Κείμενο

Ι. Εισαγωγικά στοιχεία
Το Εποπτικό Συμβούλιο (Oversight Board, εφεξής ΟΒ) του Facebook, ήδη Meta, δημιουργήθηκε το 2019 προκειμένου να κρίνει κατά τρόπον δεσμευτικό κατά πόσον μια δημοσίευση που έχει δημοσιευθεί στις διαδικτυακές πλατφόρμες της εταιρίας αυτής (Facebook, Instagram), πρέπει να «κατέβει» ή να παραμείνει δημοσιευμένη, καθώς και αν κάποιος συγκεκριμένος χρήστης ή σελίδα θα πρέπει να υποστούν αποκλεισμό ή διαγραφή του προφίλ ή της σελίδας τους λόγω παραβιάσεων των κανόνων λειτουργίας και των αξιών που η εταιρία έχει θέσει δι’ εαυτήν. Το ΟΒ δεν έχει επομένως δικαιοδοσία επί θεμάτων παραβιάσεως νόμου αλλά μόνο όρων, προϋποθέσεων και κανόνων χρήσης και λειτουργίας των πλατφορμών της Meta. Ως δικαιοδοτικό όργανο, το OB συγκροτείται από 22 μέλη, επιλεγόμενα από την Meta και προερχόμενα από διαφορετικές χώρες 1 και περιβάλλοντα επαγγελματικής και βιοτικής εμπειρίας, προκειμένου να εξασφαλίζονται οι δικαιοκρατικές εγγυήσεις καθώς και οι αρχές της συμπεριληπτικότητας και της διεπιστημονικότητας. Η επίτευξη μιας αντιπροσωπευτικής σύνθεσης του ΟΒ, η οποία χαρακτηρίζεται από πολυφωνία και ετερότητα απόψεων αντανακλάται από το γεγονός ότι στις πλείστες των περιπτώσεων το σώμα αποφασίζει κατά πλειοψηφία και όχι με ομοφωνία.
ΙΙ. Η δικονομία του εποπτικού συμβουλίου
Η διαδικασία παραπομπής μιας υπόθεσης στο ΟΒ εκκινεί είτε από την εταιρία είτε από το περιοριζόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο με την υποβολή ειδικού ενδίκου μέσου (appeal) κατά της κατ’ αρχήν απόφασης στην οποία προέβη η Meta (π.χ. «κλείδωμα» λογαριασμού για 24 ώρες), εντός αποκλειστικής προθεσμίας 15 ημερών. Το ΟΒ έχει διακριτική ευχέρεια ως προς το ποιές υποθέσεις θα κρίνει και συνεπώς δεν είναι υποχρεωμένο να εξετάσει το σύνολο των υποβαλλομένων σε αυτό υποθέσεων. Κατόπιν, οίκοθεν καθορίζεται σύνθεση, συνήθως πενταμελής, εκ των μελών του ΟΒ προκειμένου να κρίνει την υπόθεση, και μετά το στάδιο των ακροάσεων των μερών και της υποβολής ερωταπαντήσεων προς αυτά, η εκάστοτε σύνθεση άγεται εντός τριμήνου σε κρίση, η οποία και δημοσιεύεται από το ΟΒ. Η Meta είναι υποχρεωμένη να απαντήσει δημοσίως στα όσα αναφέρει η απόφαση του ΟΒ και να συμμορφωθεί με την προκύψασα απόφαση πλην περιπτώσεων που τούτο θα γεννούσε αντίθεση στο νόμο. Οι αποφάσεις του ΟΒ είναι τελεσίδικες, το δε όργανο καθ’ εαυτό αποτελεί έναν οιονεί δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, δεδομένου ότι η υποβολή ενδίκου μέσου σε αυτό προαπαιτεί ότι ο χρήστης έχει ήδη ζητήσει την αναθεώρηση του μέτρου που ελήφθη εις βάρος του από την ίδια την εταιρία (review) και η απόκριση της εταιρίας ήταν αρνητική.
Συνεπώς, αν ο χρήστης Α προέβη σε μία δημοσίευση α και η Meta αποφάσισε να αποκρύψει ή διαγράψει αυτή την δημοσίευση, βάσει αλγορίθμου, τυχαίου ελέγχου ή άλλων αυτόματων ή τεχνολογικών μέσων λόγω παραβίασης των κανόνων χρήσης (community standards), ο χρήστης που υπέστη το δυσμενές μέτρο πρώτα αιτείται review, και αποτυχόντος τούτου μπορεί να προσφύγει στο ΟΒ με υποβολή appeal. Η κρίση του ΟΒ είναι δεσμευτική για τα μέρη και τελειωτική για την υπόθεση. Περιττό να λεχθεί ότι χιλιάδες appeals υποβάλλονται στο ΟΒ εβδομαδιαίως, εκ των οποίων γίνεται προσεκτική επιλογή σε μηνιαία βάση. Στα σχεδόν τρία πλήρη χρόνια δικαιοδοτικής λειτουργίας του, το ΟΒ έχει εκδώσει 61 αποφάσεις, ενώ αποτελεί την κινητήριο δύναμη που εξώθησε την Meta σε δεκάδες μεταβολές των πολιτικών και κανονισμών της.
ΙΙΙ. Εφαρμοστέοι κανόνες
Το δίκαιο που εφαρμόζει το ΟΒ προκειμένου να κρίνει τις αγόμενες ενώπιόν του υποθέσεις προέρχεται από τρεις πηγές: (α) τις πολιτικές της εταιρίας, γνωστές ως community standards, όπου περιλαμβάνονται όλοι οι κανόνες χρήσης των πλατφορμών της και θεσπίζονται σύνολα κανόνων που άπτονται διαφόρων θεμάτων, όπως λ.χ. ο εχθροπαθής λόγος (hate speech), η υγεία και ασφάλεια κ.ο.κ., (β) τις αξίες της εταιρίας, οι οποίες συνοψίζονται σε τρεις λέξεις - Φωνή, Ασφάλεια και Αξιοπρέπεια - οι οποίες αναφέρονται στις εταιρικές πολιτικές
και διαπλάθονται από το ΟΒ και (γ) το διεθνές δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδίως το Διεθνές Σύμφωνο Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων (ΔΣΑΠΔ) καθώς και διάφορα επιμέρους και ειδικότερα κείμενα - κανονιστικά και ερμηνευτικά - προερχόμενα από όργανα της διεθνούς κοινότητας. H Meta έχει μάλιστα από το 2021 δεσμευθεί περαιτέρω να τηρεί τις Γενικές Αρχές των Ηνωμένων Εθνών σχετικώς με την Επιχειρηματικότητα και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, τις οποίες εξέδοσε το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, το 2011. Αρχές του δικαιοδοτικού οργάνου της Meta είναι η δικαιοδοτική του ανεξαρτησία, η δεσμευτικότητα, η προσιτότητα στους έχοντες έννομο συμφέρον και η διαφάνεια στην λειτουργία του και την απονομή της δικαιοσύνης.
IV. Η μεθοδολογία της δικαιοδοτικής κρίσης
Στις αποφάσεις του, το ΟΒ ακολουθεί με αυστηρότητα μία συγκεκριμένη μεθοδολογική προσέγγιση. Αρχικά, εξετάζει κατά πόσον η υπό κρίση ανάρτηση ή προφίλ έρχονται σε αντίθεση με κάποια διάταξη των ρητών πολιτικών της Meta (οι οποίοι έχουν τύπο Γ.Ο.Σ.).
Επιγενομένως, εξετάζει τον βαθμό στον οποίον συνάδει ή απάδει η ανάρτηση ή το προφίλ με την τριπλέτα των αξιών της εταιρίας «Φωνή-Ασφάλεια-Αξιοπρέπεια». Η Meta στοχεύει πρωτίστως στην δημιουργία συνθηκών στις οποίες να είναι εφικτή η μέγιστη δυνατή ελευθερία του λόγου (Φωνή), χωρίς ωστόσο κανείς να αισθάνεται «ανασφαλής» ή πως λ.χ. το Facebook δεν είναι παρά ένα όχημα υποκίνησης μίσους και διακρίσεων, ενδεχομένως επικίνδυνων για την κοινωνική συνοχή ή την ατομική ακεραιότητα τινός (Ασφάλεια). Στο επίκεντρο τίθεται η επιδίωξη κανείς να μην γίνεται αντικείμενο υποτίμησης, χειραγώγησης, εργαλειοποίησης ή ευτελισμού καθώς και η εξασφάλιση ίσου δικαιώματος στον λόγο για όλους τους χρήστες (Ανθρώπινη Αξιοπρέπεια).
Τέλος, το ΟΒ καθορά την υπό κρίση υπόθεση υπό το πρίσμα του άρθρου 19 ΔΣΑΠΔ το οποίο έχει ως εξής:
1. Κανείς δεν πρέπει να υπόκειται σε διακριτική μεταχείριση και να παρενοχλείται για τις απόψεις του.
2. Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης. Το δικαίωμα αυτό περιλαμβάνει την ελευθερία της αναζήτησης, της λήψης και της μετάδοσης πληροφοριών και απόψεων κάθε είδους, ανεξαρτήτως συνόρων, προφορικά, γραπτά, σε έντυπα, σε κάθε μορφή τέχνης ή με κάθε άλλο μέσο της επιλογής του.
3. Η άσκηση των δικαιωμάτων, που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου αυτού, συνεπάγεται ειδικά καθήκοντα και ευθύνες. Μπορεί, επομένως, να υπόκειται σε ορισμένους περιορισμούς, οι οποίοι όμως πρέπει να προβλέπονται με σαφήνεια από το νόμο και να είναι απαραίτητοι: (α) Για το σεβασμό των δικαιωμάτων ή της υπόληψης των άλλων, (β) Για την προστασία της εθνικής ασφάλειας, της δημόσιας τάξης, της δημόσιας υγείας ή των χρηστών ηθών.

Κατ’ άρθρο 19 παρ. 3 του εν λόγω συμφώνου, η ελευθερία του λόγου δύναται επομένως να περιοριστεί εφόσον συντρέχει λόγος προστασίας δικαιωμάτων τρίτων, εθνικής ασφάλειας, δημόσιας τάξης ή υγείας ή διαφύλαξης της ηθικής τάξης. Οι περιορισμοί αυτοί πρέπει να ερμηνεύονται στενά. Το βάρος απόδειξης του περιορισμού φέρει εκείνος που προβαίνει στον περιορισμό, είτε κράτος είτε - εν προκειμένω - κοινωνικό δίκτυο.
Απαιτείται εδώ οποιοσδήποτε περιορισμός να συνάδει με την αρχή της νομιμότητας και την αρχή της νομιμοποίησης. Συγκεκριμένα:
• Αρχή της Νομιμότητας: οι περιορισμοί πρέπει να προβλέπονται δι’ ενός κανόνα δικαίου προϋπάρχοντος, εναργούς, κοινώς γνωστού και αντιληπτού, με τον οποίον ο κοινωνός του δικαίου να μπορεί να συμμορφωθεί και ο οποίος να μην υπόκειται σε συνεχείς μεταβολές. Ο κανόνας θα πρέπει να έχει παραχθεί κατά μία θεσπισμένη, έγκυρη και τυπική νομοθετική ή διοικητική διαδικασία.
• Αρχή της Νομιμοποίησης: ως τέτοια νοείται η εν τοις πράγμασι συνδρομή περίπτωσης όπου υπάρχει ανάγκη επιβολής του περιορισμού επειδή εκ των περιστάσεων συνάγεται κίνδυνος για τα δικαιώματα τρίτων, την δημόσια τάξη κ.λπ.
Οι ανωτέρω αρχές συμπληρώνονται και από τα κλασικά εργαλεία του εφαρμοστή του δικαίου των κυρώσεων, τις αρχές της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας. Το λαμβανόμενο περιοριστικό μέτρο πρέπει να είναι το ηπιότερο δυνατόν προς εκπλήρωση του σκοπού προς τον οποίον επιβάλλεται, να μην αναιρεί τον πυρήνα του δικαιώματος και να είναι κατάλληλο και λυσιτελές προκειμένου να ανασχεθεί ο κίνδυνος που τον επιτάσσει. Αυτονόητη εδώ η καλόπιστη εφαρμογή του περιορισμού, ιδίως ενόψει της επιδίωξης να είναι κατά το δυνατόν ανεμπόδιστη η ελεύθερη έκφραση.
Περαιτέρω, προκειμένου περί περιστατικού εχθροπαθούς λόγου (hate speech) και διασποράς ρητορικής μίσους, το ΟΒ εφαρμόζει και το άρθρο 20 ΔΣΑΠΔ το οποίο διαλαμβάνει:
1. Κάθε προπαγάνδα υπέρ του πολέμου απαγορεύεται από το νόμο.
2. Κάθε επίκληση εθνικού, φυλετικού ή θρησκευτικού μίσους, που αποτελεί υποκίνηση διακρίσεων, εχθρότητας ή βίας απαγορεύεται από το νόμο.
Επειδή, ως γίνεται εύκολα αντιληπτό, οι έννοιες του ανωτέρω άρθρου είναι πορώδεις και δυναμένες να ερμηνευθούν ποικιλότροπα, ενόψει δε της ίσης αξίας που η Meta αποδίδει στην ελεύθερη έκφραση, την ασφάλεια των χρηστών και την διασφάλιση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, το ΟΒ εφαρμόζει, ως βέλτιστη πρακτική ευρέσεως των πλέον ανυπόφορων περιστατικών hate speech, ένα εύλογο «τεστ», αποτελούμενο από την
εξέταση έξι παραγόντων, το οποίο και θεσπίστηκε από ειδική προς τούτο επιτροπή του ΣΑνθρΔ ΟΗΕ το 2012 και είναι τμήμα του επονομαζόμενου Rabat Action Plan (βλ. Α/74/486, παρ. 14). Σύμφωνα με το τεστ αυτό, η ύπαρξη περιστατικού hate speech εξαρτάται από:
1. Κοινωνικοπολιτικές περιστάσεις: τα επικαιρικά συγκείμενα (context) είναι σημαντικά για να γίνει αντιληπτό το πόσο εύκολα μια δήλωση μίσους μπορεί να τελεσφορήσει κατά την έννοια της δημιουργίας αφηρημένης διακινδύνευσης για ευάλωτες ομάδες.
2. Ομιλητής: ένας κοινός χρήστης δεν έχει την ίδια βαρύτητα με ένα σημαίνον πρόσωπο της πολιτικής ή της ευρύτερης δημόσιας σφαίρας. Η κοινωνική επιρροή, το κύρος και η εμβέλεια Α/74/486 παρ. 6, Α/67/357 παρ. 41 και Α/HRC/29/32 παρ. 32-35.3 των προσώπων της δεύτερης αυτής κατηγορίας μπορεί να ενεργήσουν καταλυτικά για την πυροδότηση δυσάρεστων εξελίξεων.
3. Πρόθεση: η ευθύνη του ομιλητή δεν είναι αντικειμενική. Αν κάποιος προέβη σε μία δήλωση μίσους λόγω άγνοιας των κοινωνικών επιπτώσεων της δήλωσης ή των σημασιολογικών προεκτάσεων που μπορεί αυτή να έχει, τότε εντάσσεται στο ατιμώρητο φάσμα της αμέλειας. Εξάλλου, η απλή διάχυση μιας είδησης που δύναται λ.χ. να εξάψει φυλετικά πάθη δεν μπορεί να αποτελέσει ipso facto περίπτωση ρητορικής μίσους.
4. Περιεχόμενο και τρόπος: η εχθροπαθής δήλωση εξετάζεται και εξ επόψεως έντασης, τρόπου έκφρασης, ρητορικών σχημάτων που χρησιμοποιήθηκαν, ύφους και υπονοουμένων καθώς και από τον άμεσο ή μη χαρακτήρα που ο ομιλητής προσδίδει στην προσβολή δια των ρητορικών μέσων που μετέρχεται.
5. Κοινό: το εύρος της επίδρασης που μπορεί να έχει μια δήλωση μπορεί να οδηγεί σε διαφορετική μεταχείριση. Ο παράγων αυτός είναι άμεσα συνδεδεμένος με το ποιόν και το βάρος (gravitas) του ομιλητή. Η συχνότητα της επικοινωνίας, η ποσότητα των μηνυμάτων και η εμβέλεια του ομιλητή στην κοινωνία, είναι κριτήρια που εξετάζονται ώστε να διαπιστωθεί η δυνατότητα της εκάστοτε υπό κρίση δήλωσης να μετουσιωθεί σε πράξεις.
6. Αμεσότητα - πιθανολόγηση: κατά τους συντάκτες του Σχεδίου Δράσης «πρέπει να διαπιστώνεται η ύπαρξη ενός πραγματικού ρίσκου βλάβης» [...] «να υπάρχει μια εύλογη πιθανότητα ο λόγος να επιτύχει στην υποκίνηση πραγματικής δράσης ενάντια στην ευάλωτη ομάδα», πιθανότητα που να είναι διυποκειμενικά διαπιστώσιμη.
V. Διευκρινίσεις
Σκοπός του παρόντος δεν είναι η κριτική προσέγγιση των μέσων που το ΟΒ χρησιμοποιεί στην προκειμένου να αχθεί σε κρίση, ούτε ο σχολιασμός της μεθοδολογίας του. Επίσης, δεν αποτελεί σκοπό της μελέτης η αμφισβήτηση της ερμηνείας των ορίων της ελευθερίας του λόγου στην οποία προβαίνει το Συμβούλιο ή η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ. Αυτό που ενδιαφέρει την ανά χείρας εργασία είναι η καταγραφή και η αποδελτίωση νομολογιακών συμπερασμάτων σχετικά με τον τρόπο θέασης της ελευθερίας του λόγου από το ΟΒ και ο εντοπισμός των δικαιοδοτικών προηγουμένων που παράγονται από την μέχρι στιγμής (έως 30.11.2023) νομολογία του, δια της οποίας εφαρμόζεται στην πράξη το διεθνές δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδίως εις ό,τι αφορά το πεδίο της ελεύθερης έκφρασης.
Ακολουθεί μία επισκόπηση της νομολογίας αναφορικά με την ελευθερία του λόγου και με ειδική εστίαση στην καταπολέμηση του hate speech, κατά την οποία θα γίνει αντιληπτός ο τρόπος που το ΟΒ υπολαμβάνει τις ανωτέρω αόριστες νομικές έννοιες και τις εφαρμόζει στην πράξη, στην προσπάθειά του να ρυθμίσει το πολυδαίδαλο πεδίο του διαδικτυακού διαλόγου, η συνθετότητα του οποίου το καθιστά συχνά κανονιστικά απροσπέλαστο και οπωσδήποτε απρόβλεπτο.
VI. Οι παρθενικές αποφάσεις
Α. Η πρώτη απόφαση που εξέδωσε το ΟΒ ήταν η «Myanmar post about Muslims», στις 28.01.2021. Επρόκειτο για μια ανάρτηση ενός βιρμανέζου χρήστη, ο οποίος στηλίτευε τους άρρενες 4 κωδ. αναφοράς: 2020-002-FB-UA4 μουσουλμάνους για την απραξία τους έναντι της απάνθρωπης μεταχείρισης των Ουιγούρων στο Σινγιάνγκ της Κίνας, η οποία έρχεται σε αντίφαση με την υπερβολική αντίδρασή τους στην περίπτωση του περιοδικού Charlie Hebdo, η οποία κατέληξε σε πληθώρα νεκρών. Η ανάρτηση συνοδευόταν από την γνωστή στην χώρα μας φωτογραφία του νεκρού προσφυγόπουλου κουρδικής καταγωγής στις ελληνικές ακτές, κατά την διάρκεια της μεταναστευτικής κρίσης του 2015. Ο χρήστης, ο οποίος καταλόγιζε πως «κάτι δεν πάει καλά με τους μουσουλμάνους ψυχολογικά», εξέφραζε πως «τα πρόσφατα γεγονότα στην Γαλλία μειώνουν το αίσθημα της λύπης του» για το νεκρό παιδί, το οποίο ενδέχεται αν μεγάλωνε «να κατέληγε τρομοκράτης». Το Facebook κατέβασε την ανάρτηση. Το ΟΒ έκρινε εσφαλμένη την κίνηση του Facebook, υπάγοντας την περίπτωση στο επιτρεπτό εύρος της ελεθερίας της γνώμης. Σύμφωνα με το ΟΒ το περιεχόμενο της ανάρτησης δεν ήταν η υπερθεμάτιση θρησκευτικού μίσους ούτε η πρόσκληση σε διάκριση ή βιαιοπραγία (άρθ. 20 παρ. 2 ΔΣΑΠΔ). Εφαρμόζοντας τα κριτήρια του Rabat Action Plan, το ΟΒ έκρινε πως παρά τον βιτριολικό του τόνο το κείμενο δεν εξέφραζε θρησκευτικό μίσος ούτε φαίνεται να υπήρχε πρόθεση ή ακόμη και δυνατότητα πρόκλησης άμεσης βλάβης. Σκοπός ήταν η κατάδειξη της ασυνέπειας ή του οξύμωρου εις ό,τι αφορά την αντίδραση των φονταμενταλιστών μουσουλμάνων στις δύο αναφερόμενες περιπτώσεις. Εκ δε των περιορισμών του άρθ. 19 παρ. 3 ΔΣΑΠΔ το ΟΒ θεώρησε πως η αρχή της ηπιότητας του μέσου συνεπάγεται πως δεν είναι αναγκαία η απόσυρση της ανάρτησης προκειμένου να μην θιγούν «τα δικαιώματα τρίτων». Δεν επρόκειτο δηλαδή για λόγο τέτοιας έντασης ή τρόπου ώστε να τίθεται ζήτημα
βλάβης τρίτων εφόσον η εταιρία δεν «κατέβαζε» το εν θέματι περιεχόμενο.
Β. Την ίδια ημέρα, το ΟΒ εξέδωσε απόφαση και επί της υποθέσεως «Armenians in Azerbaijan». Επρόκειτο για μία ανάρτηση με ιστορικές φωτογραφίες, οι οποίες υποτίθεται πως απεικόνιζαν αρμενικές εκκλησίες στο Μπακού, την πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν. Ο χρήστης διατεινόταν ότι οι «βάρβαροι» (taziks) Αζέροι, «νομάδες χωρίς ιστορία» σε σχέση με τους Αρμενίους, κατέστρεψαν τα εκτιθέμενα μνημεία πολιτισμικής κληρονομιάς, που οι Αρμένιοι ανήγειραν. Η ανάρτηση συνοδευόταν από λέξεις-κλειδιά (hashtags) που καλούσαν να τεθεί τέρμα στην αζερική βία και τους βανδαλισμούς και να αναγνωριστεί η ανεξαρτησία του Αρτσάχ, ενός αρμενικού θύλακα εντός των συνόρων του Αζερμπαϊτζάν. Η ανάρτηση, η οποία ανέβηκε στο Facebook τον Νοέμβριο του 2020, αμέσως μετά από έναν σύντομο πόλεμο στην περιοχή του Αρτσάχ, μεταξύ Αζερμπαϊτζάν και Αρμενίας, συγκέντρωσε 45.000 θεάσεις (views). Το Facebook κατέβασε την ανάρτηση υποστηρίζοντας πως παραβιάζει την περί μη διακρίσεων πολιτική του επί τη βάσει εθνικής καταγωγής. Κατά την εταιρία η χρήση του όρου «taziks», ο οποίος είναι υβριστικός, είχε in concreto σκοπό «απανθρωπισμού» των ούτω χαρακτηριζομένων, ενώ περαιτέρω κρίθηκε σκόπιμη η προτεραιοποίηση των αρχών της «Ασφάλειας» και της «Αξιοπρέπειας» έναντι της «Φωνής», ενόψει των άμεσων κινδύνων που συνεπαγόταν η μαινόμενη ένοπλη συρραξη μεταξύ των δύο λαών. Το ΟΒ συνηγορώντας στην απαξιωτική χρήση του όρου «taziks», συνέτεινε με την απόφαση της εταιρίας.

Το ΟΒ τόνισε ότι:
Λόγος που σε άλλες περιστάσεις θα ετύγχανε προστασίας μπορεί να περισταλεί όταν η απραξία στην αφαίρεση αυτού και άλλου παρόμοιου περιεχομένου θα καθιστούσε το Facebook λιγότερο ασφαλές και θα υπέσκαπτε την αξιοπρέπεια και ισότητα των ανθρώπων. Η πολιτική [...] κατά των διακρίσεων επί τη βάσει εθνικής καταγωγής σκοπεί να ανασχέσει τους χρήστες από την ανάρτηση περιεχομένου που στοχεύει να σιγάσει, περιθωριοποιήσει, παρενοχλήσει ή υποτιμήσει τους λοιπούς χρήστες. [...] Η επισώρευση τέτοιων αναρτήσεων θα ήταν δυνατό να δημιουργήσει ένα περιβάλλον στο οποίο οι διακρίσεις και η βία θα ήταν πιθανότερες.
Εστιάζοντας στην παράμετρο της μη παραβίασης των δικαιωμάτων τρίτων (και παραδόξως όχι στην διασάλευση της δημόσιας τάξης, ενόψει πολέμου) του άρθ. 19 παρ. 3 ΔΣΑΠΔ, το ΟΒ έκρινε αναλογική και αναγκαία την απάλειψη της ανάρτησης:
Κατά την γνώμη της πλειοψηφίας, η ανάρτηση ιδωμένη ως σύνολο, καθιστούσε σαφές ότι η περιεχόμενη βρισιά ήταν κεντρική στο επιχείρημα του χρήστη ότι [οι Αζέροι] είναι υποδεέστεροι. Περαιτέρω, η εν λόγω ανάρτηση διαδόθηκε ευρύτατα σε καιρό ένοπλης σύρραξης μεταξύ του κράτους του χρήστη και του κράτους του οποίου οι πολίτες αποτελούν αντικείμενο της επίθεσης εκ μέρους του χρήστη. [...] Σε περιπτώσεις ένοπλης σύρραξης τέτοιες απανθρωπικές (dehumanising) εκφράσεις [μπορεί να] ακολουθηθούν από εξωδιαδικτυακή δράση παραβλάπτουσα το δικαίωμα στην ατομική ασφάλεια και ενδεχομένως στην ζωή [...] Ολιγότερο επαχθή μέτρα όπως η χρήση επισημάνσεων, η μείωση της διάδοσης της ανάρτησης κ.λπ. δεν θα προσέφερε επαρκή προστασία στις υπόψιν συνθήκες.
VII. Η υπόθεση αποκλεισμού του Προέδρου Τραμπ
Α. Σημασία
Καμία απόφαση του ΟΒ δεν απασχόλησε περισσότερο την κοινή γνώμη από εκείνη της επ’ αόριστον αναστολής λειτουργίας των σελίδων σε Facebook και Instagram του τέως προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ. Η απόφαση της Meta να προβεί στην 9 λήψη ενός τόσο ριζοσπαστικού μέτρου εναντίον του - κατά την στιγμή της απόφασης - ισχυρότερου πολιτικού άνδρα διεθνώς πυροδότησε κύμα αντιδράσεων και παράλληλα σοβαρούς προβληματισμούς ως προς τον έλεγχο επί των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και την υποβάθμιση της πολιτικής σε ρυθμιστικό πεδίο από ρυθμιστική μήτρα. Απλώς ειπείν, σύμφωνα με τους κριτικούς της απόφασης, αν ο «πλανητάρχης» δεν δικαιούται να εκφράζει ελεύθερα τους στοχασμούς του στο διαδίκτυο και δη στο πιο επιδραστικό forum από τα προς τον σκοπόν αυτό υφιστάμενα, τότε η ελευθερία της έκφρασης, για την προώθηση της οποίας δημιουργήθηκε καθ’εαυτό το διαδίκτυο, είναι εν τοις πράγμασι φαλκιδευμένη από το ολιγοπώλιο των εταιριών κοινωνικής δικτύωσης, οι οποίες λειτουργούν ως αυτόκλητοι «ρυθμιστές της συζήτησης» και του δημοσίου διαλόγου. Ίσως η περίπτωση Τραμπ αποτέλεσε το σημείο τομής, όπου εγκαταλείφθηκε το φιλε
λεύθερο επιχείρημα περί ιδιωτικής αγοράς και απόλυτης επιχειρηματικής ελευθερίας και διακριτικής ευχέρειας (λ.χ. «σε όποιον δεν αρέσει το Facebook, ας φτιάξει ένα δικό του μέσο κοινωνικής δικτύωσης» ή «μια επιχείρηση μπορεί να θέτει απερίσπαστα τους δικούς της εσωτερικούς κανόνες λειτουργίας») και εκτιμήθηκε στην πραγματική του διάσταση ο καθοριστικός ρόλος που πλατφόρμες όπως το Facebook έχουν στην κοινωνική λειτουργία, την ανταλλαγή απόψεων και ιδεών, και την άσκηση της πολιτικής σήμερα.

Β. Facta
Διεξερχόμενοι πρώτα των πραγματικών περιστατικών, σημειώνουμε τα εξής: στις 03.11.2020 διεξήχθησαν προεδρικές εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες, στις οποίες ο αμερικανικός λαός προσδιόρισε την σύνθεση του εκλεκτορικού κολλεγίου. Ο δημοκρατικός υποψήφιος, Τζο Μπάιντεν, εξασφάλισε 306 εκλεκτορικές ψήφους και το 51,3% της λαϊκής ψήφου, ενώ ο ρεπουμπλικανός ανθυποψήφιός του και τότε πρόεδρος των Η.Π.Α., Ντόναλντ Τραμπ 232 εκλέκτορες και το 46,8% της λαϊκής ψήφου αντίστοιχα. Το εκλογικό αποτέλεσμα καθορίστηκε από οριακές νίκες του δημοκρατικού υποψηφίου σε ορισμένες πολιτείες-κλειδιά (swing states). Κατόπιν, κατά τα συνταγματικώς προβλεπόμενα, οι εκλέκτορες συνεδρίασαν και εξέλεξαν νέο πρόεδρο και νέα αντιπρόεδρο τους Τζο Μπάιντεν και Κάμαλα Χάρρις, στις 14.12.2020. Ο πρόεδρος Τραμπ αρνείτο συστηματικά ότι έχασε τις εκλογές και με διάφορες νομικές αφορμές κατέβαλλε προσπάθειες ανατροπής του αποτελέσματος μέσω δικαστικών αποφάσεων, υποβάλλοντας περί τα εβδομήντα ένδικα βοηθήματα σε πολιτειακό και ομοσπονδιακό επίπεδο, κατά συντριπτική πλειοψηφία ατελέσφορα. Στο διαδίκτυο, η εκστρατεία Τραμπ επιστράτευσε την φράση-κλειδί (hashtag) #StopTheSteal, διαδίδοντας ψευδώς ότι οι εκλογές «εκλάπησαν» με την χρήση διάφορων αθέμιτων μεθόδων, ιδίως της εκτεταμένης χρήσης επιστολικής ψήφου ενόψει της πανδημίας. Μεταξύ πολλών δημοσίων τοποθετήσεών του, ο Ντόναλντ Τραμπ προέβη στις εξής δύο δηλώσεις μέσω Facebook:
Ο Πίτερ Ναβάρρο εκδίδει αναφορά 36 σελίδων με την οποία προσάπτει εκλογική απάτη ‘επαρκή’ ώστε να ανατραπεί το αποτέλεσμα υπέρ του Τραμπ - σπουδαία αναφορά από τον Πίτερ. Στατιστικά είναι αδύνατον να χάσαμε τις Εκλογές 2020. [Θα γίνει] μεγάλη διαδήλωση στην Ουάσιγκτον D.C. στις 6 Ιανουαρίου. Να είστε εκεί, θα είναι ξέφρενη (wild)! [19.12.2020]
Η ΜΕΓΑΛΗ [sic] συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην Ουάσιγκτον D.C. θα λάβει χώρα η ώρα 11:00 στις 6 Ιανουαρίου. Λεπτομέρειες για την τοποθεσία θα ανακοινωθούν. StopTheSteal! [01.01.2021]
Επακολούθησε η διεξαγωγή μίας πράγματι πολυπληθούς διαδήλωσης, στις 06.01.2021, στην οποία ο πρόεδρος Τραμπ παρέστη και απηύθυνε ομιλία, εξακολουθώντας να διατείνεται πως «εκλάπησαν οι εκλογές» και πολώνοντας με αυτόν τον τρόπο το κοινό. Ταυτόχρονα, ο αντιπρόεδρος Μάικ Πενς προήδρευε ειδικής συνεδρίασης του Κογκρέσου για την επικύρωση της εκλεκτορικής ψήφου, διαδικασίας όλως τυπικής. Ο Τραμπ είχε προηγουμένως υπαινιχθεί πως ο Πενς θα μπορούσε, αν ήθελε, να ακυρώσει εκλεκτορικές ψήφους, μολονότι ο αντιπρόεδρος αρνήθηκε πως έχει τέτοια διακριτική ευχέρεια. Αφότου ο πρόεδρος κατήλθε από το βήμα, μερίδα ταραχοποιών κατάφερε να εισέλθει στο Καπιτώλιο, παρά τα μέτρα ασφαλείας, με σκοπό να σταματήσει η διαδικασία επικύρωσης του αποτελέσματος. Ακολούθησαν βίαιες συμπλοκές μεταξύ του πλήθους των συγκεντρωμένων και της αστυνομίας, οι οποίες κατέληξαν σε επτά θανάτους και δεκάδες τραυματισμούς. Ενώ τα γεγονότα εκτυλίσσονταν, ο πρόεδρος Τραμπ σιωπούσε, εωσότου το απόγευμα της ίδιας μέρας (16:21 ώρα Ανατολικής Ακτής) ανήρτησε στο Facebook και το Instagram βίντεο διάρκειας ενός λεπτού στο οποίο έλεγε αυτολεξεί:
Ξέρω τον πόνο σας. Ξέρω ότι έχετε πληγωθεί. Είχαμε εκλογές και μας τις έκλεψαν. Ήταν μια καθαρή εκλογική νίκη και όλοι το ξέρουν, ιδιαίτερα η άλλη πλευρά, πλην όμως πρέπει να πάτε σπίτι τώρα. Πρέπει να έχουμε ειρήνη. Πρέπει να έχουμε νόμο και τάξη. Πρέπει να σεβαστούμε τους σπουδαίους μας ένστολους. Δεν θέλουμε κανείς να λαβωθεί. Είναι μια σκληρή χρονική περίοδος. Δεν έχει γίνει ποτέ ξανά στην ιστορία κάτι τέτοιο: να στερούν [την εκλογική νίκη] από όλους μας, από μένα, από σας, από την χώρα μας. Αυτή ήταν μια απατηλή εκλογή, αλλά δεν μπορούμε να παίξουμε το παιχνίδι τους. Πρέπει να έχουμε ειρήνη. Επομένως πηγαίντε σπίτι. Σας αγαπάμε. Είστε πολύ ξεχωριστοί. Είδατε τί γίνεται. Βλέπετε την τόσο κακή και δόλια μεταχείριση που σε κάποιους επιφυλάσσεται. Ξέρω πώς αισθάνεστε. Αλλά πηγαίντε σπίτι και πηγαίντε σπίτι εν ειρήνη.
Μία ώρα αργότερα, ενώ τα επεισόδια συνεχίζονταν, το Facebook κατέβασε το βίντεο, υποστηρίζοντας πως παραβιάζει την πολιτική του περί «επικίνδυνων προσώπων και οργανώσεων». Καθώς το πλήθος διαλυόταν, ο Ντόναλντ Τραμπ προέβη σε νέα ανάρτηση:
Αυτά τα πράγματα συμβαίνουν όταν μία ιερή καθαρή εκλογική νίκη αποστερείται τόσο αποτρόπαια και μοχθηρά από σπουδαίους πατριώτες, οι οποίοι έχουν τύχει κακής και άδικης μεταχείρισης για τόσο μακρύ χρονικό διάστημα. Πηγαίντε σπίτι με αγάπη εν ειρήνη. Να θυμάστε για πάντα αυτή την ημέρα!
Το Facebook κατέβασε την ανάρτηση σε λιγότερο από δέκα λεπτά για τον ίδιο λόγο με την προηγούμενη και ανέστειλε την λειτουργία των λογαριασμών του προέδρου των Η.Π.Α. σε Facebook και Instagram για 24 ώρες. Την επόμενη μέρα, 07.01.2021, η εταιρία αποφάσισε την επ’ αόριστον αναστολή λειτουργίας των λογαριασμών του προέδρου, οπωσδήποτε δε για διάστημα δύο εβδομάδων, μέχρις ότου να ορκιστεί ο νέος πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν. Την επομένη της ορκωμοσίας, στις 21.01.2021, η εταιρία παρέπεμψε την υπόθεση στο ΟΒ.
Γ. Οι Πολιτικές της Εταιρίας
Κατά την συνήθη του μέθοδο, το ΟΒ εξέτασε πρώτα το κατά πόσον τα μέτρα που έλαβε η Meta συνάδουν με τις πολιτικές που εφαρμόζει. Πράγματι, οι πολιτικές της εταιρίας περιελάμβαναν προβλέψεις απαγόρευσης περιεχομένου που εξυμνεί, υποστηρίζει ή εκπροσωπεί γεγονότα που η εταιρία θεωρεί ως τρομοκρατικές επιθέσεις, γεγονότα μίσους [sic], μαζικές δολοφονίες και τις απόπειρες αυτών, εγκλήματα μίσους και βίαια γεγονότα [sic] καθώς και τα πρόσωπα ή της οργανώσεις που αναμίχθηκαν (dangerous individuals and organisations). Περαιτέρω, η εταιρία απαγορεύει στις πλατφόρμες της δηλώσεις που να υπερθεματίζουν υψηλής επικινδυνότητας βία και κάθε περιεχόμενο που ενέχει δηλώσεις προθέσεως, προσκλήσεις σε βίαιη δράση, ιδίως ενόψει μιας δημοκρατικής εκλογικής διαδικασίας, καθώς και την διασπορά παραπληροφόρησης και ανεπαλήθευτων φημών που συδαυλίζουν το ρίσκο άμεσης βίας και πρόκλησης φυσικής βλάβης. Πέραν αυτού, στους Όρους Παροχής Υπηρεσιών, η εταιρία προειδοποιεί ότι σαφείς, σοβαρές ή επανειλλημένες παραβιάσεις των κανόνων της μπορεί να συνεπάγεται μόνιμη απενεργοποίηση ή αναστολή ενός προφίλ ή μιας σελίδας. Το ΟΒ συμφώνησε με το Facebook πως η «εξέγερση του Καπιτωλίου» είναι «βίαιο γεγονός» και ορθώς εφαρμόζεται η πολιτική της εταιρίας περί επικίνδυνων προσώπων και οργανώσεων. Θεώρησε δε πως οι φράσεις του προέδρου Τραμπ: «είστε πολύ ξεχωριστοί», «σπουδαίοι πατριώτες» και «να θυμάστε για πάντα αυτή την μέρα», ιδωμένες εντός συγκειμένων συνεπάγονται εξύμνηση ή οπωσδήποτε στήριξη των προσώπων που ενεπλάκησαν στο βίαιο γεγονός. Κατά την κρίση του ΟΒ ορθώς κατέβηκαν οι δύο δημοσιεύσεις και ορθώς «πάγωσαν» οι λογαριασμοί Τραμπ σε Facebook και Instagram για 24 ώρες.
Δ. Οι Αξίες της Εταιρίας
Κατόπιν, το ΟΒ αναφέρθηκε στις αξίες της εταιρίας, επισημαίνοντας ότι στην δεδομένη περίπτωση η προστασία της δημόσιας τάξης δικαιολογεί τον περιορισμό της ελευθερίας της έκφρασης, υπαινισσόμενο in casu πρωτείο της «Ασφάλειας» έναντι της «Φωνής». Η μειοψηφία θέλησε να συμπεριλάβει και σκέψεις περί «Αξιοπρέπειας», θεωρώντας ότι οι κατά καιρούς δηλώσεις του τέως προέδρου στους λογαριασμούς του υποκινούσαν την φυλετική βία και συδαύλιζαν τις αθέμιτες διακρίσεις, με μείζονα εκδήλωση της καλλιέργειας ενός εχθροπαθούς και πολωτικού κλίματος την εξέγερση της 6ης Ιανουαρίου.
Ε. Διεθνές Δίκαιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Έπειτα, το ΟΒ υπεισήλθε σε εξέταση της υπόθεσης υπό το πρίσμα του ΔΣΑΠΔ. Επισήμανε ότι ο πολιτικός λόγος τυγχάνει αυξημένης προστασίας από το διεθνές δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων εξαιτίας της σημασίας του στον δημοκρατικό διάλογο και αναφέρθηκε συναφώς στην παρ. 20 του Γενικού Σχολίου της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ υπ’ αριθμ. 34. Παραδέχθηκε ότι η απόφαση του Facebook δεν έχει μόνο συνέπειες ως προς την ελευθερία του λόγου του ιδίου του κ. Τραμπ αλλά και των οπαδών του, οι οποίοι ενδιαφέρονται για τις απόψεις του, καθώς και των αντιπάλων του, οι οποίοι θέλουν να βρίσκονται σε γνώση των απόψεών του. Κατά την ενδιαφέρουσα ερμηνεία του ΟΒ, η ελευθερία του λόγου βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με την ελευθερία στην ενημέρωση και άρα με την άσκηση δημοκρατικού πολιτικού ελέγχου επί των διοικούντων, εκ μέρους των πολιτών. Λιγότερη γνώση των θέσεων και ενεργειών των πολιτικών συνεπάγεται και ελαττωμένη ικανότητα κρίσης τους, γεγονός που είναι σημαντικό τόσο στην ελεύθερη επιλογή των διοικούντων μέσω της δημοκρατικής διαδικασίας αλλά και αναφορικά με την ελευθερία του λόγου, της έκφρασης σκέψεων και στοχασμών, οι οποίοι κατ’ ανάγκην σχηματίζονται λαμβάνοντας υπόψιν λιγότερα δεδομένα. Ωστόσο, η εκτεταμένη ελευθερία έκφρασης της οποίας χαίρουν οι πολιτικοί έχει όρια, με το ΟΒ να κάνει ειδικώς λόγο για το άρθ. 20 παρ. 2 ΔΣΑΠΔ και στο Rabat Action Plan περί εξατομίκευσης περιπτώσεων κολαστέας ρητορικής μίσους (hate speech).
ΣΤ. Πόρισμα
Έχοντας αναλύσει τα ανωτέρω, το ΟΒ διαλαμβάνει για την νομιμότητα, νομιμοποίηση, αναγκαιότητα και αναλογικότητα των ειλημμένων μέτρων. Το ΟΒ επαναλαμβάνει προηγούμενη νομολογία του στην οποία είχε επισημάνει ότι δεδομένης της πληθώρας των εμβαλωματικών ρυθμίσεων που εμπεριέχουν οι πολιτικές της εταιρίας («a patchwork of applicable rules»), είναι δύσκολο για τους χρήστες να αντιληφθούν γιατί και πότε
το Facebook αποφασίζει να επιβάλλει περιορισμούς, γεγονός που δημιουργεί ζητήματα νομιμότητας. Η έννοια μιας επ’ αόριστον απαγόρευσης είναι κατά το ΟΒ θολή και άδηλη και δεδομένου ότι επ’ αόριστον «ποινές» δεν περιλαμβάνονται στις πολιτικές της εταιρίας δεν είναι ξεκάθαρο ποιές περιστάσεις και η υπέρβαση ποίου μέτρου καθιστά αναγκαία την λήψη τόσο επαχθών μέτρων. Μολονότι αναγνωρίζει την αναγκαιότητα ύπαρξης διακριτικής ευχέρειας εκ μέρους του Facebook προκειμένου σε επείγουσες περιστάσεις να μπορεί να λάβει εξαιρετικά περιοριστικά μέτρα, το ΟΒ διατείνεται ότι δεν είναι δυνατόν η αβεβαιότητα δικαίου που εντοπίζεται σε μια τέτοια περίπτωση να εξακολουθεί για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Απαιτείται επομένως ο έλεγχος των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας της εταιρίας στην επιβολή περισταλτικών μέτρων. Κατά τα λοιπά, θέμα νομιμοποίησης δεν τίθεται δεδομένου ότι ο σκοπός του μέτρου που έλαβε η εταιρία ήταν σαφής και εντασσόταν στο φάσμα των δικαιολογημένων, κατ’ άρθ. 19 παρ. 3 ΔΣΑΠΔ, περιορισμών στην ελευθερία του λόγου (δημόσια τάξη, προστασία δικαιωμάτων τρίτων).
Τέλος, ενόψει της συνολικής απόπειρας του Ντόναλντ Τραμπ να πείσει τον αμερικανικό λαό περί του γεγονότος ότι οι εκλογές «εκλάπησαν» καθώς και της άνευ προηγουμένου χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για την προώθηση των σκοπών του, τα μέτρα που ελήφθησαν ήταν αναγκαία και ανάλογα της περίστασης, ιδίως γενομένης αντιληπτής της σημασίας της διασφάλισης ειρηνικής διαδοχής στην εξουσία στην ισχυρότερη δημοκρατία του πλανήτη. Ωστόσο, η μείζων επισήμανση στην οποία προβαίνει καταληκτικά το ΟΒ για την υπόθεση είναι το ανεπίτρεπτο των επ’ αόριστων μέτρων. Τονίζεται ότι η Meta θα πρέπει να προσδιορίσει συγκεκριμένους χρονικούς περιορισμούς στα μέτρα που λαμβάνει, οι οποίοι να συναρτώνται με την αμεσότητα του κινδύνου, το είδος της προσβολής κ.λπ. Εφόσον εξέλιπαν οι ιδιαιτέρως κινδυνώδεις συνθήκες που είχαν ανακύψει το 2020-21, ο αποκλεισμός του κ. Τραμπ θα έπρεπε να είχε αρθεί ή εν πάσει περιπτώσει θα έπρεπε να σταχυολογηθούν συγκεκριμένα κριτήρια και διαδικασίες επί τη βάσει των οποίων να είναι νοητή η άρση τους (λ.χ. δήλωση συγγνώμης ή δέσμευση μη επανάληψης των προσβολών και εφεξής συμμόρφωσης i.a.).
Έτσι, το ΟΒ επικύρωσε την απόφαση της Meta για αναστολή της λειτουργίας των λογαριασμών του τέως προέδρου Τραμπ, επισημαίνοντας ωστόσο ότι αυτή η αναστολή πρέπει να έχει προσδιορισμένα χρονικά όρια και προϋποθέσεις. Επιγενομένως, η εταιρία αποφάσισε να αποκαταστήσει τους λογαριασμούς του τέως προέδρου, στις 25.01.2023, ενόψει και της εκ νέου υποψηφιότητάς του για την προεδρία των Η.Π.Α., πλην όμως ο ίδιος αρνήθηκε να τους ενεργοποιήσει ή να τους χρησιμοποιήσει.
Ζ. Εφαρμογή του Σχεδίου Δράσης της Ραμπάτ
Στην υπόθεση Τραμπ το ΟΒ διέγνωσε την ύπαρξη περίπτωσης εχθροπαθούς λόγου και προέβη σε εκτεταμένη ανάλυση και εφαρμογή των κριτηρίων που περιλαμβάνει το Rabat Action Plan και τα οποία έχουν ανωτέρω αναφερθεί. Κατά το ΟΒ ο πρόεδρος Τραμπ δια της επιμονής του στην αδικαιολόγητη αιτίαση ότι ουδόλως έχασε τις εκλογές, δημιούργησε ένα περιβάλλον πρόσφορο για την ανάδυση σοβαρού κινδύνου βίας. Τα δε λόγια του, την ημέρα της «εξέγερσης του Καπιτωλίου» νομιμοποιούσαν την δράση των βιαιοπραγούντων και διόλου δεν συνέβαλλαν στην ευκταία καταλλαγή. Ορθώς, κατά την γνώμη του, το Facebook υπέλαβε τις αναρτήσεις Τραμπ της 06.01.2021 ως αποσκοπούσες στην περαιτέρω κλιμάκωσης των βίαιων επεισοδίων. Η δυνατότητα των φθεγμάτων του προέδρου να δημιουργήσουν κίνδυνο πρόσκλησης αθέμιτων διακρίσεων, βίας ή εκνόμων ενεργειών στοιχειοθετείται, κατά το ΟΒ, ως εξής:
1. Κοινωνικοπολιτικές περιστάσεις: ήταν γνωστή η αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων των προεδρικών εκλογών εκ μέρους του προέδρου Τραμπ καθώς και η ανωμαλία που εξ αυτού είχε προκληθεί στην διαδιασία εναλλαγής στην εξουσία. Το κλίμα ήταν επομένως ιδιαίτερα τεταμένο με τον ίδιο τον Τραμπ να συδαυλίζει περαιτέρω την οργή των ψηφοφόρων του, μιλώντας για «ξέφρενη» διαδήλωση ή για «ανάσχεση της κλοπής» (#StopTheSteal).
2. Ομιλητής: είναι αυτονόητα ex officio το υψηλό κύρος, η αυθεντία, η βαρύτητα και η επιρροή του λόγου του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, διεθνώς αλλά και πρωτίστως στον λαό του και ιδίως στην εκλογική του βάση, η οποία κάλλιστα θα μπορούσε να εκλάβει τα λόγια του ως πρόσκληση σε ατιμώρητη δράση.
3. Πρόθεση: ενόψει των περιστάσεων, ο Ντόναλντ Τραμπ γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει τον κίνδυνο νομιμοποίησης ή υποκίνησης βίας που ήταν δυνατόν να προξενήσουν τα λόγια του, ενεργώντας επομένως οπωσδήποτε στα όρια της ασύγγνωστης αμέλειας και του ενδεχόμενου δόλου.
4. Περιεχόμενο και μορφή: οι αναρτήσεις του Τραμπ, σε φιλικό τόνο προς τους βίαιους διαδηλωτές, εξακολουθούσαν να αναπαράγουν το επικίνδυνο ψεύδος περί «κλοπής» της εκλογικής νίκης, ήταν δε εκπεφρασμένες κατά τρόπον ώστε να νομιμοποιούν την βία που επισυνέβη εις παρακώλυση της δημοκρατικής διαδικασίας επικύρωσης της εκλογής Μπάιντεν στον προεδρικό θώκο.
5. Επιρροή - Εμβέλεια: ο λογαριασμός του κ. Τραμπ στο Facebook είχε 35 εκατομμύρια ακολούθους εκείνη την ημέρα, ενώ ο λογαριασμός του στο Instagram περί τα 24 εκατομμύρια. Άλλωστε, παρότι ο ηττημένος των εκλογών, ο κ. Τραμπ έλαβε 74 εκατομμύρια ψήφους, περισσότερες από οποιονδήποτε άλλο εν ενεργεία πρόεδρο στην ιστορία των Η.Π.Α.
6. Αμεσότητα του κινδύνου: οι αναρτήσεις έγιναν ενώ ήδη λάμβαναν χώρα τα επεισόδια στο Καπιτώλιο, με τις συνθήκες να είναι εξαιρετικά δυσμενείς και στο όριο της δημοκρα
τικής εκτροπής, με τις σφοδρές συγκρούσεις αστυνομίας και διαδηλωτών να καταλήγουν ακόμη και σε θανάτους. Η νομιμοποίηση των ταραχοποιών την ώρα εκείνη ήταν δυνατόν να προξενήσει ακόμη μεγαλύτερο χάος με ορατό τον κίνδυνο περαιτέρω κλιμάκωσης της βίας.
VIII. Μετάδοση ειδήσεων και παραπληροφόρηση
Α. Το ΟΒ λαμβάνει υπόψιν για τον σχηματισμό της κρίσης του την ανάγκη προστασίας της ελευθεροτυπίας, γεγονός που καθίσταται φανερό στην υπόθεση «Shared Al Jazeera post», της 14.09.2021. Στις 10 Μαΐου εκείνης της χρονιάς, ένας αιγύπτιος χρήστης του Facebook, με ισχυρή δημοφιλία (περίπου 15.000 ακολούθους), κοινοποίησε ανάρτηση του ειδησεογραφικού δικτύου Al Jazeera, συνιστάμενη από φωτογραφία δύο ανδρών με ενδυμασία στην οποία είναι εμφανή τα διακριτικά των μεραρχιών Al-Qassam, του ενόπλου δηλαδή σκέλους της παλαιστινιακής τρομοκρατικής Hamas. Το κείμενο της αρχικής ανάρτησης ανέφερε:
Αμπού Ουμπαϊντά, εκπρόσωπος Μεραρχιών Al-Qassam: Η ηγεσία της αντίστασης δίνει διορία στους κατακτητές έως τις 18:00 να εκκενώσουν τους στρατιώτες τους από το τζαμί Al-Aqsa και την γειτονιά Sheikh Jarrah, ειδάλλως αυτός που έχει προειδοποιήσει, συγχωρείται.
Ο χρήστης, κοινοποιώντας την ανάρτηση αυτή, σχολίασε μονολεκτικά, στην αραβική: «Ooh!», ενώ το Facebook κατέβασε την ανάρτησή του. Ο χρήστης αποτάθηκε στο ΟΒ, το οποίο υπογράμμισε ότι το εν θέματι περιεχόμενο αποτελεί απλώς αναδημοσίευση είδησης από πιστοποιημένο πρακτορείο ειδήσεων επί θέματος επιτακτικού δημοσίου ενδιαφέροντος. Οι απλοί χρήστες των πλατφορμών της Meta έχουν δικαίωμα σε κοινοποίηση τέτοιου τύπου ειδήσεων όσο ακριβώς και οι εκδότες των αρχικών ειδησεογραφικών αναρτήσεων, το δε σχόλιο - αναφώνηση με το οποίο ο χρήστης συνόδευε την κοινοποίηση θεωρήθηκε ουδέτερο. Η εξάλειψη της συγκεκριμένης ανάρτησης, η οποία κατά δήλωση του χρήστη έγινε προκειμένου να ενημερώσει τους ακολούθους του για τις σχετικές εξελίξεις, θα ήταν αλυσιτελής στην απομείωση της εξωδιαδικτυακής βλάβης (συμπλοκών μεταξύ της Χαμάς και του Κράτους του Ισραήλ), μη τηρουμένων συνεπώς των αρχών της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας. Δέον στην περίπτωση αυτή να διαφυλαχθεί η ελευθερία του λόγου και της διάδοσης των ειδήσεων: η ανάρτηση αποκαταστάθηκε.

Β. Ειδική προσοχή και ευαισθησία δείχνει το ΟΒ στις περιπτώσεις παραπληροφόρησης, ιδίως εφόσον αυτή μπορεί να έχει άμεσα, απτά δυσμενή αποτελέσματα. Στην υπόθεση «Alleged crimes in Raya Kobo», η απόφαση επί της οποίας δημοσιεύθηκε στις 14.12.2021, το ΟΒ εξανάγκασε την Meta να διαγράψει εκ νέου ανάρτηση την οποία η εταιρία είχε προηγουμένως αποφασίσει να αποκαταστήσει, κατόπιν αναθεώρησης (review). Επρόκειτο για ανάρτηση αιθίοπα χρήστη, ο οποίος κατήγγελλε ότι το Μέτωπο Λαϊκής Απελευθέρωσης του Τιγκράι (TPLF), βίαζε και σκότωνε γυναικόπαιδα σε σειρά πόλεων της επαρχίας Αμχάρα, όπως κατά δήλωσή του είχε ο ίδιος πληροφορηθεί από ντόπιους. Ο χρήστης έκλεινε την ανάρτησή του διαβεβαιώνοντας ότι «θα διασφαλίσουμε την ελευθερία μας με τον αγώνα μας». Κατά το ΟΒ, η συγκεκριμένη ανάρτηση ενέπιπτε στην απαγόρευση, εξαγόμενη από τις πολιτικές του Facebook, παραπληροφόρησης και διακίνησης ανεπαλήθευτων φημών που δύνανται να συδαυλίσουν τον κίνδυνο άμεσης εκδήλωσης βίας ή πρόκλησης φυσικής βλάβης, δεδομένου ότι ο χρήστης προέβαινε σε διασπορά μη εξακριβωμένης είδησης που στοχοποιούσε συγκεκριμένη εθνική ομάδα ως συμμετέχουσα σε μαζικές βιαιοπραγίες, γεγονός που εν καιρώ (εμφυλίου στην προκειμένη περίπτωση) πολέμου μπορεί κάλλιστα να απειλήσει κατά τρόπο άμεσο την προσωπική ασφάλεια ενός εκάστου των μελών της συγκεκριμένης εθνικής ομάδας και ακόμα και την ζωή τους. Το ΟΒ χαρακτηριστικά επισημαίνει ότι ο σωρευτικός αντίκτυπος μιας είδησης είναι ικανός να προκαλέσει αιτιότητα μέσω μιας σταδιακής κλιμάκωσης (build-up effect). Παραπέμποντας στην υπόθεση «Armenians in Azerbaijan», το ΟΒ σημειώνει:
[Η προάσπιση του δικαιώματος] στην ζωή [σε κατάσταση εμφύλιας σύρραξης] ενέχει μία υποχρέωση επίδειξης δέουσας επιμέλειας συνιστάμενης στην λήψη θετικών μέτρων, τα οποία δεν επιβάλλουν υπερβολικά προσκόμματα στην ελευθερία της έκφρασης, σε απάντηση ορατών απειλών της ζωής προερχόμενων από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, των οποίων η συμπεριφορά δεν μπορεί να αποδοθεί στο κράτος. Συγκεκριμένα μέτρα θα πρέπει να λαμβάνονται για ευάλωτες ομάδες προσώπων των οποίων οι ζωές έχουν βρεθεί σε ιδιαίτερο κίνδυνο εξαιτίας συγκεκριμένων απειλών ή προϋφιστάμενων περιστατικών βίας. [...] αυτές οι σκέψεις είναι σχετικές με την ευθύνη της Meta να διαφυλάσσει τα ανθρώπινα δικαιώματα, καθότι μια επιχείρηση οφείλει να προλαμβάνει ή να απομειώνει δυσμενείς επιδράσεις της δραστηριότητάς της, των προϊόντων και υπηρεσιών της, στα ανθρώπινα δικαιώματα.

Γ. Το ΟΒ έχει κληθεί να αποφανθεί και επί υποθέσεων εικαζόμενης προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας των παιδιών, ζήτημα το οποίο χρήζει ειδικής μέριμνας και προσοχής, ειδικά όταν η αναπαραγωγή υλικού πορνογραφικού περιεχομένου θα πρέπει να σταθμιστεί με την ελευθεροτυπία και την αυξημένη προστασία της ελευθερίας της έκφρασης που κατά τεκμήριο (πρέπει να) έχουν οι δημοσιογράφοι. Στην υπόθεση «Swedish journalist reporting sexual violence against minors», η οποία αποφασίστηκε στις 01.02.2022, ένας δημοσιογράφος είχε αναρτήσει μια τυχαία φωτογραφία ενός κοριτσιού σε στάση απόγνωσης, με τα χέρια να κρύβουν από ντροπή το κατεβασμένο κεφάλι, συνοδευόμενη από σχόλιο σχετικό με περιστατικά βιασμού κατά δύο ανηλίκων. Ο δημοσιογράφος δεν κατονόμαζε τα θύματα, πλην όμως αναφερόταν στην ηλικία τους και τον δήμο όπου έλαβε χώρα το έγκλημα. Περαιτέρω παραθέτει τις ποινές που οι δύο παιδο- βιαστές έλαβαν για τις ειδεχθείς πράξεις τους, προσάπτοντας σκανδαλώδη ελαστικότητα στην σουηδική ποινική δικαιοσύνη και κατηγορώντας τον ποινικό νομοθέτη ότι ενεργεί σαν να επιδιώκει την πρόκληση τέτοιων εγκλημάτων. Στην ίδια ανάρτηση ο δημοσιογράφος επισυνάπτει γραφικές λεπτομέρειες σχετικώς με τον αντίκτυπο που είχε το έγκλημα σε ένα από τα δύο θύματα, εστιάζοντας μάλιστα στον απαράδεκτο τρόπο συμπεριφοράς του θύτη (ο οποίος καυχάτο για το έγκλημά του σε φίλους) και κλείνει σχολιάζοντας πως θα πρέπει να νομοθετηθεί ειδικό μητρώο καταδικασμένων βιαστών.
Ενεργώντας τρόπον τινά αψυχολόγητα, το Facebook κατέβασε την ανάρτηση, επί τη βάσει της πολιτικής του σχετικώς με την σεξουαλική εκμετάλλευση και ασέλγεια ανηλίκων καθώς και την απαγόρευση ανάρτησης γυμνών φωτογραφιών. Το ΟΒ αποφάνθηκε ότι η ανάρτηση εσφαλμένα απαλείφθηκε και κάλεσε το Facebook να την επαναφέρει, εστιάζοντας στην ακριβή και κλινική περιγραφή των αποτελεσμάτων του βιασμού καθώς και στα συγκείμενα της ανάρτησης, η οποία έχει στόχο να στηλιτεύσει και να καταδικάσει το περιστατικό, και όχι να προαγάγει «σεξουαλικό ή πορνογραφικό υλικό». Η ανάρτηση δεν περιείχε φωτογραφία ανηλίκου σε ένα «σεξουαλικό πλαίσιο», καθιστώντας σαφές ότι ο αναρτών χρήστης απλώς κατέγραφε το τραγικό περιστατικό, προς το συμφέρον της κοινής γνώμης. Επ’ αφορμή αυτής της υπόθεσης, το ΟΒ συνέστησε στην Meta να καταστήσει εναργέστερους τους ορισμούς των λέξεων «απεικόνιση» και «σεξουαλικοποίηση» (sexualisation), τις οποίες χρησιμοποιεί στις πολιτικές του.
IX. Σάτιρα και ελευθερία της τέχνης
Α. Ως είναι επόμενο για ένα διαιτητικό όργανο που καταπιάνεται κατά μείζονα λόγο με ζητήματα ελευθερίας της έκφρασης, το ΟΒ χρειάστηκε να εκφραστεί και για ζητήματα σάτιρας, χαρακτηριστικά τοποθετούμενο επί της υποθέσεως «Knin cartoon» και εκδίδοντας απόφαση επ’ αυτής στις 17.06.2022. Η υπόθεση παρουσιάζει ενδιαφέρον μεταξύ άλλων και για το γεγονός ότι ενώ η Meta απεφάσισε να διαγράψει την ανάρτηση ως έκφανση εχθροπαθούς λόγου, 40 τον αριθμό διαχειριστές των πλατφορμών (γνώστες της κροατικής) της είχαν προηγουμένως εισηγηθεί πως η ανάρτηση δεν παραβιάζει τις πολιτικές της. Επρόκειτο για ανάρτηση στην οποία περιλαμβανόταν μία παραποίηση του βίντεο-καρτούν «The Pied Piper» της Disney, με λεζάντα στην κροατική γλώσσα η οποία επιγραφόταν «Ο Οργανοπαίκτης από το Čavoglave και τα ποντίκια από το Knin». Στο καρτούν, ένας οργανοπαίκτης καθοδηγεί ποντίκια έξω από μια πόλη που αυτά είχαν καταλάβει, με τον αφηγητή του βίντεο να καταλήγει λέγοντας πως «με αυτόν τον τρόπο τα ποντίκια εξαφανίστηκαν δια παντός από αυτές τις γαίες και ζήσαμε εμείς καλά κι αυτοί καλύτερα». Η δημοσιότητα της ανάρτησης προσέλαβε διαστάσεις, με το βίντεο να λαμβάνει 380.000 θεάσεις και την Meta να δέχεται 397 αναφορές. Παρότι αρχικά η Meta είχε κρίνει πως το εν λόγω βίντεο δεν παραβιάζει το γράμμα των πολιτικών της, εν τέλει μετέβαλλε γνώμη και προέβη σε απάλειψη της δημοσίευσης επαγγελλόμενη αντίθεσή της στο «πνεύμα των πολιτικών» της περί hate speech.

Το ΟΒ αναφέρεται στην πιθανότητα ένα τέτοιο βίντεο να έχει ως αποτέλεσμα την περιστολή της ελευθερίας έκφρασης των δι’ αυτού στοχοποιούμενων (silencing effect). Ακολουθώντας την συνήθη μεθοδολογία του και αποφαινόμενη ότι η απόφαση περί απάλειψης του βίντεο δεν φαίνεται να πάσχει εξ επόψεως νομιμότητας, νομιμοποίησης, αναγκαιότητας και αναλογικότητας, διαπιστώνει ότι πρόκειται για ανάρτηση υπαγόμενη στις περιπτώσεις εχθροπαθούς λόγου και επιστρατεύει προς επιβεβαίωση αυτού τα κριτήρια του Rabat Plan of Action. Κατ’ αρχάς, ενδιαφέρουν οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες. Επ’ αυτού το ΟΒ σημειώνει ότι αυτές είναι σύνθετες και σημαντικές στην προκειμένη περίπτωση, καθώς η εθνοτική βία αποτελεί πάντα υπαρκτή απειλή στην περιοχή των Βαλκανίων, τα οποία εξάλλου βίωσαν μεγάλης κλίμακας συγκρούσεις μόλις προ 25 ετών, μη έχοντας ακόμη απαλλαγεί πλήρως από στερεότυπα, μίση και προκαταλήψεις του παρελθόντος. Ο «ομιλητής» ήταν στην εδώ εξεταζόμενη περίπτωση μία κροατική ειδησεογραφική ιστοσελίδα, γνωστή για τις αντι-σερβικές της θέσεις και επομένως όχι υπεράνω υποψίας ως προς τις προθέσεις της. Η μορφή και ο τρόπος που επιστρατεύεται είναι δυναμικά και επιδραστικά, με την δύναμη της εικόνας να εμπεριέχει την ικανότητα ευκολότερης υποκίνησης βίας και δι
ακρίσεων. Η εμβέλεια του βίντεο υπήρξε μεγάλη: πέραν των 380.000 θεάσεων, η σελίδα που ανήρτησε το δήθεν σατιρικό περιεχόμενο έχει καθ’ εαυτή 50.000 ακολούθους. Η ανάρτηση κοινοποιήθηκε πάνω από 540 φορές και έλαβε περί τα 1.200 σχόλια, καθιστάμενη έτσι αρκετά «δημοφιλής».
Το ΟΒ καταλήγει ότι δια της απεικονίσεως των Σέρβων ως ποντικών και δια της επικρότησης του αποκλεισμού τους καθώς και δια της επίκλησης ιστορικών περιστατικών βίας, προσβάλλεται το δικαίωμα στην ισότητα και την εξάλειψη των διακρίσεων των στοχοποιουμένων, γεγονός που καθιστά δικαιολογημένη την απάλειψη της ανάρτησης.

Β. Ιδιάζουσα περίπτωση που συνδυάζει στοιχεία ελευθερίας έκφρασης και ελευθερίας στην αναπαραγωγή της τέχνης αποτέλεσε η υπόθεση «Russian poem», επί της οποίας εκδόθηκε απόφαση στις 16.11.2022. Τον Απρίλιο του έτους εκείνου λεττονός χρήστης του Facebook ανήρτησε εικόνα ενός κατάκοιτου νεκρού από την σφαγή των Ουκρανών στην πολή Μπούτσα, σχολιάζοντας πως ο ρωσικός στρατός έχει καταστεί φασιστικός. Ο χρήστης, αφότου αναφέρει σειρά βιαιοπραγιών για τις οποίες φέρεται να είναι υπόλογη η ρωσική επελαύνουσα δύναμη, σημειώνει: «Μετά την Μπούτσα, οι Ουκρανοί θα θέλουν να επαναλάβουν [ενν. να εκδικηθούν]... και θα μπορέσουν να το επαναλάβουν» και κλείνει με στίχους του σοβιετικού ποιητή Σιμόνωφ: «Σκότωσε τον φασίστα, σκότωσέ τον! Σκότωσέ τον! Σκότωσε!» Η ανάρτηση εξελήφθη από την Meta ως αντιβαίνουσα στην πολιτική της περί βίαιου και οπτικά γλαφυρού ή ωμού περιεχομένου (violent and graphic content).
Το ΟΒ, αντιτιθέμενο στην απόφαση αυτή, επισημαίνει ότι ο χρήστης δεν προέβη σε κάποια γενική δήθεν διαπίστωση ότι «οι Ρώσοι στρατιώτες είναι ναζί» αλλά αρκέστηκε στο να διαταθεί πως «συμπεριφέρθηκαν ως ναζί» σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο, προβαίνοντας μάλιστα σε συγκεκριμένους ιστορικούς παραλληλισμούς. Η φράση «σκότωσέ τον» πρέπει να ιδωθεί εντός συγκειμένων, ως φθέγμα προερχόμενο από ένα ποίημα, προστατευόμενο στο πλαίσιο της ελευθερίας της τέχνης. Τούτου λεχθέντος, δεν καταγιγνώσκεται εδώ προτρεπτικός εχθροπαθής λόγος αλλά μάλλον λόγος αλληγορικός χρησιμοποιούμενος ως ρητορικό σχήμα, στο επιτρεπόμενο πλαίσιο καλλιτεχνικής υπερβολής. Η φωτογραφία που συνόδευε το κείμενο της ανάρτησης δεν είχε εμφανή σημεία αίματος ή συγκεκριμένης πράξης βίας, απεικονίζοντας κατά το δυνατόν «ανώδυνα» ένα ανθρώπινο πτώμα με το πρόσωπο στραμμένο στο έδαφος, κατά τρόπον που ουδόλως μπορεί να εκληφθεί ως πρόκληση σε τέλεση βιαιοπραγιών.
Επομένως, το ΟΒ κρίνει πως εσφαλμένα «κατέβηκε» η ανάρτηση και ότι δεν εμπίπτει εξ επόψεως αναγκαιότητας και αναλογικότητας στο πεδίο επιτρεπόμενων περιστολών του λόγου κατ’ άρθρο 19 παρ. 3 ΔΣΑΠΔ και τούτο επειδή μολονότι υπάρχει εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, η συγκεκριμένη ανάρτηση, όπως συνάγεται από τον τόνο, τα συγκείμενα και την χρήση του ποιητικού έργου δεν είναι ικανή να προκαλέσει έξαρση βίας, ούτε ο αναρτών χρήστης διαθέτει επαρκή εμβέλεια ώστε να προξενήσει ένα τέτοιο αποτέλεσμα.

Χ. Πολιτική έκφραση και κριτική
Α. Με την απόφασή του στην υπόθεση «Iran protest slogan», η οποία δημοσιεύθηκε στις 09.01.2023, το ΟΒ επελήφθη ζητήματος που ανέκυψε από τις διαδηλώσεις στο Ιράν, στον απόηχο της δολοφονίας, από στελέχη της αστυνομίας ηθών του ισλαμικού καθεστώτος, της Τζίνα Μάχσα Αμίνι, η οποία συνελήφθη για «πλημμελή συμμόρφωση» στην απαίτηση απόκρυψης των μαλλιών των γυναικών, κατά την κυβερνητική ερμηνεία του ισλαμικού δικαίου. Τον Ιούλιο 2022, ένας ιρανός χρήστης ανήρτησε μία γελοιογραφία του Ανωτάτου Ηγέτη του Ιράν, Αλί Χαμενεΐ, με σχόλιο που στηλίτευε δι’ ύβρεως («marg bar») την «μισογυνιστική ισλαμική κυβέρνηση» και τον «βρομερό αρχηγό» της. Αφότου έλαβε χώρα η δολοφονία της Αμίνι, τον Σεπτέμβριο, η ανάρτηση καταγγέλθηκε στην Meta και η εταιρία προέβη σε απάλειψη του περιεχομένου και επιβολή κυρώσεων στον λογαριασμό του χρήστη, απαγορεύοντάς του την παραγωγή περιεχομένου για 7 ημέρες και την επαφή του με ομάδες στην πλατφόρμα για 30 ημέρες. Εις μάτην ο χρήστης υπέβαλλε αίτημα για review, καθώς τούτο αυτοματοποιημένα απερρίφθη χωρίς επί της ουσίας επανέλεγχο, με τον χρήστη να στρέφεται στο ΟΒ, το οποίο και επέλεξε να ακροαστεί την υπόθεση.
Κατά το ΟΒ, το Facebook ενήργησε εσφαλμένα, καθώς η ανάρτηση δεν παραβίαζε την πολιτική του περί βιαιοπραγιών και υποκίνησης βίας (violence and incitement standard). Η καθ’ εαυτή χρήση της βρισιάς δεν έπρεπε, κρίνοντας εκ των συγκειμένων, να εκληφθεί ως πραγματική προτροπή τρίτων να δολοφονήσουν το προσβαλλόμενο πρόσωπο, αλλά μάλλον ως
ρητορικό σχήμα έκφρασης οργής. Άλλωστε, σημειώνει το ΟΒ, η χρήση της βρισιάς αυτής έχει διαφορετική βαρύτητα ανάλογα με το πρόσωπο που απευθύνεται: αν ο χρήστης φερ’ ειπείν είχε γράψει «marg bar Salman Rushdie», δεδομένου ότι ο συγκεκριμένος συγγραφέας ήδη βρίσκεται στο στόχαστρο των ιρανικών αρχών, οι οποίες έχουν διακεκηρυγμένο στόχο την θανάτωσή του, η διατήρηση μιας τέτοιας ανάρτησης στο Facebook θα αύξανε πράγματι τις πιθανότητες επέλευσης κινδύνου ζωής κατά του πληττόμενου. Περαιτέρω, η έστω οξεία και προσβλητική κριτική σε πολιτικά πρόσωπα είναι θεμιτή και πρέπει να διακρίνεται από άλλες περιπτώσεις πράγματι εχθροπαθούς λόγου.

Το ΟΒ υπαινίσσεται τέλος την ύπαρξη κοινωνικής ευθύνης της εταιρίας στην εν λόγω περίπτωση: ενόψει των ταραχών υπέρ της Αμίνι και κατά του καθεστώτος, η Meta όφειλε να αναμένει αναφορές εναντίον της υπόψιν ανάρτησης και του χρήστη. Έτσι όμως που ενήργησε, ενδίδοντας ουσιαστικά σε αίτημα κάποιου πολεμίου του ελεύθερου λόγου, δημιούργησε συνθήκες που οδηγούν στην κατασίγαση και τον αποκλεισμό κριτικών φωνών κατά του θεοκρατικού καθεστώτος από τις πλατφόρμες της. Κατά τρόπον οξύμωρο, η εταιρία φέρθηκε κατά τρόπο που grosso modo απομειώνει και ιδίως αποθαρρύνει την ελευθερία του λόγου κατά ανεπίτρεπτο τρόπο, χωρίς καν να εφαρμόσει την περί ειδησεογραφικού ενδιαφέροντος εξαίρεσή της (newsworthiness allowance) σε πιθανώς «βίαιο» ή «προκλητικό» περιεχόμενο.

Β. Διεθνώς, το συνηθέστερο πεδίο νομοθετικής παρέμβασης στην ελευθερία του λόγου συνάπτεται με την απαγόρευση περιεχομένου σχετικού με τον ναζισμό (και τον νεοναζισμό), η συντριβή του οποίου και η συνειδητοποίηση των δεινών που αυτός προξένησε αποτέλεσαν άλλωστε και το εφαλτήριο του σύγχρονου διεθνούς δικαίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εκκινώντας από την Οικουμενική Διακήρυξη του 1948. Στην υπόθεση «Nazi quote», το ΟΒ κλήθηκε να αντιμετωπίσει την ανάρτηση από πλευράς αμερικανού χρήστη, τον Οκτώβριο 2020, έναν μήνα πριν τις τελευταίες προεδρικές εκλογές, ενός αποφθέγματος του υπουργού προπαγάνδας των Ναζί, Γιόζεφ Γκαίμπελς, το οποίο σε αδρές γραμμές υποστήριζε πως τα πολιτικά επιχειρήματα είναι καλύτερο να στοχεύουν στο θυμικό και τα ένστικτα του προσώπου, παρά στην λογική του και πως «η αλήθεια δεν έχει σημασία», υποτασσόμενη στον τακτικισμό και την ψυχολογία. Η ανάρτηση είχε ως σκοπό να παρομοιάσει την προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ με το ναζιστικό καθεστώς εξ επόψεως επικοινωνιακής τακτικής και νοοτροπίας και δεν συνοδευόταν από οποιοδήποτε ναζιστικό σύμβολο. Το Facebook κατέβασε την ανάρτηση με το ΟΒ να ακυρώνει την απόφαση αυτή. Κατά την άποψή του, το Facebook δεν καθιστά σαφές δια των πολιτικών του υπό ποιές προϋποθέσεις είναι επιτρεπτή η αναπαραγωγή αποφθεγμάτων «επικίνδυνων προσώπων», παραδεχόμενο ότι ο χρήστης προφανώς δεν ασπάζεται τα λεγόμενα του Γκαίμπελς (παραβίαση αρχής νομιμότητας). Ασφαλώς, το ΟΒ δέχεται ότι υπάρχει ενδεχόμενος κίνδυνος Ασφάλειας, πλην όμως το υπό κρίση απόφθεγμα δεν προωθούσε την ναζιστική ιδεολογία ούτε συνηγορούσε στα πεπραγμένα του ναζιστικού καθεστώτος. Ο χρήστης ουδόλως εξήρε ή υπεστήριζε δια της ανάρτησής του πρόσωπα και οργανώσεις που αναμιγνύονται σε προσχεδιασμένα περιστατικά βίας. Τούτων δεδομένων, οποιοσδήποτε προβληματισμός Ασφάλειας είναι αδικαιολόγητος και η εξάλειψη της ανάρτησης υπέσκαπτε κατά τρόπο αχρείαστο την «αξία της Φωνής» (ελευθερία του λόγου). Τέλος, εξ επόψεως συμμόρφωσης προς το ΔΣΑΠΔ, το ΟΒ έκρινε πως η εξάλειψη της ανάρτησης ήταν μέτρο μη αναλογικό και πως δεν συμβάλλει στην προώθηση της ισότητας και της της καταπολέμησης των διακρίσεων, δεδομένου ότι επρόκειτο για δείγμα πολιτικής κριτικής που απλώς στόχευε στην παρομοίωση του «ηγετικού στιλ» ενός πολιτικού με «τους αρχιτέκτονες της ναζιστικής ιδεολογίας».
Γ. Τα λάθη στην διάκριση των επικίνδυνων και μη δηλώσεων ή η εντός εσφαλμένων συγκειμένων ανάγνωση ορισμένων αναρτήσεων είναι για την Meta μία αληθώς αναπόφευκτη πραγματικότητα, δεδομένης της τεράστιας εμβέλειας των πλατφορμών της. Υπάρχει ωστόσο περίπτωση μια σφαλερή εκτίμηση της εταιρίας, επί τη βάσει φερ’ ειπείν απλώς λέξεων-κλειδιών, να οδηγήσει σε αδικαιολόγητη περιστολή του δικαιώματος στην πολιτική κριτική, το οποίο είναι εγγενές στην ελευθερία της έκφρασης. Στην υπόθεση «Lebanese activist» επί της οποίας το ΟΒ αποφάνθηκε στις 13.09.2023, ένας χρήστης είχε αναρτήσει στο Instagram βίντεο συνέντευξής του στα αραβικά. Στην αρχή της συνέντευξης, ο δημοσιογράφος ρώτησε περιπαικτικά τον χρήστη αν κατά την εκτίμησή του είναι πιο χρήσιμος [σσ. για τον Λίβανο] ένας επαγγελματίας ποδοσφαιριστής ή ο Χασάν Νασραλλάχ. Εκείνος, ο οποίος σημειωθήτω πως είναι βεβαιωμένος χρήστης των πλατφορμών της Meta και ακτιβιστής, αποκρίθηκε πως σαφώς ένας ποδοσφαιριστής είναι πιο χρήσιμος από κάποιον ο οποίος έχει διαπράξει εγκλήματα (απαγωγές, αεροπειρατεία) και έχει συνολικώς ενεργήσει κατά τρόπο που δεν προάγει τα συμφέροντα του λαού (στήριξη διεφθαρμένων πολιτικών κ.λπ.). Κατά την διάρκεια του βίντεο, πλάνα του Νασραλλάχ βρίσκονταν στο φόντο, χωρίς ήχο. Ο χρήστης επισύναπτε στην ανάρτησή του το σκωπτικό σχόλιο: «Για να δούμε πρώτα πόσα γκολ μπορεί να σκοράρει ο Νασραλλάχ». Αγνοώντας τον καυστικό τόνο της ανάρτησης, το Facebook την «κατέβασε», αφού πρώτα είχε θεαθεί περίπου 138.000 φορές και είχε αποτελέσει την αιτία ένδεκα αναφορών. Ο χρήστης αντέδρασε σφοδρά καταγγέλλοντας ότι «η καταπίεση της Χεζμπολάχ εργαλειοποιεί τις πολιτικές του Instagram εναντίον φιλειρηνικών πολιτών, όπως εγώ». Κατόπιν υποδείξεως του ΟΒ, η Meta αποκατέστησε την ανάρτηση, με το δικαιοδοτικό όργανο να σημειώνει πως στην προκειμένη περίπτωση η παρερμηνεία του όρου «εξύμνηση επικίνδυνου προσώπου ή οργάνωσης» δύναται να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην ευχέρεια των χρηστών να κοινοποιούν πολιτικούς σχολιασμούς και ειδήσεις στις πλατφόρμες της εταιρίας. Η ίδια η εταιρία αργότερα παραδέχθηκε πως παρότι ο Νασραλλάχ είναι εντεταγμένος στην λίστα των κατ’ αυτήν «επικίνδυνων προσώπων», οι χρήστες είναι ελεύθεροι να ασκούν κριτική ή να προβαίνουν σε ουδέτερες αναφορές για τις ενέργειές του. Αναγνωρίζοντας τον σατιρικό και εν τω βάθει καταδικαστικό χαρακτήρα της ανάρτησης, η εταιρία παραδέχθηκε ότι δεν παραβίαζε τις πολιτικές της.
ΧΙ. Η υπόθεση Χουν Σεν
Α. Facta. Η περίπτωση του Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι η μόνη περίπτωση που το ΟΒ καλείται να κρίνει πεπραγμένα και εκφράσεις εν ενεργεία πολιτικού προσώπου. Μια άλλη τέτοια αφορμή δόθηκε στην υπόθεση «Cambodian Prime Minister», επί της οποίας εκδόθηκε απόφαση στις 29.06.2023. Τον Ιανουάριο του έτους εκείνου, ο επί μακρόν πρωθυπουργός της Καμπότζης, Χουν Σεν ανήρτησε μία εκτεταμένη μαγνητοσκόπηση ομιλίας του, στην οποία, μεταξύ άλλων, απαντά σε πολιτικούς του αντιπάλους, οι οποίοι τον κατήγγελλαν ότι νόθευσε τις τοπικές εκλογές του 2022. Στο βίντεο μεταξύ πολλών, ο πρωθυπουργός φαίνεται να λέει:
[Οι πολιτικοί μου αντίπαλοι] μπορούν να επιλέξουν μεταξύ του νομικού συστήματος και του ρόπαλου. Ας προτιμήσουν το νομικό σύστημα: ειδεμή θα συγκεντρώσω οπαδούς μου σε διαδήλωση και θα σας δείρουν. [...] Θα στείλω τους γκάνγκστερς σπίτια τους [...] έχω επαρκείς ενδείξεις και μπορεί να συλλάβω έναν προδότη τα μεσάνυχτα.
Μετ’ ολίγου χρόνου (22 λεπτά ύστερα), ο ίδιος διευκρινίζει ότι:
«Δεν υποκινούμε τον κόσμο ούτε τον ενθαρρύνουμε να χρησιμοποιήσει βία».
Μέσα σε λίγες ημέρες το βίντεο έλαβε περί τις 600.000 θεάσεις και κοινοποιήθηκε 4.000 φορές. Να σημειωθεί εδώ ότι η σελίδα του Χουν Σεν στο Facebook έχει περί τα 14 εκατομμύρια ακολούθους και πως υπήρξε ο μακροβιότερος πρωθυπουργός στην ιστορία της Καμπότζης, θητεύοντας από τον Ιανούαριο 1985 έως τον Ιούλιο 1993 και έπειτα εκ νέου από τον Νοέμβριο 1998 έως τον Αύγουστο 2023 χωρίς διακοπή, αποτελώντας σημαντική πολιτική προσωπικότητα της Νοτιοανατολικής Ασίας. Η πολιτική του παρακαταθήκη δεν είναι σε καμία περίπτωση αψεγάδιαστη: μόνο κατά τα πέντε τελευταία χρόνια της θητείας του περίπου τριάντα προσωπικότητες που τον αντιπολιτεύονταν έχασαν την ζωή τους υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, ενώ ο ίδιος προσωπικά είχε υπάρξει αξιωματικός της οργάνωσης Khmer Rouge, που υπό τον κομμουνιστή δικτάτορα Πολ Ποτ αφάνισε το 21% του πληθυσμού της Καμπότζης, σε μόλις τρία έτη (1976-79). Περαιτέρω, ο ίδιος ο Χουν Σεν συχνά προβαίνει σε εμπρηστικές ή προκλητικές δηλώσεις
και απειλές ενώ οι αντιδημοκρατικές του προθέσεις είναι κοινώς γνωστές.

Β. Δικαιοδοτική Κρίση. Το ΟΒ, παραπέμποντας στην πρότερη νομολογία του, ακολούθησε έτι μία φορά την κατεστημένη του μεθοδολογία: εξέτασε πρώτα την φερόμενη ως παραβιασθείσα πολιτική του Facebook. Πράγματι, η εταιρία απαγορεύει την δημοσίευση αναρτήσεων ενεχουσών απειλές που ενδέχεται να οδηγήσουν σε θάνατο, σε σοβαρές φυσικές βλάβες καθώς και σε μέτριας κλίμακας βία κατά φυσικών προσώπων, κατά ομάδων αόριστου αριθμού προσώπων αλλά και κατά ελασσόνων πολιτικών προσωπικοτήτων. Τέτοιου είδους δηλώσεις είναι μεταξύ άλλων εκείνες που υπεραμύνονται της βίας καθώς και εκφράσεις βουλήσεως για ενδεχομενική ή ευκταία άσκηση βίας. Επ’ αυτών το ΟΒ αναφέρει ότι:
Ο Χουν Σεν και μέλη του κόμματός του έχουν επανειλημμένα τόσον απειλήσει όσον και εκτελέσει βίαιες ενέργειες ενάντια στην αντιπολίτευση και τους υποστηρικτές της, συχνά εργαλειοποιώντας για τον σκοπό αυτό τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αυτό το ιστορικό βίας και καταπίεσης καθιστά τις απειλές πιο πιστευτές και συνεπώς πρέπει να θεωρηθούν παραβιάσεις εταιρικών πολιτικών. [...] Η μετέπειτα διαβεβαίωση του Σεν ότι «δεν υποκινεί τον κόσμο ούτε τον ενθαρρύνει στην χρήση βίας» αντιφάσκει προς το σαφές και ξεκάθαρο μήνυμα της ομιλίας του και δεν γίνεται πιστευτό.
Το ΟΒ εξετάζει την πιθανότητα να καλύπτονται οι δηλώσεις του Σεν από την κανονιστική εξαίρεση από περιορισμό σε περίπτωση ειδησεογραφικής επιείκιας (newsworthiness allowance), η οποία περιλαμβάνεται στις πολιτικές της Meta, και παρατηρεί πως ο έντονος έλεγχος των μέσων μαζικής ενημέρωσης στην Καμπότζη αφήνει λίγες μόνον ατραπούς ασφαλούς ή και αντικειμενικής πληροφόρησης στους πολίτες αυτού του κράτους, μία εκ των οποίων είναι και το Facebook. Ωστόσο, ενόψει και του χαρακτήρα των φθεγμάτων του καμποτζιανού πρωθυπουργού, θεωρήθηκε ότι η ελεύθερη διάδοσή τους δια του Facebook μάλλον δίνει ακόμη περισσότερη και μάλιστα -ενόψει του πόσο γνωστό είναι το συγκεκριμένο πρόσωπο- περιττή δημοσιότητα σε εχθροπαθείς δηλώσεις. Το Facebook δεν μπορεί να μεθίσταται, κατά το ΟΒ, όργανο διατράνωσης απειλών βίας και εκδίκησης, ειδικά όταν επίκεινται εκλογές, όπως συνέβαινε in casu. Συνεπώς είναι ορθή, απ’ αυτή την άποψη, η απόφαση απάλειψης του βίντεο από την πλατφόρμα.
Τέλος, επισκεπτόμενο το διεθνές δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το ΟΒ θεωρεί πως η συγκεκριμένη περίπτωση οφείλει να υπαχθεί στις εξαιρέσεις της ελευθερίας του λόγου, βάσει του άρθρου 19 παρ. 3 ΔΣΑΠΔ, προς χάριν της διαφύλαξης της δημόσιας τάξης. Το ΟΒ θεωρεί ότι το συγκεκριμένο περιεχόμενο θα μπορούσε επίσης να θέσει σε κίνδυνο όχι μόνο τα δικαιώματα τρίτων, γενικώς και αορίστως, αλλά συγκεκριμένα το δικαίωμα στην ζωή (άρθ. 6 ΔΣΑΠΔ) και την φυσική ελευθερία του προσώπου, η οποία απειλείται από την άδικη και αναίτια σύλληψη (άρθ. 9 παρ. 1 ΔΣΑΠΔ) καθώς και -ενόψει εκλογών στην χώρα, οι οποίες και επισυνέβησαν τον Ιούλιο 2023- των δικαιωμάτων στην συνάθροιση (άρθ. 21 ΔΣΑΠΔ) και στην συμμετοχή στα δημόσια πράγματα (άρθ. 25 ΔΣΑΠΔ). Καταγιγνώσκει δε το ΟΒ ότι τα λεγόμενα του Χουν Σεν αποτελούν ρητορική μίσους, κολαστέα κατ’ άρθ. 20 παρ. 2 ΔΣΑΠΔ, εφαρμόζοντας για την εν λόγω κρίση το Rabat Action Plan (κριτήρια: κοινωνικοπολιτικές περιστάσεις, ομιλητής, πρόθεση, περιεχόμενο και τρόπος, εμβέλεια/απήχηση, αμεσότητα κινδύνου). Το ΟΒ καταλήγει:
[...] Δια της απλής απάλειψης του περιεχομένου [δηλ. του βίντεο] δεν εξαρκεί για να βεβαιώσει τον σεβασμό των δικαιωμάτων των τρίτων σε αυτή την περίπτωση και η αναστολή λειτουργίας [των λογαριασμών] προβάλλει αναγκαία. Η απλή απάλειψη του περιεχομένου δεν κάνει τίποτα για να εμποδίσει μελλοντικές παραβιάσεις και υποκίνηση σε βία, ενδεχόμενα ιδιαιτέρως επικίνδυνα ιδίως ενόψει των επερχόμενων εκλογών. Το ΟΒ επομένως βρίσκει πως η αναστολή της λειτουργίας των επίσημων σελίδων του Χουν Σεν σε Facebook και Instagram πληρούν το κριτήριο της αναλογικότητας.
Γ. Περιορίζοντας την Ελευθερία του Λόγου Δημοσίων Προσώπων: Αξίζει να σημειωθεί ότι στον απόηχο της υπόθεσης Τραμπ, η Meta κατέστρωσε συγκεκριμένη πολιτική αποκλεισμού δημοσίων προσώπων από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που διαθέτει. Τα κριτήρια επιβολής τέτοιου αποκλεισμού είναι: (α) η βαρύτητα της παράβασης εταιρικής πολιτικής και η προϊστορία του συγκεκριμένου χρήστη - δημοσίου προσώπου στις πλατφόρμες της εταιρίας, (β) η δυνατότητα επηρεασμού που διαθέτει το υπόψιν δημόσιο πρόσωπο εν σχέσει με τα πρόσωπα κατά των οποίων «επιτίθεται» και (γ) η έκταση της βίας και της φυσικής βλάβης που δύναται να προκληθεί. Ο κ. Σεν πληροί και τα τρία κριτήρια: η υποκίνηση όχλου ώστε να επιτεθεί σε σπίτια αγνώστων τρίτων είναι ασφαλώς σοβαρή παράβαση, ενώ είναι γνωστές οι τακτικές που ο Χουν Σεν ακολουθεί ως προς τους αντιπάλους του, ενδο- και εξω-διαδικτυακά (πρώτο κριτήριο). Παράλληλα, πρόκειται εδώ για τον δεύτερο -μετά τον βασιλέα- πολιτειακό παράγοντα της Καμπότζης, ο οποίος διαθέτει τον πλήρη έλεγχο του κόμματός του,
του στρατού, της αστυνομίας αλλά ακόμη και της δικαστικής εξουσίας, με ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού να τον υπακούει πιστά (δεύτερο κριτήριο). Εξάλλου, η ομιλία υποκινεί την εκτέλεση ενόπλων επιθέσεων, ενώ προηγούμενες τέτοιες επιθέσεις έχουν καταλήξει ακόμη και σε θανάτους, ο δε ομιλητής αναφέρεται στην διάρκεια του βίντεο τουλάχιστον σε έναν πολιτικό του αντίπαλο ονομαστικά (τρίτο κριτήριο). Κατ’ αποτέλεσμα, το ΟΒ συνάγει ότι το περιεχόμενο που αναρτήθηκε αποτελεί σοβαρή παράβαση των πολιτικών της Meta και ότι ο καμποτζιανός πρωθυπουργός θα πρέπει να αποκλειστεί άμεσα από τις πλατφόρμες της εταιρίας. Στο ίδιο άλλωστε συμπέρασμα καταλήγει και η αξιολόγηση της υπόθεσης υπό το πρίσμα των αξιών της εταιρίας, τουτέστιν της Φωνής, της Ασφάλειας και της Αξιοπρέπειας, με την διάχυση του συγκεκριμένου βίντεο να καθιστά επιτακτική την προτεραιοποίηση της Ασφάλειας των χρηστών, εντός και εκτός διαδικτύου.
ΧΙΙ. Εκφοβισμός και βία
Α. Ιδιαιτέρως ευαίσθητο ζήτημα συζήτησης έχει καταστεί στις Ηνωμένες Πολιτείες το ζήτημα της άμβλωσης, στον απόηχο της ανατροπής της πάγιας νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ότι υπάρχει σχετικό συνταγματικό δικαίωμα, δια της απόφασης Dobbs v. Jackson Women’s Health Organisation (24.06.2022) η οποία επαναφέρει την νομοθετική πρωτοβουλία για το θέμα στην δικαιοδοσία των πολιτειών. Στις 06.09.2023, το ΟΒ βρέθηκε να αποφαίνεται επί αναρτήσεων συναφών με την θεματική της άμβλωσης, στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις «United States posts discussing abortion». Το περιεχόμενο των υπό κρίση αναρτήσεων ήταν το εξής:
1. Πρώτη ανάρτηση: απεικονίζεται εικόνα υπερεκτεινόμενων χεριών, με σχόλιο «Η Λογική υπέρ της Άμβλωσης: δεν θέλουμε να είσαι φτωχός, πεινασμένος ή να αισθάνεσαι πως δεν σε θέλει κανείς. Οπότε, αντ’ αυτού, απλώς θα σε σκοτώσουμε. Ψυχοπαθείς...» Η ανάρτηση έγινε σε δημόσια ομάδα, με ικανό αριθμό μελών, η οποία αυτοπροσδιοριζόταν ως υποστηρίζουσα την ιερότητα της ανθρώπινης ζωής και καταδικάζουσα την «φιλελεύθερη αριστερά».
2. Δεύτερη ανάρτηση: απεικονίζεται απόκομμα οθόνης (screenshot) όπου προβάλλεται η είδηση ότι «21 ρεπουμπλικανοί νομοθέτες στην Νότια Καρολίνα προτείνουν την θανατική ποινή για γυναίκες που κάνουν εκτρώσεις». Ο χρήστης, αντίθετων προφανώς πεποιθήσεων από εκείνον που προέβη στην πρώτη ανάρτηση, προσθέτει ειρωνικό σχόλιο: «Είμαστε τόσο υπέρ της ζωής που θα σε σκοτώσουμε αν κάνεις έκτρωση».
3. Τρίτη ανάρτηση: στο ίδιο μήκος κύματος, αναπαράγεται η είδηση πως «Ρεπουμπλικανοί νομοθέτες από την Νότια Καρολίνα προτείνουν την θανατικοί ποινή για γυναίκες που κάνουν εκτρώσεις», με τον χρήστη να διερωτάται αν η θέση αυτών των νομοθετών συνοψίζεται στο ότι «επειδή είναι εσφαλμένο να σκοτώνεις, θα σε σκοτώσουμε».
Ας σημειωθεί ότι καμία από αυτές τις δημοσιεύσεις δεν συγκέντρωσε σε σημαντικό βαθμό το ενδιαφέρον και την προσοχή άλλων χρηστών. Παρά ταύτα το Facebook απάλειψε τις δημοσιεύσεις.
Συνεκδικάζοντας τις τρεις περιπτώσεις, το ΟΒ παραδέχθηκε την δυσκολία διάκρισης της χρήσης μιας λέξης που έχει ιδιαίτερη συναισθηματική βαρύτητα (kill) και ιδίως τον εντοπισμό των επιθετικών και μη επιθετικών ή ρητορικών χρήσεων μιας τέτοιας λέξεις, οι αποδέκτες της οποίας μπορεί να ποικίλλουν, από ισχυρούς θεσμικούς παράγοντες έως ευάλωτες ομάδες. Παρά ταύτα, το ΟΒ, υπομιμνήσκοντας και προηγούμενες αποφάσεις του, επανέλαβε την θέση ότι «βίαιες λέξεις» οι οποίες χρησιμοποιούνται ρητορικά δεν υποδηλώνουν κατ’ ανάγκην απειλή ή παρακίνηση σε βία και συνεπώς είναι δυνατόν τυχόν περιορισμός τους να αποτελεί απαράδεκτο περιορισμό της «Φωνής». Η προάσπιση της ελευθερίας της έκφρασης και του λόγου εμπεριέχει και την ανοχή αμφιλεγόμενων απόψεων μερίδας χρηστών επί ευαίσθητων πολιτικών ζητημάτων. Το ΟΒ καταλήγει στο συμπέρασμα πως ενόψει του άρθ. 19 ΔΣΑΠΔ, η απάλειψη των προκείμενων αναρτήσεων δεν ήταν ούτε αναγκαία ούτε αναλογική περιστολή του λόγου και δικαιολόγησε την στάση της εταιρίας υπογραμμίζοντας ότι «πιθανώς πρόκειται για περιπτώσεις αναπόφευκτων εσφαλμένων αποφάσεων σχετικά με αναρτήσεις».

Β. Μια ακόμη υπόθεση, σημαντική ενόψει της πρόληψης της ενδοκοινοτικής βίας που μπορεί να διασπαρεί μέσω του διαδικτύου, είναι η «Communal Violence in Indian State of Odisha», επί της οποίας το ΟΒ αποφάνθηκε στις 28.11.2023. Ινδός χρήστης ανήρτησε στο Facebook ένα βίντεο, στο οποίο απεικονίζεται ένα πλήθος το οποίο διεξάγει λιτανεία, κραδαίνοντας κίτρινες σημαίες (παραδοσιακό χρώμα στην ινδουιστική θρησκεία αλλά και με τον ινδουιστικό εθνικισμό) και αναφωνώντας «Jai Shri Ram», τουτέστιν «Χαίρε άρχοντα Ραμ», μια φράση η οποία ενέχει όχι μόνο θρησκευτικό αλλά και εθνικιστικό περιεχόμενο. Ένας περίοικος πετά προς το μέρος του πλήθους μια πέτρα και τότε μερικοί από τους λιτανεύοντες αρχίζουν να πετούν κι εκείνοι πέτρες προς το κτίριο απ’ όπου προήλθε η επίθεση, συνεχίζοντας να επικαλούνται τον Ραμ και παράλληλα φωνάζοντας «bhago» και «maro maro», ήτοι «τρέξτε» και «βαράτε». Η όλη σκηνή εκτυλίχθηκε στην πόλη
Σαμπαλπούρ, στο ινδικό κρατίδιο της Οντίσα, εν μέσω ταραχών, μεταξύ ινδουιστών και μουσουλμάνων, και οδήγησε σε 85 συλλήψεις από τις αρχές. Κατά την πολιτική περί βίας και υποκίνησής της (violence and incitement policy) της Meta, ο ορισμός του «στόχου» εμπρηστικού λόγου δυνάμενου να προκαλέσει την έξαρση βίας ή την τέλεση αδικημάτων περιλαμβάνει:
Κάθε πρόσωπο, ακόμη και ανώνυμο, εφόσον πρόκειται για αληθινό πρόσωπο το οποίο δεν μπορεί να ταυτοποιηθεί εξ ονόματος ή φωτογραφικών απεικονίσεων.
Στην ίδια πολιτική ως «υψηλής επικιδυνότητας βία» ορίζεται:
Κάθε βιαοπραγία που είναι πιθανό να οδηγήσει σε θάνατο καθώς και κάθε βιαιοπραγία οριακής επικινδυνότητας, η οποία δεν μπορεί διαμιάς να θεωρηθεί μεσαίας ή υψηλής επικινδυνότητας.
Με άλλα λόγια, θεσπίζεται ένα ενδιαφέρον τεκμήριο in dubio pro grave στον χαρακτηρισμό βιαίων πράξεων που αποτυπώνονται σε αναρτήσεις που δημοσιεύονται στις πλατφόρμες της εταιρίας. Ασφαλώς, στην κρίση περί την έκταση της εκάστοτε αποτυπούμενης βίας, λαμβάνονται υπόψιν επιμέρους παράγοντες όπως εν προκειμένω οι εκατέρωθεν λιθοβολισμοί, η σύμπτωση ινδουιστικών και ισλαμικών εορτών που μπορεί ενδεχομένως να δυναμιτίσει το κλίμα, η συχνότητα φαινομένων όπως το εκάστοτε αναπαριστάμενο κ.λπ.
Επιλαμβανόμενο της υπόθεσης, το ΟΒ σημειώνει πως παρά το γεγονός ότι το βίντεο πράγματι εικονίζει μια βίαιη συμπλοκή, συνοδεύεται από ένα ουδέτερο σχόλιο (αναφερόταν, ως λεζάντα, απλώς η ονομασία της πόλης: Sambalpur). Τούτου δοθέντος είναι εξεταστέο κατά πόσον η ανάρτηση εμπίπτει σε ειδική εξαίρεση που έχει η Meta στην πολιτική της για αναρτήσεις που «σκοπούν ξεκάθαρα στην πληροφόρηση και επιμόρφωση άλλων για ένα ζήτημα ή θέμα» (λ.χ. ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης). Επισκεπτόμενο την in casu κοινωνικοπολιτική συνθήκη (εντός και εκτός διαδικτύου), το ΟΒ κατέληξε πως οι βίαιες συμπλοκές που λάμβαναν χώρα στην περιοχή και η έλλειψη ιδιαίτερου ειδησεογραφικού ή επιμορφωτικού ενδιαφέροντος του βίντεο κατατείνουν στο συμπέρασμα πως το συγκεκριμένο περιεχόμενο κάλλιστα θα μπορούσε να επιτείνει τον κίνδυνο κλιμάκωσης της βίας, επέχοντας χαρακτήρα απειλής ή πρόσκλησης σε βία κατά θρησκευτικών κοινοτήτων, του τύπου που λαμβάνει χώρα στην Σαμπαλπούρ. Συνέτεινε έτσι το ΟΒ με την Meta ότι η απάλειψη του βίντεο είναι σύμφωνη με την τήρηση των πολιτικών της. Επενέδυσε δε την άποψή του με επιχείρημα αντλούμενο από το άρθ. 19 παρ. 3 ΔΣΑΠΔ περί θέσεως σε κίνδυνο -από την συγκεκριμένη ανάρτηση- των δικαιωμάτων τρίτων, ιδίως εκείνων στην ζωή και την θρησκευτική ελευθερία.
Όπως και σε άλλες περιπτώσεις, παρομοιάζοντας το περιεχόμενο του βίντεο με περιστατικό εθχροποαθούς λόγου εν τη ευρεία εννοία, το ΟΒ εφαρμόζει τα κριτήρια του Rabat Action Plan, διαπιστώνοντας ότι συντρέχει λόγος αφαίρεσης του εν θέματι περιεχομένου, ενόψει του περιεχομένου και της μορφής της ανάρτησης, των οξύτατων κοινωνικών και θρησκευτικών συγκρούσεων, της ευρείας διασποράς του οπτικοακουστικού μέσου και την αμεσότητα του κινδύνου στα έννομα αγαθά της ζωής και της προσωπικής ασφάλειας, δεδομένου ότι ήδη οι συμπλοκές στην περιοχή της Οντίσα είχαν προκαλέσει πολλές συλλήψεις και έναν θάνατο. Με γνώμωνα επομένως την έκταση του προλεχθέντος κινδύνου, η απόφαση της Meta ήταν στην περίπτωση αυτή ενδεδειγμένη, αναγκαία όσον και αναλογική.
ΧΙΙΙ. Παραλείψεις, διορθώσεις και εξέλιξη
Α. Ένα χαρακτηριστικό της νομολογίας του ΟΒ είναι ο δυναμικός της χαρακτήρας στην διαμόρφωση των πολιτικών της Meta. Αυτό δεν υποδεικνύεται μόνο στην περίπτωση της υπόθεσης Τραμπ και της μεγαλύτερης ετοιμότητας της εταιρίας να αντιμετωπίσει αργότερα την περίπτωση Σεν, αλλά ακόμη και από την απόρριψη εφέσεων (appeals) για τον λόγο της ύπαρξης «νομοθετικού κενού» το οποίο η εταιρία θα πρέπει να αναπληρώσει. Για παράδειγμα, στην υπόθεση «Image of gender-biased violence», η απόφαση επί της οποίας εκδόθηκε στις 01.08.2023, το ΟΒ αρνήθηκε να επικυρώσει την απόφαση του Facebook να απαλείψει βίντεο από σελίδα χρήστη από την Ερυθραία, όπου με τρόπο καθαρό αποτυπωνόταν ο εκφοβισμός γυναικών και η διάκριση κατ’ αυτών βάσει του φύλου τους, εξαιτίας της ύπαρξης κενού στην πολιτική της Meta, η οποία φαινόταν να «κανονικοποιεί» την έμφυλη βία διαμέσου εξύμνησης, δικαιολόγησης, εορτασμού ή γελοιοποίησης, ιδίως σε περίπτωση που ο «στόχος» δεν είναι διυποκειμενικά διαπιστώσιμος ή σε περίπτωση που ο έμφυλος εκφοβισμός γίνεται με χρήση μιας φωτογραφίας που απεικονίζει κάποιον φανταστικό ή απροσδιόριστο χαρακτήρα. Το ΟΒ στην προκειμένη περίπτωση συνέστησε στην εταιρία να αναπτύξει την πολιτική της κατά τρόπον ώστε να καλυφθεί το διαπιστωθέν vacuum legis.
Β. Ευαισθητοποιημένο σε ζητήματα προστασίας των γυναικών, το ΟΒ κλήθηκε να αντιμετωπίσει την ειδική περίπτωση ευτελιστικού εκφοβισμού κατά γυναίκας, στην υπόθεση «Dehumanising speech against a woman», η απόφαση επί της οποίας εκδόθηκε στις 27.06.2023. Εν προκειμένω, ένας αμερικανός χρήστης καθύβριζε, δια της ανάρτησης φωτογραφίας μίας γυναίκας (στην οποία δεν φαίνονταν τα χαρακτηριστικά της) και σχολίου, δια του οποίου την παρομοίαζε με «άπλυτη και βρομερή νταλίκα». Επί του προσώπου της είχε τοποθετήσει το εικονίδιο (emoji) «εμετός», ενώ αιτιολογούσε την απόκρυψη των χαρακτηριστικών λόγω της «ντροπής του που κατείχε [sic: owned] αυτό τον σωρό σκουπίδια». Επισύναπτε τέλος πληροφορίες σχετικά με ιστοσελίδες συνοικεσίων στις οποίες υποτίθεται ότι η καθ’ ης η ανάρτηση είχε προφίλ. Την ανάρτηση κατήγγειλαν άνω των πεντακοσίων χρηστών, ενώ έλαβε ευρεία δημοσιότητα, με περί τα δύο εκατομμύρια θεάσεις. Κατά τρόπον όλως παράδοξο, το Facebook δεν ενήργησε ώστε να αφαιρεθεί η βδελυρή και συκοφαντική ανάρτηση και δεν επέδειξε την -ορισμένες φορές παροιμιώδη- υπερευαισθησία του σε περιστατικά εκφοβισμού (bullying).
Το ΟΒ έφερε υπόψιν της εταιρίας αυτενεργώντας (κατόπιν αναφοράς χρήστη) την ανάρτηση και επέστησε την προσοχή της στο γεγονός ότι τυχόν επανάληψη τέτοιων περιστατικών αφενός μεν θα οδηγούσε σε αποτυχία επιβολής των εταιρικών πολιτικών για τον εκφοβισμό και την παρενόχληση (bullying and harassment standard), αφετέρου δε θα είχε ως συνέπεια την εξ αντανακλάσεως περιστολή της ελευθερίας του λόγου των γυναικών και άλλων περιθωριοποιημένων ομάδων [sic]. Κατά το ΟΒ, η Meta οφείλει με ολιστικό τρόπο να αντιμετωπίσει τις σχετικώς αναφυόμενες προκλήσεις και να εξεύρει ένα μέτρο ισορροπίας μεταξύ των αξιών της Ασφάλειας, της Αξιοπρέπειας και της Φωνής, το οποίο και διασαλεύεται καθόσον η εταιρία ολιγωρεί να εφαρμόσει σε περιπτώσεις σαν αυτήν την συναφή πολιτική της, η οποία σε ορισμένα μάλιστα σημεία πάσχει από αμφισημία.

XIV. Συμπεράσματα
Έχοντας προβεί σε μία εκτεταμένη επισκόπηση της, ούτως ειπείν, «νομολογίας του Facebook» σχετικά με ζητήματα ελευθερίας του λόγου, όπως αυτή διαμορφώθηκε στα τρία πρώτα χρόνια λειτουργίας του Oversight Board, μπορούμε να προβούμε σε ορισμένα συμπεράσματα, τα οποία παρατίθενται βραχυλογικά παρακάτω.
1. Για το ΟΒ η ελευθερία του λόγου δεν είναι απόλυτη. Οφείλει να βρίσκεται σε αρμονία με τον σεβασμό της αξίας του ανθρώπου αλλά και να περιστέλλεται κατά τρόπον ώστε να μην θέτει σε κίνδυνο ευάλωτες ή ευαίσθητες ομάδες του παγκόσμιου ή του εκάστοτε εντόπιου πληθυσμού. Μολονότι η Meta επαγγέλλεται ότι η ελευθερία της έκφρασης είναι «αδιαμφισβήτητης σημασίας» (of paramount importance), μία έκφραση η οποία χρησιμοποιείται σχεδόν σε όλες τις αποφάσεις του ΟΒ, ωστόσο φαίνεται διατεθειμένη να προτάξει λ.χ. την ασφάλεια έναντι αυτής, ακόμα και με κίνδυνο κατάληξης στο ανάστροφο αποτέλεσμα, εκείνο της αποθάρρυνσης θεμιτά κριτικού λόγου.
2. Για το ΟΒ η κάθε ανάρτηση, η κάθε φράση ή σχόλιο εξυπηρετεί έναν σκοπό. Κατά την κρίση του δικαιοδοτικού αυτού σώματος, ο λόγος αυτός μπορεί να αποσκοπεί στην ενημέρωση, στην ευαισθητοποίηση, στην στηλίτευση, στον εκφοβισμό ή την κατασίγαση, στην εξύμνηση ή επιδοκιμασία προσώπων, πραγμάτων και καταστάσεων. Και κάθε φθέγμα έχει ειδική κάθε φορά σημασία: μπορεί να είναι δημοσιογραφικού ή κοινωνικού ενδιαφέροντος, να αποτελεί ευπρόσδεκτη ή αιχμηρή κοινωνική κριτική, ουδέτερη διαπίστωση, ή να εμπίπτει στην ελευθερία της πληροφόρησης, της μετάδοσης ειδήσεων και της αναφοράς περιστατικών. Κάθε κατηγορία λόγου, ιδωμένη εντός συγκειμένων, χαίρει ανάλογης σημασίας και βρίσκει την θέση της σε ένα αρκετά αυστηρό -και ενδεχομένως μυωπικό- φάσμα από τον απολύτως «θεμιτό λόγο» έως τον λόγο που πρέπει οπωσδήποτε να απαγορευθεί. Κατά περιπτώσεις, δίνεται μάλιστα η εντύπωση ότι το φιλοσοφικό σημείο εκκίνησης για την απόδοση δικαιοσύνης δεν είναι ο ρέων λόγος αλλά η σιωπή, κατ’ εξαίρεση της οποίας δικαιούται ο εκάστοτε χρήστης να εκφράσει σκέψεις και στοχασμούς. Καμία πάντως ανάρτηση δεν είναι, στο πλαίσιο αυτό, αποχρωματισμένη.
3. Το ΟΒ προσχωρεί στην ηπειρωτική αντίληψη περί περιστολών δικαιωμάτων βάσει αναγκαιότητας και αναλογικότητας. Οι δύο αυτές έννοιες αποτελούν καθοριστικό κομμάτι της δικανικής του κρίσης, που συχνά μπορούν να γείρουν την πλάστιγγα υπέρ ή κατά της απάλειψης μιας δημοσίευσης. Είναι επομένως αμφίβολο κατά πόσον το ΟΒ θα έκρινε ομοίως προστατευτέες από την ελευθερία του λόγου τις αναρτήσεις της υπόθεσης «United States posts discussing abortion» αν λάμβαναν εκτεταμένη δημοσιότητα και χιλιάδες θεάσεις.
4. Η νομολογία του ΟΒ καταδεικνύει μιαν αντιφατική συμπεριφορά ως προς την πρόσληψη του δικαίου ως φαινομένου, κάτι ίσως δικαιολογημένο για ένα δικαιοδοτικό σώμα που ακόμη βρίσκεται εν τη γενέσει του. Από την μια, μπορεί να διαπιστωθεί υπερβολική προσκόλληση στο γράμμα του εφαρμοζόμενου κανόνα (π.χ. στην υπόθεση «Image of gender-based violence») και στην αρχή της νομιμότητας, που εφιστά την προσοχή στην ύπαρξη ενός δημοσίως γνωστού, κατανοητού και προϋφιστάμενου κανόνα δικαίου ως προϋπόθεσης της απονομής δικαιοσύνης, ενώ από την άλλη υπάρχουν και περιπτώσεις δικαιοπλαστικές, όπου το ΟΒ ενεργεί δυναμικά, ex aequo et bono ασχέτως λ.χ. της ασάφειας του εφαρμοζόμενου κανόνα δικαίου ή των πλημμελειών στην εφαρμογή του και καθιστά εαυτό νομοπαρασκευαστικό όργανο επηρεάζοντας έτσι καθοριστικά τυχόν μεταβολές στις πολιτικές της Meta (χαρακτηριστική είναι εδώ η υπόθεση «Former President Trump’s suspension»). Ταλαντεύεται έτσι το ΟΒ μεταξύ ενός αυστηρού πνεύματος νομικού θετικισμού και μιας δημιουργικής, εξω-θετικής και ίσως κοινωνικής αντίληψης περί δικαίου.
5. Η εφαρμογή εκ μέρους του ΟΒ του διεθνούς δικαίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με εφαλτήριο το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ΔΣΑΠΔ) είναι μεγάλης σημασίας βήμα προς την κατεύθυνση της οικουμενικής εφαρμογής του συμφώνου και της δημιουργίας -ενόψει και της μεγάλης επιρροής του ΟΒ και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης της Meta, η οποία διαπερνά σχεδόν όλες τις εθνικές δικαιοταξίες- εθιμικού διεθνούς δικαίου, το οποίο να καλύπτει το σύνολο των περιλαμβανόμενων στο σύμφωνο δικαιωμάτων. Οι διατάξεις του ΔΣΑΠΔ «πρωτενεργούν» σε ιδιωτικές σχέσεις μεταξύ Meta και χρηστών, ενώ παράλληλα είναι σημαντική η συμβολή του ΟΒ στην ερμηνεία των αόριστων νομικών εννοιών που περιλαμβάνονται στο άρθ. 19 παρ. 3 ΔΣΑΠΔ και στην εφαρμογή των διεθνώς θεσπισμένων κριτηρίων του Rabat Action Plan στην περίπτωση υπαγωγής μιας υπόθεσης στο άρθ. 20 παρ. 2 ΔΣΑΠΔ.
6. Η νομολογία του ΟΒ είναι εγγύτερη στα ευρωπαϊκά παρά στα αμερικανικά πρότυπα περί ελευθερίας του λόγου και της έκφρασης. Η αιχμηρή κριτική επιτρέπεται πλην περιπτώσεων που δύναται να συδαυλίσει κοινωνική και ιδίως πολεμική ένταση. Η σάτιρα βρίσκει το όριό της σε περιπτώσεις απανθρωπικής απεικόνισης ή προώθησης ρατσιστικών κ.λπ. στερεοτύπων. Επιδιώκεται η εξασφάλιση της θρησκευτικής ελευθερίας και της ελευθερίας της τέχνης εντός ενός πλαισίου καλής πίστης και προθέσεων, στο οποίο ο λόγος δεν θα εργαλειοποιείται προς τον σκοπό της κατασίγασης ευάλωτων ομάδων. Ακόμη και η επιλογή των λέξεων δια των οποίων λαμβάνει χώρα η πολιτική κριτική, όπως και η πρόθεση, η εμβέλεια και το κύρος του ομιλητή δύνανται να επηρεάσουν την κρίση του ΟΒ περί θεμιτού η μη λόγου.
7. Το ΟΒ ευρίσκει εαυτόν σε φιλοσοφική αμφιταλάντευση σχετικά με τις συνέπειες των λέξεων και την σύγχρονη προβληματική περί βλάβης που προκύπτει δια μόνων των λεκτικών εκφράσεων. Από την μια, παραδέχεται ότι υπάρχει «λόγος που βλάπτει» (speech that hurts), με την έννοια ότι κατά τρόπον άμεσο και χωρίς την μεσολάβηση κάποιας θετικής, φυσικής ενέργειας, μπορεί ο λόγος ενός προσώπου να επηρεάσει την δυνατότητα ενός άλλου να εκφράζεται ελεύθερα (silencing effect) και να συνιστά «πράξη» αφ’εαυτού του, κατά την φιλοσοφία των MacKinnon και Langton, μεταξύ άλλων. Από την άλλη, η διαφορετική μεταχείριση του φαινομένου της πολιτικής κριτικής αναλόγως της κοινωνικοπολιτικής κατάστασης «επί του πεδίου» (βλ. την διαφορά μεταξύ των υποθέσεων «Myanmar post about Muslims» και «Armenians in Azerbaijan») δεικνύει ότι το ΟΒ θεωρεί ότι το κρίσιμο μέγεθος περί του αν πρέπει μια ανάρτηση να απαλειφθεί είναι ο αντίκτυπός της εκτός διαδικτύου, δηλ. η ενδεχόμενη πρόκληση κοινωνικών αναταραχών ή η υποκίνηση βίας κ.λπ.
XV. Επίλογος
Η ελευθερία του λόγου και της έκφρασης βρίσκεται σήμερα και πάλι στο προσκήνιο, ενόψει διεθνών προκλήσεων που θέλγουν τον νομοθέτη προς την κατεύθυνση της περιστολής της (βλ. άρνηση αποτελεσματικότητας εμβολιασμών κατά του νέου κορωνοϊού, κλιματικός σκεπτικισμός, ακροδεξιός λαϊκισμός και ξενοφοβία κ.λπ.). Αποτελώντας πλέον αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας και -εν τέλει- της προσωπικότητάς μας, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διαδραματίζουν σήμερα μείζονα ρόλο στην εποπτεία και ροή του δημοσίου διαλόγου. Υπ’ αυτή την έννοια, η νομολογία του ΟΒ, με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των μέχρι στιγμής αποφάσεων που την απαρτίζουν, είναι ένα πολύτιμο δείγμα γραφής του τρόπου που σύγχρονα δικαιοδοτικά όργανα αντιμετωπίζουν την ελευθερία του λόγου και της έκφρασης και τον τρόπο που θεωρούν δέον αυτή να ρυθμίζεται. Αποτελούν τμήμα μιας νέας πραγματικότητας στην άσκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία πλέον λαμβάνει χώρα όχι μόνο στον φυσικό αλλά και στον ψηφιακό κόσμο. Ενεργώντας προσεκτικά και με την δέουσα φειδώ, το ΟΒ μπορεί μεσοπρόθεσμα να καταστεί πράγματι ένα καίριο σημείο αναφοράς στην εφαρμογή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών στο διαδίκτυο καθώς και να αποτελέσει ένα εργαστήριο ερμηνείας του εύρους και πεδίου εφαρμογής τους ενόψει των ολοένα διευρυνόμενων δυνατοτήτων που ανακύπτουν και των σύνθετων, μεταβαλλόμενων διεθνών συνθηκών. Ελπίδα του γράφοντος αποτελεί ο αναγνώστης να αποκομίζει διατρέχοντας την παρούσα μελέτη μία ικανοποιητική εικόνα του πνεύματος και της κατεύθυνσης της νομολογίας του νεώτερου και ίσως πλέον καινοτόμου «διεθνούς δικαστηρίου», που τόσο σημαντικό ρόλο προβλέπεται να έχει στην μέλλουσα κοινωνία.