Διοικητικό Έγγραφο

ΓΝΩΜΗ Α17/2019
ΑΔΑ: ΩΑΖΤΟΞΤΒ-ΤΚ9
ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
EΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
(άρθρου 2, παρ. 2, περ. γ, υποπερ. (αα) του ν.4013/2011)
Η ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Στην Αθήνα σήμερα την 28η Νοεμβρίου του έτους δύο χιλιάδες δέκα εννέα (2019) ημέρα Πέμπτη και ώρα 9:30 και επί της οδού Κεφαλληνίας 45 και Κομνά Τράκα, όπου και τα γραφεία της, συνήλθε η ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ σε συνεδρίαση μετά από σχετική πρόσκληση του Προέδρου της, η οποία γνωστοποιήθηκε νομίμως σε όλα τα μέλη της Αρχής.
Από τα προσκληθέντα μέλη της Αρχής παρέστησαν κατά την συνεδρίαση τα ακόλουθα:
Πρόεδρος: Γεώργιος Καταπόδης
Αντιπρόεδρος: Αδάμ Καραγλάνης
Μέλη: Κωνσταντίνος Βαρδακαστάνης Δημήτριος Σταθακόπουλος Ερωφίλη Χριστοβασίλη
Γραμματέας: Αικατερίνη Αλτιπαρμάκη, Δ.Ε. Διοικητικών Γραμματέων.
Εισηγήτρια : Ελένη Σταθοπούλου, Νομικός, Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.
Κατά τη διάρκεια της Συνεδρίασης παρέστησαν η εισηγήτρια Ελένη Σταθοπούλου, η Αν. Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Μελετών και Γνωμοδοτήσεων, Μίνα Καλογρίδου καθώς και η Αν. Προϊσταμένη του Τμήματος Γνωμοδοτήσεων, Χριστίνα Καξιρή, οι οποίες αποχώρησαν πριν την έναρξη της διαδικασίας ψηφοφορίας και της λήψης της απόφασης από τα Μέλη του Συμβουλίου της Αρχής.
Θέμα: Διατύπωση γνώμης της Αρχής σύμφωνα με το άρθρο 2, παρ. 2, περ. γ’ υποπερ. (αα) του ν. 4013/2011, όπως ισχύει, επί τροπολογίας του Υπουργείου Εσωτερικών.
------------------------
Με το από 13.11.2019 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του Γραφείου Υπουργού Εσωτερικών (αριθμ. πρωτ. εισερχ. Αρχής 5981/13.11.2019), διαβιβάσθηκαν συνημμένα προτεινόμενες διατάξεις, καθώς και σχετική αιτιολογική έκθεση και διατυπώθηκε αίτημα περί παροχής γνώμης της Αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ' υποπερ. αα' του ν. 4013/2011, όπως ισχύει. Οι ως άνω διατάξεις επανυπεβλήθησαν τροποποιημένες, ως κατωτέρω παρατίθενται, με το από 18.11.2019 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (αρ. πρωτ. εισερχ. Αρχής 6095/19.11.2019). Εκ του λόγου αυτού, εμφανίζεται αναντιστοιχία στην αρίθμηση των άρθρων, όπως τελικά υπεβλήθησαν, σε σχέση με την αιτιολογική έκθεση
Ι. Οι υποβληθείσες στην Αρχή προτεινόμενες διατάξεις και η συνυποβληθείσα αιτιολογική έκθεση έχουν ως εξής:
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Με τις διατάξεις του άρθρου 1 εκσυγχρονίζεται το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των ανωνύμων αναπτυξιακών εταιρειών. Συγκεκριμένα καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου 16 παρ. 1 του ν. 4483/2017 που έθεταν τις εταιρείες αυτές εκτός του δημοσίου τομέα και ταυτοχρόνως παρέχεται η απαιτούμενη ευελιξία στις εταιρείες αυτές, οι οποίες αποτελούν τους μόνους μοχλούς τοπικής ανάπτυξης. Ο αναπτυξιακός χαρακτήρας των εταιρειών αυτών αποτυπώνεται με τον πλέον πανηγυρικό τρόπο στους σκοπούς ίδρυσης και ρητά ορίζεται πως οι εταιρείες αυτές λειτουργούν υπέρ του δημοσίου συμφέροντος και συμπράττουν από κοινού με τους ΟΤΑ στην υλοποίηση της αναπτυξιακής πολιτικής εντός των περιοχών ευθύνης τους και έχουν ως αντικείμενο την επιστημονική και τεχνική υποστήριξη των ΟΤΑ και των ενώσεών τους, την προώθηση της επιχειρηματικής, οικονομικής και γενικότερα βιώσιμης ανάπτυξης των δήμων και των περιφερειών, καθώς και την ανάπτυξη δραστηριοτήτων προστασίας του περιβάλλοντος, τη συμμετοχή τους σε αντίστοιχα προγράμματα ή την εφαρμογή πολιτικών σε δημοτικό, διαδημοτικό ή σε ευρύτερο γεωγραφικό χώρο, ανάλογα με τις καταστατικές τους προβλέψεις.
Άλλωστε εξαρχής με την ίδρυση των εταιρειών αυτών, σκοπός του νομοθέτη ήταν και παραμένει σταθερά οι εταιρείες αυτές με την άσκηση των ανωτέρων αυτοδιοικητικών δραστηριοτήτων, αφενός να επιτυγχάνουν αυτοδιοικητικό σκοπό, αφετέρου αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, υπό την έννοια ότι οι κύριοι σκοποί τους δεν σχετίζονται μόνο με συγκεκριμένο ΟΤΑ, αλλά στοχεύουν στην ενίσχυση και υποστήριξη της τοπικής αυτοδιοίκησης γενικώς, δηλαδή όλων των ΟΤΑ της Επικράτειας (ΝΣΚ 243/2012, 531/1999). Ασφαλιστική δικλείδα επίτευξης των σκοπών που κατατείνουν αποκλειστικά στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, αποτελεί ο αποκλεισμός συμμετοχής ιδιωτών στο μετοχικό κεφάλαιο και ορίζεται ότι οι ΟΤΑ έχουν πάντοτε την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου.
Το προσωπικό των ΑΑΕ ΟΤΑ διακρίνεται σε τακτικό και έκτακτο. Το τακτικό προσωπικό προσλαμβάνεται για την κάλυψη θέσεων βάσει κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας (ΚΕΥ), που εγκρίνεται από τη γενική συνέλευση των μετόχων, και με τον οποίο καθορίζονται η εσωτερική διάρθρωση των υπηρεσιών σε Διευθύνσεις, Τμήματα, Αυτοτελή Τμήματα και Αυτοτελή Γραφεία, οι αρμοδιότητες τους και οι θέσεις κατά κατηγορίες και κλάδους προσωπικού. Στον ΚΕΥ προβλέπεται - κατ’ ελάχιστον - η σύσταση Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών και Διεύθυνσης Διοικητικών και Οικονομικών Υπηρεσιών. Η στελέχωση των θέσεων με τακτικό προσωπικό γίνεται μέσω ΑΣΕΠ και συγκεκριμένα κατά τις διατάξεις του άρθρου 14 και επόμενα του ν. 2190/1994 (Α’ 28). Το προσωπικό που προσλαμβάνεται κατά το προηγούμενο εδάφιο υπάγεται στις διατάξεις στις διατάξεις περί απογραφής και ενιαίου μισθολογίου.
Το έκτακτο προσωπικό που απαιτείται κάθε φορά για την εκτέλεση αναπτυξιακών προγραμμάτων ή για την εκτέλεση συμβάσεων τεχνικής και διοικητικής υποστήριξης των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης προσλαμβάνεται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας και για όσο χρόνο διαρκεί το εκτελούμενο πρόγραμμα ή η σύμβαση. Για την έκδοση της απόφασης απαιτείται μόνον η απόφαση ένταξης από την αρμόδια αρχή ή η σύμβαση. Οι αμοιβές και τα προσόντα του έκτακτου προσωπικού καθορίζονται από τις ειδικότερες προβλέψεις του κάθε φορά εκτελούμενου προγράμματος ή σύμβασης. Οι προσλαμβανόμενοι κατά τα προηγούμενα εδάφια με συμβάσεις ορισμένου χρόνου θεωρείται ότι καλύπτουν έκτακτες ανάγκες, αποκλειόμενης σε κάθε περίπτωση της μετατροπής των συμβάσεων αυτών σε συμβάσεις αορίστου χρόνου. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου είναι δυνατή η σύναψη συμβάσεων μίσθωσης έργου, εφόσον οι δαπάνες που προκύπτουν θεωρούνται ως επιλέξιμες δαπάνες του εκτελούμενου προγράμματος. Για την έκδοση της απόφασης απαιτείται μόνον η απόφαση ένταξης στο πρόγραμμα από την αρμόδια αρχή, από την οποία τεκμαίρεται ότι δεν υποκρύπτεται σχέση εξαρτημένης εργασίας. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν καταλαμβάνουν το ήδη απασχολούμενο με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό των αναπτυξιακών εταιρειών.
Για την αποτελεσματική λειτουργία των αναπτυξιακών εταιρειών προκρίνεται ως εκτελεστικά μέλη των διοικητικών συμβουλίων, γενικοί διευθυντές, διευθυντές και προϊστάμενοι τμημάτων των ΑΑΕ ΟΤΑ ορίζονται υποχρεωτικά άτομα με αποδεδειγμένη εργασιακή εμπειρία στην εκτέλεση αναπτυξιακών προγραμμάτων και στην επιχειρηματική, οικονομική και γενικότερα βιώσιμη ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών. Περαιτέρω, τα όργανα διοίκησης, ήτοι γενικοί διευθυντές και διευθυντές των αναπτυξιακών εταιρειών, ορίζονται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου για θητεία τριών (3) ετών, η οποία μπορεί να ανανεώνεται. Περαιτέρω, ορίζεται ότι οι εταιρείες αυτές αποτελούν αναθέτουσες αρχές κατά τον ν. 4412/2016 και ενδιάμεσοι φορείς διαχείρισης αναπτυξιακών προγραμμάτων, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις της κείμενης νομοθεσίας για την εκτέλεση αναπτυξιακών προγραμμάτων. Θεωρείται δε, ότι οι εταιρείες αυτές κατέχουν τεχνική επάρκεια για τις διατάξεις του ν. 4412/2016, εφόσον καλύπτεται τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50%) των προβλεπομένων στον ΚΕΥ θέσεων της οικείας Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών. Το ποσοστό αυτό υπολογίζεται στο σύνολο του προσωπικού που έχει στη διάθεσή της η συγκεκριμένη Διεύθυνση.
Στις ΑΑΕ ΟΤΑ ασκείται κρατική εποπτεία συνιστάμενη σε έλεγχο από την Εθνική Αρχή Διαφάνειας κατ’ άρθρο 83 του ν. 4622/2019 (Α’ 133) και σε έλεγχο από το Υπουργείο Οικονομικών σύμφωνα με τα άρθρα 55 έως 57 του π. δ. 142/2017 (Α’ 181). Επίσης, ασκείται και αυτοδιοικητική εποπτεία, λόγω του διορισμού και ελέγχου της πλειοψηφίας των μελών του διοικητικού τους συμβουλίου από την γενική συνέλευση των μετόχων (ΟΤΑ και φορείς αυτοδιοίκησης). Κατά τη διττή αυτή εποπτεία, εξασφαλίζεται ότι ο ορισμός της διοίκησης απηχεί την δημοτική βούληση και κατ’ επέκταση το δημόσιο συμφέρον.
Με τις διατάξεις του δεύτερου άρθρου δίδεται η δυνατότητα υποκατάστασης των τεχνικών υπηρεσιών οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης που δεν διαθέτουν τεχνική επάρκεια κατά τις διατάξεις του άρθρου 44 παρ. 1 του ν. 4412/2016 να συνάπτουν συμβάσεις οριζόντιας συνεργασίας μεταξύ αναθετουσών αρχών κατά το άρθρο 12 παρ. 4 του ίδιου νόμου. Επιπλέον, οι προτεινόμενες διατάξεις έχουν καταρτισθεί υπό το πρίσμα των διατάξεων των άρθρων 3 έως 17 του ν. 4412/2016 και αφού έχει εξασφαλιστεί η συνδρομή των προϋποθέσεων περί οριζόντιας συνεργασίας μεταξύ αναθετουσών αρχών που θέτει το άρθρο 12 του ίδιου νόμου. Τούτο δε, συνεπάγεται ότι οι προτεινόμενες διατάξεις περί της δυνατότητας σύναψης σύμβασης άνευ διαγωνιστικής διαδικασίας είναι σύμφωνες κατά το υπερέχον ενωσιακό δίκαιο (βλ. Πράξη 45/2018 ΕλΣυν, VII Τμήμα, σκ. 19, 20 και 21).
Ειδικότερα ως προς τη συνδρομή των προϋποθέσεων:
α) η σύμβαση συνάπτεται μεταξύ οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης και αναπτυξιακής εταιρείας οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, χωρίς τη σύμπραξη ιδιώτη, οι οποίες αποτελούν αναθέτουσες αρχές κατά την έννοια του άρθρου 2 παρ. 1 του ν. 4412/2016, και έχουν ως στόχο την αναπτυξιακή προοπτική των περιοχών ευθύνης τους. Και τούτο διότι αφενός οι τεχνικές υπηρεσίες δήμων και περιφερειών έχουν βασική αρμοδιότητα την εκπόνηση των απαραίτητων μελετών για την κατασκευή έργων και αφετέρου οι αναπτυξιακές εταιρείες, αν και δεν υλοποιούν οι ίδιες αυτοδιοικητικές αρμοδιότητες, εντούτοις ως νπιδ ειδικού σκοπού και αναπτυξιακοί μηχανισμοί της αυτοδιοίκησης είναι άμεσα επιφορτισμένες με την δημόσια αποστολή της προώθησης της ανάπτυξης (πρβλ. ΔΕΕ απόφαση 8.5.2014, Hochhul Information Systems Gmbh, C-15/13, σκ. 16 και 35). Εκ τούτων παρέπεται ότι, με τις εν λόγω συμβάσεις, οι αντισυμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην από κοινού συνεργατική εκτέλεση των υπηρεσιών που κάθε φορέας είναι αρμόδιος, σύμφωνα με τον νόμο και τις καταστατικές του διατάξεις, να παρέχει, στο μέτρο που του αναλογεί. Η δε παροχή, δυνάμει της συνεργασίας αυτής, τεχνικής υποστήριξης στους ΟΤΑ από τις αναπτυξιακές εταιρείες τους, δεν συνιστά παρά το μέσο, που οι τελευταίες θέτουν σε εφαρμογή, για την επίτευξη της κοινής θεσμικής αποστολής τους (βλ. Δ.Ε.Ε. απόφαση της 9.6.2009, Επιτροπή κατά Γερμανίας, C-480/06, σκ. 37, απόφαση της 19.12.2012, Azienda Sanitaria Locale di Lecce, C-159/11, σκ. 34).
β) Η υλοποίηση της εν λόγω σύμβασης, ενόψει του αντικειμένου της, εξυπηρετεί αποκλειστικά σκοπούς δημοσίου συμφέροντος, στο μέτρο που επιδιώκεται η βελτίωση και επιτάχυνση του έργου των τεχνικών υπηρεσιών των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και κατ’ επέκταση η επιτυχέστερη διεκδίκηση πόρων για την ανάπτυξη των υποδομών του με την τεχνική συνδρομή των αναπτυξιακών εταιρειών, στο μετοχικό κεφάλαιο, άλλωστε, των οποίων δεν συμμετέχει κανένας ιδιώτης.
γ) Περαιτέρω, οι αναπτυξιακές εταιρείες των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης δεν εκτελούν τις κρίσιμες δραστηριότητες (εκτέλεση έργων και εκπόνηση μελετών και παροχή συναφών με αυτές υπηρεσιών) στην ελεύθερη αγορά, τουλάχιστον σε ποσοστό άνω του είκοσι τοις εκατό (βλ. Πράξη 45/2018 ΕλΣυν, VII Τμήμα, σκέψη 14.1.Β.).
δ) Τέλος, με τη σύναψη της σύμβασης αυτής κανένας ιδιωτικός πάροχος υπηρεσιών δεν περιέρχεται σε πλεονεκτική θέση έναντι των ανταγωνιστών του (βλ. αιτιολογική έκθεση του ν. 4412/2016, άρθρο 12, Δ.Ε.Ε. απόφαση της 9.6.2009, Επιτροπή κατά Γερμανίας, C-480/06, σκ. 44 και 47, απόφαση της 19.12.2012, Azienda Sanitaria Locale di Lecce, C-159/11, σκ. 35 και 38), δεδομένου ότι οι ως άνω αναπτυξιακές επιχείρηση, ως αναθέτουσες αρχές, κατά τους όρους του άρθρου 2 παρ. 1 του ν. 4412/2016, οφείλουν, κατά τις συναλλαγές της με τρίτους, οι οποίες είναι, ενδεχομένως, αναγκαίες για την επιτέλεση των καθηκόντων που θα τους ανατεθούν με τις εν λόγω συμβάσεις, να τηρούν τις διατάξεις περί σύναψης δημοσίων συμβάσεων.
Εν κατακλείδι, με την παρούσα ρύθμιση ανατίθεται η διεξαγωγή της διαδικασίας σύναψης, η εποπτεία και η επίβλεψη των δημοσίων συμβάσεων έργων ή μελετών αρμοδιότητάς της στους προτεινόμενους φορείς και επιλύεται το μείζον ζήτημα της υποστελέχωσης με ειδικό εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό των τεχνικών υπηρεσιών των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, αφού η εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών αυτών αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την απορρόφηση αναπτυξιακών προγραμμάτων και λοιπών επενδυτικών εργαλείων, μέσω των οποίων εκτελούνται άκρως απαραίτητα έργα τοπικής ανάπτυξης επ’ ωφελεία του κοινωνικού συνόλου. Σημειώνεται δε, πως το Υπουργείο μας ήδη προωθεί στον πολυετή προγραμματισμό προσλήψεων (άρθρα 1 και 3 ν. 4590/2019) την πλήρωση χιλίων εξακοσίων είκοσι εννέα (1.629) θέσεων μηχανικών διαφόρων ειδικοτήτων στους ΟΤΑ, πλην όμως το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των προκηρύξεων αυτών έχει ορίζοντα έως το τέλος του 2023.
Σε αντίθετη περίπτωση, ο βαθμός απορρόφησης ευρωπαϊκών κονδυλίων παραμένει αδικαιολόγητα χαμηλός, γεγονός που υποδηλοί αδιαφορία εκ μέρους της χώρας μας για τα προσφερόμενα προγράμματα, με ότι αυτό συνεπάγεται τόσο για την αναπτυξιακή προοπτική, όσο και για την εικόνα της χώρας μας προς τους ευρωπαίους εταίρους, ως προς την τήρηση των αναληφθεισών υποχρεώσεων. Άλλωστε για τις προτεινόμενες διατάξεις, δε χωρεί ουδεμία αμφιβολία ότι κατατείνουν αποκλειστικά προς την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, πλην κακόπιστης κριτικής, η οποία ωστόσο, πέραν όλων των άλλων, δεν αντέχει ούτε στη λογική, αλλά ούτε και στην ίδια την πραγματική κατάσταση που αντιμετωπίζουν σήμερα οι ΟΤΑ της χώρας.
Παρέλκει δε να αναφερθεί, πως λόγω της περιορισμένης δυνατότητας προσλήψεων για την επαρκή τους στελέχωση, η υποκατάσταση των τεχνικών υπηρεσιών από το προτεινόμενο σχήμα είναι η μόνη ρεαλιστικά εφαρμόσιμη λύση για τη εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, που εν προκειμένω εξειδικεύεται στην ανάπτυξη των δημοσίων υποδομών στις περιοχές ευθύνης των ΟΤΑ. Ταυτόχρονα δίνεται ένα τέλος στον αποτυχημένο μηχανισμό της διοικητικής υποστήριξης, ο οποίος αν και προβλέφθηκε ως ένα μεταβατικό στάδιο το 2011, απέκτησε χαρακτηριστικά μόνιμης λύσης, η οποία ωστόσο όχι μόνο δεν έλυσε το πρόβλημα, αλλά αντιθέτως δημιούργησε πλείστες όσες παθογένειες και φαινόμενα κακοδιοίκησης.
Με το άρθρο 3 ορίζεται ότι δήμοι που κατά τη δημοσίευση του παρόντος άρθρου ασκούν τις αρμοδιότητες της Τεχνικής Υπηρεσίας και της Υπηρεσίας Δόμησης μέσω διοικητικής υποστήριξης από άλλο δήμο, μπορούν να αναθέτουν τη διοικητική υποστήριξη έως τη στελέχωση τους, στην ΕΕΤΑΑ και τις αναπτυξιακές τους εταιρείες, με σύμβαση κατά τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 12 του ν. 4412/2016. Επιλύεται έτσι οριστικώς ένα χρόνιο πρόβλημα κακοδιοίκησης, το οποίο συνιστά καταστρατήγηση των αρχών της νομιμότητας και της χρηστής διοίκησης. Και τούτο διότι οι διαρκείς –επί σχεδόν 9 χρόνια- παρατάσεις δεν θεραπεύουν τις παθογένειες της διοίκησης, με αποτέλεσμα η οργανωτική δυσλειτουργία που έχει παρατηρηθεί στις ΥΔΟΜ να συνιστά παραβίαση των άρθρων 10 και 24 παρ. 2 του Συντάγματος. Συνεπώς, η άμεση επίλυση του εν λόγω ζητήματος αποτελεί επιτακτικό λόγο δημοσίου συμφέροντος, τόσο από πλευράς προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών, όσο και από πλευράς δημοσιονομικής ωφέλειας.
Περαιτέρω, η αδειοδότηση και ο έλεγχος των δομικών κατασκευών είναι αναπόσπαστο τμήμα της δημόσιας υποδομής και conditio sine qua non για την αναπτυξιακή προοπτική ενός δήμου. Ως προς τον τύπο της σύμβασης, επιλέγεται η σύναψη συμβάσεων οριζόντιας συνεργασίας μεταξύ αναθετουσών αρχών κατά το άρθρο 12 παρ. 4 του ν. 4412/2016, με τα αναπτυξιακά σχήματα της ΕΕΤΑΑ και των Ανωνύμων Αναπτυξιακών Εταιρειών ΟΤΑ, υπό το δεδομένο ότι πληρούνται σωρευτικά όλες οι προϋποθέσεις «οριζόντιας συνεργασίας», όπως παρατίθενται στην αιτιολογική σκέψη του άρθρου 1.
Σε κάθε περίπτωση, μέσω της προτεινόμενης σύμβασης παρέχεται διοικητική υποστήριξη, δηλαδή προετοιμασία φακέλων και εν γένει τεχνική υποστήριξη από εξειδικευμένο προς τούτο προσωπικό. Επειδή δε, το Σύνταγμα αναθέτει την άσκηση της πολεοδομικής αρμοδιότητας στο Κράτος (αρθ. 24 παρ. 2Σ), η αρμοδιότητα έκδοσης της τελικής διοικητικής πράξης ανήκει στον δήμαρχο και ασκείται από αυτόν στα πλαίσια της δημόσιας εξουσίας που του έχει ανατεθεί.
ΣΧΕΔΙΟ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ
Άρθρο 49
Αναπτυξιακές Ανώνυμες Εταιρείες ΟΤΑ
1. Οι Αναπτυξιακές Ανώνυμες Εταιρείες ΟΤΑ (ΑΑΕ ΟΤΑ) είναι ανώνυμες εταιρείες ειδικού σκοπού οι οποίες λειτουργούν υπέρ του δημοσίου συμφέροντος, συμπράττουν από κοινού με τους ΟΤΑ στην υλοποίηση της αναπτυξιακής πολιτικής εντός των περιοχών ευθύνης τους και έχουν ως ειδικότερο αντικείμενο την επιστημονική και τεχνική υποστήριξη των ΟΤΑ και των ενώσεών τους, την προώθηση της επιχειρηματικής, οικονομικής και γενικότερα βιώσιμης ανάπτυξης των δήμων και των περιφερειών, μέσω της αξιοποίησης αναπτυξιακών και επενδυτικών εργαλείων, την εφαρμογή πολιτικών προστασίας του περιβάλλοντος, καθώς και την εφαρμογή πολιτικών της αυτοδιοίκησης σε δημοτικό, διαδημοτικό ή σε ευρύτερο γεωγραφικό χώρο ανάλογα με τις καταστατικές τους προβλέψεις.
2. Στο εταιρικό κεφάλαιο των ΑΑΕ ΟΤΑ μετέχουν αποκλειστικά οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης. Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατή η συμμετοχή στο εταιρικό κεφάλαιο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος, της Ένωσης Περιφερειών, των Περιφερειακών Ενώσεων Δήμων, των συνδέσμων δήμων και επιμελητηρίων, υπό την προϋπόθεση ότι οι ΟΤΑ κατέχουν την πλειοψηφία του εταιρικού κεφαλαίου, αποκλειόμενης σε κάθε περίπτωση της συμμετοχής ιδιωτών ή ιδιωτικών ενώσεων ή άλλων φορέων.
3. Το προσωπικό των ΑΑΕ ΟΤΑ διακρίνεται σε τακτικό και έκτακτο. Το τακτικό προσωπικό προσλαμβάνεται για την κάλυψη θέσεων βάσει κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας (ΚΕΥ), που εγκρίνεται από τη γενική συνέλευση των μετόχων, και με τον οποίο καθορίζονται η εσωτερική διάρθρωση των υπηρεσιών σε Διευθύνσεις, Τμήματα, Αυτοτελή Τμήματα και Αυτοτελή Γραφεία, οι αρμοδιότητες τους και οι θέσεις κατά κατηγορίες και κλάδους προσωπικού. Στον ΚΕΥ προβλέπεται υποχρεωτικά Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών και Διεύθυνση Διοικητικών και Οικονομικών Υπηρεσιών. Η στελέχωση των θέσεων με τακτικό προσωπικό γίνεται κατά τις διατάξεις του άρθρου 14 και επόμενα του ν. 2190/1994 (Α’ 28). Το προσωπικό που προσλαμβάνεται κατά το προηγούμενο εδάφιο υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου δεύτερου του ν. 3845/2010 (Α’ 65) και του άρθρου 7 του ν. 4354/2015 (Α’ 176). Το έκτακτο προσωπικό που απαιτείται κάθε φορά για την εκτέλεση αναπτυξιακών προγραμμάτων ή για την εκτέλεση συμβάσεων τεχνικής και διοικητικής υποστήριξης των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης προσλαμβάνεται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας για όσο χρόνο διαρκεί το εκτελούμενο πρόγραμμα ή η σύμβαση. Για την έκδοση της απόφασης απαιτείται μόνον η απόφαση ένταξης από την αρμόδια αρχή ή η σύμβαση. Οι αμοιβές και τα προσόντα του έκτακτου προσωπικού καθορίζονται από τις ειδικότερες προβλέψεις του κάθε φορά εκτελούμενου προγράμματος ή σύμβασης. Οι προσλαμβανόμενοι κατά τα προηγούμενα εδάφια με συμβάσεις ορισμένου χρόνου θεωρείται ότι καλύπτουν έκτακτες ανάγκες, αποκλειόμενης σε κάθε περίπτωση της μετατροπής των συμβάσεων αυτών σε συμβάσεις αορίστου χρόνου. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου είναι δυνατή η σύναψη συμβάσεων μίσθωσης έργου, εφόσον οι δαπάνες που προκύπτουν θεωρούνται ως επιλέξιμες δαπάνες του εκτελούμενου προγράμματος. Για την έκδοση της απόφασης απαιτείται μόνον η απόφαση ένταξης στο πρόγραμμα από την αρμόδια αρχή, από την οποία τεκμαίρεται ότι δεν υποκρύπτεται σχέση εξαρτημένης εργασίας. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν καταλαμβάνουν το ήδη απασχολούμενο με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό των αναπτυξιακών εταιρειών.
4. Εκτελεστικά μέλη των διοικητικών συμβουλίων, γενικοί διευθυντές, διευθυντές και προϊστάμενοι τμημάτων των ΑΑΕ ΟΤΑ ορίζονται υποχρεωτικά άτομα με αποδεδειγμένη εργασιακή εμπειρία στην εκτέλεση αναπτυξιακών προγραμμάτων και στην επιχειρηματική, οικονομική και γενικότερα βιώσιμη ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών. Κατ’ εξαίρεση της παραγράφου 3, οι γενικοί διευθυντές και οι διευθυντές των αναπτυξιακών εταιρειών ορίζονται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου για θητεία τριών (3) ετών, η οποία μπορεί να ανανεώνεται.
5. Οι ΑΑΕ ΟΤΑ υπάγονται στο ρυθμιστικό πεδίο της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 4412/2016 (Α’ 147), δύναται να είναι ενδιάμεσοι φορείς διαχείρισης εθνικών ή συγχρηματοδοτούμενων αναπτυξιακών προγραμμάτων, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις της κείμενης νομοθεσίας, και υπάγονται στα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου της παραγράφου 4 του άρθρου 137 του ν. 4635/2019 (Α’ 167). Θεωρείται δε, ότι κατέχουν τεχνική επάρκεια, εφόσον η οικεία Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών πληροί την ελάχιστη στελέχωση και τις λοιπές προϋποθέσεις της απόφασης της παραγράφου 1 του άρθρου 44 του ν. 4412/2016 (Α’ 147).
6. Η λειτουργία των ΑΑΕ ΟΤΑ ρυθμίζεται από τις διατάξεις του ν. 4548/2018 (Α’ 104), εκτός όσων ρυθμίζονται με ειδικότερες διατάξεις. Οι ΑΑΕ ΟΤΑ υπόκεινται σε έλεγχο από την Εθνική Αρχή Διαφάνειας κατ’ άρθρο 83 του ν. 4622/2019 (Α’ 133) και σε έλεγχο από το Υπουργείο Οικονομικών σύμφωνα με τα άρθρα 55 έως 57 του π. δ. 142/2017 (Α’ 181). Επίσης, ελέγχονται και αξιολογούνται από την Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων, κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 4013/2011 (Α’ 204).
7. Έως 31.3.2020, οι λειτουργούσες αναπτυξιακές εταιρείες λαμβάνουν μέριμνα για την προσαρμογή τους στις διατάξεις του άρθρου αυτού. Εταιρείες που δεν θα προσαρμοστούν κατά το προηγούμενο εδάφιο, συνεχίζουν να λειτουργούν ως κοινές ανώνυμες εταιρείες των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης.
Άρθρο 50
Ανάθεση εποπτείας και επίβλεψης δημοσίων μελετών και έργων από ΟΤΑ που δεν διαθέτουν τεχνική επάρκεια
Ειδικά για τις τεχνικές υπηρεσίες των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης που δεν διαθέτουν τεχνική επάρκεια, οι ΟΤΑ δύναται να συνάπτουν προγραμματική σύμβαση κατά τις διατάξεις του άρθρου 44 του ν. 4412/2016 και με την Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης και τις Ανώνυμες Αναπτυξιακές Εταιρείες ΟΤΑ.
Άρθρο 51
Διοικητική υποστήριξη Τεχνικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δόμησης των ΟΤΑ
1. Δήμοι οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος ασκούν τις αρμοδιότητες των τεχνικών τους υπηρεσιών υπό το καθεστώς της διοικητικής υποστήριξης που προβλέφθηκε στις παραγράφους 2, 3 και 4 του ν. 3852/2010, μπορούν να αναθέτουν την διοικητική υποστήριξη για θέματα που άπτονται αρμοδιοτήτων των υπηρεσιών αυτών και στην Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης και τις Ανώνυμες Αναπτυξιακές Εταιρείες ΟΤΑ. Στην περίπτωση αυτή, η αρμοδιότητα έκδοσης της τελικής διοικητικής πράξης ασκείται από τον Προϊστάμενο της Τεχνικής Υπηρεσίας και σε περίπτωση που δεν υπάρχει Προϊστάμενος για οποιονδήποτε λόγο, από το δήμαρχο. Αποφασιστικές ή γνωμοδοτικές αρμοδιότητες, οι οποίες προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία για τα μονομελή ή συλλογικά αιρετά όργανα συνεχίζουν να ασκούνται από τον οικείο δήμο.
2. Δήμοι οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος ασκούν τις αρμοδιότητες της Υπηρεσίας Δόμησης υπό το καθεστώς διοικητικής υποστήριξης που προβλέφθηκε στις παραγράφους 2, 3 και 4 του ν. 3852/2010, μπορούν να αναθέτουν την διοικητική υποστήριξη για θέματα που άπτονται αρμοδιοτήτων των υπηρεσιών αυτών και στην Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης και τις Ανώνυμες Αναπτυξιακές Εταιρείες ΟΤΑ. Στην περίπτωση αυτή, η αρμοδιότητα έκδοσης της τελικής διοικητικής πράξης ασκείται από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Δόμησης και σε περίπτωση που δεν υπάρχει Προϊστάμενος για οποιονδήποτε λόγο, από το δήμαρχο. Αποφασιστικές ή γνωμοδοτικές αρμοδιότητες, οι οποίες προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία για τα μονομελή ή συλλογικά αιρετά όργανα συνεχίζουν να ασκούνται από τον οικείο δήμο.
Άρθρο 52
Καταργούμενες διατάξεις
α. Η περίπτωση β’ της παραγράφου 3 και η παράγραφος 9 του άρθρου 252 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006 Κώδικα Δήμου και Κοινοτήτων (Α’ 114) καταργούνται.
β. Το άρθρο 16 του ν. 4483/2017 (Α’ 107) και η παράγραφος 3 του άρθρου 229 του ν. 4635/2019 (Α’ 167) καταργούνται.
γ. Η περίπτωση δ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 182 του ν. 4555/2018 καταργείται και οι επόμενες περιπτώσεις αναριθμούνται αναλόγως.
ΙΙ. Αρμοδιότητα Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.
Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ' υποπερ. αα' του ν. 4013/2011: «αα) Η Αρχή γνωμοδοτεί επί των διατάξεων σχεδίων νόμων που αφορούν στις δημόσιες συμβάσεις πριν από την κατάθεση τους στη Βουλή. Αν ο αρμόδιος Υπουργός διαφωνεί με τη γνώμη της Αρχής, η Αρχή δύναται να συγκαλεί συσκέψεις, με τη συμμετοχή εκπροσώπων της και εκπροσώπων όλων των συναρμόδιων Υπουργείων με σκοπό την ανταλλαγή και σύγκλιση των απόψεων. Στις εν λόγω συσκέψεις η Αρχή και κάθε συναρμόδιος Υπουργός μπορούν να ζητούν τη συμμετοχή ανεξάρτητων τρίτων, ειδικών σε θέματα δημοσίων συμβάσεων. Οι συσκέψεις αυτές πραγματοποιούνται σε διάστημα δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την περιέλευση της πρόσκλησης της Αρχής στους συμμετέχοντες. Η άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας αυτής δεν κωλύει τη συνέχιση της διαδικασίας ψήφισης του σχεδίου νόμου. Αν δεν αρθεί η διαφωνία μεταξύ του αρμόδιου Υπουργού και της Αρχής, στη γνώμη της Αρχής προσαρτάται έκθεση του Υπουργού στην οποία περιλαμβάνεται και ειδική αιτιολόγηση κάθε απόκλισης από το περιεχόμενο της γνώμης. Τα εν λόγω έγγραφα συνοδεύουν τα σχέδια νόμων κατά την κατάθεση τους στη Βουλή και αναρτώνται με επιμέλεια της Αρχής στην ιστοσελίδα της. Σε περίπτωση απόκλισης του σχεδίου νόμου από τη γνώμη της Αρχής, η αρμόδια επιτροπή της Βουλής δύναται να καλεί, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής, σε ακρόαση τον Πρόεδρο της Αρχής».
Στο βαθμό που οι προτεινόμενες νομοθετικές ρυθμίσεις, ως παρατίθενται ανωτέρω (υπό I), περιλαμβάνουν ρυθμίσεις που αφορούν σε ζητήματα δημοσίων συμβάσεων, εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Αρχής για παροχή γνώμης, κατ’ άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ' υποπερ. αα' του ν. 4013/2011.
ΙΙΙ. Συναφείς διατάξεις
1. Το σύνολο των διατάξεων του ν. 4412/2016 «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ ΕΕ και 2014/25/ΕΕ)» και ειδικότερα τα κάτωθι άρθρα αυτού, ως τροποποιημένα ισχύουν :
Άρθρο 2 «Ορισμοί» (άρθρο 2 και άρθρο 33 παρ. 1 εδάφιο 6` της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ και άρθρο 2 της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ)
1. Για τους σκοπούς του παρόντος εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:
1) α) ως «αναθέτουσες αρχές» νοούνται το κράτος, οι αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου ή οι ενώσεις μιας ή περισσότερων από αυτές τις αρχές ή ενός ή περισσότερων από αυτούς τους οργανισμούς δημοσίου δικαίου και οι αναθέτουσες αρχές κατά την έννοια του άρθρου 223 και β) ως «αναθέτοντες φορείς» νοούνται οι αναθέτοντες φορείς κατά την έννοια του άρθρου 224, …………………..»
Άρθρο 12 «Δημόσιες συμβάσεις μεταξύ φορέων του δημοσίου τομέα (άρθρο 12 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ)»
1. Μία δημόσια σύμβαση που ανατίθεται από μία αναθέτουσα αρχή σε ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Βιβλίου (άρθρα 3 έως 221), εάν πληρούνται σωρευτικά οι κατωτέρω προϋποθέσεις:
α) η αναθέτουσα αρχή ασκεί επί του εν λόγω νομικού προσώπου έλεγχο ανάλογο εκείνου που ασκεί επί των δικών της υπηρεσιών,
β) περισσότερο από το 80% των δραστηριοτήτων του ελεγχομένου νομικού προσώπου διεξάγεται κατά την εκτέλεση καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί από την ελέγχουσα αναθέτουσα αρχή ή άλλα νομικά πρόσωπα που ελέγχει η εν λόγω αναθέτουσα αρχή, και
γ) δεν υπάρχει άμεση συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, εξαιρουμένων των μορφών συμμετοχής ιδιωτικών κεφαλαίων χωρίς δυνατότητα ελέγχου ή δικαιώματος αρνησικυρίας που απαιτούνται διατάξεις νόμου και δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.
Μια αναθέτουσα αρχή θεωρείται ότι ασκεί έλεγχο επί νομικού προσώπου ανάλογο με τον έλεγχο που ασκεί στις υπηρεσίες της κατά την έννοια της περίπτωσης α΄ του πρώτου εδαφίου, όταν ασκεί αποφασιστική επιρροή τόσο στους στρατηγικούς στόχους, όσο και στις σημαντικές αποφάσεις του ελεγχόμενου νομικού προσώπου. Ο έλεγχος μπορεί, επίσης, να ασκείται από άλλο νομικό πρόσωπο που ελέγχεται με τον ίδιο τρόπο από την αναθέτουσα αρχή.
2. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται επίσης σε περίπτωση που ένα ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, το οποίο είναι αναθέτουσα αρχή, αναθέτει σύμβαση στην αναθέτουσα αρχή η οποία το ελέγχει ή σε άλλο νομικό πρόσωπο που τελεί υπό τον έλεγχο της ίδιας αναθέτουσας αρχής, εφόσον δεν υπάρχει άμεση συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων στο νομικό πρόσωπο στο οποίο ανατίθεται η δημόσια σύμβαση, εξαιρουμένων των μορφών συμμετοχής ιδιωτικών κεφαλαίων χωρίς δυνατότητα ελέγχου ή δικαιώματος αρνησικυρίας που απαιτούνται από διατάξεις νόμου, και δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.
3. Μία αναθέτουσα αρχή που δεν ασκεί έλεγχο κατά την έννοια της παραγράφου 1 σε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου μπορεί, εντούτοις, να αναθέσει δημόσια σύμβαση στο εν λόγω νομικό πρόσωπο χωρίς να εφαρμόσει τις διατάξεις του παρόντος Βιβλίου, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) η αναθέτουσα αρχή ασκεί από κοινού με άλλες αναθέτουσες αρχές έλεγχο επί του εν λόγω νομικού προσώπου ανάλογο εκείνου που ασκούν επί των δικών τους υπηρεσιών,
β) περισσότερο από το 80% των δραστηριοτήτων του εν λόγω νομικού προσώπου διεξάγεται κατά την εκτέλεση καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί από τις ελέγχουσες αναθέτουσες αρχές ή άλλα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από τις ίδιες αναθέτουσες αρχές και
γ) δεν υπάρχει άμεση συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, εξαιρουμένων των μορφών συμμετοχής ιδιωτικών κεφαλαίων χωρίς δυνατότητα ελέγχου ή δικαιώματος αρνησικυρίας που απαιτούνται από διατάξεις νόμου και δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.
Για τους σκοπούς της περίπτωσης α΄ του πρώτου εδαφίου, οι αναθέτουσες αρχές ασκούν από κοινού έλεγχο επί νομικού προσώπου, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι κατωτέρω προϋποθέσεις:
α) τα όργανα λήψης αποφάσεων του ελεγχόμενου νομικού προσώπου απαρτίζονται από εκπροσώπους όλων των αναθετουσών αρχών που συμμετέχουν· το ίδιο φυσικό πρόσωπο μπορεί να εκπροσωπεί πολλές ή όλες τις συμμετέχουσες αναθέτουσες αρχές,
β) οι εν λόγω αναθέτουσες αρχές είναι σε θέση να ασκούν από κοινού αποφασιστική επιρροή στους στρατηγικούς στόχους και τις σημαντικές αποφάσεις του ελεγχόμενου νομικού προσώπου και
γ) το ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο δεν επιδιώκει συμφέροντα αντίθετα από αυτά των αναθετουσών αρχών που το ελέγχουν.
4. Μία σύμβαση, η οποία συνάπτεται αποκλειστικά μεταξύ δύο ή περισσότερων αναθετουσών αρχών, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Βιβλίου, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι κατωτέρω προϋποθέσεις:
α) η σύμβαση εγκαθιδρύει ή υλοποιεί συνεργασία μεταξύ των συμμετεχουσών αναθετουσών αρχών η οποία αποσκοπεί να διασφαλίσει ότι οι δημόσιες υπηρεσίες που οφείλουν να εκτελούν οι εν λόγω αρχές παρέχονται για την επίτευξη των κοινών τους στόχων,
β) η υλοποίηση της συνεργασίας αυτής εξυπηρετεί αποκλειστικά σκοπούς δημοσίου συμφέροντος και
γ) οι συμμετέχουσες αναθέτουσες αρχές εκτελούν στην ελεύθερη αγορά λιγότερο από το 20% των δραστηριοτήτων που αφορά η συνεργασία.
5. Για τον προσδιορισμό του ποσοστού των δραστηριοτήτων που αναφέρεται στην περίπτωση β΄ του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, στην περίπτωση β΄ του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 και στην περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 4, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος συνολικός κύκλος εργασιών ή άλλο ενδεδειγμένο μέτρο βάσει δραστηριοτήτων, όπως το κόστος που βαρύνει το συγκεκριμένο νομικό πρόσωπο ή αναθέτουσα αρχή όσον αφορά τις υπηρεσίες, τα αγαθά και τα έργα κατά την τριετία που προηγείται της ανάθεσης της σύμβασης. Αν, λόγω της ημερομηνίας κατά την οποία δημιουργήθηκε ή άρχισε τις δραστηριότητές του το συγκεκριμένο νομικό πρόσωπο ή αναθέτουσα αρχή ή λόγω αναδιοργάνωσης των δραστηριοτήτων του, ο κύκλος εργασιών ή άλλο μέτρο βάσει δραστηριοτήτων, όπως το κόστος, δεν διατίθεται για την τελευταία τριετία ή δεν είναι πλέον κατάλληλο, αρκεί να αποδειχθεί ότι η μέτρηση της δραστηριότητας είναι αξιόπιστη, ιδίως μέσω προβολών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.
6. Πάσης φύσεως συμβάσεις ή συμφωνίες (π.χ. προγραμματικές, συνεργασίας), οι οποίες ενδέχεται να συνάπτονται δυνάμει ειδικών διατάξεων και ιδίως:
α) του άρθρου 12 του π.δ. 30/1996 (Α΄ 21),
β) των άρθρων 223 και 225 του ν. 3463/2006 (Α΄ 114),
γ) των άρθρων 22 και 32 του ν. 3614/2007 (Α΄ 267),
δ) των άρθρων 99 και 100 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87),
ε) του άρθρου 12 του ν. 4019/2011 (Α΄ 216) και
στ) του άρθρου 44, μπορεί να μην εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Βιβλίου, υπό τους όρους των άρθρων 3 έως 17 και ιδίως του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 44 «Τεχνική επάρκεια αναθετουσών αρχών στις δημόσιες συμβάσεις έργων και μελετών»
«1. Για τη διεξαγωγή της διαδικασίας σύναψης, την εποπτεία και την επίβλεψη δημόσιας σύμβασης έργου ή μελέτης απαιτείται, η αρμόδια τεχνική υπηρεσία κάθε αναθέτουσας αρχής να διαθέτει ελάχιστη στελέχωση που περιλαμβάνει, ιδίως, τον ελάχιστο αριθμό προσωπικού της και τα προσόντα αυτών (ειδικότητες, εμπειρία κ.λ.π), σύμφωνα με την απόφαση του επόμενου εδαφίου προκειμένου να μπορεί ανταποκριθεί επαρκώς στα/στις προς ανάθεση έργα/μελέτες, ανάλογα με την εκτιμώμενη αξία, το είδος, την κατηγορία τους, το μέγεθος και την πολυπλοκότητά τους. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, που εκδίδεται εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, καθορίζεται η ελάχιστη στελέχωση κατά αριθμό, ειδικότητα, προσόντα των απασχολούμενων σε αυτή, καθώς επίσης και οι ειδικότερες προδιαγραφές επάρκειάς της ανάλογα με την εκτιμώμενη αξία, το είδος, την κατηγορία, το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των έργων ή των μελετών.
2. Σε περίπτωση που η τεχνική υπηρεσία δεν πληροί τις προδιαγραφές επάρκειας που προβλέπονται από την απόφαση της παραγράφου 1, θεωρείται υπηρεσία που δεν έχει τεχνική επάρκεια και η διεξαγωγή της διαδικασίας σύναψης, η εποπτεία και η επίβλεψη των δημοσίων συμβάσεων, έργων ή μελετών αρμοδιότητάς της, διενεργούνται, με προγραμματική σύμβαση από την τεχνική υπηρεσία του εποπτεύοντος την αναθέτουσα αρχή φορέα ή της οικείας περιφέρειας ή από άλλη τεχνική υπηρεσία φορέων της Γενικής Κυβέρνησης της περίπτωσης β` της παρ.1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α` 143).»
Στην εν λόγω προγραμματική σύμβαση ορίζονται τουλάχιστον: (α) το αντικείμενο της προγραμματικής σύμβασης, το πρόγραμμα εκτέλεσης της μελέτης ή υπηρεσίας και η προεκτιμώμενη συνολική δαπάνη, (β) τα καθήκοντα που αναλαμβάνει η νέα τεχνική υπηρεσία, (γ) ο τρόπος κάλυψης των αναγκαίων για την εκπλήρωση της προγραμματικής σύμβασης δαπανών της νέας τεχνικής υπηρεσίας και οι λεπτομέρειες της καταβολής τους, (δ) οι ποινικές ρήτρες και άλλες συνέπειες σε βάρος της νέας τεχνικής υπηρεσίας που επιβάλλονται σε περίπτωση υπαίτιας πλημμελούς εκπλήρωσης της εντολής, (ε) οι όροι διαπίστωσης της εκπλήρωσης των καθηκόντων της νέας τεχνικής υπηρεσίας και της λήξης της προγραμματικής σύμβασης, (στ) ο τρόπος και οι όροι χρηματοδότησης των συμβάσεων που θα αναθέτει η νέα τεχνική υπηρεσία, (ζ) οι όροι άσκησης του τεχνικού, οικονομικού και λογιστικού ελέγχου του κυρίου του έργου κατά τις φάσεις εκπλήρωσης της σύμβασης και (η) οι πράξεις και ενέργειες της νέας τεχνικής υπηρεσίας πριν από τις οποίες απαιτείται η προηγούμενη έγκριση του κυρίου του έργου.
3. Η αναθέτουσα αρχή ευθύνεται έναντι του κυρίου του έργου για την καλή εκτέλεση των καθηκόντων της και έναντι των τρίτων ευθύνεται εις ολόκληρσν με τον κύριο του έργου. Αν στην προγραμματική σύμβασή δεν ορίζεται διαφορετικά, εκπροσωπεί δικαστικώς και εξωδίκως τον κύριο του έργου έναντι των τρίτων κατά την ενάσκηση των καθηκόντων της έως την λήξη της σύμβασης. Απσφαινόμενα όργανα της συγκεκριμένης κάθε φορά προγραμματικής σύμβασής είναι τα αρμόδια όργανα της νέας τεχνικής υπηρεσίας της αναθέτουσας αρχής.»
2. Το άρθρο 223 «Συμβάσεις Συνεργασίας Φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης» του ν. 3463/2006 «Κύρωση του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων.», ως τροποποιημένο ισχύει.
1. Δήμοι, Κοινότητες, Σύνδεσμοι, Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού μπορούν να συνάπτουν μεταξύ τους συμβάσεις για την εκτέλεση έργων, προμηθειών και υπηρεσιών. Αντικείμενα των συμβάσεων μπορεί να είναι και η βεβαίωση και είσπραξη τελών, δικαιωμάτων, εισφορών και προστίμων.
2. Οι συμβαλλόμενοι φορείς μπορεί να χρηματοδοτούνται για την εκτέλεση των συμβάσεων και από τον Κρατικό Προϋπολογισμό ή το πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων ή τους προϋπολογισμούς άλλων φορέων του δημόσιου τομέα.
3. Οι όροι και οι προϋποθέσεις της σύμβασης καθορίζονται με αποφάσεις των οικείων συμβουλίων, οι οποίες λαμβάνονται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών.
4. Δήμοι, Κοινότητες, σύνδεσμοι και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου αυτών μπορούν να αναθέτουν με τη διενέργεια διαγωνισμού σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή κοινοπραξίες την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας τους, την εκτέλεση έργων, την παροχή υπηρεσιών προς τον αναθέτοντα φορέα ή προς τους δημότες και την εφαρμογή προγραμμάτων. Η ανάθεση του έργου ή της υπηρεσίας συνοδεύεται είτε με την καταβολή αμοιβής (δημόσια σύμβαση έργου ή υπηρεσίας) είτε με την παραχώρηση του δικαιώματος εκμετάλλευσης του έργου ή της υπηρεσίας είτε με το δικαίωμα εκμετάλλευσης του έργου ή της υπηρεσίας σε συνδυασμό με την καταβολή αμοιβής (παραχώρηση δημόσιου έργου ή δημόσιας υπηρεσίας).
3. Το άρθρο 225 «Προγραμματικές συμβάσεις» του ν. 3463/2006 «Κύρωση του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων.», ως τροποποιημένο ισχύει.
1. α. Για τη μελέτη και εκτέλεση έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης μιας περιοχής, καθώς και για την παροχή υπηρεσιών κάθε είδους, οι Δήμοι και οι Κοινότητες, οι Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις και τα Νομαρχιακά Διαμερίσματα των Ενιαίων Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, οι Σύνδεσμοι Δήμων και Κοινοτήτων, οι Τ.Ε.Δ.Κ., η Ε.Ν.Α.Ε., η Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα οποία συνιστούν ή στα οποία συμμετέχουν οι προαναφερόμενοι οργανισμοί και φορείς, οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης, τα δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα, καθώς και τα Ιδρύματα Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, περιλαμβανομένων και των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, μπορούν να συνάπτουν Προγραμματικές συμβάσεις με το Δημόσιο, μεταξύ τους ή και με φορείς του δημόσιου τομέα της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982, μεμονωμένα ή από κοινού.
Στις Προγραμματικές συμβάσεις, που μετέχει το Δημόσιο, μπορεί να εκπροσωπείται και από τον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας, στην οποία εκτελείται η προγραμματική σύμβαση.
β. Στις Προγραμματικές συμβάσεις επιτρέπεται και η συμμετοχή κοινωφελών δημοτικών και κοινοτικών επιχειρήσεων, αναπτυξιακών ανωνύμων εταιρειών, επιχειρήσεων Ο.Τ.Α. ειδικού σκοπού, Κέντρων Επαγγελματικής Κατάρτισης (Κ.Ε.Κ.) με οποιαδήποτε νομική μορφή και αν λειτουργούν, επιχειρήσεων των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, των Περιφερειακών Ταμείων Ανάπτυξης, επιμελητηρίων, επιστημονικών φορέων δημοσίου δικαίου, "Ερευνητικών Πανεπιστημιακών Ινστιτούτων (Ε.Π.Ι.)," συνεταιρισμών, ενώσεων συνεταιρισμών και εργοδοτικών και εργατοϋπαλληλικών ενώσεων.
Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να επιτρέπεται και η συμμετοχή τραπεζών και πιστωτικών ιδρυμάτων.
γ. Η σύναψη προγραμματικών συμβάσεων μεταξύ των φορέων της περίπτωσης α΄ και Κοινωφελών Ιδρυμάτων είναι δυνατή, μόνον, εφόσον αυτά διαθέτουν σχετική εμπειρία και το καταστατικό τους προβλέπει συνεργασία με τους φορείς αυτούς. Κατά την εκτέλεση των προγραμματικών συμβάσεων που συνάπτουν, θεωρούνται φορείς κατασκευής του έργου κατά την έννοια του άρθρου 3 του ν.1418/1984 (ΦΕΚ 23 Α΄), και εκτελούν τις συμβάσεις αυτές με τα προβλεπόμενα στις περιπτώσεις ε΄, στ΄ και ζ΄ του ίδιου άρθρου όργανα και υπηρεσίες που συνιστούν με αποφάσεις των Διοικητικών τους Συμβουλίων.
2. α. Στις Προγραμματικές συμβάσεις απαραίτητα ορίζονται το αντικείμενο της σύμβασης, ο σκοπός και το περιεχόμενο των μελετών, των έργων, των προγραμμάτων ή των υπηρεσιών, ο προϋπολογισμός τους, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων, το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης της σύμβασης, οι Πόροι από τους οποίους θα καλυφθούν οι αναλαμβανόμενες οικονομικές υποχρεώσεις και η διάρκεια της σύμβασης.
Επίσης ορίζεται το όργανο παρακολούθησης της εφαρμογής της και οι αρμοδιότητές του, καθώς και ρήτρες σε βάρος του συμβαλλόμενου που παραβαίνει τους όρους της προγραμματικής σύμβασης.
β. Με την προγραμματική σύμβαση επίσης ορίζεται ο συμβαλλόμενος, στον οποίο μπορεί να ανατεθεί η Διαχείριση, εκμετάλλευση και συντήρηση των έργων του προγράμματος μετά την ολοκλήρωσή του, εφόσον προβλέπεται αντίστοιχο στάδιο.
γ. Σε περίπτωση κατά την οποία συμβαλλόμενος σε προγραμματική σύμβαση αναθέσει σε τρίτον τη Διαχείριση, εκμετάλλευση και συντήρηση των έργων αυτών, η ανάθεση γίνεται σύμφωνα με τη νομοθεσία που διέπει τον κατά τη σύμβαση υπόχρεο συμβαλλόμενο.
3. Οι συμβαλλόμενοι φορείς για την εκτέλεση των προγραμματικών συμβάσεων μπορεί να χρηματοδοτούνται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων μέσω προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ενωση ή προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται αμιγώς από εθνικούς πόρους, τον Τακτικό Προϋπολογισμό ή άλλα εθνικά ή περιφερειακά προγράμματα, καθώς και από τους προϋπολογισμούς των συμβαλλόμενων φορέων. Είναι δυνατή η Χρηματοδότηση των συμβαλλομένων και από φορείς του δημόσιου τομέα που δεν μετέχουν στην προγραμματική σύμβαση.
4. Για την εκτέλεση των προγραμματικών συμβάσεων και στο πλαίσιο των συμφωνούμενων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων οργανισμών και φορέων, επιτρέπεται η απασχόληση προσωπικού του ενός συμβαλλομένου στον άλλον, καθώς και η παραχώρηση της χρήσης ακινήτων, εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και μέσων.
5. Εφόσον τα προβλεπόμενα στην προγραμματική σύμβαση έργα, προγράμματα και υπηρεσίες είναι πολιτιστικού χαρακτήρα, όπως η ανάδειξη, προστασία και συντήρηση μνημείων, οι παρεμβάσεις σε διατηρητέα ή παραδοσιακά κτίρια και οικισμούς, η διάσωση και διάδοση στοιχείων του πολιτισμού, η ανέγερση και λειτουργία χώρων πολιτισμικών λειτουργιών, η υποστήριξη δραστηριοτήτων και εκδηλώσεων που αφορούν την επιστήμη, τα γράμματα και τις τέχνες, συμμετέχει, ως συμβαλλόμενος, το Υπουργείο Πολιτισμού. Η προγραμματική σύμβαση καλείται "προγραμματική σύμβαση πολιτισμικής ανάπτυξης" και το δυνάμενο να επιβληθεί, κατά τις σχετικές διατάξεις, τέλος ανταποδοτικού χαρακτήρα, για τη Χρηματοδότηση έργων, εργασιών, προγραμμάτων και υπηρεσιών της προγραμματικής σύμβασης, καλείται "Πολιτιστικό Τέλος".
"Στις προγραμματικές συμβάσεις πολιτισμικής ανάπτυξης μπορούν να συμμετέχουν με αποκλειστικό σκοπό τη χρηματοδότηση και μη κερδοσκοπικά νομικά πρόσωπα, που επιδιώκουν, κατά το καταστατικό τους, πολιτιστικούς σκοπούς."
4. Το άρθρο 252 «Ορισμοί – διακρίσεις» του ν. 3463/2006 «Κύρωση του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων.», ως τροποποιημένο ισχύει.
1. Οι Δήμοι και οι Κοινότητες μπορούν να συνιστούν ή να συμμετέχουν σε επιχειρήσεις, οι οποίες καλούνται επιχειρήσεις Ο.Τ.Α., σύμφωνα με τις παρακάτω ειδικότερες ρυθμίσεις. Οι επιτρεπόμενες μορφές των επιχειρήσεων αυτών είναι οι εξής:
α. Δημοτικές ή κοινοτικές κοινωφελείς επιχειρήσεις,
β. Ανώνυμες εταιρείες Ο.Τ.Α..
2. Δήμος ή Κοινότητα μπορεί να συνιστά δημοτικές ή κοινοτικές κοινωφελείς επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την ανάπτυξη δραστηριοτήτων, συναφών με αντίστοιχου περιεχομένου αρμοδιότητες αυτών, σύμφωνα με τις προβλέψεις του άρθρου 254 παράγραφος 1.
3. Οι ανώνυμες εταιρείες Ο.Τ.Α. συνιστώνται είτε μόνον από έναν ή περισσότερους Δήμους ή Κοινότητες είτε με Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις ή και άλλους φορείς Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή τρίτους, σύμφωνα με τις παρακάτω διακρίσεις. Οι εταιρείες αυτές λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.
α. Οι ανώνυμες εταιρείες που συνιστώνται από περισσότερους Δήμους ή Κοινότητες είτε με Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις ή και άλλους φορείς Τοπικής Αυτοδιοίκησης θεωρούνται επιχειρήσεις Ο.Τ.Α., εφόσον τα νομικά αυτά πρόσωπα διαθέτουν την πλειοψηφία του εταιρικού κεφαλαίου. Το υπόλοιπο εταιρικό κεφάλαιο μπορεί να κατέχεται από άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Στην εταιρεία της μορφής αυτής είναι δυνατή η συμμετοχή του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ..
β. Οι ανώνυμες εταιρείες, στο εταιρικό κεφάλαιο των οποίων συμμετέχουν μόνον Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού ή και άλλοι φορείς Τοπικής ΑυτοΔιοίκησης και έχουν ως αποκλειστικό αντικείμενο την επιστημονική και τεχνική υποστήριξη των Ο.Τ.Α. και των ενώσεών τους ή και της αποκεντρωμένης κρατικής Διοίκησης, την προώθηση της επιχειρηματικής, οικονομικής και γενικότερα βιώσιμης ανάπτυξης του Δήμου ή της Κοινότητας, καθώς και την ανάπτυξη δραστηριοτήτων προστασίας του περιβάλλοντος, τη συμμετοχή τους σε αντίστοιχα προγράμματα ή την εφαρμογή σχετικών πολιτικών σε διαδημοτικό ή σε ευρύτερο γεωγραφικό χώρο, αποτελούν αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες Ο.Τ.Α..
Στην ανώνυμη εταιρεία αυτής της μορφής είναι δυνατή η συμμετοχή και φορέων του δημόσιου τομέα, συνεταιρισμών και ενώσεων αυτών, επιστημονικών φορέων, επιμελητηρίων, φορέων συλλογικών κοινωνικών ή οικονομικών συμφερόντων, καθώς και τραπεζών και πιστωτικών ιδρυμάτων. Στην περίπτωση αυτή οι Ο.Τ.Α. και οι λοιποί φορείς Τοπικής Αυτοδιοίκησης κατέχουν την πλειοψηφία του εταιρικού κεφαλαίου.
"Αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρίες Ο.Τ.Α. θεωρούνται και εκείνες στις οποίες συμμετέχουν μόνο Τ.Ε.Δ.Κ. αντί των Ο.Τ.Α. α` βαθμού."
«Οι αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες Ο.Τ.Α. δεν ανήκουν στους φορείς του δημοσίου τομέα, δεν επιχορηγούνται άμεσα ή έμμεσα από Ο.Τ.Α., δεν υλοποιούν αυτοδιοικητικές αρμοδιότητες και δεν ανήκουν σε Ο.Τ.Α. κατά την έννοια της επίτευξης αυτοδιοικητικού σκοπού. Ο έλεγχος και η εποπτεία επί των εταιρειών αυτών γίνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε ειδικότερες διατάξεις.». (τα ως άνω εδάφια προστέθηκαν με το άρθρο 16 «Ρυθμίσεις σχετικές με τις πολυμετοχικές αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες Ο.Τ.Α.» του ν. 4483/2017)
γ. Για την αξιοποίηση της ακίνητης δημοτικής ή κοινοτικής περιουσίας ή την εκμετάλλευση κοινόχρηστων χώρων είναι δυνατή η Σύσταση ανώνυμης εταιρείας μόνον από έναν Δήμο ή μία Κοινότητα, η οποία καλείται δημοτική ή κοινοτική ανώνυμη εταιρεία.
4. Επιχειρήσεις Ο.Τ.Α. που συνιστώνται βάσει ειδικών διατάξεων νόμου, οι οποίες διέπουν την οργάνωση και λειτουργία τους, αποτελούν αντίστοιχες επιχειρήσεις Ο.Τ.Α. ειδικού σκοπού.
5. Οι επιχειρήσεις των προηγούμενων παραγράφων αποτελούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου.
6. Οι Δήμοι και οι Κοινότητες δεν επιτρέπεται να συνιστούν ή συμμετέχουν σε καμία άλλη εταιρεία ή κοινοπραξία οποιασδήποτε μορφής, πέραν αυτών που περιλαμβάνονται στο παρόν άρθρο. Η απαγόρευση αυτή δεν ισχύει για τη συμμετοχή τους σε ανώνυμη εταιρεία, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 265 παρ. 2 του παρόντος, ή σε άλλα εταιρικά σχήματα, τα οποία ειδικοί κανόνες προβλέπουν για την εφαρμογή εθνικών ή κοινοτικών προγραμμάτων.
7. Ιδρύματα και λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου των Δήμων και Κοινοτήτων δεν επιτρέπεται να συνιστούν οποιασδήποτε μορφής επιχείρηση ή να συμμετέχουν σε αυτές.
8. Η ευθύνη Δήμου ή Κοινότητας που συμμετέχει σε επιχείρηση Ο.Τ.Α. περιορίζεται κατά το τμήμα της συμμετοχής του στο κεφάλαιο της επιχείρησης.
9. Ως φορείς Τοπικής Αυτοδιοίκησης του παρόντος μέρους νοούνται η Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., η Ε.Ν.Α.Ε., οι Τοπικές Ενώσεις Δήμων και Κοινοτήτων, οι Σύνδεσμοι και οι ανώνυμες εταιρείες Ο.Τ.Α..
5. Το άρθρο 180 «Διαδημοτικός σύνδεσμος τεχνικής υπηρεσίας» του ν. 4555/2018 «Μεταρρύθμιση θεσμικού πλαισίου Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Εμβάθυνση της Δημοκρατίας, ΦΟΣΔΑ, ιθαγένεια κλπ», το οποίο έχει ως εξής :
«Στο ν. 3852/2010 προστίθεται άρθρο 104Α ως εξής: «Άρθρο104Α
Σύσταση διαδημοτικού συνδέσμου τεχνικής υπηρεσίας
1. Δύο (2) ή περισσότεροι δήμοι του ιδίου νομού, καθώς και όμορων νομών της ίδιας περιφέρειας, μπορεί να συνιστούν, με απόφαση των δημοτικών συμβουλίων αυτών, σύνδεσμο με ειδικό σκοπό τη μελέτη και εκτέλεση των τεχνικών τους έργων. Οι σύνδεσμοι αυτοί αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, διέπονται από τις σχετικές διατάξεις των άρθρων 245 έως 250 του ν. 3463/2006, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στο παρόν άρθρο και η τεχνική υπηρεσία τους αποτελεί την κοινή τεχνική υπηρεσία των συμμετεχόντων σε αυτούς δήμων.
2. Η απόφαση των δημοτικών συμβουλίων, η οποία λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών τους, αναφέρει ως ειδικό σκοπό, για τον οποίο ιδρύεται ο σύνδεσμος, τη μελέτη και εκτέλεση έργων των συμμετεχόντων δήμων και ορίζει τη χρονική διάρκεια και την έδρα του, τα τυχόν παραρτήματά του στους συνεργαζόμενους δήμους, καθώς και τις εισφορές που πρέπει να καταβάλλει ετησίως κάθε μέλος του συνδέσμου. Με απόφαση των δημοτικών συμβουλίων, η οποία μπορεί να εμπεριέχεται στην απόφαση του προηγούμενου εδαφίου, καταρτίζεται ο Οργανισμός Εσωτερικής Υπηρεσίας του συνδέσμου, ο οποίος περιλαμβάνει κατ` ελάχιστο μία (1) Διεύθυνση Τεχνικής Υπηρεσίας με ένα ή περισσότερα τμήματα και ένα (1) τμήμα Διοικητικών και Οικονομικών Υπηρεσιών. Αν, για οποιονδήποτε λόγο, δεν είναι δυνατή η λειτουργία Τμήματος Διοικητικών και Οικονομικών Υπηρεσιών, οι αρμοδιότητες του Τμήματος αυτού ασκούνται υποχρεωτικά από την αντίστοιχη υπηρεσία του δήμου της έδρας του συνδέσμου.
3. Με απόφαση του Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εγκρίνεται η απόφαση σύστασης, καθώς και ο Οργανισμός Εσωτερικής Υπηρεσίας του Συνδέσμου, ύστερα από γνώμη του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Ο έλεγχος που διενεργείται από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση είναι αποκλειστικά έλεγχος νομιμότητας και δεν υπεισέρχεται στην σκοπιμότητα σύστασης του συνδέσμου ή σε άλλες σταθμίσεις.
4. Μετά τη δημοσίευση της απόφασης σύστασης του συνδέσμου και της έγκρισης του Οργανισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας αυτού, ο σύνδεσμος αποτελεί την τεχνική υπηρεσία των συνεργαζομένων δήμων και ασκεί τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα της Διευθύνουσας / Επιβλέπουσας Υπηρεσίας σύμφωνα με την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία για τη μελέτη και εκτέλεση των έργων. Η νέα τεχνική υπηρεσία αναλαμβάνει όλες τις υποχρεώσεις και αρμοδιότητες των τεχνικών υπηρεσιών των συμμετεχόντων δήμων, καθώς και τις εκκρεμείς υποθέσεις των υπηρεσιών αυτών.
5. Το προσωπικό των δήμων, το οποίο υπηρετεί σε Τμήμα ή Διεύθυνση αντίστοιχο με αυτά που προβλέπονται στον Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας του συνδέσμου, μετατάσσεται, με απόφαση του αρμοδίου για διορισμό οργάνου του συνδέσμου, ύστερα από γνώμη του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου, στην αντίστοιχη οργανική μονάδα του συνδέσμου. Κατόπιν υποβολής αίτησης είναι δυνατή η μετάταξη ή η απόσπαση, για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών με δυνατότητα ανανέωσης για δύο (2) επιπλέον έτη, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, οποιουδήποτε υπαλλήλου συνεργαζόμενου δήμου, εφόσον κατέχει τα απαιτούμενα από τον Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας του συνδέσμου προσόντα, σε κενή οργανική θέση στο σύνδεσμο. Η απόφαση της μετάταξης ή της απόσπασης εκδίδεται από το αρμόδιο προς διορισμό όργανο του συνδέσμου, ύστερα από γνώμη του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου.
6. Το προσωπικό των πρώην Τεχνικών Υπηρεσιών Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Υ.Δ.Κ.), το οποίο έχει μεταφερθεί σύμφωνα με την περίπτωση VII του άρθρου 280 στον οικείο Δήμο της έδρας του αντίστοιχου νομού ή στην περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, μπορεί, με απόφαση του αρμοδίου προς διορισμό οργάνου του συνδέσμου, να μετατάσσεται, ύστερα από υποβολή αίτησης, σε κενή οργανική θέση του συνδέσμου, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης.
7. Η συμμετοχή νέου δήμου σε υφιστάμενο σύνδεσμο ή η αποχώρηση από αυτό μέλους του επιτρέπεται, εάν το αποφασίσει το δημοτικό συμβούλιο του ενδιαφερομένου δήμου και αποδεχθεί την απόφαση το διοικητικό συμβούλιο του συνδέσμου, που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνολικού αριθμού των μελών του. Άρνηση αποδοχής της προσχώρησης νέου δήμου στο σύνδεσμο εκ μέρους του διοικητικού συμβουλίου αυτού πρέπει να αιτιολογείται ειδικά. Το ίδιο ισχύει και για το αίτημα αποχώρησης δήμου από υφιστάμενο σύνδεσμο. Σε κάθε περίπτωση, για την προσχώρηση νέου δήμου σε υφιστάμενο σύνδεσμο και για την αποχώρηση από αυτόν, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες του τοπικού πληθυσμού, οι εναλλακτικές δυνατότητες που υπάρχουν για τη λειτουργία τεχνικής υπηρεσίας, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία ενόψει των ειδικών συνθηκών κάθε περίπτωσης και η κατά το δυνατόν πληρέστερη εκπλήρωση του σκοπού του συνδέσμου.
8. Σε δήμους που συστήνουν σύνδεσμο, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 7, η άσκηση της αρμοδιότητας της τεχνικής τους υπηρεσίας ασκείται από την τεχνική υπηρεσία του συνδέσμου. Τις λοιπές αρμοδιότητες προϊσταμένης και αναθέτουσας αρχής αναλαμβάνει ο δήμος που είναι κύριος του έργου.
9. Η υπηρεσιακή κατάσταση καθώς και τα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα των υπαλλήλων που μετατάσσονται ή αποσπώνται στον σύνδεσμο σύμφωνα με τις παραγράφους 5 και 6, συμπεριλαμβανομένης της τυχόν καταβολής προσωπικής διαφοράς, δεν θίγονται σε καμία περίπτωση. Σε περίπτωση λύσης του συνδέσμου για οποιοδήποτε λόγο το προσωπικό μεταφέρεται αυτοδικαίως στη θέση που κατείχε πριν από τη μετάταξη ή την απόσπαση. Ο χρόνος υπηρεσίας στον σύνδεσμο λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για όλες τις νόμιμες συνέπειες.».
6. Το άρθρο 182 «Επέκταση της δυνατότητας συμμετοχής Ο.Τ.Α. α` και β` βαθμού σε νομικά πρόσωπα αναπτυξιακού χαρακτήρα» του ν. 4555/2018 «Μεταρρύθμιση του θεσμικού πλαισίου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης - Εμβάθυνση της Δημοκρατίας - Ενίσχυση της Συμμετοχής - Βελτίωση της οικονομικής και αναπτυξιακής λειτουργίας των Ο.Τ.Α. [Πρόγραμμα «ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ Ι»] κλπ»
1. Κατ` εξαίρεση των αριθμητικών περιορισμών των άρθρων 107 του ν. 3852/2010 και 194 του ν. 3852/2010, οι Ο.Τ.Α. α` και β` βαθμού μπορεί να συνιστούν αυτοτελώς ή να συμμετέχουν από κοινού με άλλους Ο.Τ.Α., του ίδιου ή άλλου βαθμού, ή με νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημοσίου τομέα, κατά την έννοια του άρθρου 51 του ν. 1892/1990 (Α` 101), σε αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες των άρθρων 252 παράγραφος 3 περίπτωση β` και 265 του ν. 3463/2006 ή του άρθρου 194 του ν. 3852/2010 με αντικείμενο μία (1) τουλάχιστον από τις εξής δραστηριότητες:
α) Παραγωγή, αποθήκευση, ιδιοκατανάλωση ή πώληση ηλεκτρικής ή θερμικής ή ψυκτικής ενέργειας από σταθμούς Α.Π.Ε. ή Σ.Η.Θ.Υ.Α. ή Υβριδικούς Σταθμούς.
β) Διαχείριση, όπως συλλογή, μεταφορά, επεξεργασία, αποθήκευση ή διάθεση, πρώτης ύλης για την παραγωγή ηλεκτρικής ή θερμικής ή ψυκτικής ενέργειας από βιομάζα ή βιορευστά ή βιοαέριο ή μέσω ενεργειακής αξιοποίησης του βιοαποικοδομήσιμου κλάσματος αστικών αποβλήτων.
γ) Προμήθεια ενεργειακών προϊόντων, συσκευών και εγκαταστάσεων, με στόχο τη μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης και της χρήσης συμβατικών καυσίμων, καθώς και τη βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας.
δ) Προμήθεια ηλεκτροκίνητων οχημάτων, υβριδικών ή μη, και εν γένει οχημάτων που χρησιμοποιούν εναλλακτικά καύσιμα.
ε) Διανομή ηλεκτρικής ενέργειας.
στ) Προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου προς τελικούς πελάτες, σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν. 4001/2011 (Α 179).
ζ) Παραγωγή, διανομή και προμήθεια θερμικής ή ψυκτικής ενέργειας.
η) Διαχείριση της ζήτησης για τη μείωση της τελικής χρήσης της ηλεκτρικής ενέργειας και εκπροσώπηση παραγωγών και καταναλωτών στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.
θ) Ανάπτυξη δικτύου, διαχείριση και εκμετάλλευση υποδομών εναλλακτικών καυσίμων, σύμφωνα με το ν. 4439/2016 (Α` 222) ή διαχείριση μέσων βιώσιμων μεταφορών.
ι) Εγκατάσταση και λειτουργία μονάδων αφαλάτωσης νερού με χρήση Α.Π.Ε.
ια) Παροχή ενεργειακών υπηρεσιών, σύμφωνα με το άρθρο 10 της Δ6/13280/7.6.2011 απόφασης της Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (Β` 1228).
2. Οι εταιρείες της παραγράφου 1 μπορούν να ασκούν και οποιαδήποτε από τις κατωτέρω δραστηριότητες:
α) Προσέλκυση κεφαλαίων για την πραγματοποίηση επενδύσεων αξιοποίησης των Α.Π.Ε. ή Σ.Η.Θ.Υ.Α. ή παρεμβάσεων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης εντός της οικείας Περιφέρειας.
β) Σύνταξη μελετών αξιοποίησης των Α.Π.Ε. ή της Σ.Η.Θ.Υ.Α. ή υλοποίησης παρεμβάσεων βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης.
γ) Διαχείριση ή συμμετοχή σε προγράμματα χρηματοδοτούμενα από εθνικούς πόρους ή πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τους σκοπούς της.
δ) Παροχή συμβουλών για τη διαχείριση ή συμμετοχή του οικείου Ο.Τ.Α. σε προγράμματα χρηματοδοτούμενα από εθνικούς πόρους ή πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τους σκοπούς της.
ε) Ενημέρωση, εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο για θέματα ενεργειακής αειφορίας.
στ) Δράσεις για την υποστήριξη ευάλωτων καταναλωτών και την αντιμετώπιση της ενεργειακής ένδειας πολιτών του οικείου δήμου ή της οικείας περιφέρειας που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, όπως παροχή ή συμψηφισμός ενέργειας, ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών ή άλλες δράσεις που μειώνουν την κατανάλωση της ενέργειας στις κατοικίες των ανωτέρω.
3. Για τη σύσταση, τη λειτουργία, το προσωπικό, τη λύση, την εκκαθάριση, την εποπτεία και κάθε άλλο ζήτημα που αφορά τις εταιρίες του άρθρου αυτού, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 253, 265 του ν. 3463/2006, ως προς τις εταιρείες που συστήνονται από Ο.Τ.Α. α` βαθμού και του άρθρου 197 του ν. 3852/2010, ως προς τις εταιρείες που συστήνονται από Ο.Τ.Α. β` βαθμού, καθώς και το σύνολο των διατάξεων και των κανονιστικών πράξεων που αφορούν τις ανώνυμες αναπτυξιακές εταιρείες δήμων και περιφερειών.
7. Το άρθρο 183 «Συμμετοχή Ο.Τ.Α. α` και β` βαθμού σε νομικά πρόσωπα με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών κοινής ωφέλειας ή την αξιοποίηση δημόσιων αγαθών» του ν. 4555/2018 «Μεταρρύθμιση θεσμικού πλαισίου Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Εμβάθυνση της Δημοκρατίας, ΦΟΣΔΑ, ιθαγένεια κλπ», το οποίο έχει ως εξής :
«1. Κατ` εξαίρεση των αριθμητικών περιορισμών των άρθρων 107 του ν. 3852/2010 και 194 του ν. 3852/2010, οι Ο.Τ.Α. Α και Β` βαθμού μπορεί να συνιστούν αυτοτελώς ή να συμμετέχουν από κοινού με άλλους Ο.Τ.Α., του ίδιου ή άλλου βαθμού σε αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες των άρθρων 252 παρ. 3 Β` και 265 του ν. 3463/2006 ή του άρθρου 194 του ν. 3852/2010 με ειδικό σκοπό:
α) Την απόκτηση πλειοψηφικού ή μειοψηφικού μετοχικού κεφαλαίου εταιρειών κοινής ωφέλειας ή εταιρειών αξιοποίησης και διαχείρισης υποδομών ή εταιρειών εκτέλεσης μεταφορικού έργου. Για την υλοποίηση του σκοπού τους, οι εταιρείες αυτές μπορεί να συμμετέχουν ή να χρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκά και διεθνή προγράμματα και χρηματοδοτικά εργαλεία.
β) Την αξιοποίηση τοπικών φυσικών πόρων ή περιοχών ή εγκαταστάσεων σημαντικής τουριστικής ή αναπτυξιακής αξίας. Στην περίπτωση αυτή και πριν από τη λήψη της απόφασης περί σύστασης της εταιρείας ή συμμετοχής σε αυτήν από το αρμόδιο συλλογικό όργανο, οι Ο.Τ.Α. υποβάλλουν σχετική αναλυτική και εμπεριστατωμένη επενδυτική πρόταση, συνοδευόμενη από επιχειρηματικό σχέδιο και οικονομοτεχνική μελέτη, καθώς και μελέτη δέουσας επιμέλειας, εφόσον αυτή απαιτείται, στη Διεύθυνση Αναπτυξιακής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών, η οποία θεωρεί τα υποβληθέντα στοιχεία, εντός προθεσμίας εκατόν είκοσι (120) ημερών και εισηγείται προς τους ενδιαφερόμενους Ο.Τ.Α. τις απαραίτητες προσαρμογές ή τροποποιήσεις της επενδυτικής πρότασης, προκειμένου αυτή να μπορέσει να υλοποιηθεί. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου, το αρμόδιο συλλογικό όργανο του ενδιαφερόμενου Ο.Τ.Α. μπορεί να εγκρίνει άνευ ετέρου τη σύσταση της εταιρείας ή τη συμμετοχή του Ο.Τ.Α. σε αυτή.
Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών μπορεί να εξειδικεύονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή της περίπτωσης β` του άρθρου αυτού, να καθορίζεται το περιεχόμενο της επενδυτικής πρότασης, η διαδικασία ελέγχου αυτής, καθώς και τα τυχόν χρηματοδοτικά εργαλεία προς υποστήριξη της υλοποίησης των προτάσεων αυτών.
2. Για τη σύσταση, τη λειτουργία, το προσωπικό, τη λύση, την εκκαθάριση, την εποπτεία και κάθε άλλο ζήτημα που αφορά τις εταιρίες του άρθρου αυτού, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 253, 265 του ν. 3463/2006, ως προς τις εταιρείες που συνιστώνται από Ο.Τ.Α. Α` βαθμού και του άρθρου 197 του ν. 3852/2010, ως προς τις εταιρείες που συνιστώνται από Ο.Τ.Α. Β` βαθμού, καθώς και το σύνολο των διατάξεων και των κανονιστικών πράξεων που αφορούν τις ανώνυμες αναπτυξιακές εταιρείες δήμων και περιφερειών.
8. Το άρθρο 100 «Προγραμματικές Συμβάσεις» του ν. 3852/2010 «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης - Πρόγραμμα Καλλικράτης»
«1 α. «Για τη μελέτη και εκτέλεση έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης μιας περιοχής, καθώς και για την παροχή υπηρεσιών και την υλοποίηση προμηθειών κάθε είδους, οι δήμοι, οι περιφέρειες, οι σύνδεσμοι δήμων, τα δίκτυα δήμων και περιφερειών του άρθρου 101, οι περιφερειακές ενώσεις δήμων, η Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας και η Ένωση Περιφερειών, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου τα οποία συνιστούν ή στα οποία συμμετέχουν οι προαναφερόμενοι φορείς, καθώς και Ν.Π.Ι.Δ. στα οποία συμμετέχουν ή συνιστούν η Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας και η Ένωση Περιφερειών, οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης, η Ένωση Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης Αποχέτευσης (Ε.Δ.Ε.Υ.Α.), οι επιχειρήσεις των Ο.Τ.Α. που ανήκουν στο δημόσιο τομέα σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 όπως ισχύει, τα δημοτικά και περιφερειακά ιδρύματα, καθώς και κοινωφελή ιδρύματα και κληροδοτήματα και τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, στα οποία περιλαμβάνονται και τα τεχνολογικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με το Δημόσιο ή με την Εγνατία Οδό Α.Ε. ή με τη Μ.Ο.Δ. Α.Ε. ή με την Ε.Τ.Α.Δ. ή με το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή μεταξύ τους ή και με νομικά πρόσωπα [ιδιωτικού ή ] δημοσίου δικαίου ή με τους φορείς των παραγράφων 1, 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 12 του ν. 4412/2016 (Α` 147), μεμονωμένα ή από κοινού. Στις προγραμματικές συμβάσεις που μετέχει το Δημόσιο, μπορεί να εκπροσωπείται και από τον Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης στην οποία εκτελείται η προγραμματική σύμβαση. Οι ανωτέρω συμβάσεις υπόκεινται στον προσυμβατικό έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία. Αν ένας εκ των συμβαλλομένων είναι το Δημόσιο ή εποπτευόμενος φορέας του, η προγραμματική σύμβαση δεν υπόκειται στον υποχρεωτικό έλεγχο νομιμότητας του άρθρου 225.».
β. Στις Προγραμματικές Συμβάσεις επιτρέπεται και η συμμετοχή επιχειρήσεων των Ο.Τ.Α., σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, Κέντρων Επαγγελματικής Κατάρτισης (Κ.Ε.Κ.) με οποιαδήποτε νομική μορφή και αν λειτουργούν, των Περιφερειακών Ταμείων Ανάπτυξης, επιμελητηρίων, επιστημονικών φορέων δημοσίου δικαίου, Ερευνητικών Πανεπιστημιακών Ινστιτούτων (Ε.Π.Ι.), συνεταιρισμών, ενώσεων συνεταιρισμών και εργοδοτικών και εργατοϋπαλληλικών ενώσεων. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης μπορεί να επιτρέπεται και η συμμετοχή τραπεζών και πιστωτικών ιδρυμάτων
γ. Είναι επιτρεπτή η σύναψη προγραμματικών συμβάσεων μεταξύ των φορέων της περίπτωσης α` και κοινωφελών ιδρυμάτων, καθώς και κληροδοτημάτων που επιδιώκουν κοινωφελείς σκοπούς. Κατά την εκτέλεση των προγραμματικών συμβάσεων που συνάπτουν, θεωρούνται φορείς κατασκευής του έργου κατά την έννοια του άρθρου 3 του ν. 1418/1984 (ΦΕ Κ 23 Α`), όπως ισχύει, και εκτελούν τις συμβάσεις αυτές με τα προβλεπόμενα στις περιπτώσεις ε`, στ` και ζ` του ίδιου άρθρου όργανα και υπηρεσίες που συνιστούν με αποφάσεις των διοικητικών τους συμβουλίων.
«δ. Σε νησιωτικούς δήμους είναι δυνατή η σύναψη προγραμματικών συμβάσεων με αντικείμενο δράσεις προστασίας του περιβάλλοντος και πολιτικής προστασίας μεταξύ των φορέων της περίπτωσης α της παρ. 1 του άρθρου 100 του ν. 3852/2010 (Α 87) και αστικών μη κερδοσκοπικών εταιρειών, εφόσον το μεγαλύτερο ποσοστό του εταιρικού κεφαλαίου τους κατέχει ένας από τους φορείς της περίπτωσης α και, εάν πρόκειται για δράσεις πολιτικής προστασίας και δασοπυρόσβεσης, κατόπιν σχετικής πιστοποίησης τους από την Πυροσβεστική Ακαδημία. Κατά την εκτέλεση των ως άνω προγραμματικών συμβάσεων οι ανωτέρω εταιρείες θεωρούνται φορείς κατασκευής του έργου, κατά την έννοια της παρ. 7 του άρθρου 1 του ν. 3669/2008 (Α 116) και εκτελούν τις συμβάσεις αυτές με τα προβλεπόμενα στις περιπτώσεις γ, δ και ε του ιδίου άρθρου όργανα και υπηρεσίες που συνιστούν με αποφάσεις των διοικητικών τους συμβουλίων. Με την παρούσα δεν θίγονται οι διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 3013/2002 για τις εθελοντικές οργανώσεις πολιτικής προστασίας, όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο 118 του ν. 4249/2014 (Α 73), καθώς και οι διατάξεις του ν. 4029/2011 (Α 245). Στο πλαίσιο των ως άνω προγραμματικών συμβάσεων δεν επιτρέπεται η πιστοποίηση ή εκπαίδευση εθελοντικών ή άλλων οργανώσεων για δραστηριοποίηση στον τομέα της πολιτικής προστασίας. Επιμέρους ζητήματα εφαρμογής της παρούσας δύνανται να ρυθμίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη.»
«ε. Η Ε.Ε.Τ.Α.Α. Α.Ε. δύναται με προγραμματική σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ αυτής και δήμου, ο οποίος δεν έχει τεχνική επάρκεια ή σε δήμους που έχουν τεχνική επάρκεια, δεν διαθέτουν όμως τεχνικό υπάλληλο της απαιτούμενης ειδικότητας, να αναλαμβάνει τη διεξαγωγή της διαδικασίας σύναψης, εποπτείας και επίβλεψης δημοσίων συμβάσεων μελετών του δήμου αυτού. Ως προς το περιεχόμενο της προγραμματικής σύμβασης, τις εξ` αυτής ευθύνες, τους εκπροσώπους των μερών και τα αποφαινόμενα όργανα, ισχύουν οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 44 του ν. 4412/2016 (Α` 147).».
«2.α. Στις προγραμματικές συμβάσεις απαραίτητα ορίζονται το αντικείμενο της σύμβασης, ο σκοπός, το περιεχόμενο των μελετών, των έργων, των προγραμμάτων, των προμηθειών ή των υπηρεσιών, ο προϋπολογισμός τους, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων, το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης της σύμβασης, οι πόροι από τους οποίους θα καλυφθούν οι αναλαμβανόμενες οικονομικές υποχρεώσεις και η διάρκεια της σύμβασης, καθώς και ο τρόπος κάλυψης των αναγκαίων για την εκπλήρωση της προγραμματικής σύμβασης λειτουργικών εξόδων, καθώς και οι λεπτομέρειες καταβολής τους. Για την εκπλήρωση του σκοπού της προγραμματικής σύμβασης, ο κάθε συμβαλλόμενος αναλαμβάνει συγκεκριμένο αντικείμενο με συγκεκριμένες υποχρεώσεις. Το Όργανο παρακολούθησης της εφαρμογής της προγραμματικής σύμβασης πρέπει απαραίτητα να ορίζεται στις προγραμματικές συμβάσεις, καθώς και οι αρμοδιότητές του και οι ρήτρες σε βάρος του συμβαλλομένου που παραβαίνει τους όρους της προγραμματικής σύμβασης.».
β. Με την προγραμματική σύμβαση επίσης ορίζεται ο συμβαλλόμενος, στον οποίο μπορεί να ανατεθεί η διαχείριση, εκμετάλλευση και συντήρηση των έργων του προγράμματος μετά την ολοκλήρωση του, εφόσον προβλέπεται αντίστοιχο στάδιο.
γ. Αν ο συμβαλλόμενος σε προγραμματική σύμβαση αναθέσει σε τρίτον τη διαχείριση, εκμετάλλευση και συντήρηση των έργων αυτών, η ανάθεση γίνεται σύμφωνα με τη νομοθεσία που διέπει τον κατά τη σύμβαση υπόχρεο συμβαλλόμενο.
«δ. Σε νησιωτικούς δήμους είναι δυνατή η σύναψη προγραμματικών συμβάσεων με αντικείμενο δράσεις προστασίας του περιβάλλοντος και πολιτικής προστασίας μεταξύ των φορέων της περίπτωσης α της παρ. 1 του άρθρου 100 του ν. 3852/2010 (Α 87) και αστικών μη κερδοσκοπικών εταιρειών, εφόσον το μεγαλύτερο ποσοστό του εταιρικού κεφαλαίου τους κατέχει ένας από τους φορείς της περίπτωσης α και, εάν πρόκειται για δράσεις πολιτικής προστασίας και δασοπυρόσβεσης, κατόπιν σχετικής πιστοποίησης τους από την Πυροσβεστική Ακαδημία. Κατά την εκτέλεση των ως άνω προγραμματικών συμβάσεων οι ανωτέρω εταιρείες θεωρούνται φορείς κατασκευής του έργου, κατά την έννοια της παρ. 7 του άρθρου 1 του ν. 3669/2008 (Α 116) και εκτελούν τις συμβάσεις αυτές με τα προβλεπόμενα στις περιπτώσεις γ, δ και ε του ιδίου άρθρου όργανα και υπηρεσίες που συνιστούν με αποφάσεις των διοικητικών τους συμβουλίων. Με την παρούσα δεν θίγονται οι διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 3013/2002 για τις εθελοντικές οργανώσεις πολιτικής προστασίας, όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο 118 του ν. 4249/2014 (Α 73), καθώς και οι διατάξεις του ν. 4029/2011 (Α 245). Στο πλαίσιο των ως άνω προγραμματικών συμβάσεων δεν επιτρέπεται η πιστοποίηση ή εκπαίδευση εθελοντικών ή άλλων οργανώσεων για δραστηριοποίηση στον τομέα της πολιτικής προστασίας. Επιμέρους ζητήματα εφαρμογής της παρούσας δύνανται να ρυθμίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη.»
3. Οι συμβαλλόμενοι φορείς για την εκτέλεση των προγραμματικών συμβάσεων μπορεί να χρηματοδοτούνται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων μέσω προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται αμιγώς από εθνικούς πόρους, τον Τακτικό Προϋπολογισμό ή άλλα εθνικά ή περιφερειακά προγράμματα, καθώς και από τους προϋπολογισμούς των συμβαλλόμενων φορέων. Είναι δυνατή η χρηματοδότηση των συμβαλλομένων και από φορείς του δημόσιου τομέα που δεν μετέχουν στην προγραμματική σύμβαση.
4. Για την εκτέλεση των προγραμματικών συμβάσεων και στο πλαίσιο των συμφωνούμενων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλόμενων οργανισμών και φορέων, επιτρέπεται η απασχόληση προσωπικού του ενός συμβαλλομένου στον άλλον, καθώς και η παραχώρηση της χρήσης ακινήτων, εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και μέσων.
5. Εφόσον τα προβλεπόμενα στην προγραμματική σύμβαση έργα, προγράμματα και υπηρεσίες είναι πολιτιστικού χαρακτήρα, όπως η ανάδειξη, προστασία και συντήρηση μνημείων, οι παρεμβάσεις σε διατηρητέα ή παραδοσιακά κτίρια και οικισμούς, η διάσωση και διάδοση στοιχείων του πολιτισμού, η ανέγερση και λειτουργία χώρων πολιτισμικών λειτουργιών, η υποστήριξη δραστηριοτήτων και εκδηλώσεων που αφορούν την επιστήμη, τα γράμματα και τις τέχνες, συμμετέχει, ως συμβαλλόμενος η οικεία Περιφέρεια και το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού. Η προγραμματική σύμβαση καλείται «προγραμματική σύμβαση πολιτισμικής ανάπτυξης». Το τέλος ανταποδοτικού χαρακτήρα που μπορεί να επιβληθεί, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, για τη χρηματοδότηση έργων, εργασιών, προγραμμάτων και υπηρεσιών της προγραμματικής σύμβασης, καλείται «Πολιτιστικό Τέλος."
6. Δήμοι, σύνδεσμοι, περιφέρειες και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού μπορούν να συμβάλλονται μεταξύ τους για την παροχή υπηρεσιών με αντικείμενο τη βεβαίωση και είσπραξη τελών, δικαιωμάτων, εισφορών και προστίμων. Στις περιπτώσεις αυτές, οι αποφάσεις των αρμοδίων οργάνων των συμβαλλόμενων φορέων για τη συμμετοχή τους σε συγκεκριμένη σύμβαση, λαμβάνονται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών τους. Οι συμβαλλόμενοι φορείς μπορεί να χρηματοδοτούνται για την εκτέλεση των συμβάσεων της παραγράφου αυτής και από τον Κρατικό Προϋπολογισμό ή το πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων ή τους προϋπολογισμούς άλλων φορέων του δημόσιου τομέα.
9. Το άρθρο 229 «Επείγουσες ρυθμίσεις θεμάτων οικονομικής λειτουργίας και προσωπικού Ο.Τ.Α.» του ν. 4635/2019 «Επενδύω στην Ελλάδα»
[…..] 3. Η αληθής έννοια της διάταξης της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του ν. 4483/2017 (Α` 107) είναι ότι: α) οι αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες Ο.Τ.Α. δεν εξαιρούνται από το ρυθμιστικό πεδίο του άρθρου 2 του ν. 4412/2016 (Α` 147) και του άρθρου 14 του ν. 2190/1994 (Α` 28), ως προς το τακτικό τους προσωπικό, β) σε περίπτωση λύσης ανωνύμων αναπτυξιακών εταιρειών δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του ν. 4483/2017 και γ) καταλαμβάνονται και όσες αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες Ο.Τ.Α. λειτουργούσαν κατά την έναρξη ισχύος της.
10. Το άρθρο 137«Επιτάχυνση της υλοποίησης των έργων ΠΔΕ» του ν. 4635/2019 «Επενδύω στην Ελλάδα»
[………….]. Με απόφαση του οικείου διατάκτη δύναται να ορίζονται τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου της περίπτωσης ιδ` του άρθρου 21 του ν. 4270/2014 (Α` 143), ως υπόλογοι διαχειριστές έργων εθνικού και συγχρηματoδοτούμενου σκέλους ΠΔΕ υπαγόμενα στις διατάξεις των άρθρων 150 επ. του ν. 4270/2014
ΙV. Επί της σκοπιμότητας, της νομιμότητας και του περιεχομένου των προτεινόμενων ρυθμίσεων
Α. Επί των προτεινόμενων διατάξεων του άρθρου 49 :
Με τις υπό εξέταση διατάξεις καθορίζεται το πλαίσιο και οι προϋποθέσεις λειτουργίας των Αναπτυξιακών Ανώνυμων Εταιρειών ΟΤΑ. Η συγκεκριμένη ρύθμιση αποτελεί στρατηγική επιλογή της Πολιτείας, ενώ, επιπλέον, δεν άπτεται κατ’ αρχήν του συστήματος δημοσίων συμβάσεων και, ως εκ τούτου, δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Αρχής για παροχή γνώμης κατ’ άρθρο 2, παρ. 2, περ. γ’, υποπερ. αα’ του ν. 4013/2011, πλην της παραγράφου 5, στο βαθμό που ρυθμίζει ζητήματα δημοσίων συμβάσεων. Σημειωτέον, ωστόσο, ότι τόσο οι ΟΤΑ όσο και αναπτυξιακές τους εταιρίες ως αναθέτουσες αρχές, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των λοιπών αρμοδιοτήτων της Αρχής σύμφωνα με το άρθρο 2 ν. 4013/2011
Επισημαίνεται, ότι οι Αναπτυξιακές Ανώνυμες Εταιρείες ΟΤΑ (ΑΑΕ ΟΤΑ) ρυθμίζονται μεν από τις διατάξεις της παραγράφου 3 (β) του άρθρου 252 του ν. 3463/2006 «Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων», η οποία ρητώς καταργείται με το προτεινόμενο άρθρο 52, ειδικές, ωστόσο, ρυθμίσεις ανευρίσκονται διάσπαρτες σε πληθώρα διατάξεων, οπότε και κρίνεται σκόπιμη η συνολική αναθεώρησή τους και κωδικοποίησή τους προς το σκοπό επίτευξης ασφάλειας δικαίου. Η ανωτέρω παρατήρηση ισχύει ιδιαιτέρως για τη δυνατότητα των ΟΤΑ να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις (ενδεικτικά άρθρα 99 και 100 ν. 3852/2010, άρθρα 223 και 225 ν. 3463/2006), οι οποίες όπως αναφέρεται και κατωτέρω εφαρμόζονται υπό τις προϋποθέσεις που τίθενται στην ενωσιακή νομοθεσία (άρθρο 12 οδηγίας 2014/24 και άρθρο 28 οδηγίας 2014/25) όπως μεταφέρθηκαν στην εθνική έννομη τάξη με τα άρθρα 12 και 247 ν. 4412/2016.
Με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του υπό εξέταση άρθρου ορίζεται ότι «οι ΑΑΕ ΟΤΑ υπάγονται στο ρυθμιστικό πεδίο της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 4412/2016», διατύπωση η οποία δεν είναι ακριβής, καθώς το άρθρο 2 του ν. 4412/2016 φέρει τον τίτλο «Ορισμοί (άρθρο 2 και άρθρο 33 παρ. 1 εδάφιο β΄ της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ και άρθρο 2 της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ)», ενώ η υπό εξέταση διάταξη φαίνεται πως αποσκοπεί στην υπαγωγή των ΑΑΕ ΟΤΑ στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4412/2016 εν γένει, οπότε και κρίνεται αναγκαία η αναδιατύπωσή της προς την κατεύθυνση αυτή.
Περαιτέρω, το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 παραπέμπει ευθέως στην προβλεπόμενη από την παρ. 1 του άρθρου 44 του ν. 4412/2016 Κοινή Απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, με την οποία καθορίζεται η ελάχιστη στελέχωση κατά αριθμό, ειδικότητα, προσόντα των απασχολούμενων στην τεχνική υπηρεσία εκάστης αναθέτουσας αρχής, καθώς και οι ειδικότερες προδιαγραφές επάρκειάς της ανάλογα με την εκτιμώμενη αξία, το είδος, την κατηγορία, το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των έργων ή των μελετών. Η εν λόγω ρητή παραπομπή δεν φαίνεται πως είναι αναγκαία, δεδομένης της υπαγωγής των ΑΑΕ ΟΤΑ στο ρυθμιστικό πεδίο του ν. 4412/2016 και, κατά συνέπεια, και στο άρθρο 44 αυτού.
Επισημαίνεται, συνεπώς, εκ νέου, η αδήριτη ανάγκης έκδοσης της ως άνω Απόφασης, καθώς, όπως στο ίδιο το κείμενο του νόμου (άρθρο 44 ν. 4412/2016), η αρμόδια τεχνική υπηρεσία κάθε αναθέτουσας αρχής θα πρέπει να διαθέτει ελάχιστη στελέχωση που περιλαμβάνει, ιδίως, τον ελάχιστο αριθμό προσωπικού της και τα προσόντα αυτών (ειδικότητες, εμπειρία κ.λ.π.), προκειμένου να μπορεί να ανταποκριθεί επαρκώς στα/στις προς ανάθεση έργα/μελέτες, ανάλογα με την εκτιμώμενη αξία, το είδος, την κατηγορία τους, το μέγεθος και την πολυπλοκότητά τους.
Ειδικά εν προκειμένω, που, όπως στο επόμενο άρθρο ορίζεται, ο στόχος της σύναψης προγραμματικών συμφωνιών με τις αναπτυξιακές ΟΤΑ είναι ακριβώς να παρασχεθεί στους ΟΤΑ που δεν διαθέτουν τεχνική επάρκεια, η επιστημονική και διοικητική στήριξη από τις Αναπτυξιακές Ανώνυμες Εταιρείες ΟΤΑ για τη διεξαγωγή διαδικασιών ανάθεσης και εκτέλεσης μελετών και έργων, η μη έκδοση της ως άνω ΚΥΑ καθιστά αναπόφευκτα τις υπό εξέταση διατάξεις κενές περιεχομένου και κατά συνέπεια, μη εφαρμόσιμες.
Επιπλέον, από τη διατύπωση της υπό εξέταση διάταξης, δύναται να εξαχθεί εξ αντιδιαστολής το συμπέρασμα ότι, έως την έκδοση της εν λόγω ΚΥΑ οι ΑΑΕ ΟΤΑ δεν διαθέτουν τεχνική επάρκεια, οπότε, για το χρονικό διάστημα που θα μεσολαβήσει έως την έκδοσή της, θα περιέλθουν σε απόλυτη αδυναμία να διεξάγουν διαδικασίες ανάθεσης και εκτέλεσης μελετών και έργων. Συνεπώς, θα ήταν ενδεχομένως σκόπιμη είτε η πλήρης απαλοιφή της εν λόγω αναφοράς είτε ρητή πρόβλεψη ότι, έως την έκδοση της προβλεπόμενης από το άρθρο 41 παρ. 1 του ν. 4412/2Κ16 ΚΥΑ, η επάρκεια θα διαπιστώνεται με αιτιολογημένη απόφαση του αρμοδίου οργάνου της ΑΑΕ ΟΤΑ.
Β. Επί των προτεινόμενων διατάξεων του άρθρου 50 :
Με την υπό εξέταση διάταξη, προστίθενται στους φορείς της παρ. 2 του άρθρου 44 του ν. 4412/2016 με τους οποίους οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης που δεν διαθέτουν τεχνική επάρκεια, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 1 του ιδίου άρθρου, δύναται να συνάπτουν προγραμματική σύμβαση, η Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης και οι Ανώνυμες Αναπτυξιακές Εταιρείες ΟΤΑ.
Ειδικότερα, στην παρ. 2 του άρθρου 44 ν. 4412/2016 προβλέπεται η σύναψη προγραμματικής σύμβασης μεταξύ αφ’ενός των αναθετουσών αρχών που δεν διαθέτουν την απαιτούμενη τεχνική επάρκεια και αφ’ετέρου του εποπτεύοντος την αναθέτουσα αρχή φορέα, της οικείας περιφέρειας ή φορέων της Γενικής Κυβέρνησης της περίπτωσης β’ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014, στους οποίους, περιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, ο υποτομέας ΟΤΑ, ο οποίος, εξειδικευόμενος περαιτέρω, περιλαμβάνει : (αα) τους ΟΤΑ, οι οποίοι αποτελούνται από τους Δήμους (OTA A΄ βαθμού) και τις Περιφέρειες (OTA B΄ βαθμού) και (ββ) τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου που ανήκουν, ελέγχονται ή χρηματοδοτούνται από τους ΟΤΑ.
Συνεπώς, οι Ανώνυμες Αναπτυξιακές Εταιρείες ΟΤΑ, όπως με το προηγούμενο άρθρο διαμορφώνονται, φαίνεται πως εμπίπτουν στην κατηγορία «νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που ανήκουν, ελέγχονται ή χρηματοδοτούνται από τους ΟΤΑ» και ως εκ τούτου, καταλαμβάνονται ήδη από τη διατύπωση του άρθρου 44 του ν. 4412/2016.
Αντίστοιχα, η Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης περιλαμβάνεται στο Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης, που τηρείται με ευθύνη της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Εποπτευόμενοι Φορείς τους - Υποτομέας S1313, Ενημέρωση Σεπτέμβριος 2018). Στο ίδιο Μητρώο απαντώνται και ορισμένες Ανώνυμες Αναπτυξιακές εταιρείες ΟΤΑ (ενδεικτικά, ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΒΟΛΟΥ Α.Ε. - ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε. ΟΤΑ - "ΟΛΥΜΠΙΑΚΗ ΑΕ").
Ειδικά ως προς την Ε.Ε.Τ.Α.Α. Α.Ε., σημειώνεται ότι το άρθρο 100 του ν. 3852/2010, παρ. 1, περ. ε’ ρυθμίζει τη δυνατότητα σύναψης προγραμματικής σύμβασης μεταξύ αυτής και δήμου ο οποίος δεν διαθέτει την απαιτούμενη τεχνική επάρκεια, προκειμένου η τελευταία να αναλαμβάνει τη διεξαγωγή της διαδικασίας σύναψης, εποπτείας και επίβλεψης δημοσίων συμβάσεων μελετών, βάσει των οριζομένων στο άρθρο 44 του ν. 4412/2016.
«ε. Η Ε.Ε.Τ.Α.Α. Α.Ε. δύναται με προγραμματική σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ αυτής και δήμου, ο οποίος δεν έχει τεχνική επάρκεια ή σε δήμους που έχουν τεχνική επάρκεια, δεν διαθέτουν όμως τεχνικό υπάλληλο της απαιτούμενης ειδικότητας, να αναλαμβάνει τη διεξαγωγή της διαδικασίας σύναψης, εποπτείας και επίβλεψης δημοσίων συμβάσεων μελετών του δήμου αυτού. Ως προς το περιεχόμενο της προγραμματικής σύμβασης, τις εξ` αυτής ευθύνες, τους εκπροσώπους των μερών και τα αποφαινόμενα όργανα, ισχύουν οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 44 του ν. 4412/2016 (Α` 147).».
Σε κάθε περίπτωση, η ρητή αναφορά στην υπό εξέταση διάταξη της ΕΕΤΑΑ και των ΑΑΕ ΟΤΑ, αν και μάλλον τίθεται εκ περισσού, διασαφηνίζει πέραν πάσης αμφιβολίας τη δυνατότητα σύναψης προγραμματικής συμφωνίας με αυτές κατά τα προλεχθέντα.
Ειδικά όσον αφορά τη σύναψη προγραμματικών συμβάσεων, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, κατά πάγια νομολογία του ΔΕΕ, η οποία και έχει πλέον ενσωματωθεί στις διατάξεις της οδηγίας 2014/24/ΕΕ και στην ενσωμάτωσή της στην ελληνική έννομη τάξη, το γεγονός ότι οι συμβαλλόμενοι σε μια συμφωνία είναι οι ίδιοι δημόσιες αρχές δεν αποκλείει από μόνο του την εφαρμογή των κανόνων περί δημοσίων προμηθειών, χωρίς ωστόσο να παρεμποδίζεται το δικαίωμα των δημοσίων αρχών να εκτελούν τα καθήκοντά τους χρησιμοποιώντας ίδιους πόρους και ενδεχομένως συνεργαζόμενες με άλλες δημόσιες αρχές, εξασφαλίζοντας ότι οι εξαιρούμενες συνεργασίες δεν προκαλούν στρέβλωση του ανταγωνισμού έναντι των ιδιωτικών οικονομικών φορέων.
Ακόμη δε και στην περίπτωση που πρόκειται για ανάθεση, η οποία κατά τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 12 της οδηγίας δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της, τούτο δεν απαλλάσσει τα κράτη μέλη και τις αναθέτουσες αρχές τους από την υποχρέωση τήρησης των αρχών της ίσης μεταχείρισης, της απαγόρευσης των διακρίσεων, της αναλογικότητας και της διαφάνειας, ενώ η διαπίστωση του κατά πόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση αποτελεί αντικείμενο ελέγχου των αρμόδιων διοικητικών και δικαστικών αρχών.
Τέλος, για λόγους σαφήνειας και αποφυγής παρερμηνειών, σκόπιμη κρίνεται : α) η αναφορά στις συμβάσεις έργων και μελετών, (β) η συσχέτιση της τεχνικής επάρκειας με την ΚΥΑ της παρ. 1 του άρθρου 44 του ν. 4412/2016 και, στην περίπτωση μη έκδοσης της εν λόγω ΚΥΑ, η πρόβλεψη για τον τρόπο διαπίστωσης της έλλειψης τεχνικής επάρκειας (π.χ. με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του ΟΤΑ) και γ) η συσχέτιση της Ε.Ε.Τ.Α.Α. και των ΑΑΕ ΟΤΑ με τους φορείς της παρ. 2 του άρθρου 44 ν. 4412/2016.
Γ. Επί των προτεινόμενων διατάξεων του άρθρου 51 :
Με την παρ. 2 του άρθρου 95 του ν. 3852/2010, προβλέφθηκε, ότι, στην περίπτωση που, δήμοι, στους οποίους ανατέθηκε η άσκηση πρόσθετων αρμοδιοτήτων με το άρθρο 94 του ιδίου νόμου, δεν διαθέτουν υπηρεσίες με επάρκεια υλικοτεχνικής υποδομής και προσωπικού, συμπεριλαμβανομένων των τεχνικών υπηρεσιών, παρέχεται σε αυτούς υποχρεωτικά διοικητική υποστήριξη από το δήμο της έδρας του νομού ή από άλλο εγγύτερο δήμο, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας. Στο ίδιο πλαίσιο, προβλέφθηκε επίσης η παροχή διοικητικής υποστήριξης για την έκδοση οικοδομικών αδειών. Η παροχή της κατά τα άνω διοικητικής υποστήριξης προβλεπόταν για περιορισμένο χρόνο, ήτοι έως την 31.12.2012.
Η ισχύς της παρεχόμενης κατά τα ανωτέρω διοικητικής υποστήριξης παρατάθηκε εν συνεχεία, με την κυρωθείσα με τον ν. 4147/2013 Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (άρθρο 1 αυτής), με το άρθρο 31 του ν. 4257/2014, με το άρθρο 77 του ν. 4445/2016, με το άρθρο 44 του ν. 4508/2017 και, τέλος, με το άρθρο 28 του ν. 4585/2018, έως την 01.01.2020.
Με την προτεινόμενη διάταξη (παρ. 1 και 2) προβλέπεται η δυνατότητα των δήμων, οι οποίοι εξακολουθούν να ασκούν τις αρμοδιότητες των τεχνικών τους υπηρεσιών και της Υπηρεσίας Δόμησης, κατά τα ανωτέρω, ήτοι με διοικητική υποστήριξη από άλλους δήμους, να αναθέτουν την διοικητική υποστήριξη των τεχνικών τους υπηρεσιών, πέραν των ήδη προβλεπομένων, (δήμος έδρας νομού ή άλλος εγγύτερος δήμος) και στην Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης, καθώς και στις Ανώνυμες Αναπτυξιακές Εταιρείες ΟΤΑ.
Κατ΄ αρχήν επισημαίνεται ότι προφανώς εκ παραδρομής έχει παραλειφθεί, και από τις δύο παραγράφους, η αναφορά στο άρθρο 95 του ν. 3852/2010. Επιπλέον, σημειώνεται ότι δεν είναι ορθό να εξαρτάται η εφαρμογή της υπό εξέταση διάταξης (παρ. 1 και 2), ήτοι η δυνατότητα ανάθεσης διοικητικής υποστήριξης, από ένα πραγματικό γεγονός, το οποίο καταργείται την 01.01.2020. Για το λόγο αυτό, προτείνεται η αναδιατύπωση αμφότερων των παραγράφων ούτως ώστε να είναι σαφές ποιους αφορά η εν λόγω διάταξη και να μην εξαρτάται η εφαρμογή της από την εξέταση γεγονότων προγενέστερων της εκάστοτε εφαρμογής της και δη της ημερομηνίας δημοσίευσης της υπό εξέταση διάταξης.
Επιπροσθέτως, παρατηρείται ότι παρότι στη διάταξη αναφέρεται ότι παρέχεται δυνατότητα ανάθεσης διοικητικής υποστήριξης «και στην Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης, καθώς και στις Ανώνυμες Αναπτυξιακές Εταιρείες ΟΤΑ», για λόγους σαφήνειας, κρίνεται ότι θα πρέπει να διευκρινιστεί εάν δύναται να ανατεθεί η δυνατότητα αυτή και σε άλλους φορείς ή εάν η βούληση του νομοθέτη είναι η εφεξής ανάθεση της διοικητικής υποστήριξης αποκλειστικά στην ΕΕΤΑΑ και τις ΑΑΕ ΟΤΑ.
Περαιτέρω, επισημαίνεται ότι η παροχή διοικητικής υποστήριξης φέρει το χαρακτήρα προσωρινής – μεταβατικής ρύθμισης (αρχικά έως 31.12.2012, καθώς μετά την ημερομηνία αυτή, οι δήμοι υποχρεούντο να οργανώσουν αντίστοιχες υπηρεσιακές μονάδες) και τούτο, παρά το γεγονός ότι με αλλεπάλληλες παρατάσεις φαίνεται πως έχει ήδη μακροχρόνια διάρκεια. Η τροποποίηση, με την παρούσα διάταξη, των φορέων που δύνανται να παρέχουν διοικητική υποστήριξη δεν φαίνεται να αντιμετωπίζει οριστικά τα διαπιστωμένα προβλήματα, αλλά παρατείνει ουσιαστικά το καθεστώς «διοικητικής υποστήριξης» για αόριστο χρόνο.
Σημειωτέον ότι, από τις ανωτέρω διατάξεις, δεν διαφαίνεται κατ’αρχήν ότι αφορούν δημόσια σύμβαση, αλλά άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του κράτους να οργανώσει τον τρόπο παροχής των υπηρεσιών του με συγκεκριμένο τρόπο, χωρίς να υποχρεούται είτε να αναθέσει σε εξωτερικούς φορείς είτε να οργανώσει με άλλα μέσα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, θα πρέπει να καθίσταται σαφές και να ελέγχεται υπό τα συγκεκριμένα πραγματικά και νομικά περιστατικά κατά πόσον πρόκειται όντως για «εσωτερική ανάθεση» ή για δημόσια σύμβαση καταλαμβανόμενη από τις προβλέψεις του άρθρου 12 παρ. 1 της Οδηγίας, η εάν εμπίπτει στις ρυθμιζόμενες από την παρ. 4 του άρθρου 12 του ν. 4412/2016, όπου για την διάγνωση της οριζόντιας συνεργασίας μεταξύ αναθετουσών αρχών απαιτείται η ύπαρξη κοινών στόχων.
Δ. Επί των προτεινόμενων διατάξεων του άρθρου 52 :
Δεδομένου ότι, όπως προαναφέρθηκε, διατάξεις για τις Αναπτυξιακές Ανώνυμες Εταιρείες ΟΤΑ ανευρίσκονται σε πλείστα νομοθετήματα, θα ήταν σκόπιμη η εξαντλητική απαρίθμηση των τροποποιούμενων, ερμηνευόμενων υπό το φως της προτεινόμενης νομοθέτησης και καταργούμενων de facto διατάξεων. Ενδεικτικά, αναφέρεται το άρθρο 182 του ν 4555/2018, όπου αναφέρεται ότι οι ΟΤΑ μπορούν να συνιστούν ή να συμμετέχουν σε αναπτυξιακές εταιρείες των άρθρων 252 παρ. 3 περ. β’ (καταργούμενη με την υπό εξέταση διάταξη) και 265 του ν. 3463/2006 ή του άρθρου 194 του ν. 3852/2010.
VI. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Κατόπιν όλων των ανωτέρω, η Αρχή ομόφωνα διατυπώνει επί των προτεινόμενων διατάξεων του Υπουργείου Εσωτερικών θετική γνώμη, σύμφωνα με τις ως άνω παρατιθέμενες επισημάνσεις και παρατηρήσεις.
Αθήνα, 28 Νοεμβρίου 2019
ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ
Ο Πρόεδρος
Γεώργιος Καταπόδης