Απόφαση

Αριθμός 917/2022
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Δ’ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωστούλα Φλουρή - Χαλεβίδου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ευστάθιο Νίκα, Μαρία Βάρκα, Γεωργία Κατσιμαγκλή και Σωκράτη Πλαστήρα, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 18 Φεβρουαρίου 2022, με την παρουσία και του Γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία “...”, που εδρεύει στην ….. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Παναγιώτη Πετρόπουλο με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Της αναιρεσίβλητης: Α. Λ. του Η., χας Ν. Τ., κατοίκου ….., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ευάγγελο Γιασλά με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 10-6-2016 αγωγή της ήδη αναιρεσίβλητης, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 1531/2017 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 5616/2019 του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 29-1-2020 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, με Εισηγητή τον Αρεοπαγίτη Σωκράτη Πλαστήρα, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με το άρθρο 932 του ΑΚ, "Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης”. Κατά την έννοια του άρθρου αυτού, το δικαστήριο της ουσίας, αφού δεχθεί ότι συνεπεία αδικοπραξίας προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της οφειλόμενης γι' αυτήν χρηματικής ικανοποίησης, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη, ως κριτήρια, το είδος της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, τη βαρύτητα του πταίσματος του υπόχρεου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων μερών, χωρίς να απαιτείται η ειδικότερη αιτιολόγηση καθενός στοιχείου (ΑΠ 272/2020, ΑΠ 65/2019, ΑΠ 1361/2013). Ο προσδιορισμός του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης αφέθηκε στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου, η σχετική κρίση του οποίου δεν υπόκειται, κατ' αρχήν, σε αναιρετικό έλεγχο, αφού σχηματίζεται από την εκτίμηση των πραγματικών γεγονότων (άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ), χωρίς υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια, ώστε να μπορεί να κριθεί εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, είτε ευθέως, είτε εκ πλαγίου, για έλλειψη νόμιμης βάσης. Επιβάλλεται, όμως, σε κάθε περίπτωση, να τηρείται, κατά τον καθορισμό του ποσού που επιδικάζεται, η αρχή της αναλογικότητας, ως γενική νομική αρχή και μάλιστα αυξημένης τυπικής ισχύος, υπό την έννοια ότι η σχετική κρίση του δικαστηρίου δεν πρέπει να υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας, πράγμα που, αν συμβαίνει, ελέγχεται ως παραβίαση της πιο πάνω γενικής νομικής αρχής, ήτοι ως πλημμέλειες του άρθρου 559 αριθμ. 1 και 19 ΚΠολΔ (Ολ.ΑΠ 9/2015, ΑΠ 301/2021, ΑΠ 2/2020). Και τούτο, διότι μία απόφαση, με την οποία επιδικάζεται ένα ευτελές ή υπέρμετρα μεγάλο ποσό, ως δήθεν εύλογο, κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης, ευτελίζει, στην πρώτη περίπτωση (όσον αφορά τον δικαιούχο-παθόντα), το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και στη δεύτερη (όσον αφορά τον υπόχρεο), το δικαίωμα της περιουσίας του, αφού το δικαστήριο, επεμβαίνοντας στη διαφορά μεταξύ ιδιωτών, πρέπει να τηρεί μια δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντα, με παράλληλη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων (ΑΠ 301/2021, ΑΠ 184/2021, ΑΠ 525/2021, ΑΠ 398/2020). Περαιτέρω, με το άρθρο 559 αριθ. 1α' του ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης αν παραβιάστηκε κανόνας ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται αν δεν εφαρμοστεί ενώ συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή του ή αν εφαρμοστεί ενώ δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή. Με το συγκεκριμένο λόγο αναίρεσης ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου κατά την εκτίμηση του νόμω βασίμου της αγωγής ή των ισχυρισμών των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ` ουσίαν, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται με βάση τα πραγματικά περιστατικά που ανέλεγκτα το δικαστήριο της ουσίας δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν και την υπαγωγή τους στο νόμο και ιδρύεται αυτός ο λόγος αναίρεσης αν οι πραγματικές παραδοχές της απόφασης καθιστούν φανερή την παραβίαση (Ολ.ΑΠ 3/2020, Ολ.ΑΠ 27 και 28/1998, ΑΠ 525/2021, ΑΠ 59/2020, ΑΠ 255/2020). Στην ερευνώμενη υπόθεση, το Μονομελές Εφετείο Αθηνών, με την προσβαλλομένη 5616/2019 απόφασή του, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητα και από τη σύμβαση ασφαλίσεως, αφού προηγουμένως έκρινε, κατά το μη προσβαλλόμενο με την αναίρεση μέρος, ότι αποκλειστικά υπαίτια του ένδικου αυτοκινητικού ατυχήματος, που έλαβε χώρα στις 19-10-2013 και περί ώρα 23.35, στη χιλιομετρική θέση 108 της Εγνατίας ... (στην είσοδο της σήραγγας ...), κατά το οποίο τραυματίστηκε θανάσιμα η επιβαίνουσα στη θέση του συνοδηγού στο με αριθμό κυκλοφορίας ... ιδιωτικής χρήσης επιβατηγό αυτοκίνητο, Ά. Π. Λ., ηλικίας 65 ετών, αδελφή της αναιρεσίβλητης, ήταν η οδηγός του ως άνω αυτοκινήτου, το οποίο ήταν ασφαλισμένο, για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη από την κυκλοφορία του, στην αναιρεσείουσα ανώνυμη ασφαλιστική εταιρία, σχετικά με το κεφάλαιο, που ενδιαφέρει στην παρούσα αναιρετική δίκη, χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ψυχικής οδύνης κατ' άρθρα 932 του ΑΚ, που επιδικάστηκε στην αναιρεσίβλητη, δέχθηκε, όπως προκύπτει από την παραδεκτή, κατ' άρθρ. 561 παρ. 2 του ΚΠολΔ, επισκόπησή της, τα εξής:’’... .. Η θανούσα, ηλικίας κατά τον χρόνο του ατυχήματος 65 ετών, υγιής, άγαμη και χωρίς τέκνα διέμενε με την ενάγουσα αδελφή της. Οι δύο γυναίκες διατηρούσαν στενό ψυχικό δεσμό και έτρεφαν μεταξύ τους συναισθήματα αγάπης και στοργής. Ο αιφνίδιος και τραγικός Ά. Π. Λ. προκάλεσε στην ενάγουσα αφόρητη θλίψη και οδύνη, για την άμβλυνση της οποίας δικαιούται αυτή χρηματική ικανοποίηση. Το εύλογο ποσό της χρηματικής αυτής ικανοποίησης λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών του ατυχήματος, του είδους και του βαθμού της υπαιτιότητας που βαρύνει την οδηγό του ζημιογόνου αυτοκινήτου, της ηλικίας της θανούσας και της ενάγουσας 65 και 62 ετών αντίστοιχα, του στενού συγγενικού και συναισθηματικού δεσμού τους, του ψυχικού πόνου που δοκίμασε η ενάγουσα από τον θάνατο, του κλονισμού που υπέστη και της κοινωνικής και οικονομικής της κατάστασης μη λαμβανομένης υπόψη της οικονομικής κατάστασης της εκκαλούσας- εναγομένης ασφαλιστικής εταιρείας, της οποίας η ευθύνη είναι εγγυητική, ανέρχεται στο ποσό των 85.000 ευρώ. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που αναγνώρισε την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στην ενάγουσα, για την αιτία αυτή, το συνολικό ποσό των 80.000 ευρώ έσφαλε δεκτού γενομένου του σχετικού λόγου έφεσης ......’’. Με βάση τις παραδοχές αυτές, το Εφετείο απέρριψε κατ' ουσία την από 10-12-2017, με αριθμό καταθέσεως 2389/184/2018, έφεση της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρίας, ενώ δέχθηκε ως ουσιαστικά βάσιμη την από 8-2-2018, με αριθμό καταθέσεως 13987/900/2018, έφεση της ενάγουσας, κατά της πρωτόδικης 1531/2017 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, εξαφανίζοντάς την κατά τούτο και, αφού δίκασε κατ` ουσίαν, δέχθηκε την αγωγή για το ως άνω ποσό των 85.000 ευρώ. Κρίνοντας, έτσι, το Εφετείο, δηλαδή με το να καθορίσει τη χρηματική ικανοποίηση της ενάγουσας-αναιρεσίβλητης λόγω ψυχικής οδύνης, στο πιο πάνω ποσό, αφού εκτίμησε τα υπόψη του τιθέμενα πραγματικά περιστατικά, δεν υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας και δεν παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας, αφού το εν λόγω ποσό, κατά την κοινή πείρα, τη δικαστηριακή πρακτική και την περί δικαίου συνείδηση, δεν υπερβαίνει καταφανώς τα επιδικαζόμενα σε παρόμοιες περιπτώσεις. Επομένως, είναι αβάσιμος ο μοναδικός, βασιζόμενος στον αριθμό 1 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, λόγος αναιρέσεως. Μετά από αυτά, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη και να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου, που έχει καταθέσει η αναιρεσείουσα, στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 εδ. ε` του ΚΠολΔ όπως ισχύει και εφαρμόζεται στην παρούσα υπόθεση μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, που ισχύει, κατ` άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 2 αυτού, για τα κατατιθέμενα από 1.1.2016 ένδικα μέσα). Τέλος, η αναιρεσείουσα που νικήθηκε στη δίκη πρέπει να καταδικαστεί στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσίβλητης που κατέθεσε προτάσεις, κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημά της (άρθρα 176, 183, 189 παρ.1, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 29-1-2020 και με αριθμό καταθέσεως …/2020 αίτηση της αναιρεσείουσας ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας για αναίρεση της 5616/2019 αποφάσεως του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Διατάζει την εισαγωγή του παραβόλου, που έχει καταθέσει η αναιρεσείουσα στο δημόσιο ταμείο.
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 5 Μαΐου 2022.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 26 Μαΐου 2022.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ