Αριθμός 915/2022
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Δ’ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωστούλα Φλουρή - Χαλεβίδου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ευστάθιο Νίκα, Μαρία Βάρκα, Άννα Αγγελάτου - Βασιλείου και Αθανάσιο Τσουλό, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 4 Φεβρουαρίου 2022, με την παρουσία και του Γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Μ. Σ. του Δ., κατοίκου Αθηνών, ο οποίος παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Χαράλαμπο Μητσόπουλο.
Της αναιρεσίβλητης: Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία “... ΑΕΕΓΑ”, που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Σταυρόπουλο με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με τις από 12-1-2012 και 27-4-2013 αγωγές του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και συνεκδικάστηκαν με τις από 8-5-2012 και 16-6-2013 ανακοινώσεις δίκης - προσεπικλήσεις σε αναγκαστική παρέμβαση - παρεμπίπτουσες αγωγές της ήδη αναιρεσίβλητης. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 650/2014 μη οριστική και 2149/2015 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 1089/2017 μη οριστική και 1345/2019 οριστική του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 26-3-2020 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, με Εισηγητή τον Αρεοπαγίτη Αθανάσιο Τσουλό, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης αναίρεσης και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη από 26-3-2020 (αρ. κατ. …/2020) αίτηση, για την αναίρεση της υπ' αριθμ. 1345/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών, που εκδόθηκε με την ειδική διαδικασία των αυτοκινητικών διαφορών, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564 παρ. 3, 566 § 1 Κ.Πολ.Δ), είναι επομένως παραδεκτή (άρθρο 577 § 1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 577 παρ. 1 και 3 ΚΠολΔ).
Επειδή από τις διατάξεις των άρθρων 118 παρ. 4, 502 παρ. 2, 506 παρ. 1, 577 παρ. 3 και 578 του Κ.Πολ.Δ. συνάγεται ότι αν η αγωγή κρίθηκε κατ' ουσίαν βάσιμη ή αβάσιμη, για να είναι ορισμένος και άρα παραδεκτός ο λόγος αναίρεσης, με τον οποίον προσάπτεται στο δικαστήριο της ουσίας ευθεία παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου (άρθρο 559 αρ. 1 του ΚΠολΔ), η οποία μπορεί να συντελεσθεί και με τη μη εφαρμογή διατάξεων που ήταν εφαρμοστέες, δεν αρκεί να εκτίθεται στο αναιρετήριο το κατά την εκδοχή του αναιρεσείοντος ερμηνευτικό ή υπαγωγικό σφάλμα, αλλά πρέπει επιπλέον να αναφέρονται με πληρότητα και σαφήνεια τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε το δικαστήριο ως θεμελιωτικά της κρίσεώς του για το βάσιμο ή μη της αγωγής. Διότι μόνον ενόψει των ουσιαστικών αυτών παραδοχών μπορεί να ελεγχθεί, αν η νομική πλημμέλεια που αποδίδεται στην απόφαση οδήγησε σε σφαλερό διατακτικό, από το οποίο να εξαρτάται τελικά η ευδοκίμηση της αναιρέσεως (Κ.Πολ.Δ. 578). Εξάλλου η αοριστία του λόγου αναίρεσης δεν δύναται να θεραπευθεί με παραπομπή σε άλλο διαδικαστικό έγγραφο (ΟλΑΠ 32/1996). Στην προκείμενη περίπτωση με τον πρώτο (κατά το πρώτο σκέλος του) εκ του άρθρου 559 αρ. 1 του Κ.Πολ.Δ. λόγο αναίρεσης, ο αναιρεσείων προβάλλει την ακόλουθη αιτίαση, όπως εκτιμάται το αναιρετήριο από το Δικαστήριο τούτο: ότι το εφετείο με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση παραβίασε τις αναφερόμενες διατάξεις του Κ.Ο.Κ, δεχόμενο συνυπαιτιότητά του στη πρόκληση του ενδίκου ατυχήματος και τις συνέπειες αυτού. Ο λόγος αυτός αναίρεσης είναι απορριπτέος προεχόντως ως αόριστος και εντεύθεν απαράδεκτος, αφού δεν αναφέρονται στο αναιρετήριο με πληρότητα και σαφήνεια τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε το δικαστήριο ως θεμελιωτικά της εν λόγω κρίσης του, με βάση τα οποία εχώρησε η προβαλλόμενη από τον αναιρεσείοντα παραβίαση των ως άνω διατάξεων ένεκα της μη εφαρμογής τους. Περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διάταξη του άρθρου 559 αρ. 1 του Κ.Πολ.Δικ., επιτρέπεται αναίρεση αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοστεί, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή αν εφαρμοστεί, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή (Ολ.ΑΠ 31/2009, ΑΠ 757/2015). Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ` ουσίαν, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται με βάση τα πραγματικά περιστατικά που ανέλεγκτα το δικαστήριο της ουσίας δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν και την υπαγωγή τους στο νόμο και ιδρύεται ο λόγος αυτός αναίρεσης, αν οι πραγματικές παραδοχές της απόφασης καθιστούν φανερή την παραβίαση. Με τον λόγο αυτόν δεν επιτρέπεται να πλήττεται η προσβαλλομένη απόφαση κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, υπό την επίκληση ότι αυτή παραβίασε κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που δεν ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο κατά το άρθρο 561 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δικ. (Α.Π. 551/2018, Α.Π. 1753/2017).
Στην προκείμενη περίπτωση με τον τρίτο εκ του άρθρου 559 αρ. 1 του Κ.Πολ.Δ. λόγο αναίρεσης, ο αναιρεσείων προβάλλει την ακόλουθη αιτίαση, όπως εκτιμάται το αναιρετήριο από το Δικαστήριο τούτο: ότι το εφετείο με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση παραβίασε την περί προσυμφώνου διάταξη του άρθρου 166 ΑΚ, απορρίπτοντας εσφαλμένα το περί διαφυγόντος κέρδους αγωγικό του κονδύλιο εκ της απώλειας εισοδήματος από την εργασία του ως πλοιάρχου εμπορικού πλοίου. Ειδικότερα το εφετείο με την προσβαλλόμενη απόφαση του δέχθηκε σχετικώς τα ακόλουθα: "Ωσαύτως απορριπτέο ως κατ' ουσίαν αβάσιμο είναι και το αγωγικό κονδύλιο ύψους 56.700 ευρώ που αφορά απώλεια εισοδήματος πλοιάρχου για διάστημα 6 μηνών [9. 450Χ 6 μήνες] εργασία την οποία δεν μπόρεσε να ασκήσει ο ενάγων συνεπεία του τραυματισμού αναλαμβάνοντας την πλοιαρχία του πλοίου M. με σημαία ΜΠΑΧΑΜΕΣ από 13-9-2011 δοθέντος ότι την 2-9-2011 είχε λάβει εντολή από το τμήμα πληρωμάτων ... να μεταβεί να παραλάβει από το Υπουργείο Ναυτιλίας το δίπλωμά του για να αναλάβει την πλοιαρχία του άνω πλοίου. Τούτο για το λόγο ότι, ανεξαρτήτως του ότι δεν προσκομίζεται σύμβαση που να αφορά την ανάληψη της πλοιαρχίας του άνω πλοίου, ο ενάγων ήταν συνταξιούχος πλοίαρχος και ασφαλισμένος στο ΝΑΤ από το έτος 2000 και ασφαλισμένος στο ΝΑΤ. Μετά τη συνταξιοδότησή του και μέχρι το ατύχημα δεν προκύπτει ότι ο ενάγων όντας συνταξιούχος είχε αναλάβει πλοίαρχος συγκεκριμένου πλοίου”. Ειδικότερα με το προκείμενο λόγο ο αναιρεσείων ισχυρίζεται ότι η εντολή από τη ναυτιλιακή εταιρία να παραλάβει από το Υπουργείο Ναυτιλίας το δίπλωμά του για να αναλάβει την πλοιαρχία του άνω πλοίου αποτελούσε σύμβαση προσυμφώνου, καθώς και ότι κατά το παρελθόν μετά την συνταξιοδότησή του είχε αναλάβει και πάλι την πλοιαρχία εμπορικού πλοίου. Ανεξάρτητα ωστόσο από τον χαρακτήρα της εντολής προς παραλαβή του διπλώματος πλοιάρχου, προφανές είναι ότι με τον λόγο αυτό πλήττεται η προσβαλλομένη απόφαση κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, υπό την επίκληση ότι αυτή παραβίασε κανόνα ουσιαστικού δικαίου, και ως εκ τούτου αυτός κρίνεται απορριπτέος ως απαράδεκτος.
Έτι περαιτέρω κατά το άρθρο 559 αριθ. 8 περίπτωση δεύτερη του ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης κατά της απόφασης και αν το δικαστήριο παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Πράγματα, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, είναι οι αυτοτελείς ισχυρισμοί των διαδίκων που συγκροτούν την ιστορική βάση και επομένως θεμελιώνουν το αίτημα αγωγής, ανταγωγής, ένστασης ή αντένστασης και όχι οι ισχυρισμοί που αποτελούν άρνηση της αγωγής ή επιχειρήματα νομικά ή πραγματικά, τα οποία αντλούνται από το νόμο ή από την εκτίμηση των αποδείξεων, ή τα προσκομιζόμενα από τους διαδίκους αποδεικτικά μέσα. Στην προκείμενη περίπτωση με τον δεύτερο εκ του άρθρου 559 αρ. 8 του Κ.Πολ.Δ. λόγο αναίρεσης, ο αναιρεσείων προβάλλει την αιτίαση ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του τον νομίμως προταθέντα πρωτοδίκως και κατ' έφεση ισχυρισμό του περί του ότι αποκλειστικά υπαίτιος του ενδίκου ατυχήματος είναι ο οδηγός του Ι.Χ φορτηγού, διότι πέραν της ρυθμιστικής πινακίδος "STOP" παρεβίασε και την εκ δεξιών προτεραιότητα της δίκυκλης μοτοσυκλέττας, στην οποία επέβαινε ο ίδιος. Ο λόγος αυτός κρίνεται αβάσιμος και εντεύθεν απορριπτέος, αφού ο ισχυρισμός αυτός δεν συνιστά "πράγμα" κατά την προεκτεθείσα έννοια του νόμου, αλλά επιχείρημα αντλούμενο από το νόμο και την εκτίμηση των αποδείξεων, στερούμενο μάλιστα σε κάθε περίπτωση ουσιώδους σημασίας, εν όψει της δεδομένης επικουρικότητας του κανόνος της εκ δεξιών προτεραιότητας σε σχέση με την ύπαρξη ρυθμιστικής πινακίδος "STOP”. Κατόπιν όλων αυτών και εφόσον δεν υπάρχει άλλος αναιρετικός λόγος για να ερευνηθεί, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της ως ουσιαστικά αβάσιμη και να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου, που κατέθεσε ο αναιρεσείων για την άσκηση της αιτήσεως αναιρέσεως, στο Δημόσιο Ταμείο. Τέλος πρέπει να καταδικαστεί ο αναιρεσείων λόγω της ήττας του (άρθρο 176, 183 ΚΠολΔ) στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, που παραστάθηκε και κατέθεσε προτάσεις, κατά το νόμιμο αίτημα αυτής, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 26-3-2020 (αρ. κατ. …/2020) αίτηση, για την αναίρεση της υπ' αριθμ. 1345/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, που ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια (2.700) ευρώ. Διατάσσει να εισαχθεί στο Δημόσιο Ταμείο το παράβολο, που κατατέθηκε για την ως άνω αίτηση αναίρεσης.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 18 Μαρτίου 2022.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 26 Μαΐου 2022.
H ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ