Κείμενο

Ομάδα Εργασίας
Παρασκευή Καπογιαννάτου (Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.)
Αναστασία Κατσίφη (Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.)
Γεωργία Κεφάλα (Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.)
Βασιλική Οικονόμου (Δικηγόρος, Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.)
Άγγελος Παπαθανασίου (Δικηγόρος, Μεταπτυχιακός Φοιτητής Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.)
Έλλη Χαντζίδου (Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.)
Επιβλέπουσα:
Πρεβεδούρου Ευγενία (Καθηγήτρια Δημοσίου Δικαίου Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.)
I. Εισαγωγή
Αντικείμενο της ανά χείρας μελέτης και των καταληκτικών προτάσεων αποτελεί η ειδικότερη θεματική της εποπτείας που ασκεί η κεντρική διοίκηση επί της τοπικής αυτοδιοίκησης όσον αφορά τη διαχείριση αδέσποτων ζώων, βάσει των ρυθμίσεων του Ν. 4830/2021. Μέσα από το πρίσμα της διαχείρισης των ζώων συντροφιάς, είχαμε την ευκαιρία να αναλύσουμε τις παθογένειες της διοίκησης και να εντοπίσουμε το σημαντικό έλλειμμα ενασχόλησης, σε θεωρητικό επίπεδο, με το οργανωτικό τμήμα του διοικητικού δικαίου, το οποίο οφείλει, κατά την πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, να εμπλουτίζεται από τα πορίσματα της διοικητικής επιστήμης. Εξετάσαμε, ειδικότερα, το πρόβλημα της κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ παλαιότερων και νεοπαγών οργανωτικών μονάδων και, συνακολούθως, της επικάλυψης, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε παράλυση του διοικητικού μηχανισμού. Εστιάσαμε, βεβαίως, στα προβλήματα της εποπτείας του κράτους επί των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και της ανεπάρκειας των πόρων που θα έπρεπε να διατίθενται στους δήμους για την αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων τους. Διαπιστώσαμε την ανάγκη εμπλουτισμού της αρχής της νομιμότητας με τις επιταγές της αποτελεσματικότητας και της ορθολογικής λειτουργίας της διοίκησης και τη σημασία πρόβλεψης εργαλείων παρακολούθησης και υποστήριξης της δράσης των ΟΤΑ, πέρα από την ενίσχυση των δυνατοτήτων έννομης προστασίας κατά ενδεχόμενης ολιγωρίας τους. Πολύτιμο βοήθημα για την έρευνά μας αλλά και τη διατύπωση προτάσεων αποτέλεσε η Έκθεση 3/2023 του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
II. Επισκόπηση κανονιστικού πλαισίου
1. Ο προϊσχύσας Ν 4039/2012
Ο Ν 4039/2012 αποτέλεσε ένα σημαντικό νομοθέτημα με αντικείμενο την οργάνωση των δήμων και των τοπικών κοινοτήτων, ως αρμόδιων αρχών για την προστασία των ζώων συντροφιάς. Ο νόμος αυτός συνέβαλε στην αποκέντρωση και στη μεταβίβαση ορισμένων εξουσιών και αρμοδιοτήτων από την κεντρική κυβέρνηση στις τοπικές αρχές, παρέχοντάς τους μεγαλύτερη αυτονομία στην λήψη των αποφάσεων, ενώ σημαντική ήταν και η επιδίωξη δημοσιονομικής βιωσιμότητας μέσω της ενίσχυσης των πόρων των τοπικών αρχών και της βελτιστοποίησης της είσπραξης εσόδων. Στόχος του νόμου ήταν η διασφάλιση της υγείας και ευζωίας των δεσποζόμενων και αδέσποτων ζώων συντροφιάς, μέσω της λήψης διάφορων καίριων μέτρων. Τα μέτρα που ελήφθησαν όσον αφορά τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς περιγράφονται στο άρθρο 9 του νόμου. Πριν τον σχολιασμό και την ανάλυση του άρθρου αυτού, επιβάλλεται η μνεία του άρθρου 2, το οποίο καθόρισε τις αρμόδιες αρχές για την προστασία και την ευζωία των ζώων. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, «αρμόδια αρχή για την προστασία των ζώων και την τήρηση των κανόνων ευζωίας του είναι η Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων». Στο σημείο αυτό εντοπίζεται και μια από τις βασικές διαφορές σε σχέση με τον νέο και ισχύοντα πλέον Ν 4830/2021 καθώς, όπως θα εκτεθεί και παρακάτω, η προστασία των ζώων μεταφέρθηκε στο Υπουργείο Εσωτερικών, ένα Υπουργείο που στερείται εξειδίκευσης, γεγονός που εγείρει προβληματισμό ως προς το κατά πόσο επιδιώκεται τελικά η προστασία των ζώων. Η υποχρέωση περισυλλογής και διαχείρισης αδέσποτων ζώων συντροφιάς ανατέθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 9 του Ν 4039/2012, στους Δήμους, ενώ η αρμοδιότητα αυτή μπορεί να ασκείται και από συνδέσμους δήμων, καθώς και από φιλοζωικές ενώσεις και σωματεία, εφόσον αυτά διαθέτουν υποδομή, συνιστάμενη στην ύπαρξη κατάλληλων σχετικών εγκαταστάσεων ή οχημάτων μεταφοράς ζώων και ανθρώπινο δυναμικό με εμπειρία στον χειρισμό των ζώων. Τα παραπάνω καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Προκειμένου να επιτευχθεί η περισυλλογή και η διαχείριση των αδέσποτων ζώων, οι Δήμοι είναι υποχρεωμένοι να δημιουργήσουν τις κατάλληλες υποδομές, δηλαδή κτηνιατρεία και καταφύγια, επιτρεπόμενης της συνεργασίας με ενδιαφερόμενα φιλοζωικά σωματεία και ενώσεις ή και εθελοντές φιλόζωους. Tα καταφύγια αυτά αποτελούν χώρους προσωρινής μόνο παραμονής και περίθαλψης. Αυτό σημαίνει ότι μπορούν να επιστρέψουν στο φυσικό τους περιβάλλον, λαμβανομένης υπόψη της πυκνότητας του πληθυσμού των αδέσποτων ζώων στην περιοχή επαναφοράς τους. Τα καταφύγια αυτά θα πρέπει να λειτουργούν με βάση τον Ν 604/1977 και το ΠΔ 463/1978, ενώ ο έλεγχος τήρησης των σχετικών όρων ανατέθηκε στην αρμόδια Γενική Διεύθυνση Περιφερειακής Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής της Περιφέρειας, ενισχύοντας την ενεργό συμμετοχή των τοπικών αρχών στο έργο της προστασίας αδέσποτων ζώων. Η χρηματοδότηση των Δήμων για την διατήρηση των καταφυγίων καθοριζόταν με προεδρικό διάταγμα μετά από πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 14. Συγκεκριμένα, το 2018 δημοσιεύθηκε η ΚΥΑ 2745/2018 και όριζε την παροχή 600.000 ευρώ στους Δήμους για την ίδρυση και λειτουργία των καταφυγίων.
Σημαντική υποχρέωση των Δήμων, σχετικά με την προστασία των αδέσποτων ζώων είναι η στείρωσή των ζώων αυτών και η θεραπεία τους σε περίπτωση τραυματισμού ή νόσησης. Αν όμως αποδειχθεί πως τα ζώα αυτά αποτελούν κίνδυνο για το κοινωνικό σύνολο ή πάσχουν από ανίατη ασθένεια ή γηρατειά, καθιστώντας αδύνατη την παραμονή τους στην ζωή, τότε υποβάλλονται σε ευθανασία. Σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 12, σε κάθε Δήμο συγκροτείται με απόφαση του Δημάρχου πενταμελής επιτροπή παρακολούθησης του προγράμματος διαχείρισης αδέσποτων ζώων συντροφιάς, τα δύο μέλη της οποίας ορίζονται από τα πιο αντιπροσωπευτικά φιλοζωικά σωματεία και τις ενώσεις, που εδρεύουν στον Δήμο ή στην οικεία Περιφερειακή Ενότητα. Υποχρεωτικά στην επιτροπή μετέχουν ένας (1) κτηνίατρος και ένας (1) εκπρόσωπος κυνηγετικού συλλόγου που εδρεύει στο Δήμο ή την οικεία Περιφερειακή Ενότητα. Η προαναφερθείσα επιτροπή αποφασίζει για την επικινδυνότητα ενός ζώου συντροφιάς και αντιμετωπίζει τα προβλήματα που προκύπτουν κατά τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων. Αυτό οδηγεί σε μια ασφαλέστερη κρίση σχετικά με το πότε και αν πρέπει να θανατωθεί, μέσω της διαδικασίας της ευθανασίας, ένα αδέσποτο. Παρόλα αυτά, στην πράξη συχνή είναι η θανάτωση αδέσποτων ζώων χωρίς να διαπιστώνεται πραγματική επικινδυνότητά τους, απλά και μόνο επειδή αποτελεί μια “εύκολη” λύση “διαχείρισης” αδέσποτων από τους Δήμους. Επίσης σημαντική υποχρέωση αποτελεί η δημιουργία, στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Διαδικτυακής Ηλεκτρονικής Βάσης σήμανσης και καταγραφής των ζώων συντροφιάς και των ιδιοκτητών τους που θα αποτελέσει το βασικό εργαλείο οργάνωσης, διαχείρισης και προστασίας των ζώων συντροφιάς. Με αυτόν τον τρόπο καθίσταται δυσκολότερη η εγκατάλειψη ζώων και αποτρέπεται η αύξηση του αριθμού των αδέσποτων. Στο ίδιο αποτέλεσμα οδηγεί και η υποχρεωτική στείρωση των αδέσποτων που περισυλλέγονται. Στην παρ. 9 του ως άνω άρθρου 9, προβλέπεται ότι αδέσποτα θα παραμένουν στο καταφύγιο εφόσον δεν έχουν υιοθετηθεί, έως την συμπλήρωση των 5 μηνών. Στη συνέχεια, επαναφέρονται στο οικείο περιβάλλον τους, εντός των διοικητικών ορίων του Δήμου από όπου έλαβε χώρα η περισυλλογή τους και υπό την προϋπόθεση ότι έχει προηγηθεί σήμανση, ηλεκτρονική καταγραφή τους, στείρωση, εμβολιασμός και αποπαρασίτωση. Στο σημείο αυτό, καθίσταται εμφανές το ενδιαφέρον του νομοθέτη για την υγεία και την προστασία των αδέσποτων, καθώς αποτρέπει τον μόνιμο εγκλεισμό των ζώων. Εγείρεται, ωστόσο, ο προβληματισμός, αν τα ζώα θα είναι σε θέση να ζήσουν στο επικίνδυνο αστικό περιβάλλον, εφόσον για 5 μήνες ζούσαν υπό την φροντίδα ειδικών. Σε αντίθεση με τον Ν. 4039/2012, ο ισχύων Ν. 4830/2021 προβλέπει, στο άρθρο 10, ότι τα αδέσποτα ζώα φυλάσσονται στα καταφύγια έως την υιοθεσία τους και ότι αν δεν υπάρχουν διαθέσιμες θέσεις σε καταφύγια τότε επιστρέφονται στο οικείο περιβάλλον τους. Κατά τη γνώμη μας, αυτή η διάταξη εντείνει τον κίνδυνο μόνιμου εγκλεισμού καθώς δεν προβλέπεται ελάχιστη ηλικία μετά το πέρας της οποίας τα ζώα δύνανται να ενταχθούν στο οικείο περιβάλλον τους.
Άξιο αναφοράς είναι επίσης το γεγονός ότι ο νόμος του 2012 όπως και ο ισχύων προβλέπουν διάφορα επιμορφωτικά και εκπαιδευτικά προγράμματα για να προαγάγουν τη φιλοζωία των ατόμων. Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό βήμα στο πλαίσιο της προστασίας των ζώων, διότι η πρόληψη είναι εξίσου σημαντική με την καταστολή. Αυτό που μας εκπλήσσει στον νόμο 4039/2012 είναι το γεγονός ότι δεν προβλέπονται διοικητικές κυρώσεις και πρόστιμα κατά του Δήμου, σε περίπτωση που παραβιάσει το άρθρο 9 σχετικά με την περισυλλογή και προστασία των αδέσποτων. Η έλλειψη κυρώσεων αποτελούσε σημαντικό πρόβλημα, καθώς δημιουργούσε την εντύπωση πως οι Δήμοι μπορούσαν να αμελούν τις υποχρεώσεις τους δίχως συνέπειες. Παρόλα αυτά, την ευθύνη για τη φροντίδα και την επίβλεψη των επανεντασσόμενων αδέσποτων είχαν οι Δήμοι, σύμφωνα με την παρ. 10 του άρθρου 9, επομένως, θα μπορούσε να γίνει λόγος για αστική ευθύνη των Δήμων σε περίπτωση που τα αδέσποτα αυτά επιτίθενται σε πολίτες ή γενικά προκαλούσαν ζημίες σε τρίτους.
Με βάση τα ανωτέρω, διαπιστώνεται ότι ο Ν 4039/12 αποτέλεσε τη βάση για την ενίσχυση της προστασίας των αδέσποτων ζώων. Ωστόσο, στην πράξη, το σχέδιο για τη λήψη όλων αυτών των θετικών μέτρων που προαναφέρθηκαν παρουσίασε δυσκολίες, δεδομένου ότι δεν προβλέφθηκε κρατική επιχορήγηση στους Δήμους και έως τότε οι δράσεις αυτές γίνονταν κυρίως μέσω του περιορισμένου προϋπολογισμού τους. Ο νέος νόμος του 2021 - όπως αναλύεται κατωτέρω – είναι βελτιωμένος, καθόσον προβλέπει χρηματοδοτήσεις των Δήμων για την εκτέλεση των έργων τους. Ωστόσο, παρουσιάζει σημαντικά προβλήματα σε σχέση με τον προηγούμενο, όσον αφορά κυρίως, όπως επισημάνθηκε και παραπάνω, την προτροπή ενός μόνιμου εγκλεισμού των ζώων και τη δυσκολία υιοθέτησης τους καθώς και την διατήρηση σε λειτουργία παράνομων καταφυγίων, που εκμεταλλεύονται και κακομεταχειρίζονται τα αδέσποτα ενώ προβληματική παρουσιάζεται και η μεταφορά αρμοδιοτήτων από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στο Υπουργείο εσωτερικών.
2. Ο ισχύων Ν 4830/2021
Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 του Ν. 4830/2021, αρμόδιες αρχές για τη φροντίδα, την περισυλλογή και την εν γένει διαχείριση των αδέσποτων ζώων συντροφιάς είναι οι Δήμοι, εντός των διοικητικών ορίων των οποίων εντοπίζονται τα αδέσποτα ζώα. Οι αρμοδιότητες των Δήμων εξειδικεύονται στο άρθρο 10 του ιδίου νόμου, όπου και αναλύεται η ευθύνη τους για τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, την περισυλλογή τους, τη μεταφορά τους σε δημοτικό κτηνιατρείο, την περίθαλψη και τη σήμανσή τους (και την καταχώριση, περαιτέρω, στο Εθνικό Μητρώο Ζώων Συντροφιάς, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4 του ιδίου νόμου), τη φιλοξενία στα καταφύγια δημοτικά, διαδημοτικά ή φιλοζωικών σωματείων και οργανώσεων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ή ακόμα και φιλόζωων ιδιωτών.
Από άποψη εποπτείας της Κεντρικής Διοίκησης επί των Δήμων ως προς την άσκηση των σχετικών με τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων συντροφιάς αρμοδιοτήτων, κρίσιμο είναι το άρθρο 3 παρ. 3 του Ν 4830/2021, διά του οποίου η ευθύνη για την εποπτεία της εφαρμογής των επιχειρησιακών προγραμμάτων περισυλλογής και διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, αλλά και εν γένει η εφαρμογή της σχετικής κυβερνητικής πολιτικής και ο προσδιορισμός των βασικών δεικτών απόδοσης ανατίθεται στο Τμήμα Προστασίας Ζώων Συντροφιάς. Πριν ακόμα, βέβαια, ανατεθούν και εξειδικευτούν οι αρμοδιότητες του Τμήματος Προστασίας Ζώων Συντροφιάς, με το άρθρο 1 του ΠΔ 40/2021 το Τμήμα Προστασίας Ζώων Συντροφιάς μεταφέρθηκε από το μέχρι τότε αρμόδιο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στο Υπουργείο Εσωτερικών.
- Η υπ’ αριθμ. 1314/19.12.2023 εγκύκλιος του Υπουργείου Εσωτερικών
Για την εξειδίκευση των προβλεπόμενων στον Ν. 4830/2021 και στο κατ’εξουσιοδότηση αυτού ρυθμιστικό πλαίσιο αρμοδιοτήτων εξεδόθη η υπ’ αρ. 1314/19.12.2023 εγκύκλιος του Υπουργείου Εσωτερικών. Οι βασικές, κατά τη γνώμη μας, «ρυθμίσεις» της εγκυκλίου αφορούν τα ακόλουθα ζητήματα:
(α) την εμπέδωση του υποχρεωτικού περιεχομένου (από άποψη δράσεων, όπως, για παράδειγμα η στείρωση και ο εμβολιασμός των ζώων) των επιχειρησιακών προγραμμάτων διαχείρισης αδέσποτων ζώων από τους Δήμους, με την ανάθεση της αρμοδιότητας ελέγχου του περιεχομένου αυτών στο Τμήμα Προστασίας Ζώων Συντροφιάς από κοινού με την Ειδική Γραμματεία για την Προστασία Ζώων Συντροφιάς,
(β) την πρόβλεψη της δυνατότητας των Δήμων να συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις για την υλοποίηση των δράσεων των επιχειρησιακών προγραμμάτων. Η σύναψη αυτών των συμβάσεων καθιστά δυνατή την παροχή υπηρεσιών φύλαξης των ζώων και φροντίδας των χώρων, όπου φιλοξενούνται, από εξειδικευμένους επαγγελματίες,
(γ) τον καθορισμό της ενδεδειγμένης δομής των σχεδιαζόμενων από τους Δήμους επιχειρησιακών προγραμμάτων (τίτλος, στόχοι προγράμματος, χρονοδιάγραμμα, υπεύθυνος φορέας, κόστος, μέσα υλοποίησης κάθε σχεδιαζόμενης δράσης). Σημειωτέον ότι στην εγκύκλιο περιελήφθη ενδεικτική στοχοθεσία για κάθε μία από τις εκ του νόμου υποχρεωτικές δράσεις κάθε επιχειρησιακού προγράμματος. Για παράδειγμα, ως προς την περισυλλογή και επανατοποθέτηση των ζώων η εγκύκλιος ανέδειξε ως σημαντική την αντιμετώπιση της δημιουργίας αγελών καθώς και τη λήψη ειδικών μέτρων για τη συλλογή των επικίνδυνων ζώων.
(δ) τη σύνταξη ενδεικτικών απολογιστικών πινάκων ανά δράση, ώστε οι Δήμοι να να είναι σε θέση να περιγράφουν αναλυτικά τις δράσεις, που πραγματοποίησαν στο πλαίσιο συγκεκριμένου επιχειρησιακού προγράμματος και το κόστος των δράσεων αυτών, ώστε να παρακολουθείται αποτελεσματικότερα η κατανομή και απορρόφηση των σχετικών κονδυλίων.
- Νέες οργανωτικές μονάδες
Στις αρμοδιότητες του Τμήματος Προστασίας Ζώων Συντροφιάς περιλαμβάνονται, βάσει των ρυθμίσεων του άρθρου 3 παρ. 3 του Ν 4830/2021 και της υπ’ αρ. 32195/19.5.2022 ΥΑ, ο καθορισμός των όρων ίδρυσης και λειτουργίας ενδιαιτημάτων, καταφυγίων και χώρων εκπαίδευσης ζώων συντροφιάς καθώς και ο καθορισμός των όρων λειτουργίας φιλοζωικών σωματείων, ενώσεων και άλλων μη κερδοσκοπικών φορέων για την προστασία των ζώων συντροφιάς.
Η μεταφορά του Τμήματος Προστασίας Ζώων Συντροφιάς από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στο Υπουργείο Εσωτερικών επηρέασε εκτός από τη στελέχωση της οργανωτικής αυτής μονάδας και τις αρμοδιότητές της. Έτσι, σύμφωνα με την πρόνοια του άρθρου 1 παρ. 1 του ΠΔ 40/2021, η εν λόγω μεταφορά αφορά τις αρμοδιότητες που συνδέονται αποκλειστικά με τα ζώα συντροφιάς, πλην της ίδρυσης και λειτουργίας κτηνιατρικών κλινικών και ιατρείων. Η εν λόγω αρμοδιότητα παρέμεινε, εν τέλει, στο Υπουργείο Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Με την υπ’ αρ. 2005/9.6.2022 Απόφαση των Πρωθυπουργού, Αν. Υπουργού Οικονομικών και Υπουργού Εσωτερικών συστάθηκε στο Υπουργείο Εσωτερικών Ειδική Γραμματεία για την Προστασία των Ζώων Συντροφιάς, με σκοπό, κατά τον νομοθέτη, τη συστηματική παρακολούθηση και εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου, που δημιουργήθηκε με τον Ν 4830/2021. Η πρόβλεψη του οικείου οργάνου εξυπηρέτησε την ανάγκη δημιουργίας μιας ιεραρχικής βαθμίδας εντός του Υπουργείου Εσωτερικών, στην οποία να υπάγεται το Τμήμα Προστασίας Ζώων Συντροφιάς. Πάντως, φαίνεται ότι η Ειδική Γραμματεία προέβη ήδη, με το υπ’ αρ. πρωτ. 51534/3.8.2022 έγγραφό της, σε μια πρώτη «προσέγγιση» των Δήμων με σκοπό την αποτύπωση της υφιστάμενης κατάστασης όσον αφορά τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων συντροφιάς. Σε αυτό το πλαίσιο ζητήθηκε από τους Δήμους η ακριβής καταγραφή για την περίοδο από 1.1.2022 μέχρι και 30.6.2022 των στοιχείων διαχείρισης των ζώων συντροφιάς (αριθμός περισυλλεγέντων, εμβολιασμένων, στειρωμένων, αποπαρασιτωμένων, φιλοξενούμενων σε καταφύγια, ήδη υιοθετημένων ζώων συντροφιάς). Μεταξύ των στοιχείων που ζητήθηκαν ήταν αν υπάρχει αποδεδειγμένη (μέσω έγγραφης συμφωνίας) συνεργασία Δήμων με φιλοζωικά σωματεία ή φιλοζωικές οργανώσεις καθώς και αν λειτουργεί δημοτικό καταφύγιο/καταφύγιο φιλοζωικού σωματείου ή φιλοζωικής οργάνωσης και κατά πόσο αυτό έχει ενταχθεί στα υφιστάμενα προγράμματα οικονομικής ενίσχυσης.
Με το άρθρο 39 του Ν 4830/2021 συστάθηκε η εννεαμελής Ειδική Επιτροπή Παρακολούθησης με κύρια αρμοδιότητα την παρακολούθηση της εφαρμογής του Ν. 4830/2021, την υποστήριξη των αρμοδίων αρχών τόσο με την παροχή γνώμης προς τις αρμόδιες αρχές για ζητήματα που αφορούν την προστασία ζώων συντροφιάς όσο και την εκπόνηση μελετών και τη σύνταξη προτάσεων για την υιοθέτηση του κατάλληλου επιχειρησιακού σχεδιασμού, την εφαρμογή των απαραίτητων διαδικασιών, και των βέλτιστων διεθνών πρακτικών, και την εν γένει εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων επίλυσης προβλημάτων στον τομέα της προστασίας των ζώων συντροφιάς. Μάλιστα, στο εν λόγω όργανο ανατέθηκε και η υποβολή προτάσεων προς το Υπουργείο Εσωτερικών για την αξιολόγηση και βελτίωση του κείμενου νομοθετικού πλαισίου.
Με το άρθρο 45 παρ. 1 του Ν 4830/2021 παρασχέθηκε στους Υπουργούς Εσωτερικών και Ψηφιακής Διακυβέρνησης εξουσιοδότηση για τη ρύθμιση των όρων δημιουργίας και λειτουργίας του Εθνικού Μητρώου Ζώων Συντροφιάς (ΕΜΖΣ), δηλαδή της διαδικτυακής ηλεκτρονικής βάσης καταγραφής των ζώων συντροφιάς που τηρείται στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης (Γ.Γ.Π.Σ.Δ.Δ.) του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, και των Υπομητρώων του (περιλαμβανομένης και της Πανελλήνιας Πλατφόρμας Υιοθεσίας των αδέσποτων ζώων - άρθρο 7 του Ν 4830/21). Πράγματι με την ΚΥΑ 1609 ΕΞ 2022, προβλέπονται η δημιουργία και οι αρμόδιοι για την τήρηση του ΕΜΖΣ (άρθρο 1), καθώς, επίσης, και η διαδικασία πιστοποίησης των χρηστών (άρθρο 2). Στα Μέρη Β, Γ, Δ, Ε της ανωτέρω ΚΥΑ ρυθμίζεται η λειτουργία και η χρήση των Υπομητρώων του ΕΜΖΣ, στα οποία περιλαμβάνεται το Υπομητρώο Καταγραφής και Παρακολούθησης Ζώων Συντροφιάς, Φιλοζωικών Σωματείων και Οργανώσεων, Καταφυγίων Ζώων Συντροφιάς και Μητρώο Παραβατών.
Το άρθρο 46 παρ.1 και 2 του Ν 4830/21 προβλέπει την παράδοση της υπάρχουσας «διαδικτυακής ηλεκτρονικής βάσης» από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στο Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, εντός τριάντα ημερών από τη σχετική αίτηση του τελευταίου. Η μεταφορά αυτή, ωστόσο, δεν αναστέλλει τις υποχρεώσεις του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καθώς και την πρόσβασή του στο ΕΜΖΣ. Σύμφωνα με την παρ. 2 εδ. του άρθρου 46, μέχρι την έναρξη λειτουργίας του ΕΜΖΣ, η σήμανση και η καταγραφή των σκύλων και γατών εξακολουθεί να διενεργείται στη διαδικτυακή ηλεκτρονική βάση του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Παρά την καθυστέρηση της έναρξης λειτουργίας του, το Εθνικό Μητρώο Ζώων Συντροφιάς προσφέρεται πλέον προς χρήση στους ενδιαφερόμενους με πλήρη λειτουργία επτά, προς το παρόν, Υπηρεσιών του. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι οι Υπηρεσίες αυτές δεν τυγχάνουν δοκιμαστικής εφαρμογής ούτε έχει καταβληθεί κάποια προσπάθεια επιμόρφωσης και εξοικείωσης των πολιτών και των φιλοζωικών σωματείων με τα εργαλεία και τον τρόπο λειτουργίας της νέας πλατφόρμας. Πάντως, στο πεδίο ενδιαφέροντος των ΟΤΑ, σημειώνεται ότι ετέθη σε πιλοτική λειτουργία το Σύστημα Διαχείρισης Δράσεων Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Παρακολούθησης των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων.
Σχεδιάγραμμα 1
Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής
αρμόδια αρχή για τη θέσπιση και παρακολούθηση κανόνων αναφορικά με την υγεία των ζώων, την κτηνιατρική δημόσια υγεία, την παρακολούθηση των ζωονόσων και των ζωογόνων παραγόντων
Υπουργείο Εσωτερικών
Ειδική Γραμματεία για την Προστασία των Ζώων Συντροφιάς (Αναπληρωτής Υπουργός Εσωτερικών)
βλ. α) ΥΑ υπ’ αρ. 2005/10.6.2022 (ΦΕΚ Β’ 2932/10.6.2022) και β) άρθρα 8, 35 παρ. 2 περ. δ’, 42, 43, 44 του N 4830/2021
αρμόδια αρχή για τη συστηματική παρακολούθηση και εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου, που δημιουργήθηκε με τον Ν 4830/2021 (ΦΕΚ Α’ 169/18.9.2021) για την προστασία των ζώων συντροφιάς και την εξασφάλιση της ευζωίας τους, καθώς και τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, με απαρέγκλιτη τήρηση των κανόνων ευζωίας των ζώων
Τμήμα Προστασίας Ζώων Συντροφιάς (Διεύθυνση Οργάνωσης και Λειτουργίας Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Ειδική Γραμματεία για την Προστασία των Ζώων Συντροφιάς)
βλ. α) άρθρα 3 παρ. 3 και 41 του Ν 4830/2021 και β) ΥΑ υπ’ αρ. 321/19.5.2022 (ΦΕΚ Β’ 2655/30.5.2022)
αρμόδια αρχή για:
α) την εποπτεία της εφαρμογής των επιχειρησιακών προγραμμάτων περισυλλογής και διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, καθώς και πρόληψης δημιουργίας νέων αδέσποτων ζώων που εκπονούν οι δήμοι,
β) τον συντονισμό και την ευθύνη για τη γενικότερη πρόοδο στο θέμα της αντιμετώπισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς από τους δήμους,
γ) τη συνολική ευθύνη για την εφαρμογή της κυβερνητικής πολιτικής που αφορά στη μέριμνα για τα ζώα συντροφιάς και τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων, την εποπτεία και τον συντονισμό των προγραμμάτων διαχείρισης αδέσποτων ζώων από τους δήμους και τον καθορισμό των κατάλληλων πρακτικών για τη διαχείριση του αριθμού των αδέσποτων ζώων,
δ) τη μέριμνα ώστε τα επιχειρησιακά προγράμματα διαχείρισης αδέσποτων ζώων των δήμων να περιλαμβάνουν υποχρεωτικά δράσεις για: (δα) τη στείρωση των αδέσποτων ζώων, (δβ) την ηλεκτρονική σήμανση των αδέσποτων ζώων και την καταγραφή τους στο ΕΜΖΣ, (δγ) την κτηνιατρική φροντίδα των αδέσποτων ζώων, (δδ) την περισυλλογή των αδέσποτων ζώων, καθώς και τη φιλοξενία τους σε καταφύγια και αναδόχους, (δε) την υιοθεσία αδέσποτων ζώων, (δστ) τη μέριμνα και την παρακολούθηση των αδέσποτων ζώων τα οποία έχουν εμβολιαστεί, στειρωθεί, σημανθεί ηλεκτρονικά και έχουν επανενταχθεί στο οικείο περιβάλλον εντός των διοικητικών ορίων του δήμου στον οποίο περισυλλέχθηκαν και
ε) τον προσδιορισμό Βασικών Δεικτών Απόδοσης για την παρακολούθηση της εφαρμογής των επιχειρησιακών προγραμμάτων
Ειδική Επιτροπή Παρακολούθησης
βλ. άρθρο 39 του Ν 4830/2021
αρμόδια αρχή για:
α) την παρακολούθηση της εφαρμογής του παρόντος,
β) την επιστημονική υποστήριξη των αρμοδίων αρχών για την εφαρμογή και τον έλεγχο της εφαρμογής της νομοθεσίας για την προστασία των ζώων συντροφιάς, με την εκπόνηση μελετών και τη σύνταξη προτάσεων σε περιοδική βάση ή κατόπιν συγκεκριμένου αιτήματος,
γ) την εκπόνηση μελετών, αναφορών και εκθέσεων, καθώς και τη σύνταξη προτάσεων προς τις αρμόδιες αρχές για την υιοθέτηση του κατάλληλου επιχειρησιακού σχεδιασμού, την εφαρμογή των απαραίτητων διαδικασιών, πρωτοκόλλων και των βέλτιστων διεθνών πρακτικών, και την εν γένει εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων επίλυσης προβλημάτων στον τομέα της προστασίας των ζώων συντροφιάς,
δ) την παροχή γνώμης προς τις αρμόδιες αρχές για μεμονωμένα ζητήματα που άπτονται της προστασίας ζώων συντροφιάς,
ε) την υποβολή προτάσεων προς το Υπουργείο Εσωτερικών και κάθε άλλο αρμόδιο υπουργείο για την αξιολόγηση και βελτίωση του παρόντος,
στ) την παροχή σύμφωνης γνώμης προς το Τμήμα Προστασίας Ζώων Συντροφιάς για τον προσδιορισμό των Βασικών Δεικτών Απόδοσης για την παρακολούθηση της εφαρμογής των επιχειρησιακών προγραμμάτων κάθε δήμου,
ζ) την υποβολή πρότασης για την εκκίνηση της διαδικασίας συνολικής αξιολόγησης του ν. 4830/2021, η οποία λαμβάνει χώρα κατά το πέμπτο έτος από την έναρξη ισχύος αυτού και
η) την υποβολή εισήγησης για την παρακράτηση μέρους του ποσού των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ) που δικαιούται ο κάθε δήμος, σε περίπτωση σοβαρής μη συμμόρφωσής του με τις διατάξεις του Ν 4830/2021
Συνήγορος του Πολίτη
έχει αρμοδιότητα για τη διαμεσολάβηση σχετικά με τα δικαιώματα των ζώων και την τήρηση της σχετικής νομοθεσίας
Σχεδιάγραμμα 2
III. Επισκόπηση της νομολογίας
1. Η αστική ευθύνη των ΟΤΑ κατ’ άρθρο 105 ΕισΝΑΚ
Η ευθύνη των δήμων για τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων συντροφιάς τυγχάνει νομολογιακής επεξεργασίας από τη σκοπιά όχι της εποπτείας της κεντρικής διοίκησης σε αυτούς, αλλά της κατ’ άρθρο 105 και 106 ΕισΝΑΚ αστικής ευθύνης των ΟΤΑ για περιπτώσεις πρόκλησης ζημιών από αδέσποτα ζώα. Γι’ αυτόν τον λόγο η παρούσα υπό - ενότητα περιορίζεται σε μια συνοπτική αποτύπωση των σχετικών νομολογιακών πορισμάτων.
Ήδη υπό το καθεστώς του Ν 4039/2012 είχε αναγνωριστεί νομολογιακά ότι η ευθύνη των δήμων για την περισυλλογή των αδεσπότων είναι αντικειμενική και απροϋπόθετη (μη εξαρτώμενη, δηλαδή, από άλλους όρους, όπως ο σχηματισμός αγέλης αδέσποτων ζώων ή η προϋπάρχουσα ενημέρωση του δήμου για την παρουσία αδέσποτου ζώου σε συγκεκριμένη περιοχή). Η αρμοδιότητα περισυλλογής, σήμανσης και καταγραφής των αδέσποτων ζώων, σε περίπτωση που δεν έχει εκχωρηθεί, θεωρείται ότι ασκείται από τον εκάστοτε δήμο, ακόμα και αν υπάρχει εντός των ορίων του Διαδημοτικό Κέντρο Περίθαλψης Αδέσποτων Ζώων, οπότε παθητικώς νομιμοποιούμενος σε περίπτωση δίκης με αντικείμενο πρόκληση ζημίας από παράλειψη (μη άσκηση της αρμοδιότητας περισυλλογής) παραμένει ο δήμος. Ακόμα και στην περίπτωση που δήμος, εναγόμενος για παράλειψη άσκησης μίας εκ των ex lege αρμοδιοτήτων του, (όπως αυτή της κατασκευής καταφυγίων για την προσωρινή φύλαξη των αδέσποτων ζώων) επικαλεστεί προσήκουσα άσκηση των λοιπών αρμοδιοτήτων του (καταγραφή, σήμανση, αποπαρασίτωση, εμβολιασμός), η εν λόγω επίκληση δεν τον απαλλάσσει από τη διακριτή ευθύνη διερεύνησης της δυνατότητας κατασκευής καταφυγίου ή λειτουργίας τέτοιου από φιλοζωικά σωματεία και ενώσεις υπό την εποπτεία του.
2. Η «οργανική» διάσταση της διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς στη νομολογία
Μία από τις εισφορές του προγενέστερου νομικού πλαισίου στην εν γένει παρακολούθηση και διαχείριση των ζώων συντροφιάς ήταν η σύσταση διαδικτυακής βάσης σήμανσης και καταγραφής αυτών. Με υπουργική απόφαση η αρμοδιότητα τήρησης της ηλεκτρονικής αυτής βάσης ανατέθηκε σε οργανωτικές μονάδες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Την υπουργική αυτή απόφαση έπληξε με αίτηση ακύρωσης ο Πανελλήνιος Κτηνιατρικός Σύλλογος, ο οποίος, βάσει του ισχύοντος προ του Ν 4039/2012 νομικού πλαισίου, το οποίο ήδη προέβλεπε τη δημιουργία βάσης δεδομένων, είχε οριστεί ως ο αρμόδιος για την τήρηση της βάσης. Ο Σύλλογος ισχυρίστηκε ότι δύναται να εξυπηρετεί αποτελεσματικότερα τους σκοπούς δημοσίου συμφέροντος, στους οποίους αποβλέπει η δημιουργία της ηλεκτρονικής βάσης, επικαλέστηκε δε προς τούτο τις εξειδικευμένες γνώσεις και την εξοικείωση των μελών του με την προστασία των ζώων. Ισχυρίστηκε, περαιτέρω, ότι η αφαίρεση από τον Σύλλογο της σχετικής αρμοδιότητας είναι αντισυνταγματική, αφού η μετάθεση της αρμοδιότητας αυτής από τον Σύλλογο σε δημόσιες υπηρεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, ενώ αυτές δεν διαθέτουν εξειδικευμένο προσωπικό, δεν διασφαλίζει, κατά παράβαση του άρθρου 24 Συντάγματος, τη βέλτιστη δυνατή προστασία των ζώων συντροφιάς. Εν τέλει, το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο απέρριψε τους ισχυρισμούς περί αντισυνταγματικότητας, ερειδόμενο, μεταξύ άλλων, στο ότι η διαχείριση της εν λόγω βάσης ανατέθηκε σε καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες, σημειώνοντας ότι σε αυτές υπηρετούν κτηνίατροι και επιστήμονες της πληροφορικής.
Eίναι προφανές, κατά συνέπεια, ότι το Δικαστήριο αποδίδει σημασία στη στελέχωση των αρμοδίων για τη διαχείριση των ζώων συντροφιάς οργάνων, κατά τρόπο τέτοιο, ώστε να διασφαλίζεται η ανάθεση των ζητημάτων που προκύπτουν σε εξειδικευμένο προς τούτο προσωπικό.
IV. Αποτίμηση
1. Η «δέουσα ενσωμάτωση» του Τμήματος Προστασίας Ζώων Συντροφιάς στον Οργανισμό του Υπουργείου Εσωτερικών
Από την προηγηθείσα παρουσίαση του κανονιστικού πλαισίου σε σχέση με την ευζωία των ζώων συντροφιάς και, ειδικότερα, την εποπτεία της τοπικής αυτοδιοίκησης από την κεντρική διοίκηση αναφορικά με τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων, ιδίως μετά τη θέση σε ισχύ του Ν 4830/2021, αναδεικνύεται, κατ’ αρχάς, η καίρια σημασία του Τμήματος Προστασίας Ζώων Συντροφιάς. Και τούτο διότι, όπως επισημάνθηκε, αυτό είναι αρμόδιο για την εποπτεία της εφαρμογής των επιχειρησιακών προγραμμάτων περισυλλογής και διαχείρισης αδέσποτων ζώων, τον συντονισμό της δράσης των δήμων, την εφαρμογή εν γένει της οικείας κυβερνητικής πολιτικής και τον προσδιορισμό των βασικών δεικτών απόδοσης. Βέβαια, μία από τις καινοτομίες του Ν 4830/2021 υπήρξε η μεταφορά του Τμήματος αυτού από το μέχρι τότε αρμόδιο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στο Υπουργείο Εσωτερικών. Σχετικώς, το Συμβούλιο της Επικρατείας, ασκώντας τη συνταγματική γνωμοδοτική του αρμοδιότητα κατ’ άρθρο 95 παρ. 1 περ. δ΄, επισήμανε, κατά την επεξεργασία του σχεδίου προεδρικού διατάγματος με τίτλο «Μεταφορά υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων μεταξύ Υπουργείων και Γενικών Γραμματειών, σύσταση και μετονομασία Γενικών Γραμματέων», ότι το Τμήμα Προστασίας Ζώων Συντροφιάς, που μεταφέρεται από το ΥΠΑΑΤ, θα πρέπει να ενταχθεί δεόντως στον Οργανισμό του Υπουργείου Εσωτερικών.

Ειδικότερα, οι οργανισμοί των υπουργείων εξειδικεύουν την αποστολή και τις αρμοδιότητες των υπηρεσιών τους, περιλαμβάνουν την οργανωτική διάρθρωση, τις θέσεις προσωπικού κατά κλάδο και ειδικότητα, τις αρμοδιότητες των οργανικών μονάδων, τα καθήκοντα κάθε θέσης ευθύνης, κ.ά.. Ωστόσο, η επιστήμη των οργανώσεων επιβάλλει να προηγείται της θέσπισης οργανισμών η αξιολόγηση των δομών που υφίστανται κατά τον χρόνο της επεξεργασίας του νέου οργανωτικού σχήματος, προκειμένου να διαπιστωθούν τα υφιστάμενα προβλήματα και να διαμορφωθούν οι νέοι όροι οργάνωσης που να ανταποκρίνονται στα σύγχρονα πρότυπα διοίκησης. Πράγματι, γίνεται δεκτό ότι από τον συνδυασμό των άρθρων 26, 81 επ., 101 και 103 επ. του Συντάγματος συνάγεται ότι τόσο η γενική οργάνωση του κράτους όσο και η οργάνωση της δημόσιας διοίκησης γίνονται κατά τρόπο ορθολογικό, στηριζόμενες στις αρχές και τα πορίσματα της διοικητικής επιστήμης, οπότε και η τελευταία καθίσταται περιεχόμενο των κανόνων του οργανωτικού δικαίου, ήτοι των ρυθμίσεων που καθορίζουν τη δομή και τη λειτουργία των διοικητικών οργανώσεων, προκειμένου αυτοί να καθίστανται όχι απλώς νόμιμοι, αλλά και αποτελεσματικοί. Από τα ανωτέρω έπεται ότι η επέμβαση στη δομή διοικητικής υπηρεσίας οποιουδήποτε επιπέδου πρέπει να είναι προϊόν εμπεριστατωμένης μελέτης που στηρίζεται στις αρχές της διοικητικής επιστήμης κατά τέτοιο τρόπο, ώστε η επιχειρούμενη οργάνωση να είναι ορθολογική, διαρκής και αποτελεσματική και όχι περιστασιακή, αποσπασματική και εξυπηρετική άλλων σκοπών μη σχετιζομένων προς τις ανωτέρω συνταγματικές επιταγές. Βασική, δε, αρχή που διατρέχει τη δράση των οργανώσεων αποτελεί αυτή της αποτελεσματικότητας, δηλαδή της ικανότητας και της δυνατότητας αυτών να πραγματώνουν τον σκοπό τους. Συνεπώς, η δέουσα ένταξη του Τμήματος Προστασίας Ζώων Συντροφιάς στον Οργανισμό του Υπουργείου Εσωτερικών υπερβαίνει, στην πραγματικότητα, την απλή ονομαστική ένταξή του στο γράμμα αυτού, αλλά πολύ περισσότερο έχει την έννοια της ορθολογικής και αποτελεσματικής του ένταξης στην οργανωτική δομή του εν λόγω Υπουργείου, σύμφωνα με τις αρχές και τα πορίσματα της διοικητικής επιστήμης.
Εν προκειμένω, προτού λάβει χώρα η περιγραφόμενη μεταφορά, το επίμαχο Τμήμα έφερε τον τίτλο «Τμήμα Προστασίας Ζώων Συντροφιάς και Λοιπών Ζώων» και υπαγόταν στη Διεύθυνση Προστασίας των Ζώων, Φαρμάκων και Κτηνιατρικών Εφαρμογών της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής της Γενικής Γραμματείας Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων του αντίστοιχου Υπουργείου. Ήδη, το Τμήμα αυτό ήταν (και παραμένει) επιφορτισμένο - μεταξύ άλλων - με τον καθορισμό των όρων διαχείρισης των ζώων συντροφιάς και των παραγόντων που επηρεάζουν δυναμικά τον πληθυσμό τους, καθώς και των υποχρεώσεων των ιδιοκτητών δεσποζόμενων ζώων συντροφιάς, των δήμων και Συνδέσμων Δήμων και των φυσικών ή νομικών προσώπων που πραγματοποιούν την εκτροφή, την πώληση, κ.ά., τον καθορισμό των κατάλληλων πρακτικών για τη διαχείριση του αριθμού των αδέσποτων ζώων, τη σύνταξη, συμπλήρωση, κ.ά. όλων των νομοθετικών και διοικητικών πράξεων με τις οποίες θεσπίζονται προδιαγραφές για την προστασία των ζώων συντροφιάς, την αντιμετώπιση θεμάτων αρμοδιότητας του Τμήματος στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Διεθνών Οργανισμών σε συνεργασία με αρμόδιες υπηρεσίες, τη μέριμνα ώστε το προσωπικό των περιφερειακών κτηνιατρικών υπηρεσιών να έχει την κατάλληλη κατάρτιση και εξοπλισμό και τη συμβολή στη μεταφορά των πορισμάτων της κτηνιατρικής έρευνας, της σύγχρονης τεχνολογίας και των τεχνικών γνώσεων και λοιπών πληροφοριών σε όλες τις εμπλεκόμενες δημόσιες υπηρεσίες. Με άλλα λόγια, το Τμήμα Προστασίας Ζώων Συντροφιάς και Λοιπών Ζώων αποτελούσε ανέκαθεν αναπόσπαστο υποστηρικτικό μηχανισμό της μέχρι και σήμερα αρμόδιας αρχής για τη θέσπιση και την παρακολούθηση της εφαρμογής των κανόνων αναφορικά με την υγεία των ζώων, ήτοι της Γενικής Διεύθυνσης Κτηνιατρικής του ΥΠΑΑΤ.

Ωστόσο, η περιγραφόμενη μεταρρύθμιση προωθήθηκε, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του Ν 4830/2021, για τον λόγο ότι μέχρι και τη θέσπιση του ισχύοντος πλέον κανονιστικού πλαισίου δεν είχε καταστεί δυνατή η αποτελεσματική διαχείριση των αδέσποτων ζώων με τρόπο που να διασφαλίζει την ευζωία τους και να αποτρέπει την εκθετική αύξηση του πληθυσμού τους, ελλείψει ενός σαφούς και συνεκτικού κανονιστικού πλαισίου. Η διαπίστωση αυτή είναι, κατ’ αρχήν, αληθής. Πλην, όμως, είναι αμφίβολο, εάν και κατά πόσο, τελικά, ενσωματώθηκε δεόντως το Τμήμα αυτό στο Υπουργείο Εσωτερικών.
Α. Η στελέχωση του Τμήματος Προστασίας Ζώων Συντροφιάς
Σύμφωνα με το άρθρο 3.1 του Κώδικα Χερσαίων Ζώων (Terrestrial Code) του Παγκόσμιου Οργανισμού για την Υγεία των Ζώων (World Organisation for Animal Health, εφεξής: WOAH), οι κτηνιατρικές υπηρεσίες είναι κρίσιμες για την υγεία της άγριας ζωής και της προστασίας του περιβάλλοντος. Προς τούτο, απαιτείται να οργανώνονται σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής διακυβέρνησης, οι οποίες εν προκειμένω εξειδικεύονται στην ύπαρξη αποτελεσματικής πολιτικής και διοίκησης, προσωπικού και πόρων, καθώς και επαγγελματιών κτηνιάτρων. Τα, δε, συμβαλλόμενα κράτη διαθέτουν διακριτική ευχέρεια προκειμένου να συγκροτήσουν τις ανωτέρω υπηρεσίες, μη αποκλειόμενης, κατ’ αρχήν, και της συνεργασίας περισσότερων οργανωτικών δομών του δημοσίου ή/και του ιδιωτικού τομέα. Σε σχέση, δε, με τα προγράμματα διαχείρισης πληθυσμού σκύλων οι κτηνιατρικές υπηρεσίες οφείλουν να διαδραματίζουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο, σύμφωνα με το άρθρο 7.7.7 του ανωτέρω Κώδικα.
Προκύπτει, λοιπόν, εναργώς ότι το Τμήμα Προστασίας Ζώων Συντροφιάς θα πρέπει να λειτουργεί ως κτηνιατρική υπηρεσία, όπως αυτή ορίζεται στον Κώδικα Χερσαίων Ζώων του WOAH, στελεχωμένη από κτηνιατρικό προσωπικό, προκειμένου η διοικητική του οργάνωση να ανταποκρίνεται στα διεθνή πρότυπα, ενόψει και των εκτεταμένων καθηκόντων του αναφορικά με την εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου για την ευζωία των ζώων συντροφιάς. Καίριος, δε, είναι και ο ρόλος των προϊσταμένων του, οι οποίοι, στα πλαίσια του γραφειοκρατικού μοντέλου οργάνωσης, εξυπηρετούν σκοπούς συνοχής και ολοκλήρωσης, συμβάλλοντας στη διατήρηση της ταυτότητας του συστήματος.

Ωστόσο, παρά τη ρητή πρόνοια περί του ότι η περιγραφόμενη μεταρρύθμιση αφορούσε στο σύνολο των θέσεων και του προσωπικού του μεταφερόμενου Τμήματος, μόλις εννέα μήνες αργότερα προβλέφθηκε το πρώτον, αφενός, η σύσταση ένδεκα (11) νέων οργανικών θέσεων μόνιμου προσωπικού στο Υπουργείο Εσωτερικών για την κάλυψη επιτακτικών αναγκών λειτουργίας του Τμήματος Προστασίας Ζώων Συντροφιάς, εκ των οποίων μόνον τέσσερις (4) θέσεις του κλάδου ΠΕ Κτηνιατρικής, και, αφετέρου, η δυνατότητα να προΐστανται υπάλληλοι των κλάδων/ειδικοτήτων ΠΕ Κτηνιατρικής ή ΠΕ Διοικητικού - Οικονομικού στο εν λόγω Τμήμα. Και τούτο διότι, σύμφωνα με τον Οργανισμό του Υπουργείου Εσωτερικών, δεν προβλεπόταν η κατανομή θέσεων –πολλώ δε μάλλον προϊσταμένων (τμημάτων)– κατά κατηγορίες ΠΕ Κτηνιατρικής, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται εξαιρετικά πιθανός ο κίνδυνος να προΐσταται του εν λόγω Τμήματος υπάλληλος χωρίς καμία απολύτως εξοικείωση με το ειδικό αντικείμενο αυτού.

Β. Η μηχανοργάνωση του Τμήματος Προστασίας Ζώων Συντροφιάς
Περαιτέρω, η μεταφορά του ανωτέρω Τμήματος στο Υπουργείο Εσωτερικών και η συνακόλουθη ανάπτυξη αντίστοιχων ψηφιακών υπηρεσιών με αυτές που διαθέτει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, όπως λ.χ. η ψηφιακή υπηρεσία Παρακολούθησης της Διαχείρισης Αδέσποτων Ζώων Συντροφιάς και η Βάση Δεδομένων Σήμανσης & Καταγραφής των Ζώων Συντροφιάς και των Ιδιοκτητών τους, η απόκτηση της απαραίτητης εμπειρογνωμοσύνης και η διασφάλιση της διασύνδεσης των υπηρεσιών των δύο αυτών Υπουργείων προϋποθέτουν αρκετό χρόνο και πόρους, ενώ συγχρόνως η επιτυχία του εγχειρήματος είναι αμφίβολη.
Πάντως, το Συμβούλιο της Επικρατείας επικύρωσε την ανωτέρω μεταφορά αρμοδιοτήτων απορρίπτοντας τη σχετική αίτηση ακύρωσης κατά του ΠΔ 40/2021.
2. Η συγκρότηση και η λειτουργία των Επιτροπών των άρθρων 10 παρ. 8 έως 10 και 39 του Ν 4830/2021
Όπως εκτέθηκε ανωτέρω, για την υποβοήθηση του έργου τόσο της κεντρικής διοίκησης όσο και της τοπικής αυτοδιοίκησης, ο Ν 4830/2021 προέβλεψε τη συγκρότηση ορισμένων Επιστημονικών Επιτροπών.
Α. Η συγκρότηση της Ειδικής Επιτροπής Παρακολούθησης του άρθρου 39 του Ν 4830/2021
Αρχικά, όσον αφορά την Ειδική Επιτροπή Παρακολούθησης του άρθρου 39 του Ν 4830/2021, είχε προβλεφθεί η συμμετοχή, μεταξύ άλλων, και ενός εκπροσώπου των φιλοζωικών σωματείων ή φιλοζωικών οργανώσεων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που είναι εγγεγραμμένα στο Υπομητρώο Φιλοζωικών Σωματείων και Οργανώσεων του Εθνικού Μητρώου Ζώων Συντροφιάς, το οποίο τέθηκε σε μερική λειτουργία μόλις τον Δεκέμβριο του 2023. Έτσι, μόλις με το άρθρο 70 του Ν 5027/2023 προβλέφθηκε η ανάδειξη των εκπροσώπων των ανωτέρω σωματείων και οργανώσεων μέσω κλήρωσης σε σχετική διαδικτυακή ηλεκτρονική βάση καταχώρισης των αναγνωρισμένων και νομίμως λειτουργούντων Φιλοζωικών Σωματείων και Φιλοζωικών Οργανώσεων μη Κερδοσκοπικού Χαρακτήρα, που τηρείται στο Υπουργείο Εσωτερικών.
Β. Η συγκρότηση των Επιτροπών του άρθρου 10 παρ. 8 και 10 του Ν 4830/2021
Βέβαια, ούτε οι ΟΤΑ συμμορφώνονται πάντα με τις επιταγές του σχετικού κανονιστικού πλαισίου. Έτσι, ενώ η συγκρότηση, σε κάθε δήμο, πενταμελούς Επιτροπής Παρακολούθησης του (επιχειρησιακού) προγράμματος διαχείρισης αδέσποτων ζώων συντροφιάς και τριμελούς Ειδικής Επιστημονικής Επιτροπής προβλεπόταν στον Ν. 4039/2012, η σχετική ρύθμιση επαναλήφθηκε στον Ν. 4830/2021. Μάλιστα, αυτή τη φορά, οι αρμοδιότητες της πενταμελούς Επιτροπής Παρακολούθησης επεκτάθηκαν και στη σύνταξη ετήσιας έκθεσης προς το δημοτικό συμβούλιο, σχετικά με την πρόοδο της υλοποίησης του επιχειρησιακού προγράμματος διαχείρισης αδέσποτων ζώων του δήμου, και τη διατύπωση προτάσεων για τη βελτίωσή του, παρά το γεγονός ότι σε πολλούς δήμους της χώρας οι εν λόγω Επιτροπές είτε δεν έχουν συσταθεί ακόμη, είτε έχουν συγκροτηθεί πλημμελώς.
Γ. Αλληλοεπικάλυψη αρμοδιοτήτων
Πέρα από τα ανωτέρω εκτεθέντα προβλήματα που ανέκυψαν αναφορικά με τη συγκρότηση των εν λόγω οργάνων, αρκεί μια απλή επισκόπηση του Ν. 4830/2021, ώστε να διαπιστωθούν οι αλληλοεπικαλύψεις των σχετικών αρμοδιοτήτων του Τμήματος Προστασίας Ζώων Συντροφιάς με τις αντίστοιχες αρμοδιότητες της Επιτροπής Παρακολούθησης του άρθρου 39 του Ν. 4830/2021 και της Ειδικής Γραμματείας για την Προστασία των Ζώων Συντροφιάς. Οι πιο προφανείς μεταξύ των εν λόγω αλληλεπικαλύψεων μπορούν να σχηματοποιηθούν ως εξής:
Σχεδιάγραμμα 3
Τμήμα Προστασίας Ζώων Συντροφιάς
(βλ. άρθρα 3 παρ. 3 και 41 του Ν 4830/2021 και ΥΑ υπ’ αρ. 32119/19.5.2022)
Ειδική Επιτροπή Παρακολούθησης
(βλ. άρθρο 39 του Ν 4830/2021 και ΥΑ υπ’ αρ. 34613/21.4.2023)
Ειδική Γραμματεία
(βλ. άρθρα 8, 35 παρ. 2 περ. δ’, 42, 43, 44 του ν. 4830/2021 και ΥΑ υπ’ αρ. 2005/10.6.2022)
εκπόνηση, αξιολόγηση και διάδοση οδηγών ορθής πρακτικής, ώστε να διευκολύνεται η συμμόρφωση με την εκάστοτε νομοθεσία για την προστασία των ζώων συντροφιάς
(βλ. άρθρο 1, παρ. Γ’ περ. ιδ’ της υπ’ αρ. 32119/19.5.2022 ΥΑ)
παρακολούθηση της εφαρμογής του Ν 4830/2021 - υποβολή προτάσεων προς το Υπουργείο Εσωτερικών και κάθε άλλο αρμόδιο υπουργείο για την αξιολόγηση και βελτίωση του παρόντος
(βλ. άρθρο 2 περ. α’ και η’ της υπ’ αρ. 34613/21.4.2023 ΥΑ)
σύσταση της Ειδικής Γραμματείας προς τον σκοπό της συστηματικής παρακολούθησης και εφαρμογής του θεσμικού πλαισίου, που δημιουργήθηκε με τον Ν 4830/2021 για την προστασία των ζώων συντροφιάς και την εξασφάλιση της ευζωίας τους, καθώς και τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, με απαρέγκλιτη τήρηση των κανόνων ευζωίας των ζώων
(βλ. άρθρο 1 παρ. 1 της υπ’ αρ. 2005/10.6.2022 ΥΑ)
διαχείριση και επίλυση προβλημάτων που προκύπτουν κατά την εφαρμογή των νομοθετικών απαιτήσεων στον τομέα της προστασίας των ζώων συντροφιάς, σε συνεργασία με επιστημονικά Ιδρύματα και την εν γένει επιστημονική υποστήριξη των κτηνιατρικών υπηρεσιών από αυτά
(βλ. άρθρο 1, παρ. Γ’ περ. ια’ της υπ’ αρ. 32119/19.5.2022 ΥΑ)
επιστημονική υποστήριξη των αρμοδίων αρχών για την εφαρμογή και τον έλεγχο της εφαρμογής της νομοθεσίας για την προστασία των ζώων συντροφιάς, με την εκπόνηση μελετών και τη σύνταξη προτάσεων σε περιοδική βάση ή κατόπιν συγκεκριμένου αιτήματος
(βλ. άρθρο 2 περ. β’ της υπ’ αρ. 34613/21.4.2023 ΥΑ)
εντοπισμός και καταγραφή προβλημάτων σε θέματα προστασίας, συνθηκών διαβίωσης και εν γένει ορθής μεταχείρισης των ζώων συντροφιάς και τη λήψη μέτρων αντιμετώπισής τους, σε συνεργασία με αρμόδιες υπηρεσίες και φορείς
(βλ. άρθρο 1, παρ. Γ’ περ. ι’ της υπ’ αρ. 32119/19.5.2022 ΥΑ)
εν γένει εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων επίλυσης προβλημάτων στον τομέα της προστασίας των ζώων συντροφιάς
(βλ. άρθρο 2 περ. δ’ της υπ’ αρ. 34613/21.4.2023 ΥΑ)
Επιπλέον, η υπουργική απόφαση που εκδόθηκε προκειμένου να εξειδικεύσει τις αρμοδιότητες της Επιτροπής Παρακολούθησης του άρθρου 39 του Ν. 4830/2021 δεν επέλυσε τις προεκτεθείσες αλληλεπικαλύψεις, παρά μόνο προσέθεσε νέες αρμοδιότητες στην Επιτροπή Παρακολούθησης, όπως την παροχή σύμφωνης γνώμης προς το Τμήμα Προστασίας Ζώων Συντροφιάς για τον προσδιορισμό των Βασικών Δεικτών Απόδοσης για την παρακολούθηση της εφαρμογής των επιχειρησιακών προγραμμάτων κάθε δήμου, όπως αυτό προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 41 του Ν 4830/2021, ή την υποβολή εισήγησης για την παρακράτηση μέρους του ποσού των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ), που δικαιούται ο κάθε δήμος, σε περίπτωση σοβαρής μη συμμόρφωσής του με τις διατάξεις του Ν. 4830/2021, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 45 του Ν. 4830/2021.

Με δεδομένο, πάντως, ότι η Ειδική Επιτροπή Παρακολούθησης φαίνεται να συνιστά ένα όργανο που λειτουργεί σε επίπεδο της κεντρικής διοίκησης και όχι στο πλαίσιο του κάθε δήμου, ώστε να μην είναι δυνατόν να υποστηριχθεί ότι επιτελεί ρόλο «διαμεσολαβητικό» ανάμεσα στους εποπτευόμενους δήμους και το Τμήμα Προστασίας Ζώων Συντροφιάς, η αλληλοεπικάλυψη αρμοδιοτήτων, ήδη σε επίπεδο νομοθετικής διατύπωσης αυτών, προμηνύει μία τροχοπέδη αναφορικά με την αποτελεσματική δράση της και τη σχέση των αρμοδιοτήτων της με αυτές του Τμήματος Προστασίας Ζώων Συντροφιάς.
Επιβάλλεται η επισήμανση ότι η υπ’ αρ. 1314/19.12.2023 εγκύκλιος του ΥΠΕΣ περιέπλεξε περαιτέρω τις αρμοδιότητες των προαναφερθέντων οργάνων, ορίζοντας ότι η Ειδική Γραμματεία και το Τμήμα Προστασίας Ζώων Συντροφιάς είναι, από κοινού, τα αρμόδια όργανα για τη μέριμνα, ώστε κάθε επιχειρησιακό πρόγραμμα διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς και πρόληψης δημιουργίας νέων αδέσποτων ζώων των δήμων, να περιλαμβάνει, κατ’ ελάχιστον, τις δράσεις που αναφέρονται στη ρύθμιση του άρθρου 3 παρ. 3 του Ν. 4830/2021. Έτσι, σε περίπτωση που Δήμος δεν εφαρμόζει ή εφαρμόζει ελλιπώς επιχειρησιακό πρόγραμμα για τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων εντός των ορίων του, ο πολίτης έχει να αντιμετωπίσει ένα ασαφές πλαίσιο ως προς το όργανο στο οποίο μπορεί να απευθυνθεί για τον εκ μέρους της Κεντρικής Διοίκησης έλεγχο της υφιστάμενης κατάστασης και την αντιμετώπιση των προβλημάτων που ανακύπτουν: θα πρέπει να απευθυνθεί στην Ειδική Επιτροπή Παρακολούθησης, η οποία έχει την ευθύνη «παρακολούθησης εφαρμογής» του νομικού πλαισίου (από το οποίο προκύπτει ο ενδεδειγμένος σχεδιασμός και υλοποίηση του επιχειρησιακού προγράμματος); Θα πρέπει να αποταθεί στην Ειδική Γραμματεία ή, απευθείας, στο Τμήμα Προστασίας Ζώων Συντροφιάς, το οποίο είναι, κατά τη ρύθμιση του άρθρου 3 παρ. 3 του Ν. 4830/2021, η «αρμόδια αρχή για την εποπτεία της εφαρμογής των επιχειρησιακών προγραμμάτων περισυλλογής και διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς» και αν ναι, με ποιον τρόπο; Αυτά είναι ζητήματα που δεν έχουν επιλυθεί από το εξεταζόμενο κανονιστικό πλαίσιο και που δυσχεραίνουν την πρακτική εφαρμογή του.
Ωστόσο, αναφορικά, ακριβώς, με την εποπτεία επί της πρακτικής εφαρμογής του κανονιστικού πλαισίου, φαίνεται ότι η Ειδική Γραμματεία προέβη, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, με το υπ’ αρ. πρωτ. 51534/3.8.2022 έγγραφό της σε μια πρώτη «προσέγγιση» των δήμων, προκειμένου να αποτυπωθεί η υφιστάμενης κατάστασης σχετικά με τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς. Σε αυτό το πλαίσιο ζητήθηκε από τους δήμους η ακριβής καταγραφή για την περίοδο από 1.1.2022 μέχρι και 30.6.2022 των στοιχείων διαχείρισης των ζώων συντροφιάς (αριθμός περισυλλεγέντων, εμβολιασμένων, στειρωμένων, αποπαρασιτωμένων, φιλοξενούμενων σε καταφύγια, ήδη υιοθετημένων ζώων συντροφιάς). Μεταξύ των στοιχείων που ζητήθηκαν ήταν το αν υπάρχει αποδεδειγμένη (μέσω έγγραφης συμφωνίας) συνεργασία δήμων με φιλοζωικά σωματεία ή φιλοζωικές οργανώσεις, καθώς και αν λειτουργεί δημοτικό καταφύγιο/καταφύγιο φιλοζωικού σωματείου ή φιλοζωικής οργάνωσης και κατά πόσο αυτό έχει ενταχθεί στα υφιστάμενα προγράμματα οικονομικής ενίσχυσης.
3. Η καταγραφή και η φύλαξη των αδέσποτων ζώων
Σοβαρές πλημμέλειες παρατηρούνται και στη διαδικασία καταγραφής του εκτιμώμενου πληθυσμού των αδέσποτων ζώων, τα οποία υπολογίζονται σε αρκετά εκατομμύρια. Και τούτο διότι, κατ’ αρχάς, οι ίδιοι οι δήμοι δεν προβαίνουν σε συστηματική απογραφή του πληθυσμού των αδέσποτων ζώων εντός των γεωγραφικών τους ορίων, με αποτέλεσμα οι σχετικές εκτιμήσεις για το συνολικό μέγεθος του πληθυσμού αυτού να στηρίζονται στον αριθμό των αδέσποτων ζώων που οι ίδιοι έχουν περισυλλέξει.

Πέραν αυτών, ένα βασικό μειονέκτημα της περιγραφόμενης μεταρρύθμισης αποτελεί, όπως ήδη τονίσθηκε, η αδυναμία, πλέον, πρόσβασης του Τμήματος Προστασίας Ζώων Συντροφιάς στις ψηφιακές υπηρεσίες του ΥΠΑΑΤ αναφορικά με την καταγραφή των σχετικών πληθυσμών. Πάντως, ούτε οι τελευταίες είναι πλήρως ενημερωμένες. Ενδεικτικά, στην ψηφιακή υπηρεσία Παρακολούθησης της Διαχείρισης Αδέσποτων Ζώων Συντροφιάς έχουν εγγραφεί μόνο οι 190 από τους 332 δήμους της χώρας, ενώ από το σύνολο των καταχωρήσεων στην πλατφόρμα μόλις περίπου 180.000 αφορούν σε αδέσποτα ζώα, ήτοι ένας αριθμός που προφανώς δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

Όσον αφορά το Εθνικό Μητρώο Ζώων Συντροφιάς, τέθηκε σε μερική λειτουργία μόλις τον Δεκέμβριο του 2023. Η ανάπτυξη της εν λόγω πλατφόρμας έχει ανατεθεί στην «Κοινωνία της Πληροφορίας ΑΕ». Η σχετική σύμβαση του έργου υπεγράφη στις 30.12.2022 και η προθεσμία εκτέλεσης της σύμβασης ορίστηκε σε δεκαοκτώ (18) μήνες από την υπογραφή της, οπότε και αναμένεται να ολοκληρωθεί στις 30.6.2024.
Πέραν τούτων, η προεκτεθείσα διάσπαση αρμοδιοτήτων εμφιλοχώρησε και στον καθορισμό των προϋποθέσεων λειτουργίας χώρων (προσωρινής) φιλοξενίας των ζώων συντροφιάς. Συγκεκριμένα, η, μεν, αρμοδιότητα θέσπισης των όρων λειτουργίας κλινικών και ιατρείων ζώων συντροφιάς παρέμεινε στο ΥΠΑΑΤ, ενώ το ΥΠΕΣ είναι, πλέον, αρμόδιο για τον καθορισμό των όρων και των προϋποθέσεων ίδρυσης και λειτουργίας ενδιαιτημάτων, καταφυγίων και χώρων εκπαίδευσης ζώων συντροφιάς. Επομένως, η κατάσταση που διαμορφώθηκε από τις παραπάνω ρυθμίσεις, αφενός, συνηγορεί υπέρ της αναγκαίας διασύνδεσης και διαλειτουργικότητας των δύο υπουργείων, αφετέρου, θέτει εκ νέου εν αμφιβόλω την αποτελεσματικότητα της υπό κρίση μεταφοράς αρμοδιοτήτων.
4. Η χρηματοδότηση των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης
Α. Τα κριτήρια χρηματοδότησης σε συνάρτηση με την υποχρέωση σύνταξης Βασικών Δεικτών Απόδοσης
Το βασικότερο πρόβλημα της περιγραφόμενης μεταρρύθμισης εντοπίζεται στις αρμοδιότητες του Τμήματος Προστασίας Ζώων Συντροφιάς. Κατ’ αρχάς, επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 41 παρ. 1 του Ν 4830/2021, το εν λόγω Τμήμα δύναται να προσδιορίζει τους Βασικούς Δείκτες Απόδοσης για την παρακολούθηση της εφαρμογής των επιχειρησιακών προγραμμάτων κάθε δήμου, κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Ειδικής Επιτροπής Παρακολούθησης του άρθρου 39 του ίδιου νόμου. Η παράγραφος 2 του αυτού άρθρου διευκρινίζει ότι οι Βασικοί Δείκτες Απόδοσης ορίζονται το αργότερο δύο μήνες πριν την έναρξη κάθε έτους, περιλαμβάνουν απολύτους στόχους, καθώς και συγκριτικά στοιχεία σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ κάθε χρόνο οι δήμοι οφείλουν να δημοσιοποιούν ετήσια έκθεση με τα αποτελέσματά τους όσον αφορά στους Βασικούς Δείκτες Απόδοσης.
Πράγματι, η μετρησιμότητα στη δημόσια διοίκηση, υπό την έννοια της δυνατότητας μέτρησης των ποσοτικών ιδιοτήτων των δράσεων και των αποτελεσμάτων της, αποτελεί ένα από τα βασικότερα εργαλεία αξιολόγησης και διαμόρφωσης δημοσίων πολιτικών. Γενικότερα, οι δείκτες απόδοσης συνίστανται σε συστήματα, εικόνες και άλλα είδη παραστάσεων του μεγέθους μιας ποσότητας ή ποιότητας, χρησιμοποιούνται για να αποτυπώσουν τις συγκριτικές αλλαγές των ποσοτικών και ποιοτικών μεγεθών διά μέσου του χρόνου ή των υποκειμένων ή των μονάδων διοίκησης, οπότε και βασική προϋπόθεση της επιτυχούς διαμόρφωσης και ανάγνωσής τους αποτελεί η συστηματική ανάλυση των δράσεων και των προγραμμάτων του κάθε τομέα πολιτικής, και εν προκειμένω του τομέα προστασίας των ζώων συντροφιάς. Ενδεικτικά, λοιπόν, στο περιφερειακό επιχειρησιακό επίπεδο του εν λόγω πεδίου, οι δείκτες απόδοσης θα μπορούσαν να συγκεντρώνουν, μεταξύ άλλων, τις εξής παραμέτρους: τον αριθμό δράσεων δημόσιας πολιτικής προστασίας των ζώων συντροφιάς, το ποσοστό κάλυψης κενών οργανικών θέσεων, τον αριθμό παραπόνων που υποβλήθηκαν, το ποσοστό παραπόνων που ικανοποιήθηκαν, το ποσοστό προόδου ολοκλήρωσης των αναληφθέντων έργων, λ.χ. ανέγερσης κέντρων φιλοξενίας αδέσποτων ζώων συντροφιάς, τα ύψη χρηματοδοτήσεων, την πρόοδο της στοχοθεσίας, κ.ά..

Εν προκειμένω, το Υπουργείο Εσωτερικών έσπευσε να καθορίσει τους πόρους, τη διαδικασία, τα κριτήρια και τον τρόπο χρηματοδότησης των δήμων, για την υλοποίηση δράσεων διαχείρισης αδέσποτων ζώων συντροφιάς. Συγκεκριμένα, προβλέφθηκε ότι η κατανομή της χρηματοδότησης ανά δήμο γίνεται με κριτήρια α) τη γεωγραφική έκταση με συντελεστή βαρύτητας 35%, β) τον μόνιμο πληθυσμό κάθε δήμου με συντελεστή βαρύτητας 65% και γ) το ελάχιστο ποσοστό ύψους 0,1% επί του συνολικού ποσού χρηματοδότησης και το μέγιστο ποσοστό ύψους 2,2% επί του συνολικού ποσού χρηματοδότησης, ενώ συγχρόνως δόθηκε η δυνατότητα μεταβολής του τελικού ποσού χρηματοδότησης κάθε δήμου έως και δεκαπέντε ποσοστιαίες μονάδες (15%), λαμβάνοντας υπόψη την επίδοσή του ως προς την υλοποίηση των στόχων του επιχειρησιακού του προγράμματος, όπως αυτή διαπιστώνεται από το Τμήμα Προστασίας Ζώων του Υπουργείου Εσωτερικών με βάση τους δείκτες απόδοσης του άρθρου 41 του Ν 4830/2010.

Ωστόσο, τα ανωτέρω κριτήρια χρηματοδότησης είναι επιδερμικά και δεν ανταποκρίνονται στην ιδιαιτερότητα του τομέα πολιτικής προστασίας των ζώων συντροφιάς, η οποία επιτάσσει τη λήψη υπόψη ως επιπλέον κριτηρίου χρηματοδότησης του - έστω και εκτιμώμενου - αριθμού αδέσποτων ζώων συντροφιάς του κάθε δήμου. Πολύ περισσότερο, όμως, η, κατ’ αρχήν, θετική ρύθμιση περί μεταβολής του τελικού ποσού χρηματοδότησης κάθε δήμου επί τη βάσει της επίδοσής του κινδυνεύει να καταστεί άνευ αντικειμένου, δεδομένου ότι μέχρι και σήμερα το Τμήμα Προστασίας Ζώων Συντροφιάς δεν έχει προβεί στη διαμόρφωση των δεικτών απόδοσης του άρθρου 41 του Ν 4830/2021, οι οποίοι όφειλαν να είχαν δημοσιευθεί το αργότερο έως τις 31.10.2022.

Θετική εξέλιξη, ωστόσο, αποτελεί η νέα ρύθμιση του άρθρου 30 του Ν 5056/2023, σύμφωνα με την οποία δημιουργείται στο Υπουργείο Εσωτερικών διαδικτυακός κόμβος παρακολούθησης των επιδόσεων των ΟΤΑ στον ηλεκτρονικό σύνδεσμο deiktesOTA.gov.gr, στον οποίο: α) συλλέγονται στοιχεία που αφορούν στην οικονομική και διοικητική λειτουργία και δραστηριότητά τους και β) δημοσιεύονται, κατόπιν επεξεργασίας, δείκτες μέτρησης και αξιολόγησης των επιδόσεών τους. Αναμένεται, λοιπόν, η όσο το δυνατόν ταχύτερη εφαρμογή της ως άνω ρύθμισης.
Β. Η διαδικασία χρηματοδότησης
Επιβάλλεται να τονιστεί ότι έχουν δημοσιευτεί από το Υπουργείο Εσωτερικών, στο πλαίσιο του προγράμματος ΦΙΛΟΔΗΜΟΣ II, δύο προσκλήσεις για τη χρηματοδότηση δράσεων των ΟΤΑ αναφορικά με τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων, στις οποίες, ωστόσο, δεν ανταποκρίθηκαν όλοι οι δήμοι. Η διαδικασία αξιολόγησης των σχετικών αιτημάτων προϋπέθετε, μεταξύ άλλων, είτε απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης (σύμφωνη γνώμη), κατόπιν σχετικής εισήγησης της Διεύθυνσης Προστασίας των Ζώων, Φαρμάκων και Κτηνιατρικών Εφαρμογών, στα πλαίσια της πρώτης πρόσκλησης, είτε απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, κατόπιν σχετικής εισήγησης της Διεύθυνσης Οικονομικής και Αναπτυξιακής Πολιτικής, στα πλαίσια της δεύτερης πρόσκλησης, οπότε και είχε δημοσιευτεί πλέον ο Ν 4830/2021. Ωστόσο, είναι αμφίβολο εάν και κατά πόσον οι περιγραφόμενες γνωμοδοτικές διαδικασίες συνέβαλαν πράγματι στην πληροφόρηση του αποφασίζοντος Υπουργού διά της παροχής εξειδικευμένων τεχνικών και επιστημονικών γνώσεων ή του λυσιτελέστερου συντονισμού μεταξύ των επιμέρους υπηρεσιών του εκάστοτε Υπουργείου, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει, το γνωμοδοτούν, κάθε φορά, όργανο περιορίστηκε στον τυπικό –από άποψη εμπρόθεσμης υποβολής και πληρότητας των δικαιολογητικών– έλεγχο των σχετικών προτάσεων. Ακόμη, η απουσία του Τμήματος Προστασίας Ζώων Συντροφιάς από τη διαδικασία αξιολόγησης της δεύτερης κατά σειρά πρόσκλησης ενισχύει τους ανωτέρω εκτεθέντες προβληματισμούς αναφορικά με τη δέουσα ενσωμάτωση του Τμήματος στην οργανωτική δομή του Υπουργείου Εσωτερικών και την αποτελεσματικότητα της εν λόγω μεταφοράς. Δυστυχώς, μέχρι πρότινος, κανένα από τα χρηματοδοτούμενα έργα δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί. Φαίνεται ότι η νομοθετική μεταβολή του Ν. 4830/2021 και η μεταφορά πολλών αρμοδιοτήτων στο Υπουργείο Εσωτερικών έχουν συμβάλει σε αυτές τις καθυστερήσεις, οι οποίες - όχι σπάνια - ξεπερνούν τα δύο έτη (!).

V. Η πρόσβαση στη δικαστική προστασία ως τρόπος αντιμετώπισης των ήδη διαπιστωθέντων προβλημάτων
Στην προηγούμενη ενότητα του παρόντος επιχειρήσαμε να αναδείξουμε τα προβλήματα που ανακύπτουν τόσο σε επίπεδο νομοτεχνικής κατάστρωσης όσο και κατά την εφαρμογή του κείμενου νομικού πλαισίου. Κατά τη γνώμη μας, παρουσιάζει ενδιαφέρον και η διερεύνηση της δυνατότητας δικαστικού ελέγχου πράξεων, παραλείψεων ή εν γένει καταστάσεων που συνδέονται με τα προβλήματα αυτά, παρεκκλίνοντας για τον σκοπό αυτό από την τυπική έννοια της άσκησης (ενδοδιοικητικής) εποπτείας από την Κεντρική Διοίκηση. Στο πεδίο της δικαστικής προστασίας, προτού εξεταστούν περιπτώσεις νομολογιακής αντιμετώπισης γεγενημένων διαφορών που απασχόλησαν το Συμβούλιο της Επικρατείας, ενδείκνυται η εξέταση της περίπτωσης κατά την οποία η παράλειψη των ΟΤΑ να ανταποκριθούν στις σχετικές με τα ζώα συντροφιάς υποχρεώσεις τους, και συγκεκριμένα στην περισυλλογή και φροντίδα των αδέσποτων ζώων, οδηγεί, όχι σε τραυματισμό/ζημία ενός ιδιώτη, οπότε και καλείται σε εφαρμογή ο θεσμός της αστικής ευθύνης του Δημοσίου (ΕισΝΑΚ 105-106) εφόσον συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις (διαφορετικά, σε περίπτωση βλάβης του, ενδεχομένως οι σχετικές με την αίτηση ακύρωσης διατάξεις του ΠΔ 18/1989), αλλά στην ίδια την βλάβη του αδέσποτου, φαινόμενο ιδιαίτερα συχνό και εκτεταμένο. Το ζήτημα σχετίζεται άμεσα, όχι όμως αποκλειστικά, με την ευρύτερη τάση «οικοκεντροποίησης» του δικαίου και την ανάγκη αναγνώρισης ή μη ενός αυτοτελούς δικαιώματος προστασίας στα ζώα, ανάγοντάς τα σε ιδιαίτερα, «οιονεί» υποκείμενα δικαίου.

Στο πεδίο του διοικητικού δικαίου και των δικονομικών προστατευτικών οδών που παρέχει, ένα per se δικαίωμα στα ζώα, τουλάχιστον προς το παρόν, δεν φαίνεται να υποστηρίζεται από το αναγκαίο θεσμικό «οπλοστάσιο». Η προστασία ενός ζώου σε περιπτώσεις βλάβης της υγείας του συνυφασμένης με παράνομες πράξεις/παραλείψεις των ΟΤΑ και ανεξαρτήτως της βλαπτικής της ή μη, αντανακλαστικής επενέργειας στο ανθρώπινο συμφέρον, προϋποθέτει σημαντικά ερμηνευτικά άλματα στις δικονομικές προϋποθέσεις παραδεκτού ενδίκων μέσων, όπως το έννομο συμφέρον στην περίπτωση της αίτησης ακύρωσης, αλλά ενδεχομένως και τη θεσμοθέτηση ενός αντιπροσωπευτικού- υπερασπιστικού οργάνου που θα μπορούσε να κινήσει την σχετική ένδικη διαδικασία, σε μία προσπάθεια εναρμόνισης με τη φιλοσοφία και το νέο νομοθετικό εγχείρημα αναβάθμισης της νομικής τους θέσης. Καθίσταται, επομένως, σαφές, ότι ο δικαστικός έλεγχος των ΟΤΑ και της συμμόρφωσής τους προς τις προβλεπόμενες στον νόμο αρμοδιότητές τους με τα μέσα του διοικητικού δικαίου υλοποιείται σχεδόν αποκλειστικά μέσω των αγωγών αποζημίωσης των άρθρων 105-106 ΕισΝΑΚ, εφόσον δηλαδή στοιχειοθετείται η αστική τους ευθύνη, βασική προϋπόθεση της οποίας αποτελεί η πρόκληση ζημίας στο πρόσωπο του ενάγοντος. Το ζήτημα της αποδέσμευσης από αυστηρά ανθρωποκεντρικά κριτήρια στο πεδίο των διοικητικών διαφορών με αντικείμενο την προστασία των αδέσποτων ζώων συντροφιάς παραμένει και εντείνεται, ειδικά στις περιπτώσεις που η αβελτηρία των ΟΤΑ όχι μόνο δεν προκαλεί αιτιακώς ζημία φυσικού ή νομικού προσώπου ή δεν προσβάλλεται παραδεκτώς με αίτηση ακύρωσης, αλλά δεν δύναται να θεμελιώσει και την ποινική τους ευθύνη, δημιουργώντας με τον τρόπο αυτό ένα κενό δικαστικού ελέγχου, ικανό να πυροδοτήσει την επιστημονική έρευνα και ενδεχομένως, νέες, θεσμικές υπερβάσεις.
Ειδικότερα: Επί της «οργανικής» διάστασης της διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς - Ο σκόπελος του εννόμου συμφέροντος
Η νομολογία του ΣτΕ αντιμετώπισε ήδη (βλ. ανωτέρω, ΣτΕ 2073/2017) την περίπτωση μιας νομοθετικής παρέμβασης για κατανομή αρμοδιότητας μεταξύ φορέων και τη σύνδεσή της με τη συνταγματική απαίτηση περί προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος. Στην περίπτωση της ΣτΕ 2073/2017 δικαστική προστασία αναζήτησε ο Πανελλήνιος Κτηνιατρικός Σύλλογος, από τον οποίο και αφαιρέθηκε η αρμοδιότητα τήρησης της ηλεκτρονικής βάσης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς⋅ ακριβώς επί της αφαίρεσης της αρμοδιότητας αυτής στηρίχθηκε το έννομο συμφέρον του Συλλόγου, ώστε να καταστεί, εν συνεχεία, δυνατό αυτός να εισφέρει τους ισχυρισμούς του σχετικά με τη στελέχωση των αρμόδιων για την τήρηση της βάσης υπηρεσιών και τον βαθμό εξειδίκευσης του προσωπικού τους. Η νομολογία αυτή καταδεικνύει ότι η δικαστική αντιμετώπιση οποιασδήποτε κακοτεχνίας απτόμενης της κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ οργανωτικών μονάδων της Κεντρικής Διοίκησης προϋποθέτει την προβολή των σχετικών προβληματισμών από φορέα που να έχει έννομο συμφέρον για την ίδια την αναζήτηση δικαστικής προστασίας. Είναι δε εξαιρετικά αμφίβολο αν κανονιστικές πράξεις που ανάγονται στην αναμόρφωση της Κεντρικής Διοίκησης και την κατανομή των σχετικών με τη διαχείριση ζώων συντροφιάς αρμοδιοτήτων μπορούν να επιφέρουν άμεση και προσωπική βλάβη σε φορείς που δραστηριοποιούνται για την εν γένει προστασία των ζώων συντροφιάς. Για τη στοιχειοθέτηση της βλάβης αυτής δεν μπορεί να είναι αρκετή η επίκληση μιας «γενικής περιβαλλοντικής ανησυχίας». Ειδικότερα εφόσον πρόκειται για σωματεία και εν γένει φορείς που ασχολούνται με την προστασία των ζώων συντροφιάς, πρέπει να αναδεικνύεται η σύνδεση του καταστατικού τους σκοπού με την προσβαλλόμενη πράξη και η συγκεκριμένη βλάβη που αυτή επιφέρει στην άσκηση της δραστηριότητας του αιτούντος φορέα.

VI. Προτάσεις
Οι αναδειχθείσες πλημμέλειες στη διοικητική οργάνωση των αρμόδιων υπηρεσιών και στη διαδικασία χρηματοδότησης των δήμων υποβαθμίζουν, τελικώς, την ευζωία των ζώων συντροφιάς, χάριν των οποίων προωθείται και η συγκεκριμένη μελέτη.
Χαρακτηριστικά, προκύπτει ότι ελάχιστοι δήμοι διαθέτουν επαρκή ίδια μέσα και εγκαταστάσεις για την περισυλλογή, περίθαλψη και φιλοξενία των αδέσποτων ζώων συντροφιάς. Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις καταφυγίων, τα οποία, είτε διαθέτουν ελάχιστη χωρητικότητα και, παρ’ όλα αυτά, φιλοξενούν μέχρι και πενταπλάσιο αριθμό ζώων πέραν της δυναμικότητάς τους, είτε δεν τηρούν τους υγειονομικούς κανόνες, είτε, πάλι, είναι υποστελεχωμένα. Σημειωτέον, δε, ότι τα σχετικά καταφύγια όφειλαν να συμμορφωθούν με τις προδιαγραφές των άρθρων 28 και 29 του Ν 4830/2021 έως την 31η.3.2022, ημερομηνία η οποία παρατάθηκε, αρχικά, έως τις 30.9.2023 και, ήδη, έως την 31η.5.2024.
Επιπλέον, ο κατακερματισμός, η ασάφεια και οι αλληλεπικαλύψεις αρμοδιοτήτων συνεπάγονται την αδυναμία κάθε επιπέδου της διοίκησης να ασκήσει αποτελεσματικά τις ανατεθειμένες αρμοδιότητές του και να εκπληρώσει τον θεσμικό του ρόλου, αφήνοντας έτσι, κατ’ αποτέλεσμα, πολλά πεδία πρακτικά αρρύθμιστα. Ενδεικτικά, ως αρμόδιες αρχές για τη συστηματική παρακολούθηση και εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου, που δημιουργήθηκε με τον Ν 4830/2021, αναδεικνύονται συγχρόνως τόσο η Ειδική Γραμματεία για την Προστασία των Ζώων Συντροφιάς, όσο και η Ειδική Επιτροπή Παρακολούθησης του άρθρου 39 του Ν 4830/2021, η κανονιστική συνεισφορά των οποίων δεν έχει ακόμη εντοπιστεί. Επίσης, παρά την προεκτεθείσα απομάκρυνση του Τμήματος Προστασίας Ζώων Συντροφιάς από το ΥΠΑΑΤ, αυτό εξακολουθεί να μεριμνά ώστε τα επιχειρησιακά προγράμματα διαχείρισης αδέσποτων ζώων των δήμων να περιλαμβάνουν υποχρεωτικά δράσεις για τη στείρωση, την κτηνιατρική φροντίδα, την περισυλλογή και τη φιλοξενία των αδέσποτων ζώων, με αποτέλεσμα να καθίσταται αναγκαία η άμεση, ευχερής και αποτελεσματική συνδεσιμότητά του με τη Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του ΥΠΑΑΤ, η οποία εξακολουθεί να είναι η αρμόδια αρχή για τη θέσπιση και την παρακολούθηση των κανόνων αναφορικά με την υγεία των ζώων και την κτηνιατρική δημόσια υγεία, προκειμένου η συμπερίληψη των ανωτέρω δράσεων στα επιχειρησιακά προγράμματα να μην εξαντλείται στην ονομαστική τους αναφορά, αλλά πολύ περισσότερο να ελέγχεται επί τη βάσει των κατάλληλων κριτηρίων της κτηνιατρικής επιστήμης. Πέραν αυτών, οι καταστροφικές πλημμύρες στον κάμπο της Θεσσαλίας ανέδειξαν με τον χειρότερο τρόπο την επικινδυνότητα της ασάφειας και αλληλοεπικάλυψης αρμοδιοτήτων τόσο για την επιβίωση των ίδιων των ζώων, όσο, βέβαια, και για τη δημόσια υγεία.

Ως εκ τούτου, συντασσόμαστε με τις εννέα συστάσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην υπ’ αρ. 3/2023 ειδική έκθεση ελέγχου του με τίτλο «Αδέσποτα ζώα συντροφιάς: τηρούνται οι κανόνες ευζωίας τους και αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά η ανεξέλεγκτη διασπορά τους στις εξοχές της χώρας ;», οι οποίες περιλαμβάνουν την ταχύτερη στελέχωση του Τμήματος Προστασίας Ζώων Συντροφιάς με κατάλληλο επιστημονικό, κτηνιατρικό, προσωπικό, ούτως ώστε να ανταποκριθεί στις αρμοδιότητες που του έχουν ανατεθεί με τον Ν. 4830/2021, την επιτάχυνση των εσωτερικών διαδικασιών των δήμων σχετικά με τη συγκρότηση των σχετικών συλλογικών οργάνων και την κατάρτιση των επιχειρησιακών τους προγραμμάτων για τη διαχείριση των αδέσποτων ζώων, τη συστηματική απογραφή, περισυλλογή και επιτηρούμενη διαβίωση των τελευταίων - ακόμη και με την άντληση ίδιων πόρων τους, μέσω της αύξησης των δημοτικών τελών -, την αξιοποίηση των υφιστάμενων ψηφιακών υπηρεσιών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, εφόσον αυτές επικαιροποιηθούν και μέχρι τη θέση σε παραγωγική λειτουργία του Εθνικού Μητρώου Ζώων Συντροφιάς, την εντατικοποίηση των ελέγχων με αντικείμενο τον σεβασμό της ευζωίας των ζώων συντροφιάς, την αποκατάσταση των σχέσεων και την ανάπτυξη συνεργασίας των δήμων με τις φιλοζωικές οργανώσεις και, τέλος, τον εξορθολογισμό των κριτηρίων χρηματοδότησης και τον έλεγχο τήρησης των όρων και προϋποθέσεων τούτων.
VII. Βασική Βιβλιογραφία/ Αρθρογραφία
Βλαχόπουλος Σ., Το εγωιστικό γονίδιο του Δικαίου και το Δίκαιο της Τεχνητής Νοημοσύνης, εκδ. ΕΥΡΑΣΙΑ, 2023.
Κτιστάκη Σ., Εισαγωγή στη Διοικητική Επιστήμη, 2009
Μακρυδημήτρης Αν., Ανάλυση Δημόσιας Πολιτικής και Αποφάσεων, 1987
ο ίδιος, Προσεγγίσεις στη θεωρία των οργανώσεων, 5η έκδ., 2013
Μπέσιλα - Βήκα Ευ., Τοπική αυτοδιοίκηση, τόμος 2, 4η έκδ., 2011
Μπουκουβάλα Β., Ο δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων στις περιβαλλοντικές διαφορές στη διοικητική δίκη, ΠερΔικ, 2020, σελ. 179 επ.
Παρθενόπουλος Κ./Παρθενοπούλου Ν., Μετρησιμότητα, αξιολόγηση και ποιότητα στην Ελληνική Δημόσια Διοίκηση, ΕΔΕ 2010, 281 - 306
Παρλάτζα Ρ., σε Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας - Ερμηνεία κατ’ άρθρο, 2019, σελ. 658 - 688
Πατάπη Ιωάν. - Μ., Έλεγχος επίδοσης των ΟΤΑ α΄ βαθμού από το Ελεγκτικό Συνέδριο: ένα υπόδειγμα συγκριτικής αξιολόγησης για την αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα των δήμων, ΔιΔικ 2020, 453 - 461
Πικραμμένος Μ., Τοπική Αυτοδιοίκηση (Οργάνωση και λειτουργία), 2020
ο ίδιος, Εφαρμογής ΔΔ 2015, 3 - 11