ΣΚΟΠΟΣΜε την ποσοστιαία ανάλυση αποκαλύπτονται:
1. Η σημαντικότητα του μεγέθους του περιουσιακού στοιχείου και η σχέση παγίου και κυκλοφορούντος ενεργητικού ή ιδίων και ξένων κεφαλαίων, καθώς και η σχέση στοιχείων της κατάστασης αποτελεσμάτων με τις πωλήσεις.
2. Ο βαθμός μεταβολής του στοιχείου περιουσιακής διάρθρωσης ή κατάστασης αποτελεσμάτων από περίοδο σε περίοδο.
ΤΥΠΟΙΗ συγκριτική μελέτη των οικονομικών καταστάσεων, με τη μέθοδο της ποσοστιαίας (%) ανάλυσης, διακρίνεται ανάλογα με τον τύπο της διενεργούμενης σύγκρισης, σε διαχρονική και διαστρωματική σύγκριση (cross-sectional analysis).
ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗΕίναι οι συγκρίσεις των μεγεθών των στοιχείων των οικονομικών καταστάσεων που γίνονται για την ίδια επιχείρηση για μια σειρά ετών. Είναι δηλαδή μια ενδοεπιχειρησιακή διαχρονική σύγκριση που αφορά οικονομικές καταστάσεις μιας επιχείρησης για δυο ή για μια σειρά ετών. Η ανάλυση με βάση τις διαχρονικές συγκρίσεις διενεργείται με τις τρεις παρακάτω μεθόδους:
α) Κάθετη ανάλυση και κατάσταση κοινού μεγέθους
β) Οριζόντια ή δυναμική ανάλυση και
γ) Ανάλυση μέσω της κατάστασης τάσης των ποσοστών
Κάθετη ανάλυση και κατάσταση κοινού μεγέθουςΕίναι η μέθοδος προετοιμασίας και παρουσίασης των καταστάσεων κοινού μεγέθους, όπου τα οικονομικά στοιχεία εμφανίζονται τόσο σε απόλυτους αριθμούς όσο και σε ποσοστά.
α) Τα κονδύλια του ισολογισμού, δοθείσης της χρονικής στιγμής, εκφράζονται σε ποσοστά (%) αθροίσματος του ισολογισμού, για να εμφανίσουν τη σύνθεση και δομή των ενεργητικών και παθητικών στοιχείων.
β) Τα κονδύλια του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσης, δοθείσης χρονικής στιγμής, εκφράζονται σε ποσοστά (%) του συνόλου των δαπανών ή συνηθέστερα του συνόλου των καθαρών πωλήσεων, για να εμφανίσουν τη σύνθεση και συγκρότηση των δαπανών και προσόδων.
γ) Μια ακόμη εφαρμογή της ιδέας της κάθετης ανάλυσης είναι να εκφράσει τα διάφορα στοιχεία του ισολογισμού μιας επιχείρησης σε ποσοστό (%) των συνολικών πωλήσεων.


.
Για παράδειγμα, εάν το συγκρινόμενο οικονομικό μέγεθος είναι τα αποθέματα και το μέγεθος στο οποίο αναφέρεται είναι το συνολικό ενεργητικό, τότε ο δείκτης κοινού μεγέθους των αποθεμάτων θα ήταν:

.
Οι οικονομικές καταστάσεις που εμφανίζουν κάθετα μόνο τα απόλυτα μεγέθη και τα ποσοστά αυτών, και όχι τις αποκλίσεις τους, καλούνται οικονομικές καταστάσεις «κοινού μεγέθους». Λέγονται κοινού μεγέθους γιατί το 100% είναι κοινό για όλους τους ισολογισμούς και λογαριασμούς αποτελεσμάτων χρήσης. Κοινού μεγέθους οικονομικές καταστάσεις μπορούν να καταρτίζονται για την ίδια επιχείρηση για περισσότερες από μία χρήσεις ή για δύο και πλέον επιχειρήσεις για την ίδια χρονική περίοδο.

.

.
Κάθε στοιχείο του ενεργητικού στις καταστάσεις κοινού μεγέθους εκφράζεται σε όρους του συνολικού ενεργητικού, ενώ κάθε στοιχείο των υποχρεώσεων και της καθαρής θέσης, εκφράζεται σε όρους του συνολικού παθητικού. Για παράδειγμα, το ποσοστό 3,8% των χρηματικών διαθεσίμων για το 2002 υπολογίζεται ως εξής: [1.200$ / 31.500$ = 3,8%].
Από το συγκεκριμένο παράδειγμα μπορούμε να επισημάνουμε, ότι τοποθετώντας όλα τα στοιχεία του ενεργητικού σε σχέση κοινού μεγέθους, προκύπτει η αντίστοιχη σημασία των στοιχείων του κυκλοφορούντος ενεργητικού συγκρινόμενα με το πάγιο ενεργητικό. Επίσης, από την κατάσταση κοινού μεγέθους προκύπτει η σημαντική μεταβολή που έγινε στη σύνθεση των στοιχείων του κυκλοφορούντος ενεργητικού του περασμένου έτους. Για παράδειγμα, είναι εύκολο να εντοπιστεί ότι οι απαιτήσεις αυξήθηκαν σημαντικά, ενώ τα χρηματικά διαθέσιμα και τα αποθέματα μειώθηκαν, αντίστοιχα σημαντικά. Κρίνοντας από την απότομη αύξηση των απαιτήσεων, η χειροτέρευση της ταμειακής θέσης μπορεί να είναι αποτέλεσμα της ανικανότητας να εισπραχθούν οι απαιτήσεις από πελάτες και χρεώστες.
Το κύριο λοιπόν πλεονέκτημα της ανάλυσης του ισολογισμού με αυτό τον τρόπο είναι, ότι οι ισολογισμοί των επιχειρήσεων όλων των μεγεθών μπορούν εύκολα να συγκριθούν και να εντοπιστούν από τον οικονομικό αναλυτή οι σημαντικότερες μεταβολές των κονδυλίων των οικονομικών καταστάσεων της οντότητας.

.
Κάθε στοιχείο της κατάστασης αποτελεσμάτων χρήσης, στις καταστάσεις κοινού μεγέθους, εκφράζεται σε όρους συνολικών πωλήσεων του έτους. Για παράδειγμα, το ποσοστό του κόστους πωληθέντων το 2002 υπολογίζεται ως εξής:
[(36.000$ / 52.000$) × 100 = 69,2%].
Τοποθετώντας όλους τους όρους του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσης με κοινό μέγεθος τις συνολικές ετήσιες πωλήσεις, είναι δυνατό να δει κάποιος με μια ματιά, πώς κάθε νομισματική μονάδα των πωλήσεων κατανέμεται μεταξύ των διαφόρων στοιχείων του κόστους, των εξόδων και των κερδών. Παράλληλα, αντιπαραβάλλοντας διαδοχικές καταστάσεις, είναι εύκολο να προσδιοριστούν ενδιαφέρουσες τάσεις. Για παράδειγμα, όπως φαίνεται στο παράδειγμα, το κόστος πωληθέντων ως ποσοστό επί των πωλήσεων αυξήθηκε από 65,6% το 2001 σε 69,2% το 2002. Παρατηρώντας την κατάσταση αυτή από άλλη οπτική γωνία, το ποσοστό μικτού κέρδους μειώθηκε από 34,4% το 2001 σε 30,8% το 2002. Οι οικονομικοί αναλυτές δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στο περιθώριο μικτού κέρδους επί των πωλήσεων, γιατί αυτό θεωρείται η βάση της αποδοτικότητας και της κερδοφορίας των επιχειρήσεων.
Το περιθώριο μικτού κέρδους επί των πωλήσεων υπολογίζεται από τον τύπο:
Gross margin percentage = Gross margin / Sales.Οι καταστάσεις κοινού μεγέθους είναι επίσης πολύ χρήσιμες στον προσδιορισμό δυνατοτήτων και αδυναμιών της οντότητας. Για παράδειγμα, τα έξοδα διάθεσης αυξήθηκαν κατά 500.000 $ σε σχέση με το 2001. Όμως, μια ματιά στην κατάσταση κοινού μεγέθους του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσης δείχνει, ότι σε σχετική βάση τα έξοδα πωλήσεων δεν ήταν ψηλότερα το 2002 από ότι το 2001. Κάθε χρόνο αυτά αντιπροσωπεύουν το 13,5% των πωλήσεων.
Οριζόντια ή δυναμική ανάλυσηΣτην περίπτωση αυτή αντιπαρατίθενται οριζόντια τα κονδύλια δύο ή περισσοτέρων ισολογισμών ή λογαριασμών αποτελεσμάτων της ίδιας επιχείρησης, με ταυτόχρονη εμφάνιση των οριζόντιων διαφορών και αποκλίσεων τόσο σε απολύτους όσο και σε σχετικούς αριθμούς. Είναι γνωστές ως «συγκριτικές καταστάσεις τάσης» στις οποίες εξετάζονται οι διαχρονικές μεταβολές συγκεκριμένης επιχείρησης.
Παρουσιάζοντας τις μεταβολές των λογαριασμών σε νομισματικές μονάδες, ο οικονομικός αναλυτής βοηθιέται στο να εστιάσει την προσοχή του στους συντελεστές κλειδιά που επηρέασαν την αποδοτικότητα ή τη χρηματοοικονομική θέση της επιχείρησης. Στο παράδειγμα που θα δείξουμε παρατηρεί κανείς, ότι οι πωλήσεις για το 2002 αυξήθηκαν κατά 4 εκατομμύρια δολάρια σε σχέση με το 2001, αλλά αυτή η αύξηση στις πωλήσεις απορροφήθηκε από την παράλληλη αύξηση του κόστους των πωλήσεων κατά 4,5 εκατομμύρια δολάρια το 2002 σε σχέση με το 2001. Δείχνοντας τις μεταβολές μεταξύ των ετών σε ποσοστά, ο οικονομικός αναλυτής αποκτά γνώση για την προοπτική της εταιρίας αλλά και κατανοεί τις σημαντικές μεταβολές που λαμβάνουν χώρα. Για παράδειγμα, μια αύξηση 1 εκατομμυρίου δολαρίων στις πωλήσεις είναι πολύ πιο σημαντική, εάν οι πωλήσεις το προηγούμενο έτος ήταν 2 εκατομμύρια δολάρια, από το να ήταν το προηγούμενο έτος 20 εκατομμύρια δολάρια.
Στην πρώτη περίπτωση, η αύξηση θα ήταν 50%, πράγμα που σημαίνει μια σημαντικότατη αύξηση για οποιαδήποτε επιχειρηματική οντότητα, ενώ στη δεύτερη περίπτωση η αύξηση θα ήταν 5%, η οποία θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως αποτέλεσμα της ομαλής πορείας της επιχείρησης:

.

.

.
Καταστάσεις τάσης των ποσοστώνΗ οριζόντια ανάλυση των οικονομικών καταστάσεων μπορεί επίσης να υπολογιστεί με τον υπολογισμό της τάσης των ποσοστών. Η μέθοδος αυτή αναλύει τα οικονομικά στοιχεία μιας επιχείρησης σε όρους ενός έτους βάσης που θα επιλεχθεί. Το έτος βάσης απεικονίζει το 100%, ενώ τα δεδομένα των υπολοίπων ετών εκφράζονται σε ποσοστά του έτους βάσης. Η προετοιμασία καταστάσεων τάσης απαιτεί την επιλογή ενός έτους ως βάση και τη διαίρεση των ποσών των επόμενων ετών με το ποσό του έτους βάσης.
Το παράδειγμα που ακολουθεί αφορά την «McDonald’s Corporation», τη μεγαλύτερη παγκόσμια επιχείρηση εστιατορίων, η οποία έχει αναπτύξει περισσότερα από 26.000 εστιατόρια ανά την υφήλιο. Η «McDonald’s» πέτυχε τεράστια ανάπτυξη τη δεκαετία του 1990, η οποία αποδεικνύεται μέσα από την κατάσταση τάσης ποσοστών αυτής της περιόδου, που έχει ως εξής:

.
Κοιτώντας απλώς αυτά τα στοιχεία, αυτό που μπορεί κάποιος να διαπιστώσει είναι η αύξηση των πωλήσεων από έτος σε έτος. Αλλά πόσο γρήγορα αυξάνονταν οι πωλήσεις και σε τί ποσοστό η αύξηση αυτών επηρέασε τα καθαρά κέρδη της εταιρείας; Είναι δύσκολο να απαντήσει κανείς σε αυτές τις ερωτήσεις παρατηρώντας μόνο τη γραμμή των απόλυτων αριθμών των δεδομένων αυτών. Οι αυξήσεις στις πωλήσεις και στα κέρδη μπορούν να τοποθετηθούν με τρόπο που να δείχνει την προοπτική της επιχείρησης, βάζοντάς τις σε όρους ποσοστών τάσης, με το 1990 ως έτος βάσης. Αυτά τα ποσοστά (όλα στρογγυλεμένα) εμφανίζονται ως ακολούθως:

.
Η κατάσταση τάσης ποσοστών «trend analysis» είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή, όταν τα δεδομένα αποτυπώνονται, όπως στον συγκεκριμένο πίνακα. Η ανάπτυξη των εστιατορίων «McDonald’s» ήταν εντυπωσιακή μέσα στην περίοδο των 11 ετών, αλλά ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η παράλληλη αύξηση των κερδών της εταιρείας. Μια ματιά στην κατάσταση αποτελεσμάτων της εταιρείας αποκαλύπτει, ότι η υποχώρηση στην αύξηση των κερδών το 1998 αποδίδεται κατά ένα μέρος στα 161,6 εκατομμύρια δολάρια που η «McDonald’s» δαπάνησε για να εφαρμόσει το περίφημο πρόγραμμα «Made for you» και μια ειδική επένδυση ποσού 160 εκατομμυρίων δολαρίων που σχετίστηκε με τη χρηματοδότηση νέων προγραμμάτων με σκοπό την αύξηση της παραγωγικότητας των καταστημάτων της.
ΔΙΑΣΤΡΩΜΜΑΤΙΚΗΕίναι εξωεπιχειρισιακές συγκρίσεις που γίνονται για οικονομικές μονάδες του ίδιου κλάδου και οδηγούν στην εκτίμηση της θέσης της επιχείρησης μέσα στον κλάδο. Και εδώ, η ανάλυση βασίζεται στη μελέτη των συγκριτικών καταστάσεων κοινών μεγεθών, όταν όμως οι συγκρίσεις των μεγεθών των στοιχείων των οικονομικών καταστάσεων γίνονται μεταξύ διαφόρων επιχειρήσεων του ίδιου κλάδου, αλλά διαφορετικού μεγέθους, κατά την ίδια χρονική στιγμή.
Χρησιμοποιούνται κυρίως για συγκρίσεις των λογιστικών καταστάσεων επιχειρήσεων που ανήκουν στον ίδιο κλάδο π.χ. «ΦΑΓΕ» και «ΔΕΛΤΑ». Είναι σύνηθες επίσης να συγκρίνεται μια επιχείρηση με την αποδοτικότερη επιχείρηση του κλάδου (benchmarking). Επίσης, μια επιχείρηση μπορεί να συγκριθεί με τον κλάδο της ως σύνολο. Για τη σύγκριση μιας επιχείρησης με τον κλάδο της πρώτα υπολογίζονται τα μεγέθη για κάθε επιχείρηση του κλάδου ξεχωριστά και μετά υπολογίζεται ο μέσος όρος του κλάδου. Έτσι, τα συγκριτικά μεγέθη μπορούν να εμφανιστούν σε μια στήλη που αφορούν τη συγκρινόμενη επιχείρηση και σε άλλη στήλη τα αντίστοιχα μεγέθη του κλάδου. Το αποτέλεσμα είναι μια γρήγορη επισκόπηση για το πού βρίσκεται η επιχείρηση αναφορικά με τα οικονομικά μεγέθη κλειδιά του κλάδου.

.
Από τις καταστάσεις κοινών μεγεθών για τα αποτελέσματα χρήσης παρατηρείται ότι η «ΔΕΛΤΑ» έχει ελαφρώς χαμηλότερο κόστος πωληθέντων και συνεπώς υψηλότερο μικτό αποτέλεσμα εκμετάλλευσης, δηλαδή μικτό κέρδος, αλλά υψηλότερα έξοδα διοίκησης σε σύγκριση με τη «ΦΑΓΕ», ενώ τα έξοδα έρευνας και ανάπτυξης και τα έξοδα διάθεσης δεν διαφέρουν μεταξύ των δύο εταιρειών.
Η «ΦΑΓΕ» με τις υψηλότερες δανειακές υποχρεώσεις έχει φυσικά και υψηλότερους χρεωστικούς τόκους. Η «ΔΕΛΤΑ», όμως, εμφανίζει κάποια έκτακτα και ανόργανα έσοδα και έσοδα από προβλέψεις προηγουμένων χρήσεων, τα οποία απαιτούν περαιτέρω λεπτομερή ανάλυση για να διευκρινιστούν, εάν για παράδειγμα αποτελούν προσπάθειες επιρροής των αποτελεσμάτων και επίτευξης κάποιου συγκεκριμένου στόχου κερδών.
Η «ΔΕΛΤΑ» επίσης εμφανίζει υψηλότερα καθαρά κέρδη ως ποσοστό των πωλήσεων σε σύγκριση με τη «ΦΑΓΕ».
Οι καταστάσεις κοινών μεγεθών αποτελούν το πρώτο βήμα στην ανάλυση μιας επιχείρησης και παρέχουν μια γενική εικόνα, η οποία ενδέχεται να μεταβληθεί μετά από περαιτέρω λεπτομερή ανάλυση.
ΠεριορισμοίΣε σχέση με τις οικονομικές καταστάσεις γενικά, η ερμηνεία των καταστάσεων κοινού μεγέθους είναι αντικείμενο πολλών περιορισμών των λογιστικών στοιχείων που χρησιμοποιούνται για να τις συνθέσουν. Για παράδειγμα:
– Διαφορετικές λογιστικές μέθοδοι μπορεί να χρησιμοποιήθηκαν ως προς την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων μεταξύ διαφόρων επιχειρήσεων ή της ίδιας επιχείρησης σε διάφορα χρονικά σημεία. Γι’ αυτό επιβάλλεται να προηγηθούν προσαρμογές και τακτοποιήσεις των διαφορών αυτών, ώστε και τα αποτελέσματα των συγκρίσεων να είναι αξιόπιστα.
– Διάφορες επιχειρήσεις μπορεί να χρησιμοποιούν διαφορετικές καταληκτικές ημερομηνίες κλεισίματος των ετήσιων οικονομικών τους καταστάσεων, οπότε οι λογιστικές περίοδοι να μην είναι απόλυτα συγκρίσιμες μεταξύ τους.
ΒιβλιογραφίαΒασιλείου Δημήτριος/Ηρειώτης Νικόλαος/Μπάλιος Δημήτριος, Αρχές Χρηματοοικονομικής Λογιστικής – Χρηματοοικονομική ανάλυση και λήψη αποφάσεων,
Εκδόσεις Rosili, Ιανουάριος 2019.
Μπατσινίλας Επαμεινώνδας/Πατατούκας Κυριάκος, Σύγχρονη ανάλυση και διερεύνηση των Οικονομικών Καταστάσεων, Εκδόσεις Σταμούλη Α.Ε., Μάρτιος 2017.