ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΑΠ (Ποιν) 249/2021 Μη καταβολή δεδουλευμένων αποδοχών - Τέλεση κατ΄ εξακολούθηση - Έλλειψη αιτιολογίας - Εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης - Ασάφεια ως προς την ιδιότητα του αναιρεσείοντος στην εργοδότρια ΑΕ και την θέση του σε αυτήν ώστε να ανακύπτει η υποχρέωσή του για καταβολή των αποδοχών

Αριθμός:
249
Έτος:
2021
Δικαστήριο:
Τμήμα Δικαστηρίου:
Φύση/Είδος:
Ημ. Δημοσίευσης:
18/03/2021
Μέσο Δημοσίευσης:
ΤΝΠ QUALEX
Αρ. Λέξεων:
2152
Εμφάνιση περισσότερων Εμφάνιση λιγότερων

Περίληψη

Μη καταβολή δεδουλευμένων αποδοχών (παράβαση του άρθρου 28 παρ. 1 του Ν 3996/2011 κατ΄εξακολούθηση). Αναίρεση. Έλλειψη αιτιολογίας. Εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Δεν προσδιορίζεται με σαφήνεια και πληρότητα στην προσβαλλόμενη απόφαση η ιδιότητα του αναιρεσείοντος στην εργοδότρια ΑΕ, το χρονικό διάστημα και η θέση του σε αυτήν, ώστε να ανακύπτει η υποχρέωσή του για καταβολή των αποδοχών. Ενώ αναφέρεται στο σκεπτικό της απόφασης ότι ο αναιρεσείων κατά το επίδικο χρονικό διάστημα ήταν ο εν τοις πράγμασι διαχειριστής της ΑΕ και ασκούσε την ουσιαστική διοίκηση αυτής, στο διατακτικό αυτής αναφέρεται ότι αυτός κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ήταν νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας, χωρίς να διευκρινίζεται πως προκύπτει η εξουσία εκπροσώπησής της από αυτόν. Δεν γίνεται αναφορά στο ποσό στο οποίο ανέρχονταν κατά μήνα οι αποδοχές της εργαζομένης εγκαλούσας κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα και ο χρόνος καταβολής των οφειλομένων αποδοχών κι αν το ύψος και ο χρόνος καταβολής των αποδοχών είχε ορισθεί από ατομική/ΣΣΕ/Διοικητική απόφαση/νόμο/έθιμο.

Επιμέλεια Περίληψης:
Εμφάνιση περισσότερων Εμφάνιση λιγότερων

Απόφαση

ΑΡΙΘΜΟΣ 249/2021
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
E’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρία Γεωργίου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γεώργιο Παπαηλιάδη, Μαρία Βασδέκη, Νικόλαο Βεργιτσάκη και Μαρία Λεπενιώτη-Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 8 Ιανουαρίου 2021, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασιλείου Παππαδά (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Γεράσιμου Βάλσαμου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντα - κατηγορουμένου Χ. Ζ. του Ο., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Μπόλη, περί αναιρέσεως της υπ' αριθ. ΓΤ1236/18.9.2020 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 6.11.2020 αίτησή του αναίρεσης, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό .../2020.
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντα, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη από 6/11/2020 αίτηση του Χ. Ζ. του Ο., κατοίκου ..., για αναίρεση της υπ’αριθμ. ΓΤ 1236/18.9.2020 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, η οποία καταχωρήθηκε καθαρογραμμένη στο, κατ' άρθρο 473 παρ.2 και 3 εδαφ. α του ΚΠοινΔ, ειδικό βιβλίο στις 21/10/2020 και με την οποία κηρύχθηκε ένοχος για παράβαση του άρθρου 28 παρ.1 Ν. 3996/2011 κατ' εξακολούθηση και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης οκτώ μηνών, η οποία ανεστάλη επί τριετία, και χρηματική ποινή 1500 ευρώ , έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα με δήλωση του παραστάντος κατά την συζήτηση ενώπιον του ως άνω Δικαστηρίου συνηγόρου του Δημητρίου Μπόλη, που επιδόθηκε στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου στις 6/11/2020 ( άρθρ. 466 παρ.2,473 παρ.2, 474 παρ.4 ΚΠοινΔ ). Επομένως είναι παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την βασιμότητα των λόγων της .
Σύμφωνα με το άρθρο 28 Ν. 3996/2011 κάθε εργοδότης, που παραβαίνει τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας τις σχετικές µε τους όρους και τις συνθήκες εργασίας και συγκεκριμένα τα χρονικά όρια εργασίας, υπό την επιφύλαξη των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 3 του Ν. 3004/2010, την καταβολή δεδουλευμένων, την αμοιβή, την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων ή την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης απόλυσης τιμωρείται µε ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι μηνών ή µε χρηματική ποινή τουλάχιστον εννιακοσίων (900) ευρώ ή και µε τις δύο αυτές ποινές. Ειδικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας που προβλέπουν βαρύτερη ποινική μεταχείριση εξακολουθούν να ισχύουν. Εξάλλου κατά τη διάταξη του άρθρου μόνου, παράγραφος 1 του ΑΝ 690/1945, όπως αντικαταστάθηκε µε το άρθρο 8 παρ. 1 του Ν. 2336/1995. τιμωρείται µε τις αναφερόμενες σ' αυτό ποινές κάθε εργοδότης η διευθυντής ή επιτετραμμένος ή µε οποιονδήποτε τίτλο εκπρόσωπος οποιασδήποτε επιχείρησης, εκμετάλλευσης ή εργασίας, ο οποίος δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα στους απασχολούμενους σε αυτόν τις οφειλόμενες συνεπεία της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας πάσης φύσεως αποδοχές, που καθορίζονται είτε από τη σύμβαση εργασίας, είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας, είτε από αποφάσεις διαιτησίας, είτε από το νόμο ή το έθιμο. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το προβλεπόμενο από αυτή ως άνω πλημμέλημα τιμωρείται ως γνήσιο έγκλημα παραλείψεως, το οποίο συντελείται ευθύς ως ο υπόχρεος παραλείψει να καταβάλει στο δικαιούχο μισθωτό τις οφειλόμενες σ' αυτόν αποδοχές ή άλλης φύσεως χορηγίες, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται είτε από τη σύμβαση είτε από το νόμο ή το έθιμο, είτε από τις διοικητικές πράξεις (ΑΠ 135/2019, ΑΠ 727/2019, ΑΠ 337/2018, ΑΠ 1037/2017, ΑΠ 1176/2016, ΑΠ 938/2015).Περαιτέρω έλλειψη της επιβαλλόμενης, από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της καταδικαστικής απόφασης, η οποία ιδρύει λόγο αναίρεσης κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ίδιου Κώδικα, συντρέχει, όταν δεν εκτίθενται σ' αυτή, με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, τα αποδεικτικά μέσα, από τα οποία συνήγαγε το δικαστήριο τα περιστατικά αυτά και οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των αποδειχθέντων περιστατικών στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που εφαρμόσθηκαν. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της αποφάσεως, τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο, δεν υπάρχει δε έλλειψη αιτιολογίας και στην περίπτωση που αυτή εξαντλείται σε επανάληψη του διατακτικού της απόφαση ς, το οποίο, όμως, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου, περιέχει και πραγματικά περιστατικά τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα, ώστε να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατυπώσεως του σκεπτικού της. Ειδικότερα, η καταδικαστική, για παράβαση της ως άνω διάταξης του άρθρου 28 παρ. 1 του Ν. 3996/2011, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου μόνου του ΑΝ 690/1945, απόφαση στερείται της απαιτούμενης αιτιολογίας, όταν δεν εκτίθενται σ' αυτή, με πληρότητα και σαφήνεια, ενόψει του περιεχομένου των ως άνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεων, τα κρίσιμα για τη θεμελίωση του προβλεπόμενου από αυτές εγκλήματος περιστατικά, που είναι ο χρόνος κατά τον οποίο διήρκεσε η σύμβαση εργασίας, οι μηνιαίες τακτικές αποδοχές, καθώς και οι έκτακτες, το σύνολο αυτών, το ποσό που καταβλήθηκε στον εργαζόμενο έναντι αυτών και ο χρόνος κατά τον οποίο έπρεπε να καταβληθούν οι οφειλόμενες από τον κατηγορούμενο αποδοχές στον εργαζόμενο και αν το ύψος των αποδοχών και ο χρόνος καταβολής τους είχε ορισθεί από ατομική σύμβαση εργασίας ή διαιτητική απόφαση ή από το νόμο ή από το έθιμο. Περαιτέρω, επί νομικού προσώπου, φερομένου ως εργοδότη, πρέπει να προσδιορίζεται η μορφή του νομικού προσώπου και, αν πρόκειται για εταιρία, και η εταιρική μορφή αυτής, καθώς και τα πραγματικά περιστατικά, από τα οποία προκύπτει η θέση και η ιδιότητα, την οποία είχε ο κατηγορούμενος στην εταιρία αυτή κατά τον κρίσιμο χρόνο, ώστε να ανακύπτει η υποχρέωσή του για την καταβολή των αποδοχών. Δεν αρκεί, δηλαδή, ο χαρακτηρισμός του κατηγορουμένου ως εργοδότη ή ως νόμιμου εκπροσώπου της εταιρικής επιχείρησης (ΑΠ 337/2018, ΑΠ 1037/2017, ΑΠ 1176/2016, ΑΠ 938/2015). Τέλος, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ του ΚΠοινΔ, λόγο αναίρεσης της απόφασης αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διάταξης υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ' αυτήν διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, εσφαλμένη δε εφαρμογή συντρέχει όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στη διάταξη που εφάρμοσε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης υπάρχει και όταν η διάταξη αυτή παραβιάζεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της απόφασης που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό αυτής και ανάγεται στα στοιχεία και στην ταυτότητα του οικείου εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση (Ολ. ΑΠ 3/2008). Στην προκειμένη περίπτωση όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη υπ’αριθμ. ΓΤ 1236/2020 απόφαση, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών , που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των μνημονευομένων, κατά το είδος τους, αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε στο σκεπτικό του ,κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα, επί λέξει, πραγματικά περιστατικά: "Η εγκαλούσα προσελήφθη από την εταιρεία "ΑΜΕΣ-ΑΠΟΘΗΚΕΥΤΙΚΗ-ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗ-ΕΜΠΟΡΙΚΗ-ΣΥΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ ΑΕ" τις 2/1/2001 έως τις 11/2/2014 (ημερομηνία απόλυσης). Για το χρονικό διάστημα 2013-2014 ο κατηγορούμενος ήταν εν τοις πράγμασι διαχειριστής της ως άνω εταιρίας, ασκώντας, την ουσιαστική διοίκηση αυτής. Δεν αποδείχθηκε ότι ο Ν. Π. του Ε. και Κ. Τ. Τ. του Τ. ήταν εν τοις πράγμασι εργοδότες της εγκαλούσας. Ειδικότερα ο Ν. Π. είχε παραιτηθεί από την ως άνω εταιρεία στις 16/7/2012 (βλ. την από 10/7/2012) δήλωσή του κοινοποιηθείσα στην Περιφέρεια Αττικής στις 16/7/2012) σε συνδυασμό με ΦΕΚ 12033/12-11-2014 Τ.ΑΕ και ΕΠΕ). Οι δε Κ. Τ. παραιτήθηκε στις 30/6/2011 (βλ. την από 6/12/2011 δήλωσή του κοινοποιηθείσα στην περιφέρεια Αττικής στις 21/12/2011 σε συνδ. με ΦΕΚ 14251/12/12/2012 Φ.ΑΕ και ΕΠΕ), ήτοι πριν από το αναφερόμενο στο κατηγορητήριο χρονικό διάστημα για το οποίο οφείλονται στην εγκαλούσα οι οριζόμενες από το νόμο και τη σύμβαση εργασίας της αποδοχές και ανεξαρτήτως του χρόνου δημοσίευσης των ως άνω δηλώσεων παραιτήσεως στο ΦΕΚ (ΑΠ 916/2004, ΑΠ 307/2003, ΑΠ 1204/2000). Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι κατά το ως άνω επίδικο διάστημα 2013-2014, ο κατηγορούμενος δεν κατέβαλε στην εγκαλούσα: α) δεδουλευμένες αποδοχές 2013, ποσού (2.100,00) €, β) δεδουλευμένες αποδοχές Φεβρουαρίου 2014, ποσού (529,65) €, γ) επίδομα αδείας 2013, ποσού (548,87) €, δ) επίδομα αδείας 2014, ποσού (614,25) €, ε) αποζημίωση μη ληφθείσας άδειας 2014 ποσού 353,10, στ) αποζημίωση απόλυσης (7.724,11) € και ζ) αναλογία δώρου Πάσχα, ποσού (281,53) ήτοι συνολικά ποσό (12.151,51) €. Ως εκ τούτου πρέπει να απορριφθούν οι αυτοτελείς ισχυρισμοί του κατ/νου και να κηρυχθεί ένοχος όπως κατηγορείται”.
Στη συνέχεια το ως άνω Δικαστήριο της ουσίας κήρυξε τον κατηγορούμενο ένοχο για την πράξη της παράβασης του άρθρου 28 του Ν.3996/11 κατ' εξακολούθηση και του επέβαλε ποινή φυλάκισης 8 μηνών και χρηματική ποινή 1500 € με το ακόλουθο διατακτικό: Στον Ασπρόπυργο Αττικής, κατά το χρονικό διάστημα 2013 - 2014, με περισσότερες από μία πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, παραβίασε τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας σχετικά με την καταβολή των δεδουλευμένων (ή/και την αποζημίωση απόλυσης) σε εργαζόμενους. Ήτοι, στον ως άνω τόπο και χρόνο, ως νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας με την επωνυμία "ΑΜΕΣ Αποθηκευτική - Μεταφορική - Εμπορική - Συσκευαστική Ανώνυμη Εταιρεία" (δ.τ. "G.S. General Services”) που εδρεύει στον Ασπρόπυργο Αττικής επί της θέσεως ‘Σχοινέζα’ αν και απασχόλησε στην επιχείρηση αυτή την Α. Τ. ως Βοηθό Λογιστή κατά το χρονικό διάστημα από 2-1-2001 έως 11-2-2014 (ημ/νία απόλυσης), δεν της κατέβαλε τα κάτωθι χρηματικά ποσά:
-δεδουλευμένες αποδοχές έτους 2013, συνολικού ποσού 2.100,00 € -δεδουλευμένες αποδοχές Φεβρουαρίου 2014, ποσού 529,65€ -επίδομα αδείας 2013, ποσού 548,87€ -επίδομα αδείας 2014, ποσού 614,25€ -αποζημίωση μη ληφθείσας άδειας 2014, ποσού 353.10€ -αποζημίωση απόλυσης, ποσού 7.724,11€ -αναλογία δώρου Πάσχα 2014, ποσού 281,53€, Συνολικά δε το ποσό της οφειλής ανέρχεται στο ύψος των 12.151,51 ευρώ”.
Με αυτά που δέχθηκε το Δικαστήριο της ουσίας, στέρησε την προσβαλλόμενη απόφασή του από την απαιτούμενη από τις ανωτέρω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. αφού δεν εκθέτει σ' αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν κατά την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της παραβάσεως του άρθρου 28 Ν. 3996/2011, για το οποίο καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων. Ειδικότερα α) δεν προσδιορίζεται με σαφήνεια και πληρότητα στην απόφαση μολονότι η ως άνω επιχείρηση (εργοδότρια) φέρεται ως εταιρική και δη ως Α.Ε. και όχι ατομική ,τα πραγματικά περιστατικά (π.χ. ΦΕΚ διορισμού κ.λ.π.), από τα οποία να προκύπτει η ιδιότητα, το χρονικό διάστημα και η θέση του αναιρεσείοντα - κατηγορουμένου στην ανώνυμη ως άνω εταιρεία, η οποία κατά νόμο εκπροσωπείται από το διοικητικό της συμβούλιο, ώστε να ανακύπτει η υποχρέωσή του για καταβολή των αποδοχών, αλλά κατά τρόπο αντιφατικό αναφέρεται στο μεν σκεπτικό αυτής ότι ο κατηγορούμενος και ήδη αναιρεσείων κατά το χρονικό διάστημα 2013 έως 2014 ήταν ο εν τοις πράγμασι διαχειριστής της ως άνω εταιρείας και ασκούσε την ουσιαστική διοίκηση αυτής , στο δε διατακτικό αυτής ότι αυτός κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ήταν νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας , χωρίς μάλιστα να διευκρινίζεται πώς προκύπτει η εξουσία εκπροσώπησης της ως άνω εταιρείας από τον αναιρεσείοντα ως και η υποχρέωση καταβολής των αποδοχών της εργαζομένης εγκαλούσας εκ μέρους του και β) δεν αναφέρεται το ποσό στο οποίο ανήρχοντο κατά μήνα οι αποδοχές της εργαζομένης εγκαλούσας κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, ο χρόνος που έπρεπε να καταβληθούν οι οφειλόμενες αποδοχές ως και αν το ύψος των αποδοχών και ο χρόνος καταβολής τους είχε ορισθεί από ατομική, ή συλλογική σύμβαση εργασίας, ή διαιτητική απόφαση ή από το νόμο ή από το έθιμο. Κατά συνέπεια, η απόφαση δεν διέλαβε την απαιτούμενη αιτιολογία, ενώ, εκ της ως άνω ασάφειας στερείται αυτή και νομίμου βάσεως, καθιστώντας ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή ή μη εφαρμογή της ανωτέρω ποινικής διάταξης.
Επομένως είναι βάσιμοι οι συναφείς από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε ΚΠοινΔ προβαλλόμενοι λόγοι της αναίρεσης, με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και έλλειψη νόμιμης βάσης και πρέπει, κατά παραδοχή τους, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση. Μετά από αυτά και επειδή παρέλκει η έρευνα των λοιπών λόγων αναίρεσης, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ’αριθμ. ΓΤ 1236/2020 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 19 Φεβρουαρίου 2021.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 18 Μαρτίου 2021.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ
Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
anchor link
Εγγραφήκατε επιτυχώς στο newsletter!
Η εγγραφή στο newsletter απέτυχε. Παρακαλώ δοκιμάστε αργότερα.
Αρθρογραφία, Νομολογία ή Σχόλια | Άμεση ανάρτηση | Επώνυμη ή ανώνυμη | Προβολή σε χιλιάδες χρήστες σε όλη την Ελλάδα