ΓΝΩΜΗ Γ11/2018
EΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
(άρθρου 2, παρ. 2, περ. γ’, υποπερ. (γγ) του Ν.4013/2011)
Η ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Στην Αθήνα σήμερα την 02 Ιουλίου του έτους δύο χιλιάδες δέκα οκτώ (2018) ημέρα Δευτέρα και ώρα 11:00 π.μ. και επί της οδού Κεφαλληνίας 45 και Κομνά Τράκα, όπου και τα γραφεία της, συνήλθε η ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ σε συνεδρίαση μετά από σχετική πρόσκληση του Προέδρου της, η οποία γνωστοποιήθηκε νομίμως σε όλα τα μέλη της Αρχής.
Από τα προσκληθέντα μέλη της Αρχής παρέστησαν κατά την συνεδρίαση τα ακόλουθα:
Πρόεδρος : Γεώργιος Καταπόδης
Αντιπρόεδρος : Μπουσουλέγκα Χριστίνα
Μέλη : 1. Βαρδακαστάνης Κωνσταντίνος
2. Λουρίκας Δημήτριος, μέσω τηλεδιάσκεψης
3. Σταθακόπουλος Δημήτριος
4. Στυλιανίδου Μαρία
5. Χριστοβασίλη Ερωφίλη
Εισηγήτριες: Ελένη Γούναρη, Τοπογράφος Μηχανικός, Παναγιώτα Μπαράκου, Νομικός, Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.
Κατά την διάρκεια της Συνεδρίασης παρέστησαν οι εισηγήτριες Ελένη Γούναρη και Παναγιώτα Μπαράκου, η Προϊσταμένης Τμήματος Γνωμοδοτήσεων, Χριστίνα Καξιρή, ο Αν. Γενικός Διευθυντής, Ευάγγελος Καραμανλής, εκ μέρους δε του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, μέσω τηλεδιάσκεψης, ο Γενικός Διευθυντής Υδραυλικών, Λιμενικών και Κτηριακών Υποδομών, Αντώνιος Κοτσώνης καθώς και η Διευθύντρια Αντιπλημμυρικών και Εγγειοβελτιωτικών Έργων, Γεωργία Καστραντά, οι οποίοι αποχώρησαν πριν την έναρξη της διαδικασίας ψηφοφορίας και της λήψης της απόφασης από τα Μέλη της Αρχής.
Σχετ: Το υπ' αριθμ. πρωτ. ΔΝΣ/οικ.30652/ΦΝ 466/23.04.2018 έγγραφο της Δ/νσης Νομοθετικού Συντονισμού της Γενικής Γραμματείας του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών (Γ.Γ.Υ.), το οποίο υποβλήθηκε στην Αρχή στις 23.04.2018 και έλαβε αρ. πρωτ. εισερχ. 2208, όπως τροποποιήθηκε και υπεβλήθη εκ νέου στην Αρχή στις 04.06.2018 και έλαβε αρ. πρωτ. εισερχ. 2996, με το οποίο διαβιβάζεται σχέδιο Υπουργικής Απόφασης με θέμα “Καθορισμός καθηκόντων και αρμοδιοτήτων των βασικών μελετητών ως Τεχνικών Συμβούλων – Μελετητών κατά την εκτέλεση του έργου, το περιεχόμενο της σύμβασης που υπογράφεται με την Προϊσταμένη Αρχή του έργου, τον τρόπο πληρωμής των υπηρεσιών και κάθε άλλο συναφές με τα ανωτέρω θέμα”.
Θέμα: Διατύπωση σύμφωνης γνώμης της Αρχής σύμφωνα με το άρθρο 2, παρ. 2, περ. γ υποπερ. (γγ) του ν. 4013/2011, όπως ισχύει, επί σχεδίου απόφασης του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, με θέμα “Καθορισμός καθηκόντων και αρμοδιοτήτων των βασικών μελετητών ως Τεχνικών Συμβούλων – Μελετητών κατά την εκτέλεση του έργου, το περιεχόμενο της σύμβασης που υπογράφεται με την Προϊσταμένη Αρχή του έργου, τον τρόπο πληρωμής των υπηρεσιών και κάθε άλλο συναφές με τα ανωτέρω θέμα”.
I. Η υπό εξέταση ρύθμιση:
Με το εν λόγω σχέδιο απόφασης ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών καθορίζει τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες των βασικών μελετητών ως Τεχνικών Συμβούλων – Μελετητών κατά την εκτέλεση του έργου, το περιεχόμενο της σύμβασης που υπογράφεται με την Προϊσταμένη Αρχή του έργου, τον τρόπο πληρωμής των υπηρεσιών και κάθε άλλο συναφές με τα ανωτέρω θέμα, κατ' εξουσιοδότηση των άρθρων 188 παρ. 6 και 123 παρ. 3 του ν. 4412/2016 (Α 147).
ΙΙ. Αρμοδιότητα Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.
Σύμφωνα με το αρ. 2 παρ. 2 περ. γ' υποπερ. (γγ) του ν. 4013/2011, όπως ισχύει, ορίζεται ότι: «..γγ) Οι λοιπές κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση νόμου, εξαιρουμένων των προκηρύξεων, καθώς και οι κανονισμοί άλλων δημοσίων οργάνων και αναθετουσών αρχών, όπως ιδίως οι κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 5 παρ. 3 του ν. 2286/1995, συμπεριλαμβανομένων των κανονισμών εσωτερικής λειτουργίας των κατά περίπτωση αρμόδιων ελεγκτικών διοικητικών οργάνων στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, κατά το μέρος που οι εν λόγω πράξεις και κανονισμοί ρυθμίζουν θέματα δημοσίων συμβάσεων, εκδίδονται μετά από σύμφωνη γνώμη της Αρχής.
Η γνωμοδοτική αρμοδιότητα της παρούσας περίπτωσης ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την περιέλευση των ανωτέρω σχεδίων διατάξεων στην Αρχή, με μέριμνα του οικείου οργάνου. Με την άπρακτη παρέλευση της άνω προθεσμίας τεκμαίρεται η σύμφωνη γνώμη της Αρχής».
Στο βαθμό που το υποβληθέν σχέδιο Υπουργικής Απόφασης, ως παρατίθεται κατωτέρω, περιλαμβάνει ρυθμίσεις που αφορούν, σε ζητήματα ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων, και συγκεκριμένα στον καθορισμό καθηκόντων και αρμοδιοτήτων των βασικών μελετητών ως Τεχνικών Συμβούλων – Μελετητών κατά την εκτέλεση του έργου, το περιεχόμενο της σύμβασης που υπογράφεται με την Προϊσταμένη Αρχή του έργου, τον τρόπο πληρωμής των υπηρεσιών και κάθε άλλο συναφές με τα ανωτέρω θέμα, εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Αρχής για παροχή σύμφωνης γνώμης κατ’ άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ’ υποπερ. (γγ) του ν. 4013/2011.
ΙΙΙ. Το υποβληθέν στην Αρχή σχέδιο της ως άνω Υπουργικής Απόφασης έχει ως εξής:
“Θέμα: Καθορισμός καθηκόντων και αρμοδιοτήτων των βασικών μελετητών ως Τεχνικών Συμβούλων – Μελετητών κατά την εκτέλεση του έργου, το περιεχόμενο της σύμβασης που υπογράφεται με την Προϊσταμένη Αρχή του έργου, τον τρόπο πληρωμής των υπηρεσιών και κάθε άλλο συναφές με τα ανωτέρω θέμα.
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΥΠΟΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α) Του ν. 4412/2016 (ΦΕΚ 147 Α΄/08-8-2016) «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ)» και ειδικότερα τα άρθρα 188 παρ. 6 και 123 παρ. 3 αυτού.
β) Των άρθρων 41 και 54 του π.δ. 63/2005 (ΦΕΚ 98 Α'/22-4-2005) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα», όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 4320/2015 (ΦΕΚ 29 Α΄/19-3-2015) και ισχύει.
γ) Του ν. 3861/2010 (ΦΕΚ 112 Α΄/13-7-2010) «Ενίσχυση της διαφάνειας, με την υποχρεωτική ανάρτηση νόμων και πράξεων των κυβερνητικών, διοικητικών και αυτοδιοικητικών οργάνων στο διαδίκτυο «Πρόγραμμα Διαύγεια» και άλλες διατάξεις».
δ) Του π.δ. 70/2015 (ΦΕΚ 114 Α΄/22-9-2015) «Ανασύσταση των Υπουργείων Πολιτισμού και Αθλητισμού, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, …» και ειδικότερα του άρθρου 3 αυτού.
ε) Του π.δ. 73/2015 (ΦΕΚ 116 Α΄/23-9-2015) «Διορισμός Αντιπροέδρου της Κυβερνήσεως, Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
στ) Του π.δ. 123/2016 (ΦΕΚ Α΄ 208) «Ανασύσταση και μετονομασία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ανασύσταση του Υπουργείου Τουρισμού, σύσταση του 1. Τις διατάξεις της παρ. 8.η του άρθρου 221 του Νόμου 4412/2016 (Α΄147) «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ)» του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής και Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, μετονομασία Υπουργείων Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων»
ζ) Του π.δ. 125/2016 (ΦΕΚ Α΄ 210) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών»
η) Του π.δ. 123/2017 (ΦΕΚ 151 Α΄/12-10-2017) «Οργανισμός του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων».
2. Τη με αρ. …………… γνώμη της Ενιαίας Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (άρθρο 2 παρ.2 περ. γ’ υποπερ. (γγ) του ν. 4013/2011.
3. Την αρ. Πράξη 5-συνεδρία 40 /28-11-2017 γνωμοδότηση του Συμβουλίου Δημοσίων Έργων της Γενικής Γραμματείας Υποδομών.
4. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρους του κρατικού προϋπολογισμού
Αποφασίζουμε:
τον καθορισμό καθηκόντων και αρμοδιοτήτων των βασικών μελετητών ως τεχνικών συμβούλων – μελετητών κατά την εκτέλεση του έργου, το περιεχόμενο της σύμβασης που υπογράφεται με την προϊσταμένη αρχή του έργου, τον τρόπο πληρωμής των υπηρεσιών και κάθε άλλο συναφές θέμα, ως κατωτέρω :
Άρθρο 1
Αντικείμενο – Πεδίο εφαρμογής
1. Αντικείμενο της παρούσας απόφασης είναι ο καθορισμός των καθηκόντων των βασικών μελετητών, οι οποίοι μετέχουν υποχρεωτικά ως τεχνικοί σύμβουλοι – μελετητές κατά την εκτέλεση δημοσίων έργων, όπως επίσης και των αρμοδιοτήτων τους, του περιεχομένου της σύμβασής τους, τον τρόπο πληρωμής τους και κάθε άλλο συναφές θέμα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 188 παρ. 6, σε συνδυασμό με το άρθρο 123 παρ. 3 του ν. 4412/2016.
2. Οι διατάξεις της απόφασης αυτής έχουν εφαρμογή στις δημόσιες συμβάσεις έργων των αναθετουσών αρχών του άρθρου 2 παρ. 1, 2 και 3 του ν. 4412/2016, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του βιβλίου Ι, Μέρους Β, κεφαλαίου ΙΙ, τίτλου 1 του ν. 4412/2016 (άρθρα 134 έως 181) και κατασκευάζονται κατά το άρθρο 134 περίπτωση α του ν.4412/2016.
3. Η παροχή υπηρεσιών του βασικού μελετητή συνιστά ειδική κατηγορία παροχής επιστημονικής υπηρεσίας του άρθρου 123 παρ.3 του ν. 4412/2016, αφορά δε αποκλειστικά δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών και ειδικότερα της περίπτωσης 9.α της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν.4412/2016, κάτω των ορίων των παρ. β και γ του άρθρου 5 του ν. 4412/2016.
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς της παρούσας εφαρμόζονται οι ορισμοί του ν. 4412/2016 ως εξής:
1. Κύριος του έργου ή Εργοδότης του βασικού μελετητή νοείται το Δημόσιο ή άλλος φορέας του δημοσίου τομέα, για λογαριασμό του οποίου καταρτίζεται η δημόσια σύμβαση του έργου.
2. Φορέας κατασκευής του έργου του βασικού μελετητή νοείται η αρμόδια αναθέτουσα αρχή ή υπηρεσία αυτής που έχει την ευθύνη κατασκευής του έργου.
3. Προϊσταμένη Αρχή της σύμβασης του βασικού μελετητή είναι η αρχή ή υπηρεσία ή το όργανο του φορέα κατασκευής του έργου που εποπτεύει την κατασκευή του εκτελούμενου έργου ασκώντας για λογαριασμό του αποφασιστικές αρμοδιότητες, ιδίως σε θέματα τροποποίησης των όρων της σύμβασης.
4. Διευθύνουσα υπηρεσία ή επιβλέπουσα υπηρεσία της σύμβασης του βασικού μελετητή είναι η τεχνική υπηρεσία του φορέα κατασκευής του έργου που είναι αρμόδια για την παρακολούθηση, τον έλεγχο και τη διοίκηση της κατασκευής του έργου και αρμοδιότητά της είναι η διοίκηση και η παρακολούθηση της σύμβασης του βασικού μελετητή.
5. Κύρια μελέτη νοείται η μελέτη που έχει ως αντικείμενο τον ίδιο τον σχεδιασμό του έργου ή την παροχή της υπηρεσίας αυτοτελώς ή συνδυασμένα με άλλη κύρια μελέτη.
6. Απλή μελέτη νοείται η μελέτη που περιλαμβάνει μία κύρια αυτοτελή μελέτη και ενδεχομένως τις απαιτούμενες υποστηρικτικές μελέτες.
7. Υποστηρικτικές μελέτες και έρευνες νοούνται οι επί μέρους μελέτες και έρευνες που είναι απαραίτητες για το σχεδιασμό έργου ή την παροχή υπηρεσίας, δεν έχουν, όμως, ως αντικείμενο τον ίδιο τον σχεδιασμό του έργου ή την παροχή της υπηρεσίας.
8. Σύνθετη Μελέτη νοείται η μελέτη που περιλαμβάνει, περισσότερες από μία, κύριες μελέτες και ενδεχομένως τις απαιτούμενες υποστηρικτικές μελέτες.
9. Πολύπλοκο ή Σύνθετο έργο νοείται το έργο για την εκτέλεση του οποίου απαιτείται, πέραν των αναγκαίων υποστηρικτικών μελετών, να έχουν εκπονηθεί και εγκριθεί τουλάχιστον δύο κύριες μελέτες που ανήκουν σε διαφορετικές κατηγορίες μελετών της παρ. 3.(15) του άρθρου 2 του ν.4412/16.
Άρθρο 3
Εξειδίκευση θεμάτων σύμβασης βασικού μελετητή
Για τους σκοπούς της παρούσας εξειδικεύονται τα πιο κάτω θέματα της σύμβασης του βασικού μελετητή:
1. Βασικός μελετητής είναι ο ανάδοχος, ή σε περίπτωση ένωσης το μέλος ή τα μέλη της αναδόχου ένωσης σύμβασης μελέτης, ο οποίος εκπόνησε την «κύρια» μελέτη. Σε περίπτωση «σύνθετης» μελέτης, ορίζεται βασικός μελετητής για κάθε «κύρια» μελέτη σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ.1 του άρθρου 4 της παρούσας, με την επιφύλαξη της παρ. 5 του παρόντος άρθρου ως προς τον αριθμό των συμβάσεων βασικού μελετητή.
2. Για τις υποστηρικτικές μελέτες δεν προβλέπεται βασικός μελετητής.
3. Στην περίπτωση μελετών έργων που έχουν εκπονηθεί από τις τεχνικές υπηρεσίες της αναθέτουσας αρχής ή του κυρίου του έργου, έστω και αν αυτές συμπεριλαμβάνονται στα έγγραφα της σύμβασης του έργου, βασικός μελετητής δεν υφίσταται.
4. Στην περίπτωση μελέτης που τα επιμέρους στάδια αυτής (Προκαταρκτική, Προμελέτη, Οριστική) εκπονήθηκαν με διαφορετικές συμβάσεις, βασικός μελετητής του έργου είναι ο μελετητής του τελικού σταδίου της μελέτης με βάση την οποία δημοπρατείται το έργο, όπως αυτή έχει εγκριθεί αρμοδίως και οι οικείες αποφάσεις περιλαμβάνονται στα έγγραφα της δημόσιας σύμβασης του έργου, κατά το άρθρο 45 παρ.7.Α.10 του ν 4412/2016.
5. Σε περίπτωση πολλαπλών συμβάσεων βασικών μελετητών ενός πολύπλοκου ή σύνθετου έργου, η αξία της κάθε σύμβασης βασικού μελετητή συμπεριλαμβανομένων τυχόν τροποποιήσεων της, θα διαμορφώνεται κάτω των ορίων των παρ. β και γ του άρθρου 5 του ν. 4412/2016. Το σύνολο των συμβάσεων βασικού μελετητή που μπορούν να ανατεθούν στο πλαίσιο εκτέλεσης ενός έργου δύναται να ανέρχεται έως και τις τέσσερις συμβάσεις, ανάλογα με το πλήθος των κύριων μελετών και κατά την κρίση της αναθέτουσας αρχής.
Άρθρο 4
Διαδικασία σύναψης σύμβασης βασικού μελετητή
I. Γενικά
1. Στα έγγραφα της σύμβασης εκπόνησης μελέτης τεχνικού έργου (Τεύχος Συγγραφής Υποχρεώσεων) ορίζονται η κύρια ή οι κύριες μελέτες για τις οποίες προβλέπεται η υποχρεωτική συμμετοχή του μελετητή της παρ. 1 του άρθρου 3 ως βασικού μελετητή κατά την κατασκευή του έργου, υπό τις προϋποθέσεις της παρ.5 του άρθρου 3.
2. Για την εκπόνηση, την έγκριση, την παραλαβή και την πληρωμή της μελέτης, τις σχετικές εγγυήσεις, καθώς και για την ευθύνη πριν και μετά από την παραλαβή της μελέτης και την παραγραφή, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του ν. 4412/2016 και η εκτέλεση της σύμβασης της μελέτης δεν επηρεάζεται από την παροχή των επιστημονικών υπηρεσιών του βασικού μελετητή ως τεχνικού συμβούλου.
3. Η υποχρέωση του αρχικού μελετητή για τη σύναψη σύμβασης βασικού μελετητή, παύει να ισχύει, εφόσον δεν έχει γίνει έναρξη της διαδικασίας της σύναψης της σύμβασης του έργου το οποίο μελετήθηκε με την προαναφερόμενη μελέτη ή τμήματος αυτού, όπως ορίζεται στα άρθρα 61 και 120 του ν. 4412/2016, εντός τριών ετών από την ημερομηνία έγκρισης της μελέτης κατά το άρθρο 189 του ν. 4412/2016.
4. Η διαδικασία σύναψης της σύμβασης του βασικού μελετητή εκκινεί μετά την έκδοση και κοινοποίηση της απόφασης κατακύρωσης της σύμβασης του Έργου στον ανάδοχο. Σε κάθε περίπτωση, η υπογραφή της σύμβασης του βασικού μελετητή γίνεται υποχρεωτικά μετά την υπογραφή της σύμβασης του έργου.
5. Για τη διαδικασία της σύναψης της σύμβασης του βασικού μελετητή ως τεχνικού συμβούλου δεν απαιτείται η σύνταξη τευχών δημοπράτησης και δεν προσκομίζεται εγγυητική επιστολή συμμετοχής. Τα ειδικότερα καθήκοντα και οι αρμοδιότητές του βασικού μελετητή και κάθε άλλο συναφές θέμα καθορίζονται στο σχετικό συμφωνητικό.
ΙΙ. Για τη διαδικασία ανάθεσης της παροχής υπηρεσιών τεχνικού συμβούλου – μελετητή ισχύουν τα εξής:
1. Η ανάθεση της σύμβασης παροχής υπηρεσιών τεχνικού συμβούλου – μελετητή διεξάγεται με τη διαδικασία διαπραγμάτευσης χωρίς προηγούμενη δημοσίευση, με ανάρτηση σχετικής πρόσκλησης στην ιστοσελίδα της αναθέτουσας αρχής.
2. Η σχετική πρόσκληση αναρτάται για δέκα ημέρες στην ιστοσελίδα της αναθέτουσας αρχής.
3. Η αναθέτουσα αρχή συγκροτεί τριμελή επιτροπή διαπραγμάτευσης χωρίς χρήση του ΜΗΜΕΔ, η οποία αποτελείται από τεχνικούς υπαλλήλους της αναθέτουσας αρχής ή της προϊσταμένης αρχής ή της τεχνικής υπηρεσίας του φορέα κατασκευής του έργου, έναν από τους οποίους ορίζει ως πρόεδρο.
4. Η επιτροπή διαπραγμάτευσης συνεδριάζει την προκαθορισμένη ημέρα και ώρα που αναφέρεται στην πιο πάνω πρόσκληση, αξιολογεί την προσφορά του βασικού μελετητή, η οποία περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον, τα δικαιολογητικά του άρθρου 80 που αφορούν τους λόγους αποκλεισμού του άρθρου 73 παρ. 1 και 2, την καταλληλότητα άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας του άρθρου 75 παρ. 2 του ν.4412/2016, τα αποδεικτικά έγγραφα νομιμοποίησης και οικονομική προσφορά, και συντάσσει σχετικό πρακτικό για την ανάθεση της σύμβασης.
5. Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και ελέγχου της προσφοράς επικυρώνονται με την απόφαση κατακύρωσης της σύμβασης με τον βασικό μελετητή του άρθρου 105 του ν. 4412/2016.
6. Μετά την επέλευση των έννομων αποτελεσμάτων της απόφασης κατακύρωσης, η αναθέτουσα αρχή προσκαλεί τον «βασικό μελετητή» να προσέλθει για την υπογραφή του συμφωνητικού, εντός προθεσμίας που δεν μπορεί να υπερβαίνει τις είκοσι (20) ημέρες από την κοινοποίηση σχετικής έγγραφης ειδικής πρόσκλησης σύμφωνα με το άρθρο 105 του ν. 4412/2016, προσκομίζοντας εγγυητική επιστολή καλής εκτέλεσης της σύμβασης σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 72 του ν. 4412/2016.
7. Η σύμβαση υπογράφεται από τον προϊστάμενο της προϊσταμένης αρχής του έργου και τον βασικό μελετητή.
8. Κατά τα λοιπά η σύναψη της σύμβασης διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 182 του ν. 4412/2016.
III. Στην περίπτωση συμβάσεων παροχής υπηρεσιών βασικού μελετητή με εκτιμώμενη αξία ανώτερη των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ (χωρίς Φ.Π.Α.) εφαρμόζεται η πιο πάνω διαδικασία με χρήση του Εθνικού Συστήματος Ηλεκτρονικών Δημοσίων Συμβάσεων, σύμφωνα με την υπ. αρ. 117384/31- 10-2017 ΚΥΑ (ΦΕΚ Β΄3821).
Άρθρο 5
Περιεχόμενα συμφωνητικού σύμβασης παροχής τεχνικών υπηρεσιών του Βασικού Μελετητή
Στο συμφωνητικό της σύμβασης παροχής τεχνικών υπηρεσιών του βασικού μελετητή, περιέχονται, κατ’ ελάχιστον, τα ακόλουθα:
1. Περιγραφή του αντικειμένου της σύμβασης.
2. Ο ορισμός του εκπροσώπου ή του αντίκλητου του βασικού μελετητή, όπως ορίζονται στις παρ. 4 και 5 του άρθρου 182 του ν. 4412/2016.
3. Ο ορισμός του συντονιστή και ο τυχόν βοηθός – αναπληρωτής του, καθώς και οι επιστήμονες που θα απασχοληθούν, κατά προτεραιότητα μέλη της ομάδας εργασίας που συνέταξε την/τις εγκεκριμένη(-ες) μελέτη(-ες).
4. Η διάρκεια της σύμβασης και οι τυχόν επιμέρους προθεσμίες εκτέλεσης των επιστημονικών υπηρεσιών του βασικού μελετητή.
5. Η αμοιβή, οι κρατήσεις και ο τρόπος πληρωμής του βασικού μελετητή.
6. Οι εγγυήσεις καλής εκτέλεσης της σύμβασης σύμφωνα με τα οριζόμενα του άρθρου 72 του ν. 4412/2016.
7. Οι ποινικές ρήτρες σύμφωνα με τα οριζόμενα του άρθρου 185 του ν. 4412/2016.
8. Λοιπά ή ειδικά θέματα της σύμβασης που η αναθέτουσα αρχή κρίνει απαραίτητα.
Άρθρο 6
Διοίκηση σύμβασης παροχής τεχνικών υπηρεσιών του Βασικού Μελετητή
Η διοίκηση, η παρακολούθηση και ο έλεγχος της σύμβασης παροχής τεχνικών υπηρεσιών του βασικού μελετητή διέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 183 του ν. 4412/2016.
Άρθρο 7
Καθήκοντα και αρμοδιότητες του βασικού μελετητή
1. Ο ρόλος του βασικού μελετητή ως τεχνικού συμβούλου – μελετητή είναι η υποστήριξη της Υπηρεσίας στην κατασκευή του έργου σύμφωνα με την εγκεκριμένη μελέτη του.
2. Αντικείμενο της σύμβασης του βασικού μελετητή είναι η παροχή υπηρεσιών εποπτείας, κατά την κατασκευή του έργου, εφαρμογής της μελέτης που έχει εκπονήσει, και την οποία καλείται ο ανάδοχος του έργου να εφαρμόσει, στα πλαίσια των οριζομένων στο άρθρο 144 του ν. 4412/2016.
3. Ειδικότερα:
3.1. Κατά την έναρξη της κατασκευής του έργου και τον έλεγχο των αρχικών μελετών από τον ανάδοχο της κατασκευής ο βασικός μελετητής αναλαμβάνει:
α) να αιτιολογήσει και να υποστηρίξει την εκπονηθείσα μελέτη του μέχρι του σημείου που θα αποδειχθεί η αναγκαιότητα αναθεώρησής της ή τροποποίησής της, οπότε θα ακολουθηθεί η προβλεπόμενη διαδικασία του άρθρου 144 του ν. 4412/2016.
β) Να εντοπίσει τις ασυμφωνίες μεταξύ των μελετών ή των μελετών εφαρμογής του αναδόχου και των αρχικών μελετών (για την τήρηση προδιαγραφών, μεθόδους κατασκευής, ΠΠΕ).
Εάν ο ανάδοχος κατασκευής διατυπώσει διαφορετική προσέγγιση στην ανάπτυξη κάποιας διεργασίας η διευθύνουσα υπηρεσία πρέπει να ζητήσει τη διατύπωση των απόψεων του βασικού μελετητή.
γ) Να σχολιάσει τις απόψεις του αναδόχου του έργου που κατατίθενται μετά τον έλεγχο των μελετών κατασκευής του έργου.
3.2. Κατά τη διάρκεια της κατασκευής του έργου από τον ανάδοχο ο βασικός μελετητής αναλαμβάνει:
α) Να σχολιάσει τις προτάσεις και τυχόν εναλλακτικές μεθόδους κατασκευής του έργου που συντάσσουν μελετητές του αναδόχου του έργου, είτε αυτές αφορούν νέες μελέτες, είτε τροποποιήσεις των ήδη εγκεκριμένων μελετών του έργου. Ιδιαίτερα θα πρέπει να αναφέρει την κατασκευασιμότητα – εφικτότητα των προτάσεων του αναδόχου.
β) Να συμμετέχει σε συσκέψεις της προϊσταμένης αρχής με τη διευθύνουσα υπηρεσία, ή αυτών με τον ανάδοχο του έργου, με αντικείμενο τις μελέτες του έργου και την εφαρμογή αυτών στο έργο, εφόσον καλείται και να συντάσσει σχετικές εκθέσεις.
γ) Να μεταβαίνει επί τόπου του έργου σε τακτικά ενδιάμεσα χρονικά διαστήματα κατά τη διάρκεια της κατασκευής του έργου, με κατ’ ελάχιστον τρεις μεταβάσεις και με μέγιστο αριθμό μεταβάσεων τον αριθμό των κατ’ αποκοπή αμοιβών του και να συντάσσει σχετικές εκθέσεις.
δ) Να σχολιάσει τυχόν προτάσεις της διευθύνουσας υπηρεσίας για τροποποίηση εγκεκριμένων μελετών
4. Ο βασικός μελετητής κατ’ αρχήν δεν συντάσσει και δεν μετέχει στη σύνταξη οποιασδήποτε νέας μελέτης είτε αυτή είναι κύρια, είτε υποστηρικτική, κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου, ούτε δύναται να είναι ο τυχόν σύμβουλος διαχείρισης του έργου, ή να εκτελεί αρμοδιότητες επίβλεψης του έργου. Μετέχει μόνον, εφόσον του ζητηθεί, με τη διατύπωση απόψεων σε ειδικότερα θέματα των εν λόγω μελετών κατασκευής του έργου.
5. Ο βασικός μελετητής και το προσωπικό του είναι μερικής απασχόλησης και θα «ενεργοποιείται/δραστηριοποιείται» με εντολές της διευθύνουσας υπηρεσίας, κατά τις οποίες θα καθορίζονται με σαφή τρόπο τα παραδοτέα από αυτόν (τεχνικές εκθέσεις, απόψεις κλπ.), καθώς και οι επί μέρους προθεσμίες εκτέλεσης των εργασιών της σύμβασης του βασικού μελετητή.
Άρθρο 8
Διάρκεια σύμβασης του Βασικού Μελετητή
1. Η διάρκεια της σύμβασης του βασικού μελετητή καθορίζεται ίση με τη χρονική διάρκεια εκτέλεσης του έργου και δύναται να παρατείνεται σε περίπτωση παρατάσεων του έργου. Σε περίπτωση διακοπής της σύμβασης του έργου αναστέλλεται και η εκτέλεση της σύμβασης του βασικού μελετητή και επανεκκινεί με την ενεργοποίηση της σύμβασης του έργου.
2. Σε περίπτωση πρόωρης λύσης της εργολαβικής σύμβασης λύνεται και εκκαθαρίζεται πρόωρα και η σύμβαση με τον βασικό μελετητή, εκτός αν με απόφαση της προϊσταμένης αρχής διακοπεί προσωρινά η παροχή των υπηρεσιών του βασικού μελετητή μέχρι την εγκατάσταση άλλου εργολήπτη για τη συνέχιση του έργου.
3. Οι προθεσμίες-χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης των εργασιών της σύμβασης του βασικού μελετητή διέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 184 του ν. 4412/2016.
Άρθρο 9
Συμβατική αμοιβή παροχής υπηρεσιών του Βασικού Μελετητή
1. Στα έγγραφα της σύμβασης του βασικού μελετητή καθορίζεται:
α. Η συμβατική αμοιβή της παροχής υπηρεσιών του ως κατ’ αποκοπή τίμημα.
β. Ο καταμερισμός της συμβατικής αμοιβής του σε ενδιάμεσες ισόποσες τμηματικές κατ’ αποκοπήν καταβολές, οι οποίες δύνανται να είναι κατ’ ελάχιστον έξι (6) και μέγιστον δέκα (10) και ανά τακτά χρονικά διαστήματα καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης. Ο καταμερισμός της συμβατικής αμοιβής αναπροσαρμόζεται σε περίπτωση τροποποίησης της διάρκειας της σύμβασης του έργου κατά τα οριζόμενα στο προηγούμενο άρθρο και με την επιφύλαξη της παρ. 3 του παρόντος άρθρου.
2. Η αμοιβή ορίζεται για τις δημόσιες συμβάσεις έργων άνω των ορίων του άρθρου 5 του ν. 4412/2016 χαμηλότερη ή ίση με το 1% της αξίας της σύμβασης του έργου και για τις δημόσιες συμβάσεις έργων κάτω των ορίων του άρθρου 5 του ν. 4412/2016 χαμηλότερη ή ίση με το 1,5% της αξίας της σύμβασης του έργου και σε κάθε περίπτωση κάτω των ορίων των παρ. β και γ του άρθρου 5 του ν. 4412/2016.
3. Τυχόν εξάντληση του εγκεκριμένου ποσού της συμβατικής αμοιβής πριν από τη λήξη της διάρκειας της σύμβασης του έργου λόγω παράτασης αυτής δεν αποτελεί λόγο διακοπής της παροχής των υπηρεσιών του βασικού μελετητή. Στην περίπτωση αυτή δύναται να τροποποιηθεί η σύμβαση του βασικού μελετητή σύμφωνα με το άρθρο 132 παρ. 2 του ν. 4412/2016. Σε κάθε περίπτωση η συνολική αμοιβή του βασικού μελετητή παραμένει κάτω των ορίων των παρ. β και γ του άρθρου 5 του ν. 4412/2016.
4. Η αμοιβή της σύμβασης του βασικού μελετητή βαρύνει τις πιστώσεις κατασκευής του έργου.
5. Δεν προβλέπεται καταβολή ιδιαίτερης αμοιβής του βασικού μελετητή στις περιπτώσεις των διατάξεων της παρ. 5 του άρθρου 188 και παρ. 2 του άρθρου 144 του ν. 4412/2016.
6. Δεν προβλέπεται καταβολή ιδιαίτερης αμοιβής για τις μεταβάσεις του βασικού μελετητή επί τόπου του έργου.
Κατά τα λοιπά, για την καταβολή της αμοιβής του Βασικού Μελετητή ισχύουν αναλογικά οι διατάξεις των παρ. 4, 5, 6, 7, 8 και 9 του άρθρου 187 του ν. 4412/2016.
Άρθρο 10
Συναφή θέματα με τη σύμβαση του Βασικού Μελετητή.
1. Ο βασικός μελετητής είναι υποχρεωμένος με την υπογραφή της σχετικής σύμβασης για την ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης των παρεχόμενων υπηρεσιών του και του προσωπικού του κατ’ αναλογία με τα οριζόμενα στην παρ. 4 του άρθρου 144 του ν. 4412/2016. Η διάρκεια της ασφάλισης, τα όρια ασφαλιστικών καλύψεων και κάθε άλλο αναγκαίο για την ασφάλιση θέμα αναφέρονται στα έγγραφα της σύμβασης.
2. Για την έκπτωση του βασικού μελετητή, τη διάλυση της σύμβασης και την αποζημίωσή του στην περίπτωση αυτή, ή τη ματαίωση της διάλυσης ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 190, 191, 192, 193, και 194, αντίστοιχα, του ν. 4412/2016. Δεν είναι δυνατή η υποκατάσταση του βασικού μελετητή.
3. Η διοικητική και δικαστική επίλυση των διαφορών της σύμβασης του βασικού μελετητή διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 198 του ν. 4412/2016.
Άρθρο 11
Μεταβατικές Διατάξεις
1. Οι διατάξεις της παρούσας απόφασης δύναται να εφαρμόζονται αναλογικά για την ανάθεση συμβάσεων παροχής υπηρεσιών βασικών μελετητών στις περιπτώσεις συμβάσεων εκπόνησης μελετών που, κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος της παρούσας, είτε είναι σε εξέλιξη, είτε έχουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο ολοκληρωθεί.
2. Επίσης οι διατάξεις της παρούσας απόφασης δύναται να εφαρμόζονται αναλογικά και για την ανάθεση συμβάσεων παροχής υπηρεσιών βασικών μελετητών στις περιπτώσεις συμβάσεων έργων για τις οποίες, κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος της παρούσας, δεν έχει εγκριθεί το χρονοδιάγραμμα κατασκευής του έργου σύμφωνα με το άρθρο 145 του ν.4412/2016.
Άρθρο 12
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς των διατάξεων της παρούσας απόφασης αρχίζει από τη δημοσίευσή της.”
IV. Συναφείς διατάξεις
1. Στο ν. 4412/16 (ΦΕΚ-147 Α/8-8-16 - Διορθ. Σφαλμ. στα ΦΕΚ-200 Α/24-10-16 και ΦΕΚ-206 Α/3-11- 16): “Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ)” προβλέπονται σχετικώς τα κάτωθι :
Άρθρο 2 Ορισμοί (άρθρο 2 και άρθρο 33 παρ. 1 εδάφιο β΄ της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ και άρθρο 2 της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ)
1. Για τους σκοπούς του παρόντος εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί: [..]
9) ως «δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών» και ως «συμβάσεις υπηρεσιών» νοούνται οι συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών, πλην των αναφερομένων στην περίπτωση 6.
(α) ως «δημόσιες συμβάσεις εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών» νοούνται αυτές με αντικείμενο την εκπόνηση μελετών και την παροχή τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών κατά την έννοια των στοιχείων α΄ και β΄, αντίστοιχα, της περίπτωσης 6 της παραγράφου 3, σύμφωνα με το Παράρτημα I του Προσαρτήματος, όταν οι μελέτες δεν εκπονούνται και οι υπηρεσίες δεν παρέχονται από το προσωπικό της αναθέτουσας αρχής,
[...]
3. Πέραν των ορισμών της παραγράφου 1, ιδίως για τις ανάγκες εφαρμογής του Τίτλου 2 του Κεφαλαίου ΙΙ του Μέρους Β΄ του Βιβλίου I:
1) ως «Κύριος του Έργου» νοείται το Δημόσιο ή άλλος φορέας του δημόσιου τομέα, στον οποίο ανήκει το έργο για το οποίο εκπονούνται μελέτες και παρέχονται τεχνικές υπηρεσίες,
2) ως «Εργοδότης» νοείται η αναθέτουσα αρχή που καταρτίζει σύμβαση μελέτης ή παροχής τεχνικών υπηρεσιών με τον ανάδοχο είτε για λογαριασμό της είτε για λογαριασμό του κυρίου του έργου,
3) ως «Προϊσταμένη Αρχή» νοείται η αρχή ή η υπηρεσία ή το όργανο του εργοδότη, που εποπτεύει την εκτέλεση της συναφθείσας σύμβασης, ασκώντας για λογαριασμό του αποφασιστικές αρμοδιότητες, ιδίως σε θέματα τροποποίησης των όρων της σύμβασης,
4) ως «Διευθύνουσα Υπηρεσία» νοείται η τεχνική υπηρεσία που είναι αρμόδια για την παρακολούθηση, έλεγχο και διοίκηση της συναφθείσας σύμβασης, υπό την εποπτεία της Προϊσταμένης Αρχής,
5) ως «Τεχνικό συμβούλιο» νοείται το συλλογικό όργανο που έχει την αρμοδιότητα να γνωμοδοτεί στον εργοδότη για την έκδοση αποφάσεων, όταν προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία ή ζητείται από την αναθέτουσα ή την προϊσταμένη αρχή,
6) ως «Φυσικό αντικείμενο» της σύμβασης νοείται η τεχνική υπηρεσία ή η μελέτη, που προσδιορίζεται από τη σύμβαση, ως το ζητούμενο αποτέλεσμα αυτής, (α) «Μελέτη» είναι το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, που αποβλέπει ιδίως στην παραγωγή έργου ή στην επέμβαση σε έργο ή αφορά στο σχεδιασμό και την απεικόνιση έργου ή παραγωγικής διαδικασίας ή σε μεθόδους ανάπτυξης και σχεδιασμού του ευρύτερου χώρου. Η μελέτη έχει την έκταση και το βάθος που απαιτείται με τη σύμβαση, απεικονίζεται δε και παραδίδεται στην αναθέτουσα αρχή/αναθέτοντα φορέα με συγκεκριμένη συμφωνημένη μορφή.
(β) «Τεχνικές Υπηρεσίες» και «λοιπές συναφείς επιστημονικές υπηρεσίες» είναι οι υπηρεσίες που συνίστανται στην παροχή γνώσεων και ικανοτήτων με τη διάθεση κυρίως συγκεκριμένου επιστημονικού προσωπικού και άλλων μέσων επί ορισμένου χρόνου, που προσδιορίζεται είτε ημερολογιακά είτε σε συνάρτηση με ορισμένο γεγονός της παραγωγικής διαδικασίας. Οι τεχνικές υπηρεσίες μπορούν να έχουν ως αντικείμενο, ιδίως: α) τη σύνταξη των τευχών δημοσίου διαγωνισμού ανάθεσης μελέτης ή υπηρεσίας, β) τον έλεγχο και την επίβλεψη έργου ή μελέτης και γ) την υποστήριξη της αναθέτουσας αρχής στη διεξαγωγή ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας, στην επίβλεψη ή έλεγχο μελέτης και στη διοίκηση ή επίβλεψη ή έλεγχο έργου,
7) ως «Προεκτιμώμενη αμοιβή» νοείται το προεκτιμώμενο από την αναθέτουσα Αρχή χρηματικό ποσό για την ολοκλήρωση των προκηρυσσόμενων μελετών ή τεχνικών υπηρεσιών, που καθορίζεται, σύμφωνα με το άρθρο 53 και αναφέρεται στα έγγραφα της σύμβασης,
8) ως «Συμβατική αμοιβή» νοείται το καθοριζόμενο με την προκήρυξη κατ’ αποκοπή τίμημα όταν δεν προβλέπεται υποβολή οικονομικής προσφοράς και η οικονομική προσφορά του αναδόχου στις λοιπές περιπτώσεις συμβάσεων μελετών και συμβάσεων παροχής τεχνικών υπηρεσιών,
9) ως «Τελική αμοιβή» νοείται το συνολικό ποσό που καταβάλλεται στον ανάδοχο ως αμοιβή για το εκτελεσθέν αντικείμενο της σύμβασης,
10) ως «Μονάδες φυσικού αντικειμένου» νοούνται οι χαρακτηριστικές για κάθε αντικείμενο σύμβασης μοναδιαίες διαστάσεις του, πολλαπλάσια των οποίων το συνθέτουν και ορίζουν το μέγεθός του κατά κύριο λόγο, όπως χιλιόμετρα οδού, επιμέρους αυτοτελείς δομικές κατασκευές (γέφυρες, σήραγγες, οχετούς, ανισόπεδους κόμβους και διαβάσεις), τετραγωνικά μέτρα κτιρίων ή αποτυπώσεων ή οι μονάδες του χρόνου που απαιτούνται για την εκτέλεση της σύμβασης,
11) ως «Κύρια Μελέτη» νοείται η μελέτη που έχει ως αντικείμενο τον ίδιο το σχεδιασμό του έργου ή την παροχή της υπηρεσίας αυτοτελώς ή συνδυασμένα με άλλη κύρια μελέτη,
12) Ως «Υποστηρικτικές μελέτες και έρευνες» νοούνται οι επί μέρους μελέτες και έρευνες που είναι απαραίτητες για το σχεδιασμό έργου ή την παροχή υπηρεσίας, δεν έχουν, όμως, ως αντικείμενο τον ίδιο το σχεδιασμό του έργου ή την παροχή της υπηρεσίας,
13) ως «Απλή Μελέτη» νοείται η μελέτη που περιλαμβάνει μία κύρια αυτοτελή μελέτη και ενδεχομένως τις απαιτούμενες υποστηρικτικές μελέτες,
14) ως «Σύνθετη Μελέτη» νοείται η μελέτη που περιλαμβάνει περισσότερες από μία κύρια μελέτη και ενδεχομένως τις απαιτούμενες υποστηρικτικές μελέτες.
15) Ως «κατηγορίες μελετών» και ως «υπηρεσίες επίβλεψης μελετών και έργων» νοούνται οι ακόλουθες κατηγορίες, οι οποίες περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι του Προσαρτήματος Γ΄: (1) Χωροταξικές και ρυθμιστικές μελέτες, (2) Πολεοδομικές και ρυμοτομικές μελέτες, (3) οικονομικές μελέτες, (4) κοινωνικές μελέτες, (5) μελέτες οργάνωσης και επιχειρησιακής έρευνας, (6) αρχιτεκτονικές μελέτες κτιριακών έργων, (7) ειδικές αρχιτεκτονικές μελέτες (διαμόρφωσης εσωτερικών και εξωτερικών χώρων αποκατάστασης μνημείων, διατήρησης παραδοσιακών κτιρίων, οικισμών και τοπίου), (8) στατικές μελέτες (μελέτες φερουσών κατασκευών κτιρίων και μεγάλων ή ειδικών τεχνικών έργων), (9) Μηχανολογικές, ηλεκτρολογικές και ηλεκτρονικές μελέτες, (10) Μελέτες συγκοινωνιακών έργων (οδών, σιδηροδρομικών γραμμών, μικρών τεχνικών έργων, έργων υποδομής αερολιμένων) και κυκλοφοριακές μελέτες (11) μελέτες λιμενικών έργων, (12) Μελέτες μεταφορικών μέσων (χερσαίων, πλωτών, εναέριων), (13) Μελέτες υδραυλικών έργων (εγγειοβελτιωτικών έργων, φραγμάτων, υδρεύσεων, αποχετεύσεων) και διαχείρισης υδατικών πόρων, (14) Ενεργειακές μελέτες (θερμοηλεκτρικές, υδροηλεκτρικές, πυρηνικές ή ήπιων μορφών ενέργειας), (15) Βιομηχανικές μελέτες (προγραμματισμού, σχεδιασμού και λειτουργίας), (16) Μελέτες τοπογραφίας (γεωδαιτικές, φωτογραμμετρικές, χαρτογραφικές, κτηματογραφικές και τοπογραφικές), (17) Χημικές μελέτες και έρευνες, (18) Μελέτες Χημικής Μηχανικής και Χημικών Εγκαταστάσεων, (19) Μεταλλευτικές μελέτες και έρευνες, (20) Γεωλογικές, υδρογεωλογικές και γεωφυσικές μελέτες και έρευνες, (21) Γεωτεχνικές μελέτες και έρευνες, (22) Εδαφολογικές μελέτες και έρευνες, (23) Γεωργικές μελέτες (γεωργοοικονομικές, γεωργοτεχνικές εγγείων βελτιώσεων, γεωργοκτηνοτροφικού προγραμματισμού, γεωργοκτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων), (24) Δασικές μελέτες (διαχείρισης δασών και ορεινών βοσκοτόπων, δασοτεχνικής διευθέτησης ορεινών λεκανών χειμάρρων, αναδασώσεων, δασικών οδών, δασικών μεταφορικών εγκαταστάσεων και κατάρτισης δασικών χαρτών), (25) Μελέτες φυτοτεχνικής διαμόρφωσης περιβάλλοντος χώρου και έργων πρασίνου, (26) Αλιευτικές μελέτες, (27) Περιβαλλοντικές μελέτες και (28) Μελέτες συστημάτων πληροφορικής και δικτύων. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων ή με κοινή απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, μπορεί να τροποποιείται το ως άνω Παράρτημα, επεκτείνοντας ή περιορίζοντας τις κατηγορίες μελετών και υπηρεσιών που περιλαμβάνονται σε αυτό.
Άρθρο 5 Κατώτατα όρια (άρθρο 4 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ και Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2170) Ως κατώτατα όρια, σε συνάρτηση προς την εκτιμώμενη αξία της σύμβασης, εκτός ΦΠΑ, ορίζονται τα ακόλουθα:
α) 5.225.000 ευρώ για τις δημόσιες συμβάσεις έργων,
β) 135.000 ευρώ για δημόσιες συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών που ανατίθενται από κεντρικές κυβερνητικές αρχές και για διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται από τις εν λόγω αρχές. Αν οι δημόσιες συμβάσεις προμηθειών ανατίθενται από τις αναθέτουσες αρχές που δραστηριοποιούνται στον τομέα της άμυνας, το εν λόγω κατώτατο όριο ισχύει μόνο για τις συμβάσεις που αφορούν τα οριζόμενα στο Παράρτημα III του Προσαρτήματος Α΄ προϊόντα,
γ) 209.000 ευρώ για δημόσιες συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών που ανατίθενται από μη κεντρικές αναθέτουσες αρχές και για διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται από τις εν λόγω αρχές. Το κατώτατο όριο αυτό εφαρμόζεται επίσης στις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών που ανατίθενται από κεντρικές κυβερνητικές αρχές οι οποίες δραστηριοποιούνται στον τομέα της άμυνας, όταν οι συμβάσεις αυτές αφορούν προϊόντα που δεν εμπίπτουν στο Παράρτημα III του Προσαρτήματος Α΄,
δ) 750.000 ευρώ για δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών που αφορούν κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα XIV του Προσαρτήματος Α΄.
Τα κατώτατα όρια που καθορίζονται στις ως άνω περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄ ισχύουν, εφόσον δεν έχουν αναθεωρηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 6 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ.
Άρθρο 45 Συγκρότηση και τήρηση φακέλου δημόσιας σύμβασης (άρθρα 83 παράγραφος 6 και 84 παρ. 2 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ)
[...]
7. Πέραν των οριζομένων στις προηγούμενες παραγράφους, στις δημόσιες συμβάσεις έργων ο «Φάκελος Δημόσιας Σύμβασης Έργου» περιέχει τους κάτωθι τρεις (3) υποφακέλους:
Α) τον Υποφάκελο πριν από την ημερομηνία διεξαγωγής του διαγωνισμού, ο οποίος περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον:
[...]
Α.10) αποφάσεις εγκεκριμένων μελετών με πίνακα περιεχομένων εκάστης μελέτης, [...]
Άρθρο 61 Έναρξη διαδικασίας σύναψης σύμβασης
1. Για συμβάσεις άνω των ορίων, ως χρόνος έναρξης της ανοικτής διαδικασίας, της κλειστής διαδικασίας, της ανταγωνιστικής διαδικασίας με διαπραγμάτευση, του ανταγωνιστικού διαλόγου και της σύμπραξης καινοτομίας, νοείται η ημερομηνία αποστολής της σχετικής προκήρυξης σύμβασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ένωσης ή της προκαταρκτικής προκήρυξης, όταν η τελευταία χρησιμοποιείται ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 26.
2. Ως χρόνος έναρξης της διαδικασίας διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση προκήρυξης, νοείται η ημερομηνία αποστολής προς τους οικονομικούς φορείς της πρώτης πρόσκλησης συμμετοχής σε διαπραγμάτευση. Η πρόσκληση του προηγούμενου εδαφίου δεν απαιτείται να αναρτηθεί στο ΚΗΜΔΗΣ.
3. Ως χρόνος έναρξης ενός διαγωνισμού μελετών, νοείται η ημερομηνία αποστολής της σχετικής προκήρυξης διαγωνισμού μελετών στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
4. Για συμβάσεις κάτω των ορίων αντί των παραγράφων 1 έως 3, εφαρμόζονται οι διατάξεις του.
Άρθρο 72 Εγγυήσεις
1. Οι αναθέτουσες αρχές ζητούν από τους προσφέροντες να παράσχουν, κατά περίπτωση, τα ακόλουθα είδη εγγυήσεων:
[...]
β) «Εγγύηση καλής εκτέλεσης», το ύψος της οποίας καθορίζεται σε ποσοστό 5% επί της αξίας της σύμβασης εκτός ΦΠΑ και κατατίθεται πριν ή κατά την υπογραφή της σύμβασης. Η εγγύηση καλής εκτέλεσης καταπίπτει στην περίπτωση παράβασης των όρων της σύμβασης, όπως αυτή ειδικότερα ορίζει.
Δεν απαιτείται εγγύηση καλής εκτέλεσης για συμβάσεις αξίας ίσης ή κατώτερης από το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ, εκτός αν άλλως ορίζεται στα έγγραφα της σύμβασης. Σε περίπτωση τροποποίησης της σύμβασης κατά το άρθρο 132, η οποία συνεπάγεται αύξηση της συμβατικής αξίας, ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να καταθέσει πριν την τροποποίηση, συμπληρωματική εγγύηση το ύψος της οποίας ανέρχεται σε ποσοστό 5% επί του ποσού της αύξησης εκτός ΦΠΑ.
Η εγγύηση καλής εκτέλεσης της σύμβασης καλύπτει συνολικά και χωρίς διακρίσεις την εφαρμογή όλων των όρων της σύμβασης και κάθε απαίτηση της αναθέτουσας αρχής ή του κυρίου του έργου έναντι του αναδόχου.
Ειδικά στις διαδικασίες σύναψης δημόσιας σύμβασης έργου, μελέτης και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, οι εγγυήσεις καλής εκτέλεσης καταπίπτουν υπέρ του κυρίου του έργου, με αιτιολογημένη απόφαση του Προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, ιδίως μετά την οριστικοποίηση της έκπτωσης του αναδόχου. Η ένσταση του αναδόχου κατά της αποφάσεως δεν αναστέλλει την είσπραξη του ποσού της εγγυήσεως.
Ειδικά για τις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών, ο χρόνος ισχύος της εγγύησης καλής εκτέλεσης πρέπει να είναι μεγαλύτερος από το συμβατικό χρόνο φόρτωσης ή παράδοσης, για το διάστημα που θα ορίζεται στα έγγραφα της σύμβασης.
Οι εγγυήσεις καλής εκτέλεσης επιστρέφονται στο σύνολό τους μετά την οριστική ποσοτική και ποιοτική παραλαβή του συνόλου του αντικειμένου της σύμβασης.
[...]
Άρθρο 103 Πρόσκληση για υποβολή δικαιολογητικών
Πέραν των οριζόμενων στις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 79 και στο άρθρο 93, ισχύουν και τα ακόλουθα:
1. Μετά την αξιολόγηση των προσφορών, η αναθέτουσα αρχή ειδοποιεί εγγράφως τον προσφέροντα, στον οποίο πρόκειται να γίνει η κατακύρωση («προσωρινό ανάδοχο»), να υποβάλει εντός προθεσμίας, που καθορίζεται στα έγγραφα της σύμβασης και δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δέκα (10) ούτε μεγαλύτερη των είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίηση της σχετικής έγγραφης ειδοποίησης σε αυτόν, τα αποδεικτικά έγγραφα νομιμοποίησης και τα πρωτότυπα ή αντίγραφα που εκδίδονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 4250/2014 (Α΄ 74) όλων των δικαιολογητικών του άρθρου 80, όπως καθορίζονται ειδικότερα στα έγγραφα της σύμβασης, ως αποδεικτικά στοιχεία για τη μη συνδρομή των λόγων αποκλεισμού των άρθρων 73 και 74, καθώς και για την πλήρωση των κριτηρίων ποιοτικής επιλογής των άρθρων 75 έως 78. Τα δικαιολογητικά υποβάλλονται στην αναθέτουσα αρχή σε σφραγισμένο φάκελο, ο οποίος παραδίδεται στο αρμόδιο όργανο αξιολόγησης.
2. Αν δεν προσκομισθούν τα παραπάνω δικαιολογητικά ή υπάρχουν ελλείψεις σε αυτά που υποβλήθηκαν, παρέχεται προθεσμία στον προσωρινό ανάδοχο να τα προσκομίσει ή να τα συμπληρώσει εντός πέντε (5) ημερών από την κοινοποίηση σχετικής έγγραφης ειδοποίησης σε αυτόν. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να παρατείνει την ως άνω προθεσμία, εφόσον αιτιολογείται αυτό επαρκώς και κατ’ ανώτατο όριο για δεκαπέντε (15) επιπλέον ημέρες.
3. Αν, κατά τον έλεγχο των παραπάνω δικαιολογητικών διαπιστωθεί ότι τα στοιχεία που δηλώθηκαν, σύμφωνα με το άρθρο 79 είναι ψευδή ή ανακριβή, απορρίπτεται η προσφορά του προσωρινού αναδόχου και, με την επιφύλαξη του άρθρου 104, καταπίπτει υπέρ της αναθέτουσας αρχής η εγγύηση συμμετοχής του, που είχε προσκομισθεί, σύμφωνα με το άρθρο 72, εφόσον είχε προσκομισθεί και η κατακύρωση γίνεται στον προσφέροντα που υπέβαλε την αμέσως επόμενη πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά βάσει των ειδικότερων κριτηρίων ανάθεσης όπως είχαν οριστεί στα έγγραφα της σύμβασης, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η προσφορά του προσφέροντος που απορρίφθηκε. Αν κανένας από τους προσφέροντες δεν υπέβαλε αληθή ή ακριβή δήλωση η διαδικασία ανάθεσης ματαιώνεται.
4. Αν ο προσωρινός ανάδοχος δεν υποβάλει στο προκαθορισμένο χρονικό διάστημα τα απαιτούμενα πρωτότυπα ή αντίγραφα, των παραπάνω δικαιολογητικών, απορρίπτεται η προσφορά του προσωρινού αναδόχου και καταπίπτει υπέρ της αναθέτουσας αρχής η εγγύηση συμμετοχής του, που είχε προσκομισθεί, σύμφωνα με το άρθρο 72, εφόσον είχε προσκομισθεί, και η κατακύρωση γίνεται στον προσφέροντα που υπέβαλε την αμέσως επόμενη πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά βάσει των ειδικότερων κριτηρίων ανάθεσης όπως είχαν οριστεί στα έγγραφα της σύμβασης, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η προσφορά του προσφέροντος που απορρίφθηκε. Αν κανένας από τους προσφέροντες δεν προσκομίζει ένα ή περισσότερα από τα απαιτούμενα έγγραφα και δικαιολογητικά, η διαδικασία ματαιώνεται.
5. Αν από τα παραπάνω δικαιολογητικά που προσκομίσθηκαν νομίμως και εμπροθέσμως, δεν αποδεικνύεται η μη συνδρομή των λόγων αποκλεισμού των άρθρων 73 και 74 ή η πλήρωση μιας ή περισσότερων από τις απαιτήσεις των κριτηρίων ποιοτικής επιλογής, σύμφωνα με την παράγραφο 1 και τα άρθρα 75, 76 και 77, απορρίπτεται η προσφορά του προσωρινού αναδόχου και, με την επιφύλαξη του άρθρου 104, καταπίπτει υπέρ της αναθέτουσας αρχής η εγγύηση συμμετοχής του, είχε προσκομισθεί, σύμφωνα με το άρθρο 72, εφόσον είχε προσκομισθεί, και, με την επιφύλαξη του άρθρου 104, η κατακύρωση γίνεται στον προσφέροντα που υπέβαλε την αμέσως επόμενη πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά βάσει των ειδικότερων κριτηρίων ανάθεσης όπως είχαν οριστεί στα έγγραφα της σύμβασης, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η προσφορά του προσφέροντος που απορρίφθηκε. Αν κανένας από τους προσφέροντες δεν αποδείξει ότι πληροί τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής, σύμφωνα με την παράγραφο 1 και το άρθρο 75 η διαδικασία ματαιώνεται.
6. Η διαδικασία ελέγχου των παραπάνω δικαιολογητικών ολοκληρώνεται με τη σύνταξη πρακτικού από το αρμόδιο γνωμοδοτικό όργανο και τη διαβίβαση του φακέλου στο αποφαινόμενο όργανο της αναθέτουσας αρχής για τη λήψη απόφασης είτε για τη ματαίωση της διαδικασίας κατά τις παραγράφους 3, 4 ή 5 είτε κατακύρωσης της σύμβασης. Τα αποτελέσματα του ελέγχου των παραπάνω δικαιολογητικών, επικυρώνονται με την απόφαση κατακύρωσης του άρθρου 105.
7. Όσοι υπέβαλαν παραδεκτές προσφορές λαμβάνουν γνώση των παραπάνω δικαιολογητικών που κατατέθηκαν, κατά τα οριζόμενα στα έγγραφα της σύμβασης και στις διατάξεις του παρόντος.
Άρθρο 105 Κατακύρωση - σύναψη σύμβασης
1. Στην απόφαση κατακύρωσης αναφέρονται υποχρεωτικά οι προθεσμίες για την αναστολή της σύναψης της σύμβασης, σύμφωνα με τα άρθρα 360 και επόμενα. Στις διαδικασίες σύναψης δημόσιας σύμβασης προμηθειών ή παροχής γενικών υπηρεσιών, το αρμόδιο γνωμοδοτικό όργανο, με αιτιολογημένη εισήγησή του, μπορεί να προτείνει την κατακύρωση της σύμβασης για ολόκληρη ή μεγαλύτερη ή μικρότερη ποσότητα κατά ποσοστό στα εκατό, που θα καθορίζεται στα έγγραφα της σύμβασης. Το ποσοστό αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει το 30% για διαγωνισμούς προϋπολογισθείσας αξίας μέχρι 100.000 ευρώ περιλαμβανομένου Φ.Π.Α. και το 15% για διαγωνισμούς προϋπολογισθείσας αξίας από 100.001 ευρώ και άνω περιλαμβανομένου Φ.Π.Α. στην περίπτωση της μεγαλύτερης ποσότητας ή το 50% στην περίπτωση μικρότερης ποσότητας. Για κατακύρωση μέρους της ποσότητας κάτω του καθοριζόμενου από τα έγγραφα της σύμβασης ποσοστού, απαιτείται προηγούμενη αποδοχή από τον προμηθευτή.
2. Η αναθέτουσα αρχή κοινοποιεί αμέσως την απόφαση κατακύρωσης, μαζί με αντίγραφο όλων των πρακτικών της διαδικασίας ελέγχου και αξιολόγησης των προσφορών, σε κάθε προσφέροντα εκτός από τον προσωρινό ανάδοχο με κάθε πρόσφορο τρόπο, όπως με τηλεομοιοτυπία, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο κ.λπ., επί αποδείξει.
3. Η απόφαση κατακύρωσης δεν παράγει τα έννομα αποτελέσματά της, εφόσον η αναθέτουσα αρχή δεν την κοινοποίησε σε όλους τους προσφέροντες. Τα έννομα αποτελέσματα της απόφασης κατακύρωσης και ιδίως η σύναψη της σύμβασης επέρχονται εφόσον και όταν συντρέξουν σωρευτικά τα εξής:
α) άπρακτη πάροδος των προθεσμιών άσκησης των προβλεπόμενων στις κείμενες διατάξεις βοηθημάτων και μέσων στο στάδιο της προδικαστικής και δικαστικής προστασίας και από τις αποφάσεις αναστολών επί αυτών,
β) ολοκλήρωση του προσυμβατικού ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο, σύμφωνα με τα άρθρα 35 και 36 του ν. 4129/2013, εφόσον απαιτείται και
γ)κοινοποίηση της απόφασης κατακύρωσης στον προσωρινό ανάδοχο, εφόσον ο τελευταίος υποβάλει επικαιροποιημένα τα δικαιολογητικά του άρθρου 80 και μόνον στην περίπτωση του προσυμβατικού ελέγχου ή της άσκησης προδικαστικής προσφυγής και ενδίκων μέσων κατά της απόφασης κατακύρωσης, έπειτα από σχετική πρόσκληση.
4. Μετά την επέλευση των εννόμων αποτελεσμάτων της απόφασης κατακύρωσης, η αναθέτουσα αρχή προσκαλεί τον ανάδοχο να προσέλθει για την υπογραφή του συμφωνητικού, θέτοντάς του προθεσμία που δε μπορεί να υπερβαίνει τις είκοσι (20) ημέρες από την κοινοποίηση σχετικής έγγραφης ειδικής πρόσκλησης.
5. Η υπογραφή του συμφωνητικού έχει αποδεικτικό χαρακτήρα. Εάν ο ανάδοχος δεν προσέλθει να υπογράψει το συμφωνητικό, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στην ειδική πρόκληση, κηρύσσεται έκπτωτος, καταπίπτει υπέρ της αναθέτουσας αρχής η εγγύηση συμμετοχής του και η κατακύρωση γίνεται στον προσφέροντα που υπέβαλε την αμέσως επόμενη πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά. Αν κανένας από τους προσφέροντες δεν προσέλθει για την υπογραφή του συμφωνητικού, η διαδικασία ανάθεσης ματαιώνεται, σύμφωνα με την περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 106.
Άρθρο 120 Έναρξη διαδικασίας σύναψης σύμβασης
1. Για συμβάσεις κάτω των ορίων, ως χρόνος έναρξης της ανοικτής διαδικασίας, της κλειστής διαδικασίας και της ανταγωνιστικής διαδικασίας με διαπραγμάτευση, του ανταγωνιστικού διαλόγου και της σύμπραξης καινοτομίας, νοείται η ημερομηνία δημοσίευσης της προκήρυξης σύμβασης στο ΚΗΜΔΗΣ, σύμφωνα με το άρθρο 66, με την επιφύλαξη της παρ. 5 του άρθρου 376.
2. Ως χρόνος έναρξης του συνοπτικού διαγωνισμού νοείται η ημερομηνία δημοσίευσης της διακήρυξης στο ΚΗΜΔΗΣ σύμφωνα με το άρθρο 66.
3. Ως χρόνος έναρξης της διαδικασίας της απευθείας ανάθεσης ή της διαδικασίας διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση προκήρυξης νοείται η ημερομηνία αποστολής προς τους οικονομικούς φορείς της πρώτης πρόσκλησης υποβολής προσφοράς ή της πρώτης πρόσκλησης συμμετοχής σε διαπραγμάτευση. Η πρόσκληση του προηγούμενου εδαφίου δεν απαιτείται να αναρτηθεί στο ΚΗΜΔΗΣ.
Άρθρο 123 Προσκλήσεις προς υποψηφίους κατά τη διαδικασία σύναψης δημοσίων συμβάσεων - Κριτήρια επιλογής
1. Στις κλειστές διαδικασίες και τις ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση, οι αναθέτουσες αρχές προσκαλούν ταυτοχρόνως και γραπτώς τους επιλεγέντες υποψηφίους να υποβάλουν τις προσφορές τους.
2. Οι προσκλήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 συνοδεύονται από τα έγγραφα της σύμβασης, στην περίπτωση που στα έγγραφα αυτά δεν παρέχεται ελεύθερη, πλήρης, άμεση και δωρεάν πρόσβαση και δεν διατίθενται ήδη με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Επιπλέον, οι προσκλήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που ορίζονται στο Παράρτημα IX του Προσαρτήματος Α΄.
3. Ειδικά για τις κάτω των ορίων συμβάσεις του παρόντος με απόφαση του Υπουργού, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων μπορεί να εξειδικεύονται, για ειδικές κατηγορίες έργων, καθώς και για ειδικές κατηγορίες μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών επιστημονικών υπηρεσιών και ορίων προϋπολογισμού αυτών, οι διαδικασίες αναφορικά με τη διενέργεια των διαγωνισμών ή των αναθέσεων.
Άρθρο 128 Ανάθεση εξειδικευμένων υπηρεσιών (σύμβουλοι, εμπειρογνώμονες) για τη μελέτη και εκτέλεση συμβάσεων δημοσίων έργων και συμβάσεων παραχώρησης έργων
1. Όταν πρόκειται να εκτελεστούν δημόσια έργα ή συμβάσεις παραχώρησης έργων προβλεπόμενου συνολικού κόστους μεγαλύτερου των τριάντα εκατομμυρίων (30.000.000) ευρώ, επιτρέπεται, η ανάθεση, με προσφυγή σε διαδικασία διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση προκήρυξης με ανάρτηση της πρόσκλησης στην ιστοσελίδα της αναθέτουσας αρχής, υπηρεσιών συμβούλων οποιασδήποτε ειδικότητας, όπως, ιδίως, τεχνικού, νομικού, οικονομικού και συμβούλου οργάνωσης, σε ημεδαπά ή αλλοδαπά, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, επί ειδικών θεμάτων, που απαιτούνται για την υλοποίηση, μελέτη και εκτέλεση των έργων αυτών, έναντι συνολικής αμοιβής μέχρι των ορίων των περιπτώσεων β΄ και γ΄, κατά περίπτωση, του άρθρου 5. Για την ανάθεση απαιτείται γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου Δημόσιων Έργων της Γενικής Γραμματείας Υποδομών του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.
2. Όταν πρόκειται να εκτελεστούν δημόσια έργα ή συμβάσεις παραχώρησης έργων ή μέρη αυτών και, ειδικότερα, για το σχεδιασμό, μελέτη, έλεγχο μελέτης, διοίκηση και επίβλεψη έργων της Γενικής Γραμματείας Υποδομών του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, καθώς και για τις ανάγκες μηχανογράφησης των υπηρεσιών της, επιτρέπεται, η ανάθεση, με προσφυγή σε διαδικασία διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση προκήρυξης με ανάρτηση της πρόσκλησης στην ιστοσελίδα της αναθέτουσας αρχής, υπηρεσιών συμβούλων επί ειδικών θεμάτων, που απαιτούνται για την υλοποίηση και εκτέλεση των έργων αυτών έναντι συνολικής αμοιβής μέχρι των ορίων των περιπτώσεων β΄ και γ΄, κατά περίπτωση, του άρθρου 5. Για την ανάθεση απαιτείται γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου Δημόσιων Έργων της Γενικής Γραμματείας Υποδομών του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.
3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, μπορεί να εφαρμόζονται οι διατάξεις της ανωτέρω περίπτωση β΄, ολικά ή μερικά, σε συγκεκριμένο έργο ή τμήμα έργου ή ομάδα έργων, που εκτελούνται από το Δημόσιο ή φορείς του δημόσιου τομέα και να ρυθμίζονται όλα τα σχετικά θέματα.
4. Οι σχετικές δαπάνες βαρύνουν τις πιστώσεις του έργου. Η ανάθεση καθηκόντων συμβούλου γίνεται με σύμβαση στην οποία ορίζονται οι παρεχόμενες από τον σύμβουλο υπηρεσίες, οι όροι και προϋποθέσεις παροχής τους, η διάρκεια της σύμβασης και κάθε άλλη λεπτομέρεια εφαρμογής της.
5. Σε περιπτώσεις ειδικών ή μεγάλων έργων υποδομής ή έργων στα οποία εφαρμόζονται μη διαδεδομένες ειδικές μέθοδοι μελέτης και κατασκευής, ιδίως σε θέματα ασφάλειας ή αντιμετώπισης και αποτροπής κινδύνου, μπορεί, με απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής, που λαμβάνεται κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Τεχνικού Συμβουλίου του αρμόδιου Υπουργείου ή του Τεχνικού Συμβουλίου της Γενικής Γραμματείας Υποδομών, αν στο αρμόδιο Υπουργείο δεν υφίσταται τεχνικό συμβούλιο, να ορίζεται ως ειδικός εμπειρογνώμονας για την επίλυση συγκεκριμένου τεχνικού προβλήματος και για ολιγοήμερη απασχόληση επιστήμονας εγνωσμένου κύρους και φήμης και μεγάλης εμπειρίας σχετικής με το προς επίλυση θέμα, χωρίς να απαιτείται να είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο Μελετητών. Η επιλογή του εμπειρογνώμονα επιτρέπεται να γίνει έναντι συνολικής αμοιβής μέχρι των ορίων των περιπτώσεων β΄ και γ΄, κατά περίπτωση, του άρθρου 5. Η συνολική αμοιβή του εμπειρογνώμονα βαρύνει τις πι - στώσεις του έργου ή της μελέτης και καθορίζεται με την απόφαση ορισμού του, επί τη βάσει ημερήσιας αποζημίωσης που δεν μπορεί να υπερβαίνει το διπλάσιο της αμοιβής επιστήμονα με υπερεικοσαετή εμπειρία, όπως αυτή ορίζεται στον Κανονισμό Προεκτιμώμενων Αμοιβών της περίπτωσης δ΄ ς παραγράφου 8 του άρθρου 53.
Άρθρο 132 Τροποποίηση συμβάσεων κατά τη διάρκειά τους (άρθρο 72 Οδηγίας 2014/24/ΕΕ)
1. Οι συμβάσεις και οι συμφωνίες-πλαίσιο μπορούν να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της χρηματικής αξίας τους, προβλέπονται σε σαφείς, ακριβείς και ρητές ρήτρες αναθεώρησης στα αρχικά έγγραφα της σύμβασης στις οποίες μπορεί να περιλαμβάνονται και ρήτρες αναθεώρησης τιμών ή προαιρέσεις. Οι ρήτρες αυτές αναφέρουν το αντικείμενο και τη φύση των ενδεχόμενων τροποποιήσεων ή προαιρέσεων, καθώς και τους όρους υπό τους οποίους μπορούν να ενεργοποιηθούν. Δεν προβλέπουν τροποποιήσεις ή προαιρέσεις που ενδέχεται να μεταβάλουν τη συνολική φύση της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο·
β) για τα συμπληρωματικά έργα, υπηρεσίες ή αγαθά από τον αρχικό ανάδοχο, τα οποία κατέστησαν αναγκαία και δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική σύμβαση, εφόσον η αλλαγή αναδόχου:
αα) δεν μπορεί να γίνει για οικονομικούς ή τεχνικούς λόγους, π.χ. απαιτήσεις εναλλαξιμότητας ή διαλειτουργικότητας με τον υφιστάμενο εξοπλισμό, υπηρεσίες ή εγκαταστάσεις που παρασχέθηκαν με τη διαδικασία σύναψης της αρχικής σύμβασης, και
ββ) θα συνεπαγόταν σημαντικά προβλήματα ή ουσιαστική επικάλυψη δαπανών για την αναθέτουσα αρχή.
Ωστόσο, οποιαδήποτε αύξηση της τιμής δεν υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατό (50%) της αξίας της αρχικής σύμβασης. Σε περίπτωση διαδοχικών τροποποιήσεων, η σωρευτική αξία των τροποποιήσεων αυτών δεν μπορεί να υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατό (50%) της αξίας της αρχικής σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο.
Οι επακόλουθες τροποποιήσεις δεν πρέπει να αποσκοπούν στην αποφυγή εφαρμογής του παρόντος Βιβλίου (άρθρα 3 έως 221).
γ) όταν πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
αα) η ανάγκη τροποποίησης προέκυψε λόγω περιστάσεων που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν από μια επιμελή αναθέτουσα αρχή,
ββ) η τροποποίηση δεν μεταβάλλει τη συνολική φύση της σύμβασης,
γγ) οποιαδήποτε αύξηση της τιμής δεν υπερβαίνει το 50% της αξίας της αρχικής σύμβασης ή της συμ - φωνίας-πλαίσιο.
Οι επακόλουθες τροποποιήσεις δεν πρέπει να αποσκοπούν στην αποφυγή εφαρμογής του παρόντος Βιβλίου,
δ) όταν ένας νέος ανάδοχος υποκαθιστά εκείνον στον οποίο ανατέθηκε αρχικά η σύμβαση από την αναθέτουσα αρχή, συνεπεία:
αα) ρητής ρήτρας αναθεώρησης ή προαίρεσης, σύμφωνης με την περίπτωση α΄,
ββ) ολικής ή μερικής διαδοχής του αρχικού αναδόχου, λόγω εταιρικής αναδιάρθρωσης, περιλαμβανομένων της εξαγοράς, της απορρόφησης, της συγχώνευσης ή καταστάσεων αφερεγγυότητας ιδίως στο πλαίσιο προπτωχευτικών ή πτωχευτικών διαδικασιών, από άλλον οικονομικό φορέα, ο οποίος πληροί τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που καθορίστηκαν αρχικά, υπό τον όρο ότι η διαδοχή δεν συνεπάγεται άλλες ουσιώδεις τροποποιήσεις της σύμβασης και δεν γίνεται με σκοπό την αποφυγή της εφαρμογής του παρόντος Βιβλίου ή
γγ) περίπτωσης που η αναθέτουσα αρχή αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του κύριου αναδόχου έναντι των υπεργολάβων του και εφόσον η δυνατότητα αυτή προβλέπεται στις κείμενες διατάξεις, σύμφωνα με το άρθρο 131,
ε) όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της αξίας τους, δεν είναι ουσιώδεις κατά την έννοια της παρ. 4.
Οι αναθέτουσες αρχές που τροποποιούν μία σύμβαση στις περιπτώσεις των περιπτώσεων β΄ και γ΄ δημοσιεύουν σχετική γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ένωσης. Η γνωστοποίηση αυτή περιέχει τις πληροφορίες που προβλέπονται στο Μέρος Ζ΄ του Παραρτήματος V του Προσαρτήματος Α΄ και δημοσιεύεται, σύμφωνα με το άρθρο 65.
2. Χωρίς να απαιτείται επαλήθευση αν τηρούνται οι προϋποθέσεις των περιπτώσεων α΄ έως δ΄ της παρ. 4, οι συμβάσεις μπορεί να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης, σύμφωνα με το παρόν Βιβλίο, εφόσον η αξία της τροποποίησης είναι κατώτερη και των δύο ακόλουθων τιμών:
α) των κατώτατων ορίων του άρθρου 5, και
β) του δέκα τοις εκατό (10%) της αξίας της αρχικής σύμβασης για τις συμβάσεις υπηρεσιών και προμηθειών και του 15% της αξίας της αρχικής σύμβασης για τις συμβάσεις έργων. Η τροποποίηση δεν μπορεί να μεταβάλει τη συνολική φύση της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο. Σε περίπτωση διαδοχικών τροποποιήσεων, η αξία τους υπολογίζεται βάσει της καθαρής σωρευτικής αξίας των διαδοχικών τροποποιήσεων.
3. Για τον υπολογισμό της τιμής που προβλέπεται στην παρ. 2 και στις περιπτώσεις β΄ και γ΄ της παρ. 1, όταν η σύμβαση περιλαμβάνει ρήτρα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, η αναπροσαρμοσμένη τιμή είναι η τιμή αναφοράς.
4. Η τροποποίηση σύμβασης ή συμφωνίας-πλαίσιο κατά τη διάρκειά της θεωρείται ουσιώδης κατά την έννοια της περίπτωσης ε΄ της παρ. 1, εφόσον καθιστά τη σύμβαση ή τη συμφωνία-πλαίσιο ουσιω - δώς διαφορετική, ως προς τον χαρακτήρα, από την αρχικώς συναφθείσα. Σε κάθε περίπτωση, με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, μία τροποποίηση θεωρείται ουσιώδης όταν πληροί μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) η τροποποίηση εισάγει όρους οι οποίοι, εάν είχαν αποτελέσει μέρος της αρχικής διαδικασίας σύναψης σύμβασης, θα είχαν επιτρέψει τη συμμετοχή διαφορετικών υποψηφίων από αυτούς που επιλέχθηκαν αρχικώς ή στην αποδοχή άλλης προσφοράς από εκείνη που επελέγη αρχικώς ή θα προσέλκυαν και άλλους συμμετέχοντες στη διαδικασία σύναψης σύμβασης,
β) η τροποποίηση αλλάζει την οικονομική ισορροπία της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο υπέρ του αναδόχου, κατά τρόπο που δεν προβλεπόταν στην αρχική σύμβαση ή συμφωνία-πλαίσιο,
γ) η τροποποίηση επεκτείνει σημαντικά το αντικείμενο της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαίσιο,
δ) όταν νέος ανάδοχος υποκαθιστά εκείνον στον οποίο είχε ανατεθεί αρχικώς η σύμβαση σε περιπτώσεις διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1.
5. Απαιτείται νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης, σύμφωνα με το παρόν Βιβλίο, για τροποποιήσεις των διατάξεων μίας δημόσιας σύμβασης ή μίας συμφωνίας-πλαίσιο κατά τη διάρκειά τους, που είναι διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στις παραγράφους 1 και 2.
Άρθρο 134 Τρόπος κατασκευής
Τα δημόσια έργα κατασκευάζονται με εγκεκριμένη μελέτη εφαρμογής:
α) Είτε από ειδικευμένους οικονομικούς φορείς κατά τις κείμενες διατάξεις. Η έγκριση διεξαγωγής δημοπρασίας αποτελεί και έγκριση της κατασκευής του έργου με οικονομικό φορέα.
β) Είτε από τον φορέα κατασκευής του έργου με αυτεπιστασία μέσω κατάλληλης τεχνικής υπηρεσίας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 44, και προσωπικού που είτε υπάρχει είτε κατά περίπτωση προσλαμβάνεται και αμείβεται από τις πιστώσεις του έργου.
Άρθρο 144 Σύμπραξη στην κατασκευή του μελετητή Πρόσθετες εγγυήσεις - Ευθύνη
1. Όταν η μελέτη του έργου έχει εκπονηθεί από ιδιωτικό μελετητικό γραφείο, η Διευθύνουσα Υπηρεσία ειδοποιεί εγγράφως τον μελετητή για την έναρξη κατασκευής του έργου που έχει μελετήσει και για κάθε τροποποίηση της μελέτης εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 2.
2. Επιτρέπεται η τροποποίηση της εγκεκριμένης μελέτης, κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου, μόνο για τη διόρθωση σφαλμάτων της ή τη συμπλήρωση ελλείψεών της ή για λόγους που υπαγορεύονται από απρόβλεπτες περιστάσεις. Προς τούτο υποβάλλεται πρόταση της διευθύνουσας υπηρεσίας του έργου προς την προϊσταμένη αρχή, η οποία αποφασίζει ύστερα από γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου κατασκευών. Αν η τροποποίηση αποδίδεται σε σφάλματα και ελλείψεις της μελέτης και ο μελετητής αποδέχεται την ευθύνη του, τροποποιεί τη μελέτη κατά την παρ. 5 του άρθρου 188, εφόσον δεν έχουν παραγραφεί οι αξιώσεις του εργοδότη. Σε κάθε άλλη περίπτωση την τροποποίηση αναλαμβάνει ο ανάδοχος του έργου σε συνεργασία με μελετητή που διαθέτει τα νόμιμα προσόντα. Για να εισαχθεί το θέμα στο Τεχνικό Συμβούλιο πρέπει η τροποποιητική μελέτη να είναι σε στάδιο αντίστοιχο με την προς τροποποίηση και να έχει τεθεί υπόψη του αρχικού μελετητή που διατυπώνει εγγράφως τη γνώμη του σε εύλογη, κατά την κρίση της διευθύνουσας υπηρεσίας, προθεσμία. Κατά τη συζήτηση στο συμβούλιο καλούνται προς ακρόαση ο αρχικός μελετητής, ο ανάδοχος του έργου ή εκπρόσωποί τους και εκπρόσωπος της υπηρεσίας που ενέκρινε την αρχική μελέτη, οι οποίοι υποβάλλουν γραπτό υπόμνημα. Η προϊσταμένη αρχή εκδίδει την απόφαση περί αποδοχής της πρότασης τροποποίησης της μελέτης, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την έκδοση της γνωμοδότησης του συμβουλίου και η κοινοποίηση της απόφασης στην υπηρεσία τήρησης των μητρώων, αποτελεί προϋπόθεση για την πληρωμή των εργασιών της τροποποιητικής μελέτης. Αν η ανάγκη τροποποίησης της μελέτης αποδίδεται σε σφάλματα ή ελλείψεις της και δεν έχουν παραγραφεί οι αξιώσεις του κυρίου του έργου κατά του μελετητή, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 188. Ο μελετητής της αρχικής μελέτης μπορεί να ασκήσει αίτηση θεραπείας κατά της απόφασης περί τροποποίησης της μελέτης, αν αυτή αποδίδεται σε σφάλματα ή παραλείψεις της μελέτης. Η άσκηση αίτησης θεραπείας αναστέλλει τις εις βάρος του μελετητή οικονομικές συνέπειες και την έναρξη της πειθαρχικής διαδικασίας, όχι όμως την εφαρμογή της τροποποιημένης μελέτης. Η απόφαση κοινοποιείται στα αρμόδια για την κίνηση της πειθαρχικής διαδικασίας κατά του μελετητή και των υπαιτίων υπαλλήλων όργανα, αν η ανάγκη τροποποίησης οφείλεται σε λάθη ή παραλείψεις της μελέτης.
3. Αν δεν έχει περάσει η εξαετία που προβλέπεται από την παράγραφο 1 του άρθρου 188, για την παραγραφή των αξιώσεων του εργοδότη κατά του μελετητή, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 5 του αυτού άρθρου 188. Στην περίπτωση αυτή, καθ’ όλη τη διάρκεια κατασκευής του έργου, ο μελετητής φέρει πλήρως την ευθύνη της μελέτης του.
4. Για την πληρότητα των εκπονούμενων μελετών, τον αρτιότερο σχεδιασμό, την καλύτερη διοίκηση και επίβλεψη και την έντεχνη κατασκευή του έργου, υποχρεούνται ο μελετητής, ο ανάδοχος κατασκευής του έργου και ο τεχνικός σύμβουλος να ασφαλίζουν τη μελέτη, την κατασκευή του έργου και τις υπηρεσίες τεχνικού συμβούλου αντίστοιχα, κατά παντός κινδύνου, περιλαμβανομένων και των περιπτώσεων ζημιών από ανωτέρα βία.
Με απόφαση του Υπουργού, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων ορίζονται τα έργα, οι μελέτες και οι υπηρεσίες που υπάγονται στην ασφάλιση, οι ασφαλιζόμενοι κίνδυνοι, η διάρκεια της ασφάλισης, η διαδικασία διαπίστωσης της επέλευσης του κινδύνου και της καταβολής του ασφαλίσματος, τα ελάχιστα όρια ασφαλιστικών καλύψεων, οι αποδεκτές εξαιρέσεις και οι μέγιστες απαλλαγές, η έναρξη εφαρμογής της υποχρέωσης ασφάλισης και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα. Μέχρι την έκδοση της ανωτέρω απόφασης τα έργα των οποίων ο προϋπολογισμός χωρίς το ΦΠΑ υπερβαίνει το ποσό των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ ασφαλίζονται υποχρεωτικά.»
Άρθρο 145 Χρονοδιάγραμμα κατασκευής
1. Σε κάθε σύμβαση κατασκευής έργου ορίζεται προθεσμία για την περάτωσή του στο σύνολο και κατά τμήματα. Μέσα σε προθεσμία που ορίζεται στα έγγραφα της σύμβασης και η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δεκαπέντε (15) ημέρες και να υπερβαίνει τις τριάντα (30) ημέρες από την υπογραφή της σύμβασης, ο ανάδοχος με βάση την ολική και τις τμηματικές προθεσμίες, συντάσσει και υποβάλλει στη Διευθύνουσα Υπηρεσία το χρονοδιάγραμμα κατασκευής του έργου. Σε περίπτωση που το κριτήριο ανάθεσης της σύμβασης ήταν, κατά τα οριζόμενα στα έγγραφα της σύμβασης, η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά βάσει της βέλτιστης σχέσης ποιότητας – τιμής, το υποβληθέν από τον οικονομικό φορέα που αναδείχθηκε ανάδοχος χρονοδιάγραμμα μπορεί να συνιστά το «εγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα κατασκευής του έργου» κατά τα οριζόμενα στα έγγραφα της σύμβασης.
2. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία εγκρίνει μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες το χρονοδιάγραμμα και μπορεί να τροποποιήσει τις προτάσεις του αναδόχου ιδίως αναφορικά με την κατασκευαστική αλληλουχία, την κατασκευασιμότητα της μεθοδολογίας, την επίτευξη των χρονικών οροσήμων της σύμβασης και με τις δυνατότητες χρονικής κλιμάκωσης των πιστώσεων. Το εγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα αποτελεί συμβατικό στοιχείο του έργου. Αν η έγκριση δεν γίνει μέσα στην πιο πάνω προθεσμία ή αν μέσα στην προθεσμία αυτή δεν ζητήσει γραπτά η Διευθύνουσα Υπηρεσία διευκρινίσεις ή αναμορφώσεις ή συμπληρώσεις, το χρονοδιάγραμμα θεωρείται ότι έχει εγκριθεί. Αναπροσαρμογές του χρονοδιαγράμματος εγκρίνονται όταν μεταβληθούν οι προθεσμίες, το αντικείμενο ή οι ποσότητες των εργασιών. Η έναρξη των εργασιών του έργου από μέρους του αναδόχου δεν μπορεί να καθυστερήσει πέρα των τριάντα (30) ημερών από την υπογραφή της σύμβασης. Η μη τήρηση των ανωτέρω προθεσμιών με υπαιτιότητα του αναδόχου συνεπάγεται την επιβολή των διοικητικών και παρεπόμενων χρηματικών κυρώσεων, αποτελεί λόγο έκπτωσης του αναδόχου και για τα αρμόδια όργανα του φορέα κατασκευής αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του άρθρου 141.
3. Το εγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα αποτελεί το αναλυτικό πρόγραμμα κατασκευής του έργου. Το χρονοδιάγραμμα αναλύει ανά μονάδα χρόνου η οποία καθορίζεται στα έγγραφα της σύμβασης και πάντως ανά ημερολογιακό τρίμηνο τις εργασίες που προβλέπεται να εκτελεσθούν. Το χρονοδιάγραμμα συντάσσεται με τη μορφή τετραγωνικού πίνακα που περιλαμβάνει την πιο πάνω χρονική ανάλυση των ποσοτήτων ανά εργασία ή ομάδα εργασιών και συνοδεύεται από γραμμικό διάγραμμα και σχετική έκθεση. Σε έργα προϋπολογισμού άνω του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ είναι υποχρεωτική η σύνταξη τευχών ή διαγραμμάτων με τη μέθοδο της δικτυωτής ανάλυσης. Σε έργα μικρότερου προϋπολογισμού μπορεί να προβλέπεται η σύνταξη τευχών ή διαγραμμάτων με τη μέθοδο της δικτυωτής ανάλυσης στα έγγραφα της σύμβασης.
4. O ανάδοχος κατασκευής του έργου υποχρεούται επίσης μέσα σε ένα (1) μήνα από την υπογραφή της σύμβασης να συντάξει και να υποβάλει οργανόγραμμα του εργοταξίου, στο οποίο θα περιγράφονται λεπτομερώς τα πλήρη στοιχεία στελεχών, εξοπλισμού και μηχανημάτων που θα περιλαμβάνει η εργοταξιακή ανάπτυξη για την εκτέλεση του έργου.
Άρθρο 182 Υπογραφή της Σύμβασης
1. Η σύμβαση συνάπτεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 105.
2. Αν δεν ορίζεται διαφορετικά στα έγγραφα της σύμβασης, με την υπογραφή του συμφωνητικού αρχίζουν οι προθεσμίες της σύμβασης.
3. Αν δεν προσέλθει εμπρόθεσμα ο ανάδοχος για την υπογραφή του συμφωνητικού, κηρύσσεται έκπτωτος, σύμφωνα με το άρθρο 105 με απόφαση του Προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας και χωρίς άλλες προϋποθέσεις, εκτός αν επικαλεστεί και αποδείξει έλλειψη υπαιτιότητας. Κατά της απόφασης χωρεί ένσταση, η οποία αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης. Επί της ενστάσεως αποφασίζει ρητά η Προϊσταμένη Αρχή μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών. Σε κάθε περίπτωση, η έκδοση της απόφασης αυτής αποτελεί προϋπόθεση για τη συνέχιση της διαδικασίας ανάθεσης. Αν η ένσταση απορριφθεί, οριστικοποιείται η έκπτωση και η εγγύηση συμμετοχής του αναδόχου καταπίπτει υπέρ του κυρίου του έργου με απόφαση του Προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας.
4. Κατά την υπογραφή του συμφωνητικού ο ανάδοχος δηλώνει την έδρα του και τον αντίκλητό του. Σε περίπτωση αναδόχου σύμπραξης, ως έδρα του αναδόχου θεωρείται η έδρα του εκπροσώπου του. Ο ανάδοχος υποχρεούται να δηλώνει χωρίς καθυστέρηση στη Διευθύνουσα Υπηρεσία, την αλλαγή της έδρας του. Μέχρι την υποβολή της δήλωσης θεωρούνται ισχυρές οι κοινοποιήσεις των εγγράφων της Διευθύνουσας Υπηρεσίας στην προηγούμενη έδρα.
5. Αντίκλητος του αναδόχου ορίζεται φυσικό πρόσωπο που κατοικεί στην έδρα της Διευθύνουσας Υπηρεσίας και αποδέχεται το διορισμό του με δήλωση που περιλαμβάνεται στο κείμενο της σύμβασης ή υποβάλλεται με ιδιαίτερο έγγραφο. Αντίκλητος δεν αποκλείεται να είναι και ο εκπρόσωπος του αναδόχου, εφόσον κατοικεί στην έδρα της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Στον αντίκλητο γίνονται νόμιμα, αντί του αναδόχου, οι κοινοποιήσεις των εγγράφων της υπηρεσίας. Ο ανάδοχος μπορεί να αντικαταστήσει τον αντίκλητό του, μέχρι όμως την υποβολή της σχετικής δήλωσης με την οποία αντικαθίσταται, οι κοινοποιήσεις νομίμως γίνονται στον αντίκλητο. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία δικαιούται να απαιτήσει από τον ανάδοχο την αντικατάσταση του αντικλήτου, αν ο τελευταίος δεν παραλαμβάνει τα έγγραφα που απευθύνονται προς τον ανάδοχο. Ο ανάδοχος υποχρεούται να συμμορφωθεί αμέσως στην απαίτηση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας.
Άρθρο 183 Διοίκηση σύμβασης μελέτης - παροχής τεχνικών υπηρεσιών
1. Η διοίκηση της σύμβασης, η παρακολούθηση και ο έλεγχός της ασκούνται από την αρμόδια τεχνική υπηρεσία του εργοδότη (Διευθύνουσα Υπηρεσία) και αποσκοπούν στην πιστή εκπλήρωση των όρων της σύμβασης από τον ανάδοχο και στην εκπόνηση της μελέτης ή στην παροχή υπηρεσιών, κατά τους κανόνες της τέχνης και της επιστήμης. Η επίβλεψη της εκτέλεσης της σύμβασης δεν αίρει, ούτε μειώνει τις νόμιμες και συμβατικές ευθύνες του αναδόχου.
2. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία ορίζει ως επιβλέποντες έναν ή περισσότερους υπαλλήλους της, κατόχους τίτλου σπουδών ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος του πανεπιστημιακού τομέα, που έχουν την τεχνική δυνατότητα να επιβλέψουν τη σύμβαση, λαμβάνοντας υπόψη τη στελέχωση, τις ανάγκες της και τις εν γένει δυσχέρειες της επίβλεψης. Κατ` εξαίρεση και εφόσον δεν υφίσταται επαρκές προσωπικό, καθήκοντα επιβλέποντα μπορεί να ασκήσει και ο Προϊστάμενος της Δ.Υ.. Αν ορισθεί ομάδα επιβλεπόντων για την επίβλεψη σύνθετης μελέτης, υποχρεωτικά ορίζεται ένας εξ αυτών συντονιστής.
3. Καθήκοντα και αρμοδιότητες των επιβλεπόντων είναι ιδίως:
α) Η διαρκής παρακολούθηση της σύμβασης, η χορήγηση οδηγιών προς τον ανάδοχο για την έντεχνη και εμπρόθεσμη εκπλήρωση των υποχρεώσεών του και η μέριμνα για τη συμμόρφωση του αναδόχου με τις συμβατικές του υποχρεώσεις.
β) Η διαδικασία ελέγχου, έγκρισης και παραλαβής της σύμβασης, ο έλεγχος και θεώρηση των λογαριασμών, η σύνταξη και ο έλεγχος των Συγκριτικών Πινάκων, η σύνταξη βεβαίωσης περαίωσης των εργασιών της σύμβασης και η εισήγηση στα αιτήματα του αναδόχου για την αλλαγή συμβατικών όρων, χορήγηση παρατάσεων, καταβολή αποζημίωσης είτε λόγω υπερημερίας εργοδότη είτε για άλλη αιτία.
γ) Η τήρηση και επικαιροποίηση του Φακέλου Δημόσιας Σύμβασης κατά τη διάρκεια εκτέλεσης της σύμβασης, στον οποίο εμπεριέχονται ιδίως: το χρονοδιάγραμμα, οι παρατάσεις προθεσμιών, οι εκθέσεις προόδου, οι λογαριασμοί, η αλληλογραφία με τον ανάδοχο, οι εγκρίσεις κάθε ενδιάμεσου σταδίου της μελέτης, η βεβαίωση περαίωσης εργασιών, η οριστική παραλαβή της σύμβασης.
δ) Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων μπορεί να εξειδικεύονται τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες των υπαλλήλων που ασκούν την επίβλεψη των μελετών και των έργων.
4. Η επίβλεψη ασκείται και στους χώρους που χρησιμοποιούνται για την εκτέλεση της σύμβασης και ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να εξασφαλίσει την απρόσκοπτη πρόσβαση των ασκούντων την επίβλεψη. Ο συντονιστής ή άλλος εκπρόσωπος του αναδόχου υποχρεούται, ύστερα από έγκαιρη ειδοποίηση της υπηρεσίας, να συνοδεύει τους επιβλέποντες στους χώρους εκπόνησης της μελέτης ή της παροχής της υπηρεσίας.
5. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία ενημερώνει την Προϊσταμένη Αρχή, σε τακτά χρονικά διαστήματα και κατά την κρίση της υπηρεσίας αυτής, για την πορεία εκπόνησης της μελέτης ή της παροχής της υπηρεσίας και εισηγείται για την άρση των προβλημάτων.
6. Τα ανωτέρω οριζόμενα στις παραγράφους 3 και 4 ισχύουν αναλόγως και για τον ανάδοχο παροχής υπηρεσιών συμβούλου της υπηρεσίας, εφόσον του ανατεθούν καθήκοντα επίβλεψης. Ο ανάδοχος της σύμβασης παροχής υπηρεσιών και σε περίπτωση που αυτός είναι νομικό πρόσωπο οι διοικούντες και υπάλληλοί του υπέχουν, κατά την εκπλήρωση των συμβατικών τους υποχρεώσεων, ποινική ευθύνη δημόσιου υπαλλήλου.
7. Πειθαρχικά αδικήματα αποτελούν:
α) η παράλειψη ενημέρωσης από τον επιβλέποντα τις συμβάσεις εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, καθώς και η υπαίτια εκ μέρους του, πέραν του εύλογου χρόνου καθυστέρηση, στην ενημέρωση του προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας για την παραβίαση από τον ανάδοχο του χρονοδιαγράμματος εκτέλεσης της σύμβασης ή την πλημμελή εκπλήρωση των υποχρεώσεών του,
β) η παράλειψη κίνησης και διεκπεραίωσης της διαδικασίας έκπτωσης του αναδόχου από τον Προϊστάμενο της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, παρά τη συνδρομή των αναγκαίων προϋποθέσεων, η παράλειψη έγκαιρης έγκρισης των λογαριασμών της σύμβασης από αυτόν και η χορήγηση από αυτόν εντολών για εκτέλεση εργασιών, οι οποίες δεν προβλέπονται από την αρχική ή εγκεκριμένη συμπληρωματική σύμβαση,
γ) η παράλειψη έγκαιρης έκδοσης απόφασης επί των Συγκριτικών Πινάκων και παραλαβής των μελετών ή υπηρεσιών από τον Προϊστάμενο και τα όργανα της Προϊσταμένης Αρχής, η χορήγηση από αυτούς παράτασης προθεσμίας χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις και η παράλειψή τους να εκδώσουν απόφαση σε ένσταση του αναδόχου κατά απόφασης κήρυξης έκπτωσης, εντός της δίμηνης προθεσμίας της παρ. 6 του άρθρου 191.
8. Τα πειθαρχικά αδικήματα της προηγούμενης παραγράφου αποτελούν παραλείψεις οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας για τα οποία ο Υπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων ή το αρμόδιο όργανο των άλλων φορέων που εκτελούν συμβάσεις μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών είτε επιβάλλει εις βάρος των υπαιτίων, ανάλογα με τη βαρύτητά τους, την πειθαρχική ποινή του προστίμου μέχρι ποσού αντιστοίχου του μισθού των έξι (6) μηνών είτε τους παραπέμπει στο οικείο πειθαρχικό όργανο για την επιβολή των, κατά τις κείμενες διατάξεις, προβλεπόμενων κατά περίπτωση πειθαρχικών ποινών.
Άρθρο 184 Προθεσμίες - Χρονοδιάγραμμα
1. Στα έγγραφα της σύμβασης για την ανάθεση μελέτης και στη σύμβαση που συνάπτεται, ορίζεται συνολική προθεσμία για την περαίωση του αντικειμένου της σύμβασης και επιπλέον, εφόσον απαιτείται, ορίζονται τμηματικές προθεσμίες για την ολοκλήρωση συγκεκριμένων τμημάτων ή και σταδίων μελετών της σύμβασης. Ως συνολική προθεσμία νοείται το χρονικό διάστημα από την υπογραφή της σύμβασης, ή από μεταγενέστερο χρονικό διάστημα εφόσον τούτο ορίζεται στη σύμβαση, μέχρι την έκδοση της απόφασης έγκρισης του συνόλου των μελετών και συνίσταται στα εξής επί μέρους χρονικά διαστήματα:
α) Τον καθαρό χρόνο μέσα στον οποίο ολοκληρώνεται το σύνολο του αμιγώς μελετητικού αντικειμένου της σύμβασης, στο οποίο περιλαμβάνονται και κάθε είδους υποστηρικτικές μελέτες. Στον καθαρό χρόνο δεν συνυπολογίζονται οι καθυστερήσεις για τις οποίες δεν ευθύνεται ο ανάδοχος.
β) Τον επιπρόσθετο χρόνο που περιλαμβάνει τις καθυστερήσεις για τις οποίες δεν ευθύνεται ο ανάδοχος και αφορά ιδίως τις κάθε είδους ερευνητικές εργασίες και εργαστηριακούς ελέγχους που εκτελούνται από άλλο μελετητή, τις διαδικασίες ελέγχου και εγκρίσεως τμημάτων ή του συνόλου της μελέτης, μαζί με τις υποστηρικτικές μελέτες και τις απαραίτητες συναινέσεις και εγκρίσεις άλλων Υπηρεσιών.
2. Η αναθέτουσα Αρχή ορίζει στα έγγραφα της σύμβασης για την ανάθεση μελέτης ιδιαιτέρως τη συνολική προθεσμία και τον καθαρό χρόνο εκπόνησης της μελέτης. Αν δεν ορίζεται διαφορετικά στη σύμβαση, ο ανάδοχος υποβάλλει, εντός δέκα πέντε (15) ημερών από την υπογραφή της, χρονοδιάγραμμα εκπόνησης της μελέτης, γραμμικό κατ` ελάχιστον, αναλόγως με τις απαιτήσεις των συμβατικών τευχών. Το χρονοδιάγραμμα αποτυπώνει την πρόταση του αναδόχου για τη χρονική ανάπτυξη των σταδίων όλων των επί μέρους μελετών, τις χρονικές τους αλληλουχίες και επαλληλίες και τον προσφορότερο, κατά την κρίση του, χρονικό επιμερισμό του επιπρόσθετου χρόνου για τη διαμόρφωση της βέλτιστης δυνατής κρίσιμης διαδρομής και εγκρίνεται από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες. Με το χρονοδιάγραμμα ο ανάδοχος δεσμεύεται όσον αφορά:
α) τους καθαρούς χρόνους σύνταξης των μελετών για κάθε στάδιο και κατηγορία μελέτης και
β) τα ακριβή σημεία έναρξης κάθε μελετητικής δράσης, έτσι ώστε να τηρηθεί η συνολική προθεσμία. Αν μετατίθεται το χρονικό σημείο έναρξης της μελετητικής δράσης σταδίου ή κατηγορίας μελέτης, χωρίς ευθύνη του αναδόχου, ο ανάδοχος δικαιούται αντίστοιχη παράταση προθεσμίας, ύστερα από επικαιροποίηση και έγκριση του τροποποιημένου χρονοδιαγράμματος. Η έναρξη κάθε σταδίου ή κατηγορία μελέτης γίνεται με εντολή της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Αν ο ανάδοχος υποχρεωθεί να επανυποβάλει προς έγκριση μελέτη, επειδή η υπηρεσία έκρινε ότι η υποβληθείσα χρειάζεται συμπληρώσεις και διορθώσεις, ο χρόνος καθυστέρησης δεν δικαιολογεί παράταση της προθεσμίας. Αν η Διευθύνουσα Υπηρεσία ζητήσει την επανυποβολή μελέτης ή σταδίου αυτής λόγω αλλαγών ή διορθώσεων, που δεν είχαν προηγουμένως ζητηθεί, τότε με το ίδιο έγγραφο ορίζεται και εύλογη προθεσμία για την επανυποβολή της μελέτης ή σταδίου αυτής. Στην περίπτωση αυτή η αρχική προθεσμία παρατείνεται για χρόνο ίσο με την προθεσμία που ορίζεται. Αν ο ανάδοχος διαφωνεί, δικαιούται να υποβάλει ένσταση κατά της εντολής της υπηρεσίας.
3. Οι προθεσμίες μπορούν να παρατείνονται με απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής, ύστερα από αίτηση του αναδόχου που υποβάλλεται τουλάχιστον δέκα πέντε (15) ημέρες πριν από τη λήξη τους ή και με πρωτοβουλία της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, εφόσον οι καθυστερήσεις περί την εκτέλεση της σύμβασης δεν οφείλονται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του αναδόχου. Αν η καθυστέρηση αφορά σε υπέρβαση και του καθαρού χρόνου απαιτείται πέραν της αίτησης ή συναίνεσης του αναδόχου και γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου. Ο ανάδοχος υποχρεούται να συνεχίσει τις εργασίες της σύμβασης και μετά τη λήξη του αρχικού συμβατικού χρόνου, όπως αυτός έχει διαμορφωθεί από τις εν τω μεταξύ χορηγηθείσες παρατάσεις, που χορηγήθηκαν ύστερα από αίτησή του ή συναίνεση του και για όσο διαρκεί η οριακή προθεσμία της σύμβασης. Ως οριακή προθεσμία νοείται το χρονικό διάστημα που ανέρχεται σε ένα τρίτο (1/3) της συνολικής προθεσμίας και πάντως όχι μικρότερο των τριών (3) μηνών, κατά τη διάρκεια του οποίου χορηγούνται παρατάσεις και χωρίς αίτηση του αναδόχου. Για τον υπολογισμό της οριακής προθεσμίας, στη συνολική προθεσμία, υπολογίζονται και οι παρατάσεις που χορηγήθηκαν μετά από αίτηση ή συναίνεση του αναδόχου χωρίς να οφείλονται σε αποκλειστική υπαιτιότητά του.
4. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται αναλόγως και σε περίπτωση τροποποίησης της αρχικής σύμβασης, σύμφωνα με το άρθρο 186.
5. Στις συμβάσεις παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών, οι προθεσμίες εκτέλεσης και όλα τα σχετικά ζητήματα ρυθμίζονται με τα έγγραφα της σύμβασης.
Άρθρο 185 Ποινικές ρήτρες
1. Αν ο ανάδοχος παραβιάζει με υπαιτιότητά του τις προθεσμίες της σύμβασης, επιβάλλονται εις βάρος του και υπέρ του κυρίου του έργου ποινικές ρήτρες, με αιτιολογημένη απόφαση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Η επιβολή ποινικών ρητρών δεν στερεί από τον εργοδότη το δικαίωμα να κηρύξει τον ανάδοχο έκπτωτο.
2. Για κάθε ημέρα υπέρβασης του καθαρού χρόνου της σύμβασης και για αριθμό ημερών ίσο με το είκοσι τοις εκατό (20%) αυτής, επιβάλλεται ποινική ρήτρα ανερχόμενη σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) επί της μέσης ημερήσιας αξίας της σύμβασης. Για τις επόμενες ημέρες και μέχρι ακόμα δέκα τοις εκατό (10%) του καθαρού χρόνου, η ποινική ρήτρα ορίζεται σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της μέσης ημερήσιας αξίας της σύμβασης. Αν η εκτέλεση του αντικειμένου της σύμβασης καθυστερεί πέραν του «τριάντα τοις εκατό (30%)» του καθαρού χρόνου, κινείται η διαδικασία της έκπτωσης.
3. Η μέση ημερήσια αξία της σύμβασης προκύπτει από τη διαίρεση της συμβατικής αμοιβής με τον αριθμό των ημερών του καθαρού χρόνου, όπως ορίζεται στην παράγραφο 1του άρθρου 184.
4. Αν συναφθεί συμπληρωματική/τροποποιητική σύμβαση η μέση ημερήσια αξία της προκύπτει από τη διαίρεση της συμβατικής αμοιβής που προβλέπεται σε αυτήν με τον αριθμό ημερών του καθαρού χρόνου της συμπληρωματικής σύμβασης. Για τον υπολογισμό των ποινικών ρητρών της συμπληρωματικής σύμβασης εφαρμόζεται η παράγραφος 2. Η συμπληρωματική σύμβαση ορίζει αν παρατείνονται οι προθεσμίες της αρχικής σύμβασης και αν αίρονται, καθ’ ολοκληρίαν ή μερικά, οι ποινικές ρήτρες που επιβλήθηκαν προηγουμένως.
5. Αν στη σύμβαση προβλέπονται τμηματικές προθεσμίες, ορίζεται αντίστοιχα στη σύμβαση ότι επιβάλλονται ποινικές ρήτρες αν ο ανάδοχος τις υπερβεί με υπαιτιότητά του. Με τη σύμβαση ορίζεται το ποσό των τμηματικών ρητρών για κάθε ημέρα υπαίτιας καθυστέρησης και ο συνολικός χρόνος επιβολής. Οι τμηματικές ρήτρες συνολικά δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το δύο τοις εκατό (2%) του ποσού της σύμβασης. Οι ποινικές ρήτρες για υπέρβαση των τμηματικών προθεσμιών είναι ανεξάρτητες από τις επιβαλλόμενες για υπέρβαση του καθαρού χρόνου της σύμβασης και ανακαλούνται με αιτιολογημένη απόφαση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, αν η σύμβαση περατωθεί μέσα στον οριζόμενο καθαρό χρόνο της σύμβασης και τις εγκεκριμένες παρατάσεις του.
6. Το ποσό των ποινικών ρητρών εισπράττεται μέσω της πιστοποίησης, που εκδίδεται αμέσως μετά την επιβολή τους, ενώ αν κατά της απόφασης επιβολής τους ασκηθεί εμπρόθεσμη ένσταση, μέσω της πιστοποίησης που εκδίδεται μετά την απόρριψή της με ρητή απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής.
Άρθρο 187 Καταβολή της αμοιβής του αναδόχου
1. Η κατ’ αποκοπήν αμοιβή μελέτης που έχει ανατεθεί κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 51 καταβάλλεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα έγγραφα της σύμβασης μετά την υποβολή της μελέτης και την παραλαβή της.
2. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις ανάθεσης σταδίων μελέτης η αμοιβή καταβάλλεται τμηματικά, επί τη βάσει της γενομένης με την οικονομική προσφορά του αναδόχου ανάλυσης της αμοιβής του και κατανέμεται σε προκαταβολή και πληρωμές μετά την υποβολή, την έγκριση και παραλαβή της μελέτης. Ειδικότερα:
α) Εφόσον προβλέπεται στα έγγραφα της σύμβασης, με την υπογραφή της σύμβασης, καθώς και την εντολή έναρξης κάθε επόμενου σταδίου χορηγείται στον ανάδοχο έντοκη προκαταβολή που ανέρχεται σε ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) της συμβατικής αμοιβής του σταδίου, έναντι ισόποσης εγγυητικής επιστολής, που εκδίδεται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 72.
β) Μετά την παρέλευση του μισού συμβατικού χρόνου εκπόνησης κάθε σταδίου και εφόσον έχει κατά την κρίση της επιβλέπουσας υπηρεσίας εκπονηθεί εργασία ποσοστού μεγαλύτερου του πενήντα τοις εκατό (50%) του υπόψη σταδίου, καταβάλλεται έναντι ισόποσης εγγυητικής επιστολής επιπλέον ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της αμοιβής που αντιστοιχεί στο υπόψη στάδιο.
γ) Μετά την υποβολή κάθε σταδίου ανά κατηγορία μελέτης, κατόπιν συνοπτικού ελέγχου της πληρότητας και επάρκειας αυτής, επιστρέφονται οι εγγυήσεις των προηγούμενων εδαφίων και καταβάλλεται ανακεφαλαιωτικά ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%) της αμοιβής του σταδίου.
δ) Εφόσον η μελέτη δεν έχει εγκριθεί μετά την παρέλευση διμήνου από την υποβολή της, καταβάλλεται κατόπιν συνοπτικού ελέγχου επάρκειας αυτής επιπλέον ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%).
ε) Μετά την έγκριση και προσωρινή παραλαβή κάθε ενδιάμεσου σταδίου ανά κατηγορία μελέτης καταβάλλεται επιπλέον ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της αμοιβής του σταδίου.
στ) Μετά την έγκριση του τελικού σταδίου της μελέτης καταβάλλεται επιπλέον ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) της αμοιβής του τελικού σταδίου ή είκοσι τοις εκατό (20%) της αμοιβής του τελικού σταδίου με κατάθεση εγγυητικής επιστολής για το επιπλέον πέντε τοις εκατό (5%).
ζ) Μετά την τελική παραλαβή της μελέτης καταβάλλεται το υπόλοιπο της αμοιβής πέντε τοις εκατό (5%) ή επιστρέφεται η εγγυητική επιστολή της προηγούμενης περίπτωσης.
3. Οι ερευνητικές και υποστηρικτικές εργασίες της περίπτωση (γ) της παρ. 8 του άρθρου 53επιμετρούνται κατά την εκτέλεση της σύμβασης και πληρώνονται ιδιαίτερα. Η πληρωμή των εργασιών αυτών γίνεται με βάση τη προσφερθείσα έκπτωση της κατηγορίας μελέτης και την εκτελεσθείσα ποσότητα μονάδων φυσικού αντικειμένου, κατόπιν υποβολής σχετικής επιμέτρησης από τον ανάδοχο, η οποία θεωρείται από τον Προϊστάμενο της Διευθύνουσας Υπηρεσίας και πάντα μέχρι το τριάντα τοις εκατό (30%) της συνολικής προεκτιμώμενης αμοιβής για όλες τις κατηγορίες.
4. Η αμοιβή για την παροχή υπηρεσιών, που προσδιορίζεται κατά τη σύμβαση βάσει τιμής ανά ημέρα ή μήνα απασχόλησης για κάθε κατηγορία επιστήμονα, καταβάλλεται με μηνιαίες πιστοποιήσεις, για τις οποίες ο ανάδοχος υποβάλλει αντίστοιχους λογαριασμούς. Οι λογαριασμοί βασίζονται στον πραγματικό χρόνο απασχόλησης των επιστημόνων και στις προσφερόμενες τιμές μονάδας (ανθρωποημέρα ή ανθρωπομήνα) για κάθε κατηγορία. Αν ο χρόνος απασχόλησης είναι μικρότερος του μηνός, η αμοιβή είναι ανάλογη με το χρόνο αυτόν. Για τον υπολογισμό της αμοιβής θεωρείται ότι ο μήνας περιλαμβάνει είκοσι δύο (22) εργάσιμες ημέρες, ασχέτως του πραγματικού αριθμού εργάσιμων ημερών. Όταν η αμοιβή των συμβάσεων αυτών ορίζεται κατ’ αποκοπή, ο τρόπος καταβολής των ενδιάμεσων πληρωμών ορίζεται με τη σύμβαση.
5. Για την πληρωμή της αμοιβής του ο ανάδοχος συντάσσει και υποβάλλει στη Διευθύνουσα Υπηρεσία λογαριασμούς, στους οποίους εμφανίζονται διακριτά οι αμοιβές για το επιμετρούμενο τμήμα της σύμβασης, όπως ερευνητικές και υποστηρικτικές εργασίες, που εκτελέσθηκαν και επιμετρήθηκαν από τον ανάδοχο, όπως εγκρίθηκαν από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία. Η έγκριση της επιμέτρησης ολοκληρώνεται σε προθεσμία δύο (2) μηνών από την υποβολή της και προσυπογράφεται από τον επιβλέποντα. Οι λογαριασμοί διακρίνουν επίσης τις αμοιβές που αντιστοιχούν στην αρχική και στις συμπληρωματικές συμβάσεις και συντάσσονται ανακεφαλαιωτικά, δηλαδή περιλαμβάνουν την αμοιβή που συνολικά οφείλεται μέχρι τη σύνταξη και υποβολή τους, αφαιρουμένων των ποσών που καταβλήθηκαν προηγουμένως. Στους λογαριασμούς περιλαμβάνονται ποσά μόνο για εργασίες που προβλέπονται στη σύμβαση (αρχική και συμπληρωματικές) ή σε εγκεκριμένους Συγκριτικούς Πίνακες και αποζημιώσεις λόγω υπερημερίας του εργοδότη.
6. Στους λογαριασμούς περιλαμβάνονται η ανάλυση των διαφόρων ποσών, στην οποία αναφέρονται τα στοιχεία στα οποία αυτή στηρίζεται, οι εγγυητικές επιστολές της προκαταβολής και της πρώτης τμηματικής πληρωμής, που ισχύουν κατά την υποβολή του λογαριασμού και το πληρωτέο ποσό. Μετά από έλεγχο και προσυπογραφή του επιβλέποντα, ο οποίος βεβαιώνει τη σύνταξή τους κατά τις ισχύουσες διατάξεις και τη σύμβαση, οι λογαριασμοί εγκρίνονται από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία μέσα σε έναν μήνα από την υποβολή τους και αποτελούν την πιστοποίηση για την πληρωμή του αναδόχου. Αν οι λογαριασμοί περιέχουν ασάφειες ή σφάλματα, σε βαθμό που η διόρθωσή τους να καθίσταται ανέφικτη, επιστρέφονται στον ανάδοχο για επανασύνταξη μέσα στην προθεσμία έγκρισής τους. Αν οι ασάφειες και τα σφάλματα αφορούν διακριτά κονδύλια των λογαριασμών, εγκρίνονται κατά το μη αμφισβητούμενο μέρος και κατά το υπόλοιπο επιστρέφονται για επανασύνταξη. Η μηνιαία προς έγκριση προθεσμία αρχίζει από την υποβολή του επανασυνταγμένου λογαριασμού.
7. Αν η πληρωμή λογαριασμού καθυστερήσει, χωρίς υπαιτιότητα του αναδόχου, πέραν του ενός μηνός, μετά τη ρητή έγκριση, του οφείλεται τόκος υπερημερίας που υπολογίζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. Ζ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α΄107). Προϋπόθεση πληρωμής του λογαριασμού είναι η προσκόμιση από τον ανάδοχο όλων των απαιτούμενων δικαιολογητικών πληρωμής. Το τιμολόγιο μπορεί να προσκομίζεται μεταγενεστέρως κατά την είσπραξη του ποσού του λογαριασμού. Ο ανάδοχος δικαιούται ακόμα να διακόψει τις εργασίες της σύμβασης μέχρι την καταβολή της αμοιβής του, ύστερα από κοινοποίηση ειδικής έγγραφης δήλωσης περί διακοπής των εργασιών, προς τη Διευθύνουσα Υπηρεσία. Στην περίπτωση αυτή δικαιούται ισόχρονη παράταση. Υπαιτιότητα του αναδόχου για τη μη πληρωμή λογαριασμού υπάρχει μόνο σε περίπτωση κατά την οποία αποδεδειγμένα κλήθηκε εγγράφως από την αρμόδια υπηρεσία του κυρίου του έργου και αδράνησε ή παρέλειψε να προσκομίσει τα αναγκαία δικαιολογητικά για την πληρωμή του.
8. Η κατάσχεση στα χέρια τρίτου της αμοιβής του αναδόχου, πριν από την παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης, δεν επιτρέπεται.
9. Ο πίνακας κατανομής της αμοιβής μεταξύ των μελών της ένωσης που έχει υποβληθεί με την προσφορά, κατά το άρθρο 19, μπορεί να τροποποιηθεί κατά την εκτέλεση της σύμβασης, μετά από έγκριση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας.
Άρθρο 188 Υποχρεώσεις του αναδόχου - Πρόγραμμα Ποιότητας
1. Ο ανάδοχος εκτελεί τη σύμβαση, σύμφωνα με τους όρους της, τις ισχύουσες προδιαγραφές και τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης και φέρει την πλήρη ευθύνη για την αρτιότητα του αντικειμένου της παροχής του. Οι αξιώσεις του εργοδότη κατά του αναδόχου λόγω πλημμελούς εκπλήρωσης της παροχής του παραγράφονται ή έξι (6) έτη μετά την παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης ή τη λύση της με οποιονδήποτε τρόπο.
2. Ο ανάδοχος υποχρεούται να χρησιμοποιήσει τα στοιχεία που του παρέχει ο εργοδότης, αν τούτο ορίζεται στη σύμβαση. Αν τα στοιχεία είναι ανακριβή, ασαφή ή γενικώς ανεπαρκή και επηρεάζουν την αρτιότητα ή την εμπρόθεσμη εκτέλεση της σύμβασης και εφόσον ο ανάδοχος μπορεί να το διαπιστώσει, ειδοποιεί εγγράφως και χωρίς υπαίτια καθυστέρηση τον εργοδότη.
3. Ο ανάδοχος υποχρεούται να χρησιμοποιήσει για την εκτέλεση της σύμβασης την ομάδα που δήλωσε κατά τη διαδικασία του διαγωνισμού και να δηλώσει αμέσως την αποχώρηση οποιουδήποτε μέλους της ομάδας από την εκτέλεση της σύμβασης, για οποιονδήποτε λόγο. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία ερευνά τους λόγους της αποχώρησης και μπορεί να εγκρίνει την αναπλήρωσή του με αντίστοιχο στέλεχος που διαθέτει τουλάχιστον τα ίδια προσόντα, αν η αποχώρηση οφείλεται σε σπουδαίο λόγο.
Η αποχώρηση μέλους από την ομάδα χωρίς σπουδαίο λόγο συνιστά σοβαρή πλημμέλεια κατά την εκτέλεση ουσιώδους απαίτησης δημόσιας σύμβασης, κατά την έννοια του άρθρου 73 παράγραφος 4 περίπτωση στ΄και επιφέρει τον αποκλεισμό του μέλους που αποχώρησε από διαγωνισμούς για χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών από την έκδοση της απόφασης της Δ.Υ. περί της αναπλήρωσής του. Αν η αποχώρηση έγινε με ευθύνη του αναδόχου και δεν κριθεί δικαιολογημένη, μπορεί αυτός να κηρυχθεί έκπτωτος.
4. Ο ανάδοχος, εφόσον προβλέπεται από τους όρους της σύμβασης, είναι υποχρεωμένος να εκπονήσει και να εφαρμόσει Πρόγραμμα Ποιότητας Μελέτης (Π.Π.Μ.), σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Το Π.Π.Μ. ενσωματώνει και κωδικοποιεί όλες τις απαιτήσεις των συμβατικών τευχών, περιγράφει τα στάδια εκπόνησης της μελέτης και την αντίστοιχη μεθοδολογία εργασιών, είναι σε πλήρη εναρμόνιση και περιλαμβάνει το χρονοδιάγραμμα εκπόνησης της μελέτης, περιγράφει το οργανόγραμμα και καθορίζει τον τρόπο οργάνωσης και συντονισμού των μελών της ομάδας εργασίας, ορίζει τον τρόπο διαχείρισης των εγγράφων και γενικά παρέχει όλα τα εργαλεία παρακολούθησης της εκπόνησης της μελέτης, συγκέντρωσης των στοιχείων, τεκμηρίωσης των εργασιών που έχουν εκτελεστεί και αρχειοθέτησής τους. Το Π.Π.Μ. πρέπει να υποβάλλεται εντός του πρώτου μήνα από την υπογραφή της σύμβασης και αναθεωρείται σε κάθε τροποποίηση όρων της σύμβασης ή των προδιαγραφών εκπόνησης της μελέτης.
5. Ελαττώματα ή ελλείψεις του αντικειμένου της σύμβασης που εμφανίζονται κατά τη διάρκεια εκτέλεσής της, αλλά και μετά την οριστική παραλαβή της και μέχρι την παραγραφή των αξιώσεων του εργοδότη, αποκαθιστώνται από τον ανάδοχο με δικές του δαπάνες. Αν διαπιστωθούν ελαττώματα ή ελλείψεις μέχρι την έναρξη της κατασκευής του έργου, η Διευθύνουσα Υπηρεσία καλεί τον ανάδοχο της μελέτης να διορθώσει τα ελαττώματα ή να συμπληρώσει τις ελλείψεις και εφόσον αυτός δεν συμμορφωθεί εκδίδει και κοινοποιεί στον ανάδοχο πρόσκληση στην οποία: α) γίνεται μνεία ότι κινείται η διαδικασία εφαρμογής του παρόντος άρθρου, β) περιγράφονται τα ελαττώματα και οι ελλείψεις της μελέτης ή της υπηρεσίας, γ) χορηγείται εύλογη προθεσμία για την αποκατάσταση, δ) επισημαίνεται ότι η πρόσκληση μπορεί να προσβληθεί με ένσταση ενώπιον της Προϊσταμένης Αρχής και μέσα στη νόμιμη προθεσμία. Η ένσταση του αναδόχου δεν αναστέλλει την υποχρέωση συμμόρφωσής του στην πρόσκληση. Αν αποδειχθεί ότι ο ανάδοχος δεν ευθύνεται, η δαπάνη αποκατάστασης των ελλείψεων ή ελαττωμάτων βαρύνει τον κύριο του έργου. Αν ο ανάδοχος αρνηθεί να αποκαταστήσει το ελάττωμα ή την έλλειψη μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, το ελάττωμα ή η έλλειψη αποκαθίσταται από τον εργοδότη σε βάρος και για λογαριασμό του, με απευθείας ανάθεση των σχετικών εργασιών σε μελετητή που έχει τα νόμιμα προσόντα.
6. Μετά την έναρξη κατασκευής του έργου, οι βασικοί μελετητές μετέχουν υποχρεωτικά ως Τεχνικοί Σύμβουλοι - Μελετητές στην εκτέλεση αυτού. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται όλα τα θέματα που ρυθμίζουν τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητές των βασικών μελετητών κατά την εκτέλεση του έργου, το περιεχόμενο της σύμβασης που υπογράφεται με την Προϊσταμένη Αρχή του έργου, τον τρόπο πληρωμής των υπηρεσιών τους και κάθε άλλο συναφές με τα ανωτέρω θέμα.
Άρθρο 189 Έγκριση της μελέτης - Παραλαβή του αντικειμένου της σύμβασης
1. Εφόσον στις ισχύουσες διατάξεις για επί μέρους κατηγορίες μελετών δεν ορίζεται ιδιαίτερη διαδικασία έγκρισης της μελέτης, με την εγκριτική απόφαση της μελέτης, που εκδίδεται από το αρμόδιο κατά νόμο όργανο, πιστοποιείται η τήρηση όλων των προδιαγραφών, κανονισμών και τεχνικών οδηγιών που ισχύουν κατά το χρόνο σύνταξης αυτής και βεβαιώνεται η ποιοτική και ποσοτική της επάρκεια και η συμμόρφωση του αναδόχου προς τις συμβατικές εν γένει υποχρεώσεις του. Αν κατά το νόμο απαιτείται πριν την έγκριση της μελέτης η γνώμη άλλων υπηρεσιών και φορέων, υποχρεούνται να την υποβάλουν μέσα σε χρονικό διάστημα δύο (2) μηνών από την αποστολή της μελέτης προς αυτούς, εκτός αν προβλέπεται διαφορετική προθεσμία από ειδικές διατάξεις. Η παρέλευση της προθεσμίας θεωρείται ως θετική γνωμοδότηση.
2. Η μελέτη εγκρίνεται κατά στάδια και στο σύνολό της. Η απόφαση έγκρισης εκδίδεται υποχρεωτικά μέσα σε δύο (2) μήνες από την εμπρόθεσμη υποβολή πλήρων των στοιχείων της προηγούμενης παραγράφου, εφόσον απαιτούνται. Η προθεσμία αναστέλλεται αν το αρμόδιο για την έγκριση όργανο αιτιολογημένα ζητήσει συμπλήρωση ή διευκρίνιση επί των υποβληθέντων δικαιολογητικών. Αν η συμπλήρωση ή διευκρίνιση αφορά διακεκριμένο στάδιο ή κατηγορία μελέτης, μπορεί να γίνει τμηματική έγκριση των υπόλοιπων μελετών.
3. Η έγκριση ενδιάμεσων σταδίων μελετών αποτελεί και προσωρινή παραλαβή. Η οριστική παραλαβή των μελετών πραγματοποιείται με απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής, μετά την έγκριση του τελευταίου, κατά τη σύμβαση, σταδίου της μελέτης και την έκδοση βεβαίωσης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, για την περαίωση των εργασιών της σύμβασης.
4. Η προθεσμία συντέλεσης της παραλαβής της μελέτης είναι τρεις (3) μήνες από την έγκριση πλήρων των μελετών που προβλέπονται από τη σύμβαση. Οι μελέτες της αρχικής και των συμπληρωματικών/τροποποιητικών συμβάσεων παραλαμβάνονται ενιαία.
5. Αν η μελέτη δεν παραληφθεί εμπρόθεσμα, επέρχεται αυτοδίκαιη παραλαβή, αν παρέλθει άπρακτο διάστημα δύο (2) μηνών από την υποβολή σχετικής όχλησης του αναδόχου. Η όχληση υποβάλλεται επί ποινή απαραδέκτου μετά την πάροδο της προθεσμίας της παραγράφου 4.
6. Επιτρέπεται να παραληφθεί εκτός αν άλλως ορίζεται στην Σύμβαση, ύστερα από αίτηση του αναδόχου, μελέτη αυτοτελούς τμήματος έργου που εκπονήθηκε ή επί μέρους κατηγορίας ή σταδίου αυτής.
7. Η παραλαβή του αντικειμένου των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών γίνεται όπως ορίζεται στις συμβάσεις αυτές.
ΕΝΟΤΗΤΑ 2 ΔΙΟΙΚΗΣΗ – ΕΚΠΤΩΣΗ ΑΝΑΔΟΧΟΥ – ΔΙΑΛΥΣΗ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Άρθρο 190 Αποζημίωση του αναδόχου λόγω υπερημερίας του εργοδότη χωρίς λύση της σύμβασης
1. Αν ο εργοδότης περιέλθει σε υπερημερία ως προς την εκπλήρωση των συμβατικών ή νόμιμων υποχρεώσεών του, ο ανάδοχος δικαιούται να ζητήσει αποζημίωση για τις θετικές ζημίες που υφίσταται και για το χρονικό διάστημα μετά την υποβολή έγγραφης όχλησης, έως την άρση της υπερημερίας. Η όχληση υποβάλλεται στη Διευθύνουσα Υπηρεσία και προσδιορίζει τις πράξεις ή παραλείψεις του εργοδότη ή των οργάνων του που συνιστούν την αιτία της υπερημερίας και την αιτία της ζημίας και στο μέτρο του δυνατού, την κατά προσέγγιση εκτίμηση της ζημίας, ανά ημέρα υπερημερίας.
2. Μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την υποβολή της όχλησης, η Διευθύνουσα Υπηρεσία συγκροτεί τριμελή επιτροπή τεχνικών υπαλλήλων, στην οποία συμμετέχει απαραίτητα ο επιβλέπων, εκτός αν δεν είναι δυνατή η συμμετοχή του, για σοβαρή αιτία, η οποία αναφέρεται στην απόφαση συγκρότησης. Η επιτροπή διαπιστώνει αν υφίσταται υπερημερία, τα αίτιά της και το ύψος των ζημιών του αναδόχου για κάθε ημέρα κατά προσέγγιση, συντάσσοντας πρωτόκολλο, το οποίο υποβάλλεται μέσα σε έναν μήνα από τη συγκρότησή της στον Προϊστάμενο της Διευθύνουσας Υπηρεσίας για έγκριση. Το εγκεκριμένο πρωτόκολλο κοινοποιείται στον ανάδοχο με απόδειξη και μπορεί να προσβληθεί με ένσταση.
3. Μετά τη λήξη της υπερημερίας του εργοδότη, ο ανάδοχος υποβάλλει αίτηση για την αναγνώριση της ζημίας του προσδιορίζοντας το ποσόν αυτής. Επί της αιτήσεως αποφασίζει, μετά από εισήγηση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, η Προϊσταμένη Αρχή, η οποία δεν είναι υποχρεωμένη να δεχθεί τα πορίσματα του πρωτοκόλλου.
Άρθρο 191 Έκπτωση του αναδόχου
1. Αν ο ανάδοχος δεν εκπληρώνει τις συμβατικές του υποχρεώσεις ή δεν συμμορφώνεται με τις γραπτές εντολές της υπηρεσίας, που είναι σύμφωνες με τη σύμβαση ή τις κείμενες διατάξεις, κηρύσσεται έκπτωτος.
2. Η διαδικασία έκπτωσης κινείται υποχρεωτικά εφόσον ο ανάδοχος:
α) Υπερβεί υπαίτια για χρόνο πέραν του 1/3 τη σχετική συνολική προθεσμία της παραγράφου 2 του άρθρου 184, λαμβανομένων υπόψη των παρατάσεων.
β) Καθυστερεί υπαίτια την υποβολή σταδίου μελέτης, για χρόνο περισσότερο από το μισό της αντίστοιχης τμηματικής προθεσμίας.
γ) Οι εργασίες του παρουσιάζουν κατ` επανάληψη ελαττώματα ή ελλείψεις. Για να κηρυχθεί ο ανάδοχος έκπτωτος για το λόγο αυτόν πρέπει να έχει προηγηθεί, τουλάχιστον μια φορά η εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 188, για την αποκατάσταση των ελαττωμάτων ή ελλείψεων της μελέτης και να μην έχει ασκηθεί ένσταση ή η ασκηθείσα να έχει απορριφθεί.
3. Αν υφίσταται λόγος έκπτωσης, κοινοποιείται στον ανάδοχο με απόδειξη ειδική πρόσκληση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, στην οποία απαραιτήτως γίνεται μνεία των διατάξεων του παρόντος άρθρου και η οποία περιλαμβάνει συγκεκριμένη περιγραφή των ενεργειών ή εργασιών που πρέπει να εκτελέσει ο ανάδοχος μέσα στην τασσόμενη προθεσμία. Η τασσόμενη προθεσμία πρέπει να είναι εύλογη, δηλαδή ανάλογη του χρόνου που απαιτείται κατά την κοινή αντίληψη για την εκτέλεση των εργασιών ή των ενεργειών και πάντως όχι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών.
4. Ανεξάρτητα από την κοινοποίηση της ειδικής πρόσκλησης και τις προθεσμίες που αυτή τάσσει για την εκτέλεση συγκεκριμένων εργασιών ή ενεργειών, ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να τηρεί τις εκ της συμβάσεως υποχρεώσεις του για την εμπρόθεσμη εκτέλεση της σύμβασης και σε κάθε περίπτωση υφίσταται τις νόμιμες συνέπειες από την υπέρβαση των συμβατικών προθεσμιών.
5. Αν η προθεσμία που τέθηκε με την ειδική πρόσκληση παρήλθε χωρίς ο ανάδοχος να συμμορφωθεί με το περιεχόμενό της, κηρύσσεται έκπτωτος μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την πάροδο της προθεσμίας, με απόφαση του Προϊσταμένου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Στην απόφαση προσδιορίζονται οι εργασίες και ενέργειες που εκτέλεσε ο ανάδοχος σε συμμόρφωση προς την ειδική πρόσκληση και αιτιολογείται η έκπτωση με αναφορά στις εργασίες που δεν εκτέλεσε και στις ενέργειες στις οποίες δεν συμμορφώθηκε.
6. Αν κατά της απόφασης έκπτωσης δεν ασκηθεί εμπρόθεσμα ένσταση ή αν απορριφθεί η ένσταση από την αρμόδια προς τούτο Προϊσταμένη Αρχή, η έκπτωση καθίσταται οριστική. Αν ασκηθεί εμπρόθεσμα ένσταση αναστέλλονται οι συνέπειες της έκπτωσης μέχρι αυτή να οριστικοποιηθεί και ο ανάδοχος υποχρεούται να συνεχίσει τις εργασίες της σύμβασης. Η απόφαση επί της ένστασης εκδίδεται, μετά από γνώμη του αρμόδιου Τεχνικού Συμβουλίου, από την Προϊσταμένη Αρχή μέσα σε δύο (2) μήνες από την κατάθεσή της. Η αποδοχή ή απόρριψη της ένστασης αιτιολογείται, μεταξύ δε των λόγων αποδοχής μπορεί να περιλαμβάνεται και η καταφανής βελτίωση του ρυθμού ή της ποιότητας των εκτελούμενων εργασιών, ώστε να πιθανολογείται βάσιμα η έγκαιρη και έντεχνη εκτέλεση του έργου.
Η Προϊσταμένη Αρχή υποχρεούται να εκδώσει απόφαση και μετά την πάροδο της προθεσμίας, ενώ κινείται η πειθαρχική διαδικασία κατά των υπαιτίων υπαλλήλων κατά τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 183. Μετά την πάροδο της προθεσμίας εκδόσεως αποφάσεως, ο ανάδοχος υποχρεούται να διακόψει τις εργασίες της σύμβασης και η Διευθύνουσα Υπηρεσία διαπιστώνει τις εργασίες που εκπόνησε ο ανάδοχος. Αν η ένσταση του αναδόχου γίνει τελικά αποδεκτή μετά την πάροδο των δύο (2) μηνών, δικαιούται παράταση με αναθεώρηση, ισόχρονη με το διάστημα της διακοπής, ενώ η διακοπή των εργασιών της σύμβασης δεν αποτελεί λόγο για τη διάλυση της σύμβασης. Ουδεμία εργασία εκτελούμενη μετά την ημέρα της κατά τα άνω υποχρεωτικής διακοπής των εργασιών και μέχρι της θετικής για τον ανάδοχο αποφάσεως πιστοποιείται για πληρωμή. Η Προϊσταμένη Αρχή υποχρεούται να ενημερώσει εγγράφως την αρμόδια Διεύθυνση της Γενικής Γραμματείας Υποδομών για την οριστικοποιηθείσα έκπτωση.
7. Μετά την κοινοποίηση της απόφασης στον ανάδοχο και μέχρι να καθορισθεί ο τρόπος εκπόνησης των εργασιών που υπολείπονται για την ολοκλήρωση του εκπονούμενου σταδίου της μελέτης ή της σύμβασης υπηρεσιών, η Διευθύνουσα Υπηρεσία επεμβαίνει προς αποτροπή αρνητικών συνεπειών εκτελώντας τις απαραίτητες ενέργειες σε βάρος και για λογαριασμό του έκπτωτου αναδόχου.
8. Με την κοινοποίηση της απόφασης οριστικοποίησης της έκπτωσης, ο ανάδοχος διακόπτει κάθε εργασία και δεν δικαιούται αμοιβή για το εκπονούμενο στάδιο. Κατ` εξαίρεση μπορεί ο εργοδότης, αν κρίνει ότι ορισμένα στοιχεία του μελετητικού έργου του υπό εκπόνηση σταδίου είναι χρήσιμα, να ζητήσει να παραδοθούν στη Διευθύνουσα Υπηρεσία μέσα σε ορισμένη προθεσμία, συντασσομένου σχετικού πρωτοκόλλου παράδοσης. Η αμοιβή του αναδόχου για τις εργασίες του ημιτελούς σταδίου κανονίζεται με Πρωτόκολλο Κανονισμού Τιμών Μονάδος Νέων Εργασιών.
9. Μετά την οριστικοποίηση της έκπτωσης εκκαθαρίζεται η σύμβαση και καταπίπτει υπέρ του εργοδότη η εγγύηση καλής εκτέλεσης ως ειδική ποινική ρήτρα. Αν επιβλήθηκαν ποινικές ρήτρες για υπέρβαση τμηματικών προθεσμιών μέχρι την οριστικοποίηση της έκπτωσης οι ρήτρες αυτές οφείλονται από τον ανάδοχο αθροιστικά, ενώ επιβάλλεται και η ποινική ρήτρα για την υπέρβαση της συνολικής προθεσμίας, εφόσον υφίσταται αντίστοιχη περίπτωση.
10. Η απόφαση με την οποία οριστικοποιήθηκε η έκπτωση κοινοποιείται από την υπηρεσία που την εξέδωσε στην αρμόδια για την έγκριση της μελέτης υπηρεσία και στην υπηρεσία τήρησης του Μητρώου Μελετητών ή Εταιρειών Μελετών, για την επιβολή των παρεπόμενων κυρώσεων, μαζί με σύντομο ιστορικό και μνεία των λόγων που οδήγησαν στην έκπτωση. Αν ο έκπτωτος ανάδοχος είναι κοινοπραξία ή σύμπραξη μελετητών ή εταιρειών μελετών, η Διευθύνουσα Υπηρεσία προσδιορίζει τους υπεύθυνους για την έκπτωση μελετητές ή εταιρείες της σύμπραξης ή κοινοπραξίας.
Άρθρο 192 Διάλυση της σύμβασης
1. Ο εργοδότης δικαιούται να καταγγείλει και να προβεί στη διάλυση μιας σύμβασης μελέτης ή παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών κατά τη διάρκεια εκτέλεσής της στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 133. Για τις περιπτώσεις αυτές η προϊσταμένη αρχή δεν υποχρεούται να προβεί σε αποζημίωση του αναδόχου.
2. Πέραν των αναφερομένων στην παράγραφο 1, σε περίπτωση σύμβασης μελέτης που εκπονείται κατά στάδια, ο εργοδότης δικαιούται να διακόψει τις εργασίες της μετά την ολοκλήρωση κάποιου σταδίου και να λύσει τη σύμβαση χωρίς αποζημίωση του αναδόχου, αν τούτο προβλέπεται στη σύμβαση. Δικαιούται επίσης ο εργοδότης να διακόψει την εκπόνηση σταδίου μελέτης με καταβολή αποζημίωσης στον ανάδοχο, κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 194. Ο εργοδότης σύμβασης παροχής υπηρεσιών δικαιούται, αν προβλέπεται στη σύμβαση, να διακόψει την παροχή των υπηρεσιών είτε αζημίως για τον ίδιο είτε και με καταβολή αποζημίωσης, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 194.
3. Ο ανάδοχος δικαιούται να διαλύσει τη σύμβαση στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Αν υπάρξει υπέρβαση της οριακής προθεσμίας της σύμβασης, χωρίς υπαιτιότητά του.
β) Αν αναστείλει την εκπόνηση μελέτης ή την παροχή των υπηρεσιών με εντολή του εργοδότη, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών από την κοινοποίηση της εντολής.
γ) Αν εξαιτίας γεγονότων που συνιστούν υπερημερία του εργοδότη αναγκαστεί είτε να μην αρχίσει την εκπόνηση μελέτης ή την παροχή της υπηρεσίας του, κατά τον ορισμένο στη σύμβαση χρόνο είτε να διακόψει την παροχή των υπηρεσιών του μετά την έναρξή τους, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών. Για την έναρξη της προθεσμίας ο ανάδοχος υποβάλλει στη Διευθύνουσα Υπηρεσία, Ειδική Δήλωση κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4.
δ) Αν παρέλθει χρόνος δύο (2) τουλάχιστον μηνών από την υποβολή Ειδικής Δήλωσης εκ μέρους του αναδόχου προς τον εργοδότη, λόγω παρέλευσης της προθεσμίας για την πληρωμή πιστοποίησης.
4. Η Ειδική Δήλωση διακοπής των εργασιών της περίπτωση, γ΄ της παραγράφου 2 περιλαμβάνει: α) μνεία των λόγων της διάλυσης, β) στοιχεία για περαιωμένα τμήματα της μελέτης και εκτίμηση της αξίας τους, γ) περιγραφή των τμημάτων της μελέτης που υπολείπονται, δ) αίτηση περί καταβολής της νόμιμης αποζημίωσης συγκεκριμένου, κατά το δυνατόν, ύψους και ανάλυση των κονδυλίων της και ε) δήλωση περί της πρόθεσής του να αποδεχθεί συνέχιση των εργασιών κατόπιν αποζημίωσης. Η Διευθύνουσα Υπηρεσία εκδίδει απόφαση μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες περί αποδοχής ή απόρριψης της Ειδικής Δήλωσης. Αν δεχθεί τη δήλωση ή παρέλθει άπρακτο διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών από την επίδοσή της, ο ανάδοχος μπορεί να υποβάλει στη Διευθύνουσα Υπηρεσία αίτηση λύσης της σύμβασης. Επί της αιτήσεως αποφασίζει η Προϊσταμένη Αρχή μέσα σε αποκλειστική προθεσμία ενός μηνός, ύστερα από εισήγηση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας στην οποία καταχωρείται και η γνώμη του επιβλέποντα. Η σύμβαση λύνεται με την αποδοχή της αίτησης ή την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας. Αν η αίτηση απορριφθεί εμπρόθεσμα, ο ανάδοχος υποχρεούται στη συνέχιση παροχής των υπηρεσιών του, ανεξάρτητα από την άσκηση των νόμιμων δικαιωμάτων του και η Προϊσταμένη Αρχή εγκρίνει, με την ίδια απόφαση, τις αναγκαίες προσαρμογές στις προθεσμίες της σύμβασης.
5. Για τη διάλυση της σύμβασης κατά τις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 3, ο ανάδοχος υποβάλλει αίτηση στη Διευθύνουσα Υπηρεσία, η οποία περιλαμβάνει τα στοιχεία της Ειδικής Δήλωσης διακοπής των εργασιών και επιπλέον αίτημα για λύση της σύμβασης. Τα τρία τελευταία εδάφια της παραγράφου 4 εφαρμόζονται και στην περίπτωση αυτήν.
6. Σε περίπτωση διάλυσης της σύμβασης η οφειλόμενη αποζημίωση κανονίζεται με πρωτόκολλο κανονισμού τιμής μονάδας νέων εργασιών.
7. Οι συμβάσεις εκπόνησης μελέτης λύνονται με την παραλαβή του συμβατικού αντικειμένου, εκτός αν συντρέχει περίπτωση έκπτωσης του αναδόχου ή διάλυσης της σύμβασης είτε με πρωτοβουλία του κυρίου του έργου είτε με πρωτοβουλία του αναδόχου. Μετά τη λήξη της αρχικής προθεσμίας και των εγκεκριμένων παρατάσεών της και μέχρι τη λύση της σύμβασης με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο δεν οφείλεται αναθεώρηση.
Οι συμβάσεις παροχής υπηρεσιών λύνονται αυτοδικαίως αν παρέλθει η συμβατική προθεσμία και οι παρατάσεις της, εκτός αν συντρέχει περίπτωση έκπτωσης του αναδόχου ή διάλυσης της σύμβασης είτε με πρωτοβουλία του κυρίου του έργου είτε με πρωτοβουλία του αναδόχου. Στη σύμβαση μπορεί να ορίζεται και διαφορετικά, ιδίως σε περιπτώσεις που το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα έχει ουσιώδη σημασία για τα συμφέροντα του κυρίου του έργου.
Άρθρο 193 Ματαίωση της διάλυσης
1. Αν ο ανάδοχος άσκησε μεν το δικαίωμα διάλυσης της σύμβασης αλλά συναινεί στη ματαίωση της διάλυσης, η σύμβαση νομίμως συνεχίζεται, ανεξαρτήτως των αξιώσεών του προς αποκατάσταση των θετικών ζημιών του. Προς το σκοπό αυτόν ο ανάδοχος υποβάλλει στη Διευθύνουσα Υπηρεσία αίτηση με στοιχεία υπολογισμού της αποζημίωσής του, επί της οποίας αποφασίζει η Προϊσταμένη Αρχή κατόπιν εισηγήσεως της Διευθύνουσας Υπηρεσίας. Για την εξακρίβωση των ζημιών η Προϊσταμένη Αρχή συγκροτεί, μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την υποβολή της εισήγησης, επιτροπή που ερευνά τη βασιμότητα των απαιτήσεων του αναδόχου και εκτιμά το ύψος των θετικών ζημιών του, δυνάμενη να ζητήσει από τον ανάδοχο πρόσθετα στοιχεία και πληροφορίες.
2. Η Προϊσταμένη Αρχή, με απόφασή της που εκδίδεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριών (3) μηνών από την υποβολή της αίτησης εγκρίνει τη ματαίωση της διάλυσης και την αποζημίωση του αναδόχου, επιφέροντας τις αναγκαίες προσαρμογές στις προθεσμίες της μελέτης. Αν ο ανάδοχος δεν συμφωνεί στον καθορισμό της αποζημίωσης, μπορεί να ασκήσει αίτηση θεραπείας.
Άρθρο 194 Αποζημίωση αναδόχου σε περίπτωση διάλυσης της σύμβασης
1. Αν η σύμβαση εκπόνησης μελέτης ή παροχής τεχνικών και λοιπών συναφών επιστημονικών υπηρεσιών διαλυθεί από τον εργοδότη, για τους λόγους που προβλέπονται την και δεν προβλέπεται διαφορετικά στη σύμβαση, ο ανάδοχος δικαιούται αποζημίωσης η οποία ανέρχεται σε δέκα τοις εκατό (10%) επί της συμβατικής αμοιβής των σταδίων που υπολείπονται για την ολοκλήρωσή της.
2. Αν η σύμβαση λυθεί από τον εργοδότη κατά την εκπόνηση σταδίου μελέτης, η αποζημίωση του αναδόχου ανέρχεται σε τριάντα τοις εκατό (30%) του υπολειπόμενου χρηματικού αντικειμένου του υπό εκπόνηση σταδίου. Ως προς τα επόμενα στάδια εφαρμόζεται η προηγούμενη παράγραφος. Για την αμοιβή των ήδη εκπονηθέντων τμημάτων του σταδίου της μελέτης που διακόπτεται συντάσσεται Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε..
3. Για την πληρωμή της αποζημίωσης ο ανάδοχος υποβάλλει, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία ενός μηνός από την κοινοποίηση της απόφασης διάλυσης, στη Διευθύνουσα Υπηρεσία αίτηση, με ανάλυση της αποζημίωσης. Η αποζημίωση προσδιορίζεται με πρωτόκολλο κανονισμού τιμής μονάδας νέων εργασιών (Π.Κ.Τ.Μ.Ν.Ε.), που συντάσσεται και εγκρίνεται μέσα σε δύο (2) μήνες από την υποβολή της αίτησης.
4. Οι αποζημιώσεις των προηγούμενων παραγράφων δεν θίγουν την οφειλόμενη αμοιβή για τις εκτελεσθείσες εργασίες ή υπηρεσίες.
V. Εισαγωγικές παρατηρήσεις
Με την υπό κρίση υπουργική απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, ρυθμίζονται τα ειδικότερα ζητήματα σχετικά με το Βασικό μελετητή, καθορίζονται τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες των βασικών μελετητών ως Τεχνικών Συμβούλων – Μελετητών κατά την εκτέλεση του έργου, το περιεχόμενο της σύμβασης που υπογράφεται με την Προϊσταμένη Αρχή του έργου, ο τρόπος πληρωμής των υπηρεσιών και κάθε άλλο συναφές με τα ανωτέρω θέμα, κατ' εξουσιοδότηση των άρθρων 188 παρ. 6 και 123 παρ. 3 του ν. 4412/2016 (Α 147). Σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 1 παρ. 3 του υπό κρίση σχεδίου, βασικός μελετητής είναι ο ανάδοχος, ή σε περίπτωση ένωσης το μέλος ή τα μέλη της αναδόχου ένωσης σύμβασης μελέτης, ο οποίος εκπόνησε την «κύρια» μελέτη, η δε παροχή υπηρεσιών του βασικού μελετητή συνιστά ειδική κατηγορία παροχής επιστημονικής υπηρεσίας του άρθρου 123 παρ.3 του ν. 4412/2016, αφορά δε αποκλειστικά δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών και ειδικότερα της περίπτωσης 9.α της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν.4412/2016, κάτω των ορίων των παρ. β και γ του άρθρου 5 του ν. 4412/2016.
Το σχέδιο της εν λόγω Υπουργικής Απόφασης αποτελείται από 12 άρθρα, στα οποία περιγράφονται λεπτομερώς τα ως άνω θέματα, στο δε προτελευταίο άρθρο της (άρθρο 11) ορίζονται μεταβατικές διατάξεις για την αναλογική εφαρμογή των διατάξεών της.
VI. Επί της νομιμότητας και του περιεχομένου της προτεινόμενης ρύθμισης
Α. Με το εν λόγω σχέδιο απόφασης ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών, σε συνέχεια της εξουσιοδότησης των άρθρων 188 παρ. 6 και 123 παρ. 3 του ν. 4412/2016 (Α 147), προβαίνει στη ρύθμιση ειδικότερων ζητημάτων, όπως παρατέθηκαν ανωτέρω, του Βασικού Μελετητή και διαπιστώνεται, καταρχήν, ότι το εν λόγω σχέδιο, με τις περιλαμβανόμενες σ' αυτήν ρυθμίσεις, κείται εντός του πλαισίου της αναφερόμενης ως άνω εξουσιοδοτικής διάταξης. Επιφυλάξεις, ωστόσο, διατυπώνονται ως προς την αναφορά ως εξουσιοδοτικής της διάταξης του άρθρου 123 παρ. 3, διότι το άρθρο 123 παρ. 3 όπως είναι διατυπωμένο φαίνεται να αφορά στο περιεχόμενο των προσκλήσεων προς υποψηφίους κατά τη διαδικασία σύναψης δημοσίων συμβάσεων στις κλειστές διαδικασίες και τις ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση.
Β. Γενικές Παρατηρήσεις επί της συμβατότητας των προτεινόμενων ρυθμίσεων με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο
1) Εκ των προτεινόμενων διατάξεων συνάγεται ότι η σύναψη σύμβαση βασικού μελετητή διενεργείται με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση, χωρίς ωστόσο να εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 32 του ν. 4412/2016. Στο άρθρο 4 ορίζονται τα βασικά σημεία της προτεινόμενης διαδικασίας διαπραγμάτευσης. Από τη διατύπωση των διατάξεων της υπό εξέταση ΥΑ, συνάγεται ότι η σύναψη σύμβασης βασικού μελετητή αποτελεί υπό μία έννοια «οιονεί δικαίωμα προαίρεσης», δεδομένου ότι το βασικό πλαίσιο του αντικειμένου της σύμβασης καθώς και η συμβατική αμοιβή καθορίζονται ήδη στις προτεινόμενες διατάξεις, η δε πρόβλεψη για την ενεργοποίηση της διαπραγμάτευσης ορίζεται στα έγγραφα της σύμβασης εκπόνησης μελέτης (Τεύχος Συγγραφής Υποχρεώσεων), σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 4 παρ. 1, και ως εκ τούτου δεν υφίσταται μεγάλο εύρος διαπραγμάτευσης.
2) Στην υπό κρίση ΥΑ ο Βασικός Μελετητής, σύμφωνα με τον τίτλο αυτής και τις επί μέρους διατάξεις της, λειτουργεί ως Τεχνικός Σύμβουλος – Μελετητής παρέχοντας «τεχνικές Υπηρεσίες» και «λοιπές συναφείς επιστημονικές υπηρεσίες» του άρθρου 2 του ν. 4412/2016, ήτοι “υπηρεσίες που συνίστανται στην παροχή γνώσεων και ικανοτήτων με τη διάθεση κυρίως συγκεκριμένου επιστημονικού προσωπικού και άλλων μέσων επί ορισμένου χρόνου, που προσδιορίζεται είτε ημερολογιακά είτε σε συνάρτηση με ορισμένο γεγονός της παραγωγικής διαδικασίας. Οι τεχνικές υπηρεσίες μπορούν να έχουν ως αντικείμενο, ιδίως: α) τη σύνταξη των τευχών δημοσίου διαγωνισμού ανάθεσης μελέτης ή υπηρεσίας, β) τον έλεγχο και την επίβλεψη έργου ή μελέτης και γ) την υποστήριξη της αναθέτουσας αρχής στη διεξαγωγή ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας, στην επίβλεψη ή έλεγχο μελέτης και στη διοίκηση ή επίβλεψη ή έλεγχο έργου”. Αντίστοιχες υπηρεσίες παρέχει και ο Τεχνικός Σύμβουλος Διαχείρισης Έργου, όπου απαιτείται η παρουσία του τελευταίου. Επισημαίνεται ότι στο ν. 4412/2016 δεν υφίσταται ο ορισμός του Τεχνικού Συμβούλου Διαχείρισης, αλλά οι αρμοδιότητές του περιγράφονται μέσω του ανωτέρω ορισμού. Σε κάθε περίπτωση, εφόσον κριθεί ότι είναι απαραίτητη σε έργα η συνύπαρξη τόσο του Τεχνικού Συμβούλου Διαχείρισης όσο και του Βασικού Μελετητή, χρειάζεται σαφής οριοθέτηση των καθηκόντων τους, ούτως ώστε να αποφευχθεί τυχόν επικάλυψη αρμοδιοτήτων και εργασιών.
Γ. Ως προς τις προτεινόμενες ρυθμίσεις των επιμέρους άρθρων επισημαίνονται τα κάτωθι:
1) Στο άρθρο 1:
Στο αντικείμενο της υπό κρίση Υπουργικής Απόφασης αναφέρεται ο καθορισμός των καθηκόντων του βασικού μελετητή, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 188 παρ. 6, σε συνδυασμό με το άρθρο 123 παρ. 3 του ν. 4412/2016. Το άρθρο 188 παρ. 6 αναφέρει ρητά “6. Μετά την έναρξη κατασκευής του έργου, οι βασικοί μελετητές μετέχουν υποχρεωτικά ως Τεχνικοί Σύμβουλοι - Μελετητές στην εκτέλεση αυτού. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται όλα τα θέματα που ρυθμίζουν τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητές των βασικών μελετητών κατά την εκτέλεση του έργου, το περιεχόμενο της σύμβασης που υπογράφεται με την Προϊσταμένη Αρχή του έργου, τον τρόπο πληρωμής των υπηρεσιών τους και κάθε άλλο συναφές με τα ανωτέρω θέμα”. Ως εκ τούτου, τίθεται θέμα κατά πόσο είναι απαραίτητη και η αναφορά στο άρθρο 123 παρ. 3, διότι κρίνεται ότι η διάταξη του άρθρου 188 παρ. 6 παρέχει την εξουσιοδότηση για τη ρύθμιση των θεμάτων του Βασικού Μελετητή. Σημειώνεται ότι, όπως αναφέρεται και στην αιτιολογική έκθεση του ν. 4412.2016 “Στο άρθρο 123, που αφορά αποκλειστικά διαδικασίες σύναψης κάτω των ορίων, ορίζεται, ότι στις κλειστές διαδικασίες και τις ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση, οι αναθέτουσες αρχές προσκαλούν ταυτοχρόνως και γραπτώς τους επιλεγέντες υποψηφίους να υποβάλουν την προσφορά τους. Οι προσκλήσεις συνοδεύονται από τα έγγραφα της σύμβασης, στην περίπτωση που για αυτά δεν παρέχεται ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν πρόσβαση ή δεν διατίθενται με άλλο τρόπο. Τέλος οι προσκλήσεις περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα ΙΧ του Προσαρτήματος Α΄. Στην παράγραφο 3 ορίζεται ότι ειδικά για τις κάτω των ορίων συμβάσεις του παρόντος με απόφαση του Υπουργού, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων μπορεί να εξειδικεύονται, για ειδικές κατηγορίες έργων, καθώς και για ειδικές κατηγορίες μελετών και παροχής τεχνικών και λοιπών επιστημονικών υπηρεσιών και ορίων προϋπολογισμού αυτών, οι διαδικασίες αναφορικά με τη διενέργεια των διαγωνισμών ή των αναθέσεων”
Περαιτέρω, το άρθρο 123 παρ. 3, όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω στις εισαγωγικές παρατηρήσεις, φαίνεται να αφορά στο περιεχόμενο των προσκλήσεων προς υποψηφίους κατά τη διαδικασία σύναψης δημοσίων συμβάσεων στις κλειστές διαδικασίες και τις ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση.
2) Στο άρθρο 2 “Ορισμοί”, κρίνεται σκόπιμο, για λόγους νομοτεχνικής βελτίωσης, το σύνολο των ορισμών να συγκεντρωθούν στο παρόν άρθρο, και ιδίως ο ορισμός του Βασικού Μελετητή που υπάρχει στο άρθρο 3. Περαιτέρω, οι ορισμοί που περιλαμβάνονται είναι περιττοί δεδομένου ότι υπάρχουν στο άρθρο 2 του ν. 4412/2016, στην περίπτωση όμως που παραμείνουν προτείνεται να γίνει αναφορά - παραπομπή στο εν λόγω άρθρο.
3) Στο άρθρο 3:
Σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 1, η διατάξεις της υπό κρίση ΥΑ τυγχάνουν εφαρμογής σε συμβάσεις κάτω των ορίων. Ωστόσο από τη διατύπωση του άρθρου 3 παρ. 5 «Σε περίπτωση πολλαπλών συμβάσεων βασικών μελετητών ενός πολύπλοκου ή σύνθετου έργου, η αξία της κάθε σύμβασης βασικού μελετητή συμπεριλαμβανομένων τυχόν τροποποιήσεων της, θα διαμορφώνεται κάτω των ορίων των παρ. β και γ του άρθρου 5 του ν. 4412/2016. Το σύνολο των συμβάσεων βασικού μελετητή που μπορούν να ανατεθούν στο πλαίσιο εκτέλεσης ενός έργου δύναται να ανέρχεται έως και τις τέσσερις συμβάσεις, ανάλογα με το πλήθος των κύριων μελετών και κατά την κρίση της αναθέτουσας αρχής» δύναται να τεθεί ζήτημα τεχνητής κατάτμησης και παραβίασης του ενωσιακού κανόνα για την εκτιμώμενη αξία της σύμβασης (άρθρο 6 ν. 4412/2016):
α) είτε στην περίπτωση που μία σύνθετη μελέτη έχει εκπονηθεί από ένα μελετητικό γραφείο, οπότε ως βασικός μελετητής για τις άνω των δύο κύριες μελέτες ορίζεται το ίδιο γραφείο, το οποίο καλείται να υπογράψει δύο (2) ή και περισσότερες συμβάσεις βασικού μελετητή. Σε αυτή την περίπτωση ναι μεν η κάθε μία εξ' αυτών θα είναι μικρότερη ή ίση με το 1% ή το 1,5% της σύμβασης κατασκευής του έργου και οπωσδήποτε κάτω των ορίων, πλην όμως δύναται το άθροισμα της αμοιβής αυτών να υπερβαίνει το όριο του άρθρου 5 του ν. 4412/2016.
β) είτε στην περίπτωση που ακόμα και αν οι βασικοί μελετητές είναι διαφορετικά πρόσωπα, ωστόσο το σύνολο των αμοιβών των βασικών μελετητών στο πλαίσιο κατασκευής του ίδιου έργου, δύναται να υπερβαίνει το όριο του άρθρου 5 του ν. 4412/2016 .
Σε κάθε περίπτωση η δυνατότητα ταυτόχρονης ανάθεσης έως και 4 συμβάσεων μέχρι των ορίων του άρθρου 5, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι άπτεται ή τελεί υπό την προϋπόθεση της εφαρμογής των κανόνων του ευρωπαϊκού δικαίου, εφόσον πρόκειται για “ομοειδείς συμβάσεις”, συμβάσεις δηλαδή που συνάπτονται ταυτόχρονα, με παρεμφερές αντικείμενο και από την ίδια κατηγορία μελετητών.
Περαιτέρω επισημαίνεται ότι η παράγραφος 5 του εν λόγω άρθρου αναφέρει πως “το σύνολο των πολλαπλών συμβάσεων βασικού μελετητή δύναται να ανέρχεται έως και τις τέσσερις συμβάσεις”, χωρίς να προσδιορίζει τα κριτήρια επιλογής αυτών σε περίπτωση που οι μελέτες βασικού μελετητή είναι περισσότερες των τεσσάρων παραπέμποντας στη διακριτική ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής.
Η διατύπωση της παραγράφου 1 “ορίζεται” σε συνδυασμό με την παράγραφο 5 “δύναται να ανέρχεται” και “κατά την κρίση της αναθέτουσας αρχής” δύναται να δημιουργήσει σύγχυση ως προς την υποχρεωτικότητα σύναψης σύμβασης Βασικού μελετητή – Τεχνικού Συμβούλου σε κάθε περίπτωση κύριας μελέτης.
4) Στο άρθρο 4:
Δεδομένου ότι η σύναψη σύμβασης βασικού μελετητή αποτελεί υπό μία έννοια «οιονεί δικαίωμα προαίρεσης», σύμφωνα με τα ανωτέρω αναφερόμενα στο σημείο Β της παρούσας, δύναται να δημιουργηθεί σύγχυση ως προς την εφαρμογή της διαδικασίας διαπραγμάτευσης του υπό εξέταση άρθρου, καθώς είναι ήδη ορισμένα ως προς το αντικείμενο της προσφοράς από την εν λόγω ΥΑ, τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες του Βασικού Μελετητή, η διάρκεια της σύμβασης, ενώ το μόνο στοιχείο προς διαπραγμάτευση δείχνει να είναι το ποσοστό έκπτωσης επί της μέγιστης δυνατής αμοιβής όπως προκύπτει από το άρθρο 9 παρ. 2 της υπό κρίση ΥΑ.
Περαιτέρω δεν είναι κατανοητή η διάταξη της παραγράφου 6 του εν λόγω άρθρου ως προς την «επέλευση των έννομων αποτελεσμάτων της απόφασης κατακύρωσης», καθώς η διαπραγμάτευση για κάθε μία σύμβαση βασικού μελετητή γίνεται υποχρεωτικά με ένα συγκεκριμένο μελετητή. Επισημαίνεται ωστόσο ότι στην περίπτωση αναθέτουσας αρχής – ΟΤΑ ή νομικών τους προσώπων, ο προληπτικός έλεγχος των συμβάσεων από τον Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου δυνάμει του άρθρου 36 του ν. 4129/2013 διενεργείται για συμβάσεις προϋπολογιζόμενης δαπάνης άνω των 200.000 ευρώ χωρίς ΦΠΑ, ποσό που υπολείπεται του άρθρου 5 περ. γ του ν. 4412/2016.
Για λόγους νομοτεχνικής βελτίωσης προτείνεται στο τέλος της παραγράφου Ι.5 να προστεθεί η φράση “με βάση τις αρμοδιότητες του άρθρου 7 της παρούσας”.
5) Στο άρθρο 6, για λόγους νομοτεχνικής βελτίωσης προτείνεται να συμπληρωθεί σε συνέχεια “του άρθρου 183” η φράση “και επόμενα’.
6) Στο άρθρο 9:
Κρίνεται σκόπιμο να αναφερθούν τα δικαιολογητικά που θα υποβάλει ο μελετητής προκειμένου να πληρωθεί (πχ τιμολόγιο, δελτίο παροχής υπηρεσιών κοκ μια που δε θα καταθέσει λογαριασμόπιστοποίηση), καθώς και να διευκρινιστεί ποια θα είναι τα παραδοτέα, από αυτόν, στοιχεία προς την Υπηρεσία, κατά τον καταμερισμό της συμβατικής αμοιβής για να λάβει κάθε φορά μία εκ των ισόποσων δόσεων στις οποίες μοιράζεται η συνολική αμοιβή του.
Περαιτέρω, στην παράγραφο 4, εφόσον η αμοιβή του Βασικού Μελετητή βαρύνει τις πιστώσεις του έργου, κρίνεται σκόπιμο να διευκρινιστεί με ποιο τρόπο και πως θα υπολογισθεί το ποσό που θα συμπεριληφθεί στις πιστώσεις αυτού.
Επιπλέον, δημιουργείται ασάφεια αναφορικά με την πρόβλεψη της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου για την «Τυχόν εξάντληση του εγκεκριμένου ποσού της συμβατικής αμοιβής πριν από τη λήξη της διάρκειας της σύμβασης του έργου λόγω παράτασης αυτής΄….». Εν προκειμένω, αφού πρόκειται για κατ’ αποκοπή τίμημα, δεν είναι κατανοητή η εξάντληση του ποσού για την πληρωμή του Βασικού Μελετητή καθόσον πιθανή παράταση της διάρκειας εκτέλεσης του έργου, δίδεται πριν τη λήξη της αρχικώς υπογραφείσας συμβατικής διάρκειας αυτού και συνεπώς πριν την εξάντληση του οικονομικού αντικειμένου του Βασικού Μελετητή. Περαιτέρω επισημαίνεται πως σύμφωνα με την παράγραφο 1β «Ο καταμερισμός της συμβατικής αμοιβής αναπροσαρμόζεται σε περίπτωση τροποποίησης της διάρκειας της σύμβασης του έργου…..».
Τέλος, δημιουργεί σύγχυση το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 9 «Κατά τα λοιπά, για την καταβολή της αμοιβής του Βασικού Μελετητή ισχύουν αναλογικά οι διατάξεις των παρ. 4, 5, 6, 7, 8 και 9 του άρθρου 187 του ν. 4412/2016», καθόσον ο καταμερισμός τη συμβατικής αμοιβής του Βασικού Μελετητή έχει καθορισθεί με την παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου και η παραπομπή στην αναλογική εφαρμογή στο άρθρο 187, παράγραφοι 4 έως και εννέα του ν. 4412/2016 δεν προσιδιάζει στην κατ’ αποκοπή αμοιβή του Βασικού Μελετητή.
8) Στο άρθρο 10:
Δε διατυπώνεται ρητώς στο κείμενο της υπό κρίση υπουργικής απόφασης η ευθύνη του Βασικού Μελετητή, καθώς και οι συνέπειες και κυρώσεις σε περίπτωση άρνησής του να παρέχει τις εκ του νόμου υπηρεσίες Τεχνικού Συμβούλου. Τέλος, δεν αναγράφεται ρητά τι γίνεται αν μεσολαβήσει συνταξιοδότηση του βασικού μελετητή, πέραν της γενικής αναφοράς στο άρθρο 10 ως προς τη μη υποκατάσταση του βασικού μελετητή.
Επίσης, η διατύπωση ως προς την αναλογική εφαρμογή της παρ. 4 του άρθρου 144 του ν. 4412/2016 αφενός μεν δεν είναι σαφής, αφετέρου δημιουργεί ζήτημα τυχόν υπέρβασης της νομοθετικής εξουσιοδότησης, δεδομένου ότι δεν έχει εκδοθεί η σχετική ΥΑ για την υποχρεωτική ασφάλιση.
9) Στο άρθρο 11:
Η παράγραφος 1 προβλέπει δυνητική αναδρομική εφαρμογή για συμβάσεις εκπόνησης μελετών που κατά το χρόνο έναρξης ισχύος της παρούσας είτε είναι σε εξέλιξη, είτε έχουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο ολοκληρωθεί. Η μεταβατική διάταξη της παραγράφου 1 θα πρέπει να επαναδιατυπωθεί με σαφήνεια, ώστε να μη δημιουργεί σύγχυση ως προς τα ισχύοντα.
Ενδεικτικά αναφέρεται στην περίπτωση σύνθετης μελέτης (περιλαμβάνει δύο και πλέον κύριες μελέτες) η οποία είτε είναι στο στάδιο εκπόνησης είτε έχει ολοκληρωθεί, δεν είναι κατανοητό πώς εκ των υστέρων θα κρίνει η αναθέτουσα αρχή ποιες εκ των μελετών που αποτελούν τη σύνθετη μελέτη είναι οι κύριες και για ποιες εξ’ αυτών θα προβεί σε διαπραγμάτευση για την ανάθεση σύμβασης Βασικού Μελετητή. Σημειώνεται, πως σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 της υπό κρίση ΥΑ, η αναθέτουσα αρχή ορίζει εξ’ αρχής στο Τεύχος Συγγραφής Υποχρεώσεων της σύμβασης εκπόνησης της μελέτης τις κύριες μελέτες που χρήζουν ‘εποπτείας’ από Βασικό Μελετητή.
Ως προς την παράγραφο 2, δεν είναι σαφής η αναγκαιότητά της, ενώ η φράση “δύναται να εφαρμόζονται αναλογικά” κρίνεται προβληματική. Σε κάθε περίπτωση, τίθεται θέμα αν χρειάζεται η συναίνεση του μελετητή.
Περαιτέρω, ως προς την αναδρομικότητα της προτεινόμενης ρύθμισης, τυγχάνουν εφαρμογής οι επιφυλάξεις που η Αρχή έχει πολλάκις διατυπώσει τις επιφυλάξεις της ως προς την αναδρομική ισχύ διατάξεων εν γένει.
Κατόπιν όλων των ανωτέρω, η Αρχή αποφασίζει ομόφωνα την παροχή σύμφωνης γνώμης επί του υποβληθέντος σχεδίου απόφασης του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, με θέμα “Καθορισμός καθηκόντων και αρμοδιοτήτων των βασικών μελετητών ως Τεχνικών Συμβούλων – Μελετητών κατά την εκτέλεση του έργου, το περιεχόμενο της σύμβασης που υπογράφεται με την Προϊσταμένη Αρχή του έργου, τον τρόπο πληρωμής των υπηρεσιών και κάθε άλλο συναφές με τα ανωτέρω θέμα” κατά το άρθρο 2 παρ. 2 περ. γ’, υποπερίπτωση (γγ) του ν.4013/2011, σύμφωνα με τις ανωτέρω παρατηρήσεις- προτεινόμενες βελτιώσεις και για τους λόγους που αναφέρονται στην παρούσα απόφαση. Αθήνα 2 Ιουλίου 2018
ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ
Ο Πρόεδρος
Γεώργιος Καταπόδης