ΓΝΩΜΗ Γ 7/2022
EΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ
ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
(του άρθρου 2, παρ. 2, περ. γ', υποπερ. γγ' του ν. 4013/2011)
Η ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Στην Αθήνα σήμερα, την 21η Απριλίου του έτους δύο χιλιάδες είκοσι δύο (2022), ημέρα Πέμπτη και ώρα 09:00 π.μ., επί της οδού Κεφαλληνίας 45 και Κομνά Τράκα, όπου και τα γραφεία της, συνήλθε η ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ (εφεξής και «Αρχή» ή «Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.») σε συνεδρίαση, μετά από σχετική πρόσκληση του Προέδρου της, η οποία γνωστοποιήθηκε νομίμως σε όλα τα Μέλη της Αρχής.
Από τα προσκληθέντα Μέλη της Αρχής παρέστησαν κατά τη συνεδρίαση τα ακόλουθα:
Πρόεδρος: Γεώργιος Καταπόδης
Αντιπρόεδρος: Αδάμ Καραγλάνης (μέσω τηλεδιάσκεψης)
Μέλη: Δημήτριος Σταθακόπουλος (μέσω τηλεδιάσκεψης)
Κωνσταντίνος Βαρδακαστάνης (μέσω τηλεδιάσκεψης)
Βασιλική Σκαρτσούνη (μέσω τηλεδιάσκεψης)
Γραμματέας: Αικατερίνη Αλτιπαρμάκη, Δ.Ε. Διοικητικών Γραμματέων
Εισηγήτρια: Ελένη Γούναρη, Μηχανικός, Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης παρέστησαν η εισηγήτρια, Ελένη Γούναρη, η Αν. Προϊσταμένη του Τμήματος Γνωμοδοτήσεων, Χριστίνα Καξιρή, η Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Μελετών και Γνωμοδοτήσεων, Μίνα Καλογρίδου, καθώς και εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας (μέσω τηλεδιάσκεψης) και εκπρόσωπος του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών (μέσω τηλεδιάσκεψης), οι οποίοι/ες αποδεσμεύτηκαν πριν την έναρξη της διαδικασίας της ψηφοφορίας των Μελών της Αρχής και τη λήψη της απόφασης.
Θέμα: Διατύπωση γνώμης της Αρχής σύμφωνα με το άρθρο 2, παρ. 2, περ. γ’ υποπερ. (γγ) του ν. 4013/2011, όπως ισχύει, επί σχεδίου Κοινής Απόφασης των Υπουργών Υγείας και Υποδομών και Μεταφορών με θέμα: «Ορισμός κεντρικών αναθετουσών αρχών κατ’ άρθρο 41 και αποφαινόμενων και γνωμοδοτούντων οργάνων σε θέματα ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων, εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών κατ’ άρθρο 199, ν. 4412/2016, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, από το Υπουργείο Υγείας, τα εποπτευόμενα από αυτό Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ.».
**********************
Ι. Διαδικαστικά
Με το από 29.03.2022 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών (αρ. πρωτ. εισερχομένου ΕΑΑΔΗΣΥ 1732/29.03.2022), διαβιβάσθηκε στην Αρχή σχέδιο Κοινής Απόφασης των Υπουργών Υγείας και Υποδομών και Μεταφορών και διατυπώθηκε αίτημα περί παροχής σύμφωνης γνώμης της Αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ' υποπερ. γγ' του ν. 4013/2011.
ΙΙ. Η υπό εξέταση ρύθμιση
Το υποβληθέν στην Αρχή σχέδιο Κοινής Απόφασης των Υπουργών Υγείας και Υποδομών και Μεταφορών έχει ως εξής:
«ΚΟΙΝΗ ΥΠΟΥΡΓΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
ΘΕΜΑ: «Ορισμός κεντρικών αναθετουσών αρχών κατ’ άρθρο 41 και αποφαινόμενων και γνωμοδοτούντων οργάνων σε θέματα ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων, εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών κατ’ άρθρο 199, ν. 4412/2016 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, από το Υπουργείο Υγείας, τα εποπτευόμενα από αυτό Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ.»
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ
ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ
Έχοντας υπόψη:
A’ τις διατάξεις:
1. του ν. 4622/2019 (Α’ 133), «Επιτελικό Κράτος: οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια της Κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της κεντρικής δημόσιας διοίκησης».
2. του ν. 4412/2016 (Α' 147), «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, «Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ)», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει και ιδίως των άρθρων 41 και 199 αυτού.
3. του ν. 1579/1985 (Α’ 217), παρ. 1 του άρθρου 21 «Ρυθμίσεις για την εφαρμογή και ανάπτυξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας και άλλες διατάξεις», όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 30 του ν. 2646/1998 (Α’ 236).
4. του ν. 3329/2005 (Α’ 81) «Εθνικό Σύστημα Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και λοιπές διατάξεις».
5. του ν. 2519/1997 (Α’ 165) «Ανάπτυξη και εκσυγχρονισμός του Εθνικού Συστήματος Υγείας, οργάνωση των υγειονομικών υπηρεσιών, ρυθμίσεις για το φάρμακο και άλλες διατάξεις όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.».
6. του Π.Δ. 68/2021 (Α’ 155) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρώτριας Υπουργού και Υφυπουργών».
7. του Π.Δ. 121/2017 (Α’ 148) «Οργανισμός του Υπουργείου Υγείας».
8. του π.δ. 123/2017 (Α’ 151) «Οργανισμός του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών».
9. του άρθρου 90 του κώδικα που κυρώθηκε με το άρθρο 1 του Π.Δ. 63/2005, (Α’ 98)«Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
10. του Β.Δ της 30.6/6.7.1954 (Α’ 146) «Περί εποπτείας και ελέγχου των υπό Ν.Π.Δ.Δ. εκτελουμένων κτιριακών έργων».
11. του Ν.Δ. 2386/53 (Α’ 111) «Περί ενοποιήσεως και αποκεντρώσεως των Τεχνικών Υπηρεσιών του Κράτους».
12. της με αριθμό Δ.Τ.Υ./α/οικ. 3196 (Β’ 619), Κ.Υ.Α. της Προεδρίας της Κυβέρνησης, Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Περιβάλλοντος –Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων ‘’Σύσταση Τεχνικού Συμβούλιου στο Υπουργείο Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Β’ Την υπό στοιχεία Υ32/9.9.2021 απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Αναπληρώτρια Υπουργό Υγείας Ασημίνα Γκάγκα (Β’ 4185)».
Γ’ Το γεγονός ότι από τις διατάξεις αυτής της απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη εις βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.
Δ’ Την με αριθμό ……. γνωμοδότηση της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. σύμφωνα με τα προβλεπόμενα του από το άρθρο 2, παρ. γ, εδαφ. γγ του ν. 4013/2011.
Αποφασίζουμε :
Άρθρο 1 Αντικείμενο-Πεδίο εφαρμογής
Οι διατάξεις της παρούσας απόφασης έχουν εφαρμογή στις διαδικασίες ανάθεσης και εκτέλεσης των δημοσίων συμβάσεων εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4412/2016, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, οι οποίες ανατίθενται και εκτελούνται από το Υπουργείο Υγείας, τα Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ. που υπάγονται ή πρόκειται να υπαχθούν στην εποπτεία του Υπουργείου Υγείας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α : Κεντρικές Αρχές Αγορών (άρθρο 41 ν. 4412/2016)
Άρθρο 2 Καθορισμός Κεντρικών Αρχών Αγορών
2.1. Οι Διοικητικές Υγειονομικές Περιφέρειες (Δ.Υ.ΠΕ.) που συστάθηκαν με τον ν. 3329/2005 (Α΄ 81), ως τροποποιήθηκε και ισχύει καθορίζονται με την παρούσα ως Κεντρικές Αρχές Αγορών (ΚΑΑ), με αρμοδιότητα την συλλογή και επεξεργασία του συνόλου των αιτημάτων ανάθεσης συμβάσεων των φορέων του άρθρου 1 που εδρεύουν εντός της χωρικής αρμοδιότητας εκάστης αυτών.
2.2. Τα Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ. του άρθρου 1, υποχρεούνται να καταρτίζουν ετήσιο προγραμματισμό μελετών, τον οποίο θα υποβάλλουν προς την αρμόδια εποπτεύουσα αυτά Δ.Υ.ΠΕ. και θα γνωστοποιούν στην Τεχνική Υπηρεσία του Υπουργείου Υγείας, μέχρι την 15η Δεκεμβρίου εκάστου ημερολογιακού έτους. Η μεταβολή του ετήσιο προγραμματισμού επιτρέπεται σε περιπτώσεις που συντρέχουν απρόβλεπτες περιστάσεις ή έκτακτες συνθήκες ή γεγονότα ανωτέρας βίας.
2.3. Για συμβάσεις με προϋπολογιζόμενη δαπάνη (προεκτιμώμενη αξίας σύμβασης) έως 100.000 ευρώ, καθήκοντα Αναθέτουσας Αρχής ασκούν τα αρμόδια διοικητικά όργανα των εποπτευόμενων φορέων του Υπουργείου Υγείας, κατόπιν έγκρισης του ετήσιου προγράμματος από την αρμόδια Δ.Υ.ΠΕ..
2.4. Για συμβάσεις με προϋπολογιζόμενη δαπάνη (προεκτιμώμενη αξίας σύμβασης) πλέον των 100.000 ευρώ, καθήκοντα Αναθέτουσας Αρχής ασκούν τα αρμόδια διοικητικά όργανα των Δ.Υ.ΠΕ.
2.5. Για νομικά πρόσωπα του άρθρου 1 που δεν ανήκουν στην εποπτεία των Υ.ΠΕ. καθήκοντα Αναθέτουσας Αρχής ανεξαρτήτως δαπάνης (προεκτιμώμενης αμοιβής) ασκούν τα αρμόδια διοικητικά όργανα αυτών.
2.6. Τα Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ. του άρθρου 1 υποχρεούνται να ενημερώνουν μια (1) φορά ανά εξάμηνο την αρμόδια Υ.ΠΕ. για την εξέλιξη των συμβάσεων εκπόνησης των οικείων μελετών και των φορέων αρμοδιότητας τους προϋπολογισμού έργου έως των 100.000 ευρώ. Οι Διοικητικές Υγειονομικές Περιφέρειες (Δ.Υ.ΠΕ.) και τα νομικά πρόσωπα της παρ. 2.5., υποχρεούνται να ενημερώνουν μια (1) φορά ανά εξάμηνο την Δ.Τ.Υ. του Υπουργείου Υγείας για την εξέλιξη των συμβάσεων εκπόνησης των οικείων μελετών και των φορέων αρμοδιότητας τους προϋπολογισμού έργου άνω των 100.000 ευρώ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β : Αποφαινόμενα και Γνωμοδοτούντα Όργανα
Άρθρο 4 Προϊσταμένη Αρχή
4.1 Καθήκοντα Προϊσταμένης Αρχής για την ανάθεση και εκπόνηση των συμβάσεων του άρθρου 1, ασκούν τα αρμόδια όργανα διοίκησης των φορέων αυτών, εξαιρουμένων των περιπτώσεων για τις οποίες με απόφαση του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικών Υπηρεσιών και Τεχνικής Υποστήριξης καθήκοντα Προϊσταμένης Αρχής αποφασίζεται να ασκεί ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας.
4.2 Για συμβάσεις που αφορούν στις υποδομές της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Υγείας καθήκοντα Προϊσταμένης Αρχής ασκεί ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας.
Άρθρο 5 Διευθύνουσα Υπηρεσία
5.1 Καθήκοντα Διευθύνουσας Υπηρεσίας για τη διοίκηση των συμβάσεων κατά τις διατάξεις του ν. 4412/2016 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, ασκούν οι αρμόδιες τεχνικές υπηρεσίες των φορέων του άρθρου 1, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 183 του ν. 4412/2016, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
5.2 Στις περιπτώσεις που προϊσταμένη αρχή είναι η Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας καθήκοντα Διευθύνουσας Υπηρεσίας ασκεί το Τμήμα Μελετών και Προδιαγραφών της εν λόγω Διεύθυνσης.
Άρθρο 6 Έγκριση Μελετών
Τα αρμόδια διοικητικά όργανα των φορέων του άρθρου 1 που ασκούν αρμοδιότητα προϊστάμενης αρχής εγκρίνουν τις μελέτες κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας Διευθύνουσας Υπηρεσίας.
Άρθρο 7 Τεχνικό Συμβούλιο
Αρμόδιο Τεχνικό Συμβούλιο για τις συμβάσεις του άρθρου 1 της παρούσας είναι το Τεχνικό Συμβούλιο του Υπουργείου Υγείας. Ως προς τη λειτουργία του Τεχνικού Συμβουλίου ισχύουν οι εκάστοτε κείμενες διατάξεις.
Άρθρο 8 Έναρξη ισχύος
Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από τη δημοσίευση της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και καταλαμβάνει τις συμβάσεις που ανατίθεται με το ν. 4412/206, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.
Κάθε προγενέστερη απόφαση που αφορά στο ίδιο αντικείμενο με την παρούσα καταργείται.»
ΙΙΙ. Αρμοδιότητα Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.
Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ' υποπερ. γγ' του ν. 4013/2011: «2. Η Αρχή έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: […..] γ) Γνωμοδοτεί για τη νομιμότητα κάθε διάταξης σχεδίου νόμου ή κανονιστικής πράξης που αφορά στις δημόσιες συμβάσεις και συμμετέχει στις οικείες νομοπαρασκευαστικές επιτροπές. Τα αρμόδια όργανα οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τη γνώμη της Αρχής. Ειδικότερα: […..] γγ) Οι λοιπές κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση νόμου, εξαιρουμένων των προκηρύξεων, καθώς και οι κανονισμοί άλλων δημοσίων οργάνων και αναθετουσών αρχών, όπως ιδίως οι κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 5 παρ. 3 του ν.2286/1995, συμπεριλαμβανομένων των κανονισμών εσωτερικής λειτουργίας των κατά περίπτωση αρμόδιων ελεγκτικών διοικητικών οργάνων στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, κατά το μέρος που οι εν λόγω πράξεις και κανονισμοί ρυθμίζουν θέματα δημοσίων συμβάσεων, εκδίδονται μετά από σύμφωνη γνώμη της Αρχής. Η γνωμοδοτική αρμοδιότητα της παρούσας περίπτωσης ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα(30) ημερών από την περιέλευση των ανωτέρω σχεδίων διατάξεων στην Αρχή, με μέριμνα του οικείου οργάνου. Μετά την άπρακτη παρέλευση της ως άνω προθεσμίας οι σχετικές πράξεις μπορούν να εκδοθούν και χωρίς τη γνώμη της Αρχής.»
Στο βαθμό που το ως άνω σχέδιο Κοινής Υπουργικής Απόφασης περιλαμβάνει ρυθμίσεις που αφορούν δημόσιες συμβάσεις, εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Αρχής για παροχή σύμφωνης γνώμης κατ’ άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ’ υποπερ. γγ' του ν. 4013/2011.
ΙV. Συναφείς διατάξεις
1. Το σύνολο των διατάξεων του ν. 4412/2016 και ειδικότερα:
- Η παρ. 2 του άρθρου 2 «Ορισμοί εξουσιοδοτική διάταξη(άρθρα 2 και 33 παρ. 1 εδάφιο έκτο της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ και άρθρο 2 της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ)»
«2. «ως «κεντρικές κυβερνητικές αρχές (ΚΚΑ)», νοούνται οι αναθέτουσες αρχές που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα I του Προσαρτήματος Α΄ και, εφόσον έχουν επέλθει διορθώσεις ή τροποποιήσεις, οι φορείς που τις έχουν διαδεχθεί,
3) ως «μη κεντρικές αναθέτουσες αρχές» νοούνται όλες οι αναθέτουσες αρχές που δεν είναι κεντρικές κυβερνητικές αρχές,»
3. Πέραν των ορισμών της παρ. 1, ιδίως για τις ανάγκες εφαρμογής του Τίτλου 2 του Κεφαλαίου ΙΙ του Μέρους Β’ του Βιβλίου I:
1) ως «Κύριος του Έργου» νοείται το Δημόσιο ή άλλος φορέας του δημόσιου τομέα, στον οποίο ανήκει το έργο για το οποίο εκπονούνται μελέτες και παρέχονται τεχνικές υπηρεσίες,
2) ως «Εργοδότης» νοείται η αναθέτουσα αρχή που καταρτίζει σύμβαση μελέτης ή παροχής τεχνικών υπηρεσιών με τον ανάδοχο είτε για λογαριασμό της είτε για λογαριασμό του κυρίου του έργου,
3) ως «Προϊσταμένη Αρχή» νοείται η αρχή ή η υπηρεσία ή το όργανο του εργοδότη, που εποπτεύει την εκτέλεση της συναφθείσας σύμβασης, ασκώντας για λογαριασμό του αποφασιστικές αρμοδιότητες, ιδίως σε θέματα τροποποίησης των όρων της σύμβασης,
4) ως «Διευθύνουσα Υπηρεσία» νοείται η τεχνική υπηρεσία που είναι αρμόδια για την παρακολούθηση, έλεγχο και διοίκηση της συναφθείσας σύμβασης, υπό την εποπτεία της Προϊσταμένης Αρχής,
5) ως «Τεχνικό συμβούλιο» νοείται το συλλογικό όργανο που έχει την αρμοδιότητα να γνωμοδοτεί στον εργοδότη για την έκδοση αποφάσεων, όταν προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία ή ζητείται από την αναθέτουσα ή την προϊσταμένη αρχή,
- Το άρθρο 41 «Εθνικές Κεντρικές Αρχές Αγορών και προγραμματισμός δημοσίων συμβάσεων - Εξουσιοδοτική διάταξη», το οποίο έχει ως εξής :
«1. Λειτουργούν ως Εθνικές Κεντρικές Αρχές Αγορών (ΕΚΑΑ), υπό την έννοια της περ. 18 της παρ. 1 του άρθρου 2:
α) η Γενική Γραμματεία Υποδομών του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών για δημόσιες συμβάσεις έργων, μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών,
β) η Γενική Διεύθυνση Δημοσίων Συμβάσεων της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, για δημόσιες συμβάσεις προμηθειών και γενικών υπηρεσιών, με την επιφύλαξη της περ. γ’,
γ) η Εθνική Κεντρική Αρχή Προμηθειών Υγείας (Ε.Κ.Α.Π.Υ.) του Υπουργείου Υγείας για δημόσιες συμβάσεις προμήθειας ιατροτεχνολογικών, υγειονομικών, φαρμακευτικών αγαθών και συναφών υπηρεσιών.
1α. Αποφαινόμενο όργανο για τις διαδικασίες ανάθεσης δημόσιας σύμβασης που διενεργούνται από τις ΕΚΑΑ των περ. α’ και β’ ορίζεται το αρμόδιο όργανο κατ’ εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 37 του ν. 4622/2019 (Α’ 133).
2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού που προΐσταται της καθ’ ύλην αρμόδιας ΕΚΑΑ και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού, δύνανται να καθορίζονται ΚΑΑ, με αρμοδιότητα την παροχή κεντρικών δραστηριοτήτων αγορών είτε σε επίπεδο διαφορετικών κατηγοριών φορέων του δημόσιου τομέα, είτε βάσει τομέα ή κλάδου της αγοράς είτε κατά γεωγραφικές ενότητες της χώρας είτε με συνδυασμένη εφαρμογή των κριτηρίων αυτών. Με όμοια απόφαση καθορίζονται ειδικότερα θέματα, αντίστοιχα με αυτά των παρ. 3 και 4, για την παροχή συγκεντρωτικών δραστηριοτήτων αγορών από ΚΑΑ, για τους τομείς και αναθέτουσες αρχές ευθύνης τους, κατά τις κείμενες διατάξεις.
3. Με απόφαση του Υπουργού που προΐσταται της καθ’ύλην αρμόδιας ΕΚΑΑ καθορίζονται ειδικότερα θέματα, που αφορούν στην παροχή κεντρικών και επικουρικών δραστηριοτήτων αγορών από την ίδια ΕΚΑΑ και ιδίως:
α) οι όροι για την ομαδοποίηση και υπαγωγή συμβάσεων στην εκάστοτε αρμόδια ΕΚΑΑ,
β) οι κατηγορίες έργων, αγαθών και υπηρεσιών, που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο ομαδοποίησης σε εθνικό, περιφερειακό, τοπικό επίπεδο και για τα οποία οι αναθέτουσες αρχές προσφεύγουν υποχρεωτικά στις ΕΚΑΑ,
γ) οι κατηγορίες συμβάσεων που εξαιρούνται από την αρμοδιότητα των ΕΚΑΑ και
δ) κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή των ανωτέρω.
4. Με απόφαση του Υπουργού που προΐσταται της ΕΚΑΑ, καθορίζονται σε εθνικό επίπεδο, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της απόφασης της παρ. 3:
α) ο διετής προγραμματισμός των συγκεκριμένων κατηγοριών έργων, αγαθών και υπηρεσιών, που πρόκειται να αποτελέσουν αντικείμενο συμβάσεων, συμφωνιών - πλαίσιο και δυναμικών συστημάτων αγορών που ανατίθενται από τις ΕΚΑΑ,
β) οι αναθέτουσες αρχές οι οποίες προσφεύγουν, υποχρεωτικά, στην ΕΚΑΑ, για τις συμβάσεις και τις συμφωνίες - πλαίσιο που αυτή αναθέτει, για την προμήθεια των έργων, αγαθών και υπηρεσιών της περ. α),
γ) οι συμβάσεις οι οποίες εξαιρούνται από τον διετή προγραμματισμό της ΕΚΑΑ, πέραν των συμβάσεων που έχουν ήδη εξαιρεθεί από την αρμοδιότητα της ΕΚΑΑ δυνάμει της απόφασης της παρ. 3.
Ειδικά για την προμήθεια φαρμάκων, για τους διαγωνισμούς που διενεργούνται από την ΕΚΑΑ της περ. γ’ της παρ. 1, αυτοί κατακυρώνονται σε άνω του ενός μειοδότη ανά είδος, με κριτήριο ανάθεσης την πλέον συμφέρουσα από οικονομικής άποψης προσφορά βάσει της τιμής. .
[Καταργήθηκε]
6. Με απόφαση του Υπουργού που προΐσταται της ΕΚΑΑ ή του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού, ή του αποφαινόμενου οργάνου της ΚΑΑ, μπορεί να ανατίθεται στις αναθέτουσες αρχές η εκτέλεση συμβάσεων και συμφωνιών πλαίσιο, που έχουν συνάψει για αυτές οι ΕΚΑΑ ή ΚΑΑ, αντίστοιχα.
7. Οι αναθέτουσες αρχές υποβάλλουν το πρόγραμμα των συμβάσεων που προτίθενται να αναθέσουν για το επόμενο έτος:
α) στην ΕΚΑΑ της περ. α’ της παρ. 1, για συμβάσεις έργων και μελετών και τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών,
β) στην ΕΚΑΑ της περ. β’ της παρ. 1, για συμβάσεις προμηθειών και παροχής υπηρεσιών,
γ) στην ΕΚΑΑ της περ. γ’ της παρ. 1, για συμβάσεις αγαθών και παροχής υπηρεσιών που αφορούν στον τομέα της υγείας ή έχουν ιατροτεχνολογικό χαρακτήρα. Διακηρύξεις ή προσκλήσεις συμμετοχής σε διαδικασίες ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων που δεν έχουν προγραμματιστεί σύμφωνα με τα ανωτέρω αναφερόμενα, καθώς και οι συμβάσεις που συνάπτονται δυνάμει αυτών, είναι αυτοδικαίως άκυρες. Με κοινή απόφαση του Υπουργού που προΐσταται της αρμόδιας ΕΚΑΑ των περ. α’, β’ και γ’ του πρώτου εδαφίου και του Υπουργού Ψηφιακής Διακυβέρνησης, ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα που αφορούν στη διαδικασία υποβολής και δημοσίευσης του προγράμματος συμβάσεων και ιδίως:
α) η δομή, το περιεχόμενο, ο τρόπος και ο χρόνος υποβολής και τροποποίησης του προγράμματος,
β) οι εξαιρούμενες αναθέτουσες αρχές,
γ) οι εξαιρούμενες συμβάσεις,
δ) τα αρμόδια όργανα για τον έλεγχο της προσήκουσας τήρησης της σχετικής υποχρέωσης των αναθετουσών αρχών,
ε) οι διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται στις αναθέτουσες αρχές για την παράλειψη της υποχρέωσης προσήκουσας υποβολής προγράμματος συμβάσεων, καθώς και ο τρόπος και τα όργανα επιβολής των κυρώσεων αυτών,
στ) ο τρόπος δημοσίευσης του προγράμματος συμβάσεων, καθώς και οι πληροφορίες που δημοσιεύονται,
ζ) κάθε άλλο ζήτημα που σχετίζεται με τη διαδικασία υποβολής του προγράμματος συμβάσεων.
8. Από τις διατάξεις του παρόντος, όσον αφορά στις προμήθειες αγαθών και υπηρεσιών που υπάγονται υποχρεωτικά σε κεντρικές δραστηριότητες αγορών από την ΕΚΑΑ της περ. β’ της παρ. 1, εξαιρούνται οι δημόσιες συμβάσεις αγαθών και υπηρεσιών που συνάπτουν οι ακόλουθες αναθέτουσες αρχές:
(α) οι ενοριακοί ναοί, οι εκκλησιαστικές σχολές, τα εκκλησιαστικά ιδρύματα, η Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος και λοιποί εκκλησιαστικοί φορείς,
(β) οι επαγγελματικοί σύλλογοι (δικηγορικοί, συμβολαιογραφικοί κ.λ.π.),
(γ) δημόσια νομικά πρόσωπα που λειτουργούν με τη μορφή ανώνυμης εταιρείας και οι μετοχές τους έχουν εισαχθεί στο Χρηματιστήριο,
(δ) τα Επιμελητήρια.»
- Το άρθρο 42 « Περιστασιακές από κοινού διαδικασίες σύναψης συμβάσεων (άρθρο 38 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ)» το οποίο έχει ως εξής:
«1. Δύο ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές μπορούν να συμφωνήσουν να διεξάγουν ορισμένες συγκεκριμένες διαδικασίες σύναψης συμβάσεων από κοινού. Η συμφωνία συνάπτεται εγγράφως και καθορίζει τουλάχιστον τις ευθύνες των μερών, τον επιμερισμό των υποχρεώσεων στα μέρη και τις λεπτομέρειες σχετικά με τις αναγκαίες δαπάνες και τις πιστώσεις των μερών.
2. Αν μια διαδικασία σύναψης σύμβασης διενεργείται εξ ολοκλήρου από κοινού εξ ονόματος και για λογαριασμό όλων των αναθετουσών αρχών, οι τελευταίες ευθύνονται αλληλέγγυα για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που προκύπτουν από το παρόν Βιβλίο (άρθρα 3 έως 221). Τούτο ισχύει και αν τη διαδικασία διαχειρίζεται μία αναθέτουσα αρχή, ενεργώντας τόσο για δικό της λογαριασμό όσο και για λογαριασμό των λοιπών αναθετουσών αρχών.
Εάν η διενέργεια της διαδικασίας σύναψης σύμβασης δεν πραγματοποιείται στο σύνολό της εξ ονόματος και για λογαριασμό των ενδιαφερόμενων αναθετουσών αρχών, οι τελευταίες ευθύνονται αλληλέγγυα μόνο για τα μέρη εκείνα που πραγματοποιούνται από κοινού. Κάθε αναθέτουσα αρχή φέρει την αποκλειστική ευθύνη για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της, σύμφωνα με το παρόν Βιβλίο για τα μέρη που διεξάγει ιδίω ονόματι και για δικό της λογαριασμό.»
- Το άρθρο 44 «Τεχνική επάρκεια αναθετουσών αρχών στις δημόσιες συμβάσεις έργων και μελετών», το οποίο έχει ως εξής :
«1. Οι αναθέτουσες αρχές που κρίνουν ότι δεν διαθέτουν τεχνική επάρκεια ή η τεχνική τους επάρκεια είναι ελλιπής, μπορούν ιδίως:
α) να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις, κατά την έννοια της παρ. 6 του άρθρου 12, για τη διεξαγωγή της διαδικασίας σύναψης, την εποπτεία και την επίβλεψη δημόσιας σύμβασης έργου ή μελέτης,
β) να συνάπτουν συμβάσεις παροχής τεχνικών υπηρεσιών κατά την έννοια του άρθρου 52 και
γ) να υποστηρίζονται από την ΕΚΑΑ της παρ. 1α του άρθρου 41 στο πλαίσιο της άσκησης από αυτήν επικουρικών δραστηριοτήτων αγορών.
2. [Καταργείται]
3. Η αναθέτουσα αρχή ευθύνεται έναντι του κυρίου του έργου για την καλή εκτέλεση των καθηκόντων της και έναντι των τρίτων ευθύνεται εις ολόκληρον με τον κύριο του έργου. Αν στην προγραμματική σύμβαση δεν ορίζεται διαφορετικά, εκπροσωπεί δικαστικώς και εξωδίκως τον κύριο του έργου έναντι των τρίτων κατά την ενάσκηση των καθηκόντων της έως τη λήξη της σύμβασης. Τα αποφαινόμενα όργανα καθορίζονται με την προγραμματική σύμβαση.»
- Η περ. β’ της παρ. 7 του άρθρου 53 «Περιεχόμενο εγγράφων της σύμβασης - Εξουσιοδοτική διάταξη», η οποία έχει ως εξής :
«β) Με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, που εκδίδεται μετά από αίτημα της αναθέτουσας αρχής και ύστερα από γνώμη του Τμήματος Κατασκευών του Συμβουλίου Δημόσιων Έργων της Γενικής Γραμματείας Υποδομών, μπορεί να προστίθενται στη διακήρυξη επιπλέον όροι, που αφορούν την τεχνική και οικονομική ικανότητα όταν τούτο ενδείκνυται από το είδος ή την πολυπλοκότητα του προς ανάθεση έργου.»
- Το άρθρο 183 «Διοίκηση σύμβασης μελέτης - παροχής τεχνικών υπηρεσιών, έλεγχος, επίβλεψη και παρακολούθηση - Εξουσιοδοτικές διατάξεις», το οποίο έχει ως εξής:
«1. Η διοίκηση της σύμβασης και ο έλεγχός της ασκούνται από την αρμόδια τεχνική υπηρεσία του εργοδότη (διευθύνουσα υπηρεσία) και αποσκοπούν στην πιστή εκπλήρωση των όρων της σύμβασης από τον ανάδοχο και στην εκπόνηση της μελέτης ή στην παροχή υπηρεσιών, κατά τους κανόνες της τέχνης και της επιστήμης. Η επίβλεψη της εκτέλεσης της σύμβασης δεν αίρει ούτε μειώνει τις νόμιμες και συμβατικές ευθύνες του αναδόχου.
2. Η διευθύνουσα υπηρεσία ορίζει ως επιβλέποντες έναν ή περισσότερους υπαλλήλους της, κατόχους τίτλου σπουδών ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος του πανεπιστημιακού τομέα, που έχουν την τεχνική δυνατότητα να επιβλέψουν τη σύμβαση, λαμβάνοντας υπόψη τη στελέχωση, τις ανάγκες της και τις εν γένει δυσχέρειες της επίβλεψης. Κατ’ εξαίρεση και εφόσον δεν υφίσταται επαρκές προσωπικό, καθήκοντα επιβλέποντα μπορεί να ασκήσει και ο προϊστάμενος της διευθύνουσας υπηρεσίας. Αν ορισθεί ομάδα επιβλεπόντων για την επίβλεψη σύνθετης μελέτης, υποχρεωτικά ορίζεται ένας εξ αυτών συντονιστής.
3. Η επίβλεψη των παρ. 1 και 2 δύναται να ασκηθεί, εφόσον προβλέπεται στη διακήρυξη, από πιστοποιημένο ιδιωτικό φορέα επίβλεψης (ΙΦΕ). Ο ΙΦΕ είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ένωση προσώπων, ο οποίος είναι εγγεγραμμένος στα οικεία μητρώα του π.δ. 71/2019 (Α’ 112) και διαθέτει τις εξειδικευμένες γνώσεις που είναι αναγκαίες για την παρακολούθηση και επίβλεψη της μελέτης.
Κάθε υποψήφιος ανάδοχος υποχρεούται να δηλώνει με την προσφορά του τον ΙΦΕ, στον οποίο θα ανατεθεί η επίβλεψη της μελέτης, εφόσον αυτή κατακυρωθεί στον ίδιο. Αμέσως μετά την κατακύρωση της μελέτης και την υπογραφή της σύμβασης με τον ανάδοχο, η Προϊσταμένη Αρχή τον καλεί να υπογράψει την προβλεπόμενη σύμβαση με τον ΙΦΕ. Η Προϊσταμένη Αρχή, κατά το ως άνω στάδιο δύναται αιτιολογημένα να αρνηθεί τον ορισμό του προτεινόμενου φορέα επίβλεψης και να τάξει προθεσμία όχι μικρότερη των δέκα (10) ημερών και όχι μεγαλύτερη των τριάντα (30) ημερών στον ανάδοχο, για να προτείνει νέο πιστοποιημένο ΙΦΕ.
Το σχέδιο σύμβασης μεταξύ αναδόχου και ΙΦΕ κοινοποιείται στο σύνολό του μαζί με τα πάσης φύσεως παραρτήματά του από τον ανάδοχο στη διευθύνουσα υπηρεσία. Η διευθύνουσα υπηρεσία ελέγχει εντός τριών (3) ημερών από την ως άνω κοινοποίηση, εάν το σχέδιο σύμβασης έχει το προβλεπόμενο περιεχόμενο, και, εφόσον δεν έχει αντιρρήσεις, ειδοποιεί τον ανάδοχο ότι, μπορεί να προσχωρήσει στην υπογραφή της σύμβασης με τον ΙΦΕ. Εάν η σύμβαση μεταξύ αναδόχου και ΙΦΕ χρειάζεται διορθώσεις ή τροποποιήσεις, η διευθύνουσα υπηρεσία τάσσει προθεσμία στον ανάδοχο να συμμορφωθεί. Με την υπογραφή της σύμβασης μεταξύ αναδόχου και ΙΦΕ, ο τελευταίος εγκαθίσταται ως επιβλέπων στη μελέτη. Εάν η διευθύνουσα υπηρεσία διαπιστώσει, ότι ο ΙΦΕ έχει ουσιωδώς παραβεί τις νόμιμες ή τις συμβατικές του υποχρεώσεις, τον καλεί να προβεί σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες, ώστε να αρθεί η παράβαση και αποστέλλει σχετική ειδοποίηση στον ανάδοχο. Εφόσον δεν αρθεί η παράβαση, ενημερώνει την Προϊσταμένη Αρχή, η οποία μπορεί να ζητήσει από τον ανάδοχο να καταγγείλει τη σύμβασή του με τον ΙΦΕ και να τον αντικαταστήσει άμεσα. Η αμοιβή του ΙΦΕ βαρύνει αποκλειστικώς τον ανάδοχο, ο οποίος είναι ο μόνος υπόχρεος για την πληρωμή των αμοιβών και των λοιπών δαπανών και εξόδων του, όπως αυτά προβλέπονται στη σύμβαση μεταξύ αναδόχου και ΙΦΕ και ρυθμίζονται από το εφαρμοζόμενο τιμολόγιο, ενώ ο εργοδότης ή ο κύριος του έργου δεν έχει καμία ευθύνη για τις δαπάνες αυτές.
Ο ΙΦΕ ευθύνεται έναντι του εργοδότη ακόμη και για ελαφρά αμέλεια κατά την εκτέλεση των υποχρεώσεών του και επίσης σε περίπτωση φυσικού προσώπου, ο ίδιος, και σε περίπτωση νομικού προσώπου, οι διοικούντες και υπάλληλοι του ΙΦΕ, υπέχουν, κατά την εκπλήρωση των συμβατικών τους υποχρεώσεων, ποινική ευθύνη δημόσιου υπαλλήλου.
Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, καθορίζονται οι λεπτομέρειες και τα ειδικότερα θέματα που συνάπτονται με τις ως άνω ρυθμίσεις και ιδίως, η απαιτούμενη πιστοποίηση του ΙΦΕ με την εγγραφή του στα οικεία μητρώα του π.δ. 71/2019, καθώς και τυχόν πρόσθετα προσόντα που πρέπει να διαθέτει και να αποδεικνύει, η διαδικασία πρότασης, ορισμού και εγκατάστασης του ΙΦΕ, η διαδικασία σύναψης της σύμβασης μεταξύ ΙΦΕ και αναδόχου και το ελάχιστο περιεχόμενο αυτής, τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις του ΙΦΕ απέναντι στον εργοδότη, ο υπολογισμός της αμοιβής του ΙΦΕ και ο καθορισμός του τιμολογίου βάσει του οποίου αυτή θα υπολογίζεται, καθώς και ο τρόπος καταβολής της από τον ανάδοχο, οι εγγυήσεις αμεροληψίας του ΙΦΕ και τα μέτρα για την αποτροπή σύγκρουσης συμφερόντων του ΙΦΕ με τον ανάδοχο, η αντιμετώπιση τυχόν παράβασης των υποχρεώσεων και εν γένει ευθύνης του ΙΦΕ, οι λόγοι που επιτρέπουν ή επιβάλλουν την αντικατάσταση του ΙΦΕ κατά τη διάρκεια εκτέλεσης της μελέτης και η διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσει προς τούτο ο ανάδοχος, καθώς και κάθε άλλο ζήτημα, που συνδέεται με την απρόσκοπτη κατά τα ως άνω οριζόμενα άσκηση επίβλεψης από ιδιωτικό φορέα.
4. Σε περίπτωση εφαρμογής των προβλέψεων της παρ. 3 η διευθύνουσα υπηρεσία δεν προβαίνει στον ορισμό επιβλεπόντων κατά τους ορισμούς της παρ. 2. Ο ιδιωτικός φορέας επίβλεψης έχει όλα τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται από τις διατάξεις του παρόντος στην επίβλεψη, όταν τούτη ασκείται από υπαλλήλους της διευθύνουσας υπηρεσίας.
5. α. Η διευθύνουσα υπηρεσία, σε περίπτωση ανάθεσης της επίβλεψης σε ιδιωτικό φορέα, δικαιούται, να πραγματοποιεί, κατά την κρίση της και χωρίς να απαιτείται οιαδήποτε προηγούμενη γνωστοποίηση, επιτόπιους ελέγχους με σκοπό να διαπιστώνει την εξέλιξη αυτής, τη νόμιμη άσκηση της επίβλεψης και τη συμμόρφωση του αναδόχου με τη σύμβαση της μελέτης.
β. Η διευθύνουσα υπηρεσία δύναται να εναντιώνεται στα πορίσματα και έγγραφα του ιδιωτικού φορέα επίβλεψης, με αιτιολογημένη εισήγησή της, που υποβάλλεται στην Προϊσταμένη Αρχή, εντός δεκαπέντε (15) ημερών από τη γνωστοποίησή τους σε αυτήν, άλλως τεκμαίρεται η αποδοχή των πορισμάτων και των εγγράφων του ιδιωτικού φορέα επίβλεψης. Σε περίπτωση εμπρόθεσμης αιτιολογημένης εναντίωσης της διευθύνουσας υπηρεσίας, η Προϊσταμένη Αρχή του έργου αποφασίζει, εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από της περιέλευσης σε αυτήν της εισηγήσεως. Η απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής δεσμεύει τη διευθύνουσα υπηρεσία, τον φορέα επίβλεψης και τον ανάδοχο.
γ. Τα πορίσματα ή τα έγγραφα που συντάσσονται από τον ιδιωτικό φορέα επίβλεψης, καθώς και τα έγγραφα ή τα στοιχεία που υπογράφονται από αυτόν, δεν γεννούν διαφορές μεταξύ του επιβλέποντος και του αναδόχου. Εάν ο ανάδοχος αμφισβητεί ενέργειες της επίβλεψης, υποβάλλει αναφορά προς τη διευθύνουσα υπηρεσία, η οποία μπορεί, εάν κάνει δεκτές τις αιτιάσεις του αναδόχου, να εναντιωθεί κατά τη διαδικασία της περ. β’.
δ. Κατά της απόφασης της Προϊσταμένης Αρχής, που δέχεται την εναντίωση της διευθύνουσας υπηρεσίας σε έγγραφα ή πορίσματα του ιδιωτικού φορέα επίβλεψης, καθώς και κατά της τεκμαιρόμενης αποδοχής από τη διευθύνουσα υπηρεσία των εγγράφων ή πορισμάτων του ιδιωτικού φορέα επίβλεψης, ο ανάδοχος μπορεί να ασκήσει την ένσταση του άρθρου 174, εφόσον η ως άνω εναντίωση ή η τεκμαιρόμενη αποδοχή των ενεργειών της επίβλεψης έχουν άμεσα βλαπτικές συνέπειες εις βάρος του, χωρίς να απαιτείται η έκδοση άλλης πράξης προς τούτο.
6. Η επίβλεψη ασκείται και στους χώρους που χρησιμοποιούνται για την εκτέλεση της σύμβασης και ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να εξασφαλίσει την απρόσκοπτη πρόσβαση των ασκούντων την επίβλεψη.
7. Η διευθύνουσα υπηρεσία ενημερώνει την Προϊσταμένη Αρχή, σε τακτά χρονικά διαστήματα και κατά την κρίση της υπηρεσίας αυτής, για την πορεία εκπόνησης της μελέτης ή της παροχής της υπηρεσίας και εισηγείται για την άρση των προβλημάτων.
8. Ειδικά για τους επιβλέποντες υπαλλήλους της διευθύνουσας υπηρεσίας, πειθαρχικά αδικήματα αποτελούν:
α) η παράλειψη ενημέρωσης από τον επιβλέποντα τις συμβάσεις εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, καθώς και η υπαίτια εκ μέρους του, πέραν του εύλογου χρόνου, καθυστέρηση, στην ενημέρωση του προϊσταμένου της διευθύνουσας υπηρεσίας για την παραβίαση από τον ανάδοχο του χρονοδιαγράμματος εκτέλεσης της σύμβασης ή την πλημμελή εκπλήρωση των υποχρεώσεών του,
β) η παράλειψη κίνησης και διεκπεραίωσης της διαδικασίας έκπτωσης του αναδόχου από τον προϊστάμενο της διευθύνουσας υπηρεσίας, παρά τη συνδρομή των αναγκαίων προϋποθέσεων, η παράλειψη έγκαιρης έγκρισης των λογαριασμών της σύμβασης από αυτόν και η χορήγηση από αυτόν εντολών για εκτέλεση εργασιών, οι οποίες δεν προβλέπονται από την αρχική ή εγκεκριμένη συμπληρωματική σύμβαση,
γ) η παράλειψη έγκαιρης έκδοσης απόφασης επί των συγκριτικών πινάκων και παραλαβής των μελετών ή υπηρεσιών από τον Προϊστάμενο και τα όργανα της Προϊσταμένης Αρχής, η χορήγηση από αυτούς παράτασης προθεσμίας χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις και η παράλειψή τους να εκδώσουν απόφαση σε ένσταση του αναδόχου κατά απόφασης κήρυξης έκπτωσης, εντός της δίμηνης προθεσμίας της παρ. 6 του άρθρου 191 περί έκπτωσης αναδόχου.»
Άρθρο 183Α Μητρώο Επιβλεπόντων Ελεγκτών Μηχανικών - Εξουσιοδοτική διάταξη
1. Η επίβλεψη μελετών με προεκτιμώμενη αμοιβή έως το όριο των περ. β’ και γ’ της παρ. 1 του άρθρου 5, περί κατώτατων ορίων δύναται, πέραν των ορισμών των παρ. 1 και 2 του άρθρου 183, να διενεργείται από διαπιστευμένους ιδιώτες επιβλέποντες «ελεγκτές μηχανικούς» ανά κατηγορία μελετών.
Στα καθήκοντα του ελεγκτή μπορεί να περιλαμβάνεται και ο έλεγχος της μελέτης πριν την έγκρισή της, κατά την έννοια της παρ. 8 του άρθρου 189.
2. Ο ορισμός του ελεγκτή μηχανικού γίνεται μετά από κλήρωση μεταξύ των εγγεγραμμένων στο Μητρώο, που πληρούν τα κριτήρια της απόφασης της παρ. 3. Ελεγκτής μηχανικός που κληρώθηκε για την επίβλεψη μελέτης δεν επιτρέπεται να συμμετέχει σε επόμενη κλήρωση, μέχρι την παραλαβή του αντικειμένου της μελέτης κατ’ άρθρο 189.
3. Σε περίπτωση ορισμού ελεγκτή μηχανικού εφαρμόζονται αναλογικά οι παρ. 5 έως 9 του άρθρου 183.
4. Οι διαδικασίες ελέγχου, διαπίστευσης και τήρησης του μητρώου «ελεγκτών μηχανικών», καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια, ρυθμίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Υποδομών και Μεταφορών, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος.
Οι παρ. 1, 4 έως 9 το άρθρου 189 «Έγκριση της μελέτης - Παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης – Εξουσιοδοτική διάταξη», οι οποίες έχουν ως εξής:
«1. Με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων για επιμέρους κατηγορίες μελετών, για τις οποίες τυχόν προβλέπεται ιδιαίτερη διαδικασία έγκρισης, οι υποβαλλόμενες κατά στάδιο μελέτες, καθώς και η συνολική μελέτη εγκρίνονται από το αρμόδιο, κατά περίπτωση όργανο της αναθέτουσας αρχής. Οι μελέτες υποβάλλονται στη διευθύνουσα υπηρεσία, η οποία πραγματοποιεί συνοπτικό έλεγχο για την πληρότητα των παραδοτέων, σύμφωνα με τη σύμβαση και εκδίδει σχετική βεβαίωση μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες, αλλιώς η βεβαίωση θεωρείται ως αυτοδικαίως εκδοθείσα.
4. Η μελέτη εγκρίνεται κατά στάδια και στο σύνολό της. Η απόφαση έγκρισης εκδίδεται από το αρμόδιο αποφαινόμενο όργανο υποχρεωτικά μέσα σε έναν (1) μήνα, από την υποβολή της μελέτης από τη διευθύνουσα υπηρεσία, συνοδευόμενη από την τυχόν απαιτούμενη γνώμη άλλων φορέων ή την πάροδο της προθεσμίας της παρ. 3, την οποία βεβαιώνει το έγγραφο της διευθύνουσας υπηρεσίας. Αν οι ζητηθείσες από τον ανάδοχο συμπληρώσεις ή διορθώσεις αφορούν διακεκριμένο στάδιο ή κατηγορία μελέτης, μπορεί να γίνει τμηματική έγκριση των υπόλοιπων μελετών. Με αιτιολογημένη απόφασή του, που εκδίδεται εντός της προθεσμίας της παρούσας, το όργανο έγκρισης μπορεί να παρατείνει την προθεσμία έγκρισης, για δύο (2) ακόμα μήνες.
5. Η έγκριση της μελέτης κατά τις παρ. 1, 2, 3 και 4 συνιστά και παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία της παρ. 4, επέρχεται αυτοδίκαιη έγκριση και παραλαβή της μελέτης και επιστρέφεται, μέσα σε δύο (2) μήνες μετά από τη ρητή ή αυτοδίκαιη παραλαβή, η εγγύηση καλής εκτέλεσης του αναδόχου.
6. Επιτρέπεται να παραληφθεί, εκτός αν άλλως ορίζεται στη σύμβαση, ύστερα από αίτηση του αναδόχου, μελέτη αυτοτελούς τμήματος έργου που εκπονήθηκε.
7. Οι αξιώσεις του εργοδότη κατά του αναδόχου, λόγω πλημμελειών της μελέτης, υπόκεινται σε εξαετή παραγραφή, η οποία άρχεται την επομένη της παραλαβής της μελέτης ή της λύσης της σύμβασης με οποιονδήποτε τρόπο.
8. Οι αξιώσεις του αναδόχου για την καταβολή της αμοιβής του παραγράφονται σε πέντε (5) έτη από τη ρητή ή αυτοδίκαιη παραλαβή της μελέτης, αν δεν έχουν ήδη υποπέσει σε παραγραφή, σύμφωνα με ειδικότερες διατάξεις του παρόντος.
9. Η παραλαβή του αντικειμένου των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών γίνεται, όπως ορίζεται στις συμβάσεις αυτές.
10. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών, προβλέπεται ο υποχρεωτικός έλεγχος από ιδιώτες ελεγκτές, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, των μελετών, των οποίων η εκτιμώμενη αμοιβή υπερβαίνει τα τιθέμενα με την απόφαση όρια, πριν την έγκρισή τους από την αναθέτουσα αρχή. Με την ίδια απόφαση ορίζονται επίσης, οι κατηγορίες μελετών που ελέγχονται υποχρεωτικά, η διαδικασία ανάθεσης του ελέγχου, ο τρόπος καθορισμού της αμοιβής και τα προσόντα των ελεγκτών, τα στάδια ελέγχου, ο καθορισμός των ευθυνών τους και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρούσας. Μέχρι την έκδοση της απόφασης του προηγούμενου εδαφίου, οι αναθέτουσες αρχές και οι φορείς του παρόντος δύνανται να αναθέτουν με σύμβαση σε ελεγκτές τον έλεγχο μελετών, των οποίων η προεκτιμώμενη αξία υπερβαίνει το ποσό του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ, εξαιρουμένων των μελετών που δεν αφορούν στον σχεδιασμό τεχνικών έργων.».
Οι παρ. 1 έως 4 και 9 έως 11 του άρθρου 198 «Διοικητική και δικαστική επίλυση διαφορών - Εξουσιοδοτική διάταξη», οι οποίες έχουν ως εξής:
«1. Στις περιπτώσεις που ρητά ορίζεται στο νόμο αυτόν, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση εκτελεστής πράξης ή παράλειψης της διευθύνουσας υπηρεσίας που βλάπτει για πρώτη φορά δικαίωμα του αναδόχου, ασκείται ένσταση. Εφόσον δεν υφίσταται δέσμια αρμοδιότητα της υπηρεσίας για την έκδοση ρητής πράξης, προϋπόθεση ώστε να θεωρηθεί επιτρεπτή η ένσταση κατά παραλείψεως, είναι να έχει προηγηθεί η υποβολή εγγράφου αιτήματος του αναδόχου με συγκεκριμένο περιεχόμενο και να παρέλθει ένας (1) τουλάχιστον μήνας από την υποβολή του. Η προθεσμία της ένστασης στην περίπτωση αυτή διαρκεί μέχρι την έγκριση του σταδίου της μελέτης ή την παραλαβή της υπηρεσίας, εκτός αν γνωστοποιηθεί εγγράφως από τη διευθύνουσα υπηρεσία στον ανάδοχο ότι η Διοίκηση δεν πρόκειται να εκδώσει ρητή πράξη επί του αιτήματός του. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να τον ενημερώνει σχετικώς. Ένσταση ασκείται και κατά των βλαπτικών εκτελεστών πράξεων ή παραλείψεων της προϊσταμένης αρχής ή του κυρίου του έργου, αν από αυτές προκαλείται διαφωνία για πρώτη φορά. Η διευθύνουσα υπηρεσία κατά την έκδοση πράξης, η οποία υπόκειται σε ένσταση ή η προϊσταμένη αρχή κατά την έκδοση των πράξεων ή αποφάσεών της, οφείλουν να μνημονεύουν στην πράξη τη δυνατότητα άσκησης ένστασης, την ανατρεπτική προθεσμία για την άσκησή της, το αποφαινόμενο όργανο, καθώς και τις συνέπειες από τη μη άσκησή της, κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 175 του παρόντος.
2. Η ένσταση απευθύνεται στο κατά περίπτωση αρμόδιο αποφαινόμενο όργανο και ασκείται με κατάθεση στο πρωτόκολλο του αποφαινόμενου οργάνου, καθώς και της διευθύνουσας υπηρεσίας ή προϊσταμένης αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία ενός (1) μηνός από την κοινοποίηση της πράξης ή τη συντέλεση της παράλειψης. Ως κατάθεση νοείται και η αποστολή με ηλεκτρονικά μέσα, εφόσον η ένσταση υπογράφεται ψηφιακά. Με την ένσταση εξετάζονται τόσο η νομιμότητα της πράξης ή παράλειψης όσο και η ουσία της υπόθεσης.
3. Το αρμόδιο, αποφαινόμενο όργανο αποφασίζει μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από την άσκηση της ένστασης. Αν η ένσταση απορριφθεί εν μέρει ή στο σύνολό της ή αν παρέλθει άπρακτη η τρίμηνη προθεσμία, ο ανάδοχος μπορεί να ασκήσει προσφυγή στο αρμόδιο κατά την παρ. 11 δικαστήριο. Η έκδοση ή κοινοποίηση της απόφασης επί της ένστασης, μετά την πάροδο του τριμήνου, δεν μεταθέτει την έναρξη της προθεσμίας για άσκηση προσφυγής
4. Ένσταση μπορεί να ασκήσει και ο κύριος του έργου, αν δεν είναι το Δημόσιο. Αν αρμόδιος να αποφανθεί σε ενστάσεις του αναδόχου είναι ο κύριος του έργου ή όργανό του, στις ενστάσεις που ασκούνται από αυτόν, αποφασίζει ο Υπουργός που εποπτεύει τον κύριο του έργου και αν δεν υφίσταται εποπτεία, ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών.
9. Η συζήτηση της ένστασης στο Τεχνικό Συμβούλιο αρχίζει με προφορική ανάπτυξη της έγγραφης εισήγησης της υπηρεσίας είτε με παρουσία του ενισταμένου και του υποβάλλοντος αντιρρήσεις είτε και χωρίς την παρουσία τους, αν δεν προσήλθαν παρά τη νόμιμη κλήτευσή τους. Ελέγχεται κατ’ αρχήν το εμπρόθεσμο της ένστασης,η επίδοση της ένστασης στον αντισυμβαλλόμενο όταν απαιτείται και οι αντιρρήσεις του αντισυμβαλλομένου, αν έχουν υποβληθεί και στη συνέχεια εξετάζεται η νομιμότητα και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων που προβάλλονται. Η εισήγηση περιλαμβάνει επίσης εκτίμηση περί του οικονομικού αντικειμένου της υπόθεσης, αν τούτο είναι εφικτό. Ακολουθεί προφορική συζήτηση υπό τη διεύθυνση του προέδρου του Τεχνικού Συμβουλίου για την πληρέστερη ενημέρωση των μελών. Η γνώμη του Συμβουλίου διαμορφώνεται μετά την αποχώρηση των ενδιαφερομένων, διατυπώνεται στο πρακτικό και υποβάλλεται το αργότερο εντός δέκα (10) ημερών στο αρμόδιο για την απόφαση όργανο.
10. Οι προθεσμίες του παρόντος άρθρου, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι προθεσμίες που τάσσονται στα όργανα του εργοδότη και της διοίκησης, αναστέλλονται κατά το μήνα Αύγουστο.
11. Για τη δικαστική επίλυση των διαφορών που προκύπτουν μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, κατά την εκτέλεση των δημόσιων συμβάσεων μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 175. Αρμόδιο Δικαστήριο είναι το διοικητικό εφετείο της περιφέρειας στην οποία έχει υπογράφει η σύμβαση.
Το άρθρο 199 «Ειδικές ρυθμίσεις» στο οποίο αναγράφεται:
«Τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες που προβλέπονται από το νόμο αυτόν ασκούνται από τα αρμόδια όργανα της αναθέτουσας αρχής και του εργοδότη, σύμφωνα με τις οργανωτικές διατάξεις τους. Με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού, μπορεί να ορίζονται τα αποφαινόμενα και γνωμοδοτούντα όργανα των επί μέρους αναθετουσών αρχών, για τις ανάγκες εφαρμογής του νόμου αυτού. Αποφαινόμενα και γνωμοδοτούντα όργανα που έχουν καθοριστεί με προγενέστερες διατάξεις διατηρούν τις αρμοδιότητές τους μέχρι την έκδοση νέας απόφασης.»
V. Επί της νομιμότητας και του εν γένει περιεχομένου της προτεινόμενης Κοινής Υπουργικής Απόφασης.
Α. Το υπό εξέταση σχέδιο Κοινής Υπουργικής Απόφασης (Κ.Υ.Α.) περιλαμβάνει ρυθμίσεις: (α) αναφορικά με τον καθορισμό των Διοικητικών Υγειονομικών Περιφερειών (Δ.Υ.ΠΕ.) ως Κεντρικών Αρχών Αγορών (Κ.Α.Α.), κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 2 του άρθρου 41 του ν. 4412/2016 (Κεφάλαιο Α σχεδίου ΚΥΑ) και (β) τον ορισμό αποφαινομένων και γνωμοδοτούντων οργάνων, ειδικά για συμβάσεις εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών, αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας καθώς και των Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ. που υπάγονται ή πρόκειται να υπαχθούν στην εποπτεία του, κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 199 του ως άνω νόμου (Κεφάλαιο Β σχεδίου ΚΥΑ). Η Κ.Υ.Α. απαρτίζεται από δύο Κεφάλαια και εφτά (7) άρθρα, ως ακολούθως:
Άρθρο 1 «Αντικείμενο – Πεδίο εφαρμογής»
Κεφάλαιο Α’: ‘Κεντρικές Αρχές Αγορών (άρθρο 41 ν. 44121/2016)’
Άρθρο 2 «Καθορισμός Κεντρικών Αρχών Αγορών»
Κεφάλαιο Β’: ‘Αποφαινόμενα και Γνωμοδοτούντα Όργανα’
Άρθρο 4 «Προϊσταμένη Αρχή»
Άρθρο 5 «Διευθύνουσα Υπηρεσία»
Άρθρο 6 «Έγκριση Μελετών»
Άρθρο 7 «Τεχνικό Συμβούλιο»
Άρθρο 8 «Έναρξη ισχύος».
Β. Με το εν λόγω σχέδιο Κοινής Υπουργικής Απόφασης, επιχειρείται αφενός, ο ορισμός των (Δ.Υ.ΠΕ.) ως (Κ.Α.Α.) και, αφετέρου, η τυποποίηση της διαδικασίας ορισμού αποφαινομένων και γνωμοδοτούντων οργάνων του Υπουργείου Υγείας και των εποπτευόμενων αυτού φορέων, κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 199 του ν. 4412/2016, ως προς τις συμβάσεις μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών.
Ως προς τις προτεινόμενες ρυθμίσεις, εντοπίζονται κάποιες γενικές επισημάνσεις που αναφέρονται στο σύνολο των άρθρων και είναι οι ακόλουθες:
- ορθό είναι να γίνει αναρίθμηση των άρθρων της υπό εξέταση (Κ.Υ.Α.), καθόσον έχει παραλειφθεί το νούμερο τρία (3) από την αρίθμηση
- καταρχήν οπουδήποτε αναφέρεται ποσό, είναι σκόπιμο να αναγραφεί αρχικά πως δεν περιλαμβάνεται ο ΦΠΑ ενώ, περαιτέρω,
- κρίνεται ως ‘ορθότερο΄ να αντικατασταθεί ο ορισμός ‘αρμόδια διοικητικά όργανα’ ο οποίος μπορεί να δημιουργήσει σύγχυση, με τον όρο ‘αποφαινόμενα όργανα’.
- κρίνεται σκόπιμο να ληφθεί υπόψη η ορολογία και οι ορισμοί της παρ. 3 του άρθρου 2 Ορισμοί - Εξουσιοδοτική διάταξη (άρθρα 2 και 33 παρ. 1 εδάφιο έκτο της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ και άρθρο 2 της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ), ως προς τις έννοιες «Κύριος του Έργου» ή «Εργοδότης», “Προϊσταμένη Αρχή”, “Διευθύνουσα Υπηρεσία” “Τεχνικό Συμβούλιο”.
- τέλος, σκόπιμο είναι να διευκρινιστεί πως ο όρος (Δ.Υ.ΠΕ.) ταυτίζεται με αυτόν της (Υ.ΠΕ.)
Ειδικότερα επί των άρθρων, επισημαίνονται τα ακόλουθα:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α
Άρθρο 2: ‘Καθορισμός Κεντρικών Αρχών Αγορών’
Στο εν λόγω άρθρο και συγκεκριμένα στην παρ. 2.1 αυτού, ορίζονται οι (Δ.Υ.ΠΕ.) ως Κεντρικές Αρχές Αγορών (Κ.Α.Α.).
Η παρ. 2.1 του άρθρου αυτού αναφέρεται γενικά σε δημόσιες συμβάσεις, ωστόσο πιθανολογείται, σε συνδυασμό και με το περιεχόμενο του άρθρου 1, ότι αφορά μόνον σε συμβάσεις εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών. Για λόγους σαφήνειας επομένως η παρ. 1 θα πρέπει να αναδιατυπωθεί ώστε να είναι σαφές το πεδίο εφαρμογής του κεφαλαίου Α.
Περαιτέρω ως αρμοδιότητα των ΚΑΑ αναφέρεται η συλλογή και επεξεργασία του συνόλου των αιτημάτων ανάθεσης συμβάσεων των φορέων του άρθρου 1 που εδρεύουν εντός της χωρικής αρμοδιότητας εκάστης αυτών.
Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με την υπό εξέταση Κοινή Υπουργική Απόφαση, ο εν λόγω ορισμός θα γίνει σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 41 του ν. 4412/2016 Εθνικές Κεντρικές Αρχές Αγορών και προγραμματισμός δημοσίων συμβάσεων - Εξουσιοδοτική διάταξη, συνεπώς θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι κανόνες του ως άνω άρθρου και, ιδίως, η εξουσιοδοτική διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 41, σύμφωνα με την οποία: «Με κοινή απόφαση του Υπουργού που προΐσταται της καθ’ ύλην αρμόδιας ΕΚΑΑ και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού, δύνανται να καθορίζονται ΚΑΑ, με αρμοδιότητα την παροχή κεντρικών δραστηριοτήτων αγορών είτε σε επίπεδο διαφορετικών κατηγοριών φορέων του δημόσιου τομέα, είτε βάσει τομέα ή κλάδου της αγοράς είτε κατά γεωγραφικές ενότητες της χώρας είτε με συνδυασμένη εφαρμογή των κριτηρίων αυτών. Με όμοια απόφαση καθορίζονται ειδικότερα θέματα, αντίστοιχα με αυτά των παρ. 3 και 4, για την παροχή συγκεντρωτικών δραστηριοτήτων αγορών από ΚΑΑ, για τους τομείς και αναθέτουσες αρχές ευθύνης τους, κατά τις κείμενες διατάξεις».
Στο μέτρο επομένως που η εξουσιοδοτική διάταξη ορίζει ότι το αντικείμενο των δραστηριοτήτων των ΚΑΑ αφορά σε κεντρικές δραστηριότητες αγορών, με την έννοια της περ. 15) της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 4412/2016 [ως «κεντρικές δραστηριότητες αγορών» νοούνται δραστηριότητες που διεξάγονται σε μόνιμη βάση με μία από τις παρακάτω μορφές:
α) της απόκτησης αγαθών ή/και υπηρεσιών που προορίζονται για αναθέτουσες αρχές/αναθέτοντες φορείς, β) της ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων ή της σύναψης συμφωνιών-πλαίσιο για έργα, αγαθά ή υπηρεσίες που προορίζονται για αναθέτουσες αρχές/αναθέτοντες φορείς], η διάταξη της παρ. 1 θα πρέπει να αναδιατυπωθεί, ώστε να μην περιορίζει τα καθήκοντα των ΚΑΑ μόνο σε ζητήματα προγραμματισμού, τα οποία είναι παρεπόμενα σε σχέση με τις υπηρεσίες απόκτησης των εν λόγω υπηρεσιών.
Επιπλέον, η διάταξη αυτή θα πρέπει να συσχετισθεί τόσο με τον τίτλο της ΚΥΑ, όσο και με τις ρυθμίσεις των επόμενων παραγράφων ως προς τη διαδικασία προγραμματισμού και έγκρισης.
Σε κάθε περίπτωση, από τον συνδυασμό των επόμενων παραγράφων δεν προκύπτει σαφώς εάν οι Υ.Π.Ε. θα ασκούν καθήκοντα ΚΑΑ και για εποπτευόμενα νομικά πρόσωπα του Υπουργείου Υγείας, τα οποία δεν εποπτεύονται ταυτόχρονα από τις ΥΠΕ (για παράδειγμα ΕΟΔΥ, ΙΦΕΤ, ΕΦΕΤ).
Επιπλέον, δεν προκύπτει σαφώς εάν η διαδικασία γνωστοποίησης του προγραμματισμού περιλαμβάνει και την έγκριση σκοπιμότητας των οικείων συμβάσεων –μόνον μελετών ή και τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών-και μάλιστα με ποια διαδικασία. Επομένως η διάταξη είναι ατελής ως προς αυτό το σημείο.
Περαιτέρω, σημειώνεται συναφώς ότι η διαδικασία προγραμματισμού για τις ανάγκες της κεντρικοποίησης αγορών, προβλέπεται να ορισθεί κατ’ εξουσιοδότηση των παρ. 4 και 7 του άρθρου 41 του ν. 4412/2016.
Τέλος, συνολική επανεξέταση χρήζει και η παρ. 2.6. του άρθρου, η οποία φαίνεται να υπερβαίνει την εξουσιοδοτική διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 41, και για τον πρόσθετο λόγο ότι δεν προκύπτει εάν πρόκειται για ενημέρωση επί της εξέλιξης της διαδικασίας σύναψης των οικείων συμβάσεων, ή και για την εκτέλεση των οικείων συμβάσεων. Επιπρόσθετα ισχύει και για τη διάταξη αυτή ο προβληματισμός για τα εποπτευόμενα νομικά πρόσωπα που δεν υπάγονται στην εποπτεία των ΥΠΕ.
Συμπερασματικά συνάγεται ότι η ρύθμιση θα πρέπει να αναδιατυπωθεί στο σύνολό της, ώστε να είναι σαφές το πεδίο εφαρμογής της, οι αρμοδιότητες των ΚΑΑ, καθώς και οι κανόνες προγραμματισμού και έγκρισης σκοπιμότητας, σύμφωνα με τις ανωτέρω παρατηρήσεις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β:
Καταρχάς επισημαίνεται ότι με το κεφάλαιο αυτό δεν ορίζονται τα αρμόδια γνωμοδοτικάαποφαινόμενα όργανα [Προϊσταμένη Αρχή, Διευθύνουσα Υπηρεσία] για κάθε έναν από τους εποπτευόμενους φορείς του Υπουργείου Υγείας, σύμφωνα και με τον σκοπό της εξουσιοδοτικής διάταξης του άρθρου 199, παρά μόνον για τις συμβάσεις που αφορούν στις υποδομές της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Υγείας.
Για τις λοιπές συμβάσεις γίνεται παραπομπή στο οικείο κανονιστικό πλαίσιο εκάστοτε φορέα, με την εξαίρεση των περιπτώσεων για τις οποίες με απόφαση του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικών Υπηρεσιών τα καθήκοντα αυτά ασκούνται από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας και το Τμήμα Μελετών και Προδιαγραφών της εν λόγω Διεύθυνσης αντίστοιχα.
Η τελευταία αυτή δυνατότητα είναι ατελής, με την έννοια ότι δεν προδιαγράφεται σαφώς η διαδικασία και ο χρόνος άσκησής της.
Ειδικότερα ως προς το Άρθρο 4: ‘Προϊσταμένη Αρχή’
Με το ως άνω άρθρο, μεταξύ άλλων, επιχειρείται η ρύθμιση της εποπτείας της εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών από την αρμόδια Προϊσταμένη Αρχή. Υπενθυμίζεται ότι ως «Προϊσταμένη Αρχή» νοείται η αρχή ή η υπηρεσία ή το όργανο του εργοδότη, που εποπτεύει την εκτέλεση της συναφθείσας σύμβασης, ασκώντας για λογαριασμό του αποφασιστικές αρμοδιότητες, ιδίως σε θέματα τροποποίησης των όρων της σύμβασης.
Ο σχετικός κανόνας είναι καθήκοντα Προϊσταμένης Αρχής να ασκούν τα αποφαινόμενα όργανα του κάθε φορέα, με την εξαίρεση της περίπτωσης όπου ο Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικών Υπηρεσιών και Τεχνικής Υποστήριξης του Υπουργείου Υγείας επιλέξει καθήκοντα Προϊσταμένης Αρχής να ασκεί ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών του ως άνω Υπουργείου.
Στο σημείο αυτό τονίζεται ότι είναι σκόπιμο πριν την ανάθεση των σχετικών συμβάσεων να είναι εκ των προτέρων γνωστό σε όλους τους ενδιαφερομένους ποια οργανική μονάδα ασκεί τα καθήκοντα της Προϊσταμένης Αρχής, λαμβανομένων υπόψη των αποφασιστικών της καθηκόντων. Δεδομένου ότι εν μέρει η κρίση αυτή ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του Γενικού Διευθυντή Διοικητικών Υπηρεσιών και Τεχνικής Υποστήριξης, θα πρέπει να προκύπτει το απώτερο χρονικό σημείο εντός του οποίου ο Γενικός Διευθυντής υποχρεούται να λαμβάνει τη σχετική απόφαση, ρύθμιση η οποία φαίνεται ότι συνδέεται και με την τεχνική επάρκεια εκάστου φορέα.
Άρθρο 5 ‘Διευθύνουσα Υπηρεσία’
Κρίνεται σκόπιμο να προστεθεί και το άρθρο 183 Α για τη δυνατότητα ορισμού επιβλεπόντων από το μητρώο επιβλεπόντων μηχανικών κατά τα οριζόμενα στο εν λόγω άρθρο, για τις συμβάσεις μελετών κάτω των ορίων.
Άρθρο 6: ‘Έγκριση Μελετών’
Το εν λόγω άρθρο αποτελείται από μία και μόνον παράγραφο αναφέροντας ότι: ‘Τα αρμόδια διοικητικά όργανα των φορέων του άρθρου 1 που ασκούν αρμοδιότητα προϊστάμενης αρχής εγκρίνουν τις μελέτες κατόπιν εισήγησης της αρμόδιας Διευθύνουσας Υπηρεσίας.’. Εν προκειμένω, προκύπτει το συμπέρασμα πως τα ‘αρμόδια διοικητικά όργανα’ είναι η ανά περίπτωση Προϊσταμένη Αρχή. Κρίνεται σκόπιμο, να προστεθεί στο τέλος του άρθρου η πρόταση: ‘..με την επιφύλαξη της εξαίρεσης της αναγραφόμενης στο άρθρο 4, παρ. 4.1 της παρούσας…’. Επισημαίνεται περαιτέρω, πως στο άρθρο 189 του ν. 4412/2016 καταγράφονται οι διαδικασίες έγκρισης μελετών από τα αρμόδια ‘αποφαινόμενα όργανα’ της κάθε υπηρεσίας. Στο παρόν άρθρο ορίζεται γενικότερα πως οι μελέτες εγκρίνονται από την εκάστοτε Προϊσταμένη Αρχή, μετά το σχετικό έλεγχο και την εισήγηση της αρμόδιας Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Συνεπώς, καθίσταται ασαφής η σκοπιμότητα του παρόντος άρθρου ‘6’ της υπό εξέτασης Κ.Υ.Α., καθόσον δε φαίνεται να διαφέρει από την ισχύουσα νομοθετική ρύθμιση.
Άρθρο 8: ‘Έναρξη ισχύος’
Σύμφωνα με την προτεινόμενη διάταξη, η έναρξη ισχύος της παρούσας Κοινής Υπουργικής Απόφασης, θα αρχίσει αμέσως μετά τη δημοσίευσή της στο σχετικό Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως. Σκόπιμο θα ήταν να προβλεφθεί ρητή μεταβατική διάταξη για όσες συμβάσεις μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών έχουν εκκινήσει ή και θα εκκινήσουν, μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης της εξεταζόμενης νομοθετικής ρύθμισης. Η προτεινόμενη μεταβατική διάταξη δύναται να συσχετιστεί και με τα προτεινόμενα στην παρ. 4.2 του άρθρου 4 της παρούσας Κ.Υ.Α., όπου γίνεται αναφορά στον ορισμό καθηκόντων Προϊσταμένης Αρχής για τις συμβάσεις που ανατέθηκαν πριν την έναρξη ισχύος της προαναφερόμενης Κ.Υ.Α.
Εν κατακλείδι, τονίζεται ότι:
- Ως προς το κεφάλαιο Α που αφορά σε κεντρικοποίηση συμβάσεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 41, παρ. 2 του ν. 4412/2016 θα πρέπει να αναδιατυπωθούν το πεδίο εφαρμογής και οι αρμοδιότητες των εν λόγω ΚΑΑ, ιδίως οι φορείς που υπάγονται στους κανόνες της κεντρικοποίησης.
- Ως προς το κεφάλαιο Β θεωρείται απαραίτητη η αποτύπωση κανόνων σχετικά με την δυνατότητα της εποπτείας της εκτέλεσης, κεντρικά, από τις Υπηρεσίες του Υπουργείου, καθώς η ύπαρξη μεταβατικής διάταξης για τις εν εξελίξει (προ της έκδοσης της Κ.Υ.Α.) δημόσιες συμβάσεις, καθώς και ο συσχετισμός της με το οικείο νομοθετικό πλαίσιο.
- Προς άρση των ασαφειών στον ορισμό των αποφαινομένων και γνωμοδοτούντων οργάνων του Υπουργείου και των εποπτευόμενων αυτού φορέων, κρίνεται σκόπιμη επίσης η καταγραφή των αρμοδίων αυτών οργάνων, ανά περίπτωση και ανά φορέα, άλλως η αποτύπωση των φορέων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εξεταζόμενης απόφασης.
VI. Συμπέρασμα
Κατόπιν όλων των ανωτέρω, η Αρχή, ασκούσα την αρμοδιότητά της όπως ορίζεται στο άρθρο 2, παρ. 2, περ. γ΄, υποπερ. γγ΄ του ν. 4013/2011, αποφασίζει ομόφωνα την παροχή σύμφωνης γνώμης επί του προτεινόμενου σχεδίου Κοινής Υπουργικής Αποφάσης με θέμα: «Ορισμός κεντρικών αναθετουσών αρχών κατ’ άρθρο 41 και αποφαινόμενων και γνωμοδοτούντων οργάνων σε θέματα ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων, εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών κατ’ άρθρο 199, ν. 4412/2016, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, από το Υπουργείο Υγείας, τα εποπτευόμενα από αυτό Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ.»., με τις προαναφερόμενες παρατηρήσεις , επισημάνσεις, νομοτεχνικές διορθώσεις και βελτιώσεις κατά τα προπαρατιθέμενα.
Αθήνα, 21 Απριλίου 2022
Ο Πρόεδρος
Γεώργιος Καταπόδης