Περίληψη

Η υπόθεση αφορά την προσφυγή μιας εταιρείας κατά της απόρριψης της προσφοράς της σε δημόσιο διαγωνισμό. Ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι η προσφορά του μη νομίμως απορρίφθηκε λόγω εσφαλμένης ερμηνείας των λόγων αποκλεισμού που αφορούν σοβαρά επαγγελματικά παραπτώματα και παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας. Υποστηρίζει ότι δεν έχει εκδοθεί καμία διοικητική πράξη που να βεβαιώνει παράβαση της εργατικής νομοθεσίας από δημόσια αρχή και ότι ο αποκλεισμός του βασίζεται σε ποινική δικαστική απόφαση που δεν συνιστά λόγο αποκλεισμού. Επιπλέον, αναφέρει ότι έχει εξοφλήσει πλήρως τις δεδουλευμένες αποδοχές για τις οποίες καταδικάστηκε η νόμιμη εκπρόσωπος της εταιρείας. Η Αρχή απορρίπτει τον πρώτο λόγο της προσφυγής ως αβάσιμο, κρίνοντας ότι η όποια κρίση του προσφεύγοντος περί μη συνδρομής στο πρόσωπό του λόγων αποκλεσμού για παράβαση της εργατικής νομοθεσίας ή για σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα δεν δύναται να άρει την εκ του νόμου και της διακήρυξης υποχρέωσή του να απαντήσει καταφατικά και στα δύο ερωτήματα του ΕΕΕΣ σχετικά με τη διάπραξη σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος και τη λήψη επανορθωτικών μέτρων αυτοκάθαρσης σχετικά με τις δηλωθείσες στο ΕΕΕΣ παραβάσεις εργατικής νομοθεσίας. Ως αβάσιμος απορρίπτεται και ο δεύτερος λόγος της προσφυγής, καθώς η Αρχή έκρινε ότι ο προσφεύγων δεν είχε δηλώσει στο ΕΕΕΣ όλους τους προηγούμενους αποκλεισμούς του που έλαβαν χώρα κατά την τελευταία τριετία, και ως εκ τούτου η αρνητική απάντηση στο ΕΕΕΣ ήταν ανακριβής και παραπλανητική.

Εμφάνιση περισσότερων Εμφάνιση λιγότερων