Αριθμός απόφασης: 2438/2021
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Τμήμα 13o Τριμελές
Συνεδρίασε στις 15 Ιουνίου 2021 με δικαστές τους: Μαρία Αντζουλάτου, Πρόεδρο Εφετών Δ.Δ., Σωτηρία Μαργαρίτη (εισηγήτρια), Δημήτριο Νικολόπουλο, Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα την Ευτυχία Καλλιαμπέτσου, δικαστική υπάλληλο,
για να δικάσει την με ημερομηνία κατάθεσης 6-6-2008 προσφυγή (αριθ. καταχ. …/6-3-2020),
του ..., κατοίκου … Αττικής (… χλμ Ε.Ο. …), ο οποίος παραστάθηκε με τον δικηγόρο Νικόλαο Ξενογιάννη, που τον διόρισε με ιδιωτικό πληρεξούσιο έγγραφο,
κατά της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, που εδρεύει στην Αθήνα (Κολοκοτρώνη 1 και Σταδίου), εκπροσωπείται νόμιμα και παραστάθηκε με την δικηγόρο Γεωργία Γαρουφαλιά, βάσει της από 14-6-2021 έγγραφης δήλωσης του άρθρου 133 παρ. 2 του ΚΔΔ, που την διόρισε με απόφαση της εκτελεστικής της επιτροπής.
Μετά τη συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.
Η κρίση του είναι η εξής:
1. Επειδή, η κρινόμενη προσφυγή, για την οποία καταβλήθηκε παράβολο 125 ευρώ (σχ. τα σειράς Α ..., ... ειδικά έντυπα παραβόλου καθώς και e-παράβολο με κωδικό πληρωμής ...) παραπέμφθηκε στο Δικαστήριο τούτο για νέα νόμιμη κρίση με την 22/2020 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία αναιρέθηκε η 999/2009 προγενέστερη απόφασή του (τμήμα 17ο). Με την αναιρεθείσα απόφαση είχε γίνει δεκτή η προσφυγή και είχε ακυρωθεί η προσβαλλόμενη …/7-3-2008 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς κατά το μέρος που με αυτήν επιβλήθηκε στον προσφεύγοντα πρόστιμο 200.000 ευρώ για παράβαση του άρθρου 7 παρ. 1 και 2α του ν. 3340/2005 σε συνδυασμό με το άρθρο 2 περ. ζ της 1/347/12-7-2005 κανονιστικής απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
2. Επειδή, για την προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς την οδηγία 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (κατάχρηση αγοράς)» (ΕΕ L 96/12.4.2003), καθώς και προς διατάξεις των οδηγιών της Επιτροπής 2003/124/ΕΚ «για την εφαρμογή της οδηγίας 2003/6/ΕΚ ... όσον αφορά τον ορισμό και τη δημοσιοποίηση των εμπιστευτικών πληροφοριών και τον ορισμό των πράξεων χειραγώγησης της αγοράς”, 2003/125/ΕΚ «για τις λεπτομέρειες εφαρμογής της οδηγίας 2003/6/ΕΚ .. όσον αφορά τη θεμιτή παρουσίαση των επενδυτικών συστάσεων και τη γνωστοποίηση των συγκρούσεων συμφερόντων» (ΕΕ L 339/24.12.2003) και 2004/72/ΕΚ «για την εφαρμογή της οδηγίας 2003/6/ΕΚ ... όσον αφορά τις αποδεκτές πρακτικές της αγοράς, τον ορισμό των εμπιστευτικών πληροφοριών για παράγωγα μέσα εμπορευμάτων, την κατάρτιση καταλόγων κατόχων εμπιστευτικών πληροφοριών, τη γνωστοποίηση των συναλλαγών προσώπων που ασκούν διευθυντικά καθήκοντα και τη γνωστοποίηση ύποπτων συναλλαγών» (ΕΕ L 162/30.4.2004), εκδόθηκε ο ν. 3340/2005 (Α΄ 112/10.5.2005). Ο νόμος αυτός ορίζει, στο άρθρο 2 παρ. 4, ότι ως «κατάχρηση της αγοράς» νοείται η κατάχρηση προνομιακών πληροφοριών, κατά τα άρθρα 3 έως 6, και η χειραγώγηση της αγοράς, κατά το άρθρο 7, στο δε άρθρο 7 του νόμου αυτού ορίζονται τα εξής: «1. Απαγορεύεται η χειραγώγηση της αγοράς. 2. Ως “χειραγώγηση της αγοράς” νοούνται: (α) συναλλαγές ή εντολές για τη διενέργεια συναλλαγών, με τις οποίες δίδονται ή είναι πιθανόν ότι θα δοθούν ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις για την προσφορά, τη ζήτηση ή την τιμή χρηματοπιστωτικού μέσου ή με τις οποίες διαμορφώνεται, από ένα ή περισσότερα πρόσωπα που ενεργούν από κοινού, η τιμή ενός ή περισσοτέρων χρηματοπιστωτικών μέσων σε μη κανονικό ή τεχνητό επίπεδο, εκτός εάν το πρόσωπο που κατήρτισε τις συναλλαγές ήτο πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου καταρτίσθηκαν οι συναλλαγές ή το πρόσωπο που έδωσε τις εντολές για τη διενέργεια συναλλαγών αποδεικνύει ότι οι συναλλαγές αυτές καταρτίσθηκαν ή ότι έδωσε τις εντολές για τη διενέργεια των συναλλαγών αυτών για θεμιτούς λόγους και ότι οι συναλλαγές ή εντολές είναι σύμφωνες με τις αποδεκτές πρακτικές της σχετικής αγοράς, (β) συναλλαγές ή εντολές για τη διενέργεια συναλλαγών, οι οποίες συνδυάζονται με/ή συνιστούν παραπλανητικές μεθοδεύσεις ή άλλο τέχνασμα, (γ) η διάδοση ... πληροφοριών, οι οποίες δίνουν ή είναι πιθανόν να δώσουν ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις σχετικά με χρηματοπιστωτικά μέσα ή φημών ή παραπλανητικών ειδήσεων, εάν ο διαδίδων γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι οι πληροφορίες, οι φήμες ή οι ειδήσεις αυτές ήταν ψευδείς ή παραπλανητικές ... 3. Συμπεριφορές που συνιστούν χειραγώγηση της αγοράς κατά την έννοια των παραγράφων 1 έως 2 αποτελούν ενδεικτικά οι εξής: (α) η συμπεριφορά, από ένα ή περισσότερα πρόσωπα που δρουν συντονισμένα, η οποία οδηγεί στην εξασφάλιση δεσπόζουσας θέσης επί της προσφοράς ή της ζήτησης ενός χρηματοπιστωτικού μέσου, με αποτέλεσμα τον άμεσο ή έμμεσο τεχνητό προσδιορισμό της τιμής αγοράς ή της τιμής πώλησης ή τη δημιουργία αθέμιτων συνθηκών στις συναλλαγές, (β) η αγορά ή πώληση ενός χρηματοπιστωτικού μέσου κατά την περίοδο διαμόρφωσης της τιμής κλεισίματος της αγοράς με αποτέλεσμα την παραπλάνηση των επενδυτών που ενεργούν βάσει της τιμής αυτής, (γ) ... (δ) ... 4. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς καθορίζονται κριτήρια και ενδείξεις βάσει των οποίων θα εξετάζεται κατά πόσον συγκεκριμένη συμπεριφορά ενδέχεται να συνιστά χειραγώγηση της αγοράς στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου αυτού, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα εκτελεστικά μέτρα της Οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου». Κατά το άρθρο 20 παρ. 1 του ιδίου νόμου, «Ο νόμος αυτός εφαρμόζεται σε πράξεις ή παραλείψεις, που λαμβάνουν χώρα: (α) στην ελληνική επικράτεια ... και αφορούν χρηματοπιστωτικά μέσα εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, που εδρεύει ή λειτουργεί στην ελληνική επικράτεια ...». Στο άρθρο 23 παρ. 1, που εντάσσεται στο Κεφάλαιο «Διοικητικές κυρώσεις και μέτρα», ορίζεται ότι «Σε όποιον παραβαίνει την απαγόρευση κατάχρησης της αγοράς, σύμφωνα με τα άρθρα 3 έως 5 και 7, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλλει πρόστιμο ύψους από 10.000 μέχρι 2.000.000 ευρώ. Το ανώτατο όριο μπορεί να τριπλασιασθεί σε περίπτωση υποτροπής» και σε επόμενο Κεφάλαιο ρυθμίζονται τα σχετικά με τις ποινικές κυρώσεις. Τέλος, στο άρθρο 32, ορίζεται ότι καταργούνται, μεταξύ άλλων, το π.δ. 53/1992 (Α΄ 22) και οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 72 του ν. 1969/1991 (Α΄ 167). Στο προοίμιο της ανωτέρω οδηγίας 2003/6/ΕΚ αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Η ομαλή λειτουργία των αγορών κινητών αξιών και η διατήρηση της εμπιστοσύνης του κοινού προς αυτές αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για την οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία. Η κατάχρηση αγοράς θίγει την ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών και την εμπιστοσύνη του κοινού στις κινητές αξίες και τα παράγωγα μέσα ... Οι πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και η χειραγώγηση της αγοράς εμποδίζουν τη δημιουργία συνθηκών πλήρους διαφάνειας στην αγορά, η οποία αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τις συναλλαγές όλων των οικονομικών φορέων που δραστηριοποιούνται σε ενοποιημένες χρηματοπιστωτικές αγορές ...». Περαιτέρω, στην αιτιολογική Έκθεση για τον ν. 3340/2005 αναφέρεται ότι το άρθρο 7 παρ. 2 διακρίνει την χειραγώγηση σε δύο κατηγορίες: «Η πρώτη κατηγορία αφορά σε χειραγώγηση που πραγματοποιείται διά μέσου συναλλαγών ή εντολών για διενέργεια συναλλαγών. Η δεύτερη κατηγορία αφορά σε χειραγώγηση που πραγματοποιείται μέσω της διάδοσης πληροφοριών ... Η πρώτη κατηγορία χειραγώγησης περιλαμβάνει δύο ειδικότερες ομάδες ... Σημειώνεται ότι η βούληση του κοινοτικού νομοθέτη, η οποία και αποτυπώνεται σαφώς στο συγκεκριμένο άρθρο, είναι η απάλειψη του υποκειμενικού στοιχείου από την απαγόρευση χειραγώγησης μέσω συναλλαγών ή εντολών για τη διενέργεια συναλλαγών. Αντίθετα, υιοθετείται η άποψη ότι κεντρικό στοιχείο της ευθύνης πρέπει να είναι το αποτέλεσμα των συναλλαγών, εντολών ή ενεργειών και όχι η πρόθεση του υποτιθέμενου χειραγωγού».
3. Επειδή, εξάλλου, δυνάμει της εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 7 παρ. 4 του ν. 3340/2005 και αφού ελήφθησαν υπόψη οι οδηγίες 2003/6/ΕΚ και 2003/124/ΕΚ, εκδόθηκε η 1/347/12.7.2005 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, με τον τίτλο «Ενδείξεις Χειραγώγησης της Αγοράς» (Β΄ 983/13.7.2005). Στο άρθρο 2 της αποφάσεως αυτής ορίζονται τα εξής: «Με την επιφύλαξη των παραδειγμάτων στην παράγραφο 3 του άρθρου 7 του ν. 3340/2005, προκειμένου να εξετασθεί εάν συναλλαγές ή εντολές για τη διενέργεια συναλλαγών συνιστούν χειραγώγηση κατά την έννοια της περίπτωσης (α) της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του ν. 3340/2005, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και οι συμμετέχοντες στην αγορά λαμβάνουν υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια και ενδείξεις, των οποίων η απαρίθμηση δεν είναι εξαντλητική και τα οποία δεν πρέπει απαραιτήτως να θεωρούνται ότι από μόνα τους συνιστούν πράξεις χειραγώγησης αγοράς: (α) Τον βαθμό στον οποίο οι δοθείσες εντολές ή οι διενεργηθείσες συναλλαγές αντιπροσωπεύουν σημαντικό ποσοστό του καθημερινού όγκου συναλλαγών στο σχετικό χρηματοπιστωτικό μέσο στην οικεία οργανωμένη αγορά, ιδίως όταν οδηγούν σε σημαντική μεταβολή της τιμής του χρηματοπιστωτικού μέσου. (β) Τον βαθμό στον οποίο οι δοθείσες εντολές ή οι διενεργηθείσες συναλλαγές από πρόσωπα με σημαντική θέση αγοράς ή πώλησης σε ένα χρηματοπιστωτικό μέσο οδηγούν σε σημαντικές μεταβολές της τιμής του χρηματοπιστωτικού μέσου ... (γ) ... (ζ) Τον βαθμό στον οποίο δίδονται εντολές ή διενεργούνται συναλλαγές σε, ή γύρω από, συγκεκριμένο χρονικό διάστημα κατά το οποίο υπολογίζονται οι τιμές αναφοράς, οι τιμές εκκαθάρισης και οι αποτιμήσεις, με αποτέλεσμα να μεταβάλλονται ή να επηρεάζονται οι εν λόγω τιμές ή αποτιμήσεις κατ’ επανάληψη (σε περισσότερες από μία συνεδριάσεις)» (βλ. και το άρθρο 4 της οδηγίας 2003/124/ΕΚ).
4. Επειδή, με τις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 3340/2005, οι οποίες αποβλέπουν στη διαφύλαξη της εύρυθμης λειτουργίας της κεφαλαιαγοράς και στην προστασία των επενδυτών, απαγορεύεται η χειραγώγηση της αγοράς [παρ. 1], (α) είτε επιχειρείται με συναλλαγές [ή με εντολές για τη διενέργεια συναλλαγών], (αα) με τις οποίες δίδονται [ή είναι πιθανόν ότι θα δοθούν] ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις για την προσφορά, την ζήτηση ή την τιμή χρηματοπιστωτικού μέσου ή με τις οποίες διαμορφώνεται η τιμή ενός χρηματοπιστωτικού μέσου σε μη κανονικό ή τεχνητό επίπεδο, ή (αβ) οι οποίες συνιστούν παραπλανητικές μεθοδεύσεις ή άλλο τέχνασμα, (β) είτε επιχειρείται με την διάδοση πληροφοριών που δίδουν [ή είναι πιθανόν ότι θα δώσουν] ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις για χρηματοπιστωτικά μέσα ή με τη διάδοση φημών ή παραπλανητικών ειδήσεων [παρ. 2]. Όπως συνάγεται δε από τις διατάξεις της παραγράφου 3 περ. β΄ του άρθρου 7 του ν. 3340/2005, σε συνδυασμό με το άρθρο 2 περ. ζ΄ της 1/347/12.7.2005 αποφάσεως του ΔΣ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, συμπεριφορά που συνιστά χειραγώγηση αποτελεί, μεταξύ άλλων, η αγορά ή η πώληση ενός χρηματοπιστωτικού μέσου κατά την περίοδο διαμορφώσεως της τιμής κλεισίματος της αγοράς, όταν με τις συναλλαγές αυτές [ή με τις εντολές για τη διενέργεια των συναλλαγών] διαμορφώνεται η τιμή κλεισίματος σε μη κανονικό ή τεχνητό επίπεδο, σε επίπεδο δηλαδή μη ανταποκρινόμενο στα πραγματικά μεγέθη. Καθόσον οι εν λόγω συναλλαγές, λόγω και της ιδιαίτερης σημασίας τους στη διαδικασία διενέργειας των χρηματιστηριακών συναλλαγών [βλ. επίσης την 192841/Β.1628/2002 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών για τον καθορισμό του περιεχομένου και του τρόπου συντάξεως και δημοσιεύσεως του Δελτίου Τιμών του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών (Β΄ 1139), την 18/1999 απόφαση του ΔΣ του ΧΑΑ «Μέθοδοι και διαδικασίες διαπραγμάτευσης μετοχών και ρύθμιση τεχνικής φύσεως θεμάτων για τη σύναψη χρηματιστηριακών συναλλαγών μέσω του Αυτόματου Συστήματος Ηλεκτρονικών Συναλλαγών (ΑΣΗΣ)» (Β΄ 40), την 98/2003 απόφαση του ΔΣ του ΧΑΑ «Κατάρτιση συναλλαγών στην αγορά τοις μετρητοίς του Χρηματιστηρίου Αθηνών» (Β΄ 849), την 7/361/2005 απόφαση του ΔΣ του ΧΑΑ περί Δελτίου Τιμών του Χρηματιστηρίου (Β΄ 1688)], έχουν ή δύνανται να έχουν ως αποτέλεσμα την παραπλάνηση των ενεργούντων βάσει της τιμής κλεισίματος επενδυτών, υπό την έννοια ότι είναι ικανές να ασκήσουν επιρροή στο επενδυτικό κοινό και στη διαμόρφωση των αποφάσεών του ως προς τις συναλλαγές του επί των χρηματοπιστωτικών μέσων, δυνάμενες, ως εκ τούτου, να επηρεάσουν την τιμή ή τις συναλλαγές επί ενός χρηματοπιστωτικού μέσου, χωρίς να απαιτείται, για τη διαπίστωση της διοικητικής αυτής παραβάσεως, να αποδεικνύεται ότι επηρεάσθηκαν πράγματι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι συναλλαγές ή ότι επήλθε ζημία σε συγκεκριμένα πρόσωπα και χωρίς, επίσης, να ασκεί επιρροή η υπαιτιότητα του προσώπου που υπέπεσε στην παράβαση ή να πρέπει να αποδεικνύεται ότι ο διενεργήσας την συναλλαγή γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την μέσω αυτής επιχειρούμενη χειραγώγηση. Είναι δε άλλο το ζήτημα ότι, κατά την επιμέτρηση της διοικητικής κυρώσεως του προστίμου που προβλέπεται στο άρθρο 23 του ιδίου νόμου, συνεκτιμάται η βαρύτητα της εκάστοτε διαπιστουμένης παραβάσεως και οι λοιπές συνθήκες υπό τις οποίες αυτή έλαβε χώρα (πρβλ. ΣτΕ 3918/2011, 109/2013 επτ., 2094/2013, 2339/2013, 2792/2013, 3984/2013, 4571/2013, 237/2014, 2684/2014, 3210/2015, 4156/2015, 1475/2017, 2061/2017, 2062/2017, 2065/2017). Εξ άλλου, από τις ίδιες διατάξεις συνάγεται ότι διαμόρφωση της τιμής κλεισίματος «σε μη κανονικό ή τεχνητό επίπεδο» και, επομένως, «χειραγώγηση της αγοράς» κατά την έννοια του νόμου, δύνανται να συνιστούν όχι μόνο ενέργειες που έχουν ή δύνανται να έχουν ως αποτέλεσμα σημαντική αύξηση ή μείωση της τιμής κλεισίματος του χρηματοπιστωτικού μέσου, αλλά και ενέργειες που έχουν ή δύνανται να έχουν ως αποτέλεσμα μη σημαντική αύξηση ή μείωση ή απλώς σταθεροποίηση της τιμής του, καθόσον και αυτές αποτελούν παρέμβαση στην κανονική μεταβολή της τιμής, δυνάμενες να παραπλανήσουν τους επενδυτές που ενεργούν βάσει της τεχνητώς διαμορφωθείσης τιμής κλεισίματος (πρβλ. ΣτΕ 237/2014, 4571/2013).
5. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Το Τμήμα Ελέγχου της Διευθύνσεως Παρακολουθήσεως της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, αφού έλαβε υπόψη του την από 25-9-2006 έκθεση επισκοπήσεως του Τμήματος Παρακολουθήσεως Συναλλαγών, διερεύνησε τις χρηματιστηριακές συναλλαγές επί της μετοχής της εισηγμένης στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών (ΧΑΑ) εταιρείας «... ΑΒΕΕ», για το ενδεχόμενο καταχρήσεως προνομιακών πληροφοριών και χειραγωγήσεως της αγοράς, κατά την περίοδο που προηγήθηκε της μερικής εξαγοράς της από την εταιρεία «...Α.Ε.», ήτοι από 15-12-2005, ημερομηνία ενάρξεως των προκαταρτικών συζητήσεων, μέχρι 4-5-2006, την επομένη της οποίας έγινε η πρώτη σχετική δημόσια γνωστοποίηση προς το επενδυτικό κοινό. Από τη διεξαχθείσα έρευνα, για την οποία συντάχθηκε το από 30-11-2007 σημείωμα ελέγχου, διαπιστώθηκε ότι στις 93 συνεδριάσεις που έλαβαν χώρα στην περίοδο αυτή, κατά την οποία ο γενικός δείκτης του ΧΑΑ αυξήθηκε κατά 18,38%, η τιμή της μετοχής αυξήθηκε κατά 28,30% (από 14,04 σε 18,02 ευρώ) και ο μέσος ημερήσιος όγκος συναλλαγών της κατά 90,47% (237.202 μετοχές έναντι 124.534 των 93 συνεδριάσεων του προηγούμενου διαστήματος από 4-8-2005 έως 14-12-2005). Η πορεία, ειδικότερα της μετοχής ήταν έντονα ανοδική μέχρι το τέλος του Ιανουαρίου του 2006, στη συνέχεια σταθεροποιήθηκε και στο διάστημα που ακολούθησε, ως το τέλος Νοεμβρίου του ιδίου έτους, η τιμή της κυμαινόταν μεταξύ 18 και 19 ευρώ. Κατά τη διάρκεια, εξάλλου, της ερευνώμενης περιόδου δημοσιεύθηκαν οι ακόλουθες θετικές ειδήσεις για την εταιρεία ... ΑΒΕΕ καθώς και προβλέψεις ξένων οίκων και χρηματιστηριακών εταιριών σχετικά με την εκάστοτε τιμή-στόχο της μετοχής, οι οποίες και επαληθεύθηκαν: 1) Η ΠΚ ανεβάζει τον πήχυ για τον .... Δίνει τιμή στόχο τα 15,2 € (Χρηματιστήριο, 7-12-2005). 2) Εμπορική συμφωνία ...... στη Ρουμανία (Χρηματιστήριο, 8-12-2005). 3) Συμφωνία, μετά από διεθνή διαγωνισμό, με το Πακιστανικό Πολεμικό Ναυτικό για μπαταρίες υποβρυχίων (..., 14-12-2005). 4) Προς απόκτηση αλυσίδας λιανικής στην Πολωνία και είσοδος στο … A.E. στην αρχή του 2006 (…, 17-12-2005). 5) Η ... περιλαμβάνεται στις κορυφαίες επιλογές της ... (…, 4-1-2006). 6) Νέο έργο στο Περού ανέλαβε η ... ΑΒΕΕ (…, 12-1-2006). 7) Επιτυχές Road show στις Κάννες, όπου παρουσιάστηκε και η ... ΑΒΕΕ (Χρηματιστήριο, 16-1-2006). 8) Η ... ΑΒΕΕ περιλαμβάνεται στις κορυφαίες επιλογές της ... (..., 16-1-2006). 9) Έκθεση από την ... για τον ..., όπου παρουσιάζεται η μελλοντική στρατηγική του ομίλου (..., 17-1-2006). 10) Στα 18,04 από τα 15,10 € αναβάθμισε την τιμή-στόχο για τον ... η ... (… Τρίτη, 17-1-2006). 11) Τιμή στόχος 19,00 για τον ... από ... και σύσταση αγοράς (…, 18-1-2006). 12) Η ... πούλησε τη συμμετοχή της στο Ουζμπεκιστάν (έσοδα 40 εκ. δολλάρια) και δρομολογείται συνεργασία με μεγάλη Ρωσική εταιρεία τηλεπικοινωνιών (.... 19-1-2006). 13) Επέκταση της ... στην Ουκρανία (Η Χώρα, 24-1-2006). 14) Η εταιρεία προγραμματίζει επενδύσεις 50-70 εκ. ευρώ με στόχο την αύξηση του αριθμού των καταστημάτων που διαθέτει σε Ελλάδα και εξωτερικό, για τη διετία 2006-2007. Διερευνά και την αγορά της Τουρκίας (…, 27-1-2006). 15) Αύξηση της τιμής στόχου της ... κατά 26% από την ... (…, 6-2-2006). 16) Αύξηση της τιμής στόχου στα 19,50 € από την Π και Κ (…, 25-2-2006). 17) Θετικές εκτιμήσεις για την εταιρεία από την ... ο … για το 2005 (..., 28-2-2006). 19) Οι πωλήσεις του Ομίλου ξεπέρασαν το 1 δις ευρώ για το 2005 (..., 3-3-2006). 20) Η ... ανεβάζει την τιμή στόχο στα 18,00 €, χαρακτηρίζοντας θετικά τα αποτελέσματα του 2005, ενώ βλέπει στον ορίζοντα επιστροφή κεφαλαίου στους μετόχους με την πιθανή πώληση του μεριδίου στα ΚΑΕ. Οι προβλέψεις του επενδυτικού κοινού βρίσκονται ψηλότερα από αυτές της διοίκησης καθώς αναμένει ανάπτυξη 17-20% (Χρηματιστήριο, 4-3-2006). 21) Κέρδη για την ... από τις ξένες αγορές. Επέκταση σε Σερβία και Τουρκία σχεδιάζει η διοίκηση (…, 8-3-2006). 22) Αναβάθμιση σύστασης για ... από … με νέα τιμή στόχο τα 17,80 ευρώ και προβλέψεις ετήσιας ανάπτυξης 16% (Χρηματιστήριο, 18-3-2006). 23) Κλιμάκωση της διεθνούς ανάπτυξης του δικτύου καταστημάτων ... (…, 3-4-2006). 24) Στόχος τα 1500 καταστήματα σε 7 χώρες (Ελλάδα, Πολωνία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Κύπρος, ΠΓΔΜ) (Χρήμα Τρίτη, 4-4-2006). 25) Η ... ορίζει νέα τιμή στόχο τα 19,30 €. Υποβαθμίζει τις εκτιμήσεις της για κέρδη ανά μετοχή κατά το 2006, 2007, 2008 (Χρηματιστήριο, 29-4-2006). 26) Φήμες για ενδεχόμενη εξαγορά του ... από τον ΟΤΕ (…, 4-5-2006). 27) Αναφορά σε προχωρημένες διαπραγματεύσεις για την εξαγορά της εταιρείας από τον ΟΤΕ (…, 5-5-2006). Την ίδια ημέρα (5-5-2006) το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας γνωστοποίησε στο επενδυτικό κοινό ότι ο (προσφεύγων) ιδρυτής, κύριος μέτοχος, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος αυτής, βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με την εταιρεία ... και ζήτησε την αναστολή της διαπραγματεύσεως της μετοχής της στο ΧΑΑ μέχρι 8-5-2006, ενώ την επομένη (9-5-2006) ανακοίνωσε ότι επιτεύχθηκε συμφωνία εξαγοράς του 42% του μετοχικού της κεφαλαίου από την ... προς 19 ευρώ ανά μετοχή. Το ποσοστό αυτό, μετά από χρηματιστηριακές συναλλαγές που ακολούθησαν και μέσω των θυγατρικών εταιρειών της ..., ανήλθε τελικά στο 99% στις 27-12-2006. Διαπίστωσε, επίσης, ο έλεγχος ότι κατά την ίδια περίοδο πρόσωπα συνδεόμενα με συγγενική ή επαγγελματική σχέση με τον προσφεύγοντα δραστηριοποιήθηκαν συναλλακτικά επί της μετοχής της εταιρείας. Πρόκειται, συγκεκριμένα για τους ... βασικό μέτοχο και γαμβρό του … (προσφεύγοντα), ... βασικό μέτοχο και αδελφό της συζύγου του, ... ανεψιό του ... και ..., νομικό σύμβουλο της εταιρείας. Τα πρόσωπα αυτά, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, πραγματοποίησαν το 10,09% (1.677.847 τεμάχια) και το 3,88% (644.955 τεμάχια) του συνολικού όγκου των αγορών και των πωλήσεων αντίστοιχα της μετοχής της εταιρείας ... καθώς και το 14,28% (775.305 τεμάχια) των πωλήσεων με πακέτα μετοχών. Τα ίδια αυτά πρόσωπα, ενεργώντας, κατά τον έλεγχο, για λογαριασμό και με χρηματοδότηση του προσφεύγοντος και έχοντας κατ’ επανάληψη δεσπόζουσα θέση κατά την περίοδο της δημοπρασίας, αφού οι αγορές τους αποτελούσαν το 50-100% του όγκου των αγορών κλεισίματος, διενήργησαν συναλλαγές επί της εν λόγω μετοχής στο διάστημα που διαμορφώνεται η τιμή κλεισίματός της, οι συναλλαγές δε αυτές διαμόρφωσαν κυρίως ή αποκλειστικά την τιμή αυτή (κλεισίματος) σε μη κανονικό ή τεχνητό επίπεδο, προσαυξημένη, δηλαδή, κατά 0,33% έως 0,57% σε σχέση με την προ του κλεισίματος τιμή. Για τις συναλλαγές αυτές, τις οποίες διενήργησαν κυρίως μέσω της χρηματιστηριακής εταιρείας ... ΑΧΕΠΕΥ και δύο αντικρυστών της, χρησιμοποίησαν ως εντολείς τον ..., Διευθυντή Επενδυτικών Σχέσεων και Εταιρικής Επικοινωνίας της εταιρίας ... και τον ..., υπάλληλο της ίδιας εταιρείας. Οι επίμαχες συναλλαγές έλαβαν χώρα σε 78 από τις 93 συνεδριάσεις και κάλυψαν το 29,11% (232.046 τεμάχια) του συνολικού όγκου των αγορών που διαμόρφωσαν τις τιμές κλεισίματος ολόκληρης της ερευνώμενης περιόδου, το 32,87% των αγορών που διαμόρφωσαν τις τιμές αυτές μέχρι τις 23-3-2006, ημερομηνία που παύει η συμμετοχή των εν λόγω προσώπων στις συναλλαγές κλεισίματος, και το 50% και άνω των αγορών κλεισίματος σε 30 από τις συνεδριάσεις αυτές (17 ανοδικές-σταθερές και 13 πτωτικές), σε 20 από τις οποίες η τιμή έκλεισε ανοδικά, σε σχέση με την τιμή που είχε διαμορφωθεί πριν την έναρξη της διαδικασίας κλεισίματος. Από την εξέταση, τέλος, των σχετικών μαγνητοφωνημένων εντολών, ο έλεγχος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εντολείς επηρέαζαν τεχνητά την τιμή κλεισίματος της μετοχής με την βοήθεια των αντικρυστών της εταιρίας ... ΑΧΕΠΕΥ. Ειδικότερα, κατά τα αναφερόμενα στην προσβαλλόμενη, έδιναν κατά τη διάρκεια της δημοπρασίας κλεισίματος εντολές αγοράς στις περισσότερες περιπτώσεις χωρίς όριο τιμής ώστε οι εντολές να εκτελεσθούν κατά προτεραιότητα και να μεγιστοποιήσουν την τιμή στην οποία θα καταρτίζονταν οι συναλλαγές ενώ παρέμεναν σε ανοικτή επικοινωνία με την ... ΑΧΕΠΕΥ σε αρκετές συνεδριάσεις κατά τη διάρκεια της δημοπρασίας κλεισίματος γιατί σκοπός τους ήταν να συγκρατήσουν την τιμή της μετοχής και να τη διαμορφώσουν τεχνητά σε ελαφρώς υψηλότερο επίπεδο από την τιμή που είχε διαμορφωθεί πριν την έναρξη της δημοπρασίας. Βάση δε των ευρημάτων από τις αναλήψεις και καταθέσεις που προκύπτουν από τις λογιστικές εγγραφές της ίδιας χρηματιστηριακής εταιρείας στις χρηματικές καρτέλες των ως άνω συνδεομένων προσώπων, ο έλεγχος θεώρησε ότι οι χρηματικές κινήσεις τους σχετικά με τη διενέργεια των επίμαχων συναλλαγών αφορούσαν σε ποσά, που είτε κατατέθηκαν (επί πωλήσεων) είτε αναλήφθηκαν (επί αγορών) από τραπεζικό λογαριασμό του προσφεύγοντος. Ειδικότερα, διερευνήθηκαν οι σημαντικότερες αναλήψεις και καταθέσεις που προκύπτουν από τις λογιστικές εγγραφές της ... ΑΧΕΠΕΥ στις χρηματικές τους καρτέλες. Από τον συγκεκριμένο έλεγχο προέκυψαν τα εξής: Α) Πληρωμές από την ... ΑΧΕΠΕΥ: α) Στις 22.12.2005 έγινε μεταφορά €1.000.000,00 από τραπεζικό λογαριασμό της ... ΑΧΕΠΕΥ σε τραπεζικό λογαριασμό του .... Από το αντίγραφο της κίνησης του λογαριασμού του για τη χρονική περίοδο από 15.12.2005 έως 31.1.2006 διαπιστώθηκε ότι την επόμενη μέρα (23.12.2005) το ίδιο ποσό μεταφέρθηκε σε τραπεζικό λογαριασμό του …. β) Στις 18.9.2006 η ... ΑΧΕΠΕΥ εξέδωσε επιταγή €500.000,00 σε διαταγή .... Με το ως άνω προϊόν της επιταγής πιστώθηκε τραπεζικός λογαριασμός του …. γ) Στις 18.9.2006 η ... ΑΧΕΠΕΥ εξέδωσε επιταγή €700.000,00 σε διαταγή .... Με το ως άνω προϊόν της επιταγής πιστώθηκε τραπεζικός λογαριασμός του …. δ) Στις 8.11.2006, έγινε μεταφορά €605.464,74 από τραπεζικό λογαριασμό της ... ΑΧΕΠΕΥ σε τραπεζικό λογαριασμό του .... Από το αντίγραφο της κίνησης του λογαριασμού του για τη χρονική περίοδο από 1.11.2006 έως 31.12.2006 διαπιστώθηκε ότι την επόμενη μέρα (9.11.2006) το ίδιο ποσό μεταφέρθηκε σε τραπεζικό λογαριασμό του …. Β) Πληρωμές προς την ... ΑΧΕΠΕΥ: α) Στις 12.12.2005, πιστώθηκε τραπεζικός λογαριασμός της ... ΑΧΕΠΕΥ με €350.000,00. Στο παραστατικό της κατάθεσης αναφέρεται η αιτιολογία «...» και η υπογραφή του πελάτη στο παραστατικό προσομοιάζει με την υπογραφή του ..., υπαλλήλου της εταιρείας. β) Στις 12.1.2005 πιστώθηκε τραπεζικός λογαριασμός της ... ΑΧΕΠΕΥ με €600.000,00. Στο παραστατικό της κατάθεσης αναφέρεται η αιτιολογία «...» και η υπογραφή του πελάτη στο παραστατικό προσομοιάζει με την υπογραφή του ..., υπαλλήλου της εταιρείας. γ) Την 1.2.2006 πιστώθηκε τραπεζικός λογαριασμός της ... ΑΧΕΠΕΥ με €800.000,00. Στο παραστατικό της κατάθεσης αναφέρεται η αιτιολογία «...» η υπογραφή του πελάτη στο παραστατικό προσομοιάζει με την υπογραφή του ..., υπαλλήλου της εταιρείας. Την ίδια μέρα πιστώθηκε και χρεώθηκε, ταυτόχρονα, τραπεζικός λογαριασμός του …με €1.200.000,00 και €2.000.000,00, αντίστοιχα. Η κατάθεση και η ανάληψη έγινε από τον .... Την επόμενη μέρα, στις 2.2.2006, πιστώθηκε τραπεζικός λογαριασμός της ... ΑΧΕΠΕΥ με €1.200.000,00. Στο παραστατικό της κατάθεσης αναφέρεται η αιτιολογία «...» και η υπογραφή του πελάτη στο παραστατικό προσομοιάζει με την υπογραφή του ..., υπαλλήλου της εταιρείας. Την ίδια μέρα χρεώθηκε τραπεζικός λογαριασμός του … με €1.200.000,00. Η ανάληψη έγινε από τον .... δ) Στις 29.9.2006 μεταφέρθηκε σε τραπεζικό λογαριασμό της ... ΑΧΕΠΕΥ ποσό €350.000,00 από τραπεζικό λογαριασμό με δικαιούχο τον .... Την ίδια ημέρα, το ποσό αυτό είχε μεταφερθεί από τραπεζικό λογαριασμό του …. Ενόψει των ανωτέρω, κατά τον έλεγχο, προέκυψε ότι οι χρηματικές κινήσεις των ..., ..., ... και ... με την ... ΑΧΕΠΕΥ, σχετικά με τη διενέργεια συναλλαγών μέσω αυτής, αφορούσαν σημαντικά ποσά που είτε κατατέθηκαν είτε αναλήφθηκαν από τραπεζικό λογαριασμό του … (προσφεύγοντος). Με βάση τα πορίσματα του ελέγχου και υιοθετώντας πλήρως τη σχετική εισήγηση, το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς έκρινε κατά πλειοψηφία ότι τα εμπλεκόμενα ως άνω πρόσωπα, ενεργώντας υπό την κατεύθυνση και το συντονισμό του προσφεύγοντος και σε συνεργασία με τους δύο εντολείς υπαλλήλους της εταιρείας ... και τους δύο αντικρυστές της χρηματιστηριακής εταιρείας ... ΑΧΕΠΕΥ, διενήργησαν μέσω αυτής συναλλαγές, με τις οποίες επηρέασαν και διαμόρφωσαν σε μη κανονικό και τεχνητό επίπεδο την τιμή κλεισίματος της συγκεκριμένης μετοχής κατά το χρονικό διάστημα από 15-12-2005 έως 23-3-2006 και, με τον τρόπο αυτό, προέβησαν σε χειραγώγηση της αγοράς κατά παράβαση των διατάξεων της παραγράφου 2 (περ. α΄) του άρθρου 7 του ν. 3340/2005 και του άρθρου 2 (περ. ζ΄) της 1/347/12-7-2005 αποφάσεως. Για την παράβαση αυτή το Δ.Σ. της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς επέβαλε στον προσφεύγοντα πρόστιμο 200.000 ευρώ με την προαναφερθείσα .../7.3.2008 (θέμα 9ο) απόφασή του. Με την κρινόμενη προσφυγή ο προσφεύγων ζήτησε την ακύρωση της ως άνω απόφασης, ως μη νόμιμης.
6. Επειδή, το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο Αθηνών με την 999/2009 απόφαση του (σκέψη 4) δέχθηκε τα εξής: «Με την προσβαλλόμενη απόφασή της ... η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δέχεται, ορθώς κατ’ αρχήν (βλ. αιτιολ. έκθεση), ότι ο Ν. 3340/2005 έχει απαλείψει το υποκειμενικό στοιχείο από την απαγόρευση χειραγωγήσεως της αγοράς μέσω συναλλαγών και θεσπίζει ως κεντρικό στοιχείο ευθύνης το αποτέλεσμα των συναλλαγών, εντολών ή ενεργειών και στην κρινόμενη υπόθεση την τεχνητή ζήτηση της μετοχής, η οποία οδηγεί αναπόφευκτα σε τεχνητό επηρεασμό τόσο της εμπορευσιμότητας όσο και της τιμής της (Παραπέμπει δε στο .../11-2-2009 έγγραφο απόψεως σελ. 37). Θεωρεί, ακόμη ... ότι η τιμή κλεισίματος που έχει διαμορφωθεί τεχνητά, οδηγεί από τη φύση της σε παραπλάνηση των επενδυτών που ενεργούν βάσει της τιμής αυτής. Στη συνέχεια, ωστόσο, καταλήγει στη διαπίστωση ότι στην προκειμένη περίπτωση: «Η χειραγώγηση την οποία οργάνωσε και χρηματοδότησε ο αναιρεσίβλητος δεν σκόπευε ούτε είχε ως αποτέλεσμα την εκτίναξη της τιμής της μετοχής, αλλά την τεχνητή διαμόρφωση της τιμής κλεισίματος σε ανώτερο επίπεδο από αυτό στο οποίο θα διαμορφώνονταν εάν τα παρένθετα συγγενικά του πρόσωπα δεν προέβαιναν για λογαριασμό του στις αγορές μετοχών κατά τη δημοπρασία κλεισίματος. Η αύξηση της τιμής της μετοχής κατά 28,30% και της εμπορευσιμότητας της μετοχής κατά 90,47% κατά την περίοδο ελέγχου δεν οφείλονταν στη χειραγώγηση αλλά εξηγείται από τα επιχειρηματικά νέα της εταιρείας, όπως, άλλωστε, προκύπτει και από τις θετικές αναλύσεις που είδαν την περίοδο εκείνη το φως της δημοσιότητας. Η χειραγώγηση το μόνο που πέτυχε ήταν να αυξάνει κατά 0,57% κατά μέσο όρο ανά ημέρα (τις 20 ημέρες κατά τις οποίες η τιμή της μετοχής έκλεισε ανοδικά σε σχέση με την τιμή που είχε διαμορφωθεί πριν από την έναρξη της δημοπρασίας) την τιμή κλεισίματος από την τιμή που είχε διαμορφωθεί πριν από την έναρξη της δημοπρασίας, ή, όπως συνομολογεί και ο [προσφεύγων], αυξάνει την τιμή κλεισίματος από τη μέση τιμή που είχε διαμορφωθεί πριν από την έναρξη της δημοπρασίας κατά 0,33% (τις 30 ημέρες κατά τις οποίες τα συνδεόμενα πρόσωπα συμμετείχαν στον όγκο που διαμόρφωσε την τιμή κλεισίματος σε ποσοστό άνω του 50%)». Ακολούθως το δικάσαν Εφετείο διατύπωσε την εξής κρίση: «Η αύξηση ... της τιμής και της εμπορευσιμότητας της μετοχής, που, κατά την Επιτροπή, αποτελεί στοιχειοθετικό όρο της χειραγωγήσεως της αγοράς, υπήρξε, κατά την ίδια, αποτέλεσμα των καλών επιχειρηματικών νέων και των θετικών αναλύσεων ελληνικών και ξένων οίκων .... που είδαν το φως της δημοσιότητας πολύ πριν ανακοινωθεί δημόσια (5-5-2006) η εξαγορά της ... από την .... Συνομολογεί, επομένως, η Επιτροπή ότι οι επίμαχες συναλλαγές και εντολές κατά την περίοδο κλεισίματος, που αποτελούν το 15% του ημερήσιου όγκου συναλλαγών, είχαν ως μοναδική συνέπεια την προαναφερόμενη οριακή αύξηση της τιμής κλεισίματος της μετοχής χωρίς, όμως, η μεταβολή αυτή να «ευθύνεται» περαιτέρω για τη διαμορφωθείσα στο ως άνω χρονικό διάστημα αύξηση της εμπορευσιμότητας και της τιμής της, η οποία (αύξηση) δεν συνδέεται αιτιωδώς με τις συναλλαγές αυτές αλλά αποδίδεται από την ίδια στα θετικά στοιχεία που δημοσιεύθηκαν ταυτόχρονα για την εν γένει πορεία της εταιρείας, βάσει των οποίων οι επενδυτές και κυρίως οι θεσμικοί (μεγάλες τράπεζες και επενδυτικοί οίκοι του εξωτερικού), που διαθέτουν επεξεργασμένα συστήματα για να εκτιμήσουν σφαιρικά την επιχειρηματική πορεία και τις προοπτικές μιας εταιρείας και να καθορίσουν ακολούθως την επενδυτική τους συμπεριφορά είχαν σημαντική παρουσία στις συναλλαγές επί της εν λόγω μετοχής και διατήρησαν ή και αύξησαν τις θέσεις τους. Εφόσον, κατά συνέπεια, η συγκεκριμένη θετική πορεία της μετοχής από πλευράς τιμής και εμπορευσιμότητας, η οποία εξακολούθησε και μετά την παύση της διερευνώμενης συναλλακτικής συμπεριφοράς των προαναφερομένων προσώπων, δεν ήταν αποτέλεσμα τεχνητής ζητήσεως και παραπλανήσεως, δι’ αυτής, των επενδυτών, εξαιτίας της αυξημένης τιμής κλεισίματος που αποδίδεται στις επίμαχες συναλλαγές, οι συναλλαγές αυτές που, κατά τα μη αμφισβητούμενα, ήταν πραγματικές και εκτελέσθηκαν, πληρώθηκαν και εκκαθαρίστηκαν κανονικά χωρίς αντιστροφές ή άλλες παραπλανητικές ενέργειες, δεν μπορούν, σύμφωνα με τις προπαρατιθέμενες διατάξεις, να θεωρηθούν ότι συνιστούν από μόνες τους πράξεις χειραγωγήσεως της αγοράς, με αποτέλεσμα να μην στοιχειοθετείται η αποδιδόμενη στον προσφεύγοντα παράβαση συνιστάμενη, κατά την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, στην ενεργό συμμετοχή του στη «χειραγώγηση» αυτή. Με τις σκέψεις αυτές το δικάσαν Εφετείο με την 999/2009 απόφασή του δέχθηκε τον σχετικό λόγο της προσφυγής και ακύρωσε την προσβληθείσα ενώπιόν του απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
7. Επειδή, περαιτέρω, το Συμβούλιο της Επικρατείας επιλαμβανόμενο αιτήσεως αναιρέσεως που ασκήθηκε κατά της ως άνω 999/2009 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών έκρινε κατά πλειοψηφία με την 22/2020 απόφασή του ότι η ανωτέρω κρίση δεν είναι ορθή. Ειδικότερα, κρίθηκε ότι: «... σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, κατά το χρονικό διάστημα από 15.12.2005 έως 23.3.2006 πρόσωπα συνδεόμενα με συγγενική ή επαγγελματική σχέση με τον αναιρεσίβλητο διενήργησαν συναλλαγές, τις οποίες οργάνωσε και συντόνιζε ο ίδιος ο αναιρεσίβλητος, ο οποίος επίσης τις χρηματοδότησε, επί της μετοχής της εταιρείας ... ΑΒΕΕ στο διάστημα που διαμορφώνεται η τιμή κλεισίματός της, οι συναλλαγές δε αυτές διαμόρφωσαν, κυρίως ή αποκλειστικά, την τιμή κλεισίματος σε μη κανονικό ή τεχνητό επίπεδο, προσαυξημένη κατά 0,33% έως 0,57% σε σχέση με την προ του κλεισίματος τιμή. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έκρινε ότι, με τον τρόπο αυτό, τα εμπλεκόμενα πρόσωπα όπως και ο αναιρεσίβλητος, προέβησαν σε χειραγώγηση της αγοράς, κατά παράβαση των διατάξεων της παραγράφου 2 (περ. α΄) του άρθρου 7 του ν. 3340/2005 και του άρθρου 2 (περ. ζ΄) της 1/347/2005 αποφάσεως, επέβαλε δε στον αναιρεσίβλητο πρόστιμο ύψους 200.000 ευρώ για ενεργό συμμετοχή του στη χειραγώγηση αυτή. Δέχεται, δηλαδή, η αναιρεσιβαλλομένη ότι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επέβαλε στον αναιρεσίβλητο το επίδικο πρόστιμο, διότι με τις συναλλαγές, που οργάνωσε και εκτελέστηκαν από άλλα συνδεόμενα με αυτόν πρόσωπα, επηρέασε και διαμόρφωσε σε μη κανονικό και τεχνητό επίπεδο την τιμή κλεισίματος της συγκεκριμένης μετοχής, κατά το χρονικό διάστημα από 15.12.2005 έως 23.3.2006. Περαιτέρω, όμως, το Διοικητικό Εφετείο, λαμβάνοντας υπόψη ότι σκοπός του εγχειρήματος ήταν, και κατά την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η σταθεροποίηση της τιμής κλεισίματος της μετοχής, εφόσον οι επίμαχες συναλλαγές και εντολές κατά την περίοδο κλεισίματος «είχαν ως μοναδική συνέπεια την... οριακή αύξηση της τιμής κλεισίματος της μετοχής», και ότι η συνολική αύξηση της τιμής της μετοχής κατά 28,30% και της εμπορευσιμότητας της μετοχής κατά 90,47% κατά την περίοδο ελέγχου, η θετική δηλαδή, πορεία της μετοχής από πλευράς τιμής και εμπορευσιμότητας, δεν ήταν αποτέλεσμα τεχνητής ζητήσεως και παραπλανήσεως, δι’ αυτής, των επενδυτών, εξαιτίας της αυξημένης τιμής κλεισίματος που αποδίδεται στις επίμαχες συναλλαγές, έκρινε ότι οι συναλλαγές αυτές δεν συνιστούν από μόνες τους πράξεις χειραγωγήσεως της αγοράς και ότι, συνεπώς, δεν στοιχειοθετείται η αποδιδόμενη στον αναιρεσίβλητο παράβαση. Η κρίση αυτή της αναιρεσιβαλλομένης δεν αιτιολογείται νομίμως, όπως βασίμως προβάλλεται ...Και τούτο διότι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω ... η τεχνητή διαμόρφωση της τιμής κλεισίματος ενός χρηματοπιστωτικού μέσου, μέσω συναλλαγών ή εντολών για τη διενέργεια συναλλαγών, ακόμη και όταν έχει ως αποτέλεσμα μη σημαντική αύξηση ή μείωση ή απλώς σταθεροποίηση της τιμής του, δύναται να οδηγήσει σε παραπλάνηση των ενεργούντων βάσει της τιμής κλεισίματος επενδυτών, υπό την έννοια ότι είναι ικανή να ασκήσει επιρροή στη διαμόρφωση των αποφάσεών τους ως προς τις συναλλαγές τους επί των χρηματοπιστωτικών μέσων, χωρίς να απαιτείται να αποδεικνύεται ότι επηρεάσθηκαν πράγματι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι συναλλαγές ή να προκύπτει ότι η τεχνητή αυτή διαμόρφωση της τιμής κλεισίματος επηρέασε την συνολική τιμή ή εμπορευσιμότητα του εν λόγω χρηματοπιστωτικού μέσου.» Κατόπιν αυτών, έγινε δεκτή, κατά πλειοψηφία, η αίτηση αναιρέσεως και αναιρέθηκε η ως άνω 999/2009 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, η δε υπόθεση χρήζουσα διευκρίνισης ως προς το πραγματικό, παραπέμφθηκε στο Δικαστήριο τούτο για νέα νόμιμη κρίση.
8. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τις διαπιστώσεις του ελέγχου που διενεργήθηκε στις χρηματιστηριακές συναλλαγές επί της μετοχής της εταιρίας ... ΑΒΕΕ κατά τη χρονική περίοδο από 15.12.2005 έως 4.5.2006 και ειδικότερα ότι α) κατά την ελεγχόμενη περίοδο, η τιμή της μετοχής αυξήθηκε κατά 28,30% και η εμπορευσιμότητα αυτής κατά 90,47%, η αύξηση δε αυτή εξηγείται, κατά τα αναφερόμενα στην προσβαλλόμενη, από τα επιχειρηματικά νέα της εταιρείας και τις θετικές αναλύσεις που είδαν την περίοδο εκείνη το φως της δημοσιότητας, β) πέραν τούτου, κατά το ειδικότερο χρονικό διάστημα από 15.12.2005 έως 23.3.2006, διαπιστώθηκε ότι τα παραπάνω αναφερόμενα πρόσωπα, συνδεόμενα με συγγενική ή επαγγελματική σχέση με τον προσφεύγοντα, ιδρυτή, κύριο μέτοχο, Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο της εταιρείας, δραστηριοποιήθηκαν συναλλακτικά επί της μετοχής της εταιρίας στο διάστημα που διαμορφώνεται η τιμή κλεισίματός της, γ) τα εν λόγω συνδεόμενα πρόσωπα πραγματοποιούσαν τις συναλλαγές στο όνομά τους πλην όμως για λογαριασμό και υπό την κατεύθυνση και το συντονισμό του προσφεύγοντος, καθόσον, κατά τα προεκτεθέντα (5η σκέψη της παρούσας), κατά τον έλεγχο των χρηματικών κινήσεών τους σχετικά με τη διενέργεια των επίμαχων συναλλαγών διαπιστώθηκε ότι αυτές αφορούσαν σε ποσά που είτε κατατέθηκαν (επί πωλήσεων) είτε αναλήφθηκαν (επί αγορών) από τραπεζικό λογαριασμό του προσφεύγοντος, δ) για τις συναλλαγές αυτές, τις οποίες διενήργησαν κυρίως μέσω της χρηματιστηριακής εταιρίας ... ΑΧΕΠΕΥ και δύο αντικρυστών της, διαπιστώθηκε ότι χρησιμοποίησαν ως εντολείς δύο υπαλλήλους της εταιρίας ..., που όπως προέκυψε και από την εξέταση των σχετικών μαγνητοφωνημένων εντολών επηρέαζαν τεχνητά την τιμή κλεισίματος της μετοχής καθόσον έδιναν κατά τη διάρκεια της δημοπρασίας κλεισίματος εντολές αγοράς στις περισσότερες περιπτώσεις χωρίς όριο τιμής ώστε οι εντολές να εκτελεσθούν κατά προτεραιότητα και να μεγιστοποιήσουν την τιμή στην οποία θα καταρτίζονταν οι συναλλαγές ενώ παρέμεναν σε ανοικτή επικοινωνία με την ... ΑΧΕΠΕΥ σε αρκετές συνεδριάσεις κατά τη διάρκεια της δημοπρασίας κλεισίματος γιατί σκοπός τους ήταν να συγκρατήσουν την τιμή της μετοχής και να τη διαμορφώσουν τεχνητά σε ελαφρώς υψηλότερο επίπεδο από την τιμή που είχε διαμορφωθεί πριν την έναρξη της δημοπρασίας, ε) οι επίμαχες συναλλαγές διαπιστώθηκε ότι έλαβαν χώρα σε 78 από τις 93 συνεδριάσεις και κάλυψαν το 29,11% (232.046 τεμάχια) του συνολικού όγκου των αγορών που διαμόρφωσαν τις τιμές κλεισίματος ολόκληρης της ερευνώμενης περιόδου, το 32,87% των αγορών που διαμόρφωσαν τις τιμές αυτές μέχρι τις 23-3-2006, ημερομηνία που παύει η συμμετοχή των εν λόγω προσώπων στις συναλλαγές κλεισίματος και το 50% και άνω των αγορών κλεισίματος σε 30 από τις συνεδριάσεις αυτές, σε 20 από τις οποίες η τιμή έκλεισε ανοδικά, σε σχέση με την τιμή που είχε διαμορφωθεί πριν την έναρξη της διαδικασίας κλεισίματος, ώστε οι εν λόγω συναλλαγές διαμόρφωσαν, κυρίως ή αποκλειστικά, την τιμή κλεισίματος σε μη κανονικό ή τεχνητό επίπεδο, προσαυξημένη κατά 0,33% (τις 30 ημέρες κατά τις οποίες τα συνδεόμενα πρόσωπα συμμετείχαν στον όγκο αγορών που διαμόρφωσε την τιμή κλεισίματος σε ποσοστό άνω του 50%) έως 0,57% (τις 20 ημέρες κατά τις οποίες η τιμή της μετοχής έκλεισε ανοδικά σε σχέση με την τιμή που είχε διαμορφωθεί πριν από την έναρξη της δημοπρασίας), κρίνει ότι οι συναλλαγές αυτές συνιστούν πράξεις χειραγώγησης της αγοράς καθόσον, κατά τα κριθέντα με την 22/2020 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά την έννοια του νόμου, συμπεριφορά που συνιστά χειραγώγηση αποτελεί, μεταξύ άλλων η αγορά ή η πώληση ενός χρηματοπιστωτικού μέσου κατά την περίοδο διαμόρφωσης της τιμής κλεισίματος της αγοράς, όταν με τις συναλλαγές αυτές (ή με τις εντολές για τη διενέργεια των συναλλαγών) διαμορφώνεται η τιμή κλεισίματος σε μη κανονικό ή τεχνητό επίπεδο, σε επίπεδο δηλαδή μη ανταποκρινόμενο στα πραγματικά μεγέθη. Τούτο καθόσον οι συναλλαγές αυτές λόγω και της ιδιαίτερης σημασίας τους στη διαδικασία διενέργειας των χρηματιστηριακών συναλλαγών έχουν ή δύνανται να έχουν ως αποτέλεσμα την παραπλάνηση των ενεργούντων βάσει της τιμής κλεισίματος επενδυτών, υπό την έννοια ότι είναι ικανές να ασκήσουν επιρροή στο επενδυτικό κοινό και στη διαμόρφωση των αποφάσεών του ως προς τις συναλλαγές του επί των χρηματοπιστωτικών μέσων, δυνάμενες, ως εκ τούτου, να επηρεάσουν την τιμή ή τις συναλλαγές επί ενός χρηματοπιστωτικού μέσου, χωρίς να απαιτείται για τη διαπίστωση της διοικητικής παράβασης να αποδεικνύεται ότι επηρεάσθηκαν πράγματι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι συναλλαγές ή ότι επήλθε ζημία σε συγκεκριμένα πρόσωπα και χωρίς επίσης να ασκεί επιρροή η υπαιτιότητα του προσώπου που υπέπεσε στην παράβαση ή να πρέπει να αποδεικνύεται ότι ο διενεργήσας την συναλλαγή γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την μέσω αυτής επιχειρούμενη χειραγώγηση. Εξάλλου, κατά τα κριθέντα με την ίδια ως άνω απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, διαμόρφωση της τιμής κλεισίματος «σε μη κανονικό ή τεχνητό επίπεδο» και, επομένως, «χειραγώγηση της αγοράς» κατά την έννοια του νόμου, δύνανται να συνιστούν όχι μόνο ενέργειες που έχουν ή δύνανται να έχουν ως αποτέλεσμα σημαντική αύξηση ή μείωση της τιμής κλεισίματος του χρηματοπιστωτικού μέσου, αλλά και ενέργειες που έχουν ή δύνανται να έχουν ως αποτέλεσμα μη σημαντική αύξηση ή μείωση ή απλώς σταθεροποίηση της τιμής του, καθόσον και αυτές αποτελούν παρέμβαση στην κανονική μεταβολή της τιμής, δυνάμενες να παραπλανήσουν τους επενδυτές που ενεργούν βάσει της τεχνητώς διαμορφωθείσας τιμής κλεισίματος, χωρίς, όπως προαναφέρθηκε, να απαιτείται να αποδεικνύεται ότι επηρεάσθηκαν πράγματι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι συναλλαγές ή να προκύπτει ότι η τεχνητή αυτή διαμόρφωση της τιμής κλεισίματος επηρέασε την συνολική τιμή ή εμπορευσιμότητα του εν λόγω χρηματοπιστωτικού μέσου. Συνεπώς, στοιχειοθετείται η αποδιδόμενη στον προσφεύγοντα παράβαση των διατάξεων της παρ. 2 περ. α’ του άρθρου 7 του ν. 3340/2005 και του άρθρου 2 περ.ζ’ της 1/347/12-7-2005 απόφασης του Δ.Σ. της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς απορριπτομένων, ως αβασίμων, όλων όσων προβάλλονται από τον προσφεύγοντα περί εσφαλμένης εφαρμογής εν προκειμένω των προαναφερομένων νομικών διατάξεων. Εξάλλου, μολονότι οι επίμαχες συναλλαγές δεν καταρτίστηκαν στο όνομα του προσφεύγοντος ούτε οι εντολές δόθηκαν άμεσα από τον ίδιο, αυτός, κατά τα προαναφερθέντα, συμμετείχε ενεργά χρηματοδοτώντας και οργανώνοντας το όλο εγχείρημα και συνεπώς αφού στην πραγματικότητα οι επίμαχες συναλλαγές διενεργούνταν για λογαριασμό του, ορθώς επιβλήθηκε σε βάρος του πρόστιμο απορριπτομένων, ως αβασίμων, όλων όσων αντίθετα ισχυρίζεται. Αβασίμως δε ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι οι επίδικες συναλλαγές διενεργήθηκαν για λογαριασμό των φορέων των αντίστοιχων κωδικών, και τούτο καθόσον η σύνδεση των προαναφερομένων προσώπων μεταξύ τους και με τον προσφεύγοντα καταδεικνύεται όχι από έναν αλλά από συνδυασμό στοιχείων και παραγόντων όπως η στενή συγγενική ή επαγγελματική σχέση με τον προσφεύγοντα, η κοινή συναλλακτική συμπεριφορά (κατ’ επανάληψη συμμετοχή στη διαμόρφωση της τιμή κλεισίματος), η χρηματοδότηση των συναλλαγών από τον προσφεύγοντα, η πραγματοποίηση των συναλλαγών μέσω κοινών εντολέων που ήταν υπάλληλοι της εταιρίας και επηρέαζαν τεχνητά την τιμή κλεισίματος της μετοχής. Περαιτέρω, ο ισχυρισμός του προσφεύγοντος περί πλημμελούς αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης είναι απορριπτέος προεχόντως ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, διότι τα διοικητικά δικαστήρια της ουσίας, κατ’ ενάσκηση πλήρους δικαιοδοσίας (άρθρο 79 ΚΔΔ), αναπληρώνουν την αιτιολογία των προσβαλλόμενων ενώπιόν τους διοικητικών πράξεων κρίνοντας κατ’ ουσία τη διαφορά, ύστερα από εκτίμηση των υπαρχόντων αποδεικτικών στοιχείων (ΣτΕ 4703/2014, 4262/2011). Πέραν δε τούτου, ο ισχυρισμός αυτός είναι απορριπτέος και ως αβάσιμος, διότι η προσβαλλόμενη πράξη περιέχει πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η οποία νομίμως συμπληρώνεται από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου. Εξάλλου, ο ισχυρισμός του προσφεύγοντος ότι η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε κατά παράβαση του επιβαλλόμενου από το άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος δικαιώματος της προηγούμενης ακρόασης διότι, όπως ισχυρίζεται, δεν του κοινοποιήθηκαν οι απαντήσεις της καθ’ ύλην αρμόδιας ομάδας εργασίας της Ευρωπαϊκής Ρυθμιστικής Αρχής Αγορών Κινητών Αξιών (CESP) επί ερωτημάτων σχετικών με την ερμηνεία διατάξεων της Οδηγίας για την Κατάχρηση Αγοράς που τέθηκαν, ενόψει της ένδικης υπόθεσης, από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος. Και τούτο, διότι στην .../4-12-2007 επιστολή με την οποία ο προσφεύγων κλήθηκε να διατυπώσει τις απόψεις του αναφερόταν κατά τρόπο σαφή και πλήρη η πραγματική βάση της διαπιστωθείσας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς παράβασης με παράθεση των σχετικών διατάξεων της χρηματιστηριακής νομοθεσίας, ο δε προσφεύγων εξέθεσε τις απόψεις του με υπόμνημα. Περαιτέρω, η κοινοποίηση των απαντήσεων που δόθηκαν στο πλαίσιο συμβουλευτικής συνδρομής επί της ερμηνείας διατάξεων της χρηματιστηριακής νομοθεσίας δεν επεβάλλετο από το νόμο ως ουσιώδης τύπος της διαδικασίας και πάντως ο προσφεύγων είχε το δικαίωμα, σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 2 εδ. γ του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας να ζητήσει και να λάβει γνώση των εν λόγω ή κάθε άλλου πρόσθετου στοιχείου από τον φάκελο της υπόθεσης (βλ. ΣτΕ 1635/2019, 1126/2009). Τέλος, ως προς την επιμέτρηση του προστίμου, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη α) το είδος και τη βαρύτητα της παράβασης και ιδίως ότι με τις συναλλαγές, που οργάνωσε και χρηματοδότησε ο προσφεύγων εκτελέστηκαν δε από άλλα συνδεόμενα με αυτόν πρόσωπα, επηρέασε και διαμόρφωσε σε μη κανονικό και τεχνητό επίπεδο την τιμή κλεισίματος της συγκεκριμένης μετοχής προσαυξημένη κατά 0,33% έως 0,57% σε σχέση με την προ του κλεισίματος τιμή, β) το βαθμό επικινδυνότητας της παράβασης για τα συμφέροντα των επενδυτών και την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς, γ) την ιδιότητα του προσφεύγοντος ως ιδρυτή, κύριου μετόχου (ποσοστό συμμετοχής 34,29%) Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της εταιρίας και το βαθμό συμμετοχής του στην εκτέλεση του εγχειρήματος, δ) την έλλειψη υποτροπής, ε) το προβλεπόμενο στο άρθρο 23 παρ. 1 του ν. 3340/2005 εύρος του επιβαλλόμενου προστίμου (από 10.000 ευρώ έως 2.000.000 ευρώ), κρίνει ότι το ένδικο πρόστιμο πρέπει να περιορισθεί στο ποσό των 150.000 ευρώ, το οποίο είναι εύλογο και προσήκον ενόψει των ειδικότερων πραγματικών περιστατικών της υπό κρίση υπόθεσης, κατά τον εν μέρει βάσιμο ισχυρισμό του προσφεύγοντος.
9. Επειδή, κατ’ ακολουθία, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και να τροποποιηθεί αναλόγως η προσβαλλόμενη απόφαση. Τέλος, πρέπει να καταπέσει υπέρ του Δημοσίου ποσό 50 ευρώ από το καταβληθέν παράβολο και να επιστραφεί το υπόλοιπο στον προσφεύγοντα, εκ του οποίου ποσό 25 ευρώ, ως αχρεωστήτως καταβληθέν (άρθρο 277 παρ. 9 εδ. τελ. Κ.Δ.Δ.), τα δε δικαστικά έξοδα να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω της μερικής νίκης και ήττας αυτών (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. γ΄ Κ.Δ.Δ.).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δέχεται εν μέρει την προσφυγή.
Τροποποιεί την …/7-3-2008 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, κατά το μέρος που αφορά τον προσφεύγοντα.
Περιορίζει το πρόστιμο στο ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ.
Διατάσσει την κατάπτωση μέρους του καταβληθέντος παραβόλου, ποσού πενήντα (50) ευρώ, υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και την επιστροφή του υπολοίπου στον προσφεύγοντα.
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 14 Σεπτεμβρίου 2021 και δημοσιεύθηκε στην ίδια πόλη, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, στις 7 Οκτωβρίου 2021.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣΗ ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ
ΜΑΡΙΑ ΑΝΤΖΟΥΛΑΤΟΥ ΣΩΤΗΡΙΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΕΥΤΥΧΙΑ ΚΑΛΛΙΑΜΠΕΤΣΟΥ