Απόφαση

Αριθμός 46/2022
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
A1 ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Χρήστο Τζανερρίκο, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ιωάννα Κλάπα - Χριστοδουλέα - Εισηγήτρια, Χρήστο Κατσιάνη, Ασημίνα Υφαντή και Κανέλλα Τζαβέλλα - Δημαρά, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 15 Νοεμβρίου 2021, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Δ. Σ. του Δ., δικηγόρου, κατοίκου Αθηνών, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και δεν κατέθεσε προτάσεις.
Του αναιρεσιβλήτου: Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, κατοικοεδρεύοντα στην Αθήνα, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμου της αποβιωσάσης αρχικά εναγομένης Π. χήρας Β. Κ. το γένος Δ. Ρ., το οποίο εκπροσωπήθηκε από την Σπυριδούλα Ραυτοπούλου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους με δήλωση κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 15/2/2011 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 5143/2014 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 3724/2019 του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 5/2/2020 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 553 παρ.ΐβ, 577, 309 εδ. α', 321, 495 του Κ.Πολ.Δ. συνάγεται ότι σε αναίρεση υπόκειται η απόφαση, που έχει καταστεί τελεσίδικη, κατά το χρόνο άσκησης του ένδικου αυτού μέσου, δηλαδή, κατά το χρόνο κατάθεσης του οικείου δικογράφου στη γραμματεία του δικαστηρίου, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση. Είναι δε τελεσίδικη η απόφαση, η οποία, απεκδύοντας το δικαστή από κάθε περαιτέρω εξουσία, περατώνει τη δίκη επί της αγωγής και δεν υπόκειται στα τακτικά ένδικα μέσα της ανακοπής ερημοδικίας και της έφεσης.
Συνεπώς, η ερήμην οριστική απόφαση του εφετείου, δηλαδή, η απόφαση που εκδόθηκε με την απουσία, πραγματική ή πλασματική, ενός των διαδίκων, έστω και αν στηρίχθηκε στη συναγωγή δυσμενών συνεπειών από την ερημοδικία του (Ολ. Α.Π. 15/2001, Α.Π. 45/2020, Α.Π. 1470/2003, Α.Π. 162/1997), υπόκειται σε αναίρεση, μόνον, αφότου έπαυσε να υπόκειται σε ανακοπή ερημοδικίας είτε επειδή παρήλθε η κατ' άρθρο 503 παρ.1 του Κ.Πολ.Δ. δεκαπενθήμερη προθεσμία από την επίδοση της ερήμην απόφασης προς άσκηση αυτής, είτε επειδή ο δικαιούμενος σε άσκηση αυτής διάδικος, που δικάσθηκε ερήμην, παραιτήθηκε νομίμως από το ασκηθέν ένδικο μέσον ή από το δικαίωμα προς άσκηση αυτού, διότι, έκτοτε, αυτή καθίσταται τελεσίδικη και προσβλητή με αναίρεση, σύμφωνα με την προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 553 παρ.ΐβ’ του Κ.Πολ.Δ. Και αυτό γιατί η ύπαρξη ερήμην απόφασης ενεργοποιεί αυτόματα τη δυνατότητα άσκησης κατ' αυτής ανακοπής ερημοδικίας από τον ερημοδικασθέντα (άρθρο 502 του Κ.Πολ.Δ.), με συνέπεια, όσο διαρκεί η προθεσμία της ανακοπής ερημοδικίας να αποκλείεται η άσκηση κατ' αυτής αίτησης αναίρεσης, η οποία, αν, παρόλα αυτά, ασκηθεί, είναι απορριπτέα και αυτεπαγγέλτως ως απαράδεκτη (άρθρ. 577 παρ.1 του ίδιου Κώδικα), αφού, σε σχέση με την αναίρεση, δεν υπάρχει διάταξη όμοια με τη διάταξη του άρθρου 513 παρ.1 εδ. β' περ. β' του Κ.Πολ.Δ., που ορίζει ότι, κατά των ερήμην αποφάσεων, επιτρέπεται έφεση ήδη από τη δημοσίευσή τους. Η απόδειξη της τελεσιδικίας της προσβαλλόμενης με αναίρεση απόφασης γίνεται με την προσκομιδή των σχετικών εκθέσεων επίδοσης ή με τη βεβαίωση του δικαστικού επιμελητή στο δικόγραφο που επιδόθηκε, σε συνδυασμό με βεβαίωση της γραμματείας του δικαστηρίου ότι δεν ασκήθηκε ένδικο μέσο. Περαιτέρω, ενόψει του ότι η δήλωση για παραίτηση από το δικαίωμα άσκησης ένδικου μέσου είναι έγκυρη και χωρίς να τηρηθεί ο διαδικαστικός τύπος του άρθρου 297 του Κ.Πολ.Δ, διότι ο τύπος αυτός αφορά αποκλειστικά σε παραίτηση από το δικόγραφο ή το δικαίωμα ασκηθέντος ήδη ένδικου μέσου, η παραίτηση από το δικαίωμα ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας μπορεί να συνάγεται και σιωπηρώς από το ότι ο δικαιούμενος σε άσκηση αυτής ερημοδικασθείς διάδικος άσκησε αναίρεση, χωρίς να ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας. Για το κύρος, όμως, μιας τέτοιας παραίτησης, απαιτείται ειδική προς τούτο πληρεξουσιότητα του υπογράφοντος την αίτηση αναίρεσης δικηγόρου (άρθρο 98 περ. β'του Κ.Πολ.Δ.), η έλλειψη, όμως, της οποίας μπορεί να καλυφθεί με έγκριση, εκ των υστέρων, του ασκήσαντος την αναίρεση διαδίκου, με συνέπεια, λόγω της αναδρομικής ενέργειας της έγκρισης, που αφορά στην παραίτηση από το δικαίωμα άσκησης ανακοπής ερημοδικίας, να ισχυροποιείται αναδρομικά η παραίτηση από το χρόνο ασκήσεως της αναίρεσης και να θεωρείται η απόφαση τελεσίδικη από τότε και, ως εκ τούτου, να υπόκειται σε αναίρεση από το ίδιο χρονικό σημείο (Ολ.Α.Π. 17/2013, Ολ.Α.Π. 9/1996, Ολ.Α.Π. 626/1980). Επισημαίνεται, εξάλλου, ότι η συνδρομή του έννομου συμφέροντος για την άσκηση ανακοπής ερημοδικίας από το διάδικο κατά της απόφασης, που εκδόθηκε ερήμην του, όπως και οι προϋποθέσεις του παραδεκτού αυτής, κρίνονται, μόνον, από το δικαστήριο που δικάζει την ανακοπή ερημοδικίας, το οποίο αποφαίνεται και για τη βασιμότητα των λόγων αυτής και όχι παρεμπιπτόντως από τον Άρειο Πάγο, όταν εξετάζει αν η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση έχει τελεσιδικήσει (Ολ.Α.Π. 15/2001). Κατά το άρθρο 94 παρ.1 του Κ.Πολ.Δ, στα πολιτικά δικαστήρια οι διάδικοι έχουν την υποχρέωση να παρίστανται με πληρεξούσιο δικηγόρο, ενώ, κατά το άρθρο 96 παρ. 3 του Κώδικα αυτού, κατά τη διαδικασία ενώπιον του Αρείου Πάγου, η πληρεξουσιότητα δίνεται μόνο με συμβολαιογραφική πράξη ή με προφορική δήλωση, που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή στην έκθεση. Περαιτέρω, κατ' άρθρο 97 παρ. 3, η πληρεξουσιότητα για όλες τις δίκες παύει να ισχύει μετά πέντε χρόνια από τη χορήγησή της. Κατά το άρθρο 104 του Κ.Πολ.Δ., για τις προπαρασκευαστικές πράξεις και τις κλήσεις έως τη συζήτηση στο ακροατήριο θεωρείται ότι υπάρχει πληρεξουσιότητα, ενώ για τη συζήτηση στο ακροατήριο απαιτείται ρητή πληρεξουσιότητα και αν αυτή δεν υπάρχει κηρύσσονται άκυρες όλες οι πράξεις, ακόμη και εκείνες που είχαν γίνει προηγουμένως, το δε δικαστήριο ελέγχει, αυτεπαγγέλτως, σε κάθε στάση της δίκης, την έλλειψη της πληρεξουσιότητας καθώς και την υπέρβασή της (Ολ.Α.Π. 13/2008, Α.Π. 165/2020, Α.Π. 1053/2018). Έτσι, αν, κατά τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης, έχει λήξει η ισχύς του πληρεξουσίου, λόγω παρόδου πενταετίας, ο φερόμενος ως ασκήσας την αίτηση θεωρείται ότι δεν παραστάθηκε.
Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση από 5-2-2020 (.../22-5-2020) αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η εκδοθείσα, κατά την τακτική διαδικασία (και συνεπώς δυνάμενη να προσβληθεί με ανακοπή ερημοδικίας), 3724/2019 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, με την οποία, αφού συνεκδικάστηκαν οι αντίθετες εφέσεις των διαδίκων κατά της 5143/2004 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και έγιναν τυπικά δεκτές, απορρίφθηκε κατ' ουσίαν η από 22-7-2016 (..../16-8-2016) έφεση του ενάγοντος, ήδη αναιρεσείοντος, αντιμωλία των διαδίκων, ενώ, δικάστηκε, ερήμην τούτου ως εφεσιβλήτου, η από 2-10-2018 (.../2-10-2018) έφεση του ήδη αναιρεσιβλήτου, Ελληνικού Δημοσίου, η οποία έγινε δεκτή κατ' ουσίαν, εξαφανίστηκε η εκκληθείσα απόφαση και αφού κρατήθηκε και δικάστηκε η αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, απορρίφθηκε κατ' ουσία. Ωστόσο, από τα στοιχεία της δικογραφίας δεν προκύπτει ότι η ανωτέρω προσβαλλόμενη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών επιδόθηκε στον ερήμην δικασθέντα ως εφεσίβλητο (ήδη αναιρεσείοντα), ώστε να αρχίσει η, κατ' άρθρο 503 παρ.1 του Κ.Πολ.Δ., σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 144 του ίδιου Κώδικα, δεκαπενθήμερη προθεσμία άσκησης της ανακοπής ερημοδικίας ούτε γίνεται επίκληση τέτοιας επίδοσης ή βεβαίωσης του αρμόδιου γραμματέα περί ασκήσεως του ένδικου αυτού μέσου κατά της αναιρεσιβαλλομένης ούτε προκύπτει ότι εχώρησε παραίτηση του φερόμενου ως αναιρεσείοντος από το δικαίωμά του να ασκήσει το ως άνω ένδικο μέσο. Ειδικότερα, από τη .../2-11-2016 πράξη της συμβολαιογράφου Αθηνών Β. Δ., που περιέχεται στο φάκελο της δικογραφίας, προκύπτει ότι ο φερόμενος ως αναιρεσείων χορήγησε στους δικηγόρους Αθηνών α) ... και β) ... γενική πληρεξουσιότητα όπως, εκτός των άλλων, είτε ο καθένας χωριστά είτε από κοινού, ασκούν αντ' αυτού και για λογαριασμό του αίτηση αναίρεσης κατά αποφάσεων δυσμενών γι' αυτόν και όπως παραιτούνται από ένδικα μέσα. Δεν χορηγήθηκε, συνεπώς, με την ως άνω συμβολαιογραφική πράξη, ειδική πληρεξουσιότητα για παραίτηση από το ένδικο μέσο της ανακοπής ερημοδικίας κατά της ως άνω αποφάσεως. Επιπροσθέτως, η ισχύς της ως άνω πληρεξουσιότητας είχε παύσει, κατά το χρόνο συζήτησης της υπό κρίση αίτησης αναίρεσης (15-11-2021), λόγω παρέλευσης πενταετίας από την έκδοσή της (2-11-2016), ενώ, ενόψει του γενικού χαρακτήρα της, δεν μπορεί να εκληφθεί ότι καλύπτει και την έννομη σχέση της δίκης αυτής, αφού ρητώς αναφέρει μόνον περί ασκήσεως και όχι περί συζητήσεως της ασκηθησόμενης αίτησης αναίρεσης. Με τα δεδομένα αυτά, ο φερόμενος ως αναιρεσείων δεν παραστάθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε προσηκόντως ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ώστε να καλυφθεί με έγκριση η άσκηση της υπό κρίση αίτησης αναίρεσης, χωρίς να ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, με απόντα το φερόμενο ως αναιρεσείοντα, ο οποίος επέσπευσε τη δίκη, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση αναίρεσης ως απαράδεκτη, να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου που κατέθεσε στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 Β εδαφ. δ του Κ.Πολ.Δ.) και να καταδικαστεί αυτός στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου, κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματος, που υπέβαλε αυτό, με τις, ενώπιον του Αρείου Πάγου, προτάσεις του (άρθρα 106, 176, 183 και, 191 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.), μειωμένα, όμως, σύμφωνα με άρθρο 22 παρ. 1 του ν.3693/1957, κατά τα οριζόμενα, ειδικότερα, στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕI την απρ 5-2-2020 (.../22-5-2020) αίτηση του Δ. Σ. για αναίρεση της 3724/2019 αποφάσεως του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου, που έχει καταθέσει ο αναιρεσείων.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 21 Δεκεμβρίου 2021.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 17 Ιανουαρίου 2022.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ