ΓΝΩΜΗ Α1/2020
ΑΔΑ: 66ΟΘΟΞΤΒ-2ΚΦ
ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
EΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
(Της διαδικασίας του άρθρου 2, παρ. 2, περ. γ' υποπερ. (αα) ν. 4013/2011)
Η ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Στην Αθήνα σήμερα την 10η Ιανουαρίου τoυ έτoυς δύo χιλιάδες είκοσι (2020) ημέρα Παρασκευή και ώρα 9:30 π.μ. και επί της οδού Κεφαλληνίας 45 και Κομνά Τράκα, όπoυ και τα γραφεία της, συνήλθε η ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ σε συνεδρίαση μετά από σχετική πρόσκληση του Προέδρου της, η οποία γνωστοποιήθηκε νομίμως σε όλα τα μέλη της Αρχής.
Από τα προσκληθέντα μέλη της Αρχής παρέστησαν κατά την συνεδρίαση τα ακόλουθα:
1. Πρόεδρος: Γεώργιος Καταπόδης
2. Αντιπρόεδρος: Αδάμ Καραγλάνης
3. Μέλη: Κωνσταντίνος Βαρδακαστάνης Ερωφίλη Χριστοβασίλη Δημήτριος Σταθακόπουλος Μαρία Στυλιανίδου
Γραμματέας: Αθανάσιος Λαμπράκης, Π.Ε. Διοικητικού-Οικονομικού.
Εισηγήτρια: Ελένη Σταθοπούλου, Νομικός, Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης παρέστησαν η εισηγήτρια, Ελένη Σταθοπούλου, η αν. προϊσταμένη του Τμήματος Γνωμοδοτήσεων, Μαρία – Χριστίνα Καξιρή, η αν. προϊσταμένη της Διεύθυνσης Μελετών και Γνωμοδοτήσεων, Μίνα Καλογρίδου, καθώς και εκπρόσωποι της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας και Πυροσβεστικού Σώματος, οι οποίοι αποχώρησαν πριν την έναρξη της διαδικασίας ψηφοφορίας και της λήψης της απόφασης από τα Μέλη της Αρχής.
Θέμα: Διατύπωση γνώμης της Αρχής σύμφωνα με το άρθρο 2, παρ. 2, περ. γ’ υποπερ. (αα) του ν. 4013/2011, όπως ισχύει, επί διατάξεων του νομοσχεδίου με θέμα «Εθνικός Μηχανισμός Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων, Αναδιάρθρωση της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, Αναβάθμιση Εθελοντισμού Πολιτικής Προστασίας, Αναδιοργάνωση του Πυροσβεστικού Σώματος και άλλες διατάξεις»
Με το από 03.01.2020 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (αριθμ. πρωτ. εισερχ. Αρχής 136/07.01.2020), διαβιβάσθηκε συνημμένα σχέδιο νόμου του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη με τίτλο «Εθνικός Μηχανισμός Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων, Αναδιάρθρωση της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, Αναβάθμιση Εθελοντισμού Πολιτικής Προστασίας, Αναδιοργάνωση του Πυροσβεστικού Σώματος και άλλες διατάξεις» και η αιτιολογική του έκθεση και διατυπώθηκε αίτημα περί παροχής γνώμης της Αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ' υποπερ. αα' του ν. 4013/2011, όπως ισχύει.
Ι. Οι διατάξεις του ως άνω σχεδίου νόμου, οι οποίες άπτονται της αρμοδιότητας της Αρχής και οι αντίστοιχες αναφορές της αιτιολογικής έκθεσης έχουν ως εξής:
“ΜΕΡΟΣ Α΄ ΕΘΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΡΙΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΩΝ
[……]
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ
[……]
ΤΜΗΜΑ Β'
ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ
[……]
Άρθρο 33
Αποστολή - Διάρθρωση - Αρμοδιότητες Γενικής Διεύθυνσης Συντονισμού 1. α. Στη Γ.Γ.Π.Π. συστήνεται Γενική Διεύθυνση Συντονισμού. Η Γενική Διεύθυνση Συντονισμού έχει ως αποστολή το συντονισμό των δράσεων για την κατάρτιση και την εφαρμογή του σχεδιασμού πολιτικής προστασίας σε εθνικό επίπεδο, την έρευνα, τη μελέτη και την τεκμηρίωση του ως άνω σχεδιασμού, σύμφωνα με τα σύγχρονα επιστημονικά και τεχνολογικά δεδομένα, τη λήψη μέτρων εκτίμησης του κινδύνου, πρόληψης, ετοιμότητας, ενημέρωσης και αντιμετώπισης των φυσικών, τεχνολογικών και λοιπών καταστροφών ή καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, την ενημέρωση των πολιτών για τα ζητήματα αυτά, το συντονισμό των δράσεων αποκατάστασης καταστροφών, τον έλεγχο της εφαρμογής των ανωτέρω μέτρων και δράσεων, τη συνεργασία με όλους τους εμπλεκόμενους Φορείς και Υπηρεσίες του Δημοσίου, καθώς και την προώθηση των σχέσεων της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, τους διεθνείς οργανισμούς και αντίστοιχους Φορείς άλλων χωρών στον τομέα της Πολιτικής Προστασίας, τη συμμετοχή και υλοποίηση διεθνών και ευρωπαϊκών προγραμμάτων αρμοδιότητάς της και την προώθηση του εθελοντισμού πολιτικής προστασίας της χώρας, με στόχο τη συνολική βελτίωση του επιπέδου προστασίας των πολιτών από καταστροφές, τη μείωση του κινδύνου καταστροφών και τη συμβολή στην αειφόρο ανάπτυξη της χώρας. Επίσης, είναι αρμόδια για το συντονισμό και την παρακολούθηση της δράσης των Διευθύνσεων, Τμημάτων και Γραφείων που υπάγονται σε αυτήν, για το σχεδιασμό, την εποπτεία, την υλοποίηση και την παρακολούθηση διεθνών και ευρωπαϊκών προγραμμάτων αρμοδιότητάς της, προτείνει στον Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας κάθε αναγκαίο μέτρο για το σχεδιασμό και την υλοποίηση της πολιτικής προστασίας της Χώρας.
β. Στη Γενική Διεύθυνση Συντονισμού, προΐσταται Γενικός Διευθυντής. Ο Γενικός Διευθυντής Συντονισμού ασκεί τις αρμοδιότητες της περιπτώσεως α’ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου καθώς και κάθε άλλη αρμοδιότητα που του μεταβιβάζει ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας.
γ. Ο Γενικός Διευθυντής ορίζεται, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, είτε στέλεχος της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας κατηγορίας ΠΕ και βαθμού Α΄, είτε στέλεχος του Πυροσβεστικού Σώματος, πτυχιούχος Πανεπιστημίου ημεδαπής ή ισότιμου της αλλοδαπής, με επαρκή γνώση τουλάχιστον της αγγλικής γλώσσας. Απαραίτητο κριτήριο για την επιλογή του Γενικού Διευθυντή θεωρείται η αποδεδειγμένη εμπειρία σε θέση Διευθυντή Διεύθυνσης με αρμοδιότητες συναφείς με τις αρμοδιότητες της Γενικής Διεύθυνσης Συντονισμού, ενώ συνεκτιμώνται, η κατοχή μεταπτυχιακών ή διδακτορικών τίτλων σπουδών. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο ζήτημα, τεχνικού ή λεπτομερειακού χαρακτήρα, που αφορά τη διαδικασία επιλογής του Γενικού Διευθυντή Συντονισμού της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας και κάθε άλλο συναφές θέμα.
2. Η Γενική Διεύθυνση Συντονισμού διαρθρώνεται στις ακόλουθες Διευθύνσεις και Γραφείο:
α. Διεύθυνση Σχεδιασμού Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών.
β. Διεύθυνση Διεθνών Σχέσεων.
γ. Διεύθυνση Τεχνικών Έργων και Περιβάλλοντος.
δ. Διεύθυνση Εθελοντισμού και Εκπαίδευσης.
ε. Γραφείο Κίνησης.
3. Η Διεύθυνση Σχεδιασμού Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών έχει αρμοδιότητες που ανάγονται στον σχεδιασμό και στη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών (και λοιπών απειλών), στη σύνταξη και παρακολούθηση του Εθνικού Σχεδιασμού Πολιτικής Προστασίας, στον έλεγχο και παρακολούθηση της εφαρμογής των Σχεδίων Πολιτικής Προστασίας, στην τεκμηρίωση των ερευνών και της στατιστικής καταγραφής κάθε είδους δεδομένων, διαρθρώνεται, δε, στα ακόλουθα Τμήματα:
α. Τμήμα Φυσικών Καταστροφών.
β. Τμήμα Ανθρωπογενών Καταστροφών.
γ. Τμήμα Τεκμηρίωσης και Χαρτογραφικής Υποστήριξης.
δ. Τμήμα Υποστήριξης Σχεδιασμού Πολιτικής Προστασίας.
4. Η Διεύθυνση Διεθνών Σχέσεων, που έχει αρμοδιότητες που ανάγονται στην προώθηση των σχέσεων της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, τους Διεθνείς Οργανισμούς και αντίστοιχους Φορείς άλλων χωρών στον τομέα της Πολιτικής Προστασίας, διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα και Γραφεία:
α. Τμήμα Ευρωπαϊκών Σχέσεων.
β. Τμήμα Διεθνών Σχέσεων, το οποίο συνίσταται σε:
αα. Γραφείο ΝΑΤΟ.
ββ. Γραφείο Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας του Ευξείνου Πόντου-Black Sea Economic Cooperation (BSEC).
γγ. Γραφείο Διακρατικών Συμφωνιών.
5. Η Διεύθυνση Τεχνικών Έργων και Περιβάλλοντος, που έχει αρμοδιότητες που ανάγονται στo σχεδιασμό αντιμετώπισης και αποκατάστασης των επιπτώσεων των φυσικών καταστροφών πλην αυτών του δομικού πλούτου της χώρας, στο σχεδιασμό, προγραμματισμό, ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων, έργων, μελετών και παροχής υπηρεσιών για τα έργα αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, την άσκηση αρμοδιοτήτων Διευθύνουσας Υπηρεσίας, σύμφωνα με την κείμενη Νομοθεσία Δημοσίων Έργων, την παροχή τεχνικής συνδρομής σε οποιαδήποτε φάση εξέλιξης (σχεδιασμός, μελέτη, υλοποίηση) έργων και εργασιών πρόληψης και αποκατάστασης, που εκτελούνται από άλλους Φορείς ή επίπεδα διοίκησης, ύστερα από προγραμματική συμφωνία και τη σύνταξη προτάσεων για τη βελτίωση του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου παρεμβάσεων και έργων σε θέματα αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας.
Η Διεύθυνση Τεχνικών Έργων και Περιβάλλοντος διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α. Τμήμα Προγραμματισμού.
β. Τμήμα Μελετών.
γ. Τμήμα Τεχνικών Έργων.
δ. Τμήμα Περιβάλλοντος.
6. Η Διεύθυνση Εθελοντισμού και Εκπαίδευσης, που έχει αρμοδιότητες που ανάγονται στην οργάνωση, αξιοποίηση, προώθηση, υποστήριξη και εποπτεία της εθελοντικής δράσης, στο σχεδιασμό και υλοποίηση προγραμμάτων εκπαίδευσης στα αντικείμενα της πολιτικής προστασίας μέσω της Ακαδημίας Πολιτικής Προστασίας, στην τυποποίηση και παρακολούθηση των διαθέσιμων πόρων του Εθνικού Μηχανισμού, στο συντονισμό των δράσεων του άρθρου 46 και στην επιμέλεια των εκδόσεων της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α. Τμήμα Εθελοντισμού.
β. Τμήμα Εκπαίδευσης.
γ. Τμήμα Εκδόσεων.
7. Το Γραφείο Κίνησης μεριμνά για την καλή κατάσταση των υπηρεσιακών οχημάτων της Γ.Γ.Π.Π. και των υπαγομένων σε αυτό Υπηρεσιών που δεν διαθέτουν αντίστοιχο Τμήμα, ή Γραφείο.
8. Στα Γραφεία, Τμήματα και Διευθύνσεις της Γενικής Διεύθυνσης Συντονισμού της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, προΐστανται, με απόφαση Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, υπάλληλοι οι οποίοι επιλέγονται από οποιαδήποτε εκ των τριών κατηγοριών προσωπικού της παρ. 2 του άρθρου 32, με αποκλειστικό κριτήριο την εμπειρία τους στο αντικείμενο της προς κάλυψη θέσης.
9. Οι αρμοδιότητες, λειτουργικά, διοικητικά και οργανωτικά θέματα και κάθε άλλη λεπτομέρεια που αφορά στα Γραφεία, Τμήματα και Διευθύνσεις της Γενικής Διεύθυνσης Συντονισμού καθορίζονται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας εντός εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος. Αρμοδιότητες, λειτουργικά, διοικητικά και οργανωτικά θέματα υφιστάμενων Γραφείων, Τμημάτων και Διευθύνσεων της Γ.Γ.Π.Π. εξακολουθούν να ισχύουν έως την έκδοσης της απόφασης του προηγούμενου εδαφίου.
Άρθρο 44
Κατάρτιση και έγκριση προϋπολογισμού της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας
1. Η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας έχει δικό της προϋπολογισμό ως ειδικός φορέας του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, με πλήρη αυτοτέλεια στον οποίο εγγράφονται οι αναγκαίες, για τη λειτουργία των Υπηρεσιών της, πιστώσεις.
2. Στην Γ.Γ.Π.Π. χορηγείται πάγια προκαταβολή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 108 του ν. 4270/2014 (Α’ 143).
3. Οι απαιτούμενες πιστώσεις για τη λειτουργία των Φορέων της Γ.Γ.Π.Π. εγγράφονται σε χωριστό, ειδικό φορέα στον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
4. Για την κατάρτιση και εκτέλεση του προϋπολογισμού δαπανών της Γ.Γ.Π.Π. και των προβλέψεων του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Σταθερότητας, καθώς και για όλα τα θέματα δημοσιονομικής διαχείρισης και δημοσίου λογιστικού, ισχύουν οι διατάξεις του ν. 4270/2014.
5. Η Γ.Γ.Π.Π. δύναται να πραγματοποιεί δαπάνες που εντάσσονται στο ΠΔΕ, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4270/2014.
6. Η Γ.Γ.Π.Π. διαχειρίζεται και ελέγχει τις οικονομικές υποθέσεις και λειτουργίες όλων των Υπηρεσιών που υπάγονται σε αυτή, σχεδιάζει, συντονίζει και εποπτεύει όλα τα θέματα που άπτονται της οικονομικής λειτουργίας της, στο πλαίσιο του ν. 4270/2014.
7. Ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας είναι Διατάκτης των πιστώσεων του προϋπολογισμού δαπανών της, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4270/2014, όπως ισχύει, δυνάμενος να εκχωρεί αρμοδιότητες που αφορούν στο πυροσβεστικό αντικείμενο.
8. Στην Γ.Γ.Π.Π. συστήνεται Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.), ο προϊστάμενος της οποίας έχει όλες τις αρμοδιότητες και υποχρεώσεις των προϊσταμένων οικονομικών υπηρεσιών Υπουργείων, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 24, 26 και 69Γ του ν. 4270/2014.
9. Η Γ.Δ.Ο.Ε.Σ. του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη ορίζεται ως Κύρια Κεντρική Οικονομική Υπηρεσία, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης β' της παραγράφου 7 του άρθρου 24 του ν. 4270/2014.
Άρθρο 45
Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.)
Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας
1. Στη Γ.Γ.Π.Π. συστήνεται Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.), υπάγεται απευθείας στον Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, και συντονίζεται και εποπτεύεται από την κύρια Γ.Δ.Ο.Ε.Σ. του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
2. Η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.) έχει ως αποστολή:
α. Την εφαρμογή των αρχών της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και ευθύνης κατά τον σχεδιασμό και υλοποίηση της οικονομικής στρατηγικής της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, όπως αυτή αποτυπώνεται στο εκάστοτε ισχύον Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής (Μ.Π.Δ.Σ.), καθώς και στον ετήσιο Προϋπολογισμό της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας.
β. Τον συντονισμό, την καθοδήγηση και εποπτεία όλων των Φορέων της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, σχετικά με την ορθή και ενιαία οικονομική λειτουργία και διαχείριση, καθώς και τον έλεγχο των οικονομικών υποθέσεων και λειτουργιών, σύμφωνα με τις αρχές και τους κανόνες της χρηστής δημοσιονομικής διακυβέρνησης και ευθύνης.
γ. Την ορθολογική αξιοποίηση των πόρων της Γ.Γ.Π.Π. βάσει των γενικών αρχών και κανόνων της δημοσιονομικής διαχείρισης.
δ. Την αποτελεσματική διαχείριση των διαδικασιών πληρωμής των υποχρεώσεων της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας.
ε. Τη διασφάλιση της νομιμότητας και κανονικότητας των δαπανών των Φορέων της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας.
3. Ο Προϊστάμενος της Γ.Δ.Ο.Υ. της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας είναι ο προϊστάμενος των οικονομικών υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας και διασφαλίζει τους στρατηγικούς σκοπούς της Γ.Δ.Ο.Υ.
4. Η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.) της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας διαρθρώνεται σε τρεις (3) Διευθύνσεις και ένα (1) Αυτοτελές Τμήμα, το οποίο υπάγεται απευθείας στον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης, ως εξής:
α. Διεύθυνση Προϋπολογισμού και Δημοσιονομικών Αναφορών.
β. Διεύθυνση Οικονομικής Διαχείρισης.
γ. Διεύθυνση Προμηθειών.
δ. Αυτοτελές Τμήμα Υποστήριξης.
5. Με Απόφαση Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας ορίζεται η έναρξη λειτουργίας της Γ.Δ.Ο.Υ. Έως την έκδοση της Απόφασης, οι διατάκτες εκτελούν τον Κρατικό Προϋπολογισμό οικονομικού έτους 2020, σύμφωνα με τη διοικητική ταξινόμηση του Παραρτήματος Β΄ της υπ’ αριθ. 2/64651/ΔΠΓΚ/19-08-2019 απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών και οι Φορείς της Γ.Γ.Π.Π. υποστηρίζονται από τις δομές της Γ.Δ.Ο.Ε.Σ. του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη σύμφωνα με το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, ακόμα και μετά την έναρξη ισχύος του π.δ. 62/2019.
[……]
Άρθρο 48
Διεύθυνση Προμηθειών
1. Η Διεύθυνση Προμηθειών μεριμνά για την ομαλή λειτουργία των Φορέων της Γ.Γ.Π.Π. μέσω της έγκαιρης και αποτελεσματικής εξασφάλισης των αναγκαίων προμηθειών και υπηρεσιών.
Η Διεύθυνση Προμηθειών διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:
α. Τμήμα Προγραμματισμού και Συντονισμού.
β. Α' Τμήμα Διενέργειας Προμηθειών και Παροχής Υπηρεσιών.
γ. Β' Τμήμα Διενέργειας Προμηθειών και Παροχής Υπηρεσιών.
δ. Τμήμα Διενέργειας Ειδικών Διαγωνιστικών Διαδικασιών.
ε. Τμήμα Τεχνικών Προδιαγραφών.
στ. Τμήμα Νομικής Συνδρομής.
ζ. Τμήμα Εκτέλεσης και Παρακολούθησης Δημόσιων Συμβάσεων.
Α. ΤΜΗΜΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ
Το Τμήμα αυτό είναι αρμόδιο για:
α. Την κατάρτιση του προγράμματος προμηθειών και παροχής υπηρεσιών, κατόπιν προσδιορισμού των σχετικών αναγκών, βάσει των προτάσεων των αρμόδιων προς τούτο Φορέων της Γ.Γ.Π.Π. και τη διαβίβαση του προς έγκριση στους προαναφερόμενους Φορείς.
β. Την προώθηση του εγκεκριμένου προγράμματος προμηθειών και υπηρεσιών στις καθ' ύλη αρμόδιες Υπηρεσίες για την εξασφάλιση της χρηματοδότησης.
γ. Τη συγκέντρωση και τον έλεγχο πληρότητας των απαιτούμενων πράξεων και στοιχείων για την επιλογή και την έναρξη των διαγωνιστικών διαδικασιών, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
δ. Την προώθηση αιτημάτων προμηθειών για ένταξη σε ενιαία προγράμματα που διενεργούνται από άλλο φορέα του Δημοσίου και την παρακολούθηση της πορείας υλοποίησής τους και την υποβολή πίνακα προγραμματισμού στην αρμόδια Ε.Κ.Α.Α. για τις συμβάσεις αρμοδιότητας της (παρ. 7 άρθρο 41 του ν. 4412/2016).
ε. Την εκπροσώπηση των Υπηρεσιών του στις επιτροπές προμηθειών και παραλαβής υλικών, στην περίπτωση που η διαγωνιστική διαδικασία διενεργείται από άλλον φορέα του Δημοσίου.
στ. Τη μέριμνα για τη σύσταση, λειτουργία και γραμματειακή υποστήριξη των συλλογικών οργάνων αναφορικά με τη διενέργεια των διαγωνισμών της Διεύθυνσης, ως και την οριστική παραλαβή των υλικών, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
ζ. Την εξασφάλιση της περιοδικής πληροφόρησης των Διαχειριστικών Αρχών για τα υλοποιούμενα έργα, καθώς και την προετοιμασία για τη διεξαγωγή επιθεωρήσεων και επαληθεύσεων από τα αρμόδια εθνικά και ευρωπαϊκά ελεγκτικά όργανα αναφορικά με τα έργα αυτά.
Β. Α’ ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
Το Τμήμα αυτό, το οποίο χειρίζεται ζητήματα διαγωνιστικών διαδικασιών για συμβάσεις άνω του ορίου των συνοπτικών διαγωνισμών, που αφορούν σε συμβάσεις διενέργειας προμηθειών και παροχής υπηρεσιών για την κάλυψη των αναγκών των Φορέων της Γ.Γ.Π.Π., είναι αρμόδιο για:
α. Την κατάρτιση κατόπιν ελέγχου από το Τμήμα Νομικής Υποστήριξης, τη σύνταξη και τη δημοσίευση των διακηρύξεων των ως άνω διαγωνιστικών διαδικασιών που διενεργούνται από τη Διεύθυνση.
β. Την διενέργεια των ως άνω διαγωνιστικών διαδικασιών για προμήθεια ειδών και παροχή υπηρεσιών που εκτελούνται από τη Διεύθυνση.
γ. Την διαβίβαση προσφορών και προδικαστικών προσφυγών στα αρμόδια όργανα για την αξιολόγηση αυτών.
δ. Την μέριμνα για την κατάρτιση και τη σύναψη των συμβάσεων, σε συνεργασία με το Τμήμα Νομικής Υποστήριξης.
ε. Την κατάρτιση εκτελεστικών συμβάσεων, σε συνεργασία με το Τμήμα Νομικής Υποστήριξης, στην περίπτωση συναφθείσας συμφωνίας πλαίσιο.
στ. Την ρύθμιση κάθε άλλου θέματος σχετικά με τις προμήθειες που προβλέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις περί κρατικών προμηθειών.
Γ. Β’ ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΠΡΟΜΗΘΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
Το Τμήμα αυτό το οποίο χειρίζεται ζητήματα διαγωνιστικών διαδικασιών για συμβάσεις εντός ορίων του συνοπτικού διαγωνισμού, που προβλέπουν αρμοδιότητες διενέργειας προμηθειών και παροχής υπηρεσιών για την κάλυψη των αναγκών της Γ.Γ.Π.Π. και των Φορέων της και στο πλαίσιο αυτό, είναι αρμόδιο για:
α. Την κατάρτιση κατόπιν ελέγχου από το Τμήμα Νομικής Υποστήριξης, τη σύνταξη και τη δημοσίευση των διακηρύξεων των ως άνω διαγωνιστικών διαδικασιών που διενεργούνται από την Διεύθυνση.
β. Την διενέργεια των ως άνω διαγωνιστικών διαδικασιών για προμήθεια ειδών και παροχή υπηρεσιών που εκτελούνται από τη Διεύθυνση.
γ. Τη μέριμνα για τη διαβίβαση προσφορών και ενστάσεων στα αρμόδια όργανα για την αξιολόγηση αυτών.
δ. Τη μέριμνα για την κατάρτιση και τη σύναψη των συμβάσεων, σε συνεργασία με το Τμήμα Νομικής Υποστήριξης.
ε. Την κατάρτιση εκτελεστικών συμβάσεων, σε συνεργασία με το Τμήμα Νομικής Υποστήριξης, στην περίπτωση συναφθείσας συμφωνίας πλαίσιο.
στ. Την ρύθμιση κάθε άλλου θέματος σχετικά με τις προμήθειες που προβλέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις περί κρατικών προμηθειών.
Δ. ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΕΙΔΙΚΩΝ ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ
Το Τμήμα αυτό χειρίζεται θέματα σύναψης συμβάσεων για τις ακόλουθες περιπτώσεις:
1α. Για τις συμβάσεις που έχουν κηρυχθεί ως απόρρητες και ως εκ τούτου εξαιρούνται, βάσει του άρθρου 15 του ν. 4412/2016 (Α' 147), από το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του ως άνω νόμου.
1β. Για τις συμβάσεις, οι οποίες σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 17 του ν. 4412/2016 εξαιρούνται από την εφαρμογή του και διενεργούνται σύμφωνα με διεθνείς κανόνες που προβλέπονται σε διεθνή συμφωνία ή διακανονισμό ή σε διεθνή οργανισμό, κατά τα ειδικώς οριζόμενα στα άρθρα 9 και 17 του ν. 4412/2016.
2α. Ως προς τις συμβάσεις που αναφέρονται στις παραπάνω περιπτώσεις, το Τμήμα Διενέργειας Ειδικών Διαγωνιστικών Διαδικασιών, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των ειδικότερων διατάξεων που διέπουν τις συμβάσεις αυτές, είναι αρμόδιο για:
αα. Την υλοποίηση του προγράμματος προμηθειών και παροχής υπηρεσιών, που καταρτίζεται από το Τμήμα Προγραμματισμού και Συντονισμού και εγκρίνεται από το αρμόδιο όργανο, για θέματα που αφορούν στο Τμήμα.
ββ. Την προώθηση του αιτήματος για τη δέσμευση των πιστώσεων που απαιτούνται για τη διενέργεια ειδικών διαγωνιστικών διαδικασιών προμήθειας ειδών και παροχής υπηρεσιών.
γγ. Τη σύνταξη αποφάσεων και λοιπών εγγράφων που αφορούν στην εκάστοτε ειδική διαγωνιστική διαδικασία.
δδ. Την προώθηση των συμβάσεων που συνάπτει το Τμήμα στις αρμόδιες Υπηρεσίες για τη συγκρότηση των επιτροπών παραλαβής.
εε. Τη σύσταση, λειτουργία και γραμματειακή υποστήριξη των συλλογικών οργάνων αναφορικά με τη διενέργεια των διαγωνισμών και την υλοποίηση των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων και συμφωνιών του Τμήματος, ως και την οριστική παραλαβή των υλικών, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
στστ. Την παρακολούθηση και τον έλεγχο της ορθής εκτέλεσης συμβάσεων προμήθειας ειδών και παροχής υπηρεσιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Τμήματος, καθώς και τη μέριμνα για την υλοποίηση οποιασδήποτε άλλης διαδικαστικής ενέργειας απαιτηθεί κατά την εξέλιξη της ειδικής διαδικασίας.
ζζ. Τη συγκέντρωση των προβλεπόμενων παραστατικών και δικαιολογητικών δαπανών των συμβάσεων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Τμήματος και την αποστολή τους στην αρμόδια Υπηρεσία ή όργανο για έλεγχο και πληρωμή.
ηη. Την τήρηση των στοιχείων που αφορούν στην εκτέλεση και στην πληρωμή των συμβάσεων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Τμήματος.
θθ. Την ενημέρωση των καθ' ύλην αρμόδιων Υπηρεσιών για την παραλαβή των παραδοτέων.
ιι. Τη σύνταξη εγγράφων και την έκδοση αποφάσεων που απαιτούνται για την τυχόν άσκηση του δικαιώματος προαίρεσης, σε περίπτωση που προβλέπεται σε συναφθείσα από το Τμήμα Σύμβαση.
ιαια. Την τροποποίηση των δημόσιων συμβάσεων που συνάπτει το Τμήμα, εφόσον κριθεί αναγκαίο.
ιβιβ. Τη σύναψη συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, συντήρησης και επισκευής πάσης φύσεως εξοπλισμού, εφόσον αυτό προβλέπεται από όρο συναφθείσας από το Τμήμα σύμβασης, καθώς και για την εκτέλεση αυτών.
ιγιγ. Τη διαβίβαση των προσφορών και ενστάσεων - προδικαστικών προσφυγών στα αρμόδια όργανα για την αξιολόγηση αυτών.
ιδιδ. Τη συγκρότηση συλλογικών οργάνων ελέγχου των δικαιολογητικών των δαπανών του Τμήματος.
ιειε. Την έκδοση Χρηματικών Ενταλμάτων Προπληρωμής, όπου απαιτείται, για την εξόφληση των δημόσιων συμβάσεων και συμφωνιών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Τμήματος. ιστιστ. Την κατάρτιση και σύναψη συμβάσεων, σε συνεργασία με το Τμήμα Νομικής Υποστήριξης.
ιζιζ. Την κατάρτιση εκτελεστικών συμβάσεων, σε συνεργασία με το Τμήμα Νομικής Υποστήριξης, στην περίπτωση συναφθείσας από το Τμήμα συμφωνίας πλαίσιο. ιθιθ. Την ρύθμιση κάθε άλλου θέματος σχετικά με τις προμήθειες που προβλέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις περί κρατικών προμηθειών.
Ε. ΤΜΗΜΑ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΩΝ
Το Τμήμα αυτό είναι αρμόδιο για:
α. Τη σύνταξη των τεχνικών προδιαγραφών για τις πάσης φύσεως υπηρεσίες και προμήθειες.
β. Την τήρηση αρχείου τεχνικών προδιαγραφών και τη μέριμνα εμπλουτισμού του.
γ. Τη συνδρομή στη διεξαγωγή μακροσκοπικού ελέγχου των πάσης φύσεως δειγμάτων και την προώθηση τους στις αρμόδιες επιτροπές.
δ. Τη συνδρομή στη διεξαγωγή μικροσκοπικού ελέγχου και των πάσης φύσεως ειδικών εργαστηριακών δοκιμών.
ε. Τη διαβίβαση των τεχνικών προδιαγραφών στο κατά περίπτωση αρμόδιο Τμήμα της Διεύθυνσης για την υλοποίηση προμήθειας ή την παροχή υπηρεσίας.
Οι τεχνικές προδιαγραφές για εξειδικευμένα αντικείμενα που αφορούν ιδίως στις Διευθύνσεις Τεχνικής Υποστήριξης, Επικοινωνιών και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, στην Υπηρεσία Εναερίων Μέσων, στην Υπηρεσία Πλωτών Μέσων του Πυροσβεστικού Σώματος, ή σε λοιπές, κατά περίπτωση Υπηρεσίες του Πυροσβεστικού Σώματος, καταρτίζονται από το
Τμήμα Τεχνικών Προδιαγραφών σε συνεργασία με αρμόδιες για τα αντικείμενα αυτά Υπηρεσίες του Πυροσβεστικού Σώματος.
ΣΤ. ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ
Το Τμήμα αυτό είναι αρμόδιο για:
α. Τη νομική υποστήριξη των Τμημάτων της Διεύθυνσης στο χειρισμό θεμάτων αρμοδιότητάς τους.
β. Την παροχή προς τις Υπηρεσίες του Πυροσβεστικού Σώματος και της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, οδηγιών και νομικών κατευθύνσεων αναφορικά με την ορθή εφαρμογή των ισχυουσών για τις δημόσιες συμβάσεις προμήθειας ειδών και παροχής υπηρεσιών διατάξεων.
γ. Την επεξεργασία και προώθηση ερωτημάτων αρμοδιότητας της Διεύθυνσης προς το Γραφείο του Νομικού Συμβούλου του Κράτους στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη.
δ. Την προετοιμασία νομοθετικών ρυθμίσεων και διοικητικών πράξεων για θέματα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης και την αποστολή τους στο Αυτοτελές τμήμα.
ε. Τη συμμετοχή στην κατάρτιση συμβάσεων και διαγωνιστικών διαδικασιών της Διεύθυνσης.
στ. Τη σύνταξη, επεξεργασία και αποστολή προς τις δικαστικές και άλλες αρχές θέσεων και απόψεων της Διοίκησης στις περιπτώσεις άσκησης προδικαστικών προσφυγών, ένδικων βοηθημάτων και μέσων, που αφορούν σε διαγωνιστικές διαδικασίες, οι οποίες διενεργούνται από τη Διεύθυνση, σε συνεργασία με το αρμόδιο Τμήμα.
ζ. Την τήρηση αρχείου νομοθεσίας και κατευθυντήριων οδηγιών των αρμόδιων Υπουργείων και Αρχών, καθώς και τη συλλογή νομολογίας για θέματα αρμοδιότητας της Διεύθυνσης.
Ζ. ΤΜΗΜΑ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Το Τμήμα αυτό είναι αρμόδιο για:
α. Τον έλεγχο της ορθής εκτέλεσης συμβάσεων προμήθειας ειδών και παροχής υπηρεσιών που συνάπτει η Διεύθυνση.
β. Τη μέριμνα για τη συγκέντρωση των προβλεπόμενων παραστατικών και δικαιολογητικών δαπανών των συμβάσεων που συνάπτει η Διεύθυνση και την αποστολή τους στην αρμόδια Υπηρεσία ή όργανο για έλεγχο και πληρωμή.
γ. Τη μέριμνα για την προώθηση των συμβάσεων που συνάπτει η Διεύθυνση στις αρμόδιες Υπηρεσίες για τη συγκρότηση των επιτροπών παραλαβής.
δ. Την τήρηση στοιχείων που αφορούν στην εκτέλεση και πληρωμή των συμβάσεων που συνάπτει η Διεύθυνση.
ε. Τη μέριμνα για την ενημέρωση των καθ' ύλην αρμόδιων Υπηρεσιών για την παραλαβή των παραδοτέων.
[……]
Άρθρο 54
Λοιπά Θέματα
1. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του Κεφαλαίου Α΄ της Υποπαραγράφου Δ΄ 9 του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α΄ 94) προστίθενται εδάφια ως εξής: «Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος δεν εμπίπτουν επίσης οι πάσης φύσης μετακινήσεις του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, που δεν υπόκεινται σε περιορισμό ημερών κατ’ έτος. Επίσης δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου οι μετακινήσεις εκτός έδρας του προσωπικού της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας για την αντιμετώπιση επιχειρησιακών αναγκών».
2. Για την αντιμετώπιση κατεπειγουσών εποχικών ή πρόσκαιρων αναγκών, στις κατ’ εξαίρεση, στο εδάφιο β΄ της παρ. 1 του άρθρου 206 του ν. 3584/2007 (Α΄ 143), προβλεπόμενες περιπτώσεις πρόσληψης από τους Ο.Τ.Α. προσωπικού με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου διάρκειας που δεν υπερβαίνει τους τέσσερις (4) μήνες σε συνολικό διάστημα δώδεκα (12) μηνών, περιλαμβάνονται και οι χειριστές μηχανημάτων έργου.
3. Εφόσον συντρέχει κατεπείγουσα ανάγκη, η οποία επιβάλλει την άμεση λήψη και εφαρμογή μέτρων για θέματα εθνικής ασφαλείας, προστασίας της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, της υγείας και της ζωής των πολιτών, της περιουσίας τους και της προστασίας του φυσικού πλούτου της χώρας, και μόνο στο μέτρο που είναι απολύτως απαραίτητο για την αντιμετώπιση της ανάγκης αυτής, η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας δύναται να συνάπτει νέες συμβάσεις ή/και να τροποποιεί ισχύουσες συμβάσεις έργων, εργασιών, υπηρεσιών και προμηθειών κατά την απόλυτη κρίση της και προς άμεση αντιμετώπιση της ανάγκης αυτής κατά παρέκκλιση κάθε πρόβλεψης του ν.4412/2016 (Α’ 147), όπως εκάστοτε ισχύει.
4. Από τους περιορισμούς της κατανάλωσης καυσίμων της περίπτωσης ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν.δ. 2396/53 (Α΄ 117) εξαιρούνται τα πάσης φύσεως αυτοκίνητα - οχήματα ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού που μετακινούνται για σκοπούς άμεσα συναρτόμενους με τις αρμοδιότητες της πολιτικής προστασίας και προς εξυπηρέτηση αυτών.
5. Οι Περιφέρειες και τα νομικά τους πρόσωπα, μετά από απόφαση του οικείου συμβουλίου, δύνανται να επιχορηγούν τις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος, οι οποίες βρίσκονται εντός των διοικητικών ορίων τους, για την κάλυψη έκτακτων ή/και επειγουσών αναγκών αυτών, προς διασφάλιση της ασφάλειας των πολιτών και της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος. Η ανωτέρω επιχορήγηση αφορά, ιδίως, επείγουσες συντηρήσεις κτιρίων, εγκαταστάσεων και εξοπλισμού, προμήθεια υλικών και αναλωσίμων καθώς και προμήθεια καυσίμων. Για την κάλυψη των παραπάνω αναγκών, εφαρμόζονται αναλογικά και οι ρυθμίσεις του άρθρου 202 του ν. 3463/2006 (Α΄114). Το προβλεπόμενο στην παράγραφο 1 της υποπαραγράφου Β΄ του άρθρου 202 του ν. 3463/2006 ποσοστό δύναται να αυξάνεται, με απόφαση του οικείου δημοτικού συμβουλίου, για την κάλυψη έκτακτων ή/και επειγουσών αναγκών Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος του οικείου Δήμου. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 88 του ν. 4368/2016 (Α΄21).
6. Το προσωπικό το οποίο στελεχώνει τη Γ.Γ.Π.Π., σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 32 του παρόντος, δύναται να ορίζονται ως υπόλογοι όπου και όταν τυχόν απαιτηθεί.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΕΘΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΡΙΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΩΝ, ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Α. Επί της αρχής
H διεθνώς διαπιστούμενη αυξητική τάση του πλήθους, της έντασης και της έκτασης των φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών και λοιπών απειλών, των οποίων τις τραγικές συνέπειες έχει βιώσει πρόσφατα και η Χώρα μας, επιβάλλει μετ’ επιτάσεως την υιοθέτηση ενός σύγχρονου, ευέλικτου και αποτελεσματικού Εθνικού Μηχανισμού Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων, που να θέτει σε προτεραιότητα και να εγγυάται την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής, της περιουσίας, του φυσικού πλούτου και της πολιτιστικής κληρονομιάς, ως θεμελιώδεις και συνταγματικά επιβεβλημένες υποχρεώσεις της συντεταγμένης πολιτείας.
Το ισχύον Σύστημα Πολιτικής Προστασίας, όπως εφαρμόζεται στη Χώρα μας, θεμελιώθηκε καταρχήν στο ν. 2344/1995 (Α’ 212) «Οργάνωση Πολιτικής Προστασίας και άλλες διατάξεις» και συμπληρώθηκε με το ν. 3013/2002 (Α’ 102) «Αναβάθμιση της Πολιτικής Προστασίας και λοιπές διατάξεις», το π.δ. 151/2004 (Α’ 107) «Οργανισμός Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας» και τις διατάξεις του Γενικού Σχεδίου Πολιτικής Προστασίας «ΞΕΝΟΚΡΑΤΗΣ», [Υ.Α. 1299/2003 (Β΄/423), όπως αναθεωρήθηκε με τη συμπληρωματική Υ.Α. 3384/2006 (Β’ 776)]. Με το ν. 4249/2014 (Α’ 73) «Αναδιοργάνωση της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού Σώματος και της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, αναβάθμιση Υπηρεσιών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και ρύθμιση λοιπών θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και άλλες διατάξεις» επιχειρήθηκε ο εκσυγχρονισμός του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου, πλην όμως η αναδιοργάνωση στην οποία αποσκοπούσε ουδέποτε ολοκληρώθηκε εν τοις πράγμασι, δεδομένου ότι δεν εκδόθηκαν τα αναγκαία εφαρμοστικά κανονιστικά διατάγματα που θα καθιστούσαν ευχερέστερη την εφαρμογή του.
Εν μέσω της υφιστάμενης κλιματικής κρίσης, παρά τη συνθετότητα και πολυπλοκότητα, τόσο όσον αφορά τον τρόπο εκδήλωσης των σύγχρονων φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών και λοιπών απειλών όσο και την ανομοιογένεια των επηρεαζόμενων πληθυσμιακών ομάδων, το θεσμικό πλαίσιο που ουσιαστικά εφαρμόζεται από το 2002 θεωρείται απαρχαιωμένο και μη δυνάμενο να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις και προσδοκίες της ελληνικής κοινωνίας και των νέων δεδομένων. Εξάλλου, η καταγεγραμμένη εγχώρια εμπειρία σε επιτελικό και επιχειρησιακό επίπεδο έχει καταδείξει σημαντικές λειτουργικές αδυναμίες και διαρθρωτικές αγκυλώσεις, κυρίως σε επίπεδο συντονισμού, των κατά περίπτωση εμπλεκόμενων φορέων σε ζητήματα πρόληψης και διαχείρισης κινδύνων και απειλών, που δεν κατέστη εφικτό να αρθούν ούτε μετά τη θέση σε ισχύ του ν. 4249/2014, και οι οποίες συνίστανται ιδίως στα κάτωθι:
1. Δεν υφίσταται ένας ενιαίος εθνικός μηχανισμός ολιστικής κάθετης διαχείρισης κινδύνων και απειλών που να καλύπτει τη διαχείριση εκτάκτων αναγκών από την φάση της πρόληψης έως και τη φάση της αποκατάστασης. Αντίθετα, διαπιστώνεται ότι οι υφιστάμενες αρμοδιότητες των φορέων πολιτικής προστασίας σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο εμφανίζουν αποσπασματικό χαρακτήρα και σε πολλές περιπτώσεις αποτυπώνονται θεσμικά με ασάφεια, που αναπόφευκτα οδηγεί σε αλληλοεπικάλυψη και συχνά σύγκρουσή τους, είτε υπό τη θετική ή την αρνητική έκφανσή της. Η σύγχυση αυτή ως προς τις αρμοδιότητες και το συνακόλουθο ασαφή ρόλο που καλείται να επιτελέσει κάθε φορέας πολιτικής προστασίας αποτελεί σοβαρή παθογένεια του ισχύοντος συστήματος, η οποία επιφέρει τη μείωση της αποτελεσματικότητάς του, ιδιαίτερα κατά το κρίσιμο στάδιο της διαχείρισης έκτακτης ανάγκης, όπου απαιτείται σε ιδιαίτερα περιορισμένο χρονικό διάστημα η βέλτιστη απόκριση και λειτουργία κάθε επιμέρους δομής πολιτικής προστασίας υπέρ του δημοσίου συμφέροντος.
2. Περαιτέρω, όσον αφορά στο Κέντρο Επιχειρήσεων Πολιτικής Προστασίας, το οποίο κατά το ν. 4249/2014 συντονίζει και διαχειρίζεται σε εθνικό επίπεδο τις δράσεις για την αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης σε περιπτώσεις κινητοποίησης πολιτικής προστασίας με στόχο την ελαχιστοποίηση των συνεπειών τους, παρατηρήθηκε ότι στην πράξη δεν λειτούργησε σύμφωνα με τον κατά νόμο σκοπό του, αλλά περιορίστηκε σε ρόλο δομής υποστηρικτικού χαρακτήρα.
3. Δεν υφίσταται πλαίσιο και διαδικασία συνεργασίας με την επιστημονική - ερευνητική κοινότητα με αποτέλεσμα το σύστημα πολιτικής προστασίας να μη δύναται να επωφεληθεί από τα επιτεύγματα και τις δυνατότητες της επιστήμης και της τεχνολογίας αλλά να παραμένει αποκομμένη από την έρευνα και την καινοτομία.
4. Δεν υφίσταται διαδικασία ανάλυσης κινδύνου ούτε τηρείται Εθνική Βάση Δεδομένων Κινδύνων και Απειλών, προσδιορισμένων κατά χώρο και χρόνο, με συνέπεια τα Σχέδια Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών και Διαχείρισης Συνεπειών να χαρακτηρίζονται από γενικότητα και αφενός να μην ενσωματώνουν στο ρυθμιστικό πεδίο τους τις ιδιαιτερότητες συγκεκριμένων περιοχών από άποψη κίνδυνου και αφετέρου να μην αποτυπώνουν με σαφήνεια την αρμοδιότητα έκαστου φορέα πολιτικής προστασίας, γεγονός που αναπόφευκτα καθιστά την αποτελεσματικότητά τους ελλειμματική.
5. Υφίστανται ουσιώδεις ελλείψεις σε εξοπλισμό και μέσα πολιτικής προστασίας, δεδομένου ότι διαχρονικά δεν εφαρμόστηκαν στην πράξη προβλέψεις κυρίως του ν. 3013/2002 αναφορικά με τη χρηματοδότηση δράσεων πολιτικής προστασίας.
Τα ανωτέρω, όπως γίνεται ευχερώς αντιληπτό, συνιστούν σοβαρές αδυναμίες για την πλήρη ανάπτυξη και αξιοποίηση του μηχανισμού πολιτικής προστασίας, με καίριας σημασίας αντίκτυπο στην αποτελεσματικότητά του.
Με το παρόν σχέδιο νόμου και προκειμένου να ξεπεραστούν οι προαναφερθείσες υφιστάμενες χρόνιες αγκυλώσεις και αδυναμίες, θεσπίζεται ο Εθνικός Μηχανισμός Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων (National Crisis and Hazard Management Mechanism (Nat-CHAMM), (εφεξής «Εθνικός Μηχανισμός»), ο οποίος αποτελεί εκείνο το θεσμικό πλέγμα στο οποίο συγκλίνουν οι συντρέχουσες επιχειρησιακές, επιτελικές και υποστηρικτικές δομές Πολιτικής Προστασίας, με στόχο τη δημιουργία ενός ενιαίου εθνικού συστήματος πολιτικής προστασίας κάθετης οργάνωσης, που διατρέχεται καθολικά από συγκεκριμένες καταστατικές αρχές, και το οποίο αφορά σε όλο το φάσμα του κύκλου καταστροφών.
Στο πλαίσιο αυτό δημιουργούνται δομές και όργανα συντονισμού σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο με πλήρως αποσαφηνισμένες αρμοδιότητες και καθήκοντα για όλα τα επίπεδα διοίκησης (κεντρικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο) και για όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, εξασφαλίζοντας τη σύντμηση χρονοβόρων διαδικασιών λήψης κρίσιμων αποφάσεων και ανάληψης δράσεων σε στρατηγικό, επιχειρησιακό και τακτικό επίπεδο, την εξάλειψη της γραφειοκρατίας και του καθεστώτος απόσεισης ευθυνών.
Ιδιαίτερης σημασίας κρίνεται το γεγονός ότι προβλέπεται πλέον η ανάλυση κινδύνων και απειλών ως απαραίτητο προαπαιτούμενο αλλά και συστατικό στοιχείο τόσο για την κατάρτιση του Εθνικού Σχεδιασμού Πολιτικής Προστασίας στο πλαίσιο της Εθνικής Πολιτικής Μείωσης Κινδύνου Καταστροφών όσο και για την εκπόνηση και υλοποίηση των Σχεδίων Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών και Διαχείρισης Συνεπειών. Η ανάλυση αυτή επιτρέπει την ουσιαστική εξειδίκευση των σχεδίων ανάλογα με τον προς αντιμετώπιση κίνδυνο και τις ιδιαιτερότητες κάθε περίπτωσης, ενώ συνακόλουθα διευκολύνει την παροχή κατευθύνσεων και οδηγιών από τον Εθνικό Μηχανισμό τόσο προς τα όργανα και τους φορείς που έχουν την ευθύνη του επιχειρησιακού σχεδιασμού, όσο και προς τους πολίτες.
Επιπλέον, στο πλαίσιο της υιοθέτησης από τη χώρα ενός διοικητικού μοντέλου εναρμονισμένου με τις τεχνολογικές και επιστημονικές εξελίξεις, δημιουργούνται τα απαραίτητα εργαλεία για την αξιοποίηση της επιστημονικής γνώσης, των πορισμάτων εφαρμοσμένης έρευνας και καινοτομίας, υποδομών, εφαρμογών και εργαλείων Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών.
Από όλα τα παραπάνω γίνεται, εν προκειμένω, σαφές ότι με το παρόν σχέδιο νόμου και τις επιχειρούμενες από αυτό τομές και βελτιώσεις στο υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας (Γ.Γ.Π.Π.), ως εξέχουσα δομή του Εθνικού Μηχανισμού, αναβαθμίζεται διοικητικά και επιχειρησιακά, εγγυώμενη την ικανότητα έγκαιρης και αποτελεσματικής ανταπόκρισης σε παντός είδους καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, που προκαλούνται από φυσικές ή τεχνολογικές καταστροφές και απειλές.
Β. Επί των άρθρων
Επί των άρθρων 33-35
Στα άρθρα 33-35 καθορίζονται η αποστολή και οι αρμοδιότητες της Γενικής Διεύθυνσης Συντονισμού, της Αυτοτελούς Διεύθυνσης Διοίκησης και Υποστήριξης και της Αυτοτελούς Διεύθυνσης Τεχνικής Υποστήριξης και Προγραμματισμού, ενώ περιγράφεται η περαιτέρω διάρθρωσή τους σε Τμήματα καθώς και οι αρμοδιότητες των Τμημάτων αυτών.
Επί των άρθρων 44-52
Με τα άρθρα 44 έως 52 συστήνεται στη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.), ο Προϊστάμενος της οποίας έχει όλες τις αρμοδιότητες και υποχρεώσεις των προϊσταμένων οικονομικών υπηρεσιών Υπουργείων κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 24, 26 και 69Γ του ν. 4270/2014 (Α’ 143) και πληροί τα κριτήρια, τους όρους και τις προϋποθέσεις υπαγωγής στην έννοια της «χωριστής επιχειρησιακής μονάδας» με δημοσιονομική αυτοτέλεια της υπ΄ αριθ. 6375/29-09-2017 (Β΄ 3409) Απόφασης Αν. Υπουργού Εσωτερικών (αρμόδιου για θέματα Προστασίας του Πολίτη). Η σύσταση της Γ.Δ.Ο.Υ., αποσκοπεί στην ενίσχυση της οικονομικής ανεξαρτησίας της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας μέσω της δημιουργίας δικού της συστήματος χρηστής οικονομικής διαχείρισης, στην καλύτερη εποπτεία και συντονισμού των φορέων της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, στη διασφάλιση της ταχύτητας και ευελιξίας ως προς την διαχείριση και εκτέλεση του προϋπολογισμού της και των διαγωνιστικών διαδικασιών, στην ορθολογικότερη αξιοποίηση των πόρων της και στην εν γένει στην αύξηση της παραγωγικότητας και αποδοτικότητας των υπαγόμενων σε αυτή φορέων.
Επί του άρθρου 54
Με το άρθρο 54 προστίθεται διάταξη που ρυθμίζει σειρά λοιπών θεμάτων αρμοδιότητας Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας. Συγκεκριμένα, η παράγραφος α΄ αυτής, αποσκοπεί στην παροχή ευελιξίας στις μετακινήσεις του Γενικού Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας και του προσωπικού της Γ.Γ.Π.Π. μέσω της άρσης των σχετικών οικονομικών περιορισμών, όταν επιχειρησιακές ανάγκες το απαιτούν, για την αποτελεσματικότερη εκπλήρωση του έργου τους. Με την παράγραφο β΄ σκοπείται η ρητή πρόβλεψη στο απαιτούμενο, για την αντιμετώπιση κατεπειγουσών εποχικών ή πρόσκαιρων αναγκών, προσωπικό των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης της κατηγορίας των χειριστών μηχανημάτων έργου. Η θεσμοθετούμενη δυνατότητα πρόσληψης των εν λόγω εποχικών υπαλλήλων επί τετραμήνου κατ’ έτος κρίνεται σκόπιμη και επιβεβλημένη προκειμένου οι Ο.Τ.Α. να μπορούν να ανταπεξέλθουν στις αυξανόμενες σύγχρονες απαιτήσεις της Πολιτικής Προστασίας. Στην παράγραφο γ΄ σκοπείται η αντιμετώπιση φυσικών, τεχνολογικών καταστροφών και λοιπών απειλών, καθώς και η αποκατάσταση των πάσης φύσεως ζημιών, άμεσα, έγκαιρα και αποτελεσματικά με διαδικασίες που εγγυώνται την ασφάλεια και προστασία των πολιτών. Με την παράγραφο δ΄ καθίσταται επιβεβλημένη η άρση του περιορισμού στη χρήση καυσίμων για σκοπούς άμεσα συναρτώμενους με τις αρμοδιότητες της πολιτικής προστασίας και προς εξυπηρέτηση αυτών. Με την προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου ε΄ καθίσταται δυνατή η επιχορήγηση από τις οικείες Περιφέρειες των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος, οι οποίες βρίσκονται εντός των διοικητικών ορίων τους, για την κάλυψη έκτακτων ή/και επειγουσών αναγκών, προς διασφάλιση της ασφάλειας των πολιτών και της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος. Τέλος, με την παράγραφο στ΄ του άρθρου 54 και προς εξυπηρέτηση επειγουσών αναγκών και άμεσων προμηθειών της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, ο ορισμός υπολόγου κρίνεται επιβεβλημένος, για τη διασφάλιση της απρόσκοπτης λειτουργίας της Γενικής Γραμματείας»
ΙΙ. Αρμοδιότητα Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.
Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ' υποπερ. αα' του ν. 4013/2011: «Η Αρχή έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες: [….] γ) Γνωμοδοτεί για τη νομιμότητα κάθε διάταξης σχεδίου νόμου ή κανονιστικής πράξης που αφορά στις δημόσιες συμβάσεις και συμμετέχει στις οικείες νομοπαρασκευαστικές επιτροπές. Τα αρμόδια όργανα οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τη γνώμη της Αρχής. Ειδικότερα: αα) Η Αρχή γνωμοδοτεί επί των διατάξεων σχεδίων νόμων που αφορούν στις δημόσιες συμβάσεις πριν από την κατάθεση τους στη Βουλή. Αν ο αρμόδιος Υπουργός διαφωνεί με τη γνώμη της Αρχής, η Αρχή δύναται να συγκαλεί συσκέψεις, με τη συμμετοχή εκπροσώπων της και εκπροσώπων όλων των συναρμόδιων Υπουργείων με σκοπό την ανταλλαγή και σύγκλιση των απόψεων. Στις εν λόγω συσκέψεις η Αρχή και κάθε συναρμόδιος Υπουργός μπορούν να ζητούν τη συμμετοχή ανεξάρτητων τρίτων, ειδικών σε θέματα δημοσίων συμβάσεων. Οι συσκέψεις αυτές πραγματοποιούνται σε διάστημα δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την περιέλευση της πρόσκλησης της Αρχής στους συμμετέχοντες. Η άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας αυτής δεν κωλύει τη συνέχιση της διαδικασίας ψήφισης του σχεδίου νόμου. Αν δεν αρθεί η διαφωνία μεταξύ του αρμόδιου Υπουργού και της Αρχής, στη γνώμη της Αρχής προσαρτάται έκθεση του Υπουργού στην οποία περιλαμβάνεται και ειδική αιτιολόγηση κάθε απόκλισης από το περιεχόμενο της γνώμης. Τα εν λόγω έγγραφα συνοδεύουν τα σχέδια νόμων κατά την κατάθεση τους στη Βουλή και αναρτώνται με επιμέλεια της Αρχής στην ιστοσελίδα της. Σε περίπτωση απόκλισης του σχεδίου νόμου από τη γνώμη της Αρχής, η αρμόδια επιτροπή της Βουλής δύναται να καλεί, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής, σε ακρόαση τον Πρόεδρο της Αρχής […] Η γνωμοδοτική αρμοδιότητα της παρούσας περίπτωσης ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την περιέλευση των ανωτέρω σχεδίων διατάξεων στην Αρχή, με μέριμνα του οικείου οργάνου.».
Περαιτέρω, σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου 35 του Οργανισμού και Κανονισμού Λειτουργίας Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ., ο οποίος θεσπίσθηκε με το άρθρο 53 του ν. 4605/2019, «Στην περίπτωση που η Αρχή, κατά την ενάσκηση της γνωμοδοτικής της αρμοδιότητας, κρίνει ότι διατάξεις σχεδίου νόμου, προεδρικού διατάγματος, άλλης κανονιστικής πράξης ή κανονισμοί λειτουργίας εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 2 του άρθρου 2 περίπτωση γ’ υποπερίπτωση αα), ββ), γγ), αλλά δεν της έχουν κοινοποιηθεί, δύναται και αυτεπαγγέλτως να ασκήσει την κατά περίπτωση γνωμοδοτικής της αρμοδιότητα, ακόμα και αν η σχετική διάταξη, πράξη ή κανονισμός έχει ήδη δημοσιευτεί.»
Επισημαίνεται ότι το εξεταζόμενο σχέδιο νόμου υπεβλήθη στην Αρχή την 07.01.2020 με αίτημα την παροχή γνώμης έως την 10.01.2020, με αποτέλεσμα να μην παρέχεται ο αναγκαίος και ικανός χρόνος για την ενδελεχή μελέτη αυτού.
Στο βαθμό που οι προτεινόμενες νομοθετικές ρυθμίσεις, ως παρατίθενται ανωτέρω (υπό I), ήτοι διατάξεις περιλαμβανόμενες στα άρθρα 33, 48 και 54 του σχεδίου νόμου, περιλαμβάνουν ρυθμίσεις που αφορούν σε ζητήματα δημοσίων συμβάσεων, εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Αρχής για παροχή γνώμης, κατ’ άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ' υποπερ. αα' του ν. 4013/2011.
Σημειώνεται, επίσης, ότι στο υποβληθέν σχέδιο νόμου περιλαμβάνονται ρυθμίσεις σχετικές με την εφαρμογή διατάξεων δημοσίου λογιστικού, οι οποίες εκφεύγουν της γνωμοδοτικής αρμοδιότητας της Αρχής.
ΙΙΙ. Συναφείς διατάξεις
1. Το σύνολο των διατάξεων του ν. 4412/2016 «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ ΕΕ και 2014/25/ΕΕ)», ως τροποποιημένος ισχύει, και, ειδικότερα :
Άρθρο 9 Δημόσιες συμβάσεις που ανατίθενται και διαγωνισμοί μελετών που διοργανώνονται δυνάμει διεθνών κανόνων (άρθρο 9 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ)
1. Το παρόν Βιβλίο (άρθρα 3 έως 221) δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις και τους διαγωνισμούς μελετών που η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται να αναθέσει ή να διοργανώσει, σύμφωνα με διαδικασίες σύναψης συμβάσεων διαφορετικές από εκείνες του παρόντος Βιβλίου και οι οποίες προβλέπονται σε οποιοδήποτε από τα εξής:
α) νομικό μέσο που δημιουργεί διεθνείς νομικές υποχρεώσεις, όπως διεθνής συμφωνία, που έχει συναφθεί, σύμφωνα με τις Συνθήκες, μεταξύ κράτους - μέλους και μίας ή περισσότερων τρίτων χωρών ή υποδιαιρέσεών τους και καλύπτει έργα, αγαθά ή υπηρεσίες που προορίζονται για την από κοινού εκτέλεση ή εκμετάλλευση ενός σχεδίου από τα συμβαλλόμενα μέρη τους,
β) διεθνή οργανισμό. Το Υπουργείο Εξωτερικών κοινοποιεί στην Επιτροπή και στην Αρχή όλα τα νομικά μέσα που προβλέπονται στην περίπτωση α΄. Οι αρμόδιοι φορείς και όργανα υποχρεούνται να παρέχουν οποιαδήποτε πληροφορία ζητείται από το Υπουργείο Εξωτερικών και είναι αναγκαία για την κοινοποίηση του προηγούμενου εδαφίου.
2. Το παρόν Βιβλίο δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις και τους διαγωνισμούς μελετών που αναθέτει ή διοργανώνει η αναθέτουσα αρχή, σύμφωνα με κανόνες διαδικασιών σύναψης συμβάσεων που προβλέπονται από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, εφόσον οι δημόσιες συμβάσεις και οι σχετικοί διαγωνισμοί μελετών χρηματοδοτούνται πλήρως από τον εν λόγω οργανισμό ή ίδρυμα. Στην περίπτωση δημόσιων συμβάσεων και διαγωνισμών μελετών που συγχρηματοδοτούνται ως επί το πλείστον από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, οι συμβαλλόμενοι συμφωνούν επί των εφαρμοστέων διαδικασιών σύναψης συμβάσεων.
3. Το άρθρο 17 εφαρμόζεται στις συμβάσεις και στους διαγωνισμούς μελέτης που αφορούν θέματα άμυνας και ασφάλειας και ανατίθενται ή διοργανώνονται, σύμφωνα με διεθνείς κανόνες. Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν εφαρμόζονται επί των ανωτέρω συμβάσεων και διαγωνισμών μελέτης.
Άρθρο 10 Ειδικές εξαιρέσεις για συμβάσεις υπηρεσιών (άρθρο 10 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ)
Το παρόν Βιβλίο (άρθρα 3 έως 221) δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών οι οποίες:
α) έχουν ως αντικείμενο την αγορά ή μίσθωση, με οποιουσδήποτε χρηματοδοτικούς όρους, γης ή υφισταμένων κτισμάτων ή άλλων ακινήτων ή αφορούν δικαιώματα επ’ αυτών,
β) αφορούν την αγορά, την ανάπτυξη, την παραγωγή ή τη συμπαραγωγή υλικού προγραμμάτων που προορίζεται για υπηρεσίες οπτικοακουστικών ή ραδιοφωνικών μέσων τις οποίες αναθέτουν πάροχοι υπηρεσιών οπτικοακουστικών ή ραδιοφωνικών μέσων ή στις συμβάσεις για το χρόνο μετάδοσης ή την παροχή προγραμμάτων που ανατίθενται σε παρόχους υπηρεσιών οπτικοακουστικών ή ραδιοφωνικών μέσων. Για τους σκοπούς της παρούσας περίπτωσης, οι «υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων» και οι «πάροχοι υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων» έχουν την ίδια έννοια με εκείνη των περιπτώσεων α΄ και δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 2 του π.δ. 109/2010 (Α΄ 190). Το «πρόγραμμα» έχει την ίδια έννοια με εκείνη της περίπτωσης β΄ της παρ. 1 του άρθρου 2 του π.δ. 109/2010, αλλά περιλαμβάνει επίσης ραδιοφωνικά προγράμματα και υλικό ραδιοφωνικών προγραμμάτων. Επίσης, για τους σκοπούς της παρούσας διάταξης, το «υλικό προγραμμάτων» έχει την ίδια έννοια με το «πρόγραμμα»,
γ) αφορούν υπηρεσίες διαιτησίας και συμβιβασμού,
δ) αφορούν οποιαδήποτε από τις κατωτέρω νομικές υπηρεσίες:
αα) νομική εκπροσώπηση πελάτη από δικηγόρο κατά την έννοια του άρθρου 2 του π.δ. 258/1987 (Α΄ 125) σε: - διαιτησία ή συμβιβασμό που διεξάγεται σε κράτος μέλος, τρίτη χώρα ή ενώπιον διεθνούς οργάνου διαιτησίας ή συμβιβασμού ή - δικαστικές διαδικασίες ενώπιον δικαστηρίων, δικαιοδοτικών οργάνων ή δημοσίων αρχών κράτους - μέλους, τρίτης χώρας ή διεθνών δικαστηρίων, δικαιοδοτικών ή θεσμικών οργάνων,
ββ) νομικές συμβουλές για την προετοιμασία οποιασδήποτε από τις διαδικασίες της υποπερίπτωσης αα΄ της παρούσας περίπτωσης ή εάν υπάρχει απτή ένδειξη και μεγάλη πιθανότητα το ζήτημα που αφορούν οι συμβουλές να αποτελέσει αντικείμενο τέτοιων διαδικασιών, υπό την προϋπόθεση ότι οι συμβουλές παρέχονται από δικηγόρο, κατά την έννοια του άρθρου 2 του π.δ. 258/1987,
γγ) υπηρεσίες πιστοποίησης και εξακρίβωσης της γνησιότητας εγγράφων που πρέπει να παρέχονται από συμβολαιογράφους,
δδ) νομικές υπηρεσίες που παρέχονται από εμπιστευματοδόχους (trustees) ή διορισμένους επιτρόπους ή άλλες νομικές υπηρεσίες, των οποίων οι πάροχοι διορίζονται από δικαστήριο στο οικείο κράτος - μέλος ή διορίζονται βάσει του δικαίου για την εκτέλεση ειδικών καθηκόντων υπό την εποπτεία τέτοιων δικαστηρίων ή δικαιοδοτικών οργάνων,
εε) λοιπές νομικές υπηρεσίες, οι οποίες στο σχετικό κράτος - μέλος συνδέονται, έστω και περιστασιακά, με την άσκηση δημόσιας εξουσίας,
ε) αφορούν χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες σχετικές με την έκδοση, την αγορά, την πώληση ή τη μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, κατά την έννοια του ν. 3606/2007 (Α΄ 195), υπηρεσίες που παρέχονται από κεντρικές τράπεζες και συναλλαγές με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας,
στ) αφορούν δάνεια είτε συνδέονται είτε όχι με την έκδοση, την πώληση, την αγορά ή τη μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων,
ζ) αφορούν συμβάσεις εργασίας,
η) αφορούν υπηρεσίες πολιτικής άμυνας, πολιτικής προστασίας και πρόληψης κινδύνων που παρέχονται από μη κερδοσκοπικές οργανώσεις ή ενώσεις και εμπίπτουν στους ακόλουθους κωδικούς του CPV: 75250000-3, 75251000-0, 75251100-1, 75251110-4, 75251120-7, 75252000-7, 75222000-8, 98113100-9 και 85143000-3 πλην των υπηρεσιών ασθενοφόρων για τη διακομιδή ασθενών,
θ) αφορούν δημόσιες επιβατικές μεταφορές με σιδηρόδρομο ή μετρό,
ι) αφορούν υπηρεσίες πολιτικών εκστρατειών που εμπίπτουν στους κωδικούς του CPV 79341400-0, 92111230-3 και 92111240-6, όταν ανατίθενται από πολιτικό κόμμα στο πλαίσιο προεκλογικής εκστρατείας.
Άρθρο 15 Άμυνα και ασφάλεια (άρθρο 15 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ)
1. Το παρόν Βιβλίο (άρθρα 3 έως 221) εφαρμόζεται στην ανάθεση δημόσιων συμβάσεων και σε διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας, εξαιρουμένων των κατωτέρω συμβάσεων:
α) συμβάσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του μέρους δεύτερου του ν. 3978/2011 (Α΄ 137),
β) συμβάσεων στις οποίες δεν εφαρμόζεται το μέρος δεύτερο του ν. 3978/2011 (Α΄ 137), σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 24 του εν λόγω νόμου.
2. Το παρόν Βιβλίο δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις και τους διαγωνισμούς μελετών που δεν εξαιρούνται για άλλο λόγο δυνάμει της παρ. 1, στο μέτρο που η προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας της χώρας δεν μπορεί να διασφαλιστεί με λιγότερο δραστικά μέτρα, όπως με την επιβολή απαιτήσεων για την προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών που η αναθέτουσα αρχή καθιστά διαθέσιμες σε μία διαδικασία ανάθεσης σύμβασης, κατά τα προβλεπόμενα στο παρόν Βιβλίο.
Επίσης, και, σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 346 της ΣΛΕΕ, το παρόν Βιβλίο δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις και στους διαγωνισμούς μελετών που δεν εξαιρούνται για άλλο λόγο δυνάμει της παρ. 1, στο μέτρο που η εφαρμογή του παρόντος Βιβλίου θα υποχρέωνε τη χώρα να παράσχει πληροφορίες, τη δημοσιοποίηση των οποίων θεωρεί αντίθετη με τα ουσιώδη συμφέροντα ασφαλείας της.
Το παρόν Βιβλίο δεν εφαρμόζεται, σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 346 της Σ.Λ.Ε.Ε., στις δημόσιες συμβάσεις και στους διαγωνισμούς μελετών που άπτονται του τομέα της Κυβερνοασφάλειας, στο μέτρο που η εφαρμογή του παρόντος Βιβλίου θα υποχρέωνε τη χώρα να παράσχει πληροφορίες, τη δημοσιοποίηση των οποίων θεωρεί αντίθετη με την προστασία των ουσιωδών συμφερόντων κυβερνοασφάλειάς της.
3. Όταν η διαδικασία σύναψης και η εκτέλεση της δημόσιας σύμβασης ή του διαγωνισμού μελέτης κηρύσσεται απόρρητη ή πρέπει να συνοδεύεται από ειδικά μέτρα ασφαλείας, σύμφωνα με τις διατάξεις της εκάστοτε ισχύουσας εθνικής νομοθεσίας, ιδίως δε τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 35 του ν. 3978/2011 (Α΄ 137) και της απόφασης με αριθμ. 838/39/461322/14.8.2008 του Υπουργού Εσωτερικών (Β΄ 1632) το παρόν Βιβλίο δεν εφαρμόζεται, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα κρίνει ότι τα εν λόγω ουσιώδη συμφέροντα δεν μπορούν να διασφαλιστούν με λιγότερο δραστικά μέτρα, όπως αυτά που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2.
Άρθρο 17 Δημόσιες συμβάσεις και διαγωνισμοί μελετών που αφορούν την άμυνα ή την ασφάλεια και ανατίθενται ή διοργανώνονται , σύμφωνα με διεθνείς κανόνες (άρθρο 17 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ)
1. Το παρόν Βιβλίο (άρθρα 3 έως 221) δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις και τους διαγωνισμούς μελετών που αφορούν την άμυνα ή την ασφάλεια και που η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται να αναθέσει ή να διοργανώσει, σύμφωνα με διαδικασίες σύναψης συμβάσεων διαφορετικές από αυτές του παρόντος Βιβλίου και οι οποίες προβλέπονται σε οποιοδήποτε από τα εξής:
α) διεθνή συμφωνία ή διακανονισμό που έχει συναφθεί, σύμφωνα με τις Συνθήκες μεταξύ του κράτους και μιας ή περισσότερων τρίτων χωρών ή (διοικητικών) υποδιαιρέσεών τους και καλύπτουν έργα, αγαθά ή υπηρεσίες που προορίζονται για την από κοινού εκτέλεση ή εκμετάλλευση ενός σχεδίου από τα συμβαλλόμενα μέρη τους,
β) διεθνή συμφωνία ή διακανονισμό που συνδέεται με τη στάθμευση στρατευμάτων και αφορά επιχειρήσεις κράτους - μέλους ή τρίτης χώρας,
γ) διεθνή οργανισμό.
Το Υπουργείο Εξωτερικών κοινοποιεί στην Επιτροπή και στην Αρχή όλες τις συμφωνίες ή τους διακανονισμούς που αναφέρονται στην περίπτωση α΄ της παρούσας παραγράφου. Οι αρμόδιοι φορείς και όργανα υποχρεούνται να παρέχουν οποιαδήποτε πληροφορία ζητείται από το Υπουργείο Εξωτερικών και είναι αναγκαία για την κοινοποίηση του προηγούμενου εδαφίου.
2. Το παρόν Βιβλίο δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις και στους διαγωνισμούς μελετών που αφορούν την άμυνα ή την ασφάλεια και ανατίθενται από την αναθέτουσα αρχή, σύμφωνα με κανόνες περί διαδικασιών σύναψης συμβάσεων, οι οποίοι προβλέπονται από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, εφόσον οι συγκεκριμένες δημόσιες συμβάσεις και διαγωνισμοί μελετών χρηματοδοτούνται πλήρως από τον εν λόγω οργανισμό ή ίδρυμα. Στην περίπτωση δημόσιων συμβάσεων και διαγωνισμών μελετών που συγχρηματοδοτούνται ως επί το πλείστον από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, οι συμβαλλόμενοι συμφωνούν επί των εφαρμοστέων διαδικασιών σύναψης συμβάσεων.
Άρθρο 32 Προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση (άρθρο 32 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ)
1. Στις ειδικές περιπτώσεις και περιστάσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 έως 6, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αναθέτουν δημόσιες συμβάσεις προσφεύγοντας στη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση.
2. Η διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση μπορεί να χρησιμοποιείται για δημόσιες συμβάσεις έργων, προμηθειών και υπηρεσιών σε οποιαδήποτε από τις κατωτέρω περιπτώσεις:
α) εάν, ύστερα από ανοικτή ή κλειστή διαδικασία είτε δεν υποβλήθηκε καμία προσφορά ή αίτηση συμμετοχής είτε καμία από τις υποβληθείσες προσφορές ή αιτήσεις συμμετοχής δεν είναι κατάλληλη, εφόσον δεν έχουν τροποποιηθεί ουσιωδώς οι αρχικοί όροι της σύμβασης και με την προϋπόθεση ότι διαβιβάζεται σχετική έκθεση στην Επιτροπή μετά από αίτημά της·
Μη κατάλληλη θεωρείται μία προσφορά όταν είναι άσχετη με τη σύμβαση και αδυνατεί προδήλως, χωρίς να τροποποιηθεί ουσιαστικά, να ανταποκριθεί στις ανάγκες και τις απαιτήσεις της αναθέτουσας αρχής, όπως προσδιορίζονται στα έγγραφα της σύμβασης.
Μη κατάλληλη θεωρείται μία αίτηση συμμετοχής όταν στο πρόσωπο του οικονομικού φορέα συντρέχει υποχρεωτικός ή δυνητικός λόγος αποκλεισμού, σύμφωνα με το άρθρο 73 ή όταν αυτός δεν πληροί τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που έχει θέσει η αναθέτουσα αρχή, σύμφωνα με τα άρθρα 75, 76 και 77.
β) εάν τα έργα, τα αγαθά ή οι υπηρεσίες μπορούν να παρασχεθούν μόνον από έναν συγκεκριμένο οικονομικό φορέα για οποιονδήποτε από τους κατωτέρω λόγους:
αα) στόχος της σύμβασης είναι η δημιουργία ή απόκτηση μοναδικού έργου τέχνης ή καλλιτεχνικής εκδήλωσης,
ββ) απουσία ανταγωνισμού για τεχνικούς λόγους,
γγ) προστασία αποκλειστικών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας.
Οι εξαιρέσεις που ορίζονται στις υποπεριπτώσεις ββ΄ και γγ΄ εφαρμόζονται μόνο εάν δεν υπάρχει εύλογη εναλλακτική λύση ή υποκατάστατο και η απουσία ανταγωνισμού δεν είναι αποτέλεσμα τεχνητού περιορισμού των παραμέτρων της σύμβασης·
γ) στο μέτρο που είναι απολύτως απαραίτητο, εάν λόγω κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα απρόβλεπτα για την αναθέτουσα αρχή, δεν είναι δυνατή η τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται για τις ανοικτές, κλειστές ή ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση. Οι περιστάσεις που επικαλούνται οι αναθέτουσες αρχές για την αιτιολόγηση της κατεπείγουσας ανάγκης δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να απορρέουν από δική τους ευθύνη.
3. Η διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση μπορεί να χρησιμοποιείται για δημόσιες συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών για την αγορά αγαθών ή υπηρεσιών, υπό ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους είτε από προμηθευτή που παύει οριστικά τις εμπορικές του δραστηριότητες είτε από τον εκκαθαριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας, δικαστικού συμβιβασμού ή ανάλογης διαδικασίας που προβλέπεται σε διατάξεις νόμου.
4. Η διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση μπορεί να χρησιμοποιείται για δημόσιες συμβάσεις προμηθειών:
α) όταν τα σχετικά προϊόντα κατασκευάζονται αποκλειστικά για σκοπούς έρευνας, πειραματισμού, μελέτης ή ανάπτυξης· ωστόσο, οι συμβάσεις που ανατίθενται δυνάμει της παρούσας περίπτωσης δεν περιλαμβάνουν την παραγωγή ποσοτήτων ικανών να εξασφαλίζουν την εμπορική βιωσιμότητα του προϊόντος ή την απόσβεση των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης,
β) για συμπληρωματικές παραδόσεις που πραγματοποιούνται από τον αρχικό προμηθευτή και προορίζονται είτε για τη μερική αντικατάσταση αγαθών ή εγκαταστάσεων είτε για επέκταση υφιστάμενων αγαθών ή εγκαταστάσεων, εφόσον η αλλαγή προμηθευτή θα υποχρέωνε την αναθέτουσα αρχή να αποκτά αγαθά με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά τα οποία θα προκαλούσαν ασυμβατότητα ή δυσανάλογες τεχνικές δυσχέρειες στη χρήση και τη συντήρηση η διάρκεια αυτών των συμβάσεων, καθώς και των επαναλαμβανόμενων συμβάσεων, δεν υπερβαίνει κατά κανόνα τα τρία έτη,
γ) εάν πρόκειται για αγαθά που είναι εισηγμένα και αγοράζονται σε χρηματιστήριο εμπορευμάτων.
5. Η διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση μπορεί να χρησιμοποιείται για δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών όταν η σχετική σύμβαση έπεται διαγωνισμού μελετών που έχει διοργανωθεί, σύμφωνα με το Μέρος Α΄ του παρόντος Βιβλίου και πρέπει, σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στο διαγωνισμό μελετών, να ανατεθεί στον νικητή ή σε έναν από τους νικητές του διαγωνισμού αυτού.
Στην τελευταία αυτή περίπτωση, όλοι οι νικητές του διαγωνισμού πρέπει να καλούνται να συμμετάσχουν στις διαπραγματεύσεις.
6. Η διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση μπορεί να χρησιμοποιείται για νέα έργα ή υπηρεσίες που συνίστανται στην επανάληψη παρόμοιων έργων ή υπηρεσιών που ανατέθηκαν στον οικονομικό φορέα ανάδοχο της αρχικής σύμβασης από τις ίδιες αναθέτουσες αρχές, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά τα έργα ή υπηρεσίες είναι, σύμφωνα με μία βασική μελέτη και ότι αυτή η μελέτη αποτέλεσε αντικείμενο αρχικής σύμβασης, η οποία έχει συναφθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 26. Στη βασική μελέτη αναγράφεται η έκταση πιθανών συμπληρωματικών έργων ή υπηρεσιών και οι όροι ανάθεσής τους. Η δυνατότητα προσφυγής σε αυτή τη διαδικασία πρέπει να επισημαίνεται ήδη κατά την πρώτη προκήρυξη διαγωνισμού, και το συνολικό προβλεπόμενο ποσό για τη συνέχιση των εργασιών ή υπηρεσιών λαμβάνεται υπόψη από τις αναθέτουσες αρχές για την εφαρμογή του άρθρου 5. Προσφυγή στη διαδικασία αυτή επιτρέπεται μόνο εντός τριετίας μετά τη σύναψη της αρχικής σύμβασης.
Άρθρο 32Α
Εξαιρούνται της υποχρεωτικής εφαρμογής των άρθρων 22 παράγραφοι 1, 36, 72 παράγραφος 1 περίπτωση α΄, 79 παράγραφοι 1 έως 4, και 221 παράγραφοι 8 και 9, οι ακόλουθες περιπτώσεις του άρθρου 32:
α) όπου η δυνατότητα ανάθεσης περιορίζεται σε έναν προκαθορισμένο συμμετέχοντα, σύμφωνα με την περίπτωση β΄ της παραγράφου 2, με την παράγραφο 3, με την περίπτωση β΄ της παραγράφου 4 και την παράγραφο 6,
β) λόγω του επείγοντος χαρακτήρα της ανάθεσης σύμφωνα με την περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2, ή
γ) λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της συναλλαγής στην περίπτωση προμηθειών που είναι εισηγμένες και αγοράζονται σε χρηματιστήριο εμπορευμάτων σύμφωνα με την περίπτωση γ΄ της παραγράφου 4.
Στις περιπτώσεις α΄ και β΄ η διαδικασία διεξάγεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στους όρους της πρόσκλησης, όπου υπάρχει, και η αξιολόγηση των προσφορών μπορεί να γίνεται σε ενιαίο στάδιο με την ανάθεση της σύμβασης. Στην περίπτωση γ΄ δεν απαιτείται προηγούμενη πρόσκληση και η διαδικασία διεξάγεται με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της συναλλαγής. Η διαδικασία της διαπραγμάτευσης γίνεται από τριμελές όργανο, το οποίο συγκροτείται από την Αναθέτουσα Αρχή και εισηγείται προς το αποφαινόμενο όργανο για κάθε θέμα που ανακύπτει κατά την ανάθεση της σύμβασης.
Άρθρο 132 Τροποποίηση συμβάσεων κατά τη διάρκειά τους (άρθρο 72 Οδηγίας 2014/24/ΕΕ)
1. Οι συμβάσεις και οι συμφωνίες-πλαίσιο μπορούν να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της χρηματικής αξίας τους, προβλέπονται σε σαφείς, ακριβείς και ρητές ρήτρες αναθεώρησης στα αρχικά έγγραφα της σύμβασης στις οποίες μπορεί να περιλαμβάνονται και ρήτρες αναθεώρησης τιμών ή προαιρέσεις. Οι ρήτρες αυτές αναφέρουν το αντικείμενο και τη φύση των ενδεχόμενων τροποποιήσεων ή προαιρέσεων, καθώς και τους όρους υπό τους οποίους μπορούν να ενεργοποιηθούν. Δεν προβλέπουν τροποποιήσεις ή προαιρέσεις που ενδέχεται να μεταβάλουν τη συνολική φύση της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο·
β) για τα συμπληρωματικά έργα, υπηρεσίες ή αγαθά από τον αρχικό ανάδοχο, τα οποία κατέστησαν αναγκαία και δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική σύμβαση, εφόσον η αλλαγή αναδόχου:
αα) δεν μπορεί να γίνει για οικονομικούς ή τεχνικούς λόγους, π.χ. απαιτήσεις εναλλαξιμότητας ή διαλειτουργικότητας με τον υφιστάμενο εξοπλισμό, υπηρεσίες ή εγκαταστάσεις που παρασχέθηκαν με τη διαδικασία σύναψης της αρχικής σύμβασης, και
ββ) θα συνεπαγόταν σημαντικά προβλήματα ή ουσιαστική επικάλυψη δαπανών για την αναθέτουσα αρχή.
Ωστόσο, οποιαδήποτε αύξηση της τιμής δεν υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατό (50%) της αξίας της αρχικής σύμβασης. Σε περίπτωση διαδοχικών τροποποιήσεων, η σωρευτική αξία των τροποποιήσεων αυτών δεν μπορεί να υπερβαίνει το το πενήντα τοις εκατό (50%) της αξίας της αρχικής σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο.
Οι επακόλουθες τροποποιήσεις δεν πρέπει να αποσκοπούν στην αποφυγή εφαρμογής του παρόντος Βιβλίου (άρθρα 3 έως 221).
γ) όταν πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
αα) η ανάγκη τροποποίησης προέκυψε λόγω περιστάσεων που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν από μια επιμελή αναθέτουσα αρχή,
ββ) η τροποποίηση δεν μεταβάλλει τη συνολική φύση της σύμβασης,
γγ) οποιαδήποτε αύξηση της τιμής δεν υπερβαίνει το 50% της αξίας της αρχικής σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο.
Οι επακόλουθες τροποποιήσεις δεν πρέπει να αποσκοπούν στην αποφυγή εφαρμογής του παρόντος Βιβλίου,
δ) όταν ένας νέος ανάδοχος υποκαθιστά εκείνον στον οποίο ανατέθηκε αρχικά η σύμβαση από την αναθέτουσα αρχή, συνεπεία:
αα) ρητής ρήτρας αναθεώρησης ή προαίρεσης, σύμφωνης με την περίπτωση α΄,
ββ) ολικής ή μερικής διαδοχής του αρχικού αναδόχου, λόγω εταιρικής αναδιάρθρωσης, περιλαμβανομένων της εξαγοράς, της απορρόφησης, της συγχώνευσης ή καταστάσεων αφερεγγυότητας ιδίως στο πλαίσιο προπτωχευτικών ή πτωχευτικών διαδικασιών, από άλλον οικονομικό φορέα, ο οποίος πληροί τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που καθορίστηκαν αρχικά, υπό τον όρο ότι η διαδοχή δεν συνεπάγεται άλλες ουσιώδεις τροποποιήσεις της σύμβασης και δεν γίνεται με σκοπό την αποφυγή της εφαρμογής του παρόντος Βιβλίου ή
γγ) περίπτωσης που η αναθέτουσα αρχή αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του κύριου αναδόχου έναντι των υπεργολάβων του και εφόσον η δυνατότητα αυτή προβλέπεται στις κείμενες διατάξεις, σύμφωνα με το άρθρο 131,
ε) όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της αξίας τους, δεν είναι ουσιώδεις κατά την έννοια της παρ. 4.
Οι αναθέτουσες αρχές που τροποποιούν μία σύμβαση στις περιπτώσεις των περιπτώσεων β΄ και γ΄ δημοσιεύουν σχετική γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ένωσης. Η γνωστοποίηση αυτή περιέχει τις πληροφορίες που προβλέπονται στο Μέρος Ζ΄ του Παραρτήματος V του Προσαρτήματος Α΄ και δημοσιεύεται, σύμφωνα με το άρθρο 65.
2. Χωρίς να απαιτείται επαλήθευση αν τηρούνται οι προϋποθέσεις των περιπτώσεων α΄ έως δ΄ της παρ. 4, οι συμβάσεις μπορεί να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης, σύμφωνα με το παρόν Βιβλίο, εφόσον η αξία της τροποποίησης είναι κατώτερη και των δύο ακόλουθων τιμών:
α) των κατώτατων ορίων του άρθρου 5, και
β) του δέκα τοις εκατό (10%) της αξίας της αρχικής σύμβασης για τις συμβάσεις υπηρεσιών και προμηθειών και του 15% της αξίας της αρχικής σύμβασης για τις συμβάσεις έργων.
Η τροποποίηση δεν μπορεί να μεταβάλει τη συνολική φύση της σύμβασης ή της συμφωνίαςπλαίσιο. Σε περίπτωση διαδοχικών τροποποιήσεων, η αξία τους υπολογίζεται βάσει της καθαρής σωρευτικής αξίας των διαδοχικών τροποποιήσεων.
3. Για τον υπολογισμό της τιμής που προβλέπεται στην παρ. 2 και στις περιπτώσεις β΄ και γ΄ της παρ. 1, όταν η σύμβαση περιλαμβάνει ρήτρα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, η αναπροσαρμοσμένη τιμή είναι η τιμή αναφοράς.
4. Η τροποποίηση σύμβασης ή συμφωνίας-πλαίσιο κατά τη διάρκειά της θεωρείται ουσιώδης κατά την έννοια της περίπτωσης ε΄ της παρ. 1, εφόσον καθιστά τη σύμβαση ή τη συμφωνίαπλαίσιο ουσιωδώς διαφορετική, ως προς τον χαρακτήρα, από την αρχικώς συναφθείσα. Σε κάθε περίπτωση, με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, μία τροποποίηση θεωρείται ουσιώδης όταν πληροί μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) η τροποποίηση εισάγει όρους οι οποίοι, εάν είχαν αποτελέσει μέρος της αρχικής διαδικασίας σύναψης σύμβασης, θα είχαν επιτρέψει τη συμμετοχή διαφορετικών υποψηφίων από αυτούς που επιλέχθηκαν αρχικώς ή στην αποδοχή άλλης προσφοράς από εκείνη που επελέγη αρχικώς ή θα προσέλκυαν και άλλους συμμετέχοντες στη διαδικασία σύναψης σύμβασης,
β) η τροποποίηση αλλάζει την οικονομική ισορροπία της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο υπέρ του αναδόχου, κατά τρόπο που δεν προβλεπόταν στην αρχική σύμβαση ή συμφωνίαπλαίσιο,
γ) η τροποποίηση επεκτείνει σημαντικά το αντικείμενο της σύμβασης ή της συμφωνίαςπλαίσιο,
δ) όταν νέος ανάδοχος υποκαθιστά εκείνον στον οποίο είχε ανατεθεί αρχικώς η σύμβαση σε περιπτώσεις διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1.
5. Απαιτείται νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης, σύμφωνα με το παρόν Βιβλίο, για τροποποιήσεις των διατάξεων μίας δημόσιας σύμβασης ή μίας συμφωνίας-πλαίσιο κατά τη διάρκειά τους, που είναι διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στις παραγράφους 1 και 2.
6. Στον έλεγχο νομιμότητας υπάγονται οι τροποποιητικές συμβάσεις, εφόσον η κύρια σύμβαση διήλθε από τον προληπτικό έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εκτός από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) όταν οι τροποποιήσεις δεν έχουν οικονομικό αντικείμενο και δεν είναι ουσιώδεις κατά την έννοια της παραγράφου 4,
β) όταν οι τροποποιήσεις γίνονται κατ΄ εφαρμογή της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 και της παραγράφου 2 του παρόντος και
γ) όταν μετά τον έλεγχο νομιμότητας της αρχικής σύμβασης αυτή εντάχθηκε σε πρόγραμμα χρηματοδότησης και το συνολικό ποσό της αρχικής σύμβασης δεν υπερβαίνει το εκάστοτε ισχύον όριο ελέγχου για τις συγχρηματοδοτούμενες συμβάσεις.
Στον έλεγχο νομιμότητας υπάγονται και τροποποιητικές συμβάσεις, δυνάμει των οποίων τροποποιείται σύμβαση της οποίας η αρχική αξία υπολειπόταν του εκάστοτε ορίου του ελέγχου, εφόσον με την τροποποίηση αυτή προσαυξάνεται το οικονομικό αντικείμενο τόσο, ώστε η συνολική αξία της σύμβασης να υπερβαίνει το εκάστοτε όριο ελέγχου.
2. Η υπ’αριθ. 6375/2017 (ΦΕΚ τ. Β’ 3409/28.9.2017) Απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών με θέμα : «Ορισμός οργανικής μονάδας της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας του Υπουργείου Εσωτερικών ως χωριστής επιχειρησιακής μονάδας ανεξαρτήτως υπεύθυνης για τη σύναψη συμβάσεων της ίδιας ή ορισμένων κατηγοριών αυτών του άρθρου 6, παρ. 2, εδάφιο β’ του ν. 4412/2016», με την οποία διαπιστώνεται ότι «….η ΓΓΠΠ πληροί τα κριτήρια, τους όρους και τις προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 4 αυτής και αποτελεί χωριστή επιχειρησιακή μονάδα ανεξαρτήτως υπεύθυνη για τις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεών της, κατά την έννοια του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 4412/2016, αναφορικά με τις συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών του Βιβλίου Ι του ίδιου νόμου και τα αντίστοιχα CPV.»
ΙV. Επί της σκοπιμότητας, της νομιμότητας και του περιεχομένου των προτεινόμενων ρυθμίσεων
Ι.Με το υπό εξέταση νομοσχέδιο συστήνεται Εθνικός Μηχανισμός Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων (National Crisis and Hazard Management Mechanism (Nat- CHAMM), ο οποίος εποπτεύεται από τον Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας και έχει ως αντικείμενο αφενός την πρόληψη, ετοιμότητα και προστασία της ζωής, της υγείας και της περιουσίας των πολιτών, του περιβάλλοντος, της πολιτιστικής κληρονομιάς, των υποδομών, των πλουτοπαραγωγικών πηγών, των υπηρεσιών ζωτικής σημασίας, των υλικών και άυλων αγαθών από φυσικές και τεχνολογικές καταστροφές και λοιπές απειλές, που προκαλούν, ή ενδέχεται να προκαλέσουν, καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης σε ειρηνική περίοδο και αφετέρου τη μείωση του κινδύνου και την αντιμετώπιση, αποκατάσταση και ελαχιστοποίηση των συνεπειών τους. Ο Εθνικός Μηχανισμός, διαρθρώνεται και λειτουργεί διοικητικά μέσω των αναλυτικά στο άρθρο 3 του υπό εξέταση σχεδίου νόμου αναφερόμενων δομών, μεταξύ των οποίων και η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, η οποία συστήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 2344/1995 (Α΄ 212), υπάγεται στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη (άρθρο 28 σχεδίου νόμου) και της οποίας προΐσταται ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας (άρθρο 30).
Επισημαίνεται, εν προκειμένω, ότι στο άρθρο 3, αναφέρονται ως διακριτές δομές του Εθνικού Μηχανισμού τόσο η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, όσο και η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών, η οποία, όμως, αποτελεί οργανωτική μονάδα της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας. Αντίστοιχα, στη συνοδεύουσα τις εξεταζόμενες διατάξεις αιτιολογική έκθεση, αναφέρεται – προφανώς εκ παραδρομής - ότι η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών «πληροί τα κριτήρια, τους όρους και τις προϋποθέσεις υπαγωγής στην έννοια της «χωριστής επιχειρησιακής μονάδας» με δημοσιονομική αυτοτέλεια της υπ΄ αριθ. 6375/29-09-2017 (Β΄ 3409) Απόφασης Αν. Υπουργού Εσωτερικών (αρμόδιου για θέματα Προστασίας του Πολίτη)». Προκειμένου, συνεπώς, να αποφευχθούν ερμηνευτικά ζητήματα κατά την εφαρμογή του νόμου, προτείνεται η αναδιατύπωση της παρ. 2 του άρθρου 3 με την απαλοιφή της ανωτέρω φράσης από την αιτιολογική έκθεση, καθώς με την ως άνω μνημονευόμενη Απόφαση του Αν. Υπουργού Εσωτερικών, ως χωριστή επιχειρησιακή μονάδα ορίσθηκε η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας.
ΙΙ. Ως προαναφέρθηκε, με την υπ’ αριθμ. 6375/2017 (ΦΕΚ τ. Β΄ 3409/28.09.2017) Απόφαση Αν. Υπουργού Εσωτερικών (αρμόδιου για θέματα Προστασίας του Πολίτη), διαπιστώθηκε ότι η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας αποτελεί χωριστή επιχειρησιακή μονάδα, καθώς πληροί τα κριτήρια, τους όρους και της προϋποθέσεις που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 4 της αριθ. 75555/289/16-07-2017 (Β’ 2336) κοινής απόφασης του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών «Καθορισμός κριτηρίων υπαγωγής στην έννοια της “χωριστής επιχειρησιακής μονάδας ανεξαρτήτως υπεύθυνης για τη σύναψη συμβάσεων της ίδιας ή ορισμένων κατηγοριών αυτών” του άρθρου 6, παρ. 2, εδάφιο β’ του ν. 4412/2016.»
Με δεδομένο, ωστόσο, ότι δυνάμει του π.δ. 86/2018 (ΦΕΚ τ. Β’ 29.08.2018), το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη (που είχε συγχωνευθεί με την παρ. 1 του άρθρου 1 του π.δ. 24/2015 με τα Υπουργεία Εσωτερικών, Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Μακεδονίας και Θράκης σε Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, το οποίο εν συνεχεία με το άρθρο 1 του π.δ. 123/2016 (Α΄ 208) μετονομάστηκε σε Υπουργείο Εσωτερικών), ανασυστάθηκε και μετονομάσθηκε σε Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, στο οποίο μεταφέρθηκαν από το Υπουργείο Εσωτερικών το σύνολο των αρμοδιοτήτων, υπηρεσιών, θέσεων και προσωπικού του συγχωνευθέντος με το π.δ. 24/2015 πρώην Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, καθώς και η εποπτεία των φορέων που υπάγονταν στο πρώην Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, κρίνεται σκόπιμη η εκ νέου διαπίστωση της συνδρομής των κριτηρίων, των όρων και των προϋποθέσεων, που προβλέπονται στις διατάξεις των άρθρων 3 και 4 της αριθ. 75555/289/16-07-2017 (Β’ 2336) κοινής απόφασης του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών «Καθορισμός κριτηρίων υπαγωγής στην έννοια της “χωριστής επιχειρησιακής μονάδας ανεξαρτήτως υπεύθυνης για τη σύναψη συμβάσεων της ίδιας ή ορισμένων κατηγοριών αυτών” του άρθρου 6, παρ. 2, εδάφιο β’ του ν. 4412/2016.».
ΙΙΙ. Με το άρθρο 33 του υπό εξέταση σχεδίου νόμου, συστήνεται στη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, Γενική Διεύθυνση Συντονισμού, στη δομή της οποίας περιλαμβάνεται η Διεύθυνση Τεχνικών Έργων και Περιβάλλοντος. Στις αρμοδιότητες της Διεύθυνσης αυτής περιλαμβάνεται ο σχεδιασμός αντιμετώπισης και αποκατάστασης των επιπτώσεων των φυσικών καταστροφών πλην αυτών του δομικού πλούτου της χώρας, καθώς και ο σχεδιασμός, προγραμματισμός, ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων, έργων, μελετών και παροχής υπηρεσιών για τα έργα αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, η άσκηση αρμοδιοτήτων Διευθύνουσας Υπηρεσίας, σύμφωνα με την κείμενη Νομοθεσία Δημοσίων Έργων, η παροχή τεχνικής συνδρομής σε οποιαδήποτε φάση εξέλιξης (σχεδιασμός, μελέτη, υλοποίηση) έργων και εργασιών πρόληψης και αποκατάστασης, που εκτελούνται από άλλους Φορείς ή επίπεδα διοίκησης, ύστερα από προγραμματική συμφωνία και η σύνταξη προτάσεων για τη βελτίωση του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου παρεμβάσεων και έργων σε θέματα αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας.
Η ως άνω Διεύθυνση Τεχνικών Έργων και Περιβάλλοντος διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα: α. Τμήμα Προγραμματισμού, β. Τμήμα Μελετών, γ. Τμήμα Τεχνικών Έργων και δ. Τμήμα Περιβάλλοντος, χωρίς να γίνεται αναλυτική περιγραφή των αρμοδιοτήτων εκάστου των Τμημάτων αυτών. Ορίζεται δε, ότι η εν λόγω Διεύθυνση ασκεί τις αρμοδιότητες Διευθύνουσας Υπηρεσίας κατά τις κείμενες διατάξεις, ήτοι, κατά τους ορισμούς του άρθρου 2 του ν. 4412/2016 .
Δεδομένου ότι ο τρόπος οργάνωσης των υπηρεσιών του Κράτους αποτελεί στρατηγική επιλογή της Πολιτείας, η Αρχή δεν υπεισέρχεται σε κρίση επ’ αυτού, περιοριζόμενη στην εξέταση ζητημάτων που άπτονται των δημοσίων συμβάσεων.
Με δεδομένο, ωστόσο, ότι στο εν λόγω άρθρο ρυθμίζεται η οργανωτική δομή και οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Τεχνικών Έργων και Περιβάλλοντος, η οποία έχει ως αρμοδιότητα τον προγραμματισμό, ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων, έργων, μελετών και παροχής υπηρεσιών, κατά τρόπο διάφορο από τις αντίστοιχες ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο άρθρο 48, όπου ρυθμίζεται η δομή και οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Προμηθειών της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών, δεν γίνεται αντιληπτό για ποιο λόγο οι Διευθύνσεις αυτές δεν ακολουθούν την ίδια δομή. Περαιτέρω, κρίνεται σκόπιμη η αναλυτική παράθεση των αρμοδιοτήτων εκάστου Τμήματος της εν λόγω Διεύθυνσης, (κατά το πρότυπο της Διεύθυνσης Προμηθειών), ιδίως καθ’ όσον η Διεύθυνση αυτή ασκεί και αρμοδιότητες Διευθύνουσας Υπηρεσίας.
Τέλος, εκτιμάται ότι εκ παραδρομής αναφέρεται η αρμοδιότητα για ανάθεση συμβάσεων υπηρεσιών αντί του ορθού παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών.
IV. Με το άρθρο 48 του υπό εξέταση σχεδίου νόμου συστήνεται στη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.), ο Προϊστάμενος της οποίας έχει όλες τις αρμοδιότητες και υποχρεώσεις των προϊσταμένων οικονομικών υπηρεσιών Υπουργείων κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 24, 26 και 69Γ του ν. 4270/2014 (Α’ 143).
Ειδικότερα, η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών (Γ.Δ.Ο.Υ.) της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας διαρθρώνεται σε τρεις (3) Διευθύνσεις, μεταξύ των οποίων και η Διεύθυνση Προμηθειών, η οποία αποτελείται από τα ακόλουθα τμήματα: α. Τμήμα Προγραμματισμού και Συντονισμού, β. Α' Τμήμα Διενέργειας Προμηθειών και Παροχής Υπηρεσιών, γ. Β' Τμήμα Διενέργειας Προμηθειών και Παροχής Υπηρεσιών, δ. Τμήμα Διενέργειας Ειδικών Διαγωνιστικών Διαδικασιών, ε. Τμήμα Τεχνικών Προδιαγραφών, στ. Τμήμα Νομικής Συνδρομής, ζ. Τμήμα Εκτέλεσης και Παρακολούθησης Δημόσιων Συμβάσεων.
Αν και, ως προαναφέρθηκε, η Αρχή δεν υπεισέρχεται σε κρίση επί του τρόπου οργάνωσης των υπηρεσιών, αξιολογείται θετικά η δημιουργία Τμήματος Προγραμματισμού και Συντονισμού, Τμήματος Τεχνικών Προδιαγραφών, καθώς και Τμήματος Νομικής Συνδρομής, τα οποία αναμένεται να λειτουργήσουν με τρόπο που να διευκολύνει την ορθολογική και σύννομη διεξαγωγή των διαδικασιών ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων. Παράλληλα, η δημιουργία τριών (3) Τμημάτων, με αρμοδιότητες αντιστοίχως για διενέργεια διαδικασιών κάτω των ορίων του συνοπτικού διαγωνισμού, άνω των ορίων και ειδικών (εξαιρούμενων από την εφαρμογή του ν. 4412/2016) διαδικασιών, εκτιμάται πως μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά στην κατεύθυνση της διαρκούς εκπαίδευσης και εξειδίκευσης του απασχολούμενου σε αυτά ανθρώπινου δυναμικού.
Σημειώνεται, ωστόσο, ότι θα ήταν ενδεχομένως προτιμότερος ο διαχωρισμός των αρμοδιοτήτων των τμημάτων Α’ και Β’ Διενέργειας Προμηθειών και Παροχής Υπηρεσιών, όχι με βάση το όριο του συνοπτικού διαγωνισμού, αλλά με βάση τα κατώτατα όρια εφαρμογής της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ, όπως αυτά εκάστοτε ισχύουν (άρθρο 5 του ν. 4412/2016).
Τέλος, προτείνεται η προσθήκη στις αρμοδιότητες του Τμήματος Διενέργειας Ειδικών Διαγωνιστικών Διαδικασιών των συμβάσεων του άρθρου 10 του ν. 4412/2016 «Ειδικές εξαιρέσεις για συμβάσεις υπηρεσιών (άρθρο 10 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ)», στις οποίες περιλαμβάνονται ειδικότερα και συμβάσεις που «αφορούν υπηρεσίες πολιτικής άμυνας, πολιτικής προστασίας και πρόληψης κινδύνων που παρέχονται από μη κερδοσκοπικές οργανώσεις ή ενώσεις και εμπίπτουν στους ακόλουθους κωδικούς του CPV: 75250000-3, 75251000-0, 75251100-1, 75251110-4, 75251120-7, 75252000-7, 75222000-8, 98113100-9 και 85143000-3 πλην των υπηρεσιών ασθενοφόρων για τη διακομιδή ασθενών» (περ. η’)
V. Περαιτέρω, στην παρ. 3 του άρθρου 54 «Λοιπά Θέματα», προβλέπεται η δυνατότητα της αναθέτουσας αρχής (ΓΓΠΠ) να συνάπτει συμβάσεις ή να προβαίνει στην τροποποίηση εν ισχύ συμβάσεων, κατά παρέκκλιση κάθε πρόβλεψης του ν. 4412/2016, εφόσον συντρέχει κατεπείγουσα ανάγκη, η οποία επιβάλλει την άμεση λήψη και εφαρμογή μέτρων για θέματα εθνικής ασφαλείας, προστασίας της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, της υγείας και της ζωής των πολιτών, της περιουσίας τους και της προστασίας του φυσικού πλούτου της χώρας, και μόνο στο μέτρο που είναι απολύτως απαραίτητο για την αντιμετώπιση της ανάγκης αυτής.
Κατ΄αρχήν επισημαίνεται ότι, στο βαθμό που η προτεινόμενη ρύθμιση αφορά σε συμβάσεις αξίας άνω των ορίων του άρθρου 5 του ν. 4412/2016, με βάση και τις μεθόδους υπολογισμού του άρθρου 6 του ίδιου νόμου, εγείρεται ζήτημα συμβατότητάς της τόσο με το ενωσιακό δίκαιο, όσο και με το ισχύον εθνικό νομοθετικό πλαίσιο περί δημοσίων συμβάσεων (ν. 4412/2016) με το οποίο μεταφέρθηκε η Οδηγία 24/2014/ΕΕ στην εθνική έννομη τάξη και το οποίο αποσκοπεί να ρυθμίσει ενιαία και ομοιόμορφα όλες τις συμβάσεις, καθώς και με τις γενικές αρχές της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας. Και τούτο, διότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν είναι δυνατή η μη εφαρμογή των κανόνων του ενωσιακού δικαίου δυνάμει διάταξης της εσωτερικής έννομης τάξης, ούτε μπορούν τα κράτη μέλη να επικαλούνται διατάξεις της εσωτερικής τους έννομης τάξης για να δικαιολογήσουν την μη τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης.
Ωστόσο, στο βαθμό που με την προτεινόμενη ρύθμιση δίνεται η δυνατότητα στις αναθέτουσες αρχές να ανταποκριθούν σε περιστάσεις επείγουσες και απρόβλεπτες, παρακάμπτοντας την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου, επισημαίνονται τα εξής:
Η ίδια η οδηγία 2014/24/ΕΕ αφενός περιέχει κατάλογο εξαιρέσεων από το πεδίο εφαρμογής της (ενδεικτικά, άρθρα 9, 10, 15, 17 ν. 4412/2016) και αφετέρου προβλέπει τη δυνατότητα σύναψης δημοσίων συμβάσεων με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 32 παρ. 2 περ. γ' του ν. 4412/2016, (το οποίο ενσωματώνει την αντίστοιχη διάταξη του άρθρου 32 παρ. 2 περ. γ' της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ).
Κατά την έννοια της διάταξης της περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 32 του ν. 4412/2016, η αναθέτουσα αρχή έχει μεν ευχέρεια, κατ’ απόκλιση από το γενικό κανόνα διενέργειας ανοικτού ή κλειστού διαγωνισμού, να συνάπτει δημόσια σύμβαση με προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση της σχετικής προκήρυξης, μόνον όμως εφόσον συντρέχουν οι προς τούτο νόμιμες προϋποθέσεις: ήτοι στο μέτρο που είναι απολύτως απαραίτητο, εάν λόγω κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα απρόβλεπτα για την αναθέτουσα αρχή, δεν είναι δυνατή η τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται για τις ανοικτές, κλειστές ή ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση.
Επιπροσθέτως, στο άρθρο 132 του ν. 4412/2016 περιλαμβάνονται διατάξεις για την τροποποίηση συμβάσεων κατά τη διάρκειά τους, οι οποίες αφορούν σε περιπτώσεις επιτρεπτών τροποποιήσεων της αρχικής σύμβασης, ήτοι των περιπτώσεων εκείνων στις οποίες επιτρέπεται, με τις αυστηρές προϋποθέσεις, που προβλέπονται στις επιμέρους διατάξεις να τροποποιηθεί η αρχική σύμβασης χωρίς να απαιτείται νέα διαδικασία σύναψης και αφετέρου τα κριτήρια που καθιστούν την τροποποίηση μίας σύμβασής ουσιώδη και, κατ΄επέκταση, επιβεβλημένη την εκκίνηση νέας διαδικασίας εκ μέρους της αναθέτουσας αρχής. Συνεπώς, εφόσον πρόκειται για ουσιώδη τροποποίηση των όρων της αρχικής σύμβασης, κατά την έννοια της παραγράφου 4 του άρθρου 132 του ν. 4412/2016, σκόπιμο είναι να λαμβάνονται υπόψη τα προβλεπόμενα στο νόμο καθώς και τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ένωσης.
Οι ανωτέρω διατάξεις, στο μέτρο που εισάγουν εξαιρέσεις που συνιστούν παρέκκλιση από τη βασική ρύθμιση, δηλαδή από τους κανόνες που αποσκοπούν στη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας των αναγνωριζομένων από τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Σ.Λ.Ε.Ε.) δικαιωμάτων στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, πρέπει να αποτελούν αντικείμενο συσταλτικής ερμηνείας.
Συγκεκριμένα, προκειμένου η Οδηγία 2014/24/ΕΕ να μην απολέσει την πρακτική αποτελεσματικότητά της, τα κράτη μέλη και οι αναθέτουσες αρχές τους δεν επιτρέπεται να προβλέπουν περιπτώσεις προσφυγής στη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση προκήρυξης που δεν προβλέπονται από την εν λόγω οδηγία ή να συνοδεύουν τις ρητώς προβλεπόμενες από την οδηγία αυτή περιπτώσεις με νέους όρους που έχουν ως αποτέλεσμα να καθιστούν ευκολότερη την προσφυγή στην εν λόγω διαδικασία, το δε βάρος απόδειξης ότι συντρέχουν πράγματι οι εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την παρέκκλιση φέρει εκείνος που τις επικαλείται (βλ. ΔΕΚ, αποφάσεις της 18ης Μαΐου 1995, C57/94, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλ. 1995, σ. Ι-1249, σκέψη 23, της 28ης Μαρτίου 1996, C318/94, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλ. 1996, σ. Ι-1949, σκέψη 13, της 13ης Ιανουαρίου 2005, C-84/013, Επιτροπή κατά Ισπανίας, Συλλ. 2005, Ι-13947, σκέψη 48, της 14.09.2004, Υπόθεση C-385/02, της 12.01.1994, Υπόθεση C-296/92, της 17.11.1993, Υπόθεση C-71/02, της 10.03.1987, Υπόθεση C-199/85 επί του προϊσχύσαντος αντίστοιχου περιεχομένου δικαίου).
Εν προκειμένω, με την υπό εξέταση ρύθμιση προβλέπεται δυνατότητα σύναψης ή/και τροποποίησης δημοσίων συμβάσεων για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης στο μέτρο που είναι απολύτως απαραίτητο, χωρίς να πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις που τίθενται με την Οδηγία 2014/24/ΕΕ, όπως έχει μεταφερθεί στην ελληνική έννομη τάξη με το ν.4412/2016. Έτσι, πέραν της διαπιστώσεως του κατεπείγοντος, δεν απαιτείται περαιτέρω διαπίστωση από την αναθέτουσα αρχή συνδρομής απρόβλεπτων περιστάσεων στις οποίες οφείλεται η κατεπείγουσα ανάγκη, ούτε όμως προβλέπεται και έλλειψη ευθύνης της αναθέτουσας αρχής ως προς τις περιστάσεις αυτές. Συνεπώς, σύμφωνα με τα ανωτέρω, δεν μπορεί επιτρεπτώς να παρακαμφθεί η εφαρμογή του παράγωγου ενωσιακού δικαίου όπως ενσωματώθηκε με τον ν. 4412/2016 και ειδικότερα των ως σχετικών διατάξεων των άρθρων 32 και 132 του νόμου αυτού.
Τέλος, από άποψη σκοπιμότητας, η Αρχή επισημαίνει ότι οι προτεινόμενες ρυθμίσεις δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν παρεκκλίσεις από διατάξεις της κείμενης εθνικής νομοθεσίας, οι οποίες συνιστούν κομβικές θεσμικές πολιτικές επιλογές της Πολιτείας, αποτελούν τους πυλώνες του προγράμματος μεταρρύθμισης του ελληνικού συστήματος δημοσίων συμβάσεων και αποσκοπούν στον εκσυγχρονισμό, τον εξορθολογισμό των διοικητικών διαδικασιών, την αύξηση της αποτελεσματικότητας και την ενίσχυση της διαφάνειας στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων. Τέτοια είναι, ιδίως, η γνωμοδοτική αρμοδιότητα της Αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ’ περ. δδ) του ν. 4013/2011, στις περιπτώσεις προσφυγής των αναθετουσών αρχών στη διαδικασία διαπραγμάτευσης για την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων, η οποία προστατεύει τα συμφέροντα του Ελληνικού Δημοσίου, μεταξύ άλλων, προλαμβάνοντας αξιώσεις σε βάρος του, ερειδόμενες στην παράβαση της ενωσιακής νομοθεσίας.
VI. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Κατόπιν όλων των ανωτέρω, η Αρχή γνωμοδοτεί σύμφωνα με την περίπτωση γ΄ (αα) της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του ν. 4013/2011 επί των προτεινόμενων ρυθμίσεων με την επιφύλαξη των προπαρατεθεισών παρατηρήσεων.
ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ
Αθήνα, 10 Ιανουαρίου 2020
Ο Πρόεδρος
Γεώργιος Καταπόδης