Κείμενο

Ομάδα Εργασίας
Δημήτριος Βαρβατσούλης (Προπτυχιακός Φοιτητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)
Ελπινίκη Γαβουνέλη (Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)
Παύλος Ζαγοράκης (Προπτυχιακός Φοιτητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)
Μυρτώ Κατσούλη (Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)
Αικατερίνη Μπιτζανάκη (Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)
Αδαμαντία Παυλοπούλου (Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)
Ελένη Χατζαντωνάκη (Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)
Επιβλέπων:
Περάκης Εμμανουήλ (Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς & Ευρωπαϊκού Δικαίου Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)
Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Πρώτη φορά που η Ευρωπαϊκή Ένωση νομοθέτησε σχετικά με την προστασία των ζώων ήταν το 1974 όταν τέθηκε σε ισχύ μια Οδηγία που προέβλεπε την αναισθητοποίηση τους πριν τη σφαγή. Επιπλέον, ενδιαφέρον παρουσιάζει η νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής ΔΕΕ) ως προς το πώς αντιμετώπισε τα ζώα ως έννομα αγαθά και στο πώς αξιολόγησε την ανάγκη προστασίας τους, ειδικά όταν αυτή συγκριθεί με τη νομολογία σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος. Πιο συγκεκριμένα, το ΔΕΕ ήδη από το 1983, δηλαδή μια δεκαετία πριν τη σύναψη της συνθήκης του Μάαστριχτ όπου το περιβάλλον κατέστη επίσημο πεδίο πολιτικής της Ένωσης, είχε κρίνει ότι η περιβαλλοντική προστασία αποτελεί “έναν από τους βασικότερους στόχους της Κοινότητας”. Αντίθετα, δύο δεκαετίες αργότερα, το 2001, το ΔΕΕ σε υπόθεση ενώπιον του σχετική με την καλή μεταχείριση των ζώων, έκρινε ότι “ναι μεν τα συμφέροντα της Κοινότητας περιλαμβάνουν την υγεία των ζώων, παρόλα αυτά η ανάγκη διασφάλισης της καλής μεταχείρισης τους δεν αποτελεί γενική αρχή της Κοινότητας”. Διαφαίνεται λοιπόν ξεκάθαρα, ότι τα ευρωπαϊκά όργανα άργησαν πολύ να αντιληφθούν τη σημασία αλλά και την αυταξία της ευημερίας των ζώων.
Σε μια εποχή που κυριαρχείται από ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις και διασυνδεδεμένα παγκόσμια δίκτυα, η ικανότητα εντοπισμού και παρακολούθησης διαφόρων στοιχείων έχει καταστεί απαραίτητη πτυχή της διακυβέρνησης, της ασφάλειας και της δημόσιας υγείας. Οι χώρες της ΕΕ, γνωστές για τη δέσμευσή τους στην καινοτομία και την προοδευτική διακυβέρνηση, βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της υιοθέτησης και της εφαρμογής συστημάτων ιχνηλάτησης για την αντιμετώπιση ποικίλων προκλήσεων, προωθώντας τη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών σε διακρατικό επίπεδο. Σε αυτό το πνεύμα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με την απόφαση της 2003/623/ΕΚ προέβλεψε την ανάπτυξη ενός ενοποιημένου μηχανογραφικού κτηνιατρικού συστήματος επονομαζόμενου Traces. To ισχύον πλέον σύστημα TRACES σκόπιμα περιλαμβάνει ευρύ φάσμα εφαρμογών, από τον εντοπισμό ζώων σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία έως την παρακολούθηση αγαθών για βελτιστοποίηση της εφοδιαστικής αλυσίδας, σε μία προσπάθεια δημιουργίας ενός πιο διασυνδεδεμένου και ασφαλούς μέλλοντος για τους πολίτες.
Λαμβάνοντας υπόψιν την εξουσιαστική αρμοδιότητα που κατέχει η Ευρωπαϊκή Ένωση και συνεπώς τη δυνατότητα θέσπισης νόμων που αφορούν τα ζώα συντροφιάς, κρίνεται ότι αυτή οφείλει πλέον να αυστηροποιηθεί και να γίνει πιο αποφασιστική. Κατά τη διαδικάσία της θέσπισης νόμων που αφορούν τα ζώα συντροφιάς είναι καιρός ο ευρωπαϊκός νομοθέτης να εστιάσει στην προστασία των ίδιων των ζώων συντροφιάς. Τα ίδια τα ζώα συντροφιάς πρέπει να αντιμετωπίζονται ως φορείς δικαιωμάτων που χρήζουν προστασίας ώστε να εξασφαλιστεί η ευζωία και η ασφάλεια τους.
Το Εθνικό Μητρώων Ζώων Συντροφιάς αποτελεί όχι μόνο μια προσπάθεια για την ενίσχυση της συνειδητής υιοθεσίας των ζώων συντροφιάς αλλά και κομβικό σημείο συγκέντρωσης πληροφοριών για την ταυτοποίηση και την παρακολούθηση των ζώων. Το ΕΜΖΣ συνδέεται στενά με τους κανονισμούς 2016/429 και 2019/2035 οι οποίοι θεσπίζουν προϋποθέσεις για την υγεία των ζώων μέσω της καταγραφής τους. Με την λειτουργία του ΕΜΖΣ δίνεται η δυνατότητα για συνεκτίμηση των προδιαγραφών που θεσπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση δημιουργώντας εύφορο έδαφος για ενδεχόμενες τροποποιήσεις που θα κινούνται πάντα στον άξονα της καλύτερης μεταχείρισης των ζώων και της γενικότερης ευζωίας αυτών. Ο στόχος είναι σε κάθε περίπτωση, η σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα λειτουργία του Εθνικού Μητρώου η οποία θα δημιουργήσει τις κατάλληλες προϋποθέσεις τόσο για τις διακρατικές υιοθεσίες όσο και για την ρύθμιση του ζητήματος των αδέσποτων ζώων και της διασφάλισης της ευζωίας τους.
Πολλά ζώα συντροφιάς, προτού υιοθετηθούν, χρειάζεται να διέλθουν του σταδίου της «αναδοχής». Έτσι, προκειμένου να κατοχυρωθούν τα απαραίτητα για το ζώο συντροφιάς κατά το στάδιο αυτό προβλέπεται ο θεσμός του «αναδόχου ζώου συντροφιάς». Ο θεσμός αυτός κατοχυρώνεται και ρυθμίζεται από τον Ν 4830/2021 με τίτλο «Νέο πλαίσιο για την ευζωία των ζώων συντροφιάς – Πρόγραμμα Άργος». Σκοπός του παρόντος νόμου, μεταξύ άλλων, είναι να διασφαλίσει τις συνθήκες ευζωίας κάθε ζώου συντροφιάς μέχρι την υιοθεσία του. Γίνεται λόγος, δηλαδή, για μια προσπάθεια ενίσχυσης της υπεύθυνης ιδιοκτησίας των ζώων συντροφιάς, με την θέσπιση ορισμένων υποχρεώσεων αλλά και δικαιωμάτων, που στην πραγματικότητα δεν διαφέρουν από τα προβλεπόμενα για τον ιδιοκτήτη δεσποζόμενου ζώου συντροφιάς.
Επειδή σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 429/2016 τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς, που συγκαταλέγονται στην «άγρια φύση», προστατεύονται εξίσου από την ισχύουσα νομοθεσία, είναι απαραίτητο η χώρα μας, ως Κράτος Μέλος της ΕΕ, να εκδώσει εκτελεστικά μέτρα, να εξειδικεύσει το πλαίσιο προστασίας τους και να το αναβαθμίσει στα ευρωπαϊκά πρότυπα. Εξάλλου, η ανάγκη περιστολής των ζωικών νόσων προερχομένων από τον ανεξέλεγκτο αριθμό αδέσποτων στην ελληνική επικράτεια επιτάσσει τη λήψη αποτελεσματικών μέτρων που συνάδουν πρωτίστως με την υποχρέωση για καλή μεταχείριση των ζώων μέσω της διασφάλισης της ευζωίας τους.
Β. H ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΣΕ ΕΝΩΣΙΑΚΟ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΟ ΠΕΔΙΟ ΚΑΙ ΤΑ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ
1. Ισχύον νομοθετικό καθεστώς για την προστασία των ζώων
Ι. H αντιμετώπιση της προβληματικής της καλής μεταχείρισης των ζώων σε επίπεδο ΕΕ
Σήμερα, η ενωσιακή νομοθεσία ανταποκρινόμενη στις πλείστες νέες εξελίξεις, έχει αναπτυχθεί και πλέον καλύπτει την καλή μεταχείριση των ζώων σε 3 περιστάσεις: στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις, κατά τη μεταφορά και κατά τη θανάτωση. Επιπροσθέτως, η Ευρωπαϊκή Ένωση προχώρησε στη σύναψη συγκεκριμένων συνθηκών που ενισχύουν και ταυτόχρονα εξειδικεύουν την προστασία των ζώων. Τέτοιες είναι οι Ευρωπαϊκές Συμβάσεις για την προστασία των ζώων που εκτρέφονται για γεωργικούς σκοπούς, ή που χρησιμοποιούνται για πειραματικούς και επιστημονικούς σκοπούς, καθώς και των ζώων που προορίζονται προς σφαγή. Επίσης, συνήφθη η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των ζώων συντροφιάς, η οποία επιδιώκει να θεσπίσει ένα βασικό κοινό πρότυπο συμπεριφοράς και πρακτικής έναντι της ιδιοκτησίας αυτών των ζώων, και η Σύμβαση για την προστασία των ζώων κατά τη διάρκεια διεθνών μεταφορών τους, η οποία καθορίζει αναλυτικά όλους τους όρους από το αρχικό μέχρι το τελικό στάδιο της μεταφοράς.
ΙΙ. Πρωτογενείς νομικές βάσεις προστασίας των ζώων
Στις ιδρυτικές συνθήκες υπάρχει μόνο ένα άρθρο που αφορά στην προστασία των ζώων και πιο συγκεκριμένα αναφέρεται ρητά στην καλή μεταχείριση τους, το α. 13 ΣΛΕΕ. Σύμφωνα με αυτό, “ Κατά τη διαμόρφωση και την εφαρμογή της πολιτικής της Ένωσης στους τομείς της γεωργίας, της αλιείας, των μεταφορών, της εσωτερικής αγοράς, της έρευνας και της τεχνολογικής ανάπτυξης και του διαστήματος, η Ένωση και τα κράτη μέλη λαμβάνουν πλήρως υπόψη τους τις απαιτήσεις καλής διαβίωσης των ζώων ως ευαίσθητων όντων τηρώντας ταυτοχρόνως τις νομοθετικές ή διοικητικές διατάξεις και τα έθιμα των κρατών μελών που αφορούν ιδίως τα θρησκευτικά τυπικά, τις πολιτιστικές παραδόσεις και την κατά τόπους πολιτιστική κληρονομιά”. Το α.13 προβλέφθηκε με τη Συνθήκη της Λισαβόνας και είναι υψίστης σημασίας γιατί αναγνωρίζει για πρώτη φορά τα ζώα ως “sentient beings” δηλαδή ως αισθανόμενα όντα, που μπορούν να έχουν συναισθήματα αλλά και να νιώθουν πόνο. Γι’αυτόν το λόγο, αποτελεί το έρεισμα της όλης προβληματικής της ευημερίας και καλής μεταχείρισης των ζώων, η οποία παύει να θεωρείται ως απλό μέσο για την επίτευξη κάποιου άλλου σημαντικότερου σκοπού (όπως η πρόληψη ασθενειών στους ανθρώπους) και καθίσταται πλέον αυτοσκοπός. Κατ’ επέκταση, προβλέπεται από την ίδια τη Συνθήκη, ότι τα Κράτης Μέλη φέρουν ηθική ευθύνη για την πρόληψη της κακομεταχείρισης, του πόνου και των δεινών κατά των ζώων. Παρόλα αυτά, κάπως προβληματική φαίνεται να είναι η προσθήκη στο α.13 ότι “ πρέπει να τηρούνται οι νομοθετικές ή διοικητικές διατάξεις και τα έθιμα των κρατών μελών που αφορούν ιδίως τις θρησκευτικές τελετές, τις πολιτιστικές παραδόσεις και την περιφερειακή κληρονομιά”, καθώς περιορίζει τη νομική ισχύ του και επομένως και το πλαίσιο προστασίας που παρέχει.
Επιπροσθέτως, άλλες πρωτογενείς διατάξεις που αναφέρονται στα ζώα, είναι το Α.11 ΣΛΕΕ (προστασία πληθυσμών των ζώων, σε αντιδιαστολή με το 13 που αναφέρεται σε μεμονωμένα ζώα), τα Α. 191-192 ΣΛΕΕ (που θέτουν τις βασικές αρχές του περιβαλλοντικού δικαίου οι οποίες πρέπει να εξειδικεύονται από το παράγωγο δίκαιο), καθώς και το α. 36 που αναφέρει την προστασία της ζωής των ζώων ως έναν από τους εξαντλητικά αναφερόμενους λόγους περιορισμού της ελευθερίας κίνησης αγαθών.
ΙΙΙ. Μεταφορά ζώων: δευτερογενείς ενωσιακές νομικές βάσεις και το νομοθετικό πλαίσιο στην ελληνική έννομη τάξη
Αρχικά, η μεταφορά ζώων ρυθμίζεται κατά κύριο λόγο σε επίπεδο ενωσιακό. Πιο συγκεκριμένα, δεν συνδέεται μόνο με τη διασφάλιση της καλής τους μεταχείρισης, αλλά επίσης με την ενιαία αγορά, δηλαδή με τη μη θέσπιση περιορισμών κατά τη μεταφορά τους ως εμπορεύματα, παρά μόνο αν αυτοί οι περιορισμοί είναι απολύτως αναγκαίοι. Επιπλέον, συνδέεται πρωτίστως με την προστασία της ανθρώπινη υγείας. Ακριβέστερα, όπως αναφέρει η European Food Safety Authority (EFSA), η ασφάλεια της τροφικής αλυσίδας συνδέεται άμεσα με την καλή διαβίωση των ζώων, ιδίως εκείνων που εκτρέφονται για την παραγωγή τροφίμων, λόγω των στενών δεσμών της με τις τροφιμογενείς ασθένειες. Οι παράγοντες άγχους και η κακή διαβίωση μπορούν να οδηγήσουν σε αυξημένη ευαισθησία στις μεταδοτικές ασθένειες μεταξύ των ζώων, και συνεπώς, οι πρακτικές καλής μεταχείρισης τους βοηθούν τα ζώα να γίνουν πιο υγιή.
Σημαντικές δευτερογενείς νομικές βάσεις σχετικά με τη μεταφορά ζώων, είναι ο Κανονισμός 2016/429 (Animal Health Law) που ρυθμίζει την πρόληψη ασθενειών, καθώς και ο Κανονισμός 1/2005 που ρυθμίζει τη μεταφορά των ζώων. Τέλος, ο Κανονισμός 576/2013 ρυθμίζει τις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς.
Σε εθνικό επίπεδο, η μετακίνηση και μεταφορά ζώων συντροφιάς ρυθμιζόταν από τον Ν. 4039/2012, ο οποίος στο άρθρο 10 ορίζει ότι διέπεται από τον προαναφερθέντα Κανονισμό 1/2005, όπως αυτός αντικαταστάθηκε με τον Ν. 4830/2021, που τροποποίησε τα άρθρα 1-23.
IV. Αρμοδιότητα του ενωσιακού και του εθνικού νομοθέτη
Όσον αφορά στην αρμοδιότητα της Ένωσης προς νομοθέτηση, η προστασία των ζώων εντασσόμενη στη γενικότερη προβληματική της προστασίας του περιβάλλοντος, υπάγεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 (στοιχείο ε’) της ΣΛΕΕ, όπου καθιερώνεται η συντρέχουσα αρμοδιότητα της ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι καταρχήν τόσο η Ένωση όσο και τα Κράτη Μέλη έχουν την εξουσία να νομοθετούν και να εκδίδουν νομικά δεσμευτικές πράξεις, όμως τα τελευταία μπορούν πράγματι να ασκήσουν την αρμοδιότητα τους μόνο στην περίπτωση που η Ένωση δεν έχει ήδη παρουσιάσει νομοθετικές προτάσεις ή αν έχει αποφασίσει ότι δεν θα το πράξει. Βέβαια ταυτόχρονα, σύμφωνα με το α. 193 ΣΛΕΕ, το οποίο καθιερώνει τη “ρήτρα της ελάχιστης εναρμόνισης, ο εθνικός νομοθέτης έχει την εξουσία να υπερβαίνει τα επίπεδα περιβαλλοντικής προστασίας που προβλέπονται από την ΕΕ, θεσπίζοντας πιο αυστηρά εθνικά μέτρα.

Αυτή η ιδιαίτερα σημαντική ρήτρα, είναι απαραίτητο να ενεργοποιηθεί και να αξιοποιηθεί περισσότερο από τον Έλληνα νομοθέτη κατά τη μεταφορά ενωσιακών Οδηγιών αλλά και κατά τη συμμόρφωσή του με Κανονισμούς σχετικούς με τα ζώα, προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα της προστασίας που τους παρέχεται σε εθνικό επίπεδο.
2. Υπάρχοντα προβλήματα στη νομοθεσία σχετικά με την προστασία των ζώων αλλά και στην πρακτική εφαρμογή της
I. Απαρχαιωμένη και ελλιπής ενωσιακή νομοθέτηση - νέες εξελίξεις
To Eurogroup for animals, ο μεγαλύτερος φιλοζωικός οργανισμός σε επίπεδο ΕΕ, έχει πολλές φορές επισημάνει ότι η ισχύουσα νομοθεσία σχετικά με την προστασία των ζώων κατά τη μεταφορά τους στο πλαίσιο μιας οικονομικής δραστηριότητας (κανονισμός 1/2005) αλλά και κατά την θανάτωση τους (Κανονισμός 1099/2009) έχει να αναθεωρηθεί πάνω από δύο δεκαετίες και δεν λαμβάνει υπόψη τις τελευταίες επιστημονικές μελέτες, συμπεριλαμβανομένων και των πρόσφατων γνωμοδοτήσεων της EFSA. Αυτές οι σοβαρές ελλείψεις, καθιστούν το νομοθετικό πλαίσιο ανεπαρκές για την προστασία της καλής διαβίωσης των ζώων στην Ευρώπη, και γι’ αυτόν τον λόγο υφίσταται επείγουσα ανάγκη αναθεώρησης των προαναφερθέντων Κανονισμών.
Προς έκπληξη εκατομμυρίων Ευρωπαίων πολιτών αλλά και φιλοζωικών οργανώσεων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (η οποία είχε δεσμευτεί από το 2020 να προβεί στις απαραίτητες αναθεωρήσεις, στο πλαίσιο της στρατηγικής F2F) πρότεινε πρόσφατα (στις 7.12.2023) μια σπουδαία μεταρρύθμιση των κανόνων της ΕΕ για την καλή διαβίωση των ζώων κατά τη μεταφορά τους. Επίσης, για πρώτη φορά πρότεινε νέα μέτρα για την ευζωία και την ιχνηλασιμότητα των σκύλων και των γατών που εκτρέφονται, διατηρούνται και διατίθενται στο εμπόριο, ως ζώα συντροφιάς, για οικονομικούς σκοπούς. Βέβαια, παρά την αξιέπαινη πρωτοβουλία που επιτέλους ανελήφθη, υπάρχουν ακόμα κάποια σημαντικά στοιχεία που παραμένουν αρρύθμιστα, όπως η κατάχρηση της τεχνητής γονιμοποίησης ζώων, αλλά και επαρκείς δράσεις για τον έλεγχο της ακραίας αναπαραγωγής τους (breeding).
II. Προβληματικές πρακτικές διαφόρων ΚΜ
Εδώ και δεκαετίες, Eurogroup for animals, έχει δημοσιεύσει βίντεο και αναφορές που δείχνουν την κακομεταχείριση των ζώων κατά τις μεταφορές τους. Η δυσκολία εποπτείας των μεταφορών σε ενωσιακό επίπεδο, οφείλεται στην έλλειψη δεδομένων σχετικά με τη μετακίνηση των ζώων. Τα δεδομένα αυτά είναι διαθέσιμα μόνο σε εθνικό επίπεδο και, επομένως, όπως ανέφερε το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (European Court of Auditors) σε αναφορά του το 2018, είναι δύσκολη η συγκέντρωση αυτών των δεδομένων λόγω της ελλιπούς συνεργασίας των ΚΜ. Ακόμα και το σύστημα TRACES που αφορά την ιχνηλάτηση των ζώων, συναντά εμπόδια στην εφαρμογή του στην πράξη, αφενός λόγω του ότι υπάρχουν ακόμα πρακτικά προβλήματα τα οποία δεν έχει καταφέρει να ρυθμίσει, και αφετέρου γιατί κάποια ΚΜ εισάγουν ανακριβείς αναφορές σε αυτό, με αποτέλεσμα να εμποδίζουν τη σωστή και αποτελεσματική του εφαρμογή.
3. Προτεινόμενες ιδέες προς υιοθέτηση για την αύξηση της προστασίας των ζώων
I. Η ανάγκη ένταξης της Ελλάδας στον Δείκτη Προστασίας των Ζώων
Καταρχάς, ο Δείκτης Προστασίας των Ζώων (Animal Protection Index, εφεξής API) κατατάσσει 50 χώρες σε όλο τον κόσμο ανάλογα με την πολιτική και τη νομοθεσία τους, για την καλή διαβίωση των ζώων. Ο API χρησιμοποιεί 10 δείκτες ομαδοποιημένους σε 4 στόχους, προκειμένου να αξιολογήσει κάθε χώρα για την προστασία που προβλέπει για τα ζώα. Έκαστη χώρα λαμβάνει ένα βαθμό γραμμάτων που κυμαίνεται από το Α (το υψηλότερο σκορ) έως το G (το πιο αδύναμο σκορ) για κάθε δείκτη, καθώς και μια συνολική βαθμολογία γραμμάτων.
Πιο αναλυτικά, οι 4 στόχοι που αξιολογούνται είναι οι εξής:
1) αν αναγνωρίζεται η ευαισθησία των ζώων στην εθνική νομοθεσία και αν υπάρχουν νόμοι κατά της απαγόρευσης της ταλαιπωρίας και της πρόκλησης πόνου στα ζώα,
2) αν υπάρχει νομοθεσία που προσφέρει επαρκή προστασία σε διάφορες κατηγορίες ζώων, συμπεριλαμβανομένου φυσικά και των ζώων συντροφιάς,
3) αν υποστηρίζονται στην εκάστοτε έννομη τάξη τα διεθνή πρότυπα καλής μεταχείρισης των ζώων (όπως αυτά που έχει θέσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός για την Υγεία των Ζώων),
4) αν έχουν εγκαθιδρυθεί υποστηρικτικές της κυβέρνησης οργανώσεις καθώς και το αν υπάρχει κατανομή πόρων, ευθύνης αλλά και λογοδοσία εντός της Κυβέρνησης σχετικά με την προστασία των ζώων.
Δυστυχώς - αλλά χωρίς να προκαλεί έκπληξη- η χώρα μας αποτελεί μια από τις εξαιρέσεις, καθώς δεν έχει ενταχθεί καν σε αυτόν τον δείκτη. Πιθανοί λόγοι για αυτό είναι αφενός η μη επαρκής παιδεία και ευαισθητοποίηση σχετικά με την σημασία της καλής μεταχείρισης των ζώων και αφετέρου η έλλειψη διαφάνειας σε διάφορα ζητήματα, όπως οι συνθήκες μεταφοράς ζώων που εισέρχονται και είναι προς κατανάλωση ή τα κονδύλια που δίνονται στους δήμους για την προστασία των αδέσποτων αλλά παρόλα αυτά παράγεται ελάχιστο ή και κανένα έργο από αυτούς. Είναι προφανώς αυτονόητο, ότι η Ελλάδα είναι απαραίτητο να εισαχθεί στον API, καθώς έτσι θα μπορεί οποιοσδήποτε ενδιαφέρεται, να πληροφορείται σχετικά με την προστασία όλων των κατηγοριών ζώων, αλλά επίσης θα μπορεί η εκάστοτε εθνική κυβέρνηση να δέχεται συστάσεις σχετικά με το τι πρέπει να βελτιωθεί ή αλλάξει, οι οποίες θα είναι σύμφωνες με τις τελευταίες επιστημονικές εξελίξεις και επομένως ύψιστης ποιότητας και χρησιμότητας.
II. Η ανάγκη ποινικοποίησης της βάναυσης μεταφοράς ζώων.
Ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον μέσο που αξιοποιήθηκε για την αποτελεσματική επιβολή της νομοθεσίας περί προστασίας του περιβάλλοντος καταρχήν, είναι η υποχρέωση των ΚΜ να προβλέψουν αναλογικές αλλά και αποτρεπτικές ποινικές κυρώσεις για σοβαρά περιβαλλοντικά αδικήματα, όπως κρίθηκε από το ΔΕΕ στην γνωστή υπόθεση Environmental Crime Case. Απόρροια αυτού, ήταν η υιοθέτηση της Οδηγίας 2008/99/ΕΚ για το περιβαλλοντικό έγκλημα, η οποία στο άρθρο 3 προβλέπει μια σειρά πράξεων που αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και σε ζώα (όπως πχ η θανάτωση, η κατοχή, σύλληψη και η εμπορία προστατευόμενων ειδών κλπ), οι οποίες όταν γίνονται με πρόθεση ή με σοβαρή αμέλεια είναι ποινικά κολάσιμες.
Στην Ελλάδα, η συγκεκριμένη Οδηγία ενσωματώθηκε με τον νόμο 4042/2012, ο οποίος επανέλαβε τις βασικότερες διατάξεις της αλλά επίσης στο άρθρο 7 τροποποίησε μια παλιά διάταξη, πρωτοπόρα για τον χρόνο θέσπιση της, το α 28 του ν. 1650/1986 (Α' 160). Όμως, αυτό που παρελήφθη να ρυθμιστεί στον εθνικό νόμο, είναι η πρόβλεψη ποινικών κυρώσεων και στην περίπτωση της μη συμμόρφωσης με τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις και πρότυπα κατά την μεταφορά ζώων μεταξύ ΚΜ, για κερδοσκοπικούς και μη σκοπούς όπως π.χ. για την υιοθεσία ζώων από κατοίκους του εξωτερικού. Είναι σαφές, ότι μέσω της ποινικοποίησης, θα παρακινηθούν όλοι οι παράγοντες που εμπλέκονται στις παραπάνω διαδικασίες ως προς την καλύτερη μεταχείριση των ζώων.
Γ. ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΗ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΏΝ
Ως εμπορικές μεταφορές ζώων ορίζονται όχι μόνο όσες μεταφορές τελούνται κατ’ εκτέλεση κάποιας σύμβασης πώλησης, αλλά και όσες στοχεύουν στην αποκόμιση κέρδους με οιονδήποτε τρόπο. Αντίστοιχα, ως μη εμπορικές θεωρούνται όλες εκείνες οι μεταφορές ζώων που δεν έχουν οικονομικό σκοπό. Φαίνεται πως ο ενωσιακός νομοθέτης επιλέγει το animus lucri των συμμετεχόντων ως κριτήριο για την απόδοση εμπορικής ιδιότητας, καταφεύγοντας σε μία από τις θεμελιώδεις αρχές του Εμπορικού Δικαίου.
Το κανονιστικό πλαίσιο για τις μεταφορές αυτές προκύπτει καταρχήν από τον Κανονισμό (ΕΚ) 1/2005 και συμπληρώνεται από μια σειρά άλλων Κανονισμών, εκτελεστικών και μη. Πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι ο Εκτελεστικός Κανονισμός (ΕΕ) 2023/372 της Επιτροπής, αντικείμενο του οποίου είναι ο έλεγχος των συνθηκών θαλάσσιας μεταφοράς ζώων.
Η ενωσιακή νομοθεσία θέτει κάποιους γενικούς όρους για την διαδικασία της μεταφοράς και ακολούθως υπεισέρχεται σε ειδικότερα θέματα που αφορούν τον μεταφορέα, την διαδικασία της μεταφοράς και τα ίδια τα μεταφερόμενα ζώα.
Να συνδράμει στην διαδικασία της μεταφοράς καλείται το σύστημα TRACES το οποίο αναλύεται παρακάτω.
Δ. ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΙΧΝΩΝ (TRACES) ΚΑΙ Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
1. Έννοια και Λειτουργία του συστήματος TRACES
I. Το σύστημα TRACES
Πρόκειται περί μιας διαδικτυακής πλατφόρμας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που αφορά την υγειονομική πιστοποίηση που απαιτείται για την εισαγωγή ζώων (ζωικών προϊόντων, τροφίμων και ζωοτροφών μη ζωικής προέλευσης και φυτών) στην Ευρωπαϊκή Ένωση, για το ενδοενωσιακό εμπόριο και για τις εξαγωγές ζώων και ορισμένων ζωικών προϊόντων της ΕΕ. Η νομική βάση του συστήματος είναι ο Κανονισμός (ΕE) 2017/625 από τη 14η Δεκεμβρίου 2019 και εφεξής. Χρησιμοποιείται σήμερα σε περίπου 90 χώρες, με περισσότερους από 55.000 χρήστες παγκοσμίως, για την έκδοση υγειονομικών και φυτοϋγειονομικών πιστοποιητικών και επίσημων εγγράφων που απαιτούνται για τις εισαγωγές, τις εξαγωγές και τις ενδοενωσιακές μετακινήσεις ζώντων ζώων και αγαθών. Μέσω αυτού, καθίσταται δυνατή η ηλεκτρονική πιστοποίηση και η καταγραφή όλων των μετακινήσεων των ανωτέρω και η ιχνηλασιμότητα τους πέρα από τα σύνορα των ΚΜ αλλά και πάνω από 25 χιλιάδες χρήστες μπορούν να παρακολουθούν την διαδρομή των αποστολών τους. Η πλατφόρμα διατίθεται στις 23 επίσημες γλώσσες της ΕΕ και σε 34 γλώσσες συνολικά. Τα ίχνη είναι προσβάσιμα 24 ώρες την ημέρα, 7 ημέρες την εβδομάδα, χωρίς χρέωση. Αυτό που χρειάζεται μόνο για την πρόσβαση, είναι η σύνδεση στο διαδίκτυο και η δημιουργία λογαριασμού. Δεν είναι τυχαίο, μάλιστα, το ότι έχει χαρακτηριστεί ως η “Schengen” των ζώων. Στη διαδικτυακή εφαρμογή TRACES (Trade Control and Expert System) καταγράφονται στοιχεία που έχουν σχέση τόσο με την υγεία και την ευζωία των ζώων, δηλαδή σε περίπτωση μεταφοράς ζώντων ζώων, μπορούν να διενεργηθούν και να καταγραφούν περαιτέρω έλεγχοι και έλεγχοι σχετικά με την καλή μεταχείριση των ζώων, όσο και με τη δημόσια υγεία. Ωστόσο, αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η ΕΕ έχει αποκλειστική αρμοδιότητα ως προς την μετακίνηση των ζώων, καθώς δίνει έμφαση στην υγεία των ανθρώπων μέσω της μεταφοράς των ζώων, ενώ, ως προς την ευζωία (καλή μεταχείριση και υγεία) των ζώων έχει μονάχα συντονιστική αρμοδιότητα, αφού η εκάστοτε εθνική νομοθεσία τη ρυθμίζει, άλλωστε, η ευζωία αποκτά διαφορετικό νόημα σε κάθε Κράτος, συνεπώς η ΕΕ παρέχει μονάχα το ελάχιστο πλαίσιο. Αυτό σημαίνει, δηλαδή, ότι η ΕΕ μπορεί να θέσει δεσμευτικούς κανόνες ως προς τη μεταφορά των ζώων. Δεν μπορεί όμως, να επιτευχθεί ο επιδιωκόμενος σκοπός, αν δεν δεσμευτούν τα Κράτη Μέλη ως προς την ευζωία των ζώων, τη στιγμή που, εκ των πραγμάτων η ΕΕ δεν μπορεί να ρυθμίσει απευθείας ζητήματα ευζωίας.
II. Πλεονεκτήματα από την εφαρμογή του TRACES συγκριτικά με τον προκάτοχό του
Το TRACES ξεκίνησε να λειτουργεί πιλοτικά μόνο για τις εισαγωγές ζώντων ζώων και προϊόντων από τρίτες χώρες. Ακολούθησε μία μεταβατική περίοδος ώστε να γίνει σταδιακά η μετάβαση από το προηγούμενο σύστημα, το λεγόμενο ANIMO και από την 1η Ιανουαρίου του 2005, σύμφωνα με την απόφαση 2004/292/ΕΚ της ΕΕ, τα κράτη μέλη υποχρεούνταν να χρησιμοποιούν την εφαρμογή TRACES και για τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές. Ο προκάτοχος του, το αυτοματοποιημένο δίκτυο ANIMO (ANImal MOvement), προέβλεπε ότι η αρμοδιότητα για τον έλεγχο των ζώων και των προϊόντων ανήκε στις κτηνιατρικές αρχές του τόπου προέλευσης και σε εκείνες του τόπου προορισμού και αυτό ίσχυε και για τις εισαγωγές/εξαγωγές από και προς τρίτες χώρες (μη μέλη της ΕΕ). Φάνηκε πολύ χρήσιμο σε περιόδους κρίσης, όπως το 2003, με την έξαρση στη γρίπη των πτηνών στην Ολλανδία, γιατί ακριβώς επέτρεψε να εντοπιστούν αποστολές ζώων που προέρχονταν από Ολλανδία και να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα, τα οποία βοήθησαν στην πρόληψη της εξάπλωσης αυτών των ασθενειών στις λοιπές ευρωπαϊκές χώρες. Ωστόσο, το σύστημα αυτό είχε πολλές ελλείψεις. Για παράδειγμα, δεν υπήρχε μεταφορά δεδομένων σε πραγματικό χρόνο, ούτε δυνατότητα απάντησης στον αποστολέα εάν η αποστολή δεν αντιστοιχούσε σε αυτό που περιγράφεται στο έγγραφο (documentation), ούτε υπήρχε δυνατότητα χρήσης αυτού του συστήματος για την καλή διαβίωση των ζώων. Οι παραπάνω ενδεικτικές ελλείψεις, σε συνδυασμό με τη διεύρυνση της ΕΕ το 2003, γεγονός που σήμαινε μία αξιοσημείωτη αύξηση του ζωικού κεφαλαίου που θα αποτελούσε αντικείμενο εμπορικής συναλλαγής και θα μετακινούνταν εντός της ΕΕ, σηματοδότησαν την ανάγκη δημιουργίας ενός νέου συστήματος που να εξασφαλίζει ενιαία εφαρμογή της ισχύουσας ευρωπαϊκής νομοθεσίας, data standards, μεγαλύτερη ακρίβεια πληροφοριών και αποτελεσματικούς ελέγχους ως προς την υγεία των ζώων. Ειδικότερα, ήδη από τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του, παρατηρήθηκαν ορισμένα αξιοσημείωτα πλεονεκτήματα συγκριτικά με τα μέχρι τότε συστήματα αντίστοιχου περιεχομένου. Τέτοια πλεονεκτήματα για παράδειγμα αποτελούν τα εξής: πρόκειται για ένα κλειστό σύστημα, όπου έχουν πρόσβαση μόνο εξουσιοδοτημένοι χρήστες, επιτρέποντας, έτσι, στους εμπορικούς εταίρους και τις αρμόδιες αρχές να ανταλλάσσουν εύκολα και γρήγορα πληροφορίες σχετικά με τις μετακινήσεις των φορτίων τους, επιταχύνοντας σημαντικά τις διοικητικές διαδικασίες (πχ. επιτρέπει τον γρήγορο εντοπισμό πλαστών πιστοποιητικών), αντιδρώντας ταχέως σε απειλές κατά της υγείας μέσω του εντοπισμού των μετακινήσεων των φορτίων χάριν στη πλήρως ψηφιοποιημένη ροή εργασιών που προσφέρει, επιτυγχάνοντας, παράλληλα, και ενιαία εφαρμογή νόμων και διαδικασιών ανάμεσα στα 27 κράτη μέλη της ΕΕ. Αυτό το σύστημα, εν ολίγοις, επιτρέπει να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα για τον έλεγχο της επιδημίας ζωικών ασθενειών, και επιτρέπει την αντιμετώπιση και διαχείριση κρίσεων σύμφωνα με τα σύγχρονα πρότυπα, επιτυγχάνοντας παράλληλα ομοιομορφία σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τη διενέργεια επίσημων ελέγχων κατά μήκος της αγροδιατροφικής αλυσίδας.
III. Εναρμόνιση του συστήματος με τις ήδη υπάρχουσες εθνικές βάσεις δεδομένων
Ορισμένα Κράτη της ΕΕ, ήδη πριν δημιουργηθεί το σύστημα TRACES, διέθεταν εθνικές βάσεις δεδομένων, οπότε, προκειμένου να συνδεθούν οι εθνικές αυτές βάσεις με την εφαρμογή TRACES αναπτύχθηκαν δύο μοντέλα επικοινωνίας:
1) Οι εγκεκριμένοι χρήστες ((λόγου χάρη οι τοπικές κτηνιατρικές αρχές, συνοριακοί σταθμοί υγειονομικού ελέγχου κ.α) να καταχωρούν όλες τις πληροφορίες απευθείας στο TRACES, και έτσι, τα πιστοποιητικά να είναι άμεσα διαθέσιμα σε όλους τους εγκεκριμένους χρήστες των ΚΜ.
2) Οι χρήστες να καταγράφουν πληροφορίες στο εθνικό τους σύστημα και αυτό με τη σειρά του να τις στέλνει στο TRACES με προκαθορισμένη μορφή. Στην περίπτωση αυτή, τα πιστοποιητικά που προωθούνται στην εφαρμογή TRACES είναι διαθέσιμα στους χρήστες των ΚΜ με κάποια καθυστέρηση και όχι άμεσα, αναλόγως τη συχνότητα ανταλλαγής των δεδομένων ανάμεσα στα δύο πληροφοριακά συστήματα.
2. Πώς εφαρμόζεται το TRACES
I. Αναλυτική διαδικασία εφαρμογής του ανά τα Κράτη Μέλη
Η διαδικασία εφαρμογής του συστήματος στα Κράτη Μέλη θα πρέπει να περιλαμβάνει τα ακόλουθα πολύ συγκεκριμένα βήματα:
1. Νομικό πλαίσιο: Η ΕΕ θεσπίζει το νομικό πλαίσιο για την εφαρμογή του TRACES, συμπεριλαμβανομένων Κανονισμών, Οδηγιών και Κατευθυντήριων Γραμμών.
2. Εκπαίδευση: Οι αρμόδιες αρχές, όπως είναι το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στην Ελλάδα, θα πρέπει να παρέχουν εκπαίδευση στους σχετικούς ενδιαφερόμενους φορείς, συμπεριλαμβανομένων κτηνιάτρων, εμπόρων και υπαλλήλων συνοριακού ελέγχου, για να διασφαλιστεί ότι κατανοούν τις λειτουργίες και τις διαδικασίες του συστήματος.
3. Ρύθμιση συστήματος: Το εκάστοτε Κράτος Μέλος θα πρέπει να δημιουργήσει την απαραίτητη τεχνική υποδομή για την υποστήριξη του συστήματος TRACES, συμπεριλαμβανομένου υλικού, λογισμικού και συνδεσιμότητας δικτύου. Αυτό επιτρέπει την ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων που σχετίζονται με εισαγωγές, εξαγωγές και ενδοκοινοτικό εμπόριο.
4. Εγγραφή: Τα σχετικά μέρη που εμπλέκονται στο εμπόριο ζώων, ζωικών προϊόντων και ορισμένων τροφίμων, όπως έμποροι και κτηνίατροι, θα πρέπει να εγγραφούν στην πλατφόρμα TRACES.
5. Δημιουργία και επαλήθευση εγγράφων: Το εκάστοτε Κράτος Μέλος θα πρέπει να χρησιμοποιεί το TRACES για να δημιουργήσει και να επαληθεύσει διάφορα έγγραφα που σχετίζονται με το εμπόριο, όπως πιστοποιητικά υγείας, κτηνιατρικοί έλεγχοι και επίσημες βεβαιώσεις. Αυτά τα έγγραφα παρέχουν διασφάλιση συμμόρφωσης με τα πρότυπα υγείας και ασφάλειας κατά τη διάρκεια της εμπορικής διαδικασίας.
6. Ανταλλαγή δεδομένων: Το TRACES διευκολύνει την ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων που σχετίζονται με το εμπόριο μεταξύ των αρμόδιων αρχών στα Κράτη Μέλη της ΕΕ ή χώρες εκτός ΕΕ. Αυτό επιτρέπει την ανταλλαγή πληροφοριών σε πραγματικό χρόνο και την αποτελεσματική επικοινωνία.
7. Παρακολούθηση και Έλεγχος: Το σύστημα TRACES δίνει τη δυνατότητα στις αρμόδιες αρχές στα Κράτη Μέλη να παρακολουθούν και να ελέγχουν τη μετακίνηση ζώων, ζωικών προϊόντων και ορισμένων τροφίμων. Βοηθά στον εντοπισμό πιθανών κινδύνων, στην παρακολούθηση των αποστολών και στη λήψη κατάλληλων μέτρων για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας.
II. Αναλυτική διαδικασία εφαρμογής στην Ελλάδα
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η Ελλάδα δεν διέθετε μέχρι μία δεκαετία πριν εθνική βάση δεδομένων, όμως, με τον Ν. 4039/2012 αναπτύχθηκε μια βάση κτηνιατρικών δεδομένων στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Στην Ελλάδα, οι αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εφαρμογή και τη λειτουργία του συστήματος ιχνών είναι ο Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ), το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας. Οι ως άνω αρχές θα πρέπει να συνεργάζονται για να διασφαλίσουν τη συμμόρφωση με τους κανονισμούς της ΕΕ και να επιβλέπουν τη χρήση του συστήματος στην Ελλάδα. Οι υπάλληλοι που ασχολούνται με την εισαγωγή και εξαγωγή ζώων και ζωικών προϊόντων, καθώς και οι εξουσιοδοτημένοι κτηνίατροι, θα πρέπει να έχουν πρόσβαση στο σύστημα, καθώς και να έχουν εκπαιδευτεί από τις αρμόδιες αρχές ή την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να εξοικειωθούν με τις λειτουργίες του συστήματος, τις απαιτήσεις εισαγωγής δεδομένων και τις διαδικασίες συμμόρφωσης.
Η ροή των διαδικασιών που θεωρητικά προβλέπεται για τη χώρα μας είναι η ακόλουθη:
1) Ο οικονομικός χειριστής δημιουργεί το πιστοποιητικό και εισάγει όλα τα δεδομένα σχετικά με το φορτίο των ζώων ή των προϊόντων που πρόκειται να μετακινηθεί. Ο εγκεκριμένος κτηνίατρος ελέγχει διπλά τις πληροφορίες που παρέχονται από τους οικονομικούς χειριστές. Κρίσιμα να αναφερθούν εν προκειμένω είναι τα εξής: αφενός υπάρχουν συγκεκριμένα είδη υγειονομικών πιστοποιητικών που περιλαμβάνονται στο σύστημα TRACES, όπως για παράδειγμα, το ΚΚΕΕ, δηλαδή, το κοινό κτηνιατρικό έγγραφο εισόδου ζώντων ζώων ή ζωικών προϊόντων, το οποίο δημιουργείται από τον συνοριακό σταθμό ελέγχου κατά την εισαγωγή παρτίδας ζώντων ζώων από μία Τρίτη χώρα, αφετέρου η έκδοση πιστοποιητικού μέσω του συστήματος TRACES προϋποθέτει την τήρηση των οριζόμενων στον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/429 και στον Κανονισμό (ΕΕ) 2019/2035, όπως N.4830/2021 άρ. 7 παράγραφος 3 προβλέπει.
2) Η Τοπική Αρμόδια Αρχή συμπληρώνει το μέρος πιστοποίησης του πιστοποιητικού και το επικυρώνει, εφόσον όλες οι πληροφορίες είναι ακριβείς και δεν υφίστανται υγειονομικοί περιορισμοί (π.χ. ασθένειες), διαφορετικά το πιστοποιητικό απορρίπτεται. Και στις δύο περιπτώσεις πάντως ο οικονομικός χειριστής ενημερώνεται ηλεκτρονικά μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
3) Εφόσον επικυρωθεί το πιστοποιητικό, δημιουργείται αναφορά που εμφανίζεται μονάχα στις αρμόδιες υπηρεσίες.
4) Τυχόν έλεγχοι που διεξάγονται κατά τη διάρκεια της μετακίνησης από τις αρμόδιες τοπικές αρχές καθώς και εκείνοι που πραγματοποιούνται στον τόπο προορισμού, καταγράφονται υποχρεωτικά στη διαδικτυακή πλατφόρμα του συστήματος TRACES.
III. Δυσλειτουργίες κατά την εφαρμογή του TRACES στην Ελλάδα
Εντούτοις, οι προκλήσεις που υπονομεύουν την αποτελεσματικότητα του συστήματος και τα επιδιωκόμενα οφέλη του είναι συντριπτικά πολλές στη χώρα μας. Μία από τις κύριες προκλήσεις, είναι η ανεπάρκεια της τεχνολογικής υποδομής για την υποστήριξη ενός αποτελεσματικού συστήματος εντοπισμού. Η Ελλάδα έχει δυσκολευτεί με την ενσωμάτωση ψηφιακών εργαλείων και πλατφορμών που είναι απαραίτητες για την παρακολούθηση σε πραγματικό χρόνο. Η ανεπαρκής επένδυση σε τεχνολογικές υποδομές και η έλλειψη ειδικευμένου προσωπικού, αποτελούν εμπόδιο στην αποτελεσματικότητα του συστήματος ανίχνευσης. Παράλληλα, η Ελλάδα, όπως και πολλές άλλες χώρες, έχει αντιμετωπίσει γραφειοκρατικές προκλήσεις προσαρμογής στο νέο ψηφιακό σύστημα. Οι περίπλοκες διοικητικές διαδικασίες, η αντίσταση στις αλλαγές και η έλλειψη εκπαίδευσης των υπαλλήλων έχουν οδηγήσει πολλάκις σε εσφαλμένη εισαγωγή δεδομένων και καθυστερήσεις στην υποβολή εκθέσεων, τη στιγμή που η ακρίβεια και η επικαιρότητα της εισαγωγής δεδομένων στο σύστημα είναι κρίσιμες για την επιτυχία του, υπονομεύοντας έτσι τον πρωταρχικό του στόχο να διασφαλίσει την ιχνηλασιμότητα και την ασφάλεια των εμπορευόμενων προϊόντων. Συγχρόνως, η επιτυχής εφαρμογή του TRACES απαιτεί εργατικό δυναμικό που να γνωρίζει καλά τις λειτουργίες του συστήματος καθώς και συνεργασία μεταξύ των ενδιαφερομένων -συμπεριλαμβανομένου των κυβερνητικών φορέων, των ιδιωτικών φορέων και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εντούτοις, η Ελλάδα αντιμετωπίζει δυσκολίες όσον αφορά την παροχή επαρκούς εκπαίδευσης στους υπαλλήλους που είναι υπεύθυνοι για τη χρήση της πλατφόρμας, ενώ έχουν σημειωθεί περιπτώσεις ανεπαρκών διαύλων επικοινωνίας και έλλειψης συνεργασίας μεταξύ των ανωτέρω φορέων, που εμποδίζουν την ομαλή λειτουργία του συστήματος και αυξάνουν τον κίνδυνο για περισσότερα σφάλματα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα των παραπάνω δυσλειτουργιών αποτελούν αφενός, η αυθαίρετη κτηνιατρική πρακτική σύμφωνα με την οποία, ένα άτομο δεν μπορεί να καταστεί αποστολέας περισσότερων υιοθεσιών ζώων συντροφιάς, αφ’ετέρου, η δυσχέρανση και καθυστέρηση της διαδικασίας έκδοσης πιστοποιητικών υγείας εκ μέρους των κτηνιάτρων, οι οποίοι σε μεγάλο βαθμό, στη προσπάθεια τους να αποτρέψουν την υιοθεσία, έχουν υπερβολικά εξεζητημένες απαιτήσεις μη προβλεπόμενες στο νόμο, όπως να αναγράφεται η μάρκα του αντιλυσσικού εμβολίου του σκύλου.
E. Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΜΗΤΡΩΟΥ ΖΩΩΝ ΣΥΝΤΡΟΦΙΑΣ ( Ν. 4830/2021) ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ (EE) 2016/429 ΚΑΙ (EE) 2019/2035
1. Συνοπτική παρουσίαση του Εθνικού Μητρώου Ζώων Συντροφιάς
Το Εθνικό Μητρώο Ζώων Συντροφιάς (ΕΜΖΣ) θεσμοθετήθηκε με τον Ν.4830/2021, που αποτελεί πλαίσιο για την ευζωία των ζώων συντροφιάς υπό την αιγίδα του προγράμματος «ΑΡΓΟΣ». Αναλυτικά, στο άρθρο 2, το ΕΜΖΣ ορίζεται ως η διαδικτυακή ηλεκτρονική βάση καταγραφής των ζωών συντροφιάς που τηρείται στη Γενική́ Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης (Γ.Γ.Π.Σ.Δ.Δ.) του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Στο ΕΜΖΣ συμπεριλαμβάνονται και άλλα μητρώα από τα οποία διακρίνονται : (α) ΥπόΜητρώο Καταγραφής και Παρακολούθησης Ζώων Συντροφιάς. (β) ΥποΜητρώο Φιλοζωικών Σωματείων και Οργανώσεων, όπου καταγράφονται όλα τα αναγνωρισμένα και νομίμως λειτουργούντα φιλοζωικά́ σωματεία και οι φιλοζωικές οργανώσεις μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με έδρα στην Ελλάδα ή με έδρα σε κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. (γ) ΥποΜητρώο Καταφυγίων Ζώων Συντροφιάς, όπου καταγράφονται όλα τα καταφύγια ζώων συντροφιάς που διατηρούν οι δήμοι, οι διαδημοτικοί σύνδεσμοι δήμων και οι διαδημοτικές συνεργασίες, τα φιλοζωικά σωματεία και οι φιλοζωικές οργανώσεις μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα του υπομητρώου της περ. (β), καθώς και ιδιώτες φιλόζωοι, εφόσον τα καταφύγια είναι αδειοδοτημένα ή πληρούν τις προδιαγραφές των άρθρων 28 και 29.
Αναλυτικότερα, οι προδιαγραφές αυτές ρυθμίζονται από την ΚΥΑ 1616/2023. Στο άρθρο 4 αναφέρονται συγκεκριμένα οι πιστοποιημένοι χρήστες του Μητρώου, τα στοιχεία που καταχωρούνται, καθώς και η διαδικασία που τηρείται σχετικά με τα αδέσποτα ζώα. Με το άρθρο 5 του εν λόγω νόμου καθορίζεται η διαδικασία έκδοσης του εγγράφου ταυτοποίησης και με το άρθρο 7 θεσμοθετείται στο πλαίσιο του ΕΜΖΣ και λειτουργεί Πανελλήνια Πλατφόρμα Υιοθεσίας Αδέσποτων Ζώων Συντροφιάς.Παράλληλα, καθορίζεται η διαδικασία υιοθεσίας από κατοίκους του εξωτερικού, η οποία συμμορφώνεται με τις προϋποθέσεις των Κανονισμών 2016/429 και 2019/2035. Στην ΚΥΑ 1609/2022 στα άρθρα 6, 7 και 8 ρυθμίζονται οι οροί δημιουργίας και λειτουργίας του ΕΜΖΣ και των Υπομητρώων περιλαμβανομένης και της Πανελλήνιας Πλατφόρμας Υιοθεσίας των Αδέσποτων Ζώων Συντροφιάς.
2. Κανονισμός 2016/429 και ΕΜΖΣ
Ο Κανονισμός 2016/429 αφορά την υγεία των ζώων και τα μέτρα για την πρόληψη και καταπολέμηση των ασθενειών. Οι απαιτήσεις του Κανονισμού αυτού επιτάσσουν επαρκή ταυτοποίηση. Στο προοίμιο 96 αναφέρεται ότι «η εγγραφή σε μητρώα ορισμένων μεταφορέων και των μονάδων, στις οποίες διατηρούνται χερσαία ζώα ή όπου τυγχάνει χειρισμού ή μεταφέρεται ζωικό αναπαραγωγικό υλικό είναι απαραίτητη προκειμένου να είναι σε θέση η αρμόδια αρχή να διεξάγει επαρκή επιτήρηση». Στο Άρθρο 93 αναφέρεται πως η αρμόδια αρχή είναι υπόχρεη να καταχωρεί τις εγκαταστάσεις στο μητρώο που προβλέπεται στο Άρθρο 101 παρ. 1. Ειδικότερα, στο Άρθρο 94 αναφέρεται πως υποβάλλεται αίτηση έγκρισης για συγκεκριμένους τύπους εγκατάστασης. Διεξοδική αναφορά γίνεται στα άρθρα 101 και 102 στα μητρώα που πρέπει να διατηρούνται από την αρμόδια αρχή και τις υποχρεώσεις τήρησης αρχείων των υπεύθυνων επιχειρήσεων σε εγκαταστάσεις, ενώ στα Άρθρα 108 και 110 γίνεται λόγος για την ευθύνη των κρατών μελών στη θέσπιση του συστήματος για την ταυτοποίηση και την καταχώριση των δεσποζόμενων χερσαίων ζώων και την υποχρέωση των ΚΜ για τη δημιουργία και διατήρηση ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων των δεσποζόμενων χερσαίων ζώων. Στο Άρθρο 150 γίνεται αναφορά στα ηλεκτρονικά πιστοποιητικά που εκδίδονται από το σύστημα “TRACES” καθώς και στις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν. Παράλληλα, στα άρθρα 244-247 και 249-256 γίνεται λόγος για τις «Μη Εμπορικού Χαρακτήρα Μετακινήσεις Ζώων Συντροφίας» και τους όρους υπό τους οποίους αυτές πραγματοποιούνται.
Καταρχάς, ως ζώα συντροφιάς χαρακτηρίζονται στο νόμο 4830/2021 αυτά που αναφέρονται στο παράρτημα Ι του κανονισμού 2016/429. Η επαρκής ταυτοποίηση που προσφέρει το ΕΜΖΣ ανταποκρίνεται στις επιταγές του κανονισμού για επιτήρηση. Παράλληλα, προάγεται η υιοθεσία από κατοίκους του εξωτερικού με το ΕΜΖΣ και συγκεκριμένα με το ΥποΜητρώο Καταφυγίων Ζώων Συντροφίας, όπως αυτά καταχωρούνται σε πλήρη εναρμόνιση με τα άρθρα 94 και 102 παρ. 1 του κανονισμού στην ΚΥΑ 1616/2023. Άρα, μέσα από την καταχώρηση των καταφυγίων στα αρμόδια μητρώα και την τήρηση αρχείων από αυτά, τηρώντας τις προδιαγραφές που επιτάσσει ο Κανονισμός 2016/429 διασφαλίζεται η διασύνδεση του ΕΜΖΣ με αντίστοιχα μητρώα άλλων χώρων αλλά κυρίως συντελείται η βαρύνουσας σημασίας καταγραφή και ταυτοποίηση των ζώων. Συνολικά, και οι δύο ρυθμίσεις έχουν κοινό στόχο την προστασία και την ευημερία των ζώων. Ο Ν. 4830/2021 περιλαμβάνει την υποχρέωση καταγραφής των ζώων στο εθνικό μητρώο καθώς και άλλα μητρώα που λειτουργούν υπό αυτό. Αυτό, δημιουργεί έναν μηχανισμό συλλογής πληροφοριών για τα ζώα συντροφιάς στην Ελλάδα προσφέροντας έρεισμα για την εφαρμογή των προβλεπόμενων μέτρων του Κανονισμού. Εξάλλου, στην αιτιολογική έκθεση του Ν 4830/2021 αναφέρεται πώς λήφθηκε υπόψιν ο Κανονισμός 2016/429. Αναντίρρητα, διασφαλίζεται, λοιπόν, πως η Ελλάδα συμμορφώνεται με τα πρότυπα προστασίας που καθορίζονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο καθώς και με όλες τις σχετικές υποδείξεις όσον αφορά την τήρηση ανάλογων μητρών.
3. Κανονισμός 2019/2035 και ΕΜΖΣ
Ο Kανονισμός 2019/2035 θεσπίζει συμπληρωματικούς κανόνες για την ομαλή λειτουργία του συστήματος που θεσπίστηκε με τον κανονισμό 2016/429. Ήτοι, στο άρθρο 1 αναφέρεται πως συμπληρώνει τους κανόνες που θεσπίστηκαν με τον Κανονισμό 2016/429 σχετικά με καταχωρισμένες και εγκεκριμένες εγκαταστάσεις για δεσποζόμενα χερσαία ζώα, καθώς και απαιτήσεις ιχνηλασημότητας δεσποζόμενων χερσαιων ζώων αναμεσα τους οι σκύλοι και οι γάτες. Στο μέρος II, τίτλος I, κεφάλαιο 3, καθορίζονται οι απαιτήσεις για την έγκριση συγκεκριμένων τύπων εγκαταστάσεων αναμεσα τους και τα κέντρα συγκέντρωσης σκυλιών, γατών και νυφιτσών, καθώς και καταφύγια ζώων για σκύλους, γάτες και νυφίτσες από́ τα οποία τα εν λόγω ζώα μετακινούνται σε άλλο κράτος μέλος. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 11 απαριθμούνται οι απαιτήσεις για τη χορήγηση έγκρισης σε καταφύγια σκύλων, γατών και νυφιτσών. Η αρμόδια αρχή́ διασφαλίζει ότι οι εν λόγω εγκαταστάσεις συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα I.
Στο μέρος II, τίτλος III, κεφάλαιο 1, καθορίζονται οι υποχρεώσεις τήρησης αρχείων των υπεύθυνων επιχειρήσεων. Αναφέρεται ακόμα στο άρθρο 22 πως οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων όλων των καταχωρισμένων ή εγκεκριμένων εγκαταστάσεων που διατηρούν χερσαία ζώα τηρούν αρχείο. Ειδικότερα, στο άρθρο 29 ορίζεται το αρχείο που θα πρέπει να τηρούν τα καταφύγια σκύλων, γατών, νυφιτσών και στο 26 οι εγκαταστάσεις που διατηρούν τα ίδια ζώα ενώ στα άρθρα 70-72 αναφέρεται το μέσο ταυτοποίησης που είναι ενέσιμος πομποδέκτης καθώς και το έγγραφο ταυτοποίησης που τηρείται και το οποίο είναι ίδιο με αυτό που ορίζεται στον κανονισμό 576/2013.

Το ΕΜΖΣ σχετίζεται άμεσα με τον εν λόγω κανονισμό, καθώς οι υιοθεσίες ζώων συντροφιάς πραγματοποιούνται και από κατοίκους του εξωτερικού, όπως αναφέρεται στο αρ. 7 του Ν. 4830/2021, οι οποίες μπορούν να τελεστούν μόνο από όσα καταφύγια έχουν εγκριθεί από το μητρώο. Έτσι, εξασφαλίζεται η πλήρης συμμόρφωση με τον Κανονισμό, εγκρίνονται βάσει του άρθρου 94 του Κανονισμού 2016/429 και διευκολύνονται οι διακρατικές υιοθεσίες. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 5 της ΚΥΑ 1616/2023, τα άρθρα 28 και 29 του Ν. 4830/2021, η παρ. 1 του άρθρου 102 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/429 και τα άρθρα 22 και 26 του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/2035 καθορίζουν τις προδιαγραφές ίδρυσης και λειτουργίας των καταφυγίων ζώων συντροφιάς. Ειδικότερα, για τα καταφύγια που πραγματοποιούν μετακινήσεις στο εξωτερικό, οι κατασκευαστικές και λειτουργικές τους προδιαγραφές προβλέπονται σε όλα τα προαναφερθέντα άρθρα, -πλην του άρθρου 26-, ενώ τίθενται περαιτέρω σαν προϋποθέσεις τα άρθρα 11 και 29 του Κανονισμού 2019/20235, για τη βιοασφάλεια για την τήρηση των αρχείων, αντίστοιχα.
4. Φαύλα σημεία του συστήματος μέχρι σήμερα
Το ΕΜΖΣ τέθηκε σε λειτουργία στις 19 Δεκεμβρίου του 2023 με ένα κοινό δελτίο τύπου των Υπουργείων Ψηφιακής Διακυβέρνησης και Εσωτερικών. Μέχρι τον Ιανουάριο του 2024 είναι διαθέσιμα το Μητρώο Καταγραφής και Παρακολούθηση ζώων συντροφιάς, το Βιβλιάριο Υγείας ζώου συντροφιάς, το Μητρώο Φιλοζωικών σωματείων και οργανώσεων ζώων συντροφιάς, το Μητρώο καταφυγίων ζώων συντροφιάς και δυνατότητα δήλωσης απώλειας, εύρεσής, μεταβίβασης ζώου συντροφιάς εύρεσης ζώου συντροφιάς. Επιπροσθέτως, σημειώνεται ότι για τα Φιλοζωικά Σωματεία και τις Οργανώσεις μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, για λογαριασμό των οποίων ήταν καταχωρισμένα αδέσποτα ζώα συντροφιάς ως δεσποζόμενα στο σύστημα του ΥπΑΑΤ, έχει προβλεφθεί στο ΕΜΖΣ και θα εκκινήσει ειδική ψηφιακή λειτουργία με συγκεκριμένη διαδικασία, περιορισμένης χρονικής κάλυψης, με σκοπό την αλλαγή της κατάστασης των ζώων αυτών, εφόσον δεν έχουν υιοθετηθεί και παραμένουν στη διαχείριση του φιλοζωικού σωματείου ή οργάνωσης ως αδέσποτα. Το ΕΜΖΣ μέχρι να διέλθει την φάση της παραγωγικής του λειτουργίας τον Ιούλιο του 2024, όπως αναφέρεται στο δελτίο τύπου, θα εμπλουτιστεί με νέες ψηφιακές λειτουργίες και υπηρεσίες. Κρίσιμο είναι να αναφερθεί ότι τα καταγεγραμμένα ζώα συντροφιάς στην βάση του ΥπΑΑΤ μεταπτώθηκαν στο ΕΜΖΣ.
Η πρό λειτουργίας του ΕΜΖΣ, διαδικασία καταγραφής των ζώων συντροφιάς προϋπέθετε και αυτή κτηνιατρική αρωγή καθώς μόνο οι κτηνίατροι είχαν πρόσβαση στην πλατφόρμα του ΥπΑΑΤ. Αρχικά πρέπει να τονιστεί πως οι περισσότεροι κτηνίατροι δεν έχουν γραμματειακή υποστήριξη, πράγμα που καθιστούσε την διαδικασία βραδεία καθώς οι πληροφορίες που πρέπει να συμπληρωθούν είναι αρκετές. Η πλειάδα των πληροφοριών τις περισσότερες φορές δεν συμπληρωνόταν πράγμα που δημιουργούσε μια σειρά ζητημάτων τόσο πρακτικού όσο και νομικού χαρακτήρα. Τροχοπέδη στην διαδικασία αποτελούσε όμως και το κόστος για την καταχώρηση, το οποίο με δεδομένο ότι είναι μεγάλο αποτελεί αποθαρρυντικό παράγοντα ενώ πρέπει να τονιστεί πως ο κτηνίατρος παρουσιάζει την σήμανση του ζώου σαν ενέργεια διακριτικής ευχέρειας του ιδιοκτήτη και όχι ως υποχρέωση αυτού. Σύμφωνα με την έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς, που διενεργήθηκε από τον Σεπτέμβριο του 2022 και περατώθηκε τον Φεβρουάριο του 2023 φαίνεται πως οι πρωτοβουλίες του Ν.4830/2021 απέδωσαν ελάχιστα μέχρι το χρονικό διάστημα που διεξήχθη η έρευνα. Αυτό συνδέεται αρραγώς με τις ανεπάρκειες που βαρύνουν αμφότερες τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες και τις αυτοδιοικητικές αρχές. Η επιβράδυνση των διαδικασιών σχετικά με την λειτουργία του ΕΜΖΣ αναντίρρητα συνδέεται με την μεταφορά αρμοδιοτήτων σχετικά με τα ζώα συντροφιάς στο Υπουργείο Εσωτερικών η οποία είχε ως απότοκο την δημιουργία πρακτικών δυσκολιών όπως το να προΐστανται άτομα ανειδίκευτα. Η συγκεκριμένη δυσκολία αντιμετωπίστηκε με νομοθετική πρωτοβουλία χωρίς αποτέλεσμα.
Η κεντρική οργάνωση δεν συνδέεται σίγουρα όμως με την νωθρότητα των φορέων της πρωτοβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στην έκθεση δεν παρατηρήθηκε η δέουσα προσπάθεια για την περισυλλογή, περίθαλψη, φιλοξενία και εν γένει φροντίδα των αδέσποτων όσο και για την καταγραφή τους. Παράλληλα, η αδυναμία συγκρότησης της Ειδικής Επιτροπής Παρακολούθησης που προβλέπεται στο άρθρο 39 του νόμου ελλείψει του ΥποΜητρώου φιλοζωικών σωματείων και οργανώσεων από το οποίο θα προερχόταν ένα μέλος της επιτροπής, καθυστέρησε την προώθηση εφαρμογής του νόμου από την κεντρική διοίκηση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι Βασικοί Δείκτες Απόδοσης των δήμων, οι οποίοι δεν είχαν καθοριστεί μέχρι την προθεσμία με αποτέλεσμα ένα ακόμα εργαλείο να παραμείνει ανενεργό. Παράλληλα όμως, οι δήμοι παραλείπουν συστηματικά την καταγραφή των αδέσποτων ζώων δημιουργώντας για άλλη μια φορά ουσιώδες κώλυμα στην χάραξη πολιτικών αφού τα δεδομένα που καταγράφηκαν σε πολλές περιπτώσεις απέχουν παρασάγγας από την πραγματικότητα. Στη συνέχεια πρέπει να αναφερθεί η ένδεια εγκαταστάσεων και μέσων των δήμων όπου δεν τηρούνταν και οι βασικές προϋποθέσεις για την ασφάλεια και την ευζωία των ζώων, ένα χρόνιο πρόβλημα που παρά τις παχυλές χρηματοδοτήσεις φαίνεται να τους χαρακτηρίζει, αφού όπως προκύπτει, μέχρι τον Φεβρουάριο του 2023 υπήρχε ένα δημοτικό κτηνιατρείο και πέντε δημοτικά καταφύγια, στους δεκαπέντε δήμους που αποτέλεσαν αντικείμενο του ελέγχου. Με δεδομένο αυτό δεν ήταν λίγες οι φορές εξωτερικών αναθέσεων χωρίς να διασφαλίζεται η ευζωία των ζώων. Στο κομμάτι των χρηματοδοτήσεων, σίγουρα η αναίτια καθυστέρηση χρήσης αυτών και ακόμα περισσότερο η μη υποβολή αίτησης για αυτές αποτελεί ένδειξη της γενικευμένης αντιμετώπισης του ζητήματος των αδέσποτων ως ήσσονος σημασίας. Παρεπόμενο αυτής της αντίληψης ήταν η πρόχειρη και ανεπαρκής καταγραφή των ζώων στην πλατφόρμα του ΥπΑΑΤ.
Η ανεπάρκεια σε κεντρικό επίπεδο καθώς και τα κυριότερα κίνητρα των Δήμων να είναι απομάκρυνση των ζώων από τον αστικό ιστό και το οπτικό πεδίο, αποτελούν κακούς οιωνούς για την εύρυθμη λειτουργία του ΕΜΖΣ. Εξάλλου είναι δεδομένο πως, αν συντηρηθούν τα προαναφερθέντα αναλυτικώς κακώς κείμενα, εύκολα συνάγεται το συμπέρασμα ότι θα παρεμποδιστεί σοβαρά η λειτουργία του ΕΜΖΣ, μιας και αυτή στηρίζεται σε δήμους, κτηνιάτρους και έναν ισχυρό κεντρικό μηχανισμό.
ΣΤ. ΟΙ ΒΑΣΕΙΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΣΗΜΑΝΣΗΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΣΥΝΤΡΟΦΙΑΣ ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ.
1. Βάσεις δεδομένων ηλεκτρονικής σήμανσης των ζώων συντροφιάς στην Ελλάδα.
Η πρωτοβουλία για τη δημιουργία μιας βάσης δεδομένων για τα ζώα συντροφιάς έχει, στην Ελλάδα, ως σημείο εκκίνησης τον νόμο 4039/2012, ο οποίος είχε ως σκοπό την προστασία των ζώων από την εκμετάλλευση ή τη χρησιμοποίηση για κερδοσκοπικό σκοπό. Στο Άρθρο 4 παρ.1 του νόμου αυτού προβλέπεται στη Διεύθυνση Πληροφορικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, η ίδρυση μιας Διαδικτυακής Ηλεκτρονικής Βάσης σήμανσης και καταγραφής των ζώων συντροφιάς και των ιδιοκτητών τους. Στη Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση πρέπει να καταχωρίζονται από τους κτηνιάτρους, που έχουν πιστοποιηθεί, τα στοιχεία, που αφορούν στην αναγνώριση των δεσποζομένων ζώων συντροφιάς (όπως φύλο, χρώμα, ράτσα, απώλεια, παράδοση σε άλλον ιδιοκτήτη, θάνατος) και τα στοιχεία αναγνώρισης του ιδιοκτήτη τους (όπως ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, τηλέφωνο και αριθμό ταυτότητας ή διαβατηρίου ή ισοδύναμου εγγράφου, όπως δίπλωμα οδήγησης ή ασφαλιστικό βιβλιάριο. Στην παρ. 2 του Άρθρου 4 προβλέπεται η υποχρέωση ηλεκτρονικής σήμανσης και καταγραφής και των αδέσποτων ζώων που πρέπει να εκπληρώνει ο οικείος Δήμος ή το φιλοζωικό σωματείο ή η ένωση. Αργότερα, με τον Ν. 4830/2021 ψηφίστηκε η σύσταση του “Εθνικού Μητρώου Ζώων Συντροφιάς” στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης (Γ.Γ.Π.Σ.Δ.Δ.) του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, το οποίο αποτελεί τη διαδικτυακή ηλεκτρονική βάση σήμανσης και καταγραφής σκύλων και γατών καθώς και των ιδιοκτητών τους. Με τη θέσπιση του Ν. 4830/2021, επιδιώκεται η διασφάλιση της ευζωίας των ζώων συντροφιάς, ο καθορισμός ορίων στην στάση των ιδιοκτητών απέναντι στα ζώα, ενισχύοντας το πνεύμα της ευθύνης που αυτοί φέρουν απέναντι τους, και η αντιμετώπιση του μείζονος προβλήματος της διαχείρισης των αδέσποτων ζώων, καθώς και η εμπόδιση της περαιτέρω εξάπλωσης του. Στο Α4 παρ.1 του νόμου, προβλέπεται ότι το ΕΜΖΣ θα διαλειτουργεί όχι μόνο με όλα τα μητρώα του εθνικού δημόσιου τομέα αλλά και με αντίστοιχες βάσεις δεδομένων άλλων Κρατών -Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Περαιτέρω, στην παρ.18 του Α4 προβλέπεται ότι η Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων συνεπικουρεί τη Γ.Γ.Π.Σ.Δ.Δ. του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης σε κάθε αναγκαίο θέμα για την υλοποίηση του ΕΜΖΣ και συνεργάζεται για τη μετάπτωση των δεδομένων από την υπάρχουσα «Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση» που περιλαμβάνει τους κωδικούς σήμανσης, τα στοιχεία των ιδιοκτητών και των ζώων συντροφιάς που έχει καταγράψει από την ημερομηνία ανάθεσης σε αυτό της τήρησης της «Διαδικτυακής Ηλεκτρονικής Βάσης» μέχρι την ημερομηνία παράδοσής της στη Γ.Γ.Π.Σ.Δ.Δ. του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Στην υπάρχουσα «Διαδικτυακή Ηλεκτρονική Βάση» της Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, προστίθενται τα νέα πεδία: «δείγμα γενετικού υλικού» και «ανάδοχος».
2. Η ισχύουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Σημαντικό σημείο αναφοράς της ευρωπαϊκής νομοθεσίας είναι ο νόμος για την υγεία των ζώων (Κανονισμός 429/2016 Animal Health Law) ο οποίος ήρθε να εξορθολογήσει τους ενωσιακούς κανόνες για την υγεία των ζώων και να τους καταστήσει πιο διαφανείς και εύκολους στην εφαρμογή. Με τον νόμο αυτό σχηματίστηκε η νομική βάση επί της οποίας θεμελιώνεται η υποχρεωτικότητα της ταυτοποίησης των ζώων συντροφιάς στην Ευρώπη και η υποχρεωτικότητα δημιουργίας ηλεκτρονικών βάσεων καταγραφής για τα ζώα συντροφιάς σε όλα τα Κράτη-Μέλη ,δυνάμει της εξουσιοδοτικής αρμοδιότητας που κατέχει η Ευρωπαϊκή Ένωση σύμφωνα με το Α264 του νόμου. Στο Α118 του Κανονισμού προβλέπεται ρητά η δυνατότητα της Ένωσης να θέσει ένα πλαίσιο το οποίο θα ορίζει τις προϋποθέσεις ύπαρξης συστημάτων αναγνώρισης και καταγραφής των σκύλων και των γατών και τις μεθόδους υπό τις οποίες αυτά θα λειτουργούν.
Ι. Οι προϋποθέσεις που θέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση για τις μετακινήσεις εντός της ΕΕ.
Το ισχύον ενωσιακό δίκαιο για τη μετακίνηση των ζώων συντροφιάς από ένα Κράτος-Μέλος σε άλλο Κράτος-Μέλος εστιάζει, κυρίως, στους παράγοντες της υγείας και της πρόληψης ασθενειών. Υπό τη σκοπιά λοιπόν της διασφάλισης της υγείας, και υπό τις προϋποθέσεις των Κανονισμών 576/2013 και 577/2013 για τις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς, προβλέπεται ότι τα ζώα συντροφιάς, προκειμένου να μετακινηθούν, πρέπει να αναγνωρίζονται από το σύστημα ηλεκτρονικής αναγνώρισης (microchip) δηλαδή να φέρουν σήμανση με εμφύτευση ενός αποκριτή πομποδέκτη, είτε να ταυτοποιούνται από ευανάγνωστη δερματοστιξία που έχει πραγματοποιηθεί πριν από τις 03/07/2011. Επιπλέον, πρέπει να φέρουν το ευρωπαϊκό διαβατήριο, το οποίο είναι ένα έγγραφο που βασίζεται σε τυποποιημένο πρότυπο της ΕΕ και είναι απαραίτητο για τα ταξίδια μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Περιλαμβάνει περιγραφή και λεπτομερή στοιχεία για το ζώο, όπως τον κωδικό μικροτσίπ ή τατουάζ, καθώς και το ιστορικό των αντιλυσσικών εμβολιασμών και τα στοιχεία επικοινωνίας του ιδιοκτήτη και του κτηνιάτρου που εξέδωσε το διαβατήριο. Με το ευρωπαϊκό διαβατήριο δημιουργήθηκε το “PETs” (pet travel scheme) το οποίο αφορά σε ένα σύστημα το οποίο διευκολύνει σημαντικά τις μετακινήσεις των ζώων, καθώς το ζώο δεν υποχρεώνεται να υποβληθεί στην δυσάρεστη συνθήκη της καραντίνας κατά το πέρασμα του από τα σύνορα ενός κράτους ,σε ένα άλλο. Επίσης για τη μετακίνηση του ζώου απαιτείται και ένα ευρωπαϊκό πιστοποιητικό. Πρόκειται για ένα πιστοποιητικό υγείας των ζώων ,το οποίο περιέχει συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με το ζώο συντροφιάς (ταυτότητα, υγεία, αντιλυσσικός εμβολιασμός) και βασίζεται σε τυποποιημένο υπόδειγμα της ΕΕ. Πέρα όμως από αυτές τις, εξ Ένωσης, επιβαλλόμενες προϋποθέσεις, ενδέχεται να υπάρχουν διαφοροποιήσεις στο εθνικό δίκαιο μεταξύ των Κρατών -Μελών ως προς τις απαιτήσεις εισόδου ορισμένων ζώων, και για αυτό, πρέπει να εξετάζεται αν προκύπτουν περαιτέρω προϋποθέσεις για τη μετακίνηση του ζώου ανάλογα με το εκάστοτε εθνικό δίκαιο του Κράτους - Μέλους προς το οποίο το ζώο ταξιδεύει.
ΙΙ. Η απουσία ύπαρξης ενιαίας ευρωπαϊκής βάσης δεδομένων.
Η Ένωση δεν έχει προβεί στην δημιουργία μιας ενιαίας ευρωπαϊκής βάσης δεδομένων που θα έχει ως στόχο την διασφάλιση της ευζωίας των ζώων συντροφιάς μέσω της ασφαλούς ταυτοποίησης και καταγραφής τους ώστε να επιτυγχάνεται ο εντοπισμός τους. Η απουσία μια κοινής ,ενιαίας βάσης δεδομένων έχει οδηγήσει στην ύπαρξη πολλών , ανεπίσημων βάσεων ανά την Ευρώπη, άλλοτε τοπικών, άλλοτε εθνικών, άλλοτε δημοσίων, και άλλοτε ιδιωτικών, προκαλώντας αναπόφευκτα σύγχυση. Οι διαφορετικές κουλτούρες και αντιλήψεις ανά Κράτος -Μέλος απέναντι στα ζώα καθώς και η διαφορετική ερμηνεία της έννοιας της ευζωίας, που αυτά αξίζουν, παρέχουν άλλοτε μεγαλύτερη και άλλοτε μικρότερη ασφάλεια στα ζώα συντροφιάς .Σε μερικά Κράτη ανά την Ε.Ε, τα ζώα συντροφιάς αποτελούν μέλη της οικογένειας, ενώ σε άλλα αντιμετωπίζονται με λιγότερη ευαισθησία καθιστώντας την κακομεταχείριση τους ένα σύνηθες φαινόμενο. Στην πραγματικότητα, αρκετές χώρες έχουν προβεί στην καταγραφή, κυρίως όμως μόνο των σκύλων, καταλήγοντας έτσι οι γάτες να βρίσκονται σε πιο ευάλωτη θέση, γεγονός που επιβεβαιώνει την ύπαρξη διαφορετικών αντιλήψεων απέναντι στα ζώα συντροφιάς μεταξύ των χωρών αλλά και την άνιση μεταχείριση των γατών έναντι των σκύλων, και αναδεικνύοντας την ανάγκη ύπαρξης ενιαίας και ομοιόμορφης ρύθμισης.
ΙΙΙ. Οι πρωτοβουλίες από ευρωπαϊκούς φορείς.
Το κενό που έχει αφήσει η απουσία μιας επίσημης ευρωπαϊκής βάσης δεδομένων στο πεδίο αυτό, προσπαθούν να καλύψουν με τις πρωτοβουλίες τους ορισμένες αξιοσημείωτες οργανώσεις. Μεταξύ άλλων, ξεχωρίζει εκείνη της EUROPETNET, η οποία αποτελείται από μια ομάδα εθνικών και τοπικών οργανώσεων από όλη την Ευρώπη που έχει δημιουργήσει μια πλατφόρμα η οποία παρέχει βοήθεια στους ιδιοκτήτες να εντοπίσουν τα χαμένα τους ζώα, χρησιμοποιώνταν το εργαλείο: “EUROPETNET ID search” . Αξιοσημείωτη είναι και η προσπάθεια της FOUR PAWS IN EUROPE η οποία είναι μια παγκόσμια οργάνωση που προσπαθεί να ωθήσει την Ε.Ε στο να δημιουργήσει μια τέτοια βάση δεδομένων ,δημιουργώντας μια ομάδα ειδικών, για σκύλους και αιλουροειδή, η οποία αποτελείται από μέλη από άλλες οργανώσεις ανά την Ευρώπη και η οποία καλεί την Ε.Ε να θεσπίσει ένα υποχρεωτικό σύστημα ταυτοποίησης και καταγραφής των ζώων σε όλη την Ευρώπη.
IV. Ένα πρότυπο.
Ένα πρότυπο θα μπορούσε να αποτελέσει η βάση δεδομένων που έχει προβλεφθεί για τα βοοειδή (BOVEX) δυνάμει του Α109 παρ. 1α’ του Κανονισμού για την υγεία των ζώων. Πρόκειται για ένα σύστημα που συνδέεται με το Traces και επιτρέπει την αυτόματη ταυτοποίηση των βοοειδών μέσω της ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ των συστημένων εθνικών βάσεων δεδομένων. Στον Κανονισμό 2019/2035 αναφέρονται οι πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνει η βάση δεδομένων για τα βοοειδή , οι οποίες, μεταξύ άλλων, είναι, ο κωδικός ταυτοποίησης του ζώου καθώς και το όνομα και η διεύθυνση του υπεύθυνου επιχείρησης εγκατάστασης. Επίσης, προβλέπεται και σύμφωνα με τον συμπληρωματικό Κανονισμό 2021/50, ο τρόπος επικοινωνίας μεταξύ των βάσεων των Κρατών-Μελών και δίνεται έμφαση στη δυνατότητα ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ τους, μέσω της καταγραφής βάσεων δεδομένων υπό τον κατάλληλο μορφότυπο (XML Schema Definition).Τα δεδομένα που ανταλλάσσουν τα Κράτη-Μέλη αφορούν στα έγγραφα ταυτοποίησης των βοοειδών μέσω του συστήματος που θεσπίζεται από την Επιτροπή, και αναφέρεται ρητά η ανάγκη παροχής εγγυήσεων για την αξιοπιστία και την εγκυρότητα του περιεχομένου των πληροφοριών που ανταλλάσσονται. Το παραπάνω σύστημα φαίνεται λοιπόν να αντιμετωπίζει τις δυσχέρειες που δημιουργεί η έλλειψη βάσης δεδομένων , ως προς την ιχνηλασιμότητα των ζώων, και τον κίνδυνο της αναξιόπιστης ταυτοποίησης για τα ζώα συντροφιάς, και επομένως δυνάμει του Α109 παρ.2, θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένα ανάλογο σύστημα και για τα ζώα συντροφιάς.
3. Οι συνέπειες της απουσίας της ενιαίας βάσης δεδομένων.
Η απουσία της ενιαίας βάσης δεδομένων δημιουργεί ζητήματα και προκαλούν ανησυχητικά φαινόμενα τα οποία χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης. Καταρχάς, συναντάται το φαινόμενο των μετακινήσεων μη καταγεγραμμένων ζώων που φέρουν πλαστά έγγραφα ταυτοποίησης ως προς την ηλικία και την προέλευση τους ή ακόμα και ως προς τον αντιλυσσικό εμβολιασμό τους. Η μη έγκυρη γνώση της προέλευσης του ζώου και η δυνατότητα παρέκκλισης από τον υποχρεωτικό εμβολιασμό δημιουργούν τον κίνδυνο ασθενειών και απειλών για την υγεία. Επίσης, η αδυναμία εντοπισμού της προέλευσης και του προορισμού του ζώου κατά τη μετακίνηση του, δεν επιτρέπει τον εύκολο εντοπισμό του ζώου σε περίπτωση απώλειας του από τον ιδιοκτήτη αλλά ούτε και την εύρεση του ιδιοκτήτη, σε αντίστροφη περίπτωση εγκατάλειψης του ζώου. Επιπροσθέτως, διευκολύνει το λαθρεμπόριο, καθώς, συναντώνται πρακτικές όπως είναι για παράδειγμα, η αγορά ενός κουταβιού σε πολύ χαμηλή τιμή σε ένα κράτος και, στη συνέχεια, η μεταφορά και η πώληση του σε πολύ υψηλότερη τιμή σε άλλο κράτος, όπου και η αγορά θα το επιτρέπει.
4. Ο κομβικός ρόλος μιας ενιαίας, ευρωπαϊκής βάσης δεδομένων.
Τούτων λεχθέντων, διαφαίνεται η αναγκαιότητα δημιουργίας μιας επίσημης, ενιαίας ευρωπαϊκής βάσης δεδομένων και η συμβολή που αυτή θα διαδραμάτιζε ώστε να αποφευχθούν τα προβληματικά αυτά φαινόμενα. Μέσω της εξουσιοδοτικής αρμοδιότητας που κατέχει, η Ένωση διαθέτει τα εργαλεία ώστε να υποχρεώσει όλα τα Κ-Μ να φροντίζουν για την σήμανση και την καταγραφή των ζώων, λαμβάνοντας δραστικά μέτρα για την προστασία τους και υπερβαίνοντας τον απλό συντονιστικό ρόλο που κατέχει έως τώρα στον τομέα αυτό. Πέρα από την υποχρεωτικότητα του μικροτσίπ, είναι μείζονος σημασίας η θέσπιση της υποχρεωτικότητας της καταγραφής του μικροτσίπ και των στοιχείων του ιδιοκτήτη σε μια βάση δεδομένων. Με τη σύσταση μιας διευρυμένης, ενιαίας, έγκυρης ευρωπαϊκής βάσης δεδομένων, θα καθίστατο δυνατή η ταυτοποίηση και η καταγραφή (identification and registration) όλων των σκύλων και των γατών, ώστε να μπορεί να επιτυγχάνεται η ιχνηλασιμότητα τους (traceability) κατά τις μετακινήσεις τους, και να διασφαλιστεί ότι αυτά μετακινούνται σε όλη την Ευρώπη, τηρώντας τα νόμιμα μέτρα.
Ζ. ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΑΝΑΔΟΧΟΥ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ Ν 4830/2021
1. Ορισμός αναδόχου
Ως ανάδοχος ορίζεται το φυσικό πρόσωπο που φιλοξενεί προσωρινά ένα ή περισσότερα αδέσποτα ζώα συντροφιάς έως ότου αυτά υιοθετηθούν. Ο ανάδοχος μπορεί να επιλέγεται από τον δήμο, τα φιλοζωικά σωματεία και τις φιλοζωικές οργανώσεις μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που εγγράφονται στο Υπομητρώο Φιλοζωικών Σωματείων και Οργανώσεων του Εθνικού Μητρώου Ζώων Συντροφιάς, καθώς και από φυσικά πρόσωπα που διαθέτουν καταφύγιο αδέσποτων ζώων. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του αναδόχου εξειδικεύονται με υπουργικές αποφάσεις καθώς από την Εγκύκλιο με τίτλο «Θέματα αναδοχής αδέσποτων ζώων συντροφιάς». Τέλος, η περίοδος της αναδοχής αναδοχή λήγει είτε με την υιοθεσία του ζώου είτε με επιστροφή του στον δήμο ή το φιλοζωικό σωματείο ή τη φιλοζωική οργάνωση μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με τα οποία έχει συμβληθεί κατά περίπτωση ο ανάδοχος.
2. Υποχρεώσεις αναδόχου ζώου συντροφιάς
Θεμέλιος λίθος των αρχών ελευθερίας των ζώων όπως έχουν αναπτυχθεί σήμερα υπήρξαν οι βασικές αρχές που κατοχυρώθηκαν με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των ζώων συντροφιάς. Συγκεκριμένα, οι αρχές αυτές ορίζουν πως αφενός κανείς δεν πρέπει να προκαλεί σε ζώο συντροφιάς πόνο, άσκοπη ταλαιπωρία ή αγωνία και αφετέρου κανείς δεν πρέπει να εγκαταλείπει ζώο συντροφιάς. Οι υποχρεώσεις αυτές έχουν εξειδικευτεί με νεότερη εθνική νομοθεσία.
Συναφώς, οι υποχρεώσεις των αναδόχων ζώων συντροφιάς, βάσει του πιο πρόσφατου νόμου, μπορούν να αποτυπωθούν συνοπτικά ως εξής: Ο ανάδοχος οφείλει να μην εγκαταλείπει το ζώο συντροφιάς και σε κάθε περίπτωση, να διασφαλίζει ότι το ζώο συντροφιάς απολαμβάνει τις πέντε ελευθερίες ευζωίας, που κατοχυρώνονται πρώτη φορά σε νομοθετικό επίπεδο: πρώτον ελευθερία από την πείνα και τη δίψα, με πρόσβαση σε τροφή και νερό, κατάλληλα σε ποιότητα και ποσότητα, δεύτερον ελευθερία από άσκοπη ταλαιπωρία και καταπόνηση, με ασφαλές και καθαρό κατάλυμα στέγασης και ανάπαυσης, που προστατεύει από αντίξοες καιρικές συνθήκες, τρίτον ελευθερία από πόνο, τραυματισμό και ασθένεια, με κατάλληλη φροντίδα και κτηνιατροφαρμακευτική περίθαλψη, τέταρτον ελευθερία από φόβο και αγωνία, με την κατάλληλη συμπεριφορά και μεταχείριση και τέλος ελευθερία έκφρασης φυσιολογικής συμπεριφοράς, με κατάλληλες συνθήκες διαβίωσης και κοινωνικοποίησης.
Προβαίνοντας σε μια περαιτέρω διάκριση των υποχρεώσεων, εντοπίζονται τρία επίπεδα: i) κτηνιατρική φροντίδα, ii) σήμανση-καταγραφή iii) γενικότερη/καθημερινή μέριμνα και φροντίδα. Οι κανόνες αυτοί ενώ αφορούν κατά κύριο λόγο την ευζωία των ζώων, εμπεριέχουν και ορισμένα στοιχεία που αποσκοπούν στην προστασία της ανθρώπινης υγείας και ασφάλειας. Ειδικότερα, σε επίπεδο κτηνιατρικής φροντίδας ο ανάδοχος οφείλει καταρχάς να μεριμνήσει για τη στείρωση ζώου συντροφιάς, εφόσον είναι σκύλος ή γάτα. Εναλλακτικά, εισάγεται η δυνατότητα απαλλαγής από την υποχρέωση στείρωσης με τη αποστολή γενετικού υλικού (DNA) στο Εργαστήριο Φύλαξης και Ανάλυσης Γενετικού Υλικού Ζώων Συντροφιάς του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών. Οι δύο εναλλακτικές αυτές επιλογές εξασφαλίζουν έτσι με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο τον θεμελιώδη σκοπό των αξιολογούμενων ρυθμίσεων «περί αποτροπής της αύξησης του πληθυσμού των αδέσποτων σκύλων και γατών μέσω του ελέγχου της αναπαραγωγής των ζώων αυτών και της δυνατότητας εντοπισμού και τιμωρίας όσων ιδιοκτητών δεν συμμορφώνονται με τους κανόνες που τίθενται».

Φέρει, επίσης, την υποχρέωση να μεριμνά για τον ετήσιο εμβολιασμό του ζώου, εφόσον αυτός προβλέπεται, και την κτηνιατρική εξέτασή του, η οποία αποδεικνύεται από το ηλεκτρονικό βιβλιάριο υγείας ή το διαβατήριο του ζώου, εφόσον διαθέτει. Επιπλέον, οφείλει να μεριμνά για την αναγκαία κτηνιατρική περίθαλψή του ζώου. Υποχρεούται, τέλος, να μην κόβει τα αυτιά ή την ουρά του ζώου, εκτός αν συντρέχει ιατρικός λόγος.
Περνώντας στην δεύτερη κατηγορία υποχρεώσεων αναφορικά με τη σήμανση και την καταγραφή, προβλέπεται η «έκδοση ταυτότητας» με τα στοιχεία του ζώου. Κατά λογική ακολουθία, ο ανάδοχος οφείλει να ενημερώνει τον κτηνίατρο ή τον αρμόδιο υπάλληλο του δήμου, για τη μεταβολή των στοιχείων που αφορούν είτε τον ίδιο (όπως ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, τηλέφωνο, αριθμό ταυτότητας ή διαβατηρίου ή άλλου ισοδύναμου δημοσίου εγγράφου), είτε το ζώο συντροφιάς (σκύλο ή γάτα) του το αργότερο εντός ορισμένης προθεσμίας. Στο πλαίσιο αυτό, απαγορεύεται η αφαίρεση του μέσου ηλεκτρονικής σήμανσης από τον ανάδοχο του ζώου συντροφιάς ή από άλλο πρόσωπο ή από κτηνίατρο, χωρίς κτηνιατρική γνωμάτευση που βεβαιώνει την αναγκαιότητα της αφαίρεσης και εντολή αρμόδιου εισαγγελέα. Σε κάθε επίσκεψη επαναληπτικού εμβολιασμού στον κτηνίατρο, θα πρέπει να ελέγχεται η λειτουργία του μέσου ηλεκτρονικής σήμανσης και, εφόσον έχει παύσει να λειτουργεί, να τοποθετείται νέο. Τέλος, αν πρόκειται να ταξιδέψει με το ζώο στο εξωτερικό, οφείλει να εφοδιάζεται επιπλέον με το διαβατήριο του ζώου και να μεριμνά για την ενημέρωσή του, σε περίπτωση μεταβολής των στοιχείων του.
Απώτερος στόχος της υποχρέωσης σήμανσης και καταγραφής ―της ιχνηλασιμότητας δηλαδή του ζώου― είναι να μειωθεί όσο το δυνατόν περισσότερο η πιθανότητα εγκατάλειψής του, ένα φαινόμενο που δεν συνάδει με τις προτεραιότητες και τις αξίες ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους. Με άλλα λόγια, καθόσον οι αρμόδιες αρχές θα μπορούν να εντοπίσουν κάθε ζώο και να προβούν στην αντιστοίχιση των στοιχείων του ζώου με του ιδιοκτήτη του. Εκτός αυτού, ο μηχανισμός καταγραφής των ζώων συντροφιάς αποσκοπεί στο να συνδράμει τόσο στην εκτέλεση προγραμμάτων περισυλλογής και διαχείρισης αδέσποτων ζώων, όσο και στην απαραίτητη εποπτεία για τον σχεδιασμό και τη διαχείριση από τις αρμόδιες αρχές προγραμμάτων ελέγχου και αντιμετώπισης σημαντικών νοσογόνων παραγόντων, επικίνδυνων για τη δημόσια υγεία.

Συνεχίζοντας με τις ειδικότερες υποχρεώσεις για την καθημερινή φροντίδα του ζώου συντροφιάς, πρωταρχικής σημασίας είναι η μέριμνα του αναδόχου ώστε να καλύπτονται οι ελάχιστες ανάγκες του ζώου σχετικά με το κατάλυμα του ζώου και το ευρύτερο περιβάλλον του. Εξίσου σημαντικό κρίνεται το ζώο να έχει επαρκή επαφή με τον ίδιο ή άλλο άνθρωπο, ώστε να μην ζει σε κατάσταση μοναξιάς και να διατηρείται η ψυχική του υγεία, καθώς και για την εκπαίδευσή του, όταν αυτή απαιτείται. Εν συνεχεία, διευκρινίζεται πως είναι απαραίτητο να τηρούνται οι κανόνες ευζωίας του ζώου συντροφιάς, η εξασφάλιση άνετου, υγιεινού και κατάλληλου καταλύματος, προσαρμοσμένου στον φυσικό τρόπο διαβίωσης του ζώου, το οποίο του επιτρέπει να βρίσκεται στη φυσική του στάση, χωρίς να εμποδίζονται οι φυσικές του κινήσεις και η δυνατότητα για πραγματοποίηση της απαραίτητης για την υγεία και την ευζωία του, άσκησης. Συγκεκριμένα για τους σκύλους, ορίζεται πως ο ανάδοχος οφείλει να φροντίζει ώστε να μην μένει μόνιμα δεμένος ο σκύλος του, και πάντως όχι πάνω από δύο (2) ώρες την ημέρα, εντός της ιδιοκτησίας του, ακόμα και αν η αλυσίδα ή το σκοινί είναι μακρύ. Εφόσον ο σκύλος διαμένει μόνιμα στην αυλή ή σε άλλο εξωτερικό χώρο, παρέχει κατάλυμα για ανάπαυση, το οποίο να είναι δροσερό και σκιασμένο το καλοκαίρι και επαρκώς προστατευμένο από το κρύο και τον αέρα το χειμώνα. Το κατάλυμα για ανάπαυση πρέπει να προστατεύεται από τη βροχή, το χιόνι και τα λιμνάζοντα ύδατα. Εφόσον ο σκύλος διαμένει σε εξωτερικό χώρο, ο χώρος αυτός πρέπει να καθαρίζεται τακτικά. Επιπλέον, οφείλει να μεριμνά, ώστε ο σκύλος να έχει ικανή πρόσβαση σε χώρο της αυλής ή σε άλλον εξωτερικό χώρο τέτοιο, ώστε να έχει τη δυνατότητα κίνησης και άσκησης ανάλογης με τη φυλή και την ηλικία του. Σε περίπτωση φιλοξενίας γάτας, είναι απαραίτητη η μέριμνα ώστε η τελευταία να μην διαβιεί σε κλουβί. Τέλος, αξίζει να αναφερθεί πως στο πεδίο της αστικής ευθυνης, ο ανάδοχος ζώου συντροφιάς ευθύνεται για οποιαδήποτε βλάβη ή ζημιά προκαλείται από το ζώο, σύμφωνα με το αρ. 924 ΑΚ.
Σταδιακά βλέπουμε και τις πρώτες νομολογιακές τάσεις βάσει του νέου νομοθετικού πλαισίου της προστασίας των ζώων συντροφιάς και συγκεκριμένα των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των αναδόχων τους, να αναπτύσσονται. Ειδικότερα, σε υπόθεση που αφορούσε σε βασανισμό ζώου με σκοπό να του προκαλέσει έντονο σωματικό πόνο κι εξάντληση λόγω προηγούμενης επίθεσης του σκύλου σε ζώα του κατηγορουμένου, το Δικαστήριο έκρινε πως «Τα τραύματα τα οποία διαπιστώθηκαν δεν ήταν ικανά να επιφέρουν κίνδυνο για τη ζωή του ζώου διότι εμποδίστηκε έγκαιρα ο κατηγορούμενος, όχι επειδή το μέσο τέλεσης δεν ήταν ικανό να επιφέρει κίνδυνο ή θάνατο. Από όλα τα ανωτέρω προκύπτει η ύπαρξη σοβαρών ενδείξεων ενοχής του κατηγορουμένου ..., για την αποδιδόμενη σε αυτόν κακουργηματική πράξη του βασανισμού ζώου». Αντίστοιχα και στην απόφαση του Αρείου Πάγου σχετικά με την κακοποίηση ζώου, μέσω της συμμετοχής σε κυνομαχίες, απορρίφθηκε αναίρεση του καταδικασθέντος για βάναυση μεταχείριση σκύλου λόγω μη τήρησης των κανόνων ευζωίας και έκθεσής του σε συνθήκες που του προκάλεσαν τραυματισμό.
Από τα προεκτεθέντα κεφάλαια μπορεί να γίνει εύκολα αντιληπτό πως τα δικαιώματα του αναδόχου και του ιδιοκτήτη ενός ζώου συντροφιάς αντιστοιχούν στις υποχρεώσεις του κράτους μέλους. Με άλλα λόγια, ο ανάδοχος ενός ζώου συντροφιάς έχει δικαίωμα, μεταξύ άλλων, να πληρούνται οι προϋποθέσεις της υγείας και της μεταφοράς του ζώου συντροφιάς, όπως αυτές έχουν αναπτυχθεί παραπάνω.
3. Γκρίζες ζώνες, ελλείψεις και κίνδυνοι
Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του προϊσχύσαντος Ν. 4039/2012, που μεταξύ άλλων αποτέλεσε μια πρωτοποριακή, για την εποχή, απόπειρα αντιμετώπισης πράξεων κακομεταχείρισης ζώων, και εν συνέχεια τροποποιήθηκε από τον Ν 4830/2021, «η περισυλλογή και διαχείριση των αδέσποτων ζώων γινόταν περιστασιακά και ευκαιριακά, τα καταφύγια ζώων, ποτέ δεν οργανώθηκαν συστηματικά και ποτέ δεν ελέγχθηκαν, η σήμανση των σκύλων δεν προχώρησε και ο εθελοντισμός των φιλοζωικών ενώσεων και σωματείων, μια κοινωνική δύναμη ευαισθησίας και ανιδιοτέλειας, δεν αξιοποιήθηκε στον βαθμό που έπρεπε». Η σημερινή πραγματικότητα δεν απέχει πολύ από την κατάσταση προ δεκαετίας. Ωστόσο, η ειδοποιός διαφορά μεταξύ του χτες και του σήμερα έγκειται στο γεγονός πως η κοινωνία είναι περισσότερο ευαισθητοποιημένη γύρω από την προστασία και ευζωία των ζώων.
Οι προαναφερθείσες υποχρεώσεις προβλέπονταν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό ήδη από τον πρώτο νόμο για την προστασία των ζώων συντροφιάς 20 χρόνια πριν. Στη θεωρία, συγκριτικά με τη νομοθεσία για την ευζωία των ζώων άλλων κρατών μελών ή και εκτός ΕΕ κρατών, η ελληνική νομοθεσία φαίνεται να καλύπτει ένα αρκετά ευρύ φάσμα κανόνων. Αυτό θα μπορούσε να δικαιολογηθεί σε μεγάλο βαθμό από την τάση υπερνομοθέτησης του έλληνα νομοθέτη.
Ωστόσο, σε πρακτικό επίπεδο επικρατεί η άποψη πως η συνακόλουθη αυτή πολυπλοκότητα των κανόνων, δεν επιτρέπει την αποτελεσματική εφαρμογή τους. Μάλιστα, στην κοινή γνώμη υποστηρίζεται πως ο νόμος αυτός και οι υποχρεώσεις που επιβάλλει αποσκοπεί στο να περιορίσει τους αναδόχους και τους κηδεμόνες, με αποτέλεσμα πολλοί να αποφεύγουν τη στείρωση του ζώου ώστε να μη χρειάζεται να δηλώσουν την αναδοχή του.
Το βασικότερο, όμως, νομοθετικό κενό εντοπίζεται γύρω από το μέλλον του ζώου συντροφιάς σε περίπτωση που η υιοθεσία του δεν ευδοκιμήσει. Θα μπορούσε να προβλεφθεί η υιοθεσία του από τον ανάδοχο; Προτείνεται, συνεπώς, η έκδοση σχετικής απόφασης που θα εξειδικεύει τα επόμενα βήματα από την αναδοχή, καθώς και τα προβλεπόμενα σε περίπτωση μη ευδοκίμησης της υιοθεσίας. Ένας ακόμα πιθανός κίνδυνος, αν και σε μικρότερη κλίμακα, είναι η πιθανότητα «φιλοξενίας ζώων συντροφιάς κατ’ επάγγελμα», ώστε να αποφευχθεί η ανάληψη πλήρους ευθύνης για κάποιο ζώο.
Η αποτελεσματική προστασία και τήρηση των κανόνων ευζωίας των ζώων συντροφιάς κρίνεται επιτακτική για μια χώρα με τόσο μεγάλο αριθμό αδέσποτων ζώων που χρήζουν άμεσης αναδοχής και ιδανικά υιοθεσίας. Το πρώτο βήμα, επομένως, προς αυτή την κατεύθυνση είναι η λήψη όλων των απαραίτητων μέτρων, η θέσπιση υποχρεωτικών προγραμμάτων επιμόρφωσης τόσο των ειδικών (κτηνιάτρων και εκπροσώπων Δήμων) όσο και των πολιτών. Μόνο με συλλογική προσπάθεια των ειδικών να διαμορφώσουν ένα κατανοητό, εφαρμόσιμο και κυρίως ολοκληρωμένο νομοθετικό πλαίσιο και του καθενός πολίτη ατομικά να αναλάβει τις υποχρεώσεις του απέναντι στα ζώα συντροφιάς, θα είμαστε ένα βήμα πιο κοντά στην πραγματική ευζωία των ζώων συντροφιάς.
Η. Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ TRACES ΣΤΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΩΝ ΑΔΕΣΠΟΤΩΝ ΖΩΩΝ ΣΥΝΤΡΟΦΙΑΣ
1. Εισαγωγή: η νομική προστασία των ζώων συντροφιάς
Ι. Το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Σύμφωνα με το πρωτογενές δίκαιο της ΕΕ, η προστασία των ζώων και συγκεκριμένα των ζώων συντροφιάς είναι ένα ζήτημα νομοθετικά ακόμα έωλο, καθώς καμία ειδική διάταξη δεν δημιουργεί υποχρέωση στα ενωσιακά όργανα να θεσπίζουν κανόνες για τα ζώα, παρά μόνο το άρθρο 13 της ΣΛΕΕ εκφράζει μια γενική διατύπωση, ότι η άσκηση της πολιτικής στο πλαίσιο εκπλήρωσης των σκοπών της Ένωσης πρέπει να προσανατολίζεται και να περιλαμβάνει την προστασία και την καλή μεταχείριση των ζώων. Μάλιστα, ούτε νομολογιακά συνάγεται ότι η καλή μεταχείριση των ζώων συνιστά μια κοινώς παραδεδεγμένη αρχή του ενωσιακού δικαίου, όπως λόγου χάρη η αρχή της αναλογικότητας ή της υπεροχής του ενωσιακού δικαίου έναντι του εθνικού. Γίνεται, όμως, αποδεκτό ότι η προστασία των ζώων συνιστά μια ειδικότερη και πιο λεπτομερή έκφανση του δικαίου του περιβάλλοντος, ειδικά εάν αναλογιστεί κανείς ότι τα ζώα είναι καταρχήν ελεύθερα, μέρος της πανίδας και του οικοσυστήματος .

Λόγω, λοιπόν, της νομικής ιδιαιτερότητας της προστασίας των ζώων, έχει προβλεφθεί στο άρθρο 4 (2ε) ΣΛΕΕ ότι η Ένωση ασκεί συντρέχουσα αρμοδιότητα, που σημαίνει πως, όταν κρίνει ότι η δράση των Κρατών Μελών δεν περικλείει το πραγματικό συμφέρον των ζώων, ως επιμέρους τομέας του περιβάλλοντος, θεσπίζει μέτρα με παράλληλη ισχύ προς επίτευξη των εκάστοτε στόχων. Άλλωστε, η δημιουργία ενός υψηλού επιπέδου προστασίας του περιβάλλοντος, μέσω της προστασίας των ζώων συνδέεται άρρηκτα και περιλαμβάνει τη διασφάλιση της υγείας του ανθρώπου, η οποία κατοχυρώνεται σε εθνικό επίπεδο στα άρθρα 2 παρ. 1, 5 παρ. 5 και 21 παρ. 3 του Συντάγματος.

ΙΙ. Ορισμός: αδέσποτο ζώο συντροφιάς
Ο όρος «ζώο συντροφιάς» εισήχθη για πρώτη φορά στην ενωσιακή ορολογία με την «Ευρωπαϊκή Σύμβαση προστασίας των ζώων συντροφιάς» του 1978, στον οποίο αποδόθηκε περισσότερο κοινωνικοηθική αξία, παρά νομική, καθώς νοήθηκε κάθε ζώο, που συντηρείται ή προορίζεται να συντηρηθεί από τον άνθρωπο, κυρίως μέσα στο σπίτι του για ευχαρίστησή του και σαν σύντροφός του. Πλέον, ζώα συντροφιάς χαρακτηρίζονται κατά κύριο λόγο οι σκύλοι, οι σκύλοι βοηθείας, εργασίας, καθώς και τα ζώα θεραπείας, οι γάτες και όσα αναφέρονται στα παραρτήματα των Κανονισμών (ΕΕ) 576/2013 και 429/2016. Μολονότι στην αρχή η Ευρωπαϊκή αυτή Σύμβαση εξέφρασε επιφυλάξεις για τη συμπερίληψη των αδέσποτων στο πεδίο εφαρμογής της, καθίσταται προφανές από την ισχύουσα νομοθεσία, ότι οι προστατευτικές τους διατάξεις αφορούν και τα αδέσποτα, τα οποία ως μη δεσποζόμενα, χαρακτηρίζονται άγρια ζώα, ανήκοντα στη φύση.

Συγκεκριμένα, τα αδέσποτα ζώα κατηγοριοποιούνται ως εξής:
Ελευθέρως πλανώμενα ζώα με ιδιοκτήτη: έχουν ιδιοκτήτη, αλλά αφήνονται να περιφέρονται μερικώς ελεύθερα κατά τη διάρκεια της ημέρας,
Ελευθέρως πλανώμενα ζώα χωρίς ιδιοκτήτη: ζώα εγκαταλελειμμένα από τον ιδιοκτήτη τους,
Ζώα της κοινότητας: ζώα που δεν έχουν ιδιοκτήτη, ανήκουν όμως σε μια κοινότητα,
Άγρια ζώα: ζώα που δεν ανήκουν σε κανέναν και επιβιώνουν μόνα τους.
ΙΙΙ. Η μη εμπορική μεταφορά ζώων συντροφιάς
Όπως προκύπτει από την ανωτέρω ανάλυση των Ευρωπαϊκών Κανονισμών που προβλέπουν τις συνθήκες μεταφοράς και την ιχνηλασιμότητα των ζώων συντροφιάς, απαγορεύεται ρητά και ανεπιφύλακτα οι μετακινήσεις τους να έχουν εμπορικό χαρακτήρα, δηλαδή απαγορεύεται να τελούνται υπό την επιφύλαξη οικονομικής αντιπαροχής, ενώ οι όποιες συναλλαγές λάβουν χώρα, αυτές αφορούν αποκλειστικά την κάλυψη των μεταφορικών εξόδων. Άλλωστε, κατά την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), η έννοια του οικονομικού-εμπορικού χαρακτήρα μιας πράξης δεν καθορίζεται μόνο από το εάν θα παρασχεθεί οικονομικό αντάλλαγμα για τη συγκεκριμένη πράξη, αλλά κρίνεται με βάση τον κερδοσκοπικό ή μη χαρακτήρα της εν λόγω δραστηριότητας. Προς επίρρωση, η απαγόρευση αυτή δικαιολογείται και αφορά ειδικά το ζήτημα καταπολέμησης του αριθμού των αδέσποτων και διαφύλαξης της δημόσιας υγείας, κυρίως για να αποτραπούν φαινόμενα υπερπληθυσμού αδέσποτων μέσω της παράνομης αναπαραγωγής, διακίνησης και χρησιμοποίησης των ζώων σε ζωικά πειράματα.

Κοινωνικοηθικοί λόγοι, επίσης, δικαιολογούν τη μη εμπορική μεταφορά των αδέσποτων ζώων και επιτρέπουν μόνο τη μεταφορά για σκοπό υιοθεσίας ή αναδοχής, καθότι δεν μπορούν να αποτελέσουν εμπορεύσιμο είδος και αγαθό προσπορισμού οικονομικής ωφέλειας, τουναντίον είναι ευαίσθητα όντα ιδιαιτέρως συνδεδεμένα με τον άνθρωπο και οποιαδήποτε οικονομική τους αντιμετώπιση μπορεί να θίξει τον πυρήνα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, και λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ζώα συντροφιάς, μεταφέρονται μόνο για σκοπό υιοθεσίας ή/και αναδοχής, είναι κρίσιμο να διασφαλίζεται κατά τη μεταφορά η ευζωία τους από κάθε εμπλεκόμενο μέρος, δηλαδή τον αποστολέα, τους μεταφορείς και τον τελικό παραλήπτη του ζώου.
IV. Οι κανόνες ευζωίας των ζώων συντροφιάς
Δεν θα μπορούσε να παραλειφθεί η υποχρέωση τήρησης των κανόνων ευζωίας των ζώων, στηριζόμενων στις λεγόμενες «5 Ελευθερίες των ζώων», όπως αυτές καθορίστηκαν από το Συμβούλιο Ευζωίας των παραγωγικών ζώων. Μάλιστα, τόσο η ενωσιακή όσο και η εθνική νομολογία, λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 13 ΣΛΕΕ, όπως αυτό παρατέθηκε ανωτέρω, κινείται στη λογική ότι, εάν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ζώα συντροφιάς, όπως για παράδειγμα για κυνολογικούς αγώνες, ή εάν πρόκειται να κρατηθούν τα ζώα αυτά σε καταφύγια ή να μεταφερθούν από ένα μέρος σε ένα άλλο, η διατήρηση της ευζωίας τους είναι κανόνας απαραβίαστος. Χαρακτηριστική περίπτωση τήρησης κανόνων ευζωίας των ζώων συντροφιάς κατά τη μεταφορά τους συνιστά η απόφαση του ΔΕΕ Danske Svineproducenter, κατά την οποία ερμηνεύτηκαν οι διατάξεις του Κανονισμού 1/2005 και σύμφωνα με την οποία κάθε ζώο πρέπει να μεταφέρεται σε κουτί ανάλογου μεγέθους με τις διαστάσεις και το βάρος του, ώστε να εξασφαλίζονται επαρκώς και κατά το δυνατόν περισσότερο οι ελευθερίες του. Φυσικά, εάν οι συνθήκες αυτές μεταβληθούν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, τότε δεσμεύεται ο εκάστοτε μεταφορέας να διακόψει το ταξίδι και να επαναφέρει τις συνθήκες ευζωίας του ζώου.
Μάλιστα, οι κανόνες αυτοί δεν αφήνουν εκτός πεδίου εφαρμογής τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς, όπως, άλλωστε, ισχύει σύμφωνα με τους Κανονισμούς 1/2005, 576/2013 και 429/2016, καθώς είναι αναγκαίο να θεσπιστούν αποτελεσματικά και εφαρμόσιμα μέτρα για την καταπολέμηση των προβλημάτων που γενώνται από την ύπαρξη της αγνώστου ταυτότητας και προέλευσης αδέσποτων ζώων. Ειδικότερα, για την επίτευξη των στόχων που έχουν διαχρονικά τεθεί, είναι αναγκαίο να βρεθεί πρακτικό αντίκρισμα μέσω της συνεργασίας των Κρατών Μελών και όλων των εμπλεκόμενων φορέων. Σκοπός, άλλωστε, των Κανονισμών αυτών, πέραν της διασφάλισης της δημόσιας υγείας, είναι η εξομοίωση των ζώων συντροφιάς που ανήκουν σε κάποιον ιδιοκτήτη με τα ζώα εκτός δεσποζόμενης κατάστασης, ώστε να επιτευχθούν πάγια και συνειδητά οι κοινωνικοηθικοί στόχοι που μέχρι τώρα παραμένουν ανεφάρμοστοι.
2. Η εφαρμογή του Κανονισμού με την ελληνική νομοθεσία
Ι. O Ν. 4830/2021 και το «Πρόγραμμα Άργος».
Σύμφωνα νε τον Ν. 4830/2021, η διαχείριση των αδέσποτων ζώων συντροφιάς συνιστά δικαιολογητικό λόγο θέσπισης επαρκούς κρατικής χρηματοδότησης. Ο σκοπός του νόμου αυτού σε αντίθεση με τον προγενέστερο (Ν. 4039/2012), πέρα από τη συμμόρφωση της ελληνικής νομοθεσίας στις ενωσιακές προδιαγραφές, αφορά στο ότι τα αδέσποτα ζώα ενδέχεται να μην έχουν ολοκληρώσει το πρόγραμμα εμβολιασμού ή/και να είναι φορείς μεταδοτικών νόσων, άρα να θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία. Μάλιστα, παρά το γεγονός ότι ο Κανονισμός δεν περιέχει ειδικές διατάξεις σχετικά με τα αδέσποτα ζώα, τα Κράτη Μέλη, όπως και η Ελλάδα, δύνανται να θεσπίσουν μέτρα για το ζήτημα αυτό προς εφαρμογή του, εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας που προβλέπει ο Κανονισμός.

3. Πλημμέλειες στην εφαρμογή του συστήματος στην Ελλάδα.
Ι. Η σήμανση και η καταγραφή των αδέσποτων ζώων.
Με τον αριθμό των αδέσποτων ζώων στην Ελλάδα να αγγίζει τα 3-4 εκ., η ανάγκη αναζήτησης πρακτικών λύσεων για τη διαχείρισή τους πρέπει να τεθεί στις βασικότερες προτεραιότητες του κρατικού μηχανισμού. Αφετέρου, το εκάστοτε καταφύγιο που βρίσκεται το αδέσποτο συνιστά την «εγκατάσταση» του ζώου, υπό την έννοια του άρθρου 2 του οικείου νόμου, το οποίο καταχωρείται ως ο τόπος προέλευσης του ζώου κατά τη συμπλήρωση του πιστοποιητικού TRACES, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορέσει να υιοθετηθεί το αδέσποτο ζώο.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον νέο νόμο, οι Δήμοι υποχρεούνται να αναθέτουν σε ειδικούς εκπαιδευτές τη διαδικασία περισυλλογής και σήμανσης των αδέσποτων ζώων, και σε ειδικούς κτηνιάτρους την περίθαλψη, την περιποίηση και την τοποθέτησή τους στο ειδικό καταφύγιο παραμονής, όπου κάθε ζώο θα διαμένει μέχρι να υιοθετηθεί. Βέβαια, η καταχώριση των αδέσποτων στο ΕΜΖΣ λαμβάνει χώρα, αφού πρώτα εξακριβωθεί η ταυτότητα του ζώου και γίνει έλεγχος από κτηνίατρο για το εάν το ζώο αυτό έχει ιδιοκτήτη ή είναι σεσημασμένο, ότε και ειδοποιούνται οι Ελληνικές Αρχές για ενδεχόμενο εγκατάλειψης.
Άλλωστε, ανεξάρτητα από την ύπαρξη χώρου εγκατάστασης του ζώου σε καταφύγιο με την ανωτέρω σημασία, πλέον είναι υποχρεωτική επί ποινή προστίμου η ηλεκτρονική σήμανση του ζώου, το οποίο καταγράφεται στο όνομα είτε του Δήμου (άρθρο 10), είτε των φιλοζωικών οργανώσεων (άρθρο 4 παρ. 14), είτε οποιουδήποτε ιδιώτη εμφανίσει ζώο σε κτηνίατρο ιδιώτη ή του Δήμου, φιλοζωική ή Δήμο αυτοτελώς.

ΙΙ. Προβλήματα εφαρμογής του Ν 4830/2021.
i. Ο ρόλος των φιλοζωικών οργανώσεων
Το μεγαλύτερο πρόβλημα των υπαρχόντων δημοτικών καταφυγίων αδέσποτων ζώων έγκειται στο ότι προσιδιάζουν περισσότερο σε κακοσυντηρημένα παραπήγματα, παρά ως χώροι ικανοί να εξασφαλίσουν συνθήκες ευζωίας για τα αδέσποτα, ως εκ τούτου δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως ενδεδειγμένοι χώροι εγκατάστασης, με αποτέλεσμα να μην εφαρμόζεται ορθά ο νόμος και ο Κανονισμός. Συν τοις άλλοις, όσα δημοτικά καταφύγια υφίστανται, σε καμία περίπτωση δεν αρκούν για να φιλοξενήσουν τον μεγάλο αριθμό αδέσποτων, ούτως ώστε, ακόμα και να τηρηθεί η νόμιμη διαδικασία περισυλλογής, σήμανσης και περίθαλψης, εν τέλει το ζώο καταλήγει ελεύθερο ξανά στο οικείο περιβάλλον που βρέθηκε, χωρίς να εξασφαλίζεται η ευζωία του.
Υπό αυτές τις συνθήκες αναγκάζονται οι φιλοζωικές οργανώσεις να επωμίζονται όλα τα έξοδα συντήρησης και ευθύνης των ζώων και να υπολογίζουν σχεδόν μόνο την ιδιωτική πρωτοβουλία και ευαισθησία των φιλόζωων πολιτών για τις ανάγκες των αδέσποτων. Μάλιστα, είναι σύνηθες πολίτες να περισυλλέγουν αδέσποτα ζώα και να τα εμφανίζουν σε κτηνιάτρους για τις προβλεπόμενες εξετάσεις τους, χωρίς απαραίτητα να επιδιώκουν την υιοθεσία ή την αναδοχή τους, και επειδή ο νόμος υποχρεώνει τον κτηνίατρο να «καταγράψει» το αδέσποτο στο όνομα του πολίτη, υποχρεώνεται κατ’ επέκταση ο πολίτης να επωμιστεί ολόκληρη την ευθύνη, ουσιαστική και νομική, συντήρησης του ζώου.
Επιπλέον, εξαιτίας της ελλιπούς χρηματοδότησης των Δήμων, της έλλειψης επίτασης της ευθύνης τους για την κατασκευή και συντήρηση των εγκαταστάσεων φιλοξενίας αδέσποτων ζώων και των αυστηρών προϋποθέσεων λειτουργίας τους, οι μεταφορές των ζώων λαμβάνουν χώρα de facto μόνο από τις φιλοζωικές και τους ιδιώτες, όπως άλλωστε συνέβαινε και πριν τη θέση του συστήματος αυτού σε ισχύ.
Στο πλαίσιο αυτό αξίζει να μνημονευθεί και να ερμηνευθεί με εγκύκλιο ότι, ειδικά για τα αδέσποτα ζώα, η διεκπεραίωση της μεταφοράς τους δεν θα πρέπει να εξαρτάται από τη συχνότητα που ένα πρόσωπο εμφανίζεται ως αποστολέας ή κάτοχος του ζώου, καθώς , όπως αναπτύχθηκε και ανωτέρω στο υπό Α.3. κεφάλαιο του παρόντος, ο εμπορικός χαρακτήρας της πράξης αυτής αποκλείεται. Μάλιστα, δικαιολογητικός λόγος αυτού είναι ότι, μέχρι να τεθούν σε εφαρμογή τα ανωτέρω, εκ τεχνικής και νομοθετικής επόψεως, είναι αναγκαίο να διευκολυνθεί ο ρόλος των φιλοζωικών οργανώσεων για να μην υφίστανται κωλύματα στη μεταφορά των αδέσποτων ζώων νομοτεχνικής φύσεως, που είναι, άλλωστε, και στόχος της ισχύουσας νομοθεσίας. Θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να μη συνδέεται η υιοθεσία με εμπορική μεταφορά, όπως συχνά ερμηνεύουν τα ελληνικά δικαστήρια.
Επιπλέον, εάν βρίσκεται αδέσποτο ζώο από πολίτη, ο οποίος δεν επιθυμεί να το κρατήσει, να καταγράφεται το ζώο στον εκάστοτε Δήμο εντός του οποίου το ζώο αυτό βρέθηκε, αφού, πρώτα, εξασφαλιστεί ότι μπορεί να διαβιώσει καταλλήλως στο δημοτικό καταφύγιο. Και πολύ σημαντικό, όπως επισημαίνεται στην υπ’ αρ. 1314/19.12.2023 εγκύκλιο του ΥπΕΣ, να ενισχυθεί η συνεργασία των Δήμων με τις φιλοζωικές οργανώσεις, οι οποίες, πέρα από τη νομική τους υποχρέωση, μπορούν να καταδείξουν επί του πρακτέου λόγω της χρόνιας ενασχόλησής τους, τις όποιες αντικειμενικές δυσχέρειες διαχείρισης των ζώων συντροφιάς.
ii. Πρακτική και τεχνική αντιμετώπιση προβλημάτων
Σε νομοθετικό επίπεδο, ευχής έργον είναι καταρχάς να ψηφιστεί νόμος που να παρέχει ειδική και ορισμένη εξουσιοδότηση τεχνικού χαρακτήρα στο αρμόδιο όργανο, προκειμένου να εκπονηθούν οι κατάλληλες μελέτες για την κατασκευή των καταφυγίων αδέσποτων ζώων συντροφιάς για λόγους κοινής ωφέλειας, σύμφωνα με την ισχύουσα πολεοδομική νομοθεσία.
Εν συνεχεία, είναι κρίσιμο να εκδοθεί ερμηνευτική εγκύκλιος κατόπιν γνωμοδότησης από την αρμόδια τεχνική υπηρεσία των αρμοδίων Υπουργείων, ώστε να δοθούν επακριβώς οι προδιαγραφές κατασκευής και συντήρησης των καταφυγίων, για να αρθούν ενδεχόμενες αμφισβητήσεις με την ανωτέρω ενωσιακή νομοθεσία.

Επιπλέον, είναι αναγκαίο να παρασχεθεί περισσότερη χρηματοδότηση στους Δήμους για την εύλογη υλοποίηση της κατασκευής των έργων και της συντήρησης του συστήματος των καταφυγίων, των κτηνιάτρων και του ΕΜΖΣ, ούτως ώστε να αποφορτιστούν οι φιλοζωικές οργανώσεις από το κόστος και την ευθύνη που ήδη φέρουν για τη διαχείριση των αδέσποτων και να καταστεί και το έργο των ιδίων πιο αποτελεσματικό. Εξίσου, μπορούν οι Δήμοι να αυξήσουν τα δημοτικά τους τέλη σύμφωνα με τον αριθμό αδέσποτων που εντοπίζονται, μέχρις ότου η κατάσταση τεθεί υπό έλεγχο.
iii. Διευθέτηση λειτουργικών αστοχιών: Ακολουθώντας το παράδειγμα της Ολλανδίας.
Στους ευρύτερους στόχους του νέου νόμου, πέραν των όσων αναφέρθηκαν ανωτέρω, ανήκει η εξάλειψη του φαινομένου της εγκατάλειψης των ζώων και τη μετατροπή αυτού σε αδέσποτο. Δεδομένου, λοιπόν, ότι στην ΕΕ και εν γένει παγκοσμίως, η Ολλανδία έχει ανακηρυχθεί η πρώτη χώρα χωρίς κανένα αδέσποτο ζώο συντροφιάς, είναι σημαντικό να μνημονευθούν τα κύρια σημεία της ολλανδικής νομοθεσίας.
Καταρχάς, με βάση το εθνικό πρόγραμμα στείρωσης όλων των αδέσποτων ζώων συντροφιάς, το ολλανδικό κράτος αναλαμβάνει τα κτηνιατρικά έξοδα στείρωσης και περίθαλψης των ζώων, ενώ παράλληλα έχει τεθεί ειδική προτεραιότητα στην υιοθεσία και όχι την αγορά τους. Ειδικότερα, μέσω της υλοποίησης προγραμμάτων ευαισθητοποίησης και της ένταξης μαθημάτων επιμόρφωσης στις βαθμίδες της εκπαίδευσης, έχει αναμορφωθεί εξ ολοκλήρου το κοινό αίσθημα ευθύνης για την προστασία των ζώων συντροφιάς.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την ολλανδική νομοθεσία, όποιος ιδιοκτήτης δεν επιθυμεί να κρατήσει το ζώο συντροφιάς του, καλείται να το παραδώσει σε δημοτικό ή καταφύγιο φιλοζωικής οργάνωσης και να καλύπτει όλα τα έξοδα ιατροφαρμακευτικής και κτηνιατρικής περίθαλψής του, ούτως ώστε αφενός να εξασφαλίζονται οι κανόνες ευζωίας των ζώων αυτών και αφετέρου να γεννάται κοινό αίσθημα ευθύνης και απαξίωσης πράξεων εγκατάλειψης των μικρών τετράποδων φίλων του ανθρώπου.
4. Προβλήματα διεκπεραίωσης υιοθεσιών στον Ευρωπαϊκό Χώρο.
Λαμβάνοντας υπόψη την πρόσφατη ολοκληρωμένη θεσμοθέτηση του συστήματος TRACES και την ενσωμάτωσή του στις εθνικές νομοθεσίες των ΚΜ, εφεξής θα πρέπει να αποτελέσει κοινό στόχο η ορθή διεκπεραίωση των διαδικασιών υιοθεσίας και αναδοχής ζώων συντροφιάς. Αυτή θα πρέπει να βασίζεται στην καλή διοικητική και πρακτική συνεργασία των φορέων, από τον αρχικό αποστολέα, μέχρι και τον τελικό αποδέκτη του ζώου. Άλλωστε, η υποχρέωση των ΚΜ να τηρούν τους ίδιους υγειονομικούς κανόνες για τα ζώα συντροφιάς και η εξασφάλιση ότι διαβιούν σε υγιή καταφύγια, ικανά να διασφαλίσουν την ευζωία τους, γεννά κοινό αίσθημα ευθύνης και εμπιστοσύνης ότι το αγαθό της δημόσιας υγείας δεν τίθεται σε κίνδυνο. Είναι σαφές, επίσης, ότι λόγω της υποχρέωσης έκδοσης του πιστοποιητικού TRACES μπορεί να ενισχυθεί η ενδοεπικοινωνία των ΚΜ μέσω της διασύνδεσης των εθνικών βάσεων δεδομένων καταγραφής των ζώων. Με αυτόν τον τρόπο θα εξυπηρετηθούν και άλλες ανάγκες, όπως για παράδειγμα η μεταφορά ενός αδέσποτου ζώου από ένα δημοτικό καταφύγιο ενός ΚΜ προς ένα καταφύγιο άλλου ΚΜ, για λόγους υπερπληθυσμού ζώων στο πρώτο ή για τον λόγο ότι οι συνθήκες διαβίωσής τους δεν ανταποκρίνονται στους κανόνες ευζωίας τους.
Πλην, όμως, η διακρατική αυτή επιθυμητή επικοινωνία βρίσκεται ακόμα σε πρώιμα στάδια, με αποτέλεσμα ορισμένα σημεία της διαδικασίας των υιοθεσιών/αναδοχών να μην είναι πλήρως διασαφηνισμένα. Για παράδειγμα, σε περίπτωση που ο ο υιοθετών ένα αδέσποτο ζώο συντροφιάς από ένα δημοτικό καταφύγιο τελικά υπαναχωρήσει από τη σύμβαση υιοθεσίας/αναδοχής, τη στιγμή που το ζώο αυτό έχει ήδη μεταφερθεί, τότε ποιος επωμίζεται την ευθύνη συντήρησής του; Γεννάται υποχρέωση επιστροφής στο αρχικό καταφύγιο, και σε καταφατική απάντηση, ποιο εμπλεκόμενο πρόσωπο επωμίζεται τα έξοδα επαναποστολής του; Υπάρχουν, επίσης, όρια στον αριθμό των μετακινήσεων των ζώων, δεδομένου ότι οι κανόνες ευζωίας προϋποθέτουν τη διατήρηση καλών συνθηκών ζωής εν γένει; Σε τίνος την αρμοδιότητα υπάγεται η διεκπεραίωση των ανωτέρω από τη στιγμή που το ζώο εκφύγει των ορίων ενός ΚΜ και ποιο νομικό πλαίσιο θα εφαρμοστεί, όταν αυτό δεν εξειδικεύεται περαιτέρω από τον Κανονισμό 2016/429;
Ίσως, με αφορμή τα προλεχθέντα ζητήματα εφαρμογής του ενωσιακού και εθνικού πλαισίου, να είναι καιρός να δημιουργηθεί κοινό σημείο αναφοράς, σύμφωνα με το οποίο να καλύπτονται όλα τα στάδια της διαδικασίας υιοθεσίας και αναδοχής. Γνώμονας πάντα θα πρέπει να είναι το συμφέρον και η καλή μεταχείριση των ζώων, χωρίς να δημιουργούνται ασάφειες και κενά, τα οποία επιτρέπουν διαφορετική ερμηνεία, ειδικά σε διακρατικό επίπεδο, όπου κάθε έννομη τάξη αντιλαμβάνεται άλλως την ιεράρχηση και την τελολογία των κανόνων δικαίου.
Θ. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Συνοψίζοντας όσα εκτέθηκαν ανωτέρω, καθίσταται σαφές ότι η προστασία των ζώων είναι άμεσα συνυφασμένη τόσο με την πρόληψη της μετάδοσης ασθενειών στους ανθρώπους μέσω της τροφικής αλυσίδας, όσο και με την ευζωία και καλή μεταχείριση των ίδιων των ζώων, της οποίας νομικό έρεισμα συναντάται στο Άρθρο 13 ΣΛΕΕ. Δυστυχώς, όμως ακόμα και σήμερα, η ισχύουσα νομοθεσία δεν είναι επαρκής για την αποτελεσματική προστασία τους. Σίγουρα η πρόσφατη πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αναθεώρηση των ενωσιακών κανόνων καλής διαβίωσης των ζώων συνιστά ένα αισιόδοξο και κρίσιμο βήμα. Στόχος θα πρέπει να είναι η δημιουργία μια κουλτούρας, τόσο νομοθετικής όσο και πρακτικής, που χαρακτηρίζεται από διαφάνεια και υπευθυνότητα.
Άλλωστε, καθώς η ΕΕ συνεχίζει να δίνει προτεραιότητα στην προστασία των καταναλωτών, την ασφάλεια των τροφίμων και την ακεραιότητα της εφοδιαστικής αλυσίδας, το σύστημα ιχνών αναδεικνύεται ως κρίσιμο εργαλείο για την επίτευξη αυτών των στόχων, ενώ η διαφάνεια που παρέχει ενισχύει τη λογοδοσία μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων προάγοντας μια κουλτούρα ευθύνης και συμμόρφωσης. Η αντιμετώπιση των προκλήσεων στην εφαρμογή του συστήματος ιχνών στην Ελλάδα απαιτεί συντονισμένη προσπάθεια από τις κυβερνητικές αρχές, τους ιδιωτικούς φορείς και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επενδύοντας σε τεχνολογικές αναβαθμίσεις, παρέχοντας ολοκληρωμένα προγράμματα κατάρτισης, εξορθολογίζοντας τις γραφειοκρατικές διαδικασίες και προωθώντας την καλύτερη επικοινωνία, η Ελλάδα μπορεί να ενισχύσει την αποτελεσματικότητα του συστήματος TRACES και να συμβάλει στην αποτελεσματική διασφάλιση της ιχνηλασιμότητας των ζώων και των εμπορευόμενων αγροτικών προϊόντων.
Συνεπώς, η παροχή της απαραίτητης ασφάλειας προς τα ζώα συντροφιάς και η διασφάλιση της ευζωίας τους δεν μπορεί να εμπίπτει στην ευχέρεια των Κρατών-Μελών, αλλά πρέπει να δεσμεύει τη δράση τους. Όπως εξάλλου ορίζουν οι Συνθήκες, επαφίεται κατά κύριο λόγο στα όργανα της ΕΕ η σωστή νομοθετική καθοδήγηση, μέσω της έκδοσης Κανονισμών που καθορίζουν το γενικό και ελάχιστο πλαίσιο προστασίας και υποδεικνύουν ενδεδειγμένους τρόπους μεταχείρισης των ζώων. Μεταξύ άλλων, είναι ευχής έργον η Ένωση να προβεί στη σύσταση μιας ενιαίας ευρωπαϊκής βάσης δεδομένων, η οποία θα επιτρέπει την ανταλλαγή και άμεση επικοινωνία των Κρατών-Μελών μεταξύ τους, ώστε να επιτυγχάνεται η ιχνηλασιμότητα των ζώων ενδοενωσιακά και να εξασφαλιστεί μια σημαντική παράμετρος που συμβάλλει στην ευημερία τους.
Με βάση τη μέχρι τώρα εμπειρία αλλά και τα χρόνια προβλήματα που θα εμποδίσουν την εύρυθμη λειτουργία του ΕΜΖΣ διατυπώνονται οι εξής προτάσεις. Αρχικά, θα πρέπει το Τμήμα Προστασίας των Ζώων του Υπουργείου Εσωτερικών να στελεχωθεί με πλήρως και σχετικά καταρτισμένο προσωπικό, ώστε να διασφαλίστει η εποπτική λειτουργία του. Παράλληλα θα πρέπει οι δήμοι να ενεργοποιηθουν όσον αφορά την συγκρότηση των σχετικών συλλογικών οργάνων, την διενέργεια επιχειρησιακών προγραμμάτων για την διαχείριση των αδέσποτων καθώς και τακτικών απογραφών. Θα πρέπει να αποκατασταθούν οι σχέσεις μεταξύ των δήμων και των φιλοζωικών οργανώσεων ώστε να εργαστούν από κοινού για την ευαισθητοποίηση σχετικά με τους λόγους που οφείλει να μεριμνήσει η κοινωνία αλλά και να δοθεί πρόσβαση και στις φιλοζωικές οργανώσεις στο μητρώο ώστε να επιτυγχάνεται η ταχύτερη καταγραφή των αδέσποτων.
Παράλληλα, επειδή τα τελευταία χρόνια η επιλογή της αναδοχής έχει καταστεί ιδιαίτερα συχνή, η λήψη νέων μέτρων θα βοηθούσε κάλλιστα στην επίλυση του προβλήματος, εφόσον συγκροτηθούν με τη συνεισφορά προσώπων με βιωματική γνώση της πραγματικότητας. Πόσο μάλλον, όταν πολλοί συνειδητοποιημένοι πολίτες συνεισφέρουν καθ’ αυτόν τον τρόπο στην περίθαλψη των ζώων, όμως η πολυπλοκότητα των κανόνων λειτουργεί ανασταλτικά. Η συνεργασία των φορέων θα βοηθήσει να διαπιστωθούν τα κενά του προηγούμενου νομικού πλαισίου, όπως η περίπτωση αποτυχίας της υιοθεσίας ή οι ευθύνες που απορρέουν από την στείρωση ενός ζώου, που ευλόγως αδυνατεί να αναλάβει εξ ολοκλήρου ο μέσος πολίτης.
Εν κατακλείδι, είναι εναργές ότι η ισχύουσα ελληνική νομοθεσία για την προστασία των αδέσποτων ζώων συντροφιάς αφήνει ορισμένες «γκρίζες» ζώνες, με αποτέλεσμα να μην καθίσταται αναποτελεσματική η εφαρμογή των σχετικών ενωσιακών ρυθμίσεων. Σε κάθε περίπτωση, είναι σαφές ότι η διαχείριση και η καλή μεταχείριση των ζώων συντροφιάς, δεσποζόμενων ή μη, δεν θα πρέπει να εξαρτάται μόνο από τους φιλόζωους πολίτες, είτε ως οργανώσεις είτε μεμονωμένα, αλλά και από την καλή νομοθέτηση από πλευράς του κράτους. Άλλωστε, από τη στιγμή που οι ενωσιακοί κανόνες πρωτότυπου και παραγώγου δικαίου δίνουν ευχέρεια στον Έλληνα νομοθέτη για το έργο προστασίας των ζώων, ο παραδειγματισμός από πιο αποτελεσματικές έννομες τάξεις στον τομέα αυτό θα πρέπει τα επόμενα χρόνια να καταστεί η πυξίδα για τη βελτίωση της εθνικής μας νομοθεσίας. Η πληθώρα διατάξεων που απλώς αναπαράγουν το περιεχόμενο των σημείων του Κανονισμού δεν επιφέρει αλλαγές και δεν προσφέρει εξασφάλιση στην ευζωία των ζώων, τα οποία, όπως και οι άνθρωποι, δικαιούνται να απολαύσουν την ελευθερία στη ζωή σε ένα πλαίσιο αρμονικής και λελογισμένης συμβίωσης.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΈΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Α. Βιβλιογραφία
Α1. Ελληνική
1. Δ. Βασιλειάδης, Χ. Διβάνη, Μ. Κουσκουνά, Α. Παπαπετρόπουλος, Περιβάλλον, Διαγράμματα - Σχόλια - Νομολογία – Υποδείγματα, 2016.
2. Α.-Ν. Κουκούλης, Νομική Θέση Και Προστασία Των Ζώων Σε Αστικό Κώδικα Και Ειδικούς Νόμους, 2023.
3. Γ. Τριανταφυλλάκης, Εισηγήσεις Εμπορικού Δικαίου, 2018.
4. Το Δίκαιο τις ΕΕ, Θεσμικό και ουσιαστικό δίκαιο, 2018.
Α2. Ξενόγλωσση
1. M. Kellerbauer, M. Klamert, J. Tomkin, The EU Treaties and the Charter of the Fundamental Rights: A Commentary, 1η έκδοση, Oxford University Press (OUP), 2019
2. K. Kroschewski, M. Kramew, et al, Animal disease outbreak control: the use of crisis management tools, Rev. sci. tech. Off. Int. Epiz., 2006, 25(1).
3. J. McGrann & H. Wiseman, Animal traceability across national frontiers in the European Union, Rev. sci. tech. Off. Int. Epiz., 2001, 20(2).
4. J.D. McKean, The importance of traceability for public health and consumer protection, Rev. sci. Off. Int. Epiz., 2001, 20(2).
Β. Νομοθεσία
Β1. Ενωσιακή
1. Εκτελεστικός Κανονισμός (ΕΕ) 2023/372 της Επιτροπής, της 17ης Φεβρουαρίου 2023, για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με την καταχώριση, την αποθήκευση και την ανταλλαγή των γραπτών αρχείων των επίσημων ελέγχων που διενεργούνται σε πλοία μεταφοράς ζώων, τα σχέδια έκτακτης ανάγκης για τα πλοία μεταφοράς ζώων σε περίπτωση έκτακτων περιστατικών, την έγκριση των πλοίων μεταφοράς ζώων και τις ελάχιστες απαιτήσεις που ισχύουν για τα σημεία εξόδου (EE L 51, 20.2.2023, p. 32–39)
2. Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/2035 της Επιτροπής της 28ης Ιουνίου 2019 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/429 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους κανόνες που διέπουν τις εγκαταστάσεις στις οποίες διατηρούνται χερσαία ζώα και τα εκκολαπτήρια, καθώς και την ιχνηλασιμότητα ορισμένων δεσποζόμενων χερσαίων ζώων και αυγών για επώαση (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
3. Κανονισμός (EE) 2017/625/15.03.2017 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται με σκοπό την εξασφάλιση της εφαρμογής της νομοθεσίας για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές και των κανόνων για την υγεία και την καλή μεταχείριση των ζώων, την υγεία των φυτών και τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, για την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 999/2001, (ΕΚ) αριθ. 396/2005, (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, (EE) αριθ. 652/2014, (ΕΕ) 2016/429 και (ΕΕ) 2016/2031, των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1/2005 και (ΕΚ) αριθ. 1099/2009 και των οδηγιών του Συμβουλίου 98/58/ΕΚ, 1999/74/ΕΚ, 2007/43/ΕΚ, 2008/119/ΕΚ και 2008/120/ΕΚ και για την κατάργηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και (ΕΚ) αριθ. 882/2004, των οδηγιών του Συμβουλίου 89/608/ΕΟΚ, 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ, 91/496/ΕΟΚ, 96/23/ΕΚ, 96/93/ΕΚ και 97/78/ΕΚ και της απόφασης 92/438/ΕΟΚ του Συμβουλίου (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους)Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ.
4. Κανονισμός (EE) 2016/429 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, σχετικά με τις μεταδοτικές νόσους των ζώων και για την τροποποίηση και την κατάργηση ορισμένων πράξεων στον τομέα της υγείας των ζώων («νόμος για την υγεία των ζώων») (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) OJ L 84, 31.3.2016, p. 1–208
5. Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 576/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2013 , σχετικά με τις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 998/2003 Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ OJ L 178, 28.6.2013, p. 1–26
6. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006 , για τον ευρωπαϊκό όμιλο εδαφικής συνεργασίας (ΕΟΕΣ) OJ L 210, 31.7.2006, p. 19–24, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με τον Κανονισμό (ΕΕ) 1302/2013
7. Απόφαση 2003/623/ΕΚ της Επιτροπής, της 19ης Αυγούστου 2003, (ΕΕ L 216 της 28.8.2003, σ. 58-59).
8. Οδηγία 74/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 18ης Νοεμβρίου 1974 περί αναισθητοποιήσεως των ζώων προ της σφαγής τους.
Β2. Εθνική
1. ΦΕΚ Α 163/06.10.2023, Ν 5056/2023- Αναμόρφωση του συστήματος διακυβέρνησης Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμού, κατάργηση νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου δήμων, παρακολούθηση επιδόσεων τοπικής αυτοδιοίκησης οικονομική και διοικητική διαχείριση οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, ευζωία των ζώων συντροφιάς, κατασκευή και αναβάθμιση λειτουργούντων χερσαίων συνοριακών σταθμών και λοιπές διατάξεις του Υπουργείου Εσωτερικών.
2. ΦΕΚ Β 135/17.1.2023, ΚΥΑ 1616/2023 Καθορισμός ειδικότερων θεμάτων σχετικά με τη διαδικασία, τα όργανα, τα αναγκαία δικαιολογητικά και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την αδειοδότηση των καταφυγίων ζώων συντροφιάς σύμφωνα με τα άρθρα 28 και 29 του ν. 4830/2021.
3. ΕγκΥπΕσ 29/5.1.2023 Θέματα Αναδοχής Αδεσπότων Ζώων Συντροφιάς.
4.ΦΕΚ Α 63/24.3.2022, Ν 4915/2022- Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο Καταπολέμησης της Διαφθοράς, διατάξεις για θέματα ανθρώπινου δυναμικού και Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, νομοθετικό πλαίσιο εκπαίδευσης των σπουδαστών/σπουδαστριών της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης για την ένταξη στον κλάδο Π.Ε. Επιτελικών Στελεχών, διατάξεις για την ολοκλήρωση της μεταφοράς των δασικών υπηρεσιών στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, διατάξεις για την εφαρμογή του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0», Εθνική Σύνταξη Ομογενών και άλλες επείγουσες διατάξεις.
5.ΦΕΚ B 203/27.1.2022, ΚΥΑ 1609/2022 Καθορισμός όρων λειτουργίας του Εθνικού Μητρώου Ζώων Συντροφίας και των Υπομητρώων του.
6. ΦΕΚ Α’ 169/18.9.2021, Ν 4830/2021- Νέο πλαίσιο για την ευζωία των ζώων συντροφιάς - Πρόγραμμα «ΑΡΓΟΣ» και λοιπές διατάξεις.
7. ΦΕΚ Α15/2-2-2012, Ν 4039/2012 -Για τα δεσποζόμενα και τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς και την προστασία των ζώων από την εκμετάλλευση ή τη χρησιμοποίηση με κερδοσκοπικό σκοπό.
8. ΦΕΚ 191/Α/29-7-2003 (Μερική Κατάργηση), Ν 3170/2003- Ζώα συντροφιάς, αδέσποτα ζώα συντροφιάς και άλλες διατάξεις.
9. ΦΕΚ 31/Α/27.2.1992, Ν 2017/1992- Κύρωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των ζώων συντροφιάς.
Γ. Νομολογία
Γ1. Ενωσιακή
1. Απόφαση ΔΕΕ C-900/19, One Voice και Ligue pour la protection des oiseaux, EU:C:2021:211
2. Απόφαση ΔΕΕ C-301/14, Pfotenhilfe-Ungarn, EU:C:2015:589
3. Απόφαση ΔΕΕ C-316/10, Danske Svineproducenter, EU:C:2011:863
4. Απόφαση ΔΕΚ C-379/08, ERG, EU:C:2010:127.
5. Απόφαση ΔΕΚ C- 176/03, Επιτροπή κατά Συμβουλίου, EU:C:2005:542
6. Απόφαση ΔΕΚ C-189/01, Jippes, EU:C:2001:420
7. Απόφαση ΔΕΚ C-473/ 98, Toolex, EU:C:2000:379
8. Απόφαση ΔΕΚ C-350/ 97, Monsees, EU:C:1999:242
9. Απόφαση ΔΕΚ C-67/ 97, Bluhme, EU:C:1998:584
10. Απόφαση ΔΕΚ C-5/94, Hedley Lomas, EU:C:1996:205
11. Απόφαση ΔΕΚ 131/ 86, UK κατά Συμβουλίου (Protection of laying hens), EU:C:1988:86
12. Απόφαση ΔΕΚ 240/ 83, ADBHU, EU:C:1985:59
13. Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις ΔΕΚ 141-143/ 81, Holdijk, EU:C:1982:122
Γ2. Εθνική
1. ΣτΕ Δ’ Τμήμα, 498/2022
2. ΣτΕ 2073/2017
3. ΣτΕ 2580/2000
4. ΣτΕ 324/1999
5. ΣτΕ 2932/1998
6. ΑΠ (Ποιν) 454/2022.
7. ΣυμβΠλημμΡοδ 81/2022.
Δ. Αρθρογραφία
https://www.government.nl/topics/animal-welfare/welfare-of-pets/registering-and-microchipping-a-dog
https://food.ec.europa.eu/animals/traces/how-does-traces-work_en#benefits-of-using-traces
TRACES NT – EU-EXPORT, “Εγχειρίδιο χρήστη για τους οικονομικούς φορείς/επιχειρήσεις”, Οκτώβριος 2021
Andersen S.S., Meyer I., Forkman B., Nielsen S.S., Sandøe P., Regulating Companion Dog Welfare: A Comparative Study of Legal Frameworks in Western Countries, Animals 2021, https://doi.org/10.3390/ani11061660.
https://www.eurogroupforanimals.org/what-we-do/areas-of-concern/strays
Question for written answer P-004480/2012 to the Commission, Rule 117, Tiziano Motti (PPE), OJ C 192 E, 03/07/2013.
Howse/Langille, Article Permitting Pluralism: The Seal Products Dispute and Why the WTO Should Accept Trade Restrictions Justified by Noninstrumental Moral Values Yale J Int’l L.2012.376.
Α new animal health strategy for the European Union (2007-2013) where “prevention is better than cure”, European Commission Publications 2007.
Ε. Άλλα
Δελτίο Τύπου για έναρξη λειοτυργίας Εθνικού Μητρώου Ζωών συντροφίας https://mindigital.gr/archives/5696
Eurogroup for animals, Good news for cats and dogs: finally protected by EU legislation, 8.12.2023
Δελτίο Τύπου, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Νέοι κανόνες για τη βελτίωση της διαβίωσης των ζώων, 7.12.2023
Press Release Eurogroup for animals, Democratic failure: European Commission backtracks on its commitments for animals in work programme, 16.10.2023
Έκθεση Ελεγκτικού Συνεδρίου: Αδέσποτα ζώα συντροφιάς: τηρούνται οι κανόνες ευζωίας τους και αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά η ανεξέλεγκτη διασπορά́ τους στις εξοχές της χωράς https://www.elsyn.gr/sites/default/files/ΕΚΘΕΣΗ%20ΕΛΕΓΧΟΥ%203%20ΑΔΕΣΠΟΤΑ%20ΖΩΑ_0.pdf
Αιτιολογική έκθεση Ν 4830/2021
European Commission, DG SANTE, 2020b0
Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, Special report No 31/2018: Animal welfare in the EU: closing the gap between ambitious goals and practical implementation, σ.35
Traces ορισμός https://food.ec.europa.eu/animals/traces_el?etrans=el