Διοικητικό Έγγραφο

ΓΝΩΜΗ Α12/2018
ΑΔΑ: 7ΣΩΤΟΞΤΒ-Θ5Κ
ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
(άρθρου 2, παρ. 2, περ. γ, υποπερ. (αα) του Ν.4013/2011)
Η ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Στην Αθήνα σήμερα, την 29η Νοεμβρίου του έτους δύο χιλιάδες δέκα οκτώ (2018) ημέρα Πέμπτη και ώρα 09:30 π.μ. και επί της οδού Κεφαλληνίας 45, όπου και τα γραφεία της, συνήλθε η ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ σε συνεδρίαση μετά από σχετική πρόσκληση του Προέδρου της, η οποία γνωστοποιήθηκε νομίμως σε όλα τα μέλη της Αρχής.
Από τα προσκληθέντα μέλη της Αρχής παρέστησαν κατά την συνεδρίαση τα ακόλουθα:
1. Πρόεδρος: Γεώργιος Καταπόδης
2. Αντιπρόεδρος: Χριστίνα Μπουσουλέγκα
3. Μέλη: Κωνσταντίνος Βαρδακαστάνης
Δημήτριος Σταθακόπουλος
Ερωφίλη Χριστοβασίλη
Δύο μέλη δεν προσήλθαν λόγω δικαιολογημένου κωλύματος , ενώ δεν γεννήθηκε ανάγκη κλήσεως αναπληρωματικών μελών λόγω εμφανούς απαρτίας του Συμβουλίου.
Γραμματέας: Μαρία Αντωνοπούλου, Π.Ε. Διοικητικού - Οικονομικού
Εισηγήτρια: Μαρία Παναγοηλιοπούλου, Νομικός, Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.
Κατά τη διάρκεια της Συνεδρίασης παρέστη η εισηγήτρια Μαρία Παναγοηλιοπούλου, η Προϊσταμένη του Τμήματος Γνωμοδοτήσεων της Διεύθυνσης Νομικών Υπηρεσιών, Χριστίνα Καξιρή καθώς και η Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Νομικών Υπηρεσιών, Μίνα Καλογρίδου οι οποίες αποχώρησαν πριν την έναρξη της διαδικασίας ψηφοφορίας των μελών του Συμβουλίου της Αρχής και τη λήψη της απόφασης.
Σχετ: Το από 21.11.2018 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του Γραφείου Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής (αριθμ. πρωτ. εισερχ. Αρχής 6075/21.11.2018), με το οποίο διαβιβάσθηκαν συνημμένα προτεινόμενες διατάξεις στο Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, με τίτλο «Επείγουσες ρυθμίσεις αρμοδιότητας Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και λοιπές διατάξεις», καθώς και σχετική αιτιολογική έκθεση.
Θέμα: Διατύπωση γνώμης της Αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ' υποπερ. αα' του ν. 4013/2011 όπως ισχύει, επί προτεινόμενων διατάξεων στο Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, με τίτλο «Επείγουσες ρυθμίσεις αρμοδιότητας Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και λοιπές διατάξεις».
Με το ως άνω μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του Γραφείου Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής (αριθμ. πρωτ. εισερχ. Αρχής 6075/21.11.2018), διαβιβάσθηκαν συνημμένα προτεινόμενες διατάξεις στο Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, με τίτλο «Επείγουσες ρυθμίσεις αρμοδιότητας Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και λοιπές διατάξεις», καθώς και σχετική αιτιολογική έκθεση, και διατυπώθηκε αίτημα περί παροχής γνώμης της Αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ' υποπερ. αα' του ν. 4013/2011, όπως ισχύει.
Μολονότι το αίτημα περί παροχής γνώμης της Αρχής εντοπίστηκε μόνο στο άρθρο 1 του σχεδίου νόμου, στις υποβληθείσες προτεινόμενες διατάξεις διαπιστώθηκε η ύπαρξη περισσοτέρων άρθρων που, ενδεχομένως, άπτονται ζητημάτων δημοσίων συμβάσεων. Ως εκ τούτου, η παρούσα εισήγηση για έκδοση γνώμης της Αρχής εκτείνεται στο σύνολο των προτεινόμενων διατάξεων που κρίνεται ότι μπορεί να αφορούν στο πεδίο των δημοσίων συμβάσεων, όπως είναι οι διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ. 1, 3 παρ. 7, 4, 5 παρ. 2, 6 και 7 παρ. 1 και όπως αναλυτικά αναφέρονται κατωτέρω, μολονότι δεν ζητήθηκε επίσημα η γνώμη της Αρχής επί του συνόλου αυτών.
Ι. Οι υποβληθείσες στην Αρχή προτεινόμενες διατάξεις στο σχέδιο νόμου με τίτλο «Επείγουσες ρυθμίσεις αρμοδιότητας Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και λοιπές διατάξεις» και η συνυποβληθείσα αιτιολογική έκθεση έχουν ως εξής:
Α. Προτεινόμενες Διατάξεις στο σχέδιο νόμου:
Άρθρο 1
Τροποποίηση του ν. 4375/2016 (Α΄ 51)
Η παρ. 9 του άρθρου 17 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με απόφαση του Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής δύναται να χρησιμοποιείται κάθε κατάλληλη εγκατάσταση για τη διεξαγωγή ενεργειών υποδοχής και ταυτοποίησης ή παροχής προσωρινής φιλοξενίας, να δημιουργούνται προσωρινές εγκαταστάσεις ή να μισθώνονται κατάλληλα ιδιωτικά ακίνητα, αν οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις των Περιφερειακών Υπηρεσιών της ΥΠΥΤ δεν επαρκούν για τον σκοπό αυτό. Η καταλληλότητα των ανωτέρω χώρων βεβαιώνεται από την τεχνική υπηρεσία της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΥΠΥΤ), η οποία δύναται να ενεργεί και σε συνεργασία με αντίστοιχη δημόσια υπηρεσία τοπικής αρμοδιότητας. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού δύναται να ανατίθεται η δημιουργία, μίσθωση, υποστήριξη, στελέχωση, διαχείριση, εποπτεία ή παρακολούθηση των εγκαταστάσεων ή των μισθωμένων ακινήτων, σε άλλους φορείς του Δημοσίου ή ιδιωτικούς.
Η διάταξη της παρούσας παραγράφου εφαρμόζεται αναλόγως από την 1.9.2018 και στις περιπτώσεις που αρμόδια για την παροχή υπηρεσιών φιλοξενίας είναι η Διεύθυνση Προστασίας Αιτούντων Άσυλο του άρθρου 23 του π.δ. 122/2017 και, στην περίπτωση αυτή, η καταλληλότητα των προς χρήση ακινήτων βεβαιώνεται βάσει της κείμενης πολεοδομικής ή τουριστικής νομοθεσίας.
Άρθρο 2
Τροποποίηση του π.δ. 122/2017 (Α΄149)
Στο τέλος της περίπτ. α΄ της παρ. 4 του άρθρου 18, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Σε όλες τις υποπεριπτώσεις της παρούσας, στην έννοια ΄προμήθεια υπηρεσιών΄ συμπεριλαμβάνονται και οι μισθώσεις ιδιωτικών ακινήτων, για την εκπλήρωση της αποστολής του Υπουργείου.»
1. Στο τέλος της περίπτ. γγ της παρ. 3 του άρθρου 23 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Για την εκπλήρωση του ανωτέρω σκοπού, εισηγείται τη μίσθωση κατάλληλων ιδιωτικών ακινήτων»
2. Μετά την υποπερίπτ. γε΄ της παρ.3 του άρθρου 23 προστίθεται υποπερίπτ. γστ΄ ως εξής:
«Τη συμμετοχή με εκπρόσωπό της σε επιτροπές παρακολούθησης προγραμμάτων, δράσεων και συμβάσεων μίσθωσης»
3. Στην υποπερίπτ. κε. της περίπτ. κ. της παρ. 9 του άρθρου 26 του π.δ. 122/2017 οι λέξεις «κε. τον χειρισμό θεμάτων» αντικαθίστανται ως ακολούθως:
«κε. Τη σύνταξη και εκκαθάριση των καταστάσεων»
4. Στην παρ. 3 του άρθρου 28 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Μετά την πάροδο εννέα μηνών από τη μετακίνησή τους οι μετακινούμενοι δικαιούνται να ζητήσουν την κατάληψη οργανικής θέσης στην κεντρική υπηρεσία . Η μεταβολή πραγματοποιείται με έκδοση διαπιστωτικής Υπουργικής Απόφασης, κατόπιν γνώμης του Υπηρεσιακού Συμβουλίου του Υπουργείου.»
5. Η παρ. 2 του άρθρου 51 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«2. Το Οικονομικό Τμήμα της Υπηρεσίας Ασύλου ασκεί, πέραν των αρμοδιοτήτων του άρθρου 26, τις αρμοδιότητες του Τμήματος Προμηθειών της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικών και Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, που αφορούν στην Υπηρεσία Ασύλου μέχρι τις 31.12.2019.»
Άρθρο 3
Τροποποίηση του ν. 4251/2014 (Α΄ 80)
1. Στην παρ.1 του άρθρου 18, μετά την περίπτ. η. προστίθενται περιπτ. θ. και ι. ως εξής:
«θ. πολίτες Αυστραλίας που συμμετέχουν στο πρόγραμμα για την Κινητικότητα των Νέων σύμφωνα με το Μνημόνιο Κατανόησης μεταξύ Ελλάδος και Αυστραλίας (Work and Holiday Visa), όπως αυτό κυρώθηκε με το ν. 4353/2015 [Α΄173], με κύρια πρόθεση την επίσκεψη στην Ελλάδα για διακοπές, για χρονική περίοδο έως δώδεκα (12) μηνών.
Η εθνική θεώρηση εισόδου χορηγείται στους ενδιαφερόμενους που πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:
αα) έχουν συμπληρώσει, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, το δέκατο όγδοο (18) έτος, αλλά δεν έχουν συμπληρώσει το τριακοστό πρώτο (31) έτος της ηλικίας τους,
ββ) δεν συνοδεύονται από εξαρτώμενα τέκνα,
γγ) είναι κάτοχοι έγκυρου διαβατηρίου και εισιτηρίου για την πραγματοποίηση του ταξιδιού τους, ή διαθέτουν επαρκείς πόρους για την αγορά αυτού,
δδ) διαθέτουν επαρκείς πόρους διαβίωσης,
εε) δεν έχουν προηγουμένως συμμετάσχει σε πρόγραμμα για την Κινητικότητα των Νέων (Work and Holiday) ή για Διακοπές με Εργασία (Working Holiday) της Ελλάδας,
στστ) είναι κάτοχοι πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή έχουν ολοκληρώσει επιτυχώς τουλάχιστον δύο (2) έτη προπτυχιακών πανεπιστημιακών σπουδών,
ζζ) υποβάλουν μία επιστολή από το αρμόδιο υπουργείο της Αυστραλίας, στην οποία να δηλώνεται ότι η Κυβέρνηση της Αυστραλίας έχει συναινέσει ως προς την παραμονή τους στην Ελλάδα, σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας για την Κινητικότητα των Νέων.
Η θεώρηση εισόδου επιτρέπει εργασία και δικαίωμα σπουδών ή εκπαίδευσης σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους της παραγράφου 2 του Μνημονίου Κατανόησης και δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες. Μετά τη λήξη της θεώρησης, ο πολίτης Αυστραλίας οφείλει να εγκαταλείψει αμέσως το ελληνικό έδαφος, χωρίς άλλες διατυπώσεις.
ι) Πτητικό, τεχνικό και διοικητικό προσωπικό που εισέρχεται στη χώρα για κάλυψη αναγκών δασοπυρόσβεσης κατά την αντιπυρική περίοδο, κατόπιν εισήγησης αρμόδιου δημόσιου φορέα.
Η θεώρηση εισόδου για εργασία επιτρέπει εργασία μόνο για το συγκεκριμένο σκοπό και δεν μπορεί να υπερβαίνει τους οκτώ μήνες.
2. Οι περιπτ. 1 και 2 της παρ. Β΄ του άρθρου 20 αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Με απόφαση του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, χορηγείται άδεια διαμονής για πέντε έτη, με δυνατότητα ανανέωσης, σε πολίτη τρίτης χώρας, που:
(α) Έχει εισέλθει νομίμως στη χώρα με οποιαδήποτε θεώρηση εισόδου ή διαμένει νομίμως στη χώρα, ακόμη και αν ο τίτλος διαμονής που κατέχει δεν επιτρέπει αλλαγή σκοπού.
(β) Διαθέτει, κατά πλήρη κυριότητα και νομή, ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα.
Επί εξ αδιαιρέτου συγκυριότητας ακινήτου, αξίας κτήσης κατ’ ελάχιστον ίσης με την οριζόμενη στην περίπτ. 2, δικαίωμα διαμονής παρέχεται, μόνον αν οι συνιδιοκτήτες είναι σύζυγοι ή σύντροφοι που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης. Σε αντίθετη περίπτωση, το δικαίωμα διαμονής παρέχεται μόνον εάν το ποσοστό κάθε συνιδιοκτήτη είναι αξίας τουλάχιστον ίσης με την οριζόμενη στην περίπτωση 2.
(γ) Διαθέτει κατά πλήρη κυριότητα και νομή ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα, μέσω νομικού προσώπου με έδρα στην Ελλάδα ή άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε., του οποίου τις μετοχές ή τα εταιρικά μερίδια κατέχει εξ ολοκλήρου.
(δ) Έχει συνάψει μακροχρόνια σύμβαση σύνθετου τουριστικού καταλύματος, σύμφωνα με τα οριζόμενα του άρθρου 8 παρ. 2 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180) ή σύμβαση χρονομεριστικής μίσθωσης τουριστικού καταλύματος σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1652/1986 (Α΄ 167), όπως ισχύει.
(ε) Απέκτησε κατά πλήρη κυριότητα και νομή ως εξ αδιαθέτου ή από διαθήκη κληρονόμος, ή συνεπεία γονικής παροχής,, ακίνητη περιουσία αντικειμενικής αξίας 250.000 ευρώ, και είναι ενήλικος.
2. Η ελάχιστη αξία της ακίνητης περιουσίας κατά το χρόνο κτήσης της, καθώς και το συνολικό συμβατικό μίσθωμα των μισθώσεων ξενοδοχειακών καταλυμάτων ή τουριστικών κατοικιών του παρόντος άρθρου, όπως αυτή προκύπτει από τις συμβολαιογραφικές πράξεις μεταβίβασης ή τις συμβάσεις μίσθωσης, αντίστοιχα, καθορίζεται σε διακόσιες πενήντα χιλιάδες (250.000) ευρώ και καταβάλλεται ολοσχερώς κατά την υπογραφή του αντίστοιχου συμβολαίου. Το συμφωνηθέν τίμημα ή μίσθωμα καταβάλλεται στο σύνολό του με δίγραμμη τραπεζική επιταγή σε λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου που τηρείται σε πιστωτικό ίδρυμα, κατά την έννοια του στοιχείου (α) της παρ.2 του άρθρου 1 του ν.4537/2018 (Α΄ 84), που λειτουργεί στην Ελλάδα ή με μεταφορά πίστωσης, κατά τον ορισμό 24 του άρθρου 4 του ν.4537/2018, σε λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου που τηρείται σε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, κατά τον ορισμό 11 του άρθρου 4 του ν.4537/2018, ο οποίος λειτουργεί στην Ελλάδα, τα ειδικότερα στοιχεία των οποίων πρέπει να δηλώνονται υπευθύνως από τους συμβαλλόμενους ενώπιον του συντάσσοντος το συμβόλαιο συμβολαιογράφου και να αναγράφονται σε αυτό. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Μεταναστευτικής Πολιτικής, Οικονομίας και Ανάπτυξης και Οικονομικών το ύψος της ως άνω ακίνητης περιουσίας μπορεί να αναπροσαρμόζεται.»
3. Στην παρ. Β΄ του άρθρου 20 προστίθεται περίπτ. 7Α ως εξής:
«7Α. Σε περίπτωση σύναψης συμβολαίου πώλησης ακινήτου με οποιοδήποτε τίμημα, ο πωλητής, πολίτης τρίτης χώρας, οφείλει να προσκομίσει βεβαίωση της κατά τόπον αρμόδιας Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, σχετικά με το αν το συγκεκριμένο ακίνητο έχει χρησιμοποιηθεί για την έκδοση μόνιμης άδειας διαμονής επενδυτή. Τα ανωτέρω έχουν αναλογική εφαρμογή και στην περίπτωση πώλησης ακινήτου από νομικό πρόσωπο, τις μετοχές ή τα εταιρικά μερίδια του οποίου κατέχει εξ ολοκλήρου πολίτης τρίτης χώρας, σύμφωνα με την υποπερίπτ. (γ) της περίπτ. 1 της παρούσας».
4. Η παρ. 3 του άρθρου 30 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Αεροπορικές ή ναυτιλιακές εταιρείες, καθώς και κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκτελεί οποιασδήποτε μορφής δημόσια μεταφορά ατόμων, υποχρεούνται να μη δέχονται για μεταφορά και να λαμβάνουν κάθε μέτρο που να αποκλείει τη μεταφορά από το εξωτερικό στην Ελλάδα πολιτών τρίτων χωρών που: α) δεν είναι εφοδιασμένοι με τα απαραίτητα εν ισχύ διαβατήρια ή άλλα ταξιδιωτικά έγγραφα και θεώρηση εισόδου, όπου απαιτείται η λήψη της πριν από την άφιξη των πολιτών τρίτων χωρών στη χώρα, ή β) κατέχουν διαβατήρια ή άλλα ταξιδιωτικά έγγραφα με εμφανείς ενδείξεις πλαστογράφησης ή παραποίησης. Με απόφαση του Προϊσταμένου της κατά τόπο αρμόδιας Αεροπορικής Αρχής επιβάλλεται στις αεροπορικές εταιρίες καθώς και σε κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που μεταφέρει άτομα αεροπορικώς που παραβαίνουν την παραπάνω υποχρέωση, χρηματικό πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ έως τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ για κάθε μεταφερόμενο πρόσωπο. Στις ναυτιλιακές εταιρίες, καθώς και σε κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που μεταφέρει άτομα με πλωτό μέσο, το ανωτέρω πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση του λιμενάρχη. Σε περίπτωση υποτροπής εντός του ίδιου ημερολογιακού έτους, τα ανωτέρω πρόστιμα μπορεί να προσαυξάνονται στο διπλάσιο και πάντως όχι πέραν του ποσού των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, με απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου οργάνου. Τα παραπάνω πρόστιμα επιβάλλονται αποκλειστικά στο νομικό πρόσωπο των ανωτέρω αεροπορικών ή ναυτιλιακών εταιρειών ή μεταφορέων, και στα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 50 του ν. 4174/2013, τα οποία ευθύνονται αλληλεγγύως.
Το παραπάνω πρόστιμο δεν επιβάλλεται στα νομικά ή φυσικά πρόσωπα που αποδεικνύουν ότι έχουν λάβει επαρκή προληπτικά μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι επιβαίνοντες πολίτες τρίτων χωρών δεν εμπίπτουν στις περιπτ. α) και β) της παρούσας παραγράφου. Ειδικότερα απαιτείται η λήψη των κατάλληλων μέτρων ενημέρωσης των επιβατών, πριν από την επιβίβασή τους, ως προς τα ταξιδιωτικά έγγραφα που απαιτούνται για τη νόμιμη είσοδό τους στην Ελλάδα και η καταχώρισή τους, κατά την επιβίβαση, με τα στοιχεία που φέρουν τα ταξιδιωτικά έγγραφα, στους καταλόγους επιβατών και η κοινοποίηση των καταλόγων στις αρμόδιες αερολιμενικές, λιμενικές και τελωνειακές αρχές.
Οι αποφάσεις επιβολής προστίμου, κατά τα παραπάνω εδάφια, υπόκεινται σε ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών και του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής αντίστοιχα, μέσα σε προθεσμία 30 ημερών από την κοινοποίησή τους. Σε περίπτωση μερικής ακύρωσης επιβάλλεται πρόστιμο, όχι χαμηλότερο από το ήμισυ του ελάχιστου προβλεπομένου. Η άσκηση προσφυγής έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Για αποφάσεις επιβολής προστίμου που έχουν εκδοθεί μετά την 1.6.2018 η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής νομιμότητας αρχίζει από την έναρξη της ισχύος της παρούσας. »
5. Η παρ. 2 του άρθρου 136 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με απόφαση του Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής καθορίζονται ζητήματα που αφορούν τον τύπο και το περιεχόμενο των αιτήσεων, τη διαδικασία επίδοσης των αδειών διαμονής στους δικαιούχους, τον τύπο της βεβαίωσης κατάθεσης αίτησης του άρθρου 8, καθώς και τον τύπο και το περιεχόμενο των Ειδικών Βεβαιώσεων Νόμιμης Διαμονής της παρ. 4 του άρθρου 25.»
6. Η παράγραφος 9 του άρθρου 136 αντικαθίσταται ως εξής:
«9. Με απόφαση των Υπουργών Μεταναστευτικής Πολιτικής και Εξωτερικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών, μπορεί να καθορίζονται και άλλες κατηγορίες εθνικών θεωρήσεων και αδειών διαμονής πολιτών τρίτων χωρών, καθώς και οι ειδικότερες προϋποθέσεις, η διαδικασία και ο τύπος της εθνικής θεώρησης».
7. Στο άρθρο 136 προστίθεται παράγραφος 21 ως εξής:
«21. Με απόφαση του Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής μπορεί να χαρακτηρίζεται ως απόρρητη η προμήθεια και η εκτύπωση των εντύπων βεβαιώσεων κατάθεσης αίτησης, που χορηγούνται σύμφωνα με το άρθρο 8, και των ειδικών βεβαιώσεων νόμιμης διαμονής που χορηγούνται σύμφωνα με το άρθρο 25».
Άρθρο 4
Τροποποίηση του ν.4018/2011 (Α΄ 215)
Η παρ.10 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως εξής:
«10. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Μεταναστευτικής Πολιτικής και του, κατά περίπτωση, αρμοδίου Υπουργού, δύναται να ανατεθεί και σε δημόσιο φορέα η εκτύπωση των τίτλων διαμονής πολιτών τρίτων χωρών, υπό τη μορφή του αυτοτελούς εγγράφου της παρ. 1, που εκδίδονται από την αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και τις Υπηρεσίες Αλλοδαπών και Μετανάστευσης των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων της Χώρας. Με την ανωτέρω απόφαση καθορίζονται επίσης οι προδιαγραφές ασφάλειας των ως άνω εντύπων, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) 1030/2002, όπως τροποποιήθηκε από τον Κανονισμό (ΕΚ) 380/2008, καθώς και θέματα σχετικά με την προμήθεια των εντύπων και του λοιπού αναγκαίου υλικού, τη διαδικασία εκτύπωσης, τη διαβίβασή τους από και προς τις αρμόδιες υπηρεσίες, καθώς και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταναστευτικής Πολιτικής καθορίζεται τέλος, το οποίο αποτελεί έσοδο του Δημοσίου και καταβάλλεται από τον πολίτη τρίτης χώρας κατά την υποβολή της αίτησης για τη χορήγηση ή ανανέωση τίτλου διαμονής, ανεξάρτητα από την ειδικότερη κατηγορία αυτού, αντιστοιχεί δε στο κόστος προμήθειας, εκτύπωσης, ασφαλούς διακίνησης και διαχείρισης της κάρτας, καθώς και κάθε άλλης σχετικής δαπάνης. Το τέλος είναι ανεξάρτητο από τα παράβολα που καταβάλλονται βάσει της εκάστοτε ισχύουσας μεταναστευτικής νομοθεσίας, το δε ύψος αυτού, καθώς και οι λεπτομέρειες είσπραξης και εμφάνισής του στα έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού καθορίζονται με την ίδια απόφαση.»
Άρθρο 5
Τροποποίηση του ν. 4540/2018 (Α΄91)
1. Στην παρ. 1 του άρθρου 24 η φράση «σύμφωνα με το άρθρο 17» αντικαθίσταται με τη φράση «σύμφωνα με το άρθρο 19» και η φράση «κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 4 του άρθρου 6” αντικαθίσταται με τη φράση «κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7».
2. Μετά το άρθρο 24 στο τέλος του Μέρους Α’, προστίθεται άρθρο υπ. αρ. 24 Α, ως εξής:
«1. Με απόφαση του Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής καθορίζεται κάθε σχετικό θέμα με :
α. την υλοποίηση στεγαστικών προγραμμάτων και εν γένει προγραμμάτων παροχής υλικών συνθηκών υποδοχής.
β. τη συγκέντρωση, καταγραφή, διαχείριση και παρακολούθηση αιτημάτων στέγασης.
γ. τη μίσθωση καταλυμάτων, τις τεχνικές προδιαγραφές, τις εγκαταστάσεις και τον απαραίτητο εξοπλισμό τους.
δ. τη διαχείριση, λειτουργία και συντήρηση θέσεων στέγασης.
ε. την εγκατάσταση και την αποχώρηση των ωφελούμενων στεγαστικών προγραμμάτων από θέσεις στέγασης.
ζ. τους κανόνες διαμονής και συμβίωσης σε θέσεις στέγασης στο πλαίσιο στεγαστικών προγραμμάτων.
η. την παροχή υπηρεσιών υποδοχής – υλικών και γενικών- στους διαμένοντες σε θέσεις στέγασης.
θ. την παροχή, διακοπή και τον περιορισμό των υλικών συνθηκών υποδοχής.
ι. την εποπτεία από την αρμόδια αρχή υποδοχής της πληρότητας και ποιότητας των παρεχόμενων συνθηκών υποδοχής καθώς και κάθε άλλο συναφές με τα παραπάνω ζήτημα.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Μεταναστευτικής Πολιτικής και Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης μπορεί να καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι, προϋποθέσεις και λεπτομέρειες αναφορικά την απόλαυση υλικών συνθηκών υποδοχής από ανήλικους αιτούντες διεθνή προστασία ή μη, ασυνόδευτους ή μη.»
Άρθρο 6
1. Μισθώσεις που υπογράφηκαν από τη σύσταση του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής μέχρι την ημέρα δημοσίευσης του παρόντος, οικονομικές υποχρεώσεις που απορρέουν από συμφωνίες συνεργασίας με οποιονδήποτε φορέα, δημόσιο ή ιδιωτικό που συνάφθηκαν από τη σύσταση του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής μέχρι την ημέρα δημοσίευσης του παρόντος, και δαπάνες του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, καθώς και δαπάνες του Υπουργείου Εσωτερικών προς όφελος του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, που πραγματοποιήθηκαν από τη σύσταση του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής μέχρι την ημέρα δημοσίευσης του παρόντος, εγκρίνονται εφόσον αναληφθούν ή προεγκριθούν έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018. Οι απαραίτητες πιστώσεις βαρύνουν τον Προϋπολογισμό του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής.
2. Οι δαπάνες του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής σχετικά με τη λειτουργία των Επιτροπών της Αρχής Προσφυγών, που πραγματοποιήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα από 1-5-2018 και μέχρι τις 30-6-2018 θεωρούνται νόμιμες, υπό την προϋπόθεση της ανάληψης των απαιτούμενων δαπανών μέχρι 31-12-2018.
Άρθρο 7
1. Το πέμπτο εδάφιο της παρ. 10 του άρθρου 14 του ν. 4332/2015 (Α΄ 76) αντικαθίσταται ως εξής:
«Μέχρι τις 31.12.2019 οι συμβάσεις αυτές θεωρούνται ότι καλύπτουν την προϋπόθεση των σχετικών διατάξεων περί συνδρομής έκτακτης και κατεπείγουσας ανάγκης, οφειλόμενης σε γεγονότα απρόβλεπτα για τις αναθέτουσες αρχές, που δεν απορρέουν από δική τους ευθύνη, κατά παρέκκλιση της υποπερίπτ. δδ΄, περίπτ. γ΄, παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 4013/2011 (Α΄ 204).»
2. Η παρ. 7 του άρθρου 72 του ν. 4375/2016 (Α΄51) αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι διατάξεις των παραγράφων 3 έως 6 εφαρμόζονται μέχρι τις 31.12.2019».
3. Η παρ. 26 του άρθρου 80 του ν. 4375/2016 τροποποιείται ως εξής: «Η εξαιρετική διαδικασία της παρ. 4 του άρθρου 60 εφαρμόζεται έως την 31.12.2019».
Β. Αιτιολογική έκθεση
Η ισχύουσα νομοθεσία (ν.4375/2016 και π.δ. 122/2017) συνέβαλε σημαντικά στη διαχείριση της οξυμένης προσφυγικής κρίσης και απεδείχθη ιδιαίτερα χρήσιμη υπό τις τότε συνθήκες. Κατά την πορεία όμως της εφαρμογής της, καταδείχθηκαν τα όριά της που δεν ήταν εύκολο να προβλεφθούν εξ αρχής. Επιπλέον, η εφαρμογή του νέου Δημόσιου Λογιστικού (ν.4270/2014 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει) και προπάντων, το νέο πλαίσιο για τις δημόσιες συμβάσεις που ψηφίστηκε μεταγενέστερα (ν. 4412/2016), έχουν συνδυαστικά αναδείξει μια σειρά κρίσιμων προϋποθέσεων για τις διαδικασίες προμηθειών διαφόρων υπηρεσιών καθώς και για την εκκαθάριση και αποπληρωμή τους.
Η πρόσφατη όξυνση της προσφυγικής κρίσης που είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των μεταναστευτικών-προσφυγικών ροών, σε επίπεδα που υπερβαίνουν τα όρια των δυνατοτήτων των περιφερειακών υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης - ΚΥΤ), οδήγησαν την κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής στην ανάληψη πρωτοβουλιών προς το σκοπό βελτίωσης των συνθηκών στα νησιά όπου λειτουργού ΚΥΤ, δηλαδή στη Λέσβο, Χίο, Σάμο, Λέρο και Κω. Οι πρωτοβουλίες αυτές συνετέλεσαν στην σχετική αποφόρτιση των ΚΥΤ, μέσω της μετακίνησης προσφύγων-μεταναστών σε μισθωμένα καταλύματα στην ενδοχώρα, κατέδειξαν όμως, σε συνδυασμό με τις ρυθμίσεις τόσο του Δημόσιου Λογιστικού όσο και της νομοθεσίας για τις Δημόσιας Συμβάσεις, τα κενά που υπάρχουν. Με το παρόν σχέδιο νόμου επιδιώκεται η βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου, προκειμένου η διαδικασία στο σύνολό της (ήτοι ανάληψη πρωτοβουλίας, πρόσκληση, κατάρτιση σύμβασης μίσθωσης, παρακολούθηση εκτέλεσης σύμβασης, εκκαθάριση και αποπληρωμή) να καταστεί λειτουργική.
Συγκεκριμένα, με το άρθρο 1 ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν στην δυνατότητα μίσθωσης ακινήτων συνεργασιών ανάμεσα σε δημόσιες υπηρεσίες για την έκδοση βεβαίωσης καταλληλότητας, καθώς και μίσθωσης ακινήτων και από νεοσύστατη Διεύθυνση Προστασίας Αιτούντων Άσυλο.
Στις παρ. 1-3 του άρθρου 2 αποτυπώνονται οι προσθήκες στο θεσμικό πλαίσιο εντός του οργανισμού του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής (π.δ. 122/2017), με τις κατάλληλες αναθέσεις αρμοδιοτήτων.
Με τις παρ. 4 και 6 προτείνεται η προσθήκη και τροποποίηση διατάξεων στο π.δ. 122/2017, οι οποίες σκοπούν στην εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία της Υπηρεσίας Ασύλου.
Συγκεκριμένα:
1. Προτείνεται η αντικατάσταση της διατύπωσης «τον χειρισμό θεμάτων» με την φράση «τη σύνταξη και εκκαθάριση των καταστάσεων», προκειμένου να διατυπωθεί με σαφήνεια η αρμοδιότητα του Οικονομικού Τμήματος αναφορικά με τα ζητήματα των αποδοχών, πρόσθετων αμοιβών, αποζημιώσεων καθώς και των οιονδήποτε άλλων απολαβών του προσωπικού της Υπηρεσίας Ασύλου που καταβάλλεται από τον τακτικό προϋπολογισμό. Η αντικατάσταση αυτή κρίνεται επιβεβλημένη προκειμένου να μην ανακύπτει αμφιβολία αναφορικά με την αρμοδιότητα του Οικονομικού Τμήματος.
2. Προτείνεται η παράταση της δυνατότητας του Οικονομικού Τμήματος να ασκεί τις αρμοδιότητες του Τμήματος Προμηθειών της Γενικής Διεύθυνσης Διοικητικών και Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής αναφορικά με τις προμήθειες της Υπηρεσίας Ασύλου για ένα ακόμη έτος, ήτοι μέχρι 31.12.2019. Η παράταση κρίνεται επιβεβλημένη, ιδίως λόγω της μη επαρκούς στελέχωσης του Τμήματος Προμηθειών της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών και Διοικητικής Οργάνωσης του Υπουργείου.
Με την παρ. 5 συμπληρώνεται η υφιστάμενη στον οργανισμό διάταξη εσωτερικής κινητικότητας, προκειμένου να επιτρέπει την εξέλιξη των μετακινουμένων στην κεντρική υπηρεσία υπαλλήλων των αυτοτελών υπηρεσιών του Υπουργείου. Η λογική είναι να μην υστερούν οι τελευταίοι σε σχέση με τους συναδέλφους τους της κεντρικής υπηρεσίας με τους οποίους μοιράζονται την ίδια εργασία. Η διαδικασία κρίσεων είναι αυτήν την εποχή σε εξέλιξη, οπότε δημιουργείται μία επιπλέον πίεση, προκειμένου να υπάρξουν επαρκείς υποψηφιότητες.
Με την παρ. 1 του άρθρου 3 προστίθενται νέες περιπτώσεις θ. και ι. στην παρ.1 του άρθρου 18 του ν. 4251/2014.
Ειδικότερα, με την περίπτωση (θ) θεσμοθετείται νέα κατηγορία εθνικής θεώρησης εισόδου η οποία θα χορηγείται σε πολίτες Αυστραλίας ηλικίας 18-31 ετών που συμμετέχουν στο πρόγραμμα για την Κινητικότητα των Νέων σύμφωνα με το Μνημόνιο Κατανόησης μεταξύ Ελλάδος και Αυστραλίας (Work and Holiday Visa), όπως αυτό κυρώθηκε με το Ν.4353/2015 [Α΄173], με κύρια πρόθεση την επίσκεψη στην Ελλάδα για διακοπές, για χρονική περίοδο έως δώδεκα (12) ημερολογιακούς μήνες. Η εθνική θεώρηση εισόδου χορηγείται, υπό προϋποθέσεις που προβλέπονται στο εν λόγω Μνημόνιο και περιλαμβάνονται στην παρούσα διάταξη. ενώ επίσης καθορίζονται τα δικαιώματα εργασίας και σπουδών ή εκπαίδευσης σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο υπόψιν Μνημόνιο Κατανόησης..
Με την περίπτωση (ι) θεσμοθετείται νέα κατηγορία χορήγησης εθνικής θεώρησης εισόδου σε πολίτες τρίτων χωρών που αποτελούν πτητικό, τεχνικό και διοικητικό προσωπικό που εισέρχεται στη χώρα για κάλυψη αναγκών δασοπυρόσβεσης κατά την αντιπυρική περίοδο, κατόπιν εισήγησης αρμόδιου δημόσιου φορέα..
Με την παράγραφο 2 αντικαθίστανται οι περιπτώσεις 1 και 2 της παρ. Β του άρθρου 20 του ν.4251/2014 στην κατεύθυνση αναδιατύπωσης της διάταξης και προσθήκης βελτιωτικών νομοθετικών ρυθμίσεων οι οποίες κρίνονται σκόπιμες με βάση την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της μέχρι σήμερα εφαρμογής της. Ειδικότερα στην περίπτωση 1:
 από την υποπερίπτωση (β) της περίπτωσης 1 της παρ.2 του άρθρου 20 απαλείφεται ο όρος «κατοχή», προκειμένου να είναι δυνατή η υπαγωγή στην υπόψη διάταξη πολιτών τρίτων χωρών που αποκτούν ακίνητη περιουσία η οποία είναι εκμισθωμένη κατά τη σύναψη του σχετικού συμβολαίου αγοράς. Επίσης, προστίθεται η έννοια του συντρόφου, στο πλαίσιο προσαρμογής της μεταναστευτικής νομοθεσίας στις διατάξεις του ν. 4356/2015 (Α΄181) Τέλος, αναδιατυπώνεται η υποπερίπτωση (β) και πλέον δεν αναφέρεται το ποσό των 250.000 ευρώ, αλλά γίνεται παραπομπή στην παράγραφο 2 στην οποία ορίζεται η ελάχιστη αξία κτήσης της ακίνητης περιουσίας.
 η υποπερίπτωση (γ) συμπληρώνεται ώστε να αποκλειστούν οι περιπτώσεις νομικών προσώπων που εδρεύουν σε τρίτες χώρες και δεν είναι εφικτός ο έλεγχος της εταιρικής σύνθεσης αυτών.
 τέλος, με τη νέα υποπερίπτωση (ε), προβλέπεται η δυνατότητα χορήγησης μόνιμης άδειας διαμονής επενδυτή σε πολίτη τρίτης χώρας που απέκτησε κατά πλήρη κυριότητα και νομή, ακίνητη περιουσία, αντικειμενικής αξίας 250.000 ευρώ, ως κληρονόμος εκ διαθήκης ή εξ αδιαθέτου ή συνεπεία γονικής παροχής και είναι ενήλικος.
Σκοπός της προτεινόμενης ρύθμισης είναι να ενισχυθεί περαιτέρω ο έλεγχος της προέλευσης των χρηματικών ποσών μέσω των πιστωτικών ιδρυμάτων, των λοιπών παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που λειτουργούν στην Ελλάδα και της Τράπεζας της Ελλάδος, στο πλαίσιο των υποχρεώσεων και αρμοδιοτήτων τους για την πρόληψη και καταστολή του «ξεπλύματος βρώμικου χρήματος», μέσω της διασφάλισης καταβολής του τιμήματος σε λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου της πίστωσης και της εν γένει παρακολούθησης της κίνησης της πληρωμής από τον πληρωτή στον δικαιούχο.
Ειδικότερα, με την «υπηρεσία εμβασμάτων», σύμφωνα με τον ορισμό στο στοιχείο 22 του ως άνω άρθρου 4 ν. 4537/2018, λαμβάνεται χρηματικό ποσό από πληρωτή χωρίς να δημιουργείται λογαριασμός πληρωμών στο όνομα του πληρωτή ή του δικαιούχου και μεταφέρεται αντίστοιχο ποσό για λογαριασμό του δικαιούχου το οποίο και τίθεται στην διάθεσή του. Αντιθέτως, η «μεταφορά πίστωσης» ορίζεται, στο στοιχείο 24 του ως άνω άρθρου 4, ως η πίστωση λογαριασμού πληρωμών του δικαιούχου με πράξεις πληρωμών από λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή. Η μεταφορά πίστωσης προϋποθέτει, δηλαδή χρέωση και αντίστοιχη πίστωση λογαριασμών πληρωμών που τηρούνται σε παρόχους της υπηρεσίας αυτής. Επίσης, η χρήση της δίγραμμης τραπεζικής επιταγής περιορίζει τα πρόσωπα τα οποία μπορεί να είναι πληρωτές/δικαιούχοι, επιφέροντας τις έννομες συνέπειες που αναφέρονται στα άρθρα 37 επ. ν. 5960/1933 περί επιταγής και συνεπώς, η χρήση δίγραμμης επιταγής έχει σκοπό την ασφάλεια των συναλλαγών.
Συνολικά, η διαδικασία καταβολής του τιμήματος μέσω της μεταφοράς πίστωσης και/ή δίγραμμης τραπεζικής επιταγής ενέχει χαμηλότερο κίνδυνο αθέτησης της πληρωμής από τα εμπλεκόμενα μέρη, ήτοι τον πληρωτή και τον δικαιούχο πληρωμής και κίνδυνο χρήσης ακάλυπτης επιταγής/απώλειας αυτής.
Με την παρ. 4 αντικαθίσταται η παρ. 3 του άρθρου 30 του ν. 4251/2014 και συγκεκριμένα αναδιαμορφώνεται η διαδικασία επιβολής των διοικητικών κυρώσεων στις αεροπορικές ή ναυτιλιακές εταιρείες καθώς και σε κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκτελεί οποιασδήποτε μορφής δημόσια μεταφορά προσώπων στις περιπτώσεις που μεταφέρουν στην Ελλάδα πολίτες τρίτων χωρών που: α) δεν είναι εφοδιασμένοι με τα απαραίτητα εν ισχύ διαβατήρια ή άλλα ταξιδιωτικά έγγραφα και θεώρηση εισόδου όπου απαιτείται η λήψη της πριν από την άφιξη των πολιτών τρίτων χωρών στη χώρα, ή β) κατέχουν διαβατήρια ή άλλα ταξιδιωτικά έγγραφα με εμφανείς ενδείξεις πλαστογράφησης ή παραποίησης. Ειδικότερα:
Ορίζεται ότι στις ναυτιλιακές εταιρείες, καθώς και σε κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που μεταφέρει πρόσωπα με πλωτό μέσο, το πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση του λιμενάρχη, αντί του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, όπως ισχύει. Κατ' αντιστοιχία η επιβολή προστίμων στις αεροπορικές εταιρείες, όπως ισχύει, παραμένει στην αρμοδιότητα του Προϊσταμένου της κατά τόπο αρμόδιας Αεροπορικής Αρχής.
Επειδή παρατηρήθηκε η επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων σε νομικά ή φυσικά πρόσωπα που δεν είχαν νομική σχέση με τους εμπλεκόμενους μεταφορείς, προέκυψε η ανάγκη να διευκρινιστεί ότι τα παραπάνω πρόστιμα επιβάλλονται αποκλειστικά στο νομικό πρόσωπο των αεροπορικών ή ναυτιλιακών εταιριών ή των μεταφορέων και τα ευθυνόμενα πρόσωπα κατά την παρ. 1 του άρθρου 50 του ν. 4174/2013.
Τέλος, ο ορισμός των Υπουργών για την εξέταση των ενδικοφανών προσφυγών δικαιολογείται από την ιδιαίτερη φύση των παραβάσεων που άπτονται θεμάτων τουρισμού, μετανάστευσης, νησιωτικότητας κλπ. Τέλος, προκειμένου να επιλυθούν ζητήματα που έχουν ανακύψει από την εφαρμογή των τροποποιούμενων διατάξεων, δίνεται η δυνατότητα άσκησης προσφυγής μεταβατικά και για ένα μικρό χρονικό διάστημα, για όλες τις αποφάσεις επιβολής προστίμων που έχουν εκδοθεί μετά την 1.6.2018, ώστε να εξεταστεί η νομιμότητα της επιβολής τους.
Με την παράγραφο 5 αντικαθίσταται η εξουσιοδοτική ρύθμιση της παραγράφου 2 του άρθρου 136 του Ν. 4251/2014 και παρέχεται η δυνατότητα καθορισμού του τύπου και του περιεχομένου των Ειδικών Βεβαιώσεων Νόμιμης Διαμονής. Οι Ειδικές Βεβαιώσεις Νόμιμης Διαμονής αποτελούν προσωρινό τίτλο διαμονής ετήσιας διάρκειας, που χορηγείται στους πολίτες τρίτων χωρών για τους οποίους έχει εκδοθεί απόφαση αναστολής ή προσωρινή διαταγή αναστολής από το Διοικητικό Πρωτοδικείο επί απορριπτικής ή ανακλητικής διοικητικής πράξεως κατά της οποίας έχουν ασκήσει αίτηση ακύρωσης. Η ίδια βεβαίωση χορηγείται και σε πολίτες τρίτων χωρών που α) αποφυλακίζονται με περιοριστικούς όρους, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, β) τους επιβάλλεται κατά τη διάρκεια της προδικασίας περιοριστικός όρος, η τήρηση του οποίου απαιτεί τη διαμονή τους μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης, γ) που βρίσκονται παράνομα στη χώρα και καταγγέλλουν αξιόποινες πράξεις που τελέσθηκαν από εγκληματική οργάνωση του άρθρου 187 του Π.Κ. εφόσον με διάταξη του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών και έγκριση του Εισαγγελέα Εφετών έχει ανασταλεί η απέλαση μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση για τις πράξεις που καταγγέλθηκαν και δ) των ανήλικων κατά την έννοια του άρθρου 121 του Π.Κ., οι οποίοι έχουν υποβληθεί στα αναμορφωτικά μέτρα των περιπτώσεων β, γ και δ του άρθρου 122 ή στα θεραπευτικά μέτρα του άρθρου 123 του ίδιου Κώδικα. Η ειδική βεβαίωση νόμιμης διαμονής χορηγείται και στα προστατευόμενα μέλη των ανωτέρω υπαγομένων πολιτών τρίτων χωρών, τα οποία είχαν άδεια διαμονής για λόγους οικογενειακής επανένωσης, καθώς και στα ανήλικα τέκνα που γεννιούνται στην Ελλάδα ανεξαρτήτως εάν γεννήθηκαν πριν ή μετά την έκδοση της απορριπτικής ή ανακλητικής απόφασης του συντηρούντος. Οι Ειδικές Βεβαιώσεις Νόμιμης Διαμονής, σήμερα δεν πληρούν καμία απολύτως προδιαγραφή ασφαλείας και εκτυπώνονται σε απλό χαρτί Α4, γεγονός που ενέχει κίνδυνο πλαστογράφησης. Προς τούτο, είναι αναγκαία η εκτύπωσή των Ειδικών Βεβαιώσεων Νόμιμης Διαμονής σε έντυπο με υψηλές προδιαγραφές ασφαλείας.
Με την παράγραφο 7 της διάταξης θεσπίζεται νέα εξουσιοδοτική διάταξη στο άρθρο 136 του ν.4251/2014, με την οποία παρέχεται η δυνατότητα χαρακτηρισμού ως απόρρητης της προμήθειας και της εκτύπωσης των εντύπων των προσωρινών τίτλων διαμονής, δηλαδή (α) των βεβαιώσεων κατάθεσης αίτησης, οι οποίες εκτυπώνονται σήμερα από το Ίδρυμα Εκτύπωσης Τραπεζογραμματίων και Αξιών (Ι.Ε.Τ.Α.) της Τράπεζας της Ελλάδος και (β) των ειδικών βεβαιώσεων νόμιμης διαμονής. Οι εν λόγω τίτλοι διαμονής πρέπει να πληρούν υψηλές και αξιόπιστες προδιαγραφές ασφαλείας, για την αποτροπή της παραποίησης ή πλαστογράφησής τους, γεγονός το οποίο επιβάλλεται για την προστασία ουσιωδών συμφερόντων της ασφάλειας της Χώρας.
Με το άρθρο 4 αντικαθίσταται η παρ. 10 του άρθρου 1 του ν.4018/2011, προβλέπεται ότι το τέλος που αντιστοιχεί στο κόστος προμήθειας, εκτύπωσης, ασφαλούς διακίνησης και διαχείρισης της κάρτας, βαρύνει τον ενδιαφερόμενο πολίτη τρίτης χώρας, όχι μόνο για τις άδειες διαμονής ενιαίου τύπου αλλά για κάθε τίτλο διαμονής, όταν αυτός εκτυπώνεται με τη μορφή του αυτοτελούς εγγράφου. Επιπρόσθετα ορίζεται ότι το εν λόγω τέλος καταβάλλεται από τον πολίτη τρίτης χώρας κατά την υποβολή της αίτησης για τη χορήγηση ή ανανέωση τίτλου διαμονής, και όχι κατά την παραλαβή της άδειας. Οι λόγοι είναι αφενός η απλούστευση της διαδικασίας καθώς το αποδεικτικό καταβολής του τέλους θα υποβάλλεται μαζί με το κατά περίπτωση προβλεπόμενο παράβολο και αφετέρου η αποφυγή της υπηρεσιακής δαπάνης όταν ο ενδιαφερόμενος δεν προσέρχεται για την παραλαβή της άδειας διαμονής.
Με το άρθρο 5 προστίθενται ρυθμίσεις αναγκαίες για την υλοποίηση του Μέρους Α΄ του ν. 4540/2018. Συγκεκριμένα με υπουργική απόφαση ρυθμίζονται λεπτομέρειες για την παροχή συνθηκών υποδοχής, γενικών και υλικών, σε πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς αιτούντες διεθνή προστασία. Ομοίως με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Μεταναστευτικής Πολιτικής και Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ρυθμίζονται λεπτομέρειες για την παροχή συνθηκών υποδοχής σε ανηλίκους πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς, αιτούντες ή μη διεθνή προστασία, ασυνόδευτους η μη.
Στο άρθρο 6 τακτοποιούνται διάφορες οικονομικές εκκρεμότητες, οι οποίες προέκυψαν από την απαίτηση ταχείας ανταπόκρισης των υπηρεσιών του Υπουργείου στη διαρκώς εξελισσόμενη πραγματικότητα.
Με το άρθρο 7 παρατείνεται κατά ένα (1) έτος έως τις 31.12.2019, η εφαρμογή τριών διατάξεων: του άρθρου 14 παρ. 10 του ν. 4332/2015, του άρθρου 72 του ν. 4375/2016 και του άρθρου 80 παρ. 26 ν.4375/2016. Με τις διατάξεις αυτές επιτρέπεται κατά παρέκκλιση της κείµενης νοµοθεσίας : α) η σύναψη δημοσίων συμβάσεων από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς (Υπουργεία, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. κ.λπ.), για την κάλυψη των αναγκών µεταναστών και προσφύγων (στέγαση, σίτιση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, κ.λπ.), β) η απόσπαση προσωπικού του Δημοσίου και ευρύτερου δημοσίου τοµέα ή η πρόσληψη προσωπικού µε συµβάσεις Ι.Δ.Ο.Χ., καθώς και η διάθεση ή η πρόσληψη µε συµβάσεις εργασίας Ι.Δ.Ο.Χ. πολιτών κρατών-µελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), καθώς και πολιτών που εργάζονται σε διεθνείς ή ευρωπαϊκούς οργανισμούς στις αρμόδιες Υπηρεσίες για την αντιμετώπιση εκτάκτων και επειγουσών αναγκών, που προκύπτουν από τη διαχείριση των προσφυγικών και µεταναστευτικών ροών και γ) η παράταση ισχύος των διαδικασιών ασύλου στα σύνορα.
ΙΙ. Αρμοδιότητα Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.
Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ' υποπερ. αα' του ν. 4013/2011: «αα) Η Αρχή γνωμοδοτεί επί των διατάξεων σχεδίων νόμων που αφορούν στις δημόσιες συμβάσεις πριν από την κατάθεση τους στη Βουλή. Αν ο αρμόδιος Υπουργός διαφωνεί με τη γνώμη της Αρχής, η Αρχή δύναται να συγκαλεί συσκέψεις, με τη συμμετοχή εκπροσώπων της και εκπροσώπων όλων των συναρμόδιων Υπουργείων με σκοπό την ανταλλαγή και σύγκλιση των απόψεων. Στις εν λόγω συσκέψεις η Αρχή και κάθε συναρμόδιος Υπουργός μπορούν να ζητούν τη συμμετοχή ανεξάρτητων τρίτων, ειδικών σε θέματα δημοσίων συμβάσεων. Οι συσκέψεις αυτές πραγματοποιούνται σε διάστημα δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την περιέλευση της πρόσκλησης της Αρχής στους συμμετέχοντες. Η άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας αυτής δεν κωλύει τη συνέχιση της διαδικασίας ψήφισης του σχεδίου νόμου. Αν δεν αρθεί η διαφωνία μεταξύ του αρμόδιου Υπουργού και της Αρχής, στη γνώμη της Αρχής προσαρτάται έκθεση του Υπουργού στην οποία περιλαμβάνεται και ειδική αιτιολόγηση κάθε απόκλισης από το περιεχόμενο της γνώμης. Τα εν λόγω έγγραφα συνοδεύουν τα σχέδια νόμων κατά την κατάθεση τους στη Βουλή και αναρτώνται με επιμέλεια της Αρχής στην ιστοσελίδα της. Σε περίπτωση απόκλισης του σχεδίου νόμου από τη γνώμη της Αρχής, η αρμόδια επιτροπή της Βουλής δύναται να καλεί, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής, σε ακρόαση τον Πρόεδρο της Αρχής».
Στο βαθμό που οι ανωτέρω αναφερόμενες προτεινόμενες νομοθετικές ρυθμίσεις, ως παρατίθενται ανωτέρω (υπό I), περιλαμβάνουν ρυθμίσεις που αφορούν σε ζητήματα δημοσίων συμβάσεων, εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Αρχής για παροχή γνώμης, κατ’ άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ' υποπερ. αα' του ν. 4013/2011.
ΙΙΙ. Συναφείς διατάξεις
1. Άρθρο 17 παρ. 9 του ν. 4375/2016 (Α’ 51)
«9. Σε περίπτωση που οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις των Περιφερειακών Υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης δεν επαρκούν, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, κατά παρέκκλιση των κείμενων πολεοδομικών διατάξεων, δύναται να χρησιμοποιηθεί κάθε κατάλληλη προς το σκοπό αυτό εγκατάσταση, ή να δημιουργούνται προσωρινές εγκαταστάσεις. Με την ίδια απόφαση ρυθμίζεται επίσης κάθε επιμέρους ζήτημα που αφορά ιδίως το διάστημα χρησιμοποίησης των ως άνω εγκαταστάσεων, το σκοπό λειτουργίας τους, τον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας της ως άνω εγκατάστασης, καθώς και τη δυνατότητα ανάθεσης ή συμμετοχής άλλων φορέων, δημόσιων ή ιδιωτικών, οπότε συμπράττει ο κατά περίπτωση αρμόδιος Υπουργός στη δημιουργία, υποστήριξη, στελέχωση ή διαχείριση των ως άνω εγκαταστάσεων, καθώς και την εποπτεία και παρακολούθησή τους».
2. Άρθρο 18 του π.δ. 122/2017 (Α’ 149)
«Άρθρο 18
Διεύθυνση Τεχνικής Υποστήριξης και Προμηθειών
1. Ο επιχειρησιακός στόχος της Διεύθυνσης Τεχνικής Υποστήριξης και Προμηθειών είναι η ομαλή λειτουργία των υπηρεσιών του Υπουργείου μέσω της κατάρτισης και εκτέλεσης κάθε είδους προμήθειας, συγχρηματοδοτούμενης ή μη, για τις ανάγκες των υπηρεσιών του Υπουργείου, καθώς και η μέριμνα για την παροχή τεχνικής υποστήριξης.
2. Ειδικότεροι στόχοι της Διεύθυνσης, ως προς το σκέλος της τεχνικής υποστήριξης, είναι οι εξής:
α. Η σύνταξη των τεχνικών δελτίων των, προς συγχρηματοδότηση, δράσεων στο πλαίσιο των Ευρωπαϊκών Ταμείων του Χώρου των Εσωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των συγχρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση Τομεακών, Περιφερειακών, Επιχειρησιακών και λοιπών Προγραμμάτων, καθώς και των αναπτυξιακών δράσεων του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και των αυτοτελών υπηρεσιών του, οι οποίες χρηματοδοτούνται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων ή άλλες ευρωπαϊκές και αναπτυξιακές πηγές χρηματοδότησης.
β. Η σύνταξη των τεχνικών προδιαγραφών για τις διαγωνιστικές διαδικασίες προμήθειας αγαθών και υπηρεσιών, εκπόνησης μελετών και εκτέλεσης έργων στο πλαίσιο των ανωτέρω Προγραμμάτων και δράσεων.
γ. Η διενέργεια ερευνών αγοράς για τη σύνταξη των τεχνικών προδιαγραφών των σχετικών διαγωνιστικών διαδικασιών στο πλαίσιο των ανωτέρω Προγραμμάτων και δράσεων του Υπουργείου.
δ. Η διενέργεια των ανωτέρω διαγωνιστικών διαδικασιών ή διαδικασιών ανάθεσης και η σύναψη των σχετικών συμβάσεων στο πλαίσιο των ανωτέρω Προγραμμάτων και δράσεων του Υπουργείου.
ε. Η παρακολούθηση της εκτέλεσης των ανωτέρω συμβάσεων, την παραλαβή των παραδοτέων και η ανάθεση συντήρησης και καλής λειτουργίας τους στο πλαίσιο των ανωτέρω προγραμμάτων και δράσεων του Υπουργείου.
στ. Η επίβλεψη και εκτέλεση έργων και μελετών στο πλαίσιο των ανωτέρω προγραμμάτων και δράσεων του Υπουργείου.
ζ. Η διεκδίκηση και αξιολόγηση πιστώσεων, καθώς και η παρακολούθηση υλοποίησης δράσεων, μέσω των συγχρηματοδοτούμενων από την Ε.Ε. και άλλους οργανισμούς προγραμμάτων για τη χρηματοδότηση δράσεων των φορέων του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής.
3. Η Διεύθυνση Τεχνικής Υποστήριξης και Προμηθειών συγκροτείται από τα ακόλουθα
Τμήματα:
α. Τμήμα Προμηθειών.
β. Τμήμα Μελετών και Κατασκευών.
γ. Τμήμα Διοικητικής Μέριμνας.
4. Οι αρμοδιότητες των Τμημάτων που υπάγονται στη Διεύθυνση Προμηθειών είναι οι εξής:
α. Το Τμήμα Προμηθειών είναι αρμόδιο για:
αα. Την παροχή βοήθειας για τη σύνταξη τεκμηριωμένου αιτήματος για την έκδοση απόφασης ανάληψης υποχρέωσης.
αβ. Την προετοιμασία και σύνταξη των προκηρύξεων διαγωνιστικών διαδικασιών ή διαδικασιών ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων προμήθειας αγαθών και υπηρεσιών
αγ. Την παρακολούθηση της εφαρμογής, από τις αναθέτουσες αρχές, της ισχύουσας νομοθεσίας, ως προς την σύναψη και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων προμήθειας αγαθών και υπηρεσιών.
αδ. Τη διενέργεια, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, των διαδικασιών σύναψης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων προμήθειας αγαθών και υπηρεσιών για το σύνολο των υπηρεσιών του Υπουργείου.
αε. Την κατάρτιση και σύναψη των συμβάσεων προμήθειας αγαθών και υπηρεσιών για το σύνολο των υπηρεσιών του Υπουργείου.
αστ. Τον έλεγχο ορθής εκτέλεσης των συμβάσεων προμήθειας αγαθών και υπηρεσιών για το σύνολο των υπηρεσιών του Υπουργείου.
αζ. Τη διενέργεια ηλεκτρονικών διαγωνισμών και τη μέριμνα για την χρήση των εφαρμογών του Κεντρικού Ηλεκτρονικού Μητρώου Δημοσίων Συμβάσεων (ΚΗΜ- ΔΗΣ) Εθνικού Συστήματος Ηλεκτρονικών Δημοσίων Προμηθειών (Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ.) για το σύνολο των υπηρεσιών του Υπουργείου.
αη. Την τήρηση του Μητρώου Προμηθευτών, του Μητρώου Μελών Επιτροπών Παραλαβής και του Μητρώου Ενιαίων Τεχνικών Προδιαγραφών.
αθ. Την κατάρτιση, επεξεργασία και εκτέλεση των οικονομικών συμβάσεων, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αφορούν συγχρηματοδοτούμενα έργα, πλην των συμβάσεων που υλοποιούνται από Εντεταλμένες Αρχές στο πλαίσιο των Κανονισμών 513, 514, 515 και 516/2014 της ΕΕ, αρμοδιότητας του Υπουργείου.
αι. Τη συγκρότηση επιτροπών διενέργειας και αξιολόγησης διαγωνισμών, επιτροπών ενστάσεων, καθώς και επιτροπών για την παρακολούθηση και παραλαβή αγαθών και υπηρεσιών.
β. Το Τμήμα Μελετών και Κατασκευών είναι αρμόδιο για:
βα. Την εκπόνηση ή ανάθεση μελετών δημοσίων έργων αρμοδιότητας του Υπουργείου.
ββ. Τη σύνταξη των τεχνικών δελτίων και των τεχνικών προδιαγραφών των σχετικών διαγωνιστικών διαδικασιών ή διαδικασιών ανάθεσης συμβάσεων κατασκευής δημοσίων έργων αρμοδιότητας του Υπουργείου.
βγ. Την έρευνα αγοράς για τη σύνταξη των ανωτέρω τεχνικών προδιαγραφών.
βδ. Τη διαβούλευση με τους τελικούς δικαιούχους για τη σύνταξη των ανωτέρω τεχνικών προδιαγραφών.
βε. Την εκτέλεση έργων με αυτεπιστασία.
βστ. Τη συνεργασία με άλλα Υπουργεία για οποιαδήποτε ενέργεια αφορά στην εκτέλεση των ανωτέρω αρμοδιοτήτων.
γ. Το Τμήμα Διοικητικής Μέριμνας είναι αρμόδιο για:
γα. Τη μέριμνα για τη στέγαση των υπηρεσιών του Υπουργείου, την επισκευή των κτιρίων και εγκαταστάσεων, τον καθαρισμό και την ασφάλειά τους, καθώς και την εν γένει καλή κατάσταση και λειτουργία όλων των εγκαταστάσεων και υποδομών του, πλην των υποδομών δικτύων.
γβ. Την απογραφή, αξιοποίηση, καλή λειτουργία και συντήρηση του υλικού, μηχανημάτων, εφοδίων και κάθε άλλου περιουσιακού στοιχείου του Υπουργείου, καθώς και την απομάκρυνση όσων χαρακτηρίζονται ως άχρηστα ή ακατάλληλα, πλην του εξοπλισμού πληροφορικής και επικοινωνιών.
γγ. Την κατάρτιση και διεκπεραίωση σχεδίου τεχνικής συντήρησης και την παροχή των σχετικών υπηρεσιών για τις κτιριακές εγκαταστάσεις και τον εξοπλισμό του Υπουργείου.
γδ. Τη διατήρηση και ενημέρωση αρχείου περιουσιακών στοιχείων του Υπουργείου.
γε. Την έκδοση διαταγών κίνησης, τη συντήρηση και επισκευή, καθώς και τη διάθεση οδηγών για την κίνηση των υπηρεσιακών οχημάτων του Υπουργείου.
γστ. Τη διαχείριση της Αποθήκης Υλικού και την καταγραφή εισερχομένων - εξερχομένων υλικών, καθώς και τη διανομή τους στις υπηρεσιακές μονάδες του Υπουργείου».
3. Άρθρο 2 Ορισμοί (άρθρο 2 και άρθρο 33 παρ. 1 εδάφιο β΄ της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ και άρθρο 2 της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ) παρ. 1 περ. 8 και 9 του Ν. 4412/16 (Α' 147)
«8) ως «δημόσιες συμβάσεις προμηθειών» και ως «συμβάσεις προμηθειών» νοούνται οι συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο την αγορά, τη χρηματοδοτική μίσθωση, τη μίσθωση ή τη μίσθωση-πώληση, με ή χωρίς δικαίωμα αγοράς, προϊόντων. Μια σύμβαση προμηθειών μπορεί να περιλαμβάνει, παρεμπιπτόντως, εργασίες τοποθέτησης και εγκατάστασης, 9) ως «δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών» και ως «συμβάσεις υπηρεσιών» νοούνται οι συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών, πλην των αναφερομένων στην περίπτωση 6.
(α) ως «δημόσιες συμβάσεις εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών» νοούνται αυτές με αντικείμενο την εκπόνηση μελετών και την παροχή τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών κατά την έννοια των στοιχείων α΄ και β΄, αντίστοιχα, της περίπτωσης 6 της παραγράφου 3, σύμφωνα με το Παράρτημα I του Προσαρτήματος Γ΄, όταν οι μελέτες δεν εκπονούνται και οι υπηρεσίες δεν παρέχονται από το προσωπικό της αναθέτουσας αρχής, (β) ως «δημόσιες συμβάσεις γενικών υπηρεσιών» νοούνται οι συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών, πλην των αναφερομένων στην υποπερίπτωση α΄ της παρούσας περίπτωσης, συμπεριλαμβανομένων των συμβουλευτικών υπηρεσιών, που ως τέτοιες νοούνται εκείνες που, έχουν ως αντικείμενο το σχεδιασμό, προγραμματισμό, οργάνωση, διαχείριση, παρακολούθηση, έλεγχο και αξιολόγηση επιχειρησιακών και αναπτυξιακών προγραμμάτων και δράσεων σε όλους τους τομείς της οικονομίας, καθώς και σε οριζόντιου χαρακτήρα παρεμβάσεις, την υποστήριξη της υλοποίησης τους με τη μεταφορά της απαραίτητης σχετικής τεχνογνωσίας, καθώς και την παροχή εξωγενών υπηρεσιών (outsourcing) υλοποίησης των ανωτέρω προγραμμάτων και δράσεων. Στις συμβουλευτικές υπηρεσίες υπάγονται ιδίως οι οικονομικές μελέτες, οι κοινωνικές μελέτες, οι μελέτες οργάνωσης και επιχειρησιακής έρευνας, οι περιβαλλοντικές μελέτες, καθώς και οι μελέτες συστημάτων πληροφορικής, εκτός εάν σχετίζονται με έργο κατά την έννοια της περίπτωσης 7 ή με εκπόνηση μελετών και παροχή τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών κατά την έννοια της υποπερίπτωσης α΄ της παρούσας περίπτωσης».
4. Άρθρο 3 Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής (άρθρο 1 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ)
[…]
5. Συμφωνίες, αποφάσεις ή άλλες νομικές πράξεις που οργανώνουν τη μεταβίβαση εξουσιών και αρμοδιοτήτων για την εκτέλεση σκοπών δημοσίου συμφέροντος μεταξύ αναθετουσών αρχών ή ενώσεων αναθετουσών αρχών και δεν προβλέπουν αμοιβή για την εκτέλεση των συμβάσεων, θεωρούνται ζήτημα εσωτερικής οργάνωσης του Κράτους και, κατά συνέπεια, ουδόλως θίγονται από το παρόν Βιβλίο.
5. Άρθρο 10 Ειδικές εξαιρέσεις για συμβάσεις υπηρεσιών (άρθρο 10 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ) του Ν. 4412/16 (Α’ 147)
«Το παρόν Βιβλίο (άρθρα 3 έως 221) δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών οι οποίες:
α) έχουν ως αντικείμενο την αγορά ή μίσθωση, με οποιουσδήποτε χρηματοδοτικούς όρους, γης ή υφισταμένων κτισμάτων ή άλλων ακινήτων ή αφορούν δικαιώματα επ’ αυτών,»
[….]
6. Άρθρο 15 Άμυνα και ασφάλεια (άρθρο 15 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ) του Ν. 4412/2016 (Α’ 147)
«1. Το παρόν Βιβλίο (άρθρα 3 έως 221) εφαρμόζεται στην ανάθεση δημόσιων συμβάσεων και σε διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας,
εξαιρουμένων των κατωτέρω συμβάσεων:
α) συμβάσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του μέρους δεύτερου του ν. 3978/2011 (Α΄ 137),
β) συμβάσεων στις οποίες δεν εφαρμόζεται το μέρος δεύτερο του ν. 3978/2011 (Α΄ 137), σύμφωνα με τα άρθρα 17 και 24 του εν λόγω νόμου.
2. Το παρόν Βιβλίο δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις και τους διαγωνισμούς μελετών που δεν εξαιρούνται για άλλο λόγο δυνάμει της παρ. 1, στο μέτρο που η προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας της χώρας δεν μπορεί να διασφαλιστεί με λιγότερο δραστικά μέτρα, όπως με την επιβολή απαιτήσεων για την προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών που η αναθέτουσα αρχή καθιστά διαθέσιμες σε μία διαδικασία ανάθεσης σύμβασης, κατά τα προβλεπόμενα στο παρόν Βιβλίο.
Επίσης, και, σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 346 της ΣΛΕΕ, το παρόν Βιβλίο δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις και στους διαγωνισμούς μελετών που δεν εξαιρούνται για άλλο λόγο δυνάμει της παρ. 1, στο μέτρο που η εφαρμογή του παρόντος Βιβλίου θα υποχρέωνε τη χώρα να παράσχει πληροφορίες, τη δημοσιοποίηση των οποίων θεωρεί αντίθετη με τα ουσιώδη συμφέροντα ασφαλείας της.
3. Όταν η διαδικασία σύναψης και η εκτέλεση της δημόσιας σύμβασης ή του διαγωνισμού μελέτης κηρύσσεται απόρρητη ή πρέπει να συνοδεύεται από ειδικά μέτρα ασφαλείας, σύμφωνα με τις διατάξεις της εκάστοτε ισχύουσας εθνικής νομοθεσίας, ιδίως δε τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 35 του ν. 3978/2011 (Α΄ 137) και της απόφασης με αριθμ. 838/39/461322/14.8.2008 του Υπουργού Εσωτερικών (Β΄ 1632), το παρόν Βιβλίο δεν εφαρμόζεται, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα κρίνει ότι τα εν λόγω ουσιώδη συμφέροντα δεν μπορούν να διασφαλιστούν με λιγότερο δραστικά μέτρα, όπως αυτά που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2».
7. Άρθρο 32 παρ. 1 και 2 περ. γ’ Προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση (άρθρο 32 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ) του Ν. 4412/2016 (Α’ 147)
«1. Στις ειδικές περιπτώσεις και περιστάσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 έως 6, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αναθέτουν δημόσιες συμβάσεις προσφεύγοντας στη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση.
2. Η διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση μπορεί να χρησιμοποιείται για δημόσιες συμβάσεις έργων, προμηθειών και υπηρεσιών σε οποιαδήποτε από τις κατωτέρω περιπτώσεις: […]
γ) στο μέτρο που είναι απολύτως απαραίτητο, εάν λόγω κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα απρόβλεπτα για την αναθέτουσα αρχή, δεν είναι δυνατή η τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται για τις ανοικτές, κλειστές ή ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση. Οι περιστάσεις που επικαλούνται οι αναθέτουσες αρχές για την αιτιολόγηση της κατεπείγουσας ανάγκης δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να απορρέουν από δική τους ευθύνη».
8. Άρθρο 136 του Ν. 4251/2014 (Α’ 80)
Εξουσιοδοτικές διατάξεις
« 1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών και Εσωτερικών καθορίζονται τα ειδικά δικαιολογητικά ανά κατηγορία εθνικής θεώρησης και τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την έκδοση των αντίστοιχων αδειών διαμονής.
2. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών μπορεί να καθορίζονται ζητήματα που αφορούν τον τύπο και το περιεχόμενο των αιτήσεων, τη διαδικασία επίδοσης των αδειών διαμονής στους δικαιούχους, καθώς και τον τύπο της βεβαίωσης κατάθεσης αίτησης του άρθρου 8.
3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και Υγείας καθορίζεται το σύνολο των κινδύνων που θα πρέπει να καλύπτονται, κατ` αναλογία με τους ημεδαπούς, προκειμένου να διαθέτουν πλήρη ασφάλιση ασθένειας πολίτες τρίτων χωρών που μπορούν να ασφαλίζονται σε ιδιωτικούς ασφαλιστικούς φορείς.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, Υγείας και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται ειδικότερα ζητήματα σχετικά με τη διαδικασία καθορισμού του όγκου εισδοχής πολιτών τρίτων χωρών και τη διαδικασία μετάκλησης για εξαρτημένη εργασία, εποχική απασχόληση, απασχόληση αλιεργατών και υψηλής ειδίκευσης.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθορίζονται τα δικαιολογητικά τα οποία θα πρέπει να υποβάλει κάθε εργοδότης, ο οποίος επιθυμεί να προσλάβει προσωπικό για εποχική εργασία ή ως αλιεργάτες, με βάση τις θέσεις εργασίας οι οποίες περιλαμβάνονται στην κοινή υπουργική απόφαση του άρθρου 11.
6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας καθορίζεται ο ελάχιστος αριθμός ημερομισθίων ή το ελάχιστο χρονικό διάστημα ασφάλισης, ανά ασφαλιστικό φορέα, όπου αυτό απαιτείται για την ανανέωση των αδειών διαμονής του παρόντος, τα απαιτούμενα, κατά περίπτωση, αποδεικτικά, καθώς και κάθε σχετικό θέμα.
7. Οπου στις διατάξεις του παρόντος και στις σχετικές κανονιστικές ρυθμίσεις προβλέπεται ως προϋπόθεση η διάθεση επαρκών πόρων, το ύψος τούτων, η αναπροσαρμογή τους και ο τρόπος απόδειξης καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας.
8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη καθορίζεται το ύψος της δαπάνης της επαναπροώθησης και των κάθε μορφής εξόδων επιστροφής, καθώς και η διαδικασία απόδοσης του ποσού της σχετικής εγγυητικής επιστολής σε περίπτωση κατάπτωσης της υπέρ του Δημοσίου, από το οικείο πιστωτικό ίδρυμα ή το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων στον Κρατικό Προϋπολογισμό.
9. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών μπορεί να καθορίζονται και άλλες κατηγορίες αδειών πολιτών τρίτων χωρών, καθώς και οι ειδικότερες προϋποθέσεις, η διαδικασία και ο τύπος της άδειας διαμονής για την υπαγωγή στις διατάξεις του παρόντος Κώδικα.
10. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών, όπου τούτο απαιτείται, μπορεί να ρυθμίζεται κάθε ειδικό θέμα που αναφέρεται στην εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα αυτού.
11. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, καθορίζεται το αρμόδιο όργανο και η διαδικασία βεβαίωσης των προστίμων του Κώδικα αυτού.
12. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Οικονομίας Ανάπτυξης και Τουρισμού καθορίζεται το απαιτούμενο ελάχιστο ύψος και τα χαρακτηριστικά της επένδυσης για την υπαγωγή στις διατάξεις του Κεφαλαίου Α` του άρθρου 16 του παρόντος, ο ανώτατος αριθμός αδειών διαμονής σε πολίτες τρίτων χωρών για την υλοποίηση και λειτουργία της επένδυσης, αναλόγως του ύψους και των χαρακτηριστικών αυτής, τα δικαιολογητικά που συνοδεύουν την αίτηση της παραγράφου Α.3 του ανωτέρου άρθρου, ο τρόπος παρακολούθησης της τήρησης των όρων και προϋποθέσεων όσον αφορά την επενδυτική δραστηριότητα, καθώς κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή του Κεφαλαίου Α` του άρθρου 16.
13. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Εξωτερικών και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, καθορίζονται τα έγγραφα, με τα οποία πρέπει να εφοδιάζονται οι πολίτες τρίτων χωρών που στερούνται ταξιδιωτικών εγγράφων και δεν καθίσταται δυνατός ο έγκαιρος εφοδιασμός τους από τις διπλωματικές αρχές της χώρας τους.
14. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Εξωτερικών και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, ορίζονται τα κριτήρια ένταξης που απαιτούνται κατά την εξέταση αιτημάτων οικογενειακής επανένωσης-
15. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών μπορεί να καθορίζεται διαφορετικά η διαδικασία καταβολής των παραβόλων του άρθρου 132.
16. Με απόφαση του Υπουργού Εξωτερικών καθορίζονται τα γενικά δικαιολογητικά και η διαδικασία χορήγησης των θεωρήσεων εισόδου μακράς διάρκειας.
17. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας καθορίζονται οι λόγοι που συνιστούν απειλή για τη δημόσια υγεία, καθώς και οι λοιμώδεις, μεταδοτικές ή παρασιτικές ασθένειες οι οποίες επιβάλλουν τη λήψη μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας.
18. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εξωτερικών και Οικονομικών είναι δυνατόν να διαφοροποιούνται τα προξενικά τέλη ανάλογα με τα κράτη στα οποία εδρεύουν οι προξενικές αρχές και τα προξενικά γραφεία.
19. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Εξωτερικών, καθορίζονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, η διαδικασία χορήγησης εθνικών θεωρήσεων εισόδου και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια που αφορά στην οικογενειακή επανένωση δικαιούχων διεθνούς προστασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.δ. 131/2006, όπως ισχύει.
20. Με απόφαση του Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής, δύνανται να ανακαθορίζονται οι αρμόδιες αρχές έκδοσης των αδειών διαμονής των πολιτών τρίτων χωρών που χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Με την ίδια απόφαση ορίζονται οι λεπτομέρειες, ειδικότερα ζητήματα για την εφαρμογή της, καθώς και ζητήματα που σχετίζονται με την εξέταση των εκκρεμών αιτημάτων».
9. Άρθρο 1 παρ. 10 του Ν. 4018/2011 (Α’ 215)
«10. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και του, κατά περίπτωση, αρμοδίου Υπουργού, δύναται να ανατεθεί και σε δημόσιο φορέα η εκτύπωση των αδειών διαμονής ενιαίου τύπου πολιτών τρίτων χωρών, υπό τη μορφή αυτοτελούς εγγράφου, της παρ. 1, που εκδίδονται από την αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Εσωτερικών και τις Υπηρεσίες Αλλοδαπών και Μετανάστευσης των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων της Χώρας. Με την ανωτέρω απόφαση καθορίζονται επίσης οι προδιαγραφές ασφάλειας των ως άνω αδειών, κατ εφαρμογή των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) 1030/2002, όπως τροποποιήθηκε από τον Κανονισμό (ΕΚ) 380/2008, καθώς και θέματα σχετικά με την προμήθεια των εντύπων και του λοιπού αναγκαίου υλικού, τη διαδικασία εκτύπωσης, τη διαβίβαση τους από και προς τις αρμόδιες υπηρεσίες, καθώς και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εσωτερικών καθορίζεται τέλος, το οποίο αποτελεί έσοδο του Δημοσίου και καταβάλλεται από τον υπήκοο τρίτης χώρας κατά την παραλαβή της άδειας διαμονής, ανεξάρτητα από την ειδικότερη κατηγορία αυτής, αντιστοιχεί δε στο κόστος προμήθειας, εκτύπωσης, ασφαλούς διακίνησης και διαχείρισης της κάρτας, καθώς και κάθε άλλης σχετικής δαπάνης. Το τέλος είναι ανεξάρτητο από τα παράβολα του άρθρου 92 του ν. 3386/2005 (Α 212), το δε ύψος αυτού, καθώς και οι λεπτομέρειες είσπραξης και εμφάνισης του στα έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού καθορίζονται με την ίδια απόφαση».
10. Άρθρο 14 παρ. 10 του Ν. 4332/2015 (Α’ 76)
«10.Τα Ν.Π.Δ.Δ., οι Ο.Τ.Α. α και β βαθμού, στα διοικητικά όρια των οποίων λειτουργούν Κέντρα Πρώτης Υποδοχής (ΚΕ.Π.Υ.), Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Υ.Τ.) και Ανοιχτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής και Φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών ή διαθέτουν χώρους για την κάλυψη έκτακτων αναγκών στέγασης και προσωρινής φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών, καθώς και οι φορείς των Ο.Τ.Α. αυτών, δύνανται για την αντιμετώπιση έκτακτων και επειγουσών αναγκών, κατά παρέκκλιση κάθε αντίθετης διάταξης, να προβαίνουν σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες και να συνάπτουν με τρίτους συμβάσεις εκτέλεσης έργων, παροχής υπηρεσιών, προμήθειας αγαθών ή μισθώσεων κινητών και ακινήτων σε ό,τι αφορά την υποδοχή και φιλοξενία νεοεισερχόμενων πολιτών τρίτων χωρών αποκλειστικά για την κάλυψη αναγκών προσωρινής στέγασης, τη λειτουργία των ανωτέρω εγκαταστάσεων, τη μεταφορά από τα σημεία άφιξης ή προσωρινής διαμονής προς ή από τις προσωρινές ή μόνιμες εγκαταστάσεις φιλοξενίας, οι οποίες βρίσκονται εντός και εκτός των γεωγραφικών τους ορίων, τη σίτιση, την άμεση ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, τα έξοδα ταφής, την διαχείριση ανθρωπιστικής βοήθειας και κάθε προσφοράς σε χρήμα ή είδος, την διαχείριση, μεταφορά, αποθήκευση και διανομή αυτής, καθώς και κάθε άλλη απολύτως αναγκαία για την εξυπηρέτηση των ανωτέρω σκοπών δαπάνη.
Για την αποθήκευση και διανομή των ανωτέρω ειδών πρώτης ανάγκης οι Περιφέρειες, δύνανται να συστήνουν Κέντρα αποθήκευσης και διανομής, σε συνεργασία και με άλλους δημόσιους φορείς, με απόφαση του Περιφερειάρχη ή με κοινή απόφαση με το αρμόδιο για τη διοίκηση του έτερου φορέα οργάνου, στην οποία θα καθορίζονται οι όροι λειτουργίας τους. Τα Κέντρα αυτά μπορούν να στελεχώνονται με υπαλλήλους των ανωτέρω φορέων.
Η διαδικασία σύναψης των συμβάσεων των προηγούμενων εδαφίων, καθώς και των αντίστοιχων συμβάσεων των Υπουργείων και των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων δύναται, για λόγους κατεπείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης, λαμβανομένων υπόψιν και λόγων δημόσιας τάξης, οι οποίοι ειδικώς αιτιολογούνται, να διενεργείται κατόπιν διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης της εθνικής νομοθεσίας, με την επιφύλαξη εφαρμογής της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις δημόσιες συμβάσεις.
Μέχρι τις 31.12.2018 οι συμβάσεις αυτές θεωρούνται ότι καλύπτουν την προϋπόθεση των σχετικών διατάξεων περί συνδρομής έκτακτης και κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα απρόβλεπτα για τις αναθέτουσες αρχές που δεν απορρέουν από δική τους ευθύνη κατά παρέκκλιση της υποπερίπτωσης δδ` της περίπτωσης γ`, της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 4013/2011 (Α`204).
Οι ανωτέρω δαπάνες, καταβάλλονται από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού των ανωτέρω κατά περίπτωση αρμόδιων φορέων ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του οικείου οργάνου. Με αποφάσεις των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομικών και Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, είναι δυνατή η κατανομή ποσών στους ανωτέρω φορείς, από πιστώσεις είτε του Τακτικού Προϋπολογισμού είτε του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, είτε από οποιαδήποτε άλλη πηγή χρηματοδότησης για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης, προκειμένου να καλυφθούν αποκλειστικά και μόνο οι δαπάνες για τις δράσεις που αναλαμβάνονται στο πλαίσιο της παραγράφου αυτής. Κατά την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 26 και 30 του ν. 4251/ 2014».
ΙV. Επί της σκοπιμότητας, της νομιμότητας και του περιεχομένου των προτεινόμενων ρυθμίσεων
Άρθρο 1 του σχεδίου νόμου
Με την υπό εξέταση διάταξη προτείνεται από το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής η τροποποίηση της παρ. 9 του άρθρου 17 του ν. 4375/2016, κατά τρόπο που, κατά τα αναγραφόμενα στην συνυποβληθείσα αιτιολογική έκθεση, να «ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν στην δυνατότητα μίσθωσης ακινήτων συνεργασιών ανάμεσα σε δημόσιες υπηρεσίες για την έκδοση βεβαίωσης καταλληλότητας, καθώς και μίσθωσης ακινήτων και από νεοσύστατη Διεύθυνση Προστασίας Αιτούντων Άσυλο».
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, «Η ισχύουσα νομοθεσία (ν.4375/2016 και π.δ. 122/2017) συνέβαλε σημαντικά στη διαχείριση της οξυμένης προσφυγικής κρίσης και απεδείχθη ιδιαίτερα χρήσιμη υπό τις τότε συνθήκες. Κατά την πορεία όμως της εφαρμογής της, καταδείχθηκαν τα όριά της που δεν ήταν εύκολο να προβλεφθούν εξ αρχής. Επιπλέον, η εφαρμογή του νέου Δημόσιου Λογιστικού (ν.4270/2014 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει) και προπάντων, το νέο πλαίσιο για τις δημόσιες συμβάσεις που ψηφίστηκε μεταγενέστερα (ν. 4412/2016), έχουν συνδυαστικά αναδείξει μια σειρά κρίσιμων προϋποθέσεων για τις διαδικασίες προμηθειών διαφόρων υπηρεσιών καθώς και για την εκκαθάριση και αποπληρωμή τους. Η πρόσφατη όξυνση της προσφυγικής κρίσης που είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των μεταναστευτικών-προσφυγικών ροών, σε επίπεδα που υπερβαίνουν τα όρια των δυνατοτήτων των περιφερειακών υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης - ΚΥΤ), οδήγησαν την κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής στην ανάληψη πρωτοβουλιών προς το σκοπό βελτίωσης των συνθηκών στα νησιά όπου λειτουργού ΚΥΤ, δηλαδή στη Λέσβο, Χίο, Σάμο, Λέρο και Κω. Οι πρωτοβουλίες αυτές συνετέλεσαν στην σχετική αποφόρτιση των ΚΥΤ, μέσω της μετακίνησης προσφύγων-μεταναστών σε μισθωμένα καταλύματα στην ενδοχώρα, κατέδειξαν όμως, σε συνδυασμό με τις ρυθμίσεις τόσο του Δημόσιου Λογιστικού όσο και της νομοθεσίας για τις Δημόσιας Συμβάσεις, τα κενά που υπάρχουν. Με το παρόν σχέδιο νόμου επιδιώκεται η βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου, προκειμένου η διαδικασία στο σύνολό της (ήτοι ανάληψη πρωτοβουλίας, πρόσκληση, κατάρτιση σύμβασης μίσθωσης, παρακολούθηση εκτέλεσης σύμβασης, εκκαθάριση και αποπληρωμή) να καταστεί λειτουργική […]».
Καταρχάς σημειώνεται ότι, κατά το μέρος που η προτεινόμενη προς τροποποίηση διάταξη αναφέρεται σε συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο τη «μίσθωση ακινήτων», δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Αρχής να διατυπώσει σχετική γνώμη, καθώς η περίπτωση αυτή εξαιρείται ρητώς του πεδίου εφαρμογής των δημοσίων συμβάσεων (βλ. άρθρο 2 παρ. 1 του ν. 4013/2011, όπως ισχύει, σε συνδυασμό με το άρθρο 10 περ. α’ του ν. 4412/2016 που αναφέρει ότι: «Το παρόν Βιβλίο (άρθρα 3 έως 221) δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών οι οποίες: α) έχουν ως αντικείμενο την αγορά ή μίσθωση, με οποιουσδήποτε χρηματοδοτικούς όρους, γης ή υφισταμένων κτισμάτων ή άλλων ακινήτων ή αφορούν δικαιώματα επ’ αυτών»).
Ωστόσο, επισημαίνεται ότι από τo κείμενο της προτεινόμενης ρύθμισης και από τα συνυποβληθέντα έγγραφα (αιτιολογική έκθεση, διαβιβαστικό έγγραφο του Γραφείου Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής) δεν παρατίθενται στοιχεία και δεν διευκρινίζεται εάν τυχόν η αναφερόμενη στη διάταξη «μίσθωση κατάλληλων ιδιωτικών ακινήτων» μπορεί να περιλαμβάνει και μίσθωση ξενοδοχειακών μονάδων/καταλυμάτων ή/και άλλου είδους ξενοδοχειακές υπηρεσίες. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, πρόκειται για δημόσια σύμβαση υπηρεσιών, στην οποία έχει αρμοδιότητα η Αρχή να διατυπώσει γνώμη και εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του ν. 4412/2016. Κρίνεται σκόπιμο να διευκρινιστεί το ως άνω σημείο στην προτεινόμενη διάταξη ή/και στην αιτιολογική αυτής έκθεση.
Σε κάθε περίπτωση, από την προτεινόμενη διατύπωση στις υπό τροποποίηση διατάξεις στο άρθρο 1 του σ/ν («δύναται να χρησιμοποιείται κάθε κατάλληλη εγκατάσταση για τη διεξαγωγή ενεργειών υποδοχής και ταυτοποίησης ή παροχής προσωρινής φιλοξενίας, να δημιουργούνται προσωρινές εγκαταστάσεις […], «δύναται να ανατίθεται η δημιουργία, μίσθωση, υποστήριξη, στελέχωση, διαχείριση, εποπτεία ή παρακολούθηση των εγκαταστάσεων ή των μισθωμένων ακινήτων σε άλλους φορείς του Δημοσίου ή ιδιωτικούς [..]») δημιουργείται αμφιβολία και θα πρέπει να αποσαφηνιστεί εάν - όντως - οι διατάξεις αναφέρονται σε δημόσια σύμβαση και σε διαδικασίες ανάθεσής της, όπως καταρχάς διαφαίνεται από τη διατύπωσή τους. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, διαπιστώνεται ασάφεια των υπό εξέταση διατάξεων, καθώς δεν προκύπτει το αντικείμενο, ο σκοπός, οι έννομες συνέπειές τους και η διαδικασία με βάση την οποία πρόκειται να εφαρμοστούν/υλοποιηθούν (με ή χωρίς αντάλλαγμα, τυχόν προσδιορισμός της αξίας αυτού, υλοποίηση μέσω προγραμματικής σύμβασης ή όχι, κλπ).
Ως εκ τούτου, προκειμένου να μην προκαλείται σύγχυση και ανασφάλεια δικαίου, πρέπει να διευκρινιστεί ρητώς εάν η προτεινόμενη διάταξη εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4412/2016 και εάν πρόκειται να υλοποιηθεί μέσω δημόσιας σύμβασης. Η ανωτέρω σκέψη ενισχύεται λόγω της ρητής αναφοράς που εμπεριέχεται στην αιτιολογική έκθεση σχετικά με νέο νομοθετικό πλαίσιο περί δημοσίων συμβάσεων (ν. 4412/2016), τα κενά που υπάρχουν και τα προβλήματα που στοχεύει να αντιμετωπίσει το σ/ν.
Στην περίπτωση, λοιπόν, που πρόκειται για δημόσια σύμβαση, πρέπει να γίνει ρητή παραπομπή στο ν. 4412/2016 και στην εφαρμογή των κανόνων αυτού («εφαρμοζομένων, κατά τα λοιπά, των διατάξεων του ν. 4412/2016»). Επίσης, οι προτεινόμενες διατάξεις θα πρέπει ενδεχομένως να συσχετιστούν με το άρθρο 3 παρ. 5 ή με το άρθρο 12 του νόμου αυτού («δημόσιες συμβάσεις μεταξύ φορέων του δημοσίου τομέα»), με την έννοια ότι η μεταβίβαση εξουσιών και αρμοδιοτήτων για την εκτέλεση σκοπών δημοσίου συμφέροντος μεταξύ αναθετουσών αρχών (άρθρο 3 παρ. 5) ή η συνεργασία μεταξύ φορέων του δημοσίου τομέα (άρθρο 12 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ) προβλέπονται επίσης από τις διατάξεις του ν. 4412/2016.
Σε περίπτωση που πρόκειται για δημόσια σύμβαση και, με τις προτεινόμενες διατάξεις, σκοπείται τυχόν παρέκκλιση από το ν. 4412/2016, πρέπει να αναφέρεται ρητώς από ποιες διατάξεις προτείνεται παρέκκλιση και να εξεταστεί η συμβατότητα αυτών με το ενωσιακό δίκαιο. Σημειωτέον ότι, το προαναφερθέν άρθρο 12 του ν. 4412/2016 έχει ενσωματώσει στο ελληνικό δίκαιο τις αντίστοιχες διατάξεις του άρθρου 12 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ, το οποίο το καθιστά διάταξη δεσμευτικής ισχύος, προερχόμενης από το ενωσιακό δίκαιο, από την οποία ο εθνικός νομοθέτης θα μπορούσε – τυχόν - να παρεκκλίνει μόνο για τις συμβάσεις κάτω των ορίων των Οδηγιών.
Σε ό,τι αφορά την αναδρομική διάταξη που εισάγεται με το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 1 του σ/ν, διαπιστώνεται αντίστοιχη (με τα προαναφερθέντα) ασάφεια ως προς τον σκοπό και το αντικείμενο αυτής, καθώς επίσης και σχετικά με το εάν (και για ποιον λόγο) η αναδρομικότητα αφορά μόνο στις συμβάσεις του τελευταίου εδαφίου ή του συνόλου του άρθρου. Επιπροσθέτως, ενώ στο τελευταίο εδάφιο αναφέρεται ότι «στις περιπτώσεις που αρμόδια για την παροχή υπηρεσιών φιλοξενίας είναι η Διεύθυνση Προστασίας Αιτούντων Άσυλο του άρθρου 23 του π.δ. 122/2017», δεν προκύπτει με σαφήνεια προς ποια αντίστοιχη Υπηρεσία/Διεύθυνση της πρώτης υποπαραγράφου του άρθρου 1 αντιδιαστέλλεται.
Τέλος, επισημαίνεται ότι δεν προκύπτει με σαφήνεια εάν η έκδοση της - προβλεπόμενης με τις προτεινόμενες διατάξεις - ΥΑ Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής και της ΚΥΑ Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής και κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού πρόκειται να λάβει τον χαρακτήρα κανονιστικής ή ατομικής διοικητικής πράξης. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, σε περίπτωση που οι ανωτέρω πράξεις καταστούν κανονιστικού περιεχομένου και κατά το μέρος που ρυθμίζουν θέματα δημοσίων συμβάσεων, πρέπει, προ της έκδοσης τους, εφόσον ρυθμίζουν θέματα δημοσίων συμβάσεων κατά τα ανωτέρω, να αποσταλούν στην Αρχή για έκδοση σύμφωνης γνώμης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ’ υποπερ. γγ’ του ν. 4013/2011.
Άρθρο 2 παρ. 1 του σχεδίου νόμου
Με την υπό εξέταση διάταξη προτείνεται από το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής η προσθήκη εδαφίου στο τέλος της περίπτωσης α’ της παρ. 4 του άρθρου 18 του π.δ. 122/2017: «Σε όλες τις υποπεριπτώσεις της παρούσας (παραγράφου), στην έννοια “προμήθεια υπηρεσιών” συμπεριλαμβάνονται και οι μισθώσεις ιδιωτικών ακινήτων, για την εκπλήρωση της αποστολής του Υπουργείου». Σύμφωνα δε με τη συνυποβληθείσα αιτιολογική έκθεση, στο άρθρο 2 του σχεδίου νόμου «αποτυπώνονται οι προσθήκες στο θεσμικό πλαίσιο εντός του οργανισμού του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής (π.δ. 122/2017), με τις κατάλληλες αναθέσεις αρμοδιοτήτων».
Καταρχάς επισημαίνεται ότι, μολονότι πρόκειται για προτεινόμενες «εσωτερικές» τροποποιήσεις εντός του Οργανισμού του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής (π.δ. 122/2017), η Αρχή οφείλει να διατυπώσει γνώμη, αν μη τι άλλο, κατά το μέρος που αφορά στην εφαρμογή της κείμενης νομοθεσίας περί δημοσίων συμβάσεων. Συγκεκριμένα:
Στην παρ. 4 του άρθρου 18 του π.δ. 122/2017 περιλαμβάνονται οι αρμοδιότητες των Τμημάτων που υπάγονται στη Διεύθυνση Τεχνικής Υποστήριξης και Προμηθειών του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής. Με την προτεινόμενη διάταξη φαίνεται να σκοπείται η επέκταση των αρμοδιοτήτων του Τμήματος Προμηθειών της ως άνω Διεύθυνσης και στην προετοιμασία, ανάθεση και εκτέλεση των συμβάσεων μίσθωσης ιδιωτικών ακινήτων. Τούτο ωστόσο επιχειρείται να επιτευχθεί μέσω της διεύρυνσης της έννοιας της «δημόσιας σύμβασης προμήθειας αγαθών» ή της «δημόσιας σύμβασης παροχής υπηρεσιών» (προφανώς εκ παραδρομής, στην προτεινόμενη διάταξη, γίνεται αναφορά σε «προμήθεια υπηρεσιών» η οποία δεν είναι δόκιμη στο πεδίο των δημοσίων συμβάσεων). Καθώς ο εθνικός νομοθέτης επέλεξε οι μισθώσεις ακινήτων να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του ν. 4412/2016 και να εφαρμόζεται στην περίπτωση αυτών των συμβάσεων ειδικό νομοθετικό και κανονιστικό καθεστώς προτείνεται, για την αποφυγή οιασδήποτε σύγχυσης σχετικά με το νομοθετικό πλαίσιο και τις διαδικασίες του ν. 4412/2016, η ρητή συμπερίληψη, στις αρμοδιότητες του Τμήματος Προμηθειών, της αρμοδιότητας σχετικά με τις μισθώσεις ακινήτων, αλλά με το ισχύον γι’ αυτές νομοθετικό καθεστώς περί μισθώσεων ακινήτων.
Άρθρο 3 παρ. 7 του σχεδίου νόμου
Με την υπό εξέταση προτεινόμενη διάταξη, προστίθεται παράγραφος 21 στο άρθρο 136 του ν. 4251/2014 (Α’ 80), σύμφωνα με την οποία με απόφαση του Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής μπορεί να χαρακτηρίζεται ως απόρρητη η προμήθεια και η εκτύπωση των εντύπων βεβαιώσεων κατάθεσης αίτησης για τη χορήγηση άδειας διαμονής, που χορηγούνται σύμφωνα με το άρθρο 8 του ιδίου νόμου, καθώς και των ειδικών βεβαιώσεων νόμιμης διαμονής που χορηγούνται σύμφωνα με το άρθρο 25 αυτού.
Σύμφωνα με την συνυποβληθείσα αιτιολογική έκθεση, «με τη νέα εξουσιοδοτική διάταξη παρέχεται η δυνατότητα χαρακτηρισμού ως απόρρητης της προμήθειας και της εκτύπωσης των εντύπων των προσωρινών τίτλων διαμονής, δηλαδή (α) των βεβαιώσεων κατάθεσης αίτησης, οι οποίες εκτυπώνονται σήμερα από το Ίδρυμα Εκτύπωσης Τραπεζογραμματίων και Αξιών (Ι.Ε.Τ.Α.) της Τράπεζας της Ελλάδος και (β) των ειδικών βεβαιώσεων νόμιμης διαμονής. Οι εν λόγω τίτλοι διαμονής πρέπει να πληρούν υψηλές και αξιόπιστες προδιαγραφές ασφαλείας, για την αποτροπή της παραποίησης ή πλαστογράφησής τους, γεγονός το οποίο επιβάλλεται για την προστασία ουσιωδών συμφερόντων της ασφάλειας της Χώρας». Με την ως διατύπωση φαίνεται, πάντως, να χαρακτηρίζεται η συγκεκριμένη σύμβαση ως απόρρητη δια νόμου.
Ως προς την προτεινόμενη διάταξη, σημειώνεται καταρχάς ότι πρέπει να αποσαφηνιστεί κατά πόσον αναφέρεται ή όχι σε δημόσια σύμβαση. Και τούτο, διότι φαίνεται να αφορά, μεταξύ άλλων, σε υπηρεσίες εκτύπωσης, οι οποίες - κατά κανόνα - ανατίθενται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4412/2016.
Επί των ανωτέρω, επισημαίνεται ότι ο χαρακτηρισμός μιας σύμβασης ως απόρρητης (εν προκειμένω της προμήθειας και εκτύπωσης των εντύπων βεβαιώσεων κατάθεσης αίτησης και των ειδικών βεβαιώσεων νόμιμης διαμονής) συνεπάγεται ότι αυτή εξαιρείται από την εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4412/2016. Στο σημείο αυτό, δέον όπως τονιστεί η διάκριση μεταξύ αφενός του χαρακτηρισμού μιας σύμβασης ως απόρρητης (ως προς τη διαδικασία σύναψης, την εκτέλεση αυτής, κ.α.) και αφετέρου των δεδομένων/στοιχείων που εμπεριέχονται σε αυτήν τα οποία δύναται να περιέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες, ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, κλπ. Επιπλέον, πριν από τον χαρακτηρισμό της σύμβασης ως απόρρητης, θα πρέπει να εξετασθούν οι διατάξεις του άρθρου 53 του ν. 4412/2016 που αφορούν στον τρόπο με τον οποίο διατυπώνονται οι τεχνικές προδιαγραφές (πχ με αναφορά σε λειτουργικές απαιτήσεις), όπως και το άρθρο 21 του νόμου αυτού που αφορά στην εμπιστευτικότητα τυχόν πληροφοριών στο πλαίσιο διαδικασιών ανάθεσης και εκτέλεσης σύμβασης.
Στο βαθμό που, με την προτεινόμενη διάταξη, με απόφαση του Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής δύναται να χαρακτηριστεί μια σύμβαση ως απόρρητη, θα πρέπει αφενός η σχετική απόφαση να είναι επαρκώς προς τούτο τεκμηριωμένη και αφετέρου να έχουν ληφθεί προηγουμένως υπόψη οι σχετικές διατάξεις του άρθρου 15 παρ. 3 του ν. 4412/2016 (: «Όταν η διαδικασία σύναψης και η εκτέλεση της δημόσιας σύμβασης ή του διαγωνισμού μελέτης κηρύσσεται απόρρητη ή πρέπει να συνοδεύεται από ειδικά μέτρα ασφαλείας, σύμφωνα με τις διατάξεις της εκάστοτε ισχύουσας εθνικής νομοθεσίας, ιδίως δε τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 35 του ν. 3978/2011 (Α΄ 137) και της απόφασης με αριθμ. 838/39/461322/14.8.2008 του Υπουργού Εσωτερικών (Β΄ 1632) το παρόν Βιβλίο δεν εφαρμόζεται, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα κρίνει ότι τα εν λόγω ουσιώδη συμφέροντα δεν μπορούν να διασφαλιστούν με λιγότερο δραστικά μέτρα, όπως αυτά που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2, όπως δηλαδή με την επιβολή απαιτήσεων για την προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών που η αναθέτουσα αρχή καθιστά διαθέσιμες σε μία διαδικασία ανάθεσης σύμβασης, κατά τα προβλεπόμενα στο ν. 4412/2016.
Τέλος, δεδομένου ότι μια αναθέτουσα αρχή δύναται – ούτως ή άλλως – να χαρακτηρίσει μια σύμβαση ως απόρρητη, υπό τις προϋποθέσεις της κείμενης νομοθεσίας, επισημαίνεται ότι η προτεινομένη διάταξη φαίνεται να τίθεται εκ του περισσού και προτείνεται να αποσαφηνιστεί η σκοπιμότητα που εξυπηρετεί στην αιτιολογική έκθεση αυτής.
Άρθρο 4 του σχεδίου νόμου
Με την προτεινόμενη διάταξη του άρθρου 4 του σχεδίου νόμου αντικαθίσταται η παράγραφος 10 του άρθρου 1 του ν. 4018/2011 (Α’ 215).
Όπως αντίστοιχα αναφέρθηκε και στις παρατηρήσεις της Αρχής επί του άρθρου 1 του σ/ν, στις οποίες γίνεται παραπομπή, προς αποφυγή άσκοπων επαναλήψεων, η προτεινόμενη διατύπωση «με κοινή απόφαση των Υπουργών […] δύναται να ανατεθεί και σε δημόσιο φορέα η εκτύπωση των τίτλων διαμονής πολιτών τρίτων χωρών[…] Με την ανωτέρω απόφαση καθορίζονται επίσης […] θέματα σχετικά με την προμήθεια των εντύπων και του λοιπού αναγκαίου υλικού, τη διαδικασία εκτύπωσης, τη διαβίβασή τους από και προς τις αρμόδιες υπηρεσίες, καθώς και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα» δεν είναι σαφές αν αναφέρεται σε ανάθεση δημόσιας σύμβασης, χωρίς ωστόσο να προκύπτει ο τρόπος και η διαδικασία με την οποία πρόκειται να υλοποιηθεί ή σε ρύθμιση μεταβίβασης εξουσιών και αρμοδιοτήτων για την εκτέλεση σκοπών δημοσίου συμφέροντος Ως εκ τούτου, προκειμένου να μην προκαλείται σύγχυση και ανασφάλεια δικαίου, προτείνεται η ρητή παραπομπή, (έστω στην αιτιολογική έκθεση) στην εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4412/2016 και η συσχέτιση είτε με το άρθρο 3 παρ. 5 είτε με το άρθρο 12 του νόμου αυτού, κατά τα αναλυτικώς αναφερόμενα στις παρατηρήσεις της Αρχής επί του άρθρου 1 του σ/ν.
Άρθρο 5 παρ. 2 του σχεδίου νόμου
Με την προτεινόμενη διάταξη προστίθεται άρθρο 24Α στο τέλος του Μέρους Α’ του ν. 4540/2018 (Α’ 91), στο οποίο εμπεριέχονται, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση αυτού, «ρυθμίσεις αναγκαίες για την υλοποίηση του Μέρους Α΄ του ν. 4540/2018. Συγκεκριμένα με υπουργική απόφαση ρυθμίζονται λεπτομέρειες για την παροχή συνθηκών υποδοχής, γενικών και υλικών, σε πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς αιτούντες διεθνή προστασία. Ομοίως με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Μεταναστευτικής Πολιτικής και Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ρυθμίζονται λεπτομέρειες για την παροχή συνθηκών υποδοχής σε ανηλίκους πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς, αιτούντες ή μη διεθνή προστασία, ασυνόδευτους η μη».
Από το περιεχόμενο της προτεινόμενης ρύθμισης δεν προκύπτει με σαφήνεια εάν οι κανονιστικές πράξεις που θα εκδοθούν, πρόκειται να περιλαμβάνουν και θέματα που άπτονται ζητημάτων δημοσίων συμβάσεων. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να ειπωθεί, με βάση τα προαναφερθέντα στις παρατηρήσεις της Αρχής επί του άρθρου 1 του σ/ν, ιδίως λόγω της διατύπωσης των σημείων γ’ και η’ της παρ. 1 της υπό εξέταση ρύθμισης: «καθορίζεται κάθε σχετικό θέμα με: […] γ. τη μίσθωση καταλυμάτων, τις τεχνικές προδιαγραφές, τις εγκαταστάσεις και τον απαραίτητο εξοπλισμό τους, […] η. την παροχή υπηρεσιών υποδοχής – υλικών και γενικών – στους διαμένοντες σε θέσεις στέγασης».
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, εφόσον και κατά το μέρος που ιδίως η πρώτη εκ των ως άνω κανονιστικών πράξεων ρυθμίζει θέματα δημοσίων συμβάσεων, πρέπει, προ της έκδοσης της, εφόσον ρυθμίζει θέματα δημοσίων συμβάσεων, να αποσταλεί στην Αρχή για έκδοση σύμφωνης γνώμης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ’ υποπερ. γγ’ του ν. 4013/2011.
Άρθρο 6 του σχεδίου νόμου
Σύμφωνα με τη συνυποβληθείσα αιτιολογική έκθεση, «με το άρθρο 6 του σ/ν τακτοποιούνται διάφορες οικονομικές εκκρεμότητες, οι οποίες προέκυψαν από την απαίτηση ταχείας ανταπόκρισης των υπηρεσιών του Υπουργείου (Μεταναστευτικής Πολιτικής) στη διαρκώς εξελισσόμενη πραγματικότητα».
Με την επιφύλαξη του ότι δεν διευκρινίζεται στην προτεινόμενη διάταξη το είδος των μισθώσεων στις οποίες αναφέρεται (κινητών ή/και ακινήτων), στο βαθμό που ενδέχεται να αφορά και σε δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, η Αρχή εκφράζει την άποψη ότι η τακτική της νομιμοποίησης δαπανών πρέπει πάντοτε να εξετάζεται υπό το πρίσμα των διατάξεων του Δημοσίου Λογιστικού και της εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος. Κατά δε το μέρος που η διάταξη - τυχόν - αναφέρεται μόνο σε μισθώσεις ακινήτων, δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Αρχής να διατυπώσει σχετική γνώμη, καθώς η περίπτωση αυτή εξαιρείται ρητώς του πεδίου εφαρμογής των δημοσίων συμβάσεων, όπως προαναφέρθηκε στις παρατηρήσεις της Αρχής επί του άρθρου 1 του σ/ν.
Άρθρο 7 παρ. 1 του σχεδίου νόμου
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του άρθρου 7 του σ/ν, «παρατείνεται κατά ένα (1) έτος, έως τις 31.12.2019, η εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 14 παρ. 10 του ν. 4332/2015 (Α’ 76), […] με τις οποίες επιτρέπεται, κατά παρέκκλιση της κείµενης νοµοθεσίας, η σύναψη δημοσίων συμβάσεων από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς (Υπουργεία, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. κ.λπ.), για την κάλυψη των αναγκών µεταναστών και προσφύγων (στέγαση, σίτιση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, κ.λπ.) […]».
Πιο συγκεκριμένα, με την προτεινόμενη ρύθμιση παρατείνεται κατά ένα έτος, μέχρι τις 31.12.2019, η δυνατότητα που προβλέπεται στο άρθρο 14 παρ. 10 του ν. 4332/2015, για τα Ν.Π.Δ.Δ., τους Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού, στα διοικητικά όρια των οποίων λειτουργούν Κέντρα Πρώτης Υποδοχής (ΚΕ.Π.Υ.), Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Υ.Τ.) και Ανοιχτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής και Φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών ή διαθέτουν χώρους για την κάλυψη έκτακτων αναγκών στέγασης και προσωρινής φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών, καθώς και τους φορείς των Ο.Τ.Α. αυτών, για την αντιμετώπιση έκτακτων και επειγουσών αναγκών, κατά παρέκκλιση κάθε αντίθετης διάταξης, να προβαίνουν σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες και να συνάπτουν με τρίτους συμβάσεις εκτέλεσης έργων, παροχής υπηρεσιών, προμήθειας αγαθών ή μισθώσεων κινητών και ακινήτων σε ό,τι αφορά την υποδοχή και φιλοξενία νεοεισερχόμενων πολιτών τρίτων χωρών αποκλειστικά για την κάλυψη αναγκών προσωρινής στέγασης, τη λειτουργία των ανωτέρω εγκαταστάσεων, τη μεταφορά από τα σημεία άφιξης ή προσωρινής διαμονής προς ή από τις προσωρινές ή μόνιμες εγκαταστάσεις φιλοξενίας, οι οποίες βρίσκονται εντός και εκτός των γεωγραφικών τους ορίων, τη σίτιση, την άμεση ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, τα έξοδα ταφής, την διαχείριση ανθρωπιστικής βοήθειας και κάθε προσφοράς σε χρήμα ή είδος, την διαχείριση, μεταφορά, αποθήκευση και διανομή αυτής, καθώς και κάθε άλλη απολύτως αναγκαία για την εξυπηρέτηση των ανωτέρω σκοπών δαπάνη.
Σύμφωνα με την ισχύουσα διατύπωση της παρ. 10 του άρθρου 14 του ν. 4332/2015, οι ως άνω φορείς δύνανται, για την κάλυψη των αναγκών αυτών, για λόγους κατεπείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης, λαμβανομένων υπόψιν και λόγων δημόσιας τάξης, οι οποίοι ειδικώς αιτιολογούνται, να διενεργούν διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης της εθνικής νομοθεσίας, με την επιφύλαξη εφαρμογής της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις δημόσιες συμβάσεις, δυνατότητα που έχει επεκταθεί και στις αντίστοιχες συμβάσεις των Υπουργείων και των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων. Με την ως άνω ισχύουσα ρύθμιση, προβλέπεται, μάλιστα, ότι: «Μέχρι τις 31.12.2018 οι συμβάσεις αυτές θεωρούνται ότι καλύπτουν την προϋπόθεση των σχετικών διατάξεων περί συνδρομής έκτακτης και κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα απρόβλεπτα για τις αναθέτουσες αρχές που δεν απορρέουν από δική τους ευθύνη κατά παρέκκλιση της υποπερίπτωσης δδ` της περίπτωσης γ`, της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 4013/2011 (Α`204).».
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, με την προτεινόμενη ρύθμιση, αφενός παρατείνεται μέχρι 31.12.2019 η ισχύς του (ήδη θεσμοθετηθέντος με την παρ. 10 του άρθρου 14 του ν. 4332/2015, όπως ισχύει) «τεκμηρίου» κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα απρόβλεπτα, για το οποίο γίνεται λόγος κατωτέρω, και αφετέρου προβλέπεται ρητή παρέκκλιση από την προβλεπόμενη κατά το άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ’ υποπερ. δδ’ του ν. 4013/2011 γνωμοδοτική αρμοδιότητα της Αρχής για την παροχή σύμφωνης γνώμης για την προσφυγή των αναθετουσών αρχών στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης για την ανάθεση των δημόσιων συμβάσεων άνω των ορίων.
Επί της προτεινόμενης ρύθμισης που περιέχεται στο άρθρο 7 του σ/ν παρατηρούνται τα ακόλουθα:
Α. Η παρ. 10 του άρθρου 14 του Ν. 4332/2015 (Α’ 76), όταν ο σχετικός νόμος δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, προέβλεπε ότι οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμού και φορείς αυτών δύνανται, για την αντιμετώπιση έκτακτων και επειγουσών αναγκών και κατά παρέκκλιση κάθε αντίθετης διάταξης, να συνάπτουν συμβάσεις για την κάλυψη αναγκών προσωρινής στέγασης, σίτισης, άμεσης ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, εξασφάλισης ειδών πρώτης ανάγκης και μεταφοράς από τα σημεία άφιξης προς τις προσωρινές ή μόνιμες εγκαταστάσεις φιλοξενίας, εντός των γεωγραφικών ορίων τους, νεοεισερχόμενων πολιτών τρίτων χωρών. Οι ανωτέρω δαπάνες καταβάλλονταν από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού των οικείων οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των φορέων τους ύστερα από απόφαση του οικείου οργάνου κατόπιν σχετικής γνώμης της οικείας Αστυνομικής ή Λιμενικής Αρχής κατά περίπτωση, η οποία στοιχειοθετούσε τον έκτακτο επείγοντα χαρακτήρα των σχετικών συμβάσεων. Κατά την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης, δεν εφαρμόζονταν οι διατάξεις των άρθρων 26 και 30 του Ν. 4251/2014.
Στη συνέχεια, η παρ. 10 του άρθρου 14 του Ν. 4332/2015 τροποποιήθηκε:
α) με το άρθρο 19 του Ν. 4375/2016 (Α΄51), με το οποίο υιοθετήθηκε η διατύπωση που – σε γενικές γραμμές – διατηρεί η διάταξη μέχρι σήμερα, προβλέποντας ότι, «μέχρι 31.12.2016, οι συμβάσεις που συνάπτονται θεωρείται ότι καλύπτουν την προϋπόθεση των σχετικών διατάξεων περί συνδρομής έκτακτης και κατεπείγουσας ανάγκης, οφειλόμενης σε γεγονότα απρόβλεπτα για τις αναθέτουσες αρχές, που δεν απορρέουν από δική τους ευθύνη, κατά παρέκκλιση του ν. 4013/2011 άρθρο 2 παράγραφος 2 περίπτωση γ΄ υποπερίπτωση δδ». Τότε - για πρώτη φορά - καθιερώθηκε το επονομαζόμενο «τεκμήριο» κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα απρόβλεπτα και προβλέφθηκε παρέκκλιση από τη γνωμοδοτική αρμοδιότητα της Αρχής στις περιπτώσεις προσφυγής των αναθετουσών αρχών στη διαδικασία διαπραγμάτευσης για την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων,
β) με το άρθρο 39 του Ν. 4456/2017 (Α΄ 24), με το οποία παρατάθηκε το χρονικό διάστημα ισχύος του ανωτέρω «τεκμηρίου», μέχρι 31.12.2017, και
γ) με το άρθρο 33 του Ν. 4508/2017 (Α’ 200), με το οποίο παρατάθηκε το χρονικό διάστημα ισχύος του ανωτέρω «τεκμηρίου», μέχρι 31.12.2018.
Σημειώνεται ότι οι ως άνω διατάξεις κατατέθηκαν στη Βουλή και ψηφίσθηκαν, χωρίς να έχει τηρηθεί ο τύπος της προηγούμενης γνώμης της Αρχής και για το λόγο αυτό η Αρχή απέστειλε στο Υπουργείο Εσωτερικών και στη Βουλή των Ελλήνων τις αριθμ. 2425/07-04- 2017 και αριθμ. 318/18-01-2018 επιστολές για παράλειψη γνώμης.
Επομένως, η εν λόγω ρύθμιση του υπό κρίση άρθρου 7 του σ/ν, που προτείνει την παράταση για ένα ακόμα έτος, μέχρι 31.12.2019, του χρονικού διαστήματος ισχύος του τεκμηρίου κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα απρόβλεπτα, αποτελεί ένα ακόμη βήμα σε σειρά νομοθετικών παρεμβάσεων που διαχρονικά θεσπίζουν ένα ιδιαίτερο, “εξαιρετικό”, καθεστώς για τις συμβάσεις που αφορούν σε θέματα στέγασης, λειτουργίας των σχετικών εγκαταστάσεων, μεταφοράς, σίτισης, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, υγιεινής, κλπ., υπηκόων τρίτων χωρών που εισέρχονται στην Ελληνική επικράτεια, συχνά χωρίς τις νόμιμες διαδικασίες.
Παρότι με την ως άνω αιτιολογική έκθεση γίνεται επίκληση της όξυνσης της προσφυγικής κρίσης που είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των μεταναστευτικών - προσφυγικών ροών, ωστόσο είναι φανερό, λαμβάνοντας υπόψη και τις προϊσχύσασες ρυθμίσεις της παρ. 10 του άρθρου 14 του ν. 4332/2015, ότι πρόκειται για διαρκείς ανάγκες, την κάλυψη των οποίων η δημόσια διοίκηση οφείλει να σχεδιάζει και να προγραμματίζει εγκαίρως, μέσω ανοικτής διαγωνιστικής διαδικασίας, σε υλοποίηση των διεθνών και ενωσιακών δεσμεύσεων της χώρας και όχι με τρόπο αποσπασματικό.
Β. Περαιτέρω, στο βαθμό που με την προτεινόμενη ρύθμιση επιχειρείται να καλυφθεί εκ του νόμου με τρόπο γενικευμένο μία εκ των απαράβατων προϋποθέσεων του ενωσιακού δικαίου για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων με διαπραγμάτευση, χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης (κατεπείγουσα ανάγκη, όπως προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 32 παρ. 2 περ. γ' του ν. 4412/2016, η οποία ενσωματώνει την αντίστοιχη διάταξη του άρθρου 32 παρ. 2 περ. γ' της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ), καταργώντας ουσιαστικά τον κατά περίπτωση έλεγχο συνδρομής των σωρευτικά απαιτούμενων προϋποθέσεων της ως άνω διάταξης και εισάγοντας «τεκμήριο» σχετικά με την κατεπείγουσα και έκτακτη ανάγκη, οφειλόμενη σε απρόβλεπτα γεγονότα, επισημαίνονται τα εξής:
Σύμφωνα με το άρθρο 32 του ν. 4412/2016, η προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση έχει εξαιρετικό χαρακτήρα και επιτρέπεται να εφαρμόζεται μόνο στις περιοριστικώς απαριθμούμενες στο άρθρο 32 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ περιπτώσεις (αντίστοιχο άρθρο 32 του ν. 4412/2016) (βλ. σχετικώς ΔΕE, απόφαση της 8ης Απριλίου 2008, C-337/05, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλ. 2008, Ι-2173, σκέψη 56). Οι ανωτέρω διατάξεις, στο μέτρο που εισάγουν εξαιρέσεις που συνιστούν παρέκκλιση από τη βασική ρύθμιση, δηλαδή από τους κανόνες που αποσκοπούν στη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας των αναγνωριζομένων από τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Σ.Λ.Ε.Ε.) δικαιωμάτων στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, πρέπει να αποτελούν αντικείμενο συσταλτικής ερμηνείας.
Συγκεκριμένα, προκειμένου η Οδηγία 2014/24/ΕΕ να μην απολέσει την πρακτική αποτελεσματικότητά της, τα κράτη μέλη και οι αναθέτουσες αρχές τους δεν επιτρέπεται να προβλέπουν περιπτώσεις προσφυγής στη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση προκήρυξης που δεν προβλέπονται από την εν λόγω οδηγία ή να συνοδεύουν τις ρητώς προβλεπόμενες από την οδηγία αυτή περιπτώσεις με νέους όρους που έχουν ως αποτέλεσμα να καθιστούν ευκολότερη την προσφυγή στην εν λόγω διαδικασία, το δε βάρος απόδειξης ότι συντρέχουν πράγματι οι εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την παρέκκλιση φέρει εκείνος που τις επικαλείται (βλ. ΔΕΚ, αποφάσεις της 18ης Μαΐου 1995, C- 57/94, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλ. 1995, σ. Ι-1249, σκέψη 23, της 28ης Μαρτίου 1996, C- 318/94, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλ. 1996, σ. Ι-1949, σκέψη 13, της 13ης Ιανουαρίου 2005, C-84/013, Επιτροπή κατά Ισπανίας, Συλλ. 2005, Ι-13947, σκέψη 48, της 14.09.2004, Υπόθεση C-385/02, της 12.01.1994, Υπόθεση C-296/92, της 17.11.1993, Υπόθεση C-71/02, της 10.03.1987, Υπόθεση C-199/85 επί του προϊσχύσαντος αντίστοιχου περιεχομένου δικαίου).
Κατά την έννοια της διάταξης της περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 32 του ν. 4412/2016, η αναθέτουσα αρχή έχει μεν ευχέρεια, κατ’ απόκλιση από το γενικό κανόνα διενέργειας ανοικτού ή κλειστού διαγωνισμού, να συνάπτει δημόσια σύμβαση με προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση της σχετικής προκήρυξης, μόνον όμως εφόσον συντρέχουν οι προς τούτο νόμιμες προϋποθέσεις: ήτοι στο μέτρο που είναι απολύτως απαραίτητο, εάν λόγω κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα απρόβλεπτα για την αναθέτουσα αρχή, δεν είναι δυνατή η τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται για τις ανοικτές, κλειστές ή ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση. Οι περιστάσεις που επικαλείται η αναθέτουσα αρχή για την αιτιολόγηση της κατεπείγουσας ανάγκης δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να απορρέουν από δική της ευθύνη. Η σχετική απόφαση της αναθέτουσας αρχής πρέπει να φέρει πλήρη και ειδική αιτιολογία, αναφερόμενη στους λόγους για τους οποίους αποφασίζεται η προσφυγή στην εν λόγω εξαιρετική διαδικασία. Επιπλέον, απρόβλεπτες περιστάσεις είναι τα γεγονότα που δεν μπορούν αντικειμενικά, με βάση τα διδάγματα της ανθρώπινης πείρας και λογικής, να προβλεφθούν, είναι δε ανεξάρτητα της βούλησης της αναθέτουσας αρχής και δεν πρέπει να απορρέουν από έλλειψη προγραμματισμού και επιμέλειας της αναθέτουσας αρχής (βλ. ενδεικτικά, ΣτΕ 1747/2011, ΕΣ/Πράξ. 91, 105, 171, 191, 200, 205 και 214/2007, 15 και 74/2008 και Τμ.VI 3355/2009, 2050 και 935/2010 και ενδεικτικά αποφάσεις Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. 6, 9, 31, 81, 236, 254, 408 και 435/2013, 30, 31, 48, 66, 92 και 379/2014, 23 και 81/2015. Πρβ. επίσης, Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τους κανόνες για τις δημόσιες συμβάσεις σε σχέση με την τρέχουσα κρίση του ασύλου [Βρυξέλλες, 9.9.2015 COM(2015) 454 final] και ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση σε περιπτώσεις κατεπείγουσας ανάγκης: «Δεδομένου ότι οι αναθέτουσες αρχές παρεκκλίνουν εν προκειμένω από τη βασική αρχή της Συνθήκης σχετικά με τη διαφάνεια, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο απαιτεί η χρήση της διαδικασίας αυτής να εξακολουθήσει να γίνεται κατ’ εξαίρεση. Όλες οι προϋποθέσεις πρέπει να πληρούνται σωρευτικά και πρέπει να ερμηνεύονται συσταλτικά (βλ., π.χ., την υπόθεση C- 275/08, Επιτροπή κατά Γερμανίας, και την υπόθεση C-352/12, Consiglio Nazionale degli Ingenieri». Στην ως άνω Ανακοίνωση αναφέρεται, μάλιστα, ότι θα πρέπει να τεκμηριώνεται ότι δεν μπορεί να τηρηθεί ούτε η συντετμημένη προθεσμία παραλαβής προσφορών λόγω κατεπείγοντος).
Κατά πάγια νομολογία, τόσο το πρωτογενές δίκαιο των συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσο και το παράγωγο ενωσιακό δίκαιο (Κανονισμοί, Οδηγίες, Αποφάσεις, Συστάσεις), υπερισχύουν των αντίστοιχων εθνικών δικαίων και, μάλιστα, των κοινών νομοθετικών κανόνων, όπως οι προτεινόμενοι με την παρούσα διάταξη σ/ν. Με την απόφαση, μάλιστα, C-106/77 του ΔΕΚ, της 09-05-1978, Simmenthal II, έχει κριθεί ότι ο εθνικός δικαστής έχει την υποχρέωση να εφαρμόζει τις διατάξεις του ενωσιακού δικαίου και να φροντίζει για την πλήρη ενέργεια των κανόνων αυτών, αφήνοντας ανεφάρμοστες διατάξεις του εθνικού δικαίου που είναι ασυμβίβαστες με το ενωσιακό δίκαιο.
Άλλωστε, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να επικαλούνται διατάξεις της εσωτερικής τους έννομης τάξεως για να δικαιολογήσουν τη μη τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης (βλ. -μεταξύ άλλων-αποφάσεις της 10ης Απριλίου 2003, C-114/02, Επιτροπή κατά Γαλλίας, Συλλογή 2003, σελ. I- 3783, σκέψη 11, της 23ης Απριλίου 2009, C-321/08, Επιτροπή κατά Ισπανίας, σκέψη 9 και της 27ης Οκτωβρίου 2011, C-601/10, Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας, Συλλογή 2011, σκέψη 41).
Κρίνεται, κατά συνέπεια, ότι το προτεινόμενο από το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής άρθρο 7 του σ/ν, το οποίο παρατείνει, για ένα ακόμα έτος, την ισχύ του τεκμηρίου κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα απρόβλεπτα (παρατείνοντας ουσιαστικά για ένα ακόμα έτος το εξαιρετικό καθεστώς που ισχύει), εγείρει ζητήματα συμβατότητας με το ενωσιακό δίκαιο (Οδηγία 2014/24/ΕΕ), όπως έχει ενσωματωθεί στην εθνική έννομη τάξη με το ν. 4412/2016.
Γ. Επιπλέον, η προτεινόμενη ρύθμιση κρίνεται ότι πάσχει από αοριστία, καθότι ο ρυθμιστικό πεδίο των συμβάσεων, στις οποίες αναφέρεται, είναι ιδιαιτέρως ευρύ και ασαφές. Τούτο οφείλεται στο λεκτικό της διάταξης, ότι «Μέχρι τις 31.12.2019 οι συμβάσεις αυτές θεωρούνται ότι καλύπτουν την προϋπόθεση [...]», παραπέμποντας ουσιαστικά στις «συμβάσεις των προηγούμενων εδαφίων, καθώς και στις αντίστοιχες συμβάσεις των Υπουργείων και των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων» (πρβ. προηγούμενο εδάφιο της υπό τροποποίηση προτεινόμενης διάταξης). Η ως άνω διατύπωση κρίνεται γενική και ασαφής και δεν αναφέρει ρητά ούτε εξειδικεύει τις συμβάσεις που δύνανται να υπαχθούν στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης. Πιθανολογείται δε βάσιμα ότι θα δημιουργήσει σύγχυση και ανασφάλεια δικαίου στους εφαρμοστές της, οι οποίο προφανώς θα κληθούν να τεκμηριώσουν την ένταξη μιας σύμβασης στην εφαρμοστέα διάταξη.
Δ. Τέλος, από άποψη σκοπιμότητας, η Αρχή επισημαίνει ότι οι προτεινόμενες ρυθμίσεις δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν παρεκκλίσεις από διατάξεις της κείμενης εθνικής νομοθεσίας, οι οποίες συνιστούν κομβικές θεσμικές πολιτικές επιλογές της Πολιτείας, αποτελούν τους πυλώνες του προγράμματος μεταρρύθμισης του ελληνικού συστήματος δημοσίων συμβάσεων και αποσκοπούν στον εκσυγχρονισμό, τον εξορθολογισμό των διοικητικών διαδικασιών, την αύξηση της αποτελεσματικότητας και την ενίσχυση της διαφάνειας στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων. Τέτοια είναι, ιδίως, η γνωμοδοτική αρμοδιότητα της Αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ’ περ. δδ) του ν. 4013/2011, στις περιπτώσεις προσφυγής των αναθετουσών αρχών στη διαδικασία διαπραγμάτευσης για την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων, η οποία προστατεύει τα συμφέροντα του Ελληνικού Δημοσίου, μεταξύ άλλων, προλαμβάνοντας αξιώσεις σε βάρος του, ερειδόμενες στην παράβαση της ενωσιακής νομοθεσίας.
Αθήνα 29 Νοεμβρίου 2018
ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΑΠΟΔΗΣ