Κείμενο

Ομάδα Εργασίας
Βασιλική Καρατζαφέρη (Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)
Ιωάννα Κίτσιου (Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)
Εύα Κουντούρη (Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)
Παναγιώτης Ρουμπάτης (Προπτυχιακός Φοιτητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)
Ισμήνη Σαρκίρη (Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)
Ερικαίτη Τζαφέρη (Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)
Σταυρούλα Τουμάση (Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)
Ελένη Τσουκάτου (Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)
Επιβλέπων:
Ανδρουλάκης Ιωάννης (Επίκουρος Καθηγητής Ποινικού Δικαίου και Ποινικής Δικονομίας Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ)
A. Πρόλογος
Ένα από τα πιο ειδεχθή εγκλήματα που συντάραξε την ελληνική πραγματικότητα και προκάλεσε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης αποτελεί η δολοφονία της Καρολαϊν Κράουτς, η οποία δολοφονήθηκε στις 11 Μαϊου του 2021 από τον σύζυγο της. Ο δράστης στην προσπάθεια συγκάλυψης της εγκληματικής του πράξης θανάτωσε το σκύλο ιδιοκτησίας της Καρολαϊν, ονόματι Ρόξυ.Η δεδομένη υπόθεση απασχόλησε έντονα την ελληνική έννομη τάξη, καθώς, βασιζόμενες στο νεοσύστατο τότε Νόμο 4830/2021, εκδήλωσαν ενδιαφέρον για παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας υπέρ της Ρόξυ πλήθος φιλοζωικών οργανώσεων. Εν τέλει, στην πρωτοβάθμια δίκη, τα υπόλοιπα σωματεία υποχώρησαν και το Φιλοζωικό Σωματείο ο “Μαραθώνας”, από το οποίο είχε υιοθετηθεί η Ρόξυ, ανέλαβε την παράσταση, επικαλούμενο το άρθρο 34§7 του νόμου 4830/2021. Για την κακουργηματικού χαρακτήρα θανάτωση του ζώου επιβλήθηκε, σε σώρευση με άλλες ποινές, ποινή 11,5 ετών, η οποία συνιστά την μεγαλύτερη ποινή που έχει επιβληθεί για θανάτωση ζώου συντροφιάς. Η παρούσα υπόθεση αποτέλεσε έναυσμα να ευαισθητοποιηθεί η ελληνική έννομη τάξη προς τις ποινικές δίκες, θύματα των οποίων είναι τα ζώα.
Λαμβάνοντας υπόψιν το πλήθος κακοποιητικών συμπεριφορών εις βάρος ζώων, σκόπιμη κρίνεται η συστηματική εξέταση του Ν.4830/2021, ο οποίος πέρα από τη νομοθετική καινοτομία να παραχωρήσει ρητά δικαίωμα παράστασης υποστήριξης της κατηγορίας στις φιλοζωικές οργανώσεις, εγείρει ερωτήματα και επιφυλάξεις τόσο αναφορικά με τη θεωρητική του θεμελίωση, όσο και με την πρακτική εφαρμογή του.
Στο πλαίσιο του παρόντος Policy Paper, θα ασχοληθούμε κατ’ αρχάς με το ζήτημα του εννόμου αγαθού που τυγχάνει προστασίας στις περιπτώσεις κακοποίησης ζώων αλλά και του έννομου συμφέροντος, το οποίο δικαιολογεί την παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας. Προς επίλυση του ανωτέρω ζητήματος αναγκαία κρίνεται η αναφορά τόσο σε εθνική και ευρωπαϊκή νομολογία όσο και σε θέματα που εντάσσονται στο δίκαιο του περιβάλλοντος. Ακολούθως, θα επιχειρήσουμε να διασαφηνίσουμε σημαντικά ζητήματα, όπως τα προβλήματα που δημιουργεί η έλλειψη του Εθνικού Μητρώου Ζωών Συντροφιάς στον συγκεκριμένο θεσμό αλλά και την κατάσταση που δημιουργείται όταν περισσότερες φιλοζωικές οργανώσεις επιθυμούν να δηλώσουν παράσταση προς υποστήριξης της κατηγορίας. Τέλος, θα επιχειρήσουμε να αναδείξουμε τις μέχρι τώρα αστοχίες στην αξιοποίηση του δικαιώματος προς υποστήριξη της κατηγορίας αλλά και να δώσουμε πρακτικές λύσεις, ούτως ώστε ο θεσμός, ειδικά σε δίκες κακοποίησης ζώων, να καταστεί λειτουργικός και να συμβάλει στην ορθότερη απονομή της δικαιοσύνης.
Β. Η Θεωρητική προσέγγιση:
Β.1. Έννομο αγαθό
Στο ποινικό δίκαιο, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο το έννομο αγαθό που προσβάλλεται από μία αξιόποινη πράξη, ζήτημα που το οποίο χρήζει έρευνας, καθώς προστατεύεται ειδικά με τον νέο νόμο 4830/2021 για την προστασία των ζώων.
Μέχρι και σήμερα, εξακολουθεί να υπάρχει διχογνωμία ως προς το ποιό είναι το προστατευόμενο έννομο αγαθό στις δίκες που αφορούν στην κακοποίηση ζώων. Υπάρχουν δύο αντικρουόμενες απόψεις οι οποίες εδράζονται στις ισχύουσες θεωρίες σχετικά με το δικαίωμα στο περιβάλλον, καθώς τα ζώα λογίζονται ως ειδικότερη πτυχή αυτού. Από την μία πλευρά, υπάρχει η ανθρωποκεντρική θεώρηση κατά την οποία αναγνωρίζεται η ζωτική σημασία που έχει το φυσικό περιβάλλον για τον άνθρωπο και προστατεύεται χάριν αυτού. Η άποψη αυτή, δηλαδή, βασίζεται σε μία κοσμοθεωρία, κατά την οποία τα ζώα αντιμετωπίζονται ως αντικείμενα ιδιοκτησίας (μια άποψη που δεν έχει ακόμη εξαλειφθεί εντελώς από το θετικό μας δίκαιο). Τα ζώα είναι τα υλικά αντικείμενα των εγκληματικών πράξεων, παρά τα νομικά αντικείμενα, δηλαδή τα έννομα αγαθά προς προστασία. Η άποψη αυτή διατυπώνεται ρητώς στον Αστικό και Ποινικό μας Κώδικα.
Από την άλλη πλευρά, έχει εκφραστεί η οικοκεντρική θεώρηση η οποία αναγνωρίζει στο περιβάλλον τη δική του αυτοτελή αξία την οποία και προστατεύει. Η θεώρηση αυτή ονομάζεται αλλιώς και μικτή θεώρηση καθώς συνδυάζει την οικολογική και την ανθρωποκεντρική. Σύμφωνα με αυτή, τα ζώα προστατεύονται συνταγματικά από το άρθρο 24 του Συντάγματος όπου προβλέπεται η προστασία του περιβάλλοντος. Η πλειοψηφία των ερμηνευτών του Συντάγματος υποστηρίζει ότι τα ζώα αποτελούν ειδικότερη μορφή του περιβάλλοντος, γεγονός που συνηγορεί στην προστασία των ζώων από το προαναφερθέν άρθρο. Ωστόσο, καμία ρητή αναφορά δεν γίνεται στα ζώα. Αντιθέτως, το έννομο αγαθό του άρθρου 24 του Συντάγματος είναι το φυσικό περιβάλλον. Σύμφωνα με την μικτή θεωρία, τα οικολογικά έννομα αγαθά είναι αυτόνομα, ανεξάρτητα από τα ατομικά έννομα αγαθά μεμονωμένων ατόμων. Είναι, δηλαδή, υπερατομικά. Η άποψη αυτή προάγει την σημασία της προστασίας της βιοποικιλότητας, βασιζόμενη στα συμφέροντα της ανθρώπινης ζωής και επιβίωσης.
Οι προαναφερθείσες θεωρήσεις ανοίγουν διαφορετικούς τρόπους θεμελίωσης εννόμου συμφέροντος στις εκάστοτε δίκες. Για παράδειγμα, η ανθρωποκεντρική θεώρηση έχει ως αποτέλεσμα να απαιτείται για τη θεμελίωση της βλάβης η οποία δικαιολογεί το έννομο συμφέρον για την άσκηση του ένδικου βοηθήματος, η βλάβη να αφορά σε κάποιο δικαίωμα του προσφεύγοντα, όπως είναι για παράδειγμα η ιδιοκτησία, χωρίς να αρκεί η βλάβη που επέρχεται στο περιβάλλον. Σε αυτήν την περίπτωση, η διεύρυνση του εννόμου συμφέροντος στις περιβαλλοντικές διαφορές με κριτήριο για παράδειγμα την τοπική εγγύτητα του προσφεύγοντα στην περιοχή της επέμβασης στο περιβάλλον, πρακτική που υιοθετήθηκε και από το Συμβούλιο της Επικρατείας, αμβλύνει τη διάκριση μεταξύ ανθρωποκεντρικής και οικοκεντρικής πρόσληψης για το περιβάλλον.
Η θέσπιση του νέου νόμου 4830/2021 συμβαδίζει με το πνεύμα της δεύτερης προαναφερθείσας άποψης. Το έννομο αγαθό που προστατεύει ο εν λόγω νόμος είναι η ζωή και η ευεξία των ζώων. Δεν λαμβάνεται, δηλαδή, υπόψιν το ζώο ως ιδιοκτησία ενός ατόμου αλλά τα ζώα προστατεύονται πλέον ως αυθύπαρκτες υπάρξεις και προσωπικότητες ξεχωριστές από τους «ιδιοκτήτες» τους. Σε αυτήν την θεώρηση των πραγμάτων, συνέβαλε όχι μόνο η οικολογική-ανθρωποκεντρική θεωρία αλλά και εν γένει η στροφή όλων των αρμόδιων διεθνών και ευρωπαϊκών θεσμών στην προστασία των ζώων μέσα από την θέσπιση διεθνών και ευρωπαϊκών συμβάσεων.
Β.2. Έννομο Συμφέρον
Η προαναφερθείσα ανάλυση του εννόμου αγαθού που προστατεύεται από τον Ν. 4830/2021 στοχεύει στην εύρεση μιας απάντησης στο κεφαλαιώδες ερώτημα αν οι φιλοζωικές οργανώσεις έχουν έννομο συμφέρον να παρασταθούν προς υποστήριξη της κατηγορίας στην ποινική δίκη.
Σε επίπεδο νομικής θεμελίωσης πρέπει να εξετάσουμε αν είναι επιτρεπτό σύμφωνα με τις αρχές του Ποινικού Δικονομικού Δικαίου ένας φιλοζωικός οργανισμός να παρίσταται ως τρίτος για να υποστηρίξει την κατηγορία, χωρίς να αποδείξει ζημία αλλά και αν κάτι τέτοιο γίνεται δεκτό, σε ποιο αίτημα θα βασιστεί. Για να καταλήξουμε σε ένα συμπέρασμα, χρήσιμη κρίνεται η εξέταση ανάλογων περιπτώσεων εισδοχής τρίτων μη πληγέντων από το έγκλημα στην ποινική δίκη, οι οποίοι νομιμοποιούν τη συμμετοχή τους στην δίκη βασιζόμενοι σε συγκεκριμένη, κάθε φορά, αιτιολογική βάση. Χαρακτηριστική περίπτωση από την οποία μπορούμε να εξάγουμε ερμηνευτικά συμπεράσματα αποτελεί ο Ν. 1650/1986 σύμφωνα με τον οποίο επιτρέπεται για τα εγκλήματα του παρόντος νόμου να συμμετάσχουν προς υποστήριξη της κατηγορίας μη κυβερνητικές οργανώσεις, ανεξάρτητα με το αν έχουν υποστεί ζημία. Αιτιολογική βάση για παράσταση περιβαλλοντικών οργανώσεων που δεν έχουν υποστεί ζημία αποτελεί η κατοχύρωση του περιβάλλοντος ως υπερατομικού αγαθού στο άρθρο 24 του Συντάγματος, γεγονός που θεμελιώνει το έννομο συμφέρον των εν λόγω οργανώσεων. Ποια είναι όμως η αιτιολογική βάση της παροχής αντίστοιχου δικαιώματος στις φιλοζωικές οργανώσεις; Ποιο είναι το έννομο αγαθό που προστατεύεται;
Β.2.1. Εισαγωγή, ανάλυση και σύνδεση με τον Ν 1650/1986
Πριν προβούμε στην ανακάλυψη του προαναφερθέντος ερωτήματος, κρίνεται αναγκαίο να σχολιαστεί ο Ν. 1650/1986, που αναφέρεται στο δικαίωμα των περιβαλλοντικών οργανώσεων για παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας. Βάσει του νόμου αυτού, διαφαίνεται πιο εύκολα η απάντηση στο ερώτημα αν οι φιλοζωικές οργανώσεις έχουν έννομο συμφέρον να παρασταθούν προς υποστήριξη της κατηγορίας στην ποινική δίκη.
Μία διαφορετική προσέγγιση στην επίλυση των ζητημάτων που προκλήθηκαν από το νομικό κενό που επέφερε ο Ν. 4830/2021, είναι η εξέταση των διατάξεων του Ν. 1650/1986 περί περιβαλλοντικών αδικημάτων.
Το περιβάλλον κατέστη αντικείμενο συνταγματικής προστασίας ήδη με το Σύνταγμα του 1975, στο άρθρο 24 και δη, στο μέρος αυτού που είναι αφιερωμένο στα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα. Με τις διατάξεις του άρθρου 24, η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος ορίστηκε ως υποχρέωση του κράτους ενώ επιπλέον καθιερώθηκε ιδιαίτερο καθεστώς προστασίας για τα δάση και τις δασικές εκτάσεις της χώρας. Η Αναθεώρηση του 2001 επέφερε αλλαγές στο οικείο συνταγματικό άρθρο, αναγνωρίζοντας τη προστασία του φυσικού και του πολιτιστικού περιβάλλοντος και ως δικαίωμα του καθενός, ενώ, προστέθηκε στην παρ. 1 του άρθρου 24 η αρχή της αειφορίας, ρητώς συνδεόμενη με την υποχρέωση του κράτους να λαμβάνει προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος, διαμορφώνοντας τη διάταξη ως εξής: «1. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων. Η σύνταξη δασολογίου συνιστά υποχρέωση του Κράτους. Απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού των δασών και των δασικών εκτάσεων, εκτός αν προέχει για την Εθνική Οικονομία η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη τους χρήση, που την επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον, ενώ σύμφωνα με την ερμηνευτική δήλωση: Ως δάσος ή δασικό οικοσύστημα νοείται το οργανικό σύνολο άγριων φυτών με ξυλώδη κορμό πάνω στην αναγκαία επιφάνεια του εδάφους, τα οποία, μαζί με την εκεί συνυπάρχουσα χλωρίδα και πανίδα, αποτελούν μέσω της αμοιβαίας αλληλεξάρτησης και αλληλεπίδρασής τους, ιδιαίτερη βιοκοινότητα (δασοβιοκοινότητα) και ιδιαίτερο φυσικό περιβάλλον (δασογενές). Δασική έκταση υπάρχει όταν στο παραπάνω σύνολο η άγρια ξυλώδης βλάστηση, υψηλή ή θαμνώδης, είναι αραιά.»
Με το προαναφερθέν υπόβαθρο θεσπίστηκε ο Ν. 1650/1986, με μια καινοτομία στο άρθρο 28 παρ 7, καθώς εντάχθηκε το δικαίωμα παράστασης προς υποστήριξης της κατηγορίας σε περιβαλλοντικά αδικήματα. Ο νομοθέτης απομακρύνθηκε σαφώς από τα κριτήρια ουσιαστικής νομιμοποίησης της πολιτικής αγωγής, ως αυτά μνημονεύονται στο άρθρο 63 ΚΠΔ και αρκέστηκε στο να προσδιορίζει ευθέως τα κατ’αρχήν νομιμοποιούμενα πρόσωπα. Συνεπώς, το άρθρο 28 παρ 7. Ν. 1650/1986 μνημονεύει ότι: «Στις περιπτώσεις εγκλημάτων του κεφαλαίου αυτού ως πολιτικώς ενάγων μπορεί να παρίσταται το Δημόσιο, καθώς και οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην περιφέρεια των οποίων τελέσθηκε το έγκλημα, το Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδος, το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδος, πανεπιστήμια, άλλοι επιστημονικοί φορείς, δικηγορικοί σύλλογοι, φορείς διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών, μη κυβερνητικές οργανώσεις και φυσικά πρόσωπα, ανεξάρτητα αν έχουν υποστεί περιουσιακή ζημία, προς υποστήριξη της κατηγορίας και μόνο και με αίτημα ιδίως την αποκατάσταση των πραγμάτων, στο μέτρο που είναι δυνατή. Έγγραφη προδικασία δεν απαιτείται.»
Αρχικώς, παρατηρείται σημαντική απόκλιση από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 63 ΚΠΔ, καθώς τα μνημονευόμενα στο οικείο άρθρο νομικά πρόσωπα, ούτε έχουν υποστεί τα ίδια περιουσιακή ζημία ή βλάβη από το αδίκημα, ούτε πλήγηκαν από αυτό, δημιουργώντας σύγχυση στη νομική πραγματικότητα. Επιπροσθέτως, η γραμματική διατύπωση του άρθρου 28 § 7 Ν. 1650/86 δεν αποκλείει το δικαίωμα παράστασης πολιτικής αγωγής για φυσικά πρόσωπα, αρκεί να υπάρχει ζημία τούτων από το περιβαλλοντικό έγκλημα η οποία να αξιολογείται άμεση. Για το σχηματισμό μιας τέτοιας κρίσης είχε επιχειρηθεί η προσφυγή σε βοηθητικούς ενδείκτες, όπως, κατ’ εξοχήν, η προσβολή της προσωπικότητας του πολιτικώς ενάγοντος από το αδίκημα, σε συνδυασμό, ενδεχομένως, με τη διάγνωση τοπικού συνδέσμου του με αυτό.
Η νομοθετική αναθεώρηση του Ν. 1650/1986 επήλθε με τον Ν. 3937/2011 και διαρθρωτικά, με τον Ν. 4042/2012, σε μια προσπάθεια εναρμόνισης του ΚΠΔ με αντίστοιχες προβλέψεις αλλοδαπών δικαίων που αναγνωρίζουν το θεσμό της πολιτικής αγωγής, εξασφαλίζοντας έναν ενιαίο φορέα έκφρασης των ανεπίδεκτων εξατομίκευσης ζημιωθέντων προσώπων από την τέλεση περιβαλλοντικών αδικημάτων στην αντίστοιχη ποινική δίκη. Κατά συνέπεια, ο Ν. 3937/2011 υπό το άρθρο 16 παρ 5, επήλθε σε μια σημαντική διεύρυνση των νομικών προσώπων που δικαιούνταν εκ του νόμου και ανεξαρτήτως ύπαρξης ζημίας την παράσταση προς υποστήριξη κατηγορίας στην εκδίκαση περιβαλλοντικών αδικημάτων, αφού στο Δημόσιο, τους ΟΤΑ και το ΤΕΕ προστέθηκαν πλέον το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδας, τα Πανεπιστήμια, εν γένει οι επιστημονικοί φορείς, οι δικηγορικοί σύλλογοι, αλλά και οντότητες, όπως οι φορείς συλλογικής διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών και οι μη κυβερνητικές οργανώσεις. Ως εξομάλυνση του προγενέστερου καθεστώτος, το δικαίωμα παραχωρήθηκε πλέον και σε φυσικά πρόσωπα, υπό τις ίδιες συνθήκες, απαγκιστρώνοντας πλήρως την ενεργητική τους νομιμοποίηση από το καθεστώς του ΚΠΔ.
Βασική προβληματική αποτελεί το γεγονός ότι πρώτον, τα αναφερθέντα νομικά πρόσωπα δεν έχουν υποστεί τα ίδια περιουσιακή ζημία ή ηθική βλάβη από το περιβαλλοντικό αδίκημα, ούτε έχουν πληγεί ευθέως από αυτό και κατά δεύτερον, η γραμματική διατύπωση του άρθ. 28 δεν αποκλείει το δικαίωμα παράστασης πολιτικής αγωγής για τα φυσικά πρόσωπα, αρκεί η επικαλούμενη ζημία τούτων από το περιβαλλοντικό έγκλημα να αξιολογείται ως άμεση. Σε παρόμοιο ύφος κινήθηκε και η τροποποίησή του Ν. 4042/2012, η οποία παρά το γεγονός ότι αναγνώρισε την ευχέρεια εισαγωγής στην ποινική δίκη αστικών αξιώσεων μέσω φορέων που δεν είχαν υποστεί ζημία, απεφάνθη υπέρ της αναγνώρισης άμεσης ζημίας των δικαιούχων, στοιχείο ωστόσο που δεν απέκτησε πρακτική σημασία.
Αν και σημαντική καινοτομία στο χώρο του Ελληνικού Ποινικού Δικαίου, καθώς, η σπουδαιότητα του περιβάλλοντος ως κοινωνικού εννόμου αγαθού και η ανάγκη αυξημένης προστασίας του και στο δικονομικό πεδίο αποτελούν αυτονόητες και πανθομολογούμενες παραδοχές, η θέσπιση του Ν. 1650/1986 και των μετέπειτα αναθεωρήσεων του, δεν στερείται προβλημάτων. Το κυριότερο αποτελεί ο απεριόριστος αριθμός των πολιτικώς εναγόντων στη ποινική δίκη καθώς, αποκλείεται δια του νόμου το ενδεχόμενο της ταυτόχρονης παράστασης πολιτικής αγωγής από έναν δήμο, μια περιφέρεια, μια ΜΚΟ και έναν ιδιώτη κατά την εκδίκαση του ίδιου περιβαλλοντικού εγκλήματος (ΑΠ. 696/2017). Επιπροσθέτως, τίθεται δικονομική αντινομία σε σχέση με τα άρθρα 4 παρ 1 και 20 παρ 1 Συντάγματος, καθώς επιβαρύνεται η θέση του κατηγορούμενου. Επίσης, υφίσταται κίνδυνος για πιθανές καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης εξαιτίας προσκομμάτων συνυφασμένων με τον πολυπρόσωπο χαρακτήρα της δίκης. Τέλος, υπάρχει προβληματική συμμετοχής ανομιμοποίητων προσώπων στις οικείες δίκες, λόγω έλλειψης ποιοτικού γνωρίσματος άμεσης σχέσης ζημίας και εγκλήματος. Τα ανωτέρω προβλήματα, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την ανάλυση του Ν. 4830/2021, προς αποφυγή των ιδίων νομοθετικών συγχύσεων.
Β.2.2.Ν 4830/2021
Ανεξάρτητα από τους ειδικούς κανόνες που ισχύουν σε περιβαλλοντικές οργανώσεις, ο κανόνας στην ποινική δικονομία είναι ότι όποιος δικαιούται, κατά τον αστικό κώδικα, αποζημίωση ή αποκατάσταση από το έγκλημα ή χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, μπορεί να παραστεί στο ποινικό δικαστήριο προς υποστήριξη της κατηγορίας.
Ενεργητικώς, λοιπόν, σύμφωνα με το γράμμα του νόμου, νομιμοποιούνται ο αμέσως παθών, δηλαδή ο φορέας του εννόμου αγαθού που προσβλήθηκε από την τέλεση της εγκληματικής πράξης και ο άμεσα και προσωπικώς ζημιωθείς από το έγκλημα. Βάσει των κανόνων της ποινικής διαδικασίας, αποφασιστικό κριτήριο για τον ακριβή προσδιορισμό των εκάστοτε δικαιούμενων προσώπων σε παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας συνιστά το στοιχείο της αμεσότητας, μόνο δηλαδή ο αμέσως παθών ή ζημιωθείς δικαιούται να συμμετάσχει στην δίκη ως ενάγων και όχι κάθε τρίτος στον οποίον αντανακλούν υλικές ή ηθικές συνέπειες της άδικης και παράνομης πράξης. Ωστόσο, η έννοια της αμεσότητας κρίνεται καθημερινά επί νομολογιακού επιπέδου ανάλογα με την εκάστοτε εκδικαζόμενη περίπτωση. Δεν υφίσταται νομοθετικά προσδιορισμένη κλίμακα, με βάση την οποία θα γίνεται αποδεκτή ή θα απορρίπτεται η δήλωση παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας. Με δεδομένη την μη ύπαρξη προσδιορισμένου ασφαλούς κριτηρίου διάκρισης των συναφών περιπτώσεων το όλο ζήτημα αντιμετωπίζεται περιπτωσιολογικά.
Επομένως, γίνεται αντιληπτό ότι οι αόριστες νομικές έννοιες, βάσει των οποίων κρίνεται ποια πρόσωπα νομιμοποιούνται να συμμετάσχουν στην ποινική δίκη, συχνά οδηγούν στον αποκλεισμό προσώπων και συγκεκριμένα των φιλοζωικών οργανώσεων. Το κριτήριο της αμεσότητας πρέπει να χρησιμοποιείται μέσα στα πλαίσια της κοινωνικής πραγματικότητας καθώς στα πρόσωπα που πρέπει να τύχουν ηθικής παρηγοριάς συμπεριλαμβάνονται και εκείνα τα οποία είναι ιδιαιτέρως συνδεδεμένα με το θέμα της αξιόποινης πράξης έστω κι αν στερούνται του τυπικού νομικού δεσμού με το τελευταίο.

Απόρροια των προαναφερθέντων στοιχείων είναι ότι εκ πρώτης όψεως οι φιλοζωικές οργανώσεις δεν έχουν έννομο συμφέρον να παρασταθούν στην ποινική δίκη για να υποστηρίξουν την κατηγορία αφού ούτε αμέσως παθούσες είναι ούτε αμέσως και προσωπικώς ζημιωθείσες.
Κατά τον Δημάκη, υπάρχουν ειδικοί νόμοι που παρέχουν δικαίωμα παραστάσεως προς υποστήριξης της κατηγορίας -πρώην πολιτικής αγωγής- στις φιλοζωικές οργανώσεις, αναφορικά με αξιόποινες πράξεις της βαριάς εργασίας ή σκληρής συμπεριφοράς έναντι των ζώων, όπως και ο εν λόγω εξετασθείς ν. 4830/2021. Αντίθετα, κατά τον Κονταξή και τον Δαλακούρα, τα νομιμοποιούμενα ενεργητικώς πρόσωπα του άρθρου 63 ΚΠΔ πρέπει να είναι οι «άμεσα παθόντες/ζημιωθέντες» από το έγκλημα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στη διατύπωσή της η νομολογία και όχι οποιοσδήποτε τρίτος, στον οποίο αντανακλούν οι υλικές ή ηθικές συνέπειες της άδικης και παράνομης πράξης . Πρέπει, δηλαδή, η ζημία να τελεί σε προσωπική και ευθεία σχέση ως προς το εγκληματικό γεγονός, το οποίο αποτελεί αντικείμενο της ποινικής δίκης.
Επιπρόσθετα, ο Δημάκης υποστηρίζει ότι στην περίπτωση των φιλοζωικών οργανώσεων υπάρχει το κοινό στοιχείο της έλλειψης της άμεσης και προσωπικής ζημίας, η οποία κατά τον κανόνα νομιμοποιεί την παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας. Έτσι, για να υπάρχει η δυνατότητα στις φιλοζωικές οργανώσεις για παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας πρέπει να υφίσταται ειδική νομοθετική πρόβλεψη, όπου το στοιχείο της άμεσης προσωπικής ζημίας αντικαθίσταται από το συλλογικό συμφέρον, αφού τα ζώα ως ειδική πτυχή του περιβάλλοντος αποτελούν υπερατομικά έννομα αγαθά. Επισημαίνεται, εξάλλου, ότι το περιβάλλον -άρα και τα ζώα ως ειδική πτυχή του- αποτελεί αυτοτελώς ένα κοινωνικό-υπερατομικό έννομο αγαθό, οπότε η διασύνδεση της βλάβης με συγκεκριμένο πρόσωπο είναι από δυσχερέστατη έως εντελώς ελλείπουσα στις πλείστες των περιπτώσεων.
Β2.3. Το αίτημα της παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας
Άρα, το ερώτημα παραμένει ως έχει: ποιος νομιμοποιείται ενεργητικά να ασκήσει παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας στην επί ακροατηρίου δική που αφορά στην προστασία των ζώων; Και με ποιο αίτημα; Ο κύκλος των προσώπων, τα οποία δικαιούνται να εμφανιστούν στην ποινική δίκη και να δηλώσουν παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας αποτελεί, τη λεγόμενη ενεργητική νομιμοποίηση του υποστηρίζοντος την κατηγορία. Το ζήτημα του ακριβούς προσδιορισμού του ως άνω κύκλου προσώπων συνιστούσε ανέκαθεν ένα από τα πιο περίπλοκα ζητήματα της ποινικής δικονομίας, καθώς έπρεπε να αναζητηθούν εκείνα τα κριτήρια βάσει των οποίων θα μπορούσε ο ζημιωθείς από το έγκλημα να συμμετέχει ενεργά στην ποινική διαδικασία.
Αρχικά, όσον αφορά τα δεσποζόμενα ζώα -εκείνα που συντηρούνται από τον άνθρωπο και τελούν υπό την άμεση επίβλεψη και φροντίδα του-, η απάντηση στο ερώτημα «ποιος νομιμοποιείται να συμμετάσχει στην ποινική δίκη;» είναι απλή και δεν δημιουργείται πρόβλημα, καθώς ο ιδιοκτήτης του ζώου είναι εκείνος ο οποίος νομιμοποιείται ενεργητικά σε παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας για ηθική βλάβη ή αποζημίωση από το έγκλημα . Η δυνατότητα αυτή παρέχεται στον ιδιοκτήτη βάσει του άρθρου 932 του Αστικού Κώδικα, όπου ρητώς ορίζει ότι: «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική αυτή ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης.» Αιτήματα του νομιμοποιούμενου σε παράσταση ιδιοκτήτη συνιστούν: α) η προσβολή της προσωπικότητας του ως προσβολή των αισθημάτων φιλοζωίας του και β) η προσβολή της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του μέσω της επαφής με την φύση που παρέχει το ζώο. Συνάγεται, λοιπόν, ερμηνευτικά κατά το ΑΚ 932 ότι στις περιπτώσεις των δεσποζόμενων ζώων υφίσταται ένας περιορισμός του δικαιώματος εκπροσώπησης των φιλοζωικών οργανώσεων καθώς τα ζώα αυτά μπορούν να εκπροσωπηθούν από τον ιδιοκτήτη-κύριο τους.
Ωστόσο, πρόβλημα δημιουργείται αναφορικά με τα αδέσποτα ζώα -κάθε ζώο συντροφιάς, το οποίο είτε δεν έχει κατοικία είτε βρίσκεται έξω από τα όρια της κατοικίας του ιδιοκτήτη, του κατόχου, του συνοδού ή του φύλακα του και δεν τελεί υπό την άμεση επίβλεψη και τον έλεγχο τους- αλλά και με τα δεσποζόμενα, όταν αυτά πέφτουν θύματα κακοποίησης από τους ίδιους τους ιδιοκτήτες ή όταν αυτοί αδρανούν, καθώς τότε είναι περίπλοκος ο εντοπισμός του νομιμοποιούμενου προς υποστήριξη της κατηγορίας προσώπου. Σ’ αυτήν την περίπτωση, απαραίτητη χρήζει η διεύρυνση του κύκλου ενεργητικής νομιμοποιήσεως και η συμμετοχή των φιλοζωικών οργανώσεων στις δίκες που πραγματεύονται τα αδέσποτα ζώα. Στην επίλυση, λοιπόν, του συγκεκριμένου ζητήματος και στην δυνατότητα συμμετοχής των φιλοζωικών οργανώσεων τίθενται και επιπλέον ερωτήματα που αφορούν το αίτημα συμμετοχής τους.
Ως προς την επίλυση αυτών, θα πρέπει να προηγηθεί η αναζήτηση και η καταγραφή του εννόμου αγαθού το οποίο θίγεται άμεσα ή έμμεσα από την προβαλλόμενη πράξη και χρήζει έννομης προστασίας. Με άλλα λόγια, αναζητείται ο προστατευτικός σκοπός του κανόνα δικαίου, στην προστασία δηλαδή τίνος αγαθού αποσκοπεί κάθε ποινική πρόβλεψη. Συνεπώς, για την δυνατότητα παράστασης προς υποστήριξη κατηγορίας απαιτείται η σωρευτική συνδρομή αφενός μεν ενός έννομου αγαθού, η έκταση προστασίας του οποίου δεν εξαντλείται αποκλειστικά και μόνο σε αγαθά της ολότητας, αφετέρου δε η ύπαρξη ενός άμεσου συνδέσμου μεταξύ της πράξης του δράστη και ενός ζημιωθέντος προσώπου. Απαραίτητη λοιπόν, προϋπόθεση προκειμένου να νομιμοποιηθούν οι φιλοζωικές οργανώσεις σε παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας είναι ο καθορισμός ενός προσβαλλόμενου ατομικού εννόμου αγαθού για το οποίο αυτές υφίστανται ζημία. Πηγαίνοντας ένα βήμα παραπέρα και αναζητώντας το ατομικό αγαθό που θίγεται στα εγκλήματα κακοποίησης των ζώων έχει υποστηριχθεί ότι το αγαθό το οποίο προσβάλλεται είναι η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 5 Σ από κοινού με το άρθρο 24 Σ και το άρθρο 57 ΑΚ. Παρατηρείται, λοιπόν, ότι το δικαίωμα χρήσης των κοινών και κοινόχρηστων αγαθών, το οποίο ισοδυναμεί με το δικαίωμα στο περιβάλλον, απορρέει από το δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας. Η σημαντική λειτουργία της ΑΚ 57 είναι ότι µε αυτή καθιερώνεται σφαιρική και απόλυτη προστασία της προσωπικότητας, αποτελεί δηλαδή ένα «ελαστικό» δικαίωμα, που κατοχυρώνει όλα τα αγαθά που συναποτελούν την ουσία και την αξία του ανθρώπου. Για το λόγο αυτό, ο ΑΚ δεν περιέχει συγκεκριμένο ορισμό της προσωπικότητας, περιλαμβάνει δε όλες τις αστάθμητες αξίες που απαρτίζουν την ουσία του ανθρώπου και έτσι καλύπτονται νεοεμφανιζόμενα έννομα αγαθά, σχέσεις αλλά και προσβολές. Πιο συγκεκριμένα, στο δικαίωμα της προσωπικότητας, ο ερμηνευτής και ο εφαρμοστής του δικαίου μπορούν να αντλήσουν νομικό έρεισμα, προκειμένου να διαπλάσσουν ειδικότερους κανόνες και δικαιώματα. Στην έννοια του δικαιώματος επί της προσωπικότητας που προβλέπεται από την παραπάνω διάταξη του άρθρου 57 εδάφιο α΄ του Αστικού Κώδικα, περιλαμβάνονται όλα τα άυλα αγαθά, τα οποία είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα µε το πρόσωπο και ανήκουν σε αυτό, όπως είναι η σωματική-ψυχική υγεία και η κοινωνική ατομικότητα του ανθρώπου. (ακόμα πιο πάνω)
Στην έννοια της προσωπικότητας εντάσσονται ανεξαιρέτως ως αξίες που απορρέουν από το ως άνω δικαίωμα η χρήση, η ωφέλεια και η απόλαυση όλων των περιβαλλοντικών αγαθών. Όπως επισημαίνει η Ε. Δακορώνια, απόρροια του δικαιώματος της προσωπικότητας είναι το δικαίωμα χρήσης των κοινών και των κοινόχρηστων, το οποίο ισοδυναμεί με ένα δικαίωμα στο περιβάλλον, η αναγνώριση και η προστασία του οποίου κατοχυρώνεται στις διατάξεις του ΑΚ. Το άτομο μπορεί να διαμορφώνει ελεύθερα την προσωπικότητα του και να απολαμβάνει τα αγαθά που του προσφέρει το περιβάλλον. Ανάμεσα σε αυτά θα πρέπει να έχει και την ελευθερία να επιλέγει να συναναστρέφεται με τα ζώα συντροφιάς.
Είναι προφανές ότι κάθε ειδικότερη προσβολή του περιβάλλοντος μπορεί να συνεπάγεται και άμεση (πλην της γενικής, έμμεσης και αφηρημένης) προσβολή ιδιωτικού συμφέροντος. Η ύπαρξη ενός επιβαρυμένου περιβάλλοντος συχνά έχει άμεσες και ευθείες επιπτώσεις στην ζωή, στην ποιότητα διαβίωσης και στο πολιτιστικό επίπεδο των ατόμων των οποίων -δι’ αυτού του τρόπου- πλήττεται βάναυσα η προσωπικότητά τους. Δεδομένου δε ότι γίνεται δεκτή η αποκατάσταση κάθε τρώσης τμήματος της προσωπικότητας, είναι προφανές ότι ο άμεσα πληττόμενος έχει έννομο συμφέρον σε παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας στο ποινικό δικαστήριο. Κατά συνέπεια, η προσωπικότητα του ατόμου και το περιβάλλον -άρα και τα ζώα ως ειδικότερη πτυχή αυτού - συνδέονται άρρηκτα, αφού κάθε προσβολή του περιβάλλοντος συνεπάγεται και προσβολή της αξίας του ανθρώπου. Επίσης σύμφωνα με την άποψη του κ. Ι. Καρακώστα είναι επιτρεπτή και η αυτοδύναμη προστασία της νομής στους χρήστες κοινόχρηστου πράγματος με επακόλουθο, το απορρέον από την προστασία του περιβάλλοντος αντίστοιχο δικαίωμα να αποτελεί όψη της ελεύθερης διαμόρφωσης της προσωπικότητας του ανθρώπου, του τελευταίου θεωρούμενου ως αυταξίας.
Για παράδειγμα, έχει υποστηριχθεί ότι η κακομεταχείριση και ο βασανισμός ενός ζώου από τον κύριο ή νομέα/κατόχου προσβάλει παράνομα την προσωπικότητα ενός τρίτου-εν προκειμένω και των φιλοζωικών οργανώσεων-, όπως αυτή εμφανίζεται με την εκδήλωση αισθημάτων οίκτου και ευαισθησίας έναντι των ζώων, τα οποία αισθήματα τίθενται σε έντονη δοκιμασία και έτσι εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 57 και 59 ΑΚ, για άρση της προσβολής και μη επανάληψη της στο μέλλον και ικανοποίηση της ηθικής βλάβης. Πιο κοντά σε αυτήν την δικαιολόγηση κινείται το σκεπτικό των δικαστικών αποφάσεων, από κοινού κυρίως με το γεγονός ότι τα φιλοζωικά σωματεία έχουν ως βασικό σκοπό και αποστολή τους την προστασία των ζώων και επομένως η παραβίαση των σχετικών διατάξεων προκαλεί άμεση ζημία σε αυτά.
Γ. Ανάλυση Νομοθεσίας
Σε μια προσπάθεια κατανόησης της βαθύτατης σημασίας που έχει ο πιο πρόσφατος νόμος 4830/2021 για τα ζώα συντροφιάς-ένας νόμος χαρακτηριζόμενος από πολλούς ως πρωτοποριακός αφού, εισήγαγε για πρώτη φόρα στο ελληνικό δίκαιο τη δυνατότητα παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας για τα κακοποιημένα ζώα συντροφιάς κατά την ποινική διαδικασία- σκόπιμο είναι να γίνει ειδική αναφορά, έστω και περιληπτικά, στον αμέσως προηγούμενο νόμο 4039/2012. Ο νόμος αυτός περιείχε διατάξεις τόσο για τα δεσποζόμενα όσο και για τα αδέσποτα ζώα συντροφιάς και ειδικά διατάξεις για την προστασία τους από την εκμετάλλευση και τη χρησιμοποίηση τους για κερδοσκοπικούς σκοπούς.
Πρόκειται, αναλυτικότερα, για έναν νόμο που πραγματικά στόχευε στην προστασία των ζώων, αναγνωρίζοντάς τα και εμπράκτως ως αυθύπαρκτα όντα και όχι απλώς ως «πράγματα» ή «αντικείμενα ιδιοκτησίας», αφού κάποια από τα βασικά του επιτεύγματα ήταν, ενδεικτικά:
● Η θέσπιση ειδικών κυρώσεων για αυτούς που διακινούν ζώα συντροφιάς.
● Η θέσπιση ενός συναινετικού πλαισίου διαχείρισης των αδέσποτων ζώων συντροφιάς υπό Δημόσιο έλεγχο και παράλληλη κατοχύρωση της διαδικτυακής, ψηφιακής βάσης καταγραφής των ζώων συντροφιάς.
● Η αυστηροποίηση των κυρώσεων ύστερα από κακοποιητικά περιστατικά κατά των ζώων συντροφιάς κ.α.
Η ύπαρξη του ως άνω νόμου μας επέτρεψε να συγκεντρώσουμε αρκετό νομολογιακό υλικό από υποθέσεις αφορούσες σε κακοποίηση των ζώων εν γένει και ειδικότερα των ζώων συντροφιάς. Κοινός παρανομαστής των αποφάσεων αυτών, είναι η διακριτική ευχέρεια που προσφέρεται στο δικαστή για την αποδοχή ή μη της παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας, σε ποινικές υποθέσεις κακοποίησης, ωστόσο οι περισσότερες αποφάσεις ήταν αρνητικές.
Συμπερασματικά, ο Ν. 4039/2012 ακολουθεί μια προσέγγιση προστασίας του ζώου ως αυτοτελώς έμβιου όντος και όχι ως περιουσιακού δικαιώματος, εστιάζοντας στην ευζωία και στη σωματική ακεραιότητά του ως φορέα δικαιούμενου έννομης προστασίας. Τα ζώα, εξάλλου, όπως ήδη αναφέρθηκε παραπάνω, αποτελούν μέρος του πολιτιστικού περιβάλλοντος, το οποίο προστατεύεται Συνταγματικά με το άρθρο 24§1 και ως εκ τούτου προστατεύονται έμμεσα στο Σύνταγμα ως μέλος του ευρύτερου πολιτιστικού περιβάλλοντος. Ωστόσο, βασικότατη παράλειψη του ως άνω νόμου είναι η μη παροχή της δυνατότητας παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας στα φιλοζωικά σωματεία γεγονός που περιόριζε αρκετά την αποτελεσματική παροχή έννομης προστασίας στα κακοποιημένα ζώα και, γενικότερα, την προστασία τους. Ακριβώς αυτό το κενό έρχεται να καλύψει ο νέος νόμος 4830/2021.
Με τον νέο νόμο παρέχεται για πρώτη φορά με προϋποθέσεις στις φιλοζωικές οργανώσεις το δικαίωμα παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας σε δίκες κακοποίησης ζώων. Πιο συγκεκριμένα, το άρθρο 34§ 7. του Ν.4830/2021 αναφέρει χαρακτηριστικά «Στις περιπτώσεις εγκλημάτων του παρόντος νόμου, μπορεί να παρίσταται αυτοτελώς και κάθε φιλοζωικό σωματείο ή φιλοζωική οργάνωση μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που δραστηριοποιείται σε τοπικό ή εθνικό επίπεδο και είναι εγγεγραμμένα στο Μητρώο Φιλοζωικών Σωματείων και Οργανώσεων του ΕΜΖΣ, ανεξάρτητα αν έχει υποστεί περιουσιακή ζημία, προς υποστήριξη της κατηγορίας και μόνο. Η σχετική δήλωση μπορεί να γίνει τόσο κατά την προδικασία όσο και στο ακροατήριο, σύμφωνα με το άρθρο 84 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας». Το Εθνικό Μητρώο Ζώων Συντροφιάς, όπως και τα υπομητρώα του εκ των οποίων είναι και το Υπομητρώο Ζώων Συντροφιάς, δεν έχει συσταθεί μέχρι σήμερα. Προς κάλυψη του κενού που προήλθε από την ανυπαρξία του Εθνικού Μητρώου Ζώων Συντροφιάς και συνακόλουθα του Υπομητρώου Φιλοζωικών Οργανώσεων προστέθηκε με το άρθρο 59 του νόμου 4873/2021 ένα τελευταίο εδάφιο στην παράγραφο 7 του άρθρου 34. Η τελευταία τροποποίηση έγινε με το άρθρο 71 του νόμου 5723/2021, ο οποίος παρέτεινε την σύσταση του μητρώου έως και την 31η Ιανουαρίου του 2024.
Ο νόμος στο άρθρο 34§7 εισάγει εξαίρεση από τις τυπικές προϋποθέσεις παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας που αναπτύχθηκαν ανωτέρω παρέχοντας δυνατότητα συμμετοχής στην ποινική διαδικασία στα φιλοζωικά σωματεία, τα οποία ουδεμία άμεση ζημία (υπό την έννοια του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας) έχουν υποστεί από τις εγκληματικές πράξεις εις βάρος ζώων συντροφιάς. Σύμφωνα με το γράμμα του νόμου παρέχεται δικαίωμα στις μη κερδοσκοπικές φιλοζωικές οργανώσεις να παρίστανται στην ποινική διαδικασία χωρίς ανάγκη απόδειξης άμεσης και προσωπικής ζημίας από το έγκλημα, με μόνη προϋπόθεση τη προηγούμενη εγγραφή τους στο Εθνικό Μητρώο Ζώων Συντροφιάς. Το προγενέστερο και άνευ προϋποθέσεων άρθρο 20§7 του Ν.4039/2012 -όπως η §7 προστέθηκε με την τροποποίηση που εισήγαγε το άρθρο 29 του νόμου 4509/2017«7. Στις περιπτώσεις εγκλημάτων του παρόντος νόμου, ως πολιτικώς ενάγων μπορεί να παρίσταται αυτοτελώς και κάθε φιλοζωικό σωματείο που δραστηριοποιείται σε τοπικό ή εθνικό επίπεδο, ανεξάρτητα αν έχει υποστεί περιουσιακή ζημία, προς υποστήριξη της κατηγορίας και μόνο. Η σχετική δήλωση μπορεί να γίνει τόσο κατά την προδικασία όσο και στο ακροατήριο, σύμφωνα με το άρθρο 84 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.»..- έδωσε για πρώτη φόρα το 2017 τη δυνατότητα στις φιλοζωικές οργανώσεις να ζητήσουν παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας σε ποινική δίκη κακοποίησης ζώων. Ο νέος νόμος 4830/2021 εισήγαγε ρητά το δικαίωμα αυτό με το άρθρο 34§7, το οποίο προβλέπει ως μοναδική προϋπόθεση την προηγούμενη εγγραφή των φιλοζωικών ενώσεων στο Υπομητρώο Φιλοζωικών Οργανώσεων.
Η ρύθμιση αυτή κρίνεται εκ πρώτης όψεως πρωτοποριακή και ωφέλιμη για τα απροσδιόριστα σε αριθμό κακοποιηθέντα ζώα, τα οποία στερούμενα νομικής προσωπικότητας και άρα ικανότητας διαδίκου δεν δύνανται να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους σε ένα ποινικό δικαστήριο. Ειδικότερα, η σπουδαιότητα του δικαιώματος παράστασης των φιλοζωικών σωματείων έγκειται στην παρουσία τους ως διαδίκους στις δίκες κακοποίησης μη δεσποζόμενων ζώων, τα οποία καθίστανται έρμαια κάθε μορφής ακατάλληλης μεταχείρισης και ουδείς παρίσταται ως διάδικος, αναζητώντας την καταδίκη του δράστη. Οι φιλοζωικές οργανώσεις, ούσες οι καταλληλότερες για να προασπίσουν τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των ζώων, δύνανται να αξιοποιήσουν τον θεσμό προς όφελος των τελευταίων, απολαμβάνοντας συγχρόνως και τα δικονομικά δικαιώματα που τους παρέχει ο θεσμός. Η νέα διάταξη, ωστόσο, είναι ελαττωματική, δεν μπορεί να τύχει πρακτικής εφαρμογής στην ποινική διαδικασία και ως εκ τούτου το παρεχόμενο δικαίωμα του άρθρου 34§7 καθίσταται ¨κενό γράμμα”.
Εκ των σημαντικότερων ελαττωμάτων του νόμου αποτελεί η ανυπαρξία του Εθνικού Υπομητρώου Φιλοζωικών Οργανώσεων, η εγγραφή στο οποίο αποτελεί τη μοναδική προϋπόθεση για τη ενεργητική νομιμοποίηση του φιλοζωικού σωματείου. Το Υπομητρώο Φιλοζωικών Οργανώσεων είναι ακόμα και σήμερα μια πρόβλεψη χωρίς αντικείμενο καθώς το Εθνικό Μητρώο Ζώων Συντροφιάς δεν υφίσταται και δεν λειτουργεί. Εντούτοις, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών παρατάθηκε η προϋπόθεση εγγραφής στο Μητρώο μέχρι το χρονικό διάστημα ολοκλήρωσης της δημιουργίας του σύμφωνα με το άρθρο 59 του νόμου 4873/2021, ως αναφέρθηκε ανωτέρω, το οποίο παρέτεινε την σύσταση του μητρώου για διάστημα έως έξι μηνών από την ημέρα δημοσίευσης του εν λόγω νόμου, ήτοι από τις 16/12/2021 ημέρας δημοσίευσης έως και τις 16/06/2022. Ωστόσο το μητρώο δεν δημιουργήθηκε σε αυτό το χρονικό διάστημα και η τελευταία παράταση σύστασης του έγινε με το άρθρο 71 του Ν.5027/2023.
Ο νόμος δημοσιεύθηκε στις 2 Μαρτίου του 2023, και όρισε ως τελική ημερομηνία για την σύσταση του μητρώου και τη θέση του σε πλήρη ισχύ την 31η Ιανουαρίου του 2024. Επομένως, καθίσταται ανύπαρκτο μέχρι την ορισθείσα ημερομηνία το μοναδικό κριτήριο ενεργητικής νομιμοποίησης των φιλοζωικών οργανώσεων σε ποινική δίκη ζώων συντροφιάς, με επακόλουθο τον αποκλεισμό ή την ανέλεγκτη συμμετοχή τους στη ποινική διαδικασία. Ως μόνες προϋποθέσεις, στην ήδη προβλεπόμενη τοπική ή εθνική συνάφεια που εισήγαγε η τροποποίηση του άρθρου 59 Ν. 4873/2021, προστίθενται αφενός η νόμιμη λειτουργία του σωματείου και η μη λύση του, αφετέρου ο καταστατικός του σκοπός να αφορά την προαγωγή της φιλοζωίας ή της φροντίδας και περισυλλογής αδέσποτων ζώων συντροφιάς, προϋποθέσεις που δεν περιορίζουν σημαντικά το δικαίωμα παράστασης. Η πρόβλεψη αναλυτικότερων προϋποθέσεων έχει ως αποτέλεσμα την συμμετοχή στην ακροαματική διαδικασία ενός νομίμως συσταθέντος σωματείου που θα συμβάλει εμπράκτως στην ομαλή εξέλιξη της δίκης. Αυτό που δεν καλύπτεται από τις τροποποιήσεις είναι η καίρια προβληματική των περιπτώσεων πρώτον, της ύπαρξης παθόντος από την εγκληματική πράξη και δεύτερον της αποφυγής του λεγόμενου “φαινόμενο του όχλου”. Ειδικότερα, υφίσταται προβληματική στην σώρευση πολυάριθμων δηλώσεων παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας, στη τεκμηρίωση εκ μέρους των δικαστικών λειτουργών αποδοχής ή απόρριψης των αιτημάτων προς παράσταση και στην απουσία ειδικής ρύθμισης -πέρα από την γενική διάταξη του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας- για τον θιγόμενο από το έγκλημα, ο οποίος συνήθως είναι ο κηδεμόνας-ιδιοκτήτης του ζώου και κατά συνέπεια διατηρεί πρωτίστως το έννομο συμφέρον προς παράσταση. Στην προκειμένη, λοιπόν, συνάγεται παράλληλο δικαίωμα του παθόντος και των φιλοζωικών οργανώσεων; Η καταφατική απάντηση στο ως άνω ερώτημα θα είχε ως αναγκαία συνέπεια την επιβράδυνση της ποινικής διαδικασίας και θα οδηγούσε σε κακοδικία.
Το δικαίωμα παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας προβλέφθηκε, όπως αναφέραμε ανωτέρω, με τον νόμο του 2017. Στις περισσότερες ποινικές δίκες βάναυσης μεταχείρισης ζώων συντροφιάς όπου φιλοζωικά σωματεία δήλωσαν παράσταση, το δικαστήριο απέρριψε τις σχετικές δηλώσεις λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης κατά την κρίση του, καθώς η διάταξη του άρθρου 20§7 του ν.4039/2012 άφηνε αποκλειστικά στην ευχέρεια του δικαστηρίου την συμμετοχή ή μη των φιλοζωικών σωματείων ως διαδίκους στην ποινική δίκη. Με τον νόμο 4830/2021 προβλέφθηκε ως προϋπόθεση της συμμετοχής των φιλοζωικών οργανώσεων η εγγραφή στο μέχρι τώρα ανύπαρκτο μητρώο με αποτέλεσμα οι δηλώσεις να απορρίπτονται λόγω της μη εγγραφής των φιλοζωικών οργανώσεων σε ένα ανύπαρκτο μητρώο (!). Το άτοπο αυτό ήλθε να λύσει η τροποποίηση του άρθρου 71 Ν. 5027/2023, το οποίο παρέτεινε την εφαρμογή της προϋπόθεσης εγγραφής στο μητρώο μέχρι την δημιουργία του, η οποία θα λάβει χώρα το αργότερο έως και την 31η Ιανουαρίου 2024.
Δ. Ενδεικτικές υποθέσεις αφορώσες παράσταση υποστήριξης κατηγορίας από φιλοζωικά σωματεία.
Υποθέσεις που είδαν το “φως” της δημοσιότητας, εντοπιζόμενες σε διαδικτυακούς ιστότοπους, αναδεικνύουν ποικίλες περιπτώσεις δηλώσεων παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας από φιλοζωικά σωματεία σε δίκες κακοποίησης ζώων καθώς και τα προβλήματα εφαρμογής και ερμηνείας του νόμου 4830/2021. Η υπόθεση που εκδικάστηκε από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Λασιθίου, αποτελεί την πρώτη εκδίκαση, στα ελληνικά χρονικά, υπόθεσης κακοποίησης ζώων στην οποία παραστάθηκε πολιτική αγωγή για λογαριασμού ζώου.Το συμβάν αφορούσε την κακοποίηση έξι σκυλιών που βρέθηκαν από τις αστυνομικές αρχές παραμελημένα και σε άσχημη κατάσταση στην περιοχή του Καβουσίου. Ο ιδιοκτήτης τους είχε συλληφθεί μετά από καταγγελία και οδηγήθηκε στη δικαιοσύνη, κατηγορούμενος για παράβαση του N. 4039/2012. Σε πρώτο στάδιο ο κατηγορούμενος είχε αθωωθεί, ωστόσο στη συνέχεια του αφαιρέθηκαν προσωρινά τα σκυλιά και έπρεπε να ξεκαθαριστεί τι μέλλει γεννέσθαι, διότι διαπιστώθηκε πως ήταν ταλαιπωρημένα, δεμένα, χωρίς καθαριότητα, καθαρό νερό και καθημερινό φαγητό. Παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας στην υπόθεση αυτή -και για πρώτη φορά- δήλωσε η Πανελλαδική Φιλοζωική Περιβαλλοντική Ομοσπονδία.
Δήλωση παράστασης σωματείου διαπιστώθηκε, επιπλέον και στην περίπτωση όπου άνδρας έβαλε τον ιδιόκτητο σκύλο του να σκοτώσει αδέσποτο ζώο στα Κουφάλια Θεσσαλονίκης τον Αύγουστο του 2021 και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 5 (πέντε) ετών και 4 (τεσσάρων) μηνών και σε χρηματική ποινή. Τον αδέσποτο σκύλο υπερασπίστηκε ο δικηγόρος Θεσσαλονίκης Γ. Ν., ο οποίος δήλωσε παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας εκ μέρους του φιλοζωικού σωματείου “Μέριμνα Αδέσποτων Ζώων Κουφάλια”.
Έτερο συμβάν που αφορούσε κακοποίηση και βασανισμό σκύλου σημειώθηκε από δύο φαντάρους στα Ιωάννινα, οι οποίοι πέταξαν το ζώο από έναν γκρεμό, ενώ ένας τρίτος φαντάρος τραβούσε βίντεο τις κακοποιητικές σκηνές, το οποίο και δημοσιοποίησε στη διαδικτυακή σελίδα facebook. Καταδικάστηκαν σε πρώτο βαθμό σε ποινή φυλάκισης 10 (δέκα) μηνών καθώς και σε χρηματική ποινή. Το σωματείο ονόματι ¨Φιλοζωική Δράση Εθελοντών Ν. Θεσπρωτίας¨ δήλωσε παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας.
Σχετική υπόθεση κακοποίησης αφορά, επίσης, άνδρα που δελεάζοντας γατάκι με ψάρια, το κλωτσάει και το ρίχνει στη θάλασσα. Όπως προκύπτει από το σκεπτικό των δικαστών, που τον έκριναν τελικά αθώο, παρά το γεγονός ότι, ο δράστης παραδέχτηκε ότι διέπραξε το εγκληματικό γεγονός της κακοποίησης του ζώου, το οποίο με κλωτσιά πέταξε στη θάλασσα, θεωρήθηκε ότι έδειξε μεταμέλεια, ισχυριζόμενος πως ήταν υπό την επήρεια μέθης και δεν είχε επαναλάβει στο παρελθόν αντίστοιχες κακοποιητικές και βάναυσες πράξεις εις βάρος ζώων. Παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας στην προκειμένη δήλωσε το σωματείο «ΦΙΛΟΖΩΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Β.ΕΥΒΟΙΑΣ “HAPPY PAWS”».
Χαρακτηριστική υπόθεση, η οποία προκάλεσε, λόγω της απαξίας της πράξης, την δυσαρέσκεια της ελληνικής κοινωνία έλαβε χώρα στις 5 Οκτωβρίου του 2021 στην Πάτρα όπου συνελήφθη άνδρας που κακοποιούσε τον δεσποζόμενο σκύλο του κλείνοντας το στόμα του με μονωτική ταινία. Το φιλοζωικό σωματείο “Πάτρα για όλα τα Ζώα” ειδοποιήθηκε από αυτόπτη μάρτυρα και θέλησε να παραστεί με δικηγόρο στο δικαστήριο ως διάδικος προς υποστήριξη της κατηγορίας για να συμβάλλει στην απονομή της δικαιοσύνης και στην παραδειγματική τιμωρία των δραστών μέσω της κοινωνικοπροληπτικής λειτουργίας της ποινής. Η σχετική αίτηση απορρίφθηκε με βάση τον νέο νόμο 4830/2021 καθώς το εν λόγω σωματείο δεν περιλαμβανόταν στο Μητρώο Φιλοζωικών Οργανώσεων.
Τέλος, περίπτωση κακοποιητικής συμπεριφοράς που αναδεικνύει, συγχρόνως, τις παθογένειες του νέου νόμου είναι εκείνη στην οποία συνταξιούχος δάσκαλος στην Κατερίνη δηλητηρίαζε αδέσποτα ζώα με φόλες. Το σωματείο Φιλοζωική και Περιβαλλοντική δράση Εθελοντών Δίου και Ολύμπου “ο Περίττας” υπέβαλε αίτηση παράστασης υποστήριξης της κατηγορίας. Ο δικηγόρος του κατηγορουμένου ζήτησε να απορριφθεί το αίτημα του σωματείου, καθώς ούτε αυτό ήταν εγγεγραμμένο στο μητρώο (!). Η έδρα για ακόμη μια φορά απέρριψε το αίτημα με την αιτιολογία ότι δεν έχει δημιουργηθεί το μητρώο που νομιμοποιεί τις φιλοζωικές οργανώσεις να παρίστανται σε δίκες κακοποίησης χωρίς ευθύνη του εν λόγω σωματείου.
Οι διαδοχικές τροποποίησεις σε συνδυασμό με την πρόσφατη θέσπιση του νόμου 4830/2021 δεν συνέβαλλαν στην ανεύρεση νομολογίας, η οποία θα αναδείκνυε τα κριτήρια εισόδου των φιλοζωικών σωματείων στην ποινική διαδικασία και θα βοηθούσε στην εξαγωγή ερμηνευτικών συμπερασμάτων σχετικά με την εφαρμογή στην πράξη του άρθρου 34§7, όπως αυτό διαμορφώθηκε με τις τελευταίες τροποποιήσεις. Η πενιχρή νομολογία επί του ζητήματος δημιουργεί περαιτέρω προβλήματα ερμηνείας του άρθρου 34§ 7 με αποτέλεσμα την ιδιότυπη αναζήτηση λύσεων, στηριζόμενη στις αρχές του δικαίου και στην περαιτέρω διερεύνηση αντίστοιχων περιπτώσεων παράστασης μη κερδοσκοπικών ενώσεων που δεν έχουν υποστεί ζημία προκειμένου να αναζητήσουμε τα κριτήρια ενεργητικής νομιμοποίησης τους και την αιτιολογική βάση παροχής τέτοιου δικαιώματος. Φειδωλά γίνονταν αποδοχές παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας από φιλοζωικά σωματεία, καθώς υπερίσχυε η άποψη ότι η ανέλεγκτη εισδοχή τρίτων μη άμεσων ζημιωθέντων προσώπων στις ποινικές δίκες δεν συνάδει με τον σκοπό του θεσμού της παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας και θα μετέτρεπε την ποινική δίκη σε ευτράπελο, όπου ο καθένας θα μπορούσε να συμμετέχει, απολαμβάνοντας τα δικαιώματα του παριστάμενου ως διαδίκου, χωρίς να μπορεί να συμβάλλει αποτελεσματικά στην έκβαση της δίκης και εντέλει στην απονομή της δικαιοσύνης.
Ε.Η παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας σε άλλες έννομες τάξεις:
Λαμβάνοντας υπόψιν όσα εκτέθηκαν ανωτέρω, κρίθηκε σκόπιμη η έρευνα σε άλλες έννομες τάξεις, σε μία προσπάθεια κάλυψης των όποιων κενών και επίλυσης των δυσχερειών, που εμφάνισε ο Ν. 4830/21.
ΙΤΑΛΙΑ
Το νομοθετικό διάταγμα 189/2004, το οποίο τέθηκε σε ισχύ την 1η Αυγούστου 2004 για να επιφέρει αλλαγές στον Ιταλικό Ποινικό Κώδικα, είναι η κύρια νομοθεσία για την καλή διαβίωση των ζώων στην Ιταλία και απαγορεύει τον βασανισμό, την κακομεταχείριση των ζώων, καθώς και τη χρήση τους σε παράνομες μάχες ή μη εξουσιοδοτημένους αγώνες. Για την Ιταλία, ήταν μια πραγματική νομοθετική επανάσταση λόγω κυρίως του αλλαγμένου κοινωνικο-πολιτιστικού ιστού, ο οποίος έτεινε να διευρύνει και να αυστηροποιεί τους κανονισμούς σχετικά με την κακομεταχείριση των ζώων σε όλες τις μορφές της.
Πριν από αυτόν τον νόμο, η μόνη διάταξη του Ποινικού Κώδικα που αποσκοπούσε στην προστασία της ψυχοσωματικής ασφάλειας των ζώων ήταν το άρθ. 727, που πριν από το 2004 τιμωρούσε το αδίκημα της εγκατάλειψης και κακομεταχείρισης ζώων, εν γένει εννοούμενο, με μόνη τη χρηματική ποινή, χωρίς να προβλέπεται ποινή φυλάκισης για τον δράστη του εγκλήματος.
Ο Ν.189/2004 αναφέρεται σε εγκλήματα κατά των “συναισθημάτων για τα ζώα”. Με τον όρο αυτό, εννοούνται τα «αισθήματα» των ανθρώπων προς τα ζώα. Το ζώο δεν είναι «αντικείμενο» ούτε περιουσιακό στοιχείο, αλλά ένα ζωντανό ον με τη δική του ψυχοσωματική ευαισθησία.
Το άρθρο 7 του 189/2004 αναφέρεται στα δικαιώματα των οργανισμών και των συλλόγων που προστατεύουν τα ζώα και παραπέμπει ευθέως στο άρθρο 91του ιταλικού ΚΠΔ, σύμφωνα με το οποίο, οι φορείς αυτοί μπορούν να παραστούν ως πολιτικοί ενάγοντες και να στηρίξουν κατηγορία σε εγκλήματα με θύματα τα ζώα, ως εκπλήρωση του σκοπού της σύστασής τους.
ΓΑΛΛΙΑ
Κατά τη γαλλική νομοθεσία, οι ενώσεις προσώπων των άρθρων 2-1 έως 2-24 ΓαλλΚΠΔ, οφείλουν να έχουν συσταθεί συγκεκριμένο χρόνο (5 τουλάχιστον έτη) πριν από την τέλεση του συναφούς με τον καταστατικό σκοπό τους αδικήματος, προκειμένου να διεκδικήσουν τη θέση του πολιτικώς ενάγοντος στην οικεία δίκη. Ειδικότερα, δε, για τις ενώσεις προσώπων που έχουν συσταθεί με καταστατικό σκοπό την προστασία της φύσης και του περιβάλλοντος το απαιτούμενο χρονικό διάστημα νόμιμης λειτουργίας ορίζεται σε 3 έτη. Ενδιαφέρον παρουσιάζει εδώ η συσταλτική ερμηνεία των σχετικών διατάξεων και η αναγνώριση δικαιώματος παράστασης πολιτικής αγωγής μόνο επί των συγκεκριμένων εγκλημάτων που εμπίπτουν στο σκοπό σύστασης των πιο πάνω νομικών οντοτήτων.
Η γαλλική νομοθεσία και νομολογία, ως πάγια νομολογιακή αρχή έχει το κριτήριο του προσωπικού βιώματος ή αλλιώς της αμεσότητας της ζημίας. Η πρώτη όψη του κριτηρίου της αμεσότητας της ζημίας συνίσταται στο ότι μεταξύ του εγκλήματος και του αδικηθέντος/παθόντος, η ζημία θα πρέπει να είναι προσωπική, άμεση, και όχι έμμεση ή εξ αντανακλάσεως λόγω ζημίας τρίτου. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, ο πολιτικώς ενάγων απαιτείται να αντλεί το δικαίωμα αποζημίωσης ευθέως και αμέσως από «προσωπικό βίωμα» της εγκληματικής προσβολής και όχι από κάποια ενδιάμεση σχέση ή αντανακλαστικά και έμμεσα.
Τα ζώα προστατεύονται από τη γαλλική ποινική νομοθεσία, σε περιπτώσεις κακομεταχείρισης και βασανισμού. Για να καταστεί αποτελεσματική αυτή η προστασία, ο κώδικας ποινικής δικονομίας επιτρέπει στις ενώσεις προστασίας των ζώων να γίνουν πολιτικά μέρη για να υπερασπιστούν τα συμφέροντα των ζώων που είναι θύματα τέτοιων αδικημάτων. Αυτή η εκπροσώπηση ενώπιον του δικαστή εγείρει ερωτήματα σχετικά με το έννομο συμφέρον που υπερασπίζεται: είναι το συμφέρον του ζώου που εκπροσωπείται κατά την προστασία του ή μάλλον αυτό του ιδιοκτήτη του ή ακόμη και το γενικό συμφέρον;
Η δράση των φιλοζωικών οργανώσεων αν και φαίνεται να πλησιάζει περισσότερο την ερμηνεία της υπεράσπισης του γενικού συμφέροντος, οι ίδιες δεν εκπροσωπούν καταρχήν την κοινότητα που στοχεύουν τα καταστατικά τους. Γι' αυτό μόνο ο νομοθέτης μπορεί, μέσω ειδικών νόμων, να τους εξουσιοδοτήσει να ενεργούν για την υπεράσπιση των συλλογικών συμφερόντων που αναφέρονται στον σκοπό τους.
Το δικαίωμα δράσης των οργανώσεων προστασίας των ζώων ρυθμίζεται αυστηρά και περιορίζεται μόνο στα αδικήματα που στοχεύουν. Σε αυτά τα αδικήματα, ωστόσο, μπορεί να αμφισβητηθεί το προστατευόμενο συμφέρον. Οι ενώσεις, σε αντίθεση με τα συνδικάτα, δεν έχουν γενική εξουσιοδότηση που τους επιτρέπει να ενεργούν για να υπερασπιστούν στο δικαστήριο το συλλογικό συμφέρον που εκπροσωπούν. Γι' αυτό μόνο οι ειδικά εξουσιοδοτημένοι σύλλογοι έχουν τη δυνατότητα να κινηθούν νομικά.
Οι οργανώσεις προστασίας των ζώων εξουσιοδοτήθηκαν ειδικά με τον νόμο αριθ. 94-89 της 1ης Φεβρουαρίου 1994 να γίνουν πολιτικοί διάδικοι. Ωστόσο, αυτή η εξουσιοδότηση περιορίζεται αυστηρά στην πολιτική αγωγή σε ποινικές υποθέσεις και περιορίζεται ακόμη και σε ορισμένα αδικήματα που στοχεύουν συγκεκριμένα: σοβαρή κακοποίηση, πράξεις σκληρότητας και κακομεταχείριση ζώων που προβλέπονται στα άρθρα 521-1 και R. 654-1 του ποινικού νόμου. κώδικα και σκόπιμες επιθέσεις στη ζωή ζώου που προβλέπονται στο άρθρο R. 655-1. Επιπλέον, μπορούν να δράσουν μόνο σωματεία που έχουν δηλωθεί τακτικά για τουλάχιστον 5 χρόνια κατά την ημερομηνία των εικαζόμενων πράξεων. Επομένως, η δράση των ενώσεων σε ποινικές υποθέσεις είναι ιδιαίτερα περιορισμένη. Έτσι, τίθεται το ζήτημα της φύσης της ζημίας του σωματείου και των συμφερόντων που σκοπεύει να υπερασπιστεί.

Κατά μια άποψη μπορεί να θεωρηθεί ότι οι οργανώσεις προστασίας των ζώων υπερασπίζονται πρωτίστως τα συμφέροντα των ζώων και όχι τα συμφέροντα των μελών τους, εκτός εάν θεωρηθεί ότι τα μέλη τους υποφέρουν έμμεσα και μέσω της ενσυναίσθησης για τον πόνο των ζώων, και ότι επομένως θα έχουν προσωπικό και συλλογικό συμφέρον να σταματήσουν αυτά τα αδικήματα. Ωστόσο, φαίνεται δύσκολο, ελλείψει δημόσιας συνειδητοποίησης του αδικήματος, να θεωρηθεί ότι είναι η ευαισθησία των μελών τους που προστατεύουν. Αναγνωρίζεται επίσης, ότι ένας σύλλογος έχει δικαίωμα να ενεργεί παρόλο που το συμφέρον που υπερασπίζεται δεν είναι προσωπικό ούτε για τον σύλλογο ούτε για τα μέλη του, και σε αυτήν την περίπτωση, μόνο ο νόμος μπορεί να του χορηγήσει νομιμοποίηση.
ΣΤ. Προτεινόμενες λύσεις επί των προβλημάτων του N.4830/2021.
Κατά τα όσα αναλύθηκαν ανωτέρω, είναι εμφανής η διάθεση του νομοθέτη να εκσυγχρονίσει το νομικό πλαίσιο για την προστασία των ζώων στην ελληνική έννομη τάξη. Ήδη η θέσπιση του Ν. 4039/2012 και οι μεταγενέστερες τροποποιήσεις του, αποτέλεσαν αφετηριακό σημείο για τη θεμελίωση του δικαιώματος παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας στις φιλοζωικές οργανώσεις. Η ρητή διάθεση του δικαιώματος σημειώθηκε τελικώς με το Ν.4830/2021 και επικυρώθηκε με τους Ν.4873/2021 και τον Ν. 5027/2023, διατάξεις πρωτοποριακές, αφού φαίνεται η τάση αντιμετώπισης του ζώου, όχι ως αντικείμενο ως πρότινος, αλλά ως αυθύπαρκτο ον και μέρος του φυσικού περιβάλλοντος, υπό την έννοια που προσδίδεται από το άρθρο 24Σ.
Παρά την αξιότιμη προσπάθεια του Ν. 4830/2021 να προσφέρει στις φιλοζωικές οργανώσεις το πολυπόθητο δικαίωμα παράστασης προς υποστήριξης της κατηγορίας σε δίκες που αφορούν κακοποιήσεις ζώων, υφίστανται σημαντικά νομοθετικά κενά τα οποία αντιτίθενται στο σκοπό του παρόντος και καταλήγουν, ουσιαστικά, να δυσχεραίνουν τη θέση των φιλοζωικών οργανώσεων αντί να τη διευκολύνουν. Βασική προβληματική αποτέλεσε αρχικώς, το γεγονός ότι ο Νόμος στο γράμμα αυτού, παρέλειψε να αναφέρει το έννομο συμφέρον που νομιμοποιεί την παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας στις φιλοζωικές οργανώσεις, αφού η χρήση της έννοιας “ευζωία”, ως αναφέρθηκε, αποτελεί αόριστη νομική έννοια. Παράλληλα, αναπάντητο μένει το ερώτημα αν είναι απαραίτητο το συμφέρον του προς παράσταση σωματείου να είναι προσωπικό και άμεσο για την ενεργητική νομιμοποίηση του.
Στις πλημμέλειες του νόμου, έγκειται και η, μέχρι την προσθήκη του Ν. 5027/2023, έλλειψη κριτηρίων για την συμμετοχή των οργανώσεων στην ποινική δίκη, όπως και η ανυπαρξία του Μητρώου, οι οποίες προκάλεσαν σύγχυση στην έννομη τάξη, αφού τα φιλοζωικά σωματεία στερούνταν ουσιαστικά του, παραχωρημένου πλέον, δικαιώματος τους, λόγω μη έγγραφης τους σε ένα ανύπαρκτο Μητρώο. Περί τα ανωτέρω, ανασφάλεια δημιουργήθηκε επί των κριτηρίων, στην περίπτωση σώρευσης των σωματείων στην ίδια δίκη, καθώς δεν προβλέπεται ούτε διάταξη αριθμητικού περιορισμού των δικαιούχων, ούτε προτίμησης, δημιουργώντας κατά αυτό το τρόπο, κίνδυνο επιβράδυνσης και υπονόμευσης της ποινικής διαδικασίας.
Ο κίνδυνος σώρευσης αιτημάτων προς παράσταση, υπάρχει και εξαιτίας της παράλειψης του Νόμου να διαχωρίσει τη ρύθμιση για τα δεσποζόμενα από τα αδέσποτα ζώα. Στην πρώτη περίπτωση, ελλείψει διευκρίνισης εκ του νομοθέτη, είτε υπάρχει αποκλειόμενο δικαίωμα του σωματείου υπέρ του κυρίου, είτε σωρευτικό αμφότερων, ενώ δεν σημειώνεται κάποια ειδικότερη ρύθμιση για τις περιπτώσεις τις οποίες δράστης κρίνεται ο ιδιοκτήτης του ζώου ή όταν ο τελευταίος είναι παντελώς αδιάφορος ως προς αυτό. Κατά συνέπεια, οφείλει να υπάρξει διαχωρισμός μεταξύ των δύο περιπτώσεων και υπέρ του δεσποζόμενου να έχει δικαίωμα υπεράσπισης, ως έχων άμεσο συμφέρον και ως παθών, ο κύριος αυτού. Οι φιλοζωικές οργανώσεις θα μπορούν να παρίστανται στη δεδομένη περίπτωση υπέρ δεσποζόμενων, μόνο αν ο ιδιοκτήτης αδρανεί ή παραμελεί με αποδεικτικά στοιχεία το ζώο, ή αν είναι ο ίδιος ο θύτης του εγκλήματος.
Υπό ειδική νομοθετική ρύθμιση, επιπροσθέτως, πρέπει να νομιμοποιείται το ενδιαφερόμενο σωματείο για παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας υπέρ αδεσπότου ζώου. Συγκεκριμένα, σωρευτικά με τις προϋποθέσεις που εισήχθησαν με τον Ν. 5027/2023, ως θα αναλυθούν περαιτέρω, το καταστατικό της οργάνωσης θα πρέπει να αναγράφει ρητά ότι σκοπός του νομικού προσώπου είναι η προάσπιση και η προστασία της ευζωίας των ζώων και ότι παρέχεται δικαίωμα παράστασης προς υποστήριξης της κατηγορίας σε υποθέσεις κακοποίησης.
Η θέσπιση του Ν.4873/2021 και του Ν. 5027/2023, συνέβαλαν στην επίλυση ορισμένων ζητημάτων του αρχικού νομοθετήματος, όπως η συμπλήρωση των προσηκόντων κριτηρίων ώστε ένα σωματείο να είναι νόμιμα συστημένο και να μπορεί να αιτηθεί παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας. Ζήτημα, ωστόσο, παρέμεινε ως προς τα γεωγραφικά κριτήρια της φιλοζωικής οργάνωσης, συγκεκριμένα, ποίο σωματείο θα κληθεί εν περιπτώσει που σωρεύουν ένα τοπικό και ένα εθνικό. Σύμφωνα με την αρχή της εγγύτητας, κατ’αρχήν νομιμοποιούνται ενεργητικά τα σωματεία εκείνα τα οποία συνδέονται στενότερα με το περιστατικό, δη τα τοπικά ή περιφερειακά, τοποθετώντας την έδρα του σωματείου ως ουσιαστικό κριτήριο επιλογής. Ωστόσο, χρειάζεται να υφίσταται προστατευτική διάταξη για τις υποθέσεις τις οποίες οι τοπικές φιλοζωικές οργανώσεις, είτε αδιαφορούν, είτε υπάρχει πλημμέλεια στη σύσταση τους, είτε δεν υπάρχουν, όπως για παράδειγμα στην επαρχία. Κατά τα ανωτέρω, αρμόδιο θα πρέπει να κριθεί είτε το περιφερειακό σωματείο υπό την αρμοδιότητα του οποίου βρίσκεται το ενδιαφερόμενο τοπικό, είτε το εθνικό σωματείο.
Αν δύο ή περισσότερα σωματεία πληρούν τα προαναφερθέντα κριτήρια για την παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας και υφίσταται σωρευτικό αίτημα, καίρια θα πρέπει να κριθεί η χρονική προτεραιότητα, δηλαδή όποιο νομικό πρόσωπο αιτηθεί πρώτο την παράσταση αποκλείει τα υπόλοιπα. Σημειώνεται, ότι οι ως άνω προϋποθέσεις ισχύουν έως την σύσταση του Μητρώου, καθώς το τελευταίο αποτελεί τη βασικότερη καινοτομία του Ν. 4830/2021 και την κύρια προϋπόθεση του δικαιώματος παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας στα φιλοζωικά σωματεία, βρίσκεται όμως ακόμα υπό σύσταση και αναμένεται τι θα συμβεί με το εν λόγω ζήτημα μετά τη λήξη της παράτασης, ως εκτέθηκε παραπάνω.
Επίσης, δύναται νομοθετικά να καθιερωθούν τα φιλοζωικά σωματεία σε ορισμένες περιπτώσεις, αφορώσες κυρίως αδέσποτα, ως άμεσοι παθόντες από την κακοποίηση ώστε να μην τίθενται θέμα ενεργητικής νομιμοποίησης. Κάτι τέτοιο στηρίζεται αφενός στα άρθρα 5 και 24 του Συντάγματος για την προστασία του περιβάλλοντος από προσβολές, κατά το πρότυπο του Ν. 1650/1986 αφετέρου στο χαρακτήρα της ποινικής δίκης υπό την έννοια ότι οι φιλοζωικές οργανώσεις θα παρασταθούν μόνο προς υποστήριξη της κατηγορίας, χωρίς να αξιώνουν κάποια χρηματική ικανοποίηση ή αποζημίωση.
Εν τέλει, οποιαδήποτε μεταβολή του παρόντος Νόμου, οφείλει να κινηθεί στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Υπό το πρίσμα των ολοένα αυξανόμενων περιστατικών βίας προς τα ζώα, οι ευρωπαϊκές χώρες κινούνται προς την κατεύθυνση του να θεωρήσουν τα ζώα άξια άμεσης προστασίας, ως αυθύπαρκτα όντα και στοιχεία του περιβάλλοντος καταρχάς, και επιπλέον, έμμεσης ως αγροτικά προϊόντα, και αντικείμενο εμπορικής συναλλαγής. Παρατηρείται επομένως, μια τάση αποδέσμευσης των εννόμων τάξεων από τον αμιγώς ανθρωποκεντρικό παράγοντα που θεωρεί τα ζώα πράγματα και αντικείμενα ιδιοκτησίας. Καθιερώνονται πλέον, ως αυτοτελώς προστατευόμενα όντα, πλασματικά υποκείμενα δικαίου και οιονεί φορείς δικαιωμάτων που θα έχουν δικαίωμα υπεράσπισης.
Βιβλιογραφία
● Ν. Μπιτζιλέκης, Εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας, εκδ. Σάκκουλα, 2η Έκδοση, 2023.
● Ι.Κ. Καρακώστας-Α.Χ. Μπερδήμας, Η προστασία των ζώων και το δίκαιο, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα, 2004, Γιώργος Ν. Τριανταφύλλου, Η προστασία των ζώων κατά το ποινικό δίκαιο.
● Παναγόπουλος-Μπέκας Γ., Το έννομο αγαθό περιβάλλον-Πρόβλημα εφαρμογής της σχετικής νομοθεσίας, εκδ. Σάκκουλα, 1992.
● Νικολέττα Β. Παπαθανασοπούλου, «Πως αξιολογείτε το ελληνικό νομικό πλαίσιο ποινικής προστασίας των ζώων; Ποιό το προστατευόμενο έννομο αγαθό και ποιοί οι φορείς του;»,Πως αξιολογείτε το ελληνικό νομικό πλαίσιο ποινικής προστασίας των ζώων; Ποιό το προστατευόμενο έννομο αγαθό και ποιοί οι φορείς του; – The Art of Crime.
● Μ. Κουδελή, Η υποστήριξη της κατηγορίας υπό το πρίσμα του νέου ΚΠΔ, εκδ. Σάκκουλα, 2022.
● Γ. Σιούτη, Εγχειρίδιο Δικαίου Περιβάλλοντος, εκδ. Σάκκουλα, 4η Έκδοση, 2022.
● Α. Ψαρούδα Μπενάκη, Η πολιτική αγωγή στην ποινική δίκη, εκδ. Π. Ν. Σάκκουλας, 2015.
● Θρασύβουλος Θ. Κονταξής, Παράσταση πολιτικής αγωγής, Η έννοια της αμεσότητας και οι λογικές υπερβάσεις.
https://cms.greymatter.gr/api/assets/kontaxis/a8b88545-77fe-42e1-9419-870189420e67
● Ιωάννης Κ. Καρακώστας «Περιβάλλον & Δίκαιο, Δίκαιο διαχείρισης και προστασίας των περιβαλλοντικών αγαθών», 3η έκδοση, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, 2011.
● Θρασύβουλος Θ. Κονταξής, «Είναι δυνατή η παράσταση πολιτικής αγωγής στα «εγκλήματα κατά του περιβάλλοντος»https://cms.greymatter.gr/api/assets/kontaxis/b0e59937-ae87-4202-8fa8-645a872586b6
● Ιωάννης Κ. Καρακώστας, Περιβάλλον και Δίκαιο, εκδ. Α. Σάκκουλα, β’ έκδοση, 2006.
● Γ. Βουτσάκη, Το δικαίωμα στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Δημοσίου Δικαίου. Η πολιτιστική κληρονομιά και το Δίκαιο, εκδ. Σάκκουλα, 2004.
● B. Bouloc, Procédure Pénale, edt. Dalloz , 23η έκδοση, 2012
● S. Guinchard – J. Buisson, Procédure Pénale,edt. LexisNexis, 6η έκδοση, 2010