρχείο. Ο νόμος δεν προσδιορίζει αποκλειστικά τον απαιτούμενο τύπο ηλεκτρονικού αρχείου, όπως λ.χ. δισκέτα, σκληρός δίσκος, κάρτα μνήμης, USB ή κάποιο άλλο μέσο ηλεκτρονικής αποθήκευσης, προφανώς για να διασφαλίσει την αναγκαία ευελιξία ως προς το θέμα αυτό ενόψει της ραγδαίας εξέλιξης της τεχνολογίας. Επίσης, η ηλεκτρονική διαθήκη πρέπει να περιέχει την ημερομηνία και την ηλεκτρονική υπογραφή του διαθέτη. Ο Ομοιόμορφος Νόμος Ηλεκτρονικών Συναλλαγών ορίζει την ηλεκτρονική υπογραφή ως «έναν ηλεκτρικό ήχο, σύμβολο, διαδικασία που συνδέεται με ένα αρχείο ή συσχετίζεται λογικά με αυτό και εκτελείται ή υιοθετείται από ένα πρόσωπο με σκοπό την υπογραφή του αρχείου». Η ηλεκτρονική διαθήκη θα πρέπει περαιτέρω να διαθέτει τουλάχιστον ένα χαρακτηριστικό πιστοποίησης (authentication characteristic) του διαθέτη. Στο ίδιο νομοθέτημα το στοιχείο αυτό επεξηγείται ως «το χαρακτηριστικό ενός συγκεκριμένου ανθρώπου που είναι μετρήσιμο και αναγνωρίσιμο μέσα σε ένα ηλεκτρονικό αρχείο ως μία βιολογική πτυχή ή μία σωματική ενέργεια που εκτελείται από αυτό το πρόσωπο. Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό ταυτοποίησης μπορεί να συνίσταται σε δακτυλικό αποτύπωμα, σάρωση της Ίριδος, αναγνώριση φωνής, αναγνώριση προσώπου, ψηφιοποιημένη υπογραφή ή κάποιος άλλος τρόπος ταυτοποίησης που θα χρησιμοποιεί κάποιο άλλο μοναδικό χαρακτηριστικό του προσώπου». Ειδικά ως προς τον όρο «ψηφιοποιημένη υπογραφή» (digitized signature) ο Νόμος της Νεβάδα εννοεί μόνο τη γραφική απεικόνιση μίας ιδιόχειρης υπογραφής του διαθέτη η οποία δημιουργείται, παράγεται ή αποθηκεύεται με ηλεκτρονικά μέσα. Επιπρόσθετα ο Νόμος της Νεβάδα απαιτεί η
Σελ. 333 ηλεκτρονική διαθήκη να έχει δημιουργηθεί και να αποθηκευτεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να πληρούνται οι ακόλουθες υποπροϋποθέσεις: α] Θα πρέπει να υφίσταται μόνο ένα επίσημο «αντίγραφο» (authoritative copy) της διαθήκης. Ως τέτοιο νοείται στο κείμενο του Νόμου το «πρωτότυπο, μοναδικό, ταυτοποιήσιμο και αναλλοίωτο ηλεκτρονικό αρχείο μιας ηλεκτρονικής διαθήκης». Ιδανικά το ηλεκτρονικό σύστημα υποστήριξης θα πρέπει να έχει σχεδιαστεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε η ηλεκτρονική διαθήκη να μην μπορεί να υπογραφεί μέχρι να το επιτρέψει αυτός που την καταρτίζει. Επισημαίνεται ότι μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί να αποσοβηθεί ο συχνά εμφανιζόμενος στην πράξη κίνδυνος ένα προσχέδιο ή μία ατελής εκδοχή μιας διαθήκης να θεωρηθεί ως διαθήκη, β] Το επίσημο «αντίγραφο» μιας ηλεκτρονικής διαθήκης θα πρέπει να έχει δημιουργηθεί ή αποθηκευτεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ο διαθέτης ή το πρόσωπο που ο διαθέτης θα υποδείξει να το διατηρεί και να το ελέγχει. Μάλιστα ο νομοθέτης της Νεβάδα διασαφηνίζει ότι είτε ο διαθέτης είτε το πρόσωπο που ο ίδιος θα υποδείξει μπορούν να διατηρούν το επίσημο «αντίγραφο» είτε στον τόπο κατοικίας τους είτε και στον τόπο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, γ] Το επίσημο «αντίγραφο» μιας ηλεκτρονικής διαθήκης θα πρέπει να έχει δημιουργηθεί ή αποθηκευτεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε κάθε απόπειρα αλλοίωσής του να είναι εύκολα ανιχνεύσιμη. Η θέσπιση μιας διαδικασίας ασφαλείας όπως η βιομετρική ταυτοποίηση μπορεί να εγγυηθεί ότι κάθε μελλοντική μη πιστοποιημένη απόπειρα τροποποίησης της ηλεκτρονικής διαθήκης θα επιφέρει την ακύρωση του ηλεκτρονικού αρχείου ή τουλάχιστον θα καταγράφεται σε αυτό, δ] Το επίσημο «αντίγραφο» μιας ηλεκτρονικής διαθήκης θα πρέπει να έχει δημιουργηθεί ή αποθηκευτεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε κάθε επόμενο αντίγραφο του επίσημου «αντιγράφου» να είναι διακριτό από το τελευταίο, δηλαδή να είναι εύκολα αναγνωρίσιμο ως αντίγραφο και όχι ως πρωτότυπο. Εκτός από όλες τις παραπάνω προϋποθέσεις η νομοθεσία της Νεβάδα δεν υποβάλλει την ηλεκτρονική διαθήκη σε καμία επιπλέον προϋπόθεση κύρους. Ειδικότερα, δεν τίθεται τοπικός περιορισμός στην κατάρτιση της ηλεκτρονικής διαθήκης μόνο εντός της Πολιτείας της Νεβάδα, αφού άλλωστε το γεγονός αυτό θα ήταν δύσκολο να εξακριβωθεί. Ο τύπος αυτός διαθήκης, είναι ισόκυρος με τους λοιπούς προβλεπόμενους. Ικανότητα για σύνταξη ηλεκτρονικής διαθήκης προβλέπεται για κάθε φυσικό πρόσωπο που έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας και για το οποίο δε συντρέχει κάποιος λόγος πνευματικής ανικανότητας. ΣΤ. Η εξέταση του ζητήματος στην εγχώρια έννομη τάξη
1. Η ιδιόχειρη γραφή και υπογραφή ως συστατικά στοιχεία της ιδιόγραφης διαθήκης και η διερεύνηση της ερμηνευτικής άμβλυνσης της διάταξης του άρθρου 1721 ΑΚ
Το ζήτημα της «ηλεκτρονικής διαθήκης», της διαθήκης δηλαδή που έχει συνταχθεί με τεχνολογικά μέσα, δεν έχει απασχολήσει μέχρι σήμερα την εγχώρια νομολογία, την δε θεωρία ελάχιστα. Εντούτοις, στη σύγχρονη εποχή της «κοινωνικής» δικτύωσης, η οποία αποτελεί τον πλέον σύγχρονο και διαδεδομένο τρόπο επικοινωνίας μεταξύ των κοινωνών του δικαίου, αναμένεται ότι αργά ή γρήγορα θα τεθεί ο νομικός προβληματισμός της τύχης μιας διάταξης τελευταίας βούλησης που έχει εγγραφεί σε ηλεκτρονικό μέσο ή έχει υπογραφεί ψηφιακά. Η πιο διαδεδομένη μορφή διαθήκης, αλλά σίγουρα λιγότερο προσαρμόσιμη στον ψηφιακό κόσμο, είναι η ιδιόγραφη διαθήκη. Ο λόγος είναι προφανής, το ιδιόχειρο, το κύριο χαρακτηριστικό της ιδιόγραφης διαθήκης, είναι στην πραγματικότητα ένα στοιχείο που δεν μπορεί να αναπαραχθεί από την τεχνολογία των υπολογιστών. Η γραφή είναι ο εξωγενής παράγοντας ή ο χαρακτήρας επί του οποίου ελέγχεται περισσότερο η ακρίβεια του πρωτοτύπου γνήσιου, αυθεντικού ή ακέραιου εγγράφου, σε συνδυασμό με την ύλη γραφής, τον τόπο και το χρόνο. Το ερώτημα που εγείρεται είναι κατά πόσον ο ψηφιοποιημένος γραφικός χαρακτήρας πληροί τα κριτήρια της χειρόγραφης διαθήκης. Κατά την πάγια νομολογία, ισχύει η αρχή της διάσωσης του κύρους της διαθήκης και της διαφύλαξης της τελευταίας πραγματικής βούλησης του διαθέτη,
Σελ. 334 στην οποία ο νομοθέτης αποδίδει πρωταρχική σημασία στη ρύθμιση της κληρονομικής διαδοχής, υπό το πνεύμα της οποίας πρέπει να ερμηνεύονται και οι οικείες διατάξεις. Τα παραπάνω όμως ισχύουν χωρίς να κάμπτεται η αρχή της τυπικότητας για τη νομότυπη κατάρτιση και εγκυρότητα της διαθήκης. Σήμερα εντούτοις, έχει ήδη εισαχθεί νομοθετικά η ηλεκτρονική υπογραφή, απλή και προηγμένη, καθώς και το ηλεκτρονικό έγγραφο. Τα δε ψηφιακά συστήματα γραφής έχουν πλέον κυριαρχήσει έναντι της ιδιόχειρης επί χάρτου γραφής. Το γενικότερο ζήτημα που πρέπει να ερευνηθεί είναι η δήλωση βούλησης του διαθέτη σε ψηφιακό περιβάλλον. Η ιδιαιτερότητα της ηλεκτρονικής διαθήκης συνίσταται στο ότι κατά τη διαδικασία σύνταξής της παρεμβάλλεται η χρήση Η/Υ, κινητού τηλεφώνου ή ταμπλέτας. Ο ρόλος του Η/Υ δεν είναι πάντοτε ο ίδιος. Άλλοτε ο διαθέτης μπορεί να χρησιμοποιήσει τον Η/Υ ή κάποιο από τα υπόλοιπα ηλεκτρονικά μέσα ως μέσο εξωτερίκευσης της δήλωσης βούλησής του π.χ. ως γραφομηχανή, ενώ άλλοτε ως μέσο διαβίβασης της δήλωσης βούλησης (αποστολή sms, ηλεκτρονικού μηνύματος).
2. Ο αυστηρός χαρακτήρας της διαθήκης
Ο νόμος προβλέπει πως για να αποκτήσει μία διαθήκη εγκυρότητα πρέπει να ενταχθεί σε κάποιον από τους τύπους (τακτική [ιδιόγραφη, δημόσια, μυστική] και έκτακτη διαθήκη), που ο ίδιος καθορίζει με αυστηρό και περιοριστικό τρόπο (numerus clausus των τύπων των διαθηκών). Συνεπώς, ο τύπος αποτελεί συστατικό στοιχείο των διαθηκών και λογίζεται ως εκείνο το σύνολο των χαρακτηριστικών που φέρει κάθε είδος διαθήκης, αλλά και οι επιμέρους προϋποθέσεις, αναφορικά με τον τύπο που διαφοροποιούνται ανάμεσα στα είδη αυτά. Καθώς, λοιπόν, η σύνταξη μίας διαθήκης χαρακτηρίζεται από αυξημένη πανηγυρικότητα, γίνεται λόγος και για αυστηρή τυπικότητα. Η μη νομότυπη κατάρτιση της διαθήκης οδηγεί στο μη έγκυρο αυτής ακόμα και στην περίπτωση που εκφράζει την πραγματική βούληση του κληρονομουμένου. Στην περίπτωση, λοιπόν, που παραβιάζεται ο τύπος, η απόδειξη της διαθήκης λογίζεται ως απαράδεκτη. Κατ’ εξαίρεση, μία διαθήκη που δεν καταρτίστηκε με έγγραφο τρόπο, αλλά είναι προφορική, δεν θα χαρακτηριστεί ως άκυρη, αλλά ως ανυπόστατη, ενώ κάτι τέτοιο πρέπει να γίνει λογικά δεκτό και στην περίπτωση που μία δημόσια διαθήκη συντάχτηκε ενώπιον προσώπου που δεν διέθετε την συμβολαιογραφική ιδιότητα, καθώς και όταν μία μυστική διαθήκη παραδόθηκε σε κάποιο πρόσωπο. Περαιτέρω, οι διατάξεις με αντικείμενο τις διαθήκες φέρουν χαρακτήρα αναγκαστικού δικαίου και, συνεπώς, η ιδιωτική βούληση δεν δύναται ούτε να τις τροποποιήσει, ούτε να προβεί σε αύξηση ή μείωση αυτών των ρυθμίσεων με αντικείμενο τη δημοσίευση ή την ανάκληση, καθώς αυτές στοχεύουν στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, ήτοι την εγκαθίδρυση βεβαιότητας αναφορικά με τις κληρονομικές σχέσεις. Τέλος, συναφές ζήτημα με τα ανωτέρω είναι και αυτό της αποφυγής της στενής και τυπολογικής ερμηνείας των διατάξεων που φέρει μία διαθήκη. Πράγματι, υποστηρίζεται πως η ερμηνεία των διατάξεων μίας διαθήκης θα πρέπει να είναι τελολογική, ήτοι να στοχεύει στην εξεύρεση του σκοπού που ο διαθέτης επιδίωκε με κάθε ρύθμισή του, υπό τον περιορισμό όμως της αρχής της τυπικότητας. Η αυστηρή τυπικότητα του δικαίου των διαθηκών δύναται να καμφθεί, εντός στενών προϋποθέσεων (και κατόπιν ερμηνείας), που, εφόσον ισχύουν, η εγκυρότητα της διάταξης τελευταίας βούλησης του διαθέτη να φαίνεται αδιαμφισβήτητη.
3. Το ηλεκτρονικό έγγραφο
Ως ηλεκτρονικό έγγραφο νοείται το σύνολο των εγγραφών/δεδομένων στο μαγνητικό δίσκο ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή, τα οποία αφού γίνουν αντικείμενο επεξεργασίας από την κεντρική μονάδα επεξεργασίας, αποτυπώνονται με βάση τις εντολές του προγράμματος κατά τρόπο αναγνώσιμο από τον άνθρωπο είτε στην οθόνη του μηχανήματος είτε σε προσαρτημένο εκτυπωτή κατά τη βούλησή του. Ο από δεκαετίας αυτός ορισμός, πρέπει να διευρυνθεί και να τοποθετηθεί στο διαδικτυακό περιβάλλον. Σήμερα, οποιαδήποτε πληροφορία εμφανίζεται στην οθόνη υπολογιστή χρήστη, είτε αναπαραγόμενη φευγαλέα είτε προερχόμενη από αποθηκευτικά μέσα είτε και με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, αποτελεί, στην υλική της ενσωμάτωση, «ηλεκτρονικό έγγραφο» για τις ανάγκες συναλλαγών του διαδικτυακού περιβάλλοντος. Το ηλεκτρονικό έγγραφο με την παραπάνω έννοια εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι διαφέρει ουσιωδώς από το συνηθισμένο έγγραφο των καθημερινών συναλλαγών. Καθώς η δημιουργία του μπορεί να γίνεται και από τον αποδέκτη του (μέσω της εκτύπωσης του περιεχομένου της οθόνης του ή της αποθήκευσής του σε μαγνητικό μέσο), ανατρέπεται το παραδοσιακό σχήμα της σύνδεσής ενός εγγράφου αποκλειστικά με το πρόσωπο από το οποίο προέρχεται. Πράγματι, ένα συνηθισμένο έγγραφο στον «πραγματικό» κόσμο προφανώς δημιουργείται από τον συντάκτη του, ιδίως αν φέρει και την υπογραφή του. Στο διαδικτυακό περιβάλλον αυτό δεν ισχύει, αφού ο «συντάκτης» ενός ηλεκτρονικού εγγράφου είναι βέβαια το πρόσωπο που το δημιούργησε αλλά όχι και το πρόσωπο που το ενσωμάτωσε υλικά σε χαρτί ή σε άλλο μέσο, αφού την ενέργεια αυτή (πχ. της εκτύπωσης ενός μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου) μπορεί να την κάνει και ο αποδέκτης του. Στο σημείο αυτό ακριβώς εντοπίζονται τα προβλήματα με το ηλεκτρονικό έγγραφο. Καθώς ο σύνδεσμος με τον πραγματικό του δημιουργό δεν είναι αυτονόητος και οι δυνατότητες αλλοίωσης του περιεχομένου του από τρίτους είναι ανεξάντλητες, η όποια αποδεικτική του ισχύς αμφισβητείται.
Ο νομοθέτης έχει από καιρό και ορθά επιδιώξει την κατά πλάσμα εξομοίωση των μηχανικών απεικονίσεων και του ηλεκτρονικού εγγράφου με τα «παραδοσιακά» έγγραφα. Σύμφωνα με το άρθρο 444 § 1γ ΚΠολΔ, ιδιωτικά έγγραφα θεωρούνται και οι φωτογραφικές ή κινηματογραφικές αναπαραστάσεις, φωνοληψίες και κάθε άλλη μηχανική απεικόνιση. Το βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα των μηχανικών απεικονίσεων είναι ότι η αποτύπωση πραγματοποιείται με μηχανικά μέσα. Η αποδεικτική δύναμη δε των μηχανικών απεικονίσεων ρυθμίζεται στο άρθρο 448 § 2 ΚΠολΔ. Το ηλεκτρονικό έγγραφο αποτελεί περίπτωση μηχανικής απεικόνισης, κατά την έννοια του άρθρου 444 § 1γ ΚΠολΔ, επομένως η αποδεικτική του δύναμη διέπεται από το άρθρο 448 § 2 ΚΠολΔ. Αποτελεί δηλαδή πλήρη απόδειξη που είναι δεκτική ανταπόδειξης, ως προς τα γεγονότα ή πράγματα που αναγράφει. Ενδεχόμενο παραποίησης δεν επηρεάζει την αποδεικτική ισχύ του ηλεκτρονικού εγγράφου και η αντιμετώπιση του σχετικού κινδύνου ανατίθεται στο δικαστή,
Σελ. 335ο οποίος καλείται να σταθμίσει το βάρος της ανταποδεικτικής προσπάθειας. Το ποια θεωρούνται ιδιωτικά έγγραφα ορίζεται στο άρθρο 444 ΚΠολΔ, ενώ τα άρθρα 443 και 445-448 ΚΠολΔ αφορούν στην αποδεικτική δύναμη των ιδιωτικών εγγράφων. Το δε άρθρο 449 §§ 1 και 2 ΚΠολΔ ρυθμίζει την αποδεικτική δύναμη, αντιγράφων, φωτογραφικών ή φωτοτυπιών εγγράφων. Σύμφωνα δε με τη νεοπαγή διάταξη της τρίτης παραγράφου του άρθρου 449 ΚΠολΔ [η οποία προστέθηκε με το άρθρο 101 § 2 του Ν 4727/2020], τα ακριβή ηλεκτρονικά αντίγραφα, τα ψηφιοποιημένα ηλεκτρονικά αντίγραφα και οι εκτυπώσεις αυτών έχουν αποδεικτική δύναμη ακριβού αντιγράφου, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 14 του νόμου για τη Ψηφιακή Διακυβέρνηση [Ν 4727/2020, ΦΕΚ Α' 184/ 23.09.2020], ο οποίος ενσωμάτωσε στην ελληνική νομοθεσία τις Οδηγίες (ΕΕ) 2016/2102, 2019/1024 (Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες) και 2018/1972. Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 15 § 1 του Ν 4727/2020 ηλεκτρονικά ιδιωτικά έγγραφα, τα οποία εκδίδονται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες με χρήση εγκεκριμένης ηλεκτρονικής υπογραφής ή εγκεκριμένης ηλεκτρονικής σφραγίδας, γίνονται υποχρεωτικά αποδεκτά από τους φορείς του δημόσιου τομέα, από τα δικαστήρια όλων των βαθμών και τις εισαγγελίες όλης της χώρας και από φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κατά την ηλεκτρονική διακίνησή τους. Περαιτέρω, όπως προβλέπεται στη δεύτερη παράγραφο του ίδιου άρθρου, εκτύπωση των ηλεκτρονικών ιδιωτικών εγγράφων (της πρώτης παραγράφου του άρθρου) γίνεται υποχρεωτικά αποδεκτή από τους φορείς του δημόσιου τομέα, από τα δικαστήρια όλων των βαθμών και τις εισαγγελίες όλης της χώρας και από φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες, εφόσον φέρει επικύρωση από οποιαδήποτε διοικητική αρχή ή ΚΕΠ ή δικηγόρο, η οποία γίνεται μέσω της διαπίστωσης της ταύτισης του περιεχομένου του εκτυπωμένου εγγράφου με το ηλεκτρονικό ιδιωτικό έγγραφο. Εκ των ανωτέρω διατάξεων προσδιορίζεται η έννοια του ηλεκτρονικού ιδιωτικού εγγράφου και γίνεται αντιληπτό ότι αυτή τηρείται ηλεκτρονικά. Ανεξαρτήτως δε αν εκδίδεται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες, εκδίδεται απαραιτήτως με χρήση εγκεκριμένης ηλεκτρονικής υπογραφής ή εγκεκριμένης ηλεκτρονικής σφραγίδας, επομένως δεν πρόκειται για ηλεκτρονικό ιδιωτικό έγγραφο εμπίπτον στις ως άνω ρυθμίσεις και έχον τις ως άνω ιδιότητες εάν δεν έχει εκδοθεί με τον τρόπο αυτό, αλλά έχει λ.χ. υπογραφεί με φυσική υπογραφή και το έγγραφο έχει κατόπιν σαρωθεί και σταλεί ηλεκτρονικά. Ο νομοθέτης του ν.4727/2020 θέσπισε στο άρθρο 16 αυτού τις απαραίτητες δικονομικές ρυθμίσεις για τα ηλεκτρονικά έγγραφα εν γένει. Επομένως η διάταξη αφορά αμφότερα στα δημόσια και ιδιωτικά ηλεκτρονικά έγγραφα. Ορίζεται, λοιπόν, ότι ηλεκτρονικό έγγραφο που φέρει απλή ή προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή ή προηγμένη ηλεκτρονική σφραγίδα του εκδότη του αποτελεί μηχανική απεικόνιση, κατά την έννοια του άρθρου 444 του ΚΠολΔ [περί ιδιωτικών εγγράφων] καθώς και ότι στην περίπτωση της ΑΚ 160 και του άρθρου 443 του ΚΠολΔ [περί της αποδεικτικής δύναμης ιδιωτικού εγγράφου] απαιτείται εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή ή εγκεκριμένη ηλεκτρονική σφραγίδα. Επιπρόσθετα, η δεύτερη παράγραφος της διάταξης προβλέπει ότι ηλεκτρονικά έγγραφα με απλή ή προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή εκτιμώνται ελεύθερα ως νόμιμα αποδεικτικά μέσα κατά τις ισχύουσες δικονομικές διατάξεις. Σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του άρθρου 16, λοιπόν, το ηλεκτρονικό ιδιωτικό έγγραφο για να έχει αποδεικτική δύναμη απαιτείται αντί της ιδιόχειρης υπογραφής του εκδότη του κατά το άρθρο 443 ΚΠολΔ, έχει εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή ή εγκεκριμένη ηλεκτρονική σφραγίδα.
4. Το μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail)
Για τη λειτουργία του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) ως μέσου επικοινωνίας στο διαδίκτυο, απαιτείται εκτός της σύνδεσης με κάποιον διαμετακομιστή και η χρήση ενός ειδικού κωδικού, βάσει του οποίου αναγνωρίζεται ο χρήστης στο σύστημα είτε ως αποστολέας είτε ως λήπτης ηλεκτρονικών μηνυμάτων. Ο κωδικός αυτός αποτελεί την ηλεκτρονική διεύθυνση (e-mail) του χρήστη, έτσι όπως αυτή διαμορφώνεται κατά πρωτότυπο τρόπο από τον ίδιο με τη χρήση χαρακτήρων της επιλογής του, οι οποίοι συνδυάζονται με το σύμβολο, και με χαρακτήρες που θέτει ο διαμετακομιστής, κατά τέτοιον τρόπο ώστε ο συγκεκριμένος συνδυασμός χαρακτήρων να αφορά μόνον στον χρήστη που τον έχει ορίσει, χωρίς να είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί νόμιμα από άλλον. Η απεικόνιση της διεύθυνσης του αποστολέα πάνω στο μήνυμα καθιστά αυτόν απολύτως συγκεκριμένο για τον παραλήπτη, με συνέπεια να μην είναι δυνατόν να επέλθει σύγχυση του με άλλον χρήστη του ίδιου συστήματος, ενώ η ταύτιση του με το περιεχόμενο του μηνύματος είναι άρρηκτη. Στην περίπτωση αυτή το θέμα της γνησιότητας του ηλεκτρονικού εγγράφου μεταβάλλεται στο κατά πόσο ο αποστολέας είναι αυτός που συνάγεται να είναι.
Κρίσιμο στοιχείο για την υπαγωγή του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στους κανόνες των άρθρων 443 και 444 του ΚΠολΔ αποτελεί η κατανόηση του τρόπου λειτουργίας του, διότι αυτό δεν είναι απλά ένα ηλεκτρονικό έγγραφο, το οποίο υπάρχει αποθηκευμένο στο λογισμικό ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή, ή ένα έγγραφο του οποίου η απεικόνιση μεταφέρεται ενσύρματα ή ασύρματα (τηλεομοιοτυπία). Η τυπική αποστολή του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου οδηγεί υποχρεωτικά στην ταύτιση του μηνύματος και αποστολέα, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μην είναι μεταβιβάσιμο το μήνυμα, αν δεν συνοδεύεται από την ηλεκτρονική διεύθυνση του αποστολέα και βεβαίως δεν έχει και συγκεκριμένο, υπαρκτό παραλήπτη. Αυτό έχει ως λογική συνέπεια ότι, κατά την αποστολή ενός μηνύματος μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, η δήλωση βούλησης του αποστολέα ταυτίζεται με την ηλεκτρονική του διεύθυνση, αποτελεί ένα ενιαίο σύνολο, ώστε να καταστεί δυνατή τεχνικά η παραλαβή της από τον παραλήπτη και φυσικά είναι ήσσονος σημασίας η μορφή ή η διάταξη με την οποία απεικονίζεται μηχανικά στο έντυπο. Επομένως, ο καθορισμός της ηλεκτρονικής διεύθυνσης κατά τρόπο μοναδικό από τον ίδιο χρήστη και η δήλωση της σε κάθε αποστελλόμενο ηλεκτρονικό μήνυμα συνιστά απόδειξη της ταυτότητας του εκδότη του και κατ’ αναλογία για τα οριζόμενα για το παραδοσιακό έγγραφο του άρθρου 443 ΚΠολΔ, η μηχανική του απεικόνιση σε έντυπο εμπίπτει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 444 περ. 3 ΚΠολΔ, στην έννοια του ιδιωτικού εγγράφου, με αποδεικτική δύναμη σε βάρος του εκδότη του (συνδυασμός των άρθρων 443, 444 και 445 ΚΠολΔ), διότι αυτή ακριβώς η μοναδική για κάθε χρήστη ηλεκτρονική διεύθυνση, που έχει ορισθεί και εφαρμοσθεί από τον ίδιο τον αποστολέα, έχει τον χαρακτήρα της ιδιόχειρης υπογραφής, έστω και αν δεν έχει την παραδοσιακή μορφή της τελευταίας. Έτσι, το επικυρωμένο κατά το νόμο αντίγραφο του αποσταλέντος ηλεκτρονικού μηνύματος, το οποίο περιέχεται στο σκληρό δίσκο του παραλήπτη, αποτελεί πλήρη απόδειξη ότι η περιλαμβανόμενη σε αυτό δήλωση προέρχεται από τον
Σελ. 336 εκδότη αποστολέα του, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 445 του ΚΠολΔ. Βέβαια, η λειτουργία του συστήματος κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα είναι δυνατόν να υποκρύπτει τον κίνδυνο, ότι η αποστολή του συγκεκριμένου μηνύματος έγινε από άλλο πρόσωπο από αυτό στο οποίο ανήκει η συγκεκριμένη ηλεκτρονική διεύθυνση κάνοντας χρήση αυτής (με οποιαδήποτε τρόπο) χωρίς την έγκρισή του. Η ελαττωματικότητα αυτή του μηνύματος που εστάλη, παραπέμπει ευθέως στις διατάξεις περί πλαστότητας του ΚΠολΔ (460 επ.) εγκαθιστώντας αναστροφή του βάρους απόδειξης στον επικαλούμενο αυτή, για το λόγο ότι η λειτουργία του συστήματος του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου παρέχει εγγυήσεις για την πιστότητα της και η οποιαδήποτε παθολογία εμφανίζεται δεν προέρχεται από ελάττωμα του συστήματος αλλά από επέμβαση τρίτου σε αυτό, γεγονός το οποίο δεν ανήκει στη σφαίρα επιρροής του φερόμενου ως αποστολέα. Με δεδομένα τα ανωτέρω, περιορίζεται ουσιαστικά η ενέργεια της § 4 του άρθρου 457 του ΚΠολΔ στο ζήτημα της ταυτότητας μεταξύ περιεχομένου του σκληρού δίσκου του ηλεκτρονικού υπολογιστή και της μηχανικής απεικόνισής τους. Συμπερασματικά, η υπηρεσία του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου παρέχει τη δυνατότητα ανταλλαγής μηνυμάτων μεταξύ των χρηστών με τρόπο ανάλογο με αυτόν του παραδοσιακού ταχυδρομείου. Δικονομικά δε, τα γραπτά μηνύματα θα πρέπει να αντιμετωπιστούν για την ταυτότητα του νομικού λόγου, όπως οι επιστολές, αφού σε αμφότερες τις μορφές αυτού του είδους της επικοινωνίας συνυπάρχουν τα στοιχεία της αποτυπωμένης σε αναγνώσιμη μορφή επικοινωνίας από απόσταση, ενώ η μετάβαση από την κυριαρχία της επιστολής στην κυριαρχία του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, έγινε κυρίως λόγω του εκσυγχρονισμού της διαθέσιμης τεχνολογίας. Ήδη δε, έχει κριθεί νομολογιακά, ότι το κείμενο της ιδιόγραφης διαθήκης µπορεί να έχει την µορφή επιστολής προς τον τιµώµενο ή και προς τρίτον. Στην περίπτωση του μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e mail) είναι ηλεκτρονικό έγγραφο το οποίο μπορεί να ενσωματωθεί σε επί χάρτου αποτυπωμένο έγγραφο, η δε ιδιόχειρη υπογραφή αντικαθίσταται από μηχανικό ισοδύναμο, ήτοι την πιστοποίηση της προέλευσης του από σαφώς προσδιορισμένου εκδότη.
5. Η ψηφιακή υπογραφή
Σύμφωνα με το άρθρο 16 του Ν 4727/2020 (ΦΕΚ Α΄184/23. 09.2020): «1. Ηλεκτρονικό έγγραφο που φέρει απλή ή προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή ή προηγμένη ηλεκτρονική σφραγίδα του εκδότη του αποτελεί μηχανική απεικόνιση, κατά την έννοια του άρθρου 444 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Στην περίπτωση του άρθρου 160 του Αστικού Κώδικα και του Άρθρου 443 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας απαιτείται εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή ή εγκεκριμένη ηλεκτρονική σφραγίδα. 2. Ηλεκτρονικά έγγραφα με απλή ή προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή εκτιμώνται ελεύθερα ως νόμιμα αποδεικτικά μέσα κατά τις ισχύουσες δικονομικές διατάξεις». Η ψηφιακή υπογραφή είναι ισοδύναμη με την ιδιόχειρη υπογραφή. Η ασφάλεια δηλαδή και βεβαιότητα δικαίου που παρέχεται με την απλή ή την προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή δεν υστερεί από την παρεχόμενη με το ενυπόγραφο παραδοσιακό ιδιωτικό έγγραφο. Δεν είναι χειρόγραφη, ωστόσο η ειδική λειτουργία αυτής της απαίτησης, δηλαδή η διασφάλιση της αποκλειστικής προέλευσης του συνδρομητή, η οποία ικανοποιείται μέσω της παρουσίας του ιδιωτικού κλειδιού, το οποίο στην πραγματικότητα βρίσκεται στην αποκλειστική διάθεση του κατόχου. Όσον αφορά το όνομα, η ψηφιακή υπογραφή έχει πιο περίπλοκο περιεχόμενο από την ένδειξη του ονόματος και του επωνύμου, αλλά επιτρέπει σε κάθε περίπτωση τον εντοπισμό του κατόχου του ιδιωτικού κλειδιού. Εάν η υπογραφή αντιγραφεί και τοποθετηθεί σε άλλο έγγραφο, η εφαρμογή του δημόσιου κλειδιού και η επακόλουθη επικύρωση θα εγγυώνται τον άμεσο εντοπισμό της πλαστογράφησης.
6. Ιδιόγραφη διαθήκη που υπογράφτηκε με ψηφιακή υπογραφή
Ανακύπτει το ερώτημα εάν υπό το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, θα μπορούσε να κριθεί έγκυρη μία ιδιόγραφη διαθήκη που υπογράφηκε με ψηφιακή υπογραφή. Προκειμένου να τεθεί ηλεκτρονική υπογραφή σε ένα έγγραφο, αυτό θα πρέπει πρώτα να έχει σαρωθεί και σταλεί ηλεκτρονικά. Επομένως στην ερευνώμενη υποθετική περίπτωση, το χειρόγραφο κείμενο της ιδιόγραφης διαθήκης, επί του οποίου ενδεχομένως ο διαθέτης να έχει ήδη θέσει ιδιοχείρως και την υπογραφή του, θα υποστεί σάρωση (σκανάρισμα) και ακολούθως επί αυτού ο διαθέτης θα ενσωματώσει την ηλεκτρονική υπογραφή του. Ήδη δε με την προπεριγραφείσα διαδικασία, το έγχαρτο έγγραφο της ιδιόγραφης διαθήκης θα έχει καταστεί μη γνήσιο ηλεκτρονικό έγγραφο. Στην περίπτωση της μυστικής διαθήκης, η θέση από το διαθέτη προηγμένης ηλεκτρονικής υπογραφής μπορεί να γίνει δεκτή, με βάση τη συνδυαστική ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 1740 ΑΚ, με αυτή του άρθρου 3 § 1 ΠΔ 150/2001, καθώς δεν απαιτείται ιδιόγραφη γραφή και υπογραφή του διαθέτη. Μία όμως αναλογική εφαρμογή και στην περίπτωση της ιδιόγραφης διαθήκης, είναι εριζόμενη, καθώς προσκρού
Σελ. 337ει στην αυστηρή τυπικότητα από την οποία χαρακτηρίζεται η σύνταξή της. Είναι μεν αληθές ότι στις διαθήκες (τόσο στη μυστική όσο και την ιδιόγραφη), σκοπός της υπογραφής είναι η διακρίβωση της ταυτότητας του διαθέτη και η διαπίστωση ότι οι διατάξεις της αποτελούν την οριστική του βούληση. Εντούτοις, στην ιδιόγραφη διαθήκη, δεν απαιτείται μόνο η ιδιόχειρη υπογραφή του διαθέτη, σύμφωνα με το άρθρο 160 ΑΚ (ήδη σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 2 του Ν 4727/2020, η ψηφιακή υπογραφή είναι ισοδύναμη με την ιδιόχειρη υπογραφή), αλλά επιπλέον πρέπει να έχει συνταχθεί εξ ολοκλήρου ιδιοχείρως από αυτόν και συγχρόνως να την έχει χρονολογήσει ο ίδιος. Συνεπώς, το νοηματικό περιεχόμενο της έννοιας του εγγράφου, περιορίζεται στην περίπτωση του άρθρου 1721 ΑΚ, το οποίο επιβάλλει για την ιδιόγραφη διαθήκη ιδιαίτερη περίπτωση έγγραφου τύπου, αποκλείοντας κάθε μορφή μηχανικής απεικόνισης. Έτσι λοιπόν η ισοτιμία της ιδιόχειρης προς την προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή στην τυπική δικαιοπραξία της ιδιόγραφης διαθήκης αναιρείται, καθώς η ιδιαίτερη τυπική προϋπόθεση του άρθρου 1721 ΑΚ δεν περιορίζεται μόνο στη διαδικασία υπογραφής του κειμένου, αλλά αφορά και στο υλικό καταγραφής του κειμένου.
Ζ. Σκέψεις de lege ferenda
Η ηλεκτρονική διαθήκη θα μπορούσε να εισαχθεί στην εγχώρια έννομη τάξη, ως ένας νέος τύπος διαθήκης, καθώς λόγω της αρχής του κλειστού αριθμού των διαθηκών θα πρέπει ο τύπος αυτός διαθήκης να προβλεφθεί ρητά στο νόμο. Ο νομοθέτης δεν θα πρέπει να προσδιορίσει κατά τρόπο δεσμευτικό τον απαιτούμενο τύπο ηλεκτρονικού αρχείου, όπως λ.χ. δισκέτα, σκληρός δίσκος, κάρτα μνήμης, USB ή κάποιο άλλο μέσο ηλεκτρονικής αποθήκευσης της διαθήκης, προφανώς για να διασφαλίσει την αναγκαία ευελιξία ως προς το θέμα αυτό ενόψει της ραγδαίας εξέλιξης της τεχνολογίας (να μην καταστεί δηλαδή σταδιακά παρωχημένο το προβλεπόμενο από το νόμο μέσω αποθήκευσης).
Αναφορικά με τη δημοσίευση της διαθήκης αυτής, ενόψει της ρύθμισης του άρθρου 1774 ΑΚ, όποιος κατέχει το ηλεκτρονικό αρχείο της διαθήκης θα οφείλει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση να το εμφανίσει για δημοσίευση στο δικαστήριο. Θα πρέπει προς τούτο να προσκομιστεί το κινητό πράγμα επί του οποίου είναι καταγραμμένη η διαθήκη (Η/Υ, ταμπλέτα, κινητό τηλέφωνο). Περαιτέρω, το περιεχόμενο της διαθήκης θα πρέπει προφανώς να αποτυπωθεί σε έγχαρτη μορφή (εκτύπωση του ηλεκτρονικού αρχείου που γράφηκε και αποθηκεύτηκε στον υπολογιστή, φωτογραφίες που απεικονίζουν την οθόνη του κινητού με τα SMS ή φωτοαντίγραφα που απεικονίζουν τα SMS με τη χρήση της δυνατότητας «screenshot» -με την ελληνική ορολογία «στιγμιότυπο» ή «ψηφιακή φωτογραφία οθόνης κινητού»). Κατά τα λοιπά θα καταχωρηθεί στο πρακτικό δημοσίευσης, όπως προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 1771 ΑΚ, το δε κινητό πράγμα (η φορητή συσκευή αποθήκευσης) θα φωτογραφηθεί και θα ενσωματωθεί ομοίως στο πρακτικό δημοσίευσης και ακολούθως θα επιστραφεί στον κάτοχό του, ο οποίος θα πρέπει σε περίπτωση αμφισβήτησης της γνησιότητας της διαθήκης, να το προσκομίσει στον πραγματογνώμονα. Υπό το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, μία «διαθήκη» που θα έχει αποσταλεί με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, sms ή θα έχει συνταχθεί σε έγγραφο στον ηλεκτρονικό υπολογιστή προσκρούει στην αυστηρή τυπικότητα και αυξημένη πανηγυρικότητα που απαιτείται για τη σύνταξη της ιδιόγραφης διαθήκης. Επισημαίνεται δε, ότι η αρχή της διάσωσης του κύρους της διαθήκης και της διαφύλαξης της τελευταίας πραγματικής βούλησης του διαθέτη (favor testamenti, interpretatio benigna) είναι αρχές που αφορούν στην αποφυγή της στενής και τυπολογικής ερμηνείας των διατάξεων που περιλαμβάνει μία ιδιόγραφη διαθήκη και συνεπώς δεν μπορούν να εφαρμοστούν κατά το αναγκαίως προηγούμενο ζήτημα του κύρους σύνταξης της ιδιόγραφης διαθήκης που χαρακτηρίζεται όπως προεκτέθηκε από αυστηρή τυπικότητα, ούσα η διάταξη του άρθρου 1721 κανόνας δημόσιας τάξης κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 3 ΑΚ.
Η. Εμπόδια στη θεσμοθέτηση των ηλεκτρονικών διαθηκών
Η θεσμοθέτηση των ηλεκτρονικών διαθηκών προσκρούει σε μια πλειάδα εμποδίων διαφορετικής φύσης (τεχνικά, κοινωνικά, νομικά). Σοβαρό τεχνικό εμπόδιο συνιστά η αδυναμία διασφάλισης της ύπαρξης ενός και μόνου επίσημου «αντιγράφου», στο μέτρο που οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές μπορούν να δημιουργήσουν τέλεια αντίγραφα. Εξίσου σημαντικά εμπόδια εγείρονται όμως και ως προς την αξιοπιστία ενός ηλεκτρονικού αρχείου. Η ιλιγγιώδης ταχύτητα εξέλιξης τόσο του υλικού (hardware) όσο και του λογισμικού (software) και η συνακόλουθη τεχνολογική απαξίωση των παλιότερων μοντέλων καθιστούν αμφίβολη τη διατήρηση των ψηφιακών μορφών εις το διηνεκές και επομένως δεν αποκλείεται μία ηλεκτρονική διαθήκη που γράφεται και αποθηκεύεται σήμερα να είναι απροσπέλαστη κατά το χρόνο θανάτου του διαθέτη που μπορεί να επέλθει αρκετές δεκαετίες αργότερα, καθώς η τεχνολογία που ενσωμάτωνε το ηλεκτρονικό μέσο κατέστη παρωχημένη. Μόνο η αποθήκευση στο cloud (υπολογιστικό νέφος) προσφέρει μια σχετικά ασφαλή επιλογή για μακροπρόθεσμη αποθήκευση, εάν οι διακομιστές συντηρούνται και αντικαθίστανται τακτικά. Ωστόσο, λόγω της εξαιρετικά ταχείας εξέλιξης της τεχνολογίας, είναι αμφίβολο αν το λογισμικό στο μέλλον θα υποστηρίζει την ανάγνωση αρχείων που έχουν δημιουργηθεί 20, 30 ή 40 χρόνια πριν, καθώς ακόμη και στα μικρότερα χρονικά διαστήματα προκύπτουν σοβαρά προβλήματα στην ανάγνωση αρχείων που έχουν δημιουργηθεί με παρωχημένες εκδόσεις λογισμικού. Στα παραπάνω στοιχεία μπορεί κανείς να προσθέσει και εμπόδια κοινωνικής φύσης, λ.χ. από την γενικότερη τεχνοφοβία και την αντίσταση σε κάθε αλλαγή μέχρι την έλλειψη γνώσεων και δεξιοτήτων σχετικά με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές (ψηφιακός αναλφαβητισμός), γεγονός που θα καθιστούσε επίσης δυνατή τη χειραγώγηση των διαθετών από όσους διαθέτουν τεχνολογικές γνώσεις, με τρόπους που δεν θα μπορούσαν να ανακαλυφθούν εύκολα. Επιπλέον όσο και αν η θεσμοθέτηση της ηλεκτρονικής διαθήκης φαντάζει δελεαστική, εντούτοις, όπως και στην περίπτωση της ιδιόγραφης διαθήκης, πάντοτε θα ανακύπτει το ζήτημα εάν το ηλεκτρονικό αρχείο περιέχει πράγματι τη διαθήκη του διαθέτη ή πρόκειται για απλό σχέδιό της ή εάν ο διαθέτης είχε animus testamenti ή εάν η σύνταξη του κειμένου στον Η/Υ ή η αποστολή ηλεκτρονικού μηνύματος έγινε από άλλο πρόσωπο από αυτό στο οποίο ανήκει η συγκεκριμένη ηλεκτρονική διεύθυνση κάνοντας χρήση αυτής (με οποιαδήποτε τρόπο) χωρίς την
Σελ. 338έγκριση του ή εάν τέλος εμφιλοχώρησε λανθασμένη πληκτρολόγηση ή μη ηθελημένη -κατά λάθος- αποστολή ενός μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που περιέχει μια διαθήκη. Η ελαττωματικότητα αυτή του εγγράφου που συντάχθηκε στον Η/Υ ή του μηνύματος που εστάλη, παραπέμπει ευθέως στις διατάξεις περί πλαστότητάς του.
Θ. Συμπεράσματα
Η μετάβαση στην ψηφιακή εποχή θα μετασχηματίσει θεμελιώδεις αρχές του κληρονομικού δικαίου, το οποίο χαρακτηρίζεται από την εγγενή βραδύτητά του στην προσαρμογή σε κοινωνικές και τεχνολογικές αλλαγές. Η ολοένα και αυξανόμενη αξιοποίηση των ηλεκτρονικών υπολογιστών δύναται να επιδράσει σημαντικά και στο δίκαιο των διαθηκών, δημιουργώντας ένα νέο τύπο διαθήκης, την ηλεκτρονική διαθήκη. Ήδη σε ορισμένες χώρες του common law, γίνεται δεκτή η εγκυρότητα αυτών, παρά την έλλειψη σχετικής νομοθετικής πρόβλεψης. Στο μέλλον, θα δημιουργούνται όλο και περισσότερες «διαθήκες» με τη χρήση ψηφιακών τεχνολογιών. Αυτές οι διαθήκες είναι προφανές ότι δεν θα εναρμονίζονται με την αυστηρή τυπικότητα που διέπει τον τύπο των διαθηκών. Συνεπώς μεσομακροπρόθεσμα, θα καταστεί αναγκαία η νομοθετική τους ρύθμιση, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ελευθερία διάθεσης των διαθετών μέσω των διαθηκών τους, ανεξάρτητα από τη μορφή με την οποία επιλέξουν να τις συντάξουν. Εντούτοις ο νομοθέτης θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός σε περίπτωση που θεσπιστεί νομοθετικά ο τύπος της ηλεκτρονικής διαθήκης, λόγω της ευκολίας δημιουργίας αλλοιωμένων ηλεκτρονικών αντιγράφων χωρίς εμφανή ίχνη των επεμβάσεων. Σε κάθε περίπτωση, η νέα τεχνολογία, δεν αποτελεί απειλή ούτε για το διαθέτη, ούτε για τη νομική επιστήμη, ούτε για τον ειδικευμένο δικαστικό γραφολόγο, αλλά αποτελεί μία πρόκληση και συνάμα μια αναπόφευκτη εξέλιξη που αργά ή σύντομα θα γίνει πραγματικότητα. Δεν μπορεί να γίνει πρόβλεψη εάν οι προσαρμογές στις τεχνολογικές εξελίξεις θα επέλθουν στο εγγύς ή το απώτερο μέλλον, κυρίως λόγω της βραδύτητας της νομικής επιστήμης να αφομοιώσει τις τεχνολογικές καινοτομίες. Πρέπει όμως να έχουμε υπόψη ότι οι σημερινοί 20χρονοι που είναι πλήρως εξοικειωμένοι με τη χρήση των νέων ψηφιακών τεχνολογιών, είναι οι αυριανοί διαθέτες, μία σημαντική μερίδα των οποίων είτε από άγνοια είτε από επιλογή, θα καταγράψουν την τελευταία τους βούληση με τη χρήση ψηφιακών μέσων.
Basic References List
1) Banks J., “Turning won’t into a will: Revisiting will formalities and e-filing as permissible solutions for electronic wills in Texas”, Estate Planning & Community Property Law Journal, no. 8 (2015), 291-315.
2) Banta N., Electronic Wills and Digital Assets: Reassessing Formality in the Digital Age, Baylor Law Review, Vol. 71, No. 3, pp. 547 – 603.
3) Beyer G.,/Hargrove C., “Digital wills: Has the time come for wills to join the digital revolution?”, Ohio Northern University Law Review, Vol. 33, no. 33 (2007), 865-902.
4) Boddery SS., «Electronic Wills: Drawing a Line in the Sand Against their Validity», Real Property, Trust and Estate Law Journal, Vol. 47, No. 1 (2012), 197 – 212.
5) Caldwell Ch.J., «Should “E-Wills” Be Wills: Will Advances in Technology Be Recognized for Will Execution? », in 63 Univ. of Pitt. L. Rev. (2002), p. 467.
6) Cristiani F., Testamento e nuove tecnologie, ed. Giappichelli 2012.
7) Fabre A. A./Hernández Sánchez M.L., Testamento y herencia digital, No 4, p. 120, Rivista Multidisciplinar des Cedegs, 2021.
8) Gee K., “Beyond Castro’s tablet will: Exploring electronic will cases around the world and re-visiting Ohio’s harmless error statute”, Probate Law Journal of Ohio, (2016), p. 149-156.
9) Gee K., Electronic wills and the future: When today’s techie youth become tomorrow’s testators, available at: https://www.sssblaw.com/media/1140/chapter_1_gee electronic wills and the future_2015_pliskin_2015918.pdf.
10) Gee K., Electronic Wills At Our Fingertips, Should They Be Admitted to Probate? Cleveland Metropolitan Bar Association, 2013
11) Ghatak C., Leaving My Legacy Online – Weighing the Viability of Recognising Digital Wills in India, Nirma University Journal, Vol. 7, No. 1, 2018, pp. 87 – 98.
12) Giner Candía J., (2016). El testamento digital sí existe y ya ha llegado. En R. Olivia León, & S. Valero Barceló, Testamento ¿Digital? España: Desafíos legales #RetoJCF Juristas con futuro.
13) Grant J.K., “Shattering and moving beyond the Gutenberg Paradigm: The dawn of modern will”, University of Michigan Journal of Law Reform, no. 42 (Fall 2008), 105-140.
14) Grondona M., Il testamento filmato negli Stati Uniti d’America, Tradizione e modernità del diritto ereditario nella prassi notarile, available at: https://elibrary.fondazionenotariato.it/articolo.asp?art=53/5316&mn=3
15) Hall P., Welcoming e-wills into the mainstream: the digital communication of testamentary intent, Nevada Law Journal, [vol 20.1], 2019, p. 339-372.
16) Kalantzis N/Platt A., Digitally recorded signatures (Biometric signatures) – A brief introduction (in greek), Penal Justice (rev) 2020,1006επ.
17) Klasiček D., 21st Ccentury wills, διαθέσιμο σε https://www.researchgate.net/publication/334602013_21st_CENTURY_WILLS
18) Kontogeorgou E., Digital Contracts, smart contracts, Remote notarial acts (in greek), Athens, 2021.
19) Livieratos E., Videotaped will (in greek), ΝοΒ 1977,1074επ.
20) Martin-Tep K., Technology and wills – the dawn of a new era (COVID-19 special edition), 2020.
21) Maniotis D., electronic document -current practical applications (in greek), EPolD (rev) 2017,105επ.
Σελ. 33922) Max E., «Videotaped Wills: Status of Present Statutory Law and Implication for Expanded Use», in 4 Conn. Probate L. Journ. (1988), p. 125.
23) Mcgarry L.L., «Videotaped Wills: An Evidentiary Tool or a Written Will Substitute? », in 77 Iowa L. Rev. (1992), p. 1187.
24) Nunez A.V., «A Testament to Inefficacy: Louisiana’s New Legislation Allowing for the Admissibility of Videotape Evidence in the Probate Process», in 67 Louis. L. Rev. (2007).
25) Oruç M., Electronic will, İstanbul Hukuk Mecmuası, 76 (1): 205–219, (2018).
26) Papakonstantinou E., Computer Law (in greek), Athens-Thessaloniki 2010.
27) Pareja R., ‘Testamentos electrónicos’ La Ley, I, 7151 (2009).
28) Patti S., Il testamento olografo nell’era digitale, in Riv. dir. civ., 2014, p. 992.
29) Perrillo R., Testamento audiovisual: Una evolucion al derecho de sucesiones, Trust and Estates 53, No. 2., 2014, pp. 285 – 306.
30) Ross C.M., “Probate - Taylor v. Holt: The Tennessee Court of Appeals allows a computer-generated signature to validate a testamentary will”, The University of Memphis Law Review, no. 35 (2005), 603-618.
31) Sasso I., Il formalismo testamentario nell’era digitale tra Stati Uniti e Italia, in Rass. dir. civ., 2018, p. 213.
32) Sasso I., Will formalities in digital age, The Italian Law Journal, Vol. 04 – No. 01, p. 169. 2018.
33) Snail, S./Hall, N., Electronic Wills in South Africa, Digital Evidence and Electronic Signature Law Review, Vol. 7, 2010, pp. 67 – 70.
34) Sneddon KJ., «Speaking for the Dead: Voice in Last Wills and Testaments», in 85 St. John’s L. Rev. (2011), p. 683.
35) Stilinović M., Testamentary Dispositions in the context of global pandemic, διαθέσιμο σε: https://hrcak.srce.hr/ojs/index.php/eclic/article/view/18318.
36) Tabanlıoğlu A./Tenekeci M./Çalışkan E./Süleyman A./Nacar M.A., “Veraset Sistemine Yenilikçi Bir Yaklaşım: e-Vasiyet Servisi”, available at: http://ab.org.tr/ab15/ bildiri/363.pdf.
37) Trokanas Th., Digital wills (in greek), Private law chronicles (rev) 2016,75επ.
38) Trokanas Th., Redefining the principle of freedom of disposal in the light of the drafting of electronic wills (in greek), Greek Justice (rev) 2019,709επ.
39) Wood-Bodley M.C., “Macdonald v The Master: Computer files and the ‘rescue’ provisions of Wills Act”, The South African Law Journal, no. 121 (2004), 34-45.
40) Zekos G., Internet & artificial intelligence in Greek law (in greek), Athens-Thessaloniki, 2022.
41) Zickefoose T., «Videotaped Wills: Ready for Prime Time», in 9 Probate L. Journ. (1989), p. 139.
anchor link
Εγγραφήκατε επιτυχώς στο newsletter!
Η εγγραφή στο newsletter απέτυχε. Παρακαλώ δοκιμάστε αργότερα.
Αρθρογραφία, Νομολογία ή Σχόλια | Άμεση ανάρτηση | Επώνυμη ή ανώνυμη | Προβολή σε χιλιάδες χρήστες σε όλη την Ελλάδα