Απόφαση

Αριθμός 918/2022
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β2’ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρία Νικολακέα, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Όλγα Σχετάκη - Μπονάτου, Θεόδωρο Μαντούβαλο, Παναγιώτη Αθανασόπουλο - Εισηγητή και Ελένη Κατσούλη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο Κατάστημά του, στις 18 Μαΐου 2021, με την παρουσία και της Γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρείoυσας: ανώνυμης ..., που εδρεύει στην …… και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Μιχαηλίδη, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις. Του αναιρεσιβλήτου: Ι. Μ. του Ν., κατοίκου Ενορίας Αγίου Θεολόγου Καλύμνου Δωδεκανήσου, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Νικόλαο Κουντούρη, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 4/12/2015 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Κω (Μεταβατική Έδρα Καλύμνου). Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: Κ 43/2019 του ίδιου Δικαστηρίου και 126/2020 του Μονομελούς Εφετείου Δωδεκανήσου. Την αναίρεση της τελευταίας Απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα εταιρεία με την από 23/9/2020 αίτησή της. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος του αναιρεσίβλητου την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη του.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την αίτηση αναιρέσεως με αριθμό καταθέσεως …/24-9-2020 προσβάλλεται η 126/2020 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Δωδεκανήσου, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρο 663 επ. ΚΠολΔ) επί της από 16/10/2019 εφέσεως του ηττηθέντος πρωτοδίκως ενάγοντος - εκκαλούντος και ήδη αναιρεσιβλήτου κατά της Κ43/2019 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κω, η οποία εκδόθηκε επί της από 4/12/2015 αγωγής του πιο πάνω εκκαλούντος κατά της εφεσίβλητης εναγομένης και ήδη αναιρεσείουσας ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “...”, με την οποία απορρίφθηκε ως κατ' ουσίαν αβάσιμη η πιο πάνω αγωγή. Με την προσβαλλόμενη Απόφαση το Εφετείο δέχθηκε την έφεση του ενάγοντος και αφού, εξαφάνισε την πιο πάνω πρωτόδικη Απόφαση δέχθηκε εν μέρει την αγωγή του επιδικάζοντας σ' αυτόν 17.591,22 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564 παρ. 3, 566 παρ. 1 και 144 ΚΠολΔ). Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 577 παρ. 3 ΚΠολΔ). Όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων (άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ), ο ενάγων και ήδη αναιρεσίβλητος με την από 4/12/2015 αγωγή του εξέθεσε ότι δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων ναυτικής εργασίας τις οποίες κατάρτισε με την αναιρεσείουσα εναγομένη ανώνυμη εταιρεία, στην Κάλυμνο, προσλήφθηκε για αόριστο χρόνο και στη συνέχεια ναυτολογήθηκε από τον πλοίαρχο κατ' άρθρο 53 και 54 ΚΙΝΔ στο λιμάνι της Καλύμνου με την ειδικότητα του ναύτη επί του επιβατηγού - οχηματαγωγού πλοίου "Ν….Κ “, το οποίο ανήκει κατά πλοιοκτησία στην αναιρεσείουσα και ότι υπηρέτησε σ' αυτό α) από τις 2/9/2013 έως και τις 18/6/2014, οπότε απολύθηκε λόγω αδείας και β) από τις 3/9/2014 έως και τις 10/6/2015, οπότε απολύθηκε, "τη αιτήσει του πλοιάρχου" χωρίς να τον βαρύνει κάποιο παράπτωμα. Ότι συμφωνήθηκε ότι αυτός θα λαμβάνει, ως μηνιαίες αποδοχές τις καθοριζόμενες κατ' ελάχιστο όριο για την ειδικότητα του ναύτη από την οικεία και εφαρμοζόμενη συλλογική σύμβαση εργασίας (ΣΣΝΕ) των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών - επιβατηγών πλοίων, όπως αυτή ίσχυε κατ' έτος αναδρομικά μετά την κύρωσή της με Απόφαση του αρμόδιου Υπουργού και ειδικότερα για τα έτη 2014 και 2015 ίσχυσε η ΣΣΝΕ του έτους 2014 που κυρώθηκε, με την 3535.1.5/1/2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β’ 1664/24-6-2014). Ότι το συγκεκριμένο πλοίο εκτελούσε καθημερινά και κατά τους ειδικότερα στην αγωγή αναφερόμενους χρόνους, δρομολόγια από τη νήσο ….προς τις νήσους …….. και ότι για την κάλυψη των αναγκών που δημιουργούνταν κατά την εκτέλεση των πιο πάνω δρομολογίων αυτός απασχολείτο όλες τις ημέρες της εβδομάδος συμπεριλαμβανομένων των Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, πέραν του νομίμου ωραρίου προσφέροντας την εργασία που αναλυτικά παραθέτει. Ότι η εναγομένη του οφείλει για δεδουλευμένες αποδοχές το συνολικό ποσό των 73.346,42 ευρώ (αμοιβή υπερωριακής εργασίας, πρόσθετη αμοιβή για δρομολόγια εξπρές, αμοιβή φορτοεκφόρτωσης οχημάτων, δώρα εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων των ετών 2014 και 2015 και αποζημίωση απόλυσης), βάσει εγκύρων συμβάσεων ναυτικής εργασίας. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την Κ43/2019 οριστική απόφασή του απέρριψε ως αβάσιμη κατ' ουσίαν την αγωγή, ενώ επί της ασκηθείσης εφέσεως από 15/10/2019 εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία δέχθηκε κατ' ουσίαν την έφεση και εξαφανίζοντας την πρωτόδικη απόφαση δέχθηκε εν μέρει την αγωγή επιδικάζοντας στον ενάγοντα το ποσό των 17.591,22 ευρώ.
Στην προκειμένη περίπτωση το δευτεροβάθμιο δικαστήριο κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δέχθηκε τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με σύμβαση ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίσθηκε στην ….. στις 2/9/2013 μεταξύ του ενάγοντος και της εναγομένης, ο ενάγων ναυτολογήθηκε ως ναύτης στο υπό Ελληνική σημαία επιβατηγό - οχηματαγωγό πλοίο "Ν.Κ.”, πλοιοκτησίας της εναγομένης, στο οποίο εργάσθηκε μέχρι τις 18/6/2014, οπότε απολύθηκε λόγω αδείας. Κατόπιν με νέα σύμβαση ναυτολογήθηκε, ως ναύτης στις 3/9/2014 και εργάσθηκε μέχρι τις 10/6/2015, οπότε απολύθηκε με αίτηση πλοιάρχου. Το πλοίο στο οποίο εργάσθηκε ο ενάγων εκτελούσε πλόες στις νήσους του βορείου συγκροτήματος Δωδεκανήσου και στο Κεντρικό Αιγαίο μέχρι τη ... στη χαρακτηριζόμενη ως "άγονη γραμμή" προσεγγίζοντας τα νησιά ..., για την εκτέλεση της οποίας είχαν συναφθεί συμβάσεις δημόσιας υπηρεσίας (σχετ. οι υπ' αριθ. 329/2013 και 328/2013 συμβάσεις ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, που συνήφθησαν μεταξύ του ελληνικού δημοσίου και της εναγόμενης), εκτελούσε δε καθημερινά κυκλικά δρομολόγια, ως εξής: Κάθε Δευτέρα και Πέμπτη το δρομολόγιο της γραμμής ….. με ώρα αναχώρησης 07.00 και ώρα επιστροφής 14.15, κάθε Τρίτη και Παρασκευή: ……., με ώρα αναχώρησης 05.00' και ώρα επιστροφής 22.50' της ίδιας ημέρας και κάθε Κυριακή: ……., με ώρα αναχώρησης 07.00' και ώρα επιστροφής 23.30' της ίδιας ημέρας. Οι αποδοχές του ενάγοντος, κατόπιν σχετικής συμφωνίας με την εναγομένη, διαμορφώνονταν σύμφωνα με τις προβλέψεις της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων που κυρώθηκε με Υπουργική απόφαση. Ακολούθως, σύμφωνα με την ΣΣΕ για την εργασία των πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων, έτους 2014, μετά την κύρωση της με την υπ' αριθμ. 353.1.5/01/2014 (ΦΕΚ Β 1064/24-0-2014), ο μηνιαίος μισθός του ναύτη, για οκτάωρη πενθήμερη εργασία (από Δευτέρα έως Παρασκευή) συνυπολογιζομένης και της εργασίας για τις Κυριακές, σε δρομολόγια της άγονης γραμμής, απαρτιζόταν από τα εξής κονδύλια: Μισθός ενεργείας ποσό 1.157,99 ευρώ, για επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας ποσό 254,76 ευρώ, για επίδομα τροφής ποσό 576,30 ευρώ, για επίδομα ανθυγιεινής εργασίας ποσό 35,22 ευρώ, για επίδομα άγονης γραμμής σε ποσοστό 7% επί του μισθού ποσό 81,05 ευρώ, για επίδομα άδειας ποσό 417,13 ευρώ, για επίδομα ιματισμού ποσό 56,50 ευρώ, για αντίτιμο τροφής ποσό 576,30 ευρώ, και συνολικά 2.578,95 ευρώ. Επομένως, για την οκτάωρη, καθημερινή πλην Σαββάτου απασχόληση του ενάγοντος, στην εναγομένη, συμπεριλαμβανομένων των ως άνω αναφερομένων αναλυτικά επιδομάτων, έπρεπε να λαμβάνει μηνιαίως το ποσό των 2.578,95 ευρώ, μεικτές αποδοχές.
Συνεπώς ο ενάγων για το χρονικό διάστημα της εργασίας του ήτοι από 1-1-2014 έως 18-6-2014 αρχικά και από 3-9-2014 έως 10-6-2015 εφόσον εργάστηκε για 15 μήνες (14 μήνες και 24 ημέρες), έπρεπε να λάβει μικτές αποδοχές 2.578,95 ευρώ Χ 15 μήνες = 38.684,25 ευρώ. Περαιτέρω σύμφωνα με το άρθ. 11 της ως άνω ΣΣΕ η εργασία του Σαββάτου αμείβεται υπερωριακώς, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 13 η υπερωριακή απασχόληση τα Σάββατα αμείβεται προσαυξημένη κατά 50% και συγκεκριμένα για την ειδικότητα του ενάγοντος (ναύτης) αμείβεται με 10,05 ευρώ/ώρα. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι για τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 2014 ο ενάγων εργάστηκε τα κάτωθι Σάββατα διότι γινόταν δρομολόγια: 4, 11, 18 Ιανουαρίου και 1, 8, 15 και 22 Φεβρουαρίου και συνολικά εργάστηκε για τα Σάββατα αυτά 64 ώρες (βλ. σχετικά τον προσκομιζόμενο πίνακα ωρών εργασίας), ενώ για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα της εργασίας του απασχολήθηκε τα Σάββατα όπως προκύπτει από τον πίνακα ωρών εργασίας 357 ώρες και συνολικά λοιπόν απασχολήθηκε επί 421 ώρες και άρα δικαιούται αμοιβή (421 Χ 10,05) 4.231,05 ευρώ. Ο ενάγων ισχυρίζεται ότι εργαζόταν 16 ώρες ημερησίως γεγονός που δεν αποδεικνύεται από κανένα στοιχείο πέραν από την κατάθεση του μάρτυρα Ν. Ζ., η οποία όμως αναιρείται από την κατάθεση του μάρτυρα Τ. Κ.. Εξάλλου δεν κρίνεται βάσιμο καθότι αντίκειται στους κανόνες της λογικής δεδομένου ότι στο πλοίο της εναγόμενης απασχολούνταν τέσσερις ναύτες και συνεπώς είναι σαφές ότι μοιράζονταν τις εργασίες. Εξάλλου και από τον πίνακα ωρών εργασίας, ο οποίος έχει υπογραφεί και από τον ενάγοντα προκύπτουν οι ώρες εργασίας του και δεν μπορεί να θεωρηθεί αυτός ψευδής, δεδομένου ότι αναγράφει διαφορετικές ώρες εργασίας ανά ημέρα, και μάλιστα με διακυμάνσεις. Περαιτέρω από το άρθρο 3 της ως άνω ΣΣΕ προκύπτει ότι η υποχρεωτική μηνιαία απασχόληση ανέρχεται σε 173 ώρες ενώ για την πρόσθετη (υπερωριακή) εργασία, η προκύπτουσα εκ της εφαρμογής της υπερωριακής αμοιβής του ναυτικού προσαυξάνεται κατά 25% και ειδικότερα για την ειδικότητα του ενάγοντος η αμοιβή ανέρχεται σε 8,38 ευρώ ανά ώρα. Αποδείχθηκε περαιτέρω από τον ανωτέρω πίνακα ότι ο ενάγων απασχολήθηκε πέραν των ως άνω 173 ωρών (εκτός της εργασίας του τα Σάββατα) τις κάτωθι ώρες: Τον 1°/2014 για 64,5 ώρες, τον 2°/2014 για 34 ώρες, τον 3ο/2014 για 14 ώρες, τον 4ο/2014 για 17 ώρες, τον 5ο/2014 για 57 ώρες, τον 9ο/2014 για 53 ώρες, τον 10ο/2014 για 65 ώρες, τον 11ο/2014 για 53 ώρες, τον 12ο/2014 για 41 ώρες, τον 1ο/2015 για 29 ώρες, τον 2ο/2015 για 23 ώρες, τον 3ο/2015 για 28 ώρες, τον 4ο/2015 για 17 ώρες, τον 5ο/2015 για 43 ώρες. Συνολικά λοιπόν κατά τη διάρκεια της εργασίας του ο ενάγων απασχολήθηκε υπερωριακά για 538,5 ώρες και άρα δικαιούται ποσό (538,5X8,38) 4.512,63 ευρώ.
Περαιτέρω ο ενάγων με την αγωγή του ισχυρίζεται ότι δικαιούται αμοιβή για φορτοεκφόρτωση 5.100 φορτηγών και 3.900 επιβατηγών οχημάτων όμως από κανένα στοιχείο δεν αποδείχθηκε η φορτοεκφόρτωση αυτού του αριθμού οχημάτων, ούτε από έγγραφο ούτε από την κατάθεση του μάρτυρα του ενάγοντος και συνεπώς η αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη ως προς το αίτημα αυτό.
Εξάλλου από τη διάταξη του άρθρου 33 ως άνω ΣΣΕ πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων, το οποίο τιτλοφορείται "Δρομολόγια Εξπρές”, προκύπτει ότι α] σε κάθε περίπτωση κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση δρομολογίων πρέπει να προνοείται από την αρμόδια υπηρεσία (του ΥΕΝΑΝΠ ή ΥΘΥΝΑΛ) και από τους πλοιοκτήτες η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον 6 ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο, εάν δε αυτό κατ' εξαίρεση δεν καθίσταται δυνατό, καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή, όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο αυτό (παρ. 1 και 2), β] ως δρομολόγια, για τα οποία καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα η πρόσθετη αυτή αμοιβή, θεωρούνται εκείνα, για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, κατά περίπτωση, πριν περάσουν τουλάχιστον 6 ώρες από τον κατάπλου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού (παρ. 3, δρομολόγια εξπρές), γ] η πρόσθετη αυτή αμοιβή προβλέπεται για όλα τα εξπρές δρομολόγια, με την παραπάνω έννοια, που αναφέρονται σε ακτοπλοϊκά - επιβατηγά πλοία που δεν έχουν τακτικές καθημερινές τουλάχιστον 6 αναχωρήσεις (δρομολόγια) την εβδομάδα από το λιμάνι αφετηρίας, και υπολογίζεται κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις παρ. 4 και 7, τακτικά δε θεωρούνται τα δρομολόγια εκείνα, κατά τα οποία το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας σε προκαθορισμένη κάθε ημέρα ώρα, έστω και αν η ώρα απόπλου δεν είναι η ίδια κάθε ημέρα, σε εκτέλεση τακτικού δρομολογίου, δ] ειδικά προκειμένου περί πλοίων, τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας, η πρόσθετη αυτή ."αμοιβή καταβάλλεται για τα πέραν των 5 δρομολόγια την εβδομάδα (παρ. 5, που αποτελεί διάταξη ειδικότερη εκείνης της παρ. 3), οι ναυτικοί δηλαδή που εργάζονται σε ακτοπλοϊκά επιβατηγά πλοία που έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις και εκτελούν περισσότερα από 5 κυκλικά δρομολόγια την εβδομάδα, είτε παραμένουν στο λιμάνι αφετηρίας 6 ώρες είτε όχι, λαμβάνουν την πρόσθετη αμοιβή που προβλέπεται στην προαναφερθείσα παρ. 7 του άρθρου αυτού, με την διαφορά ότι ο αριθμός των δρομολογίων εξπρές δεν υπολογίζεται κατά την παρ. 4 αλλά κατά τα οριζόμενα στην παρ.5 5 του ίδιου άρθρου, ε] τέλος, κατΛ εξαίρεση που εισάγεται με την παρ. 6 του αυτού άρθρου οι διατάξεις του δεν ισχύουν και δεν εφαρμόζονται, οι ναυτικοί δηλαδή δεν δικαιούνται την πρόσθετη αυτή αμοιβή για δρομολόγια εξπρές, σε ημερόπλοια δηλαδή τα πλοία που εκτελούν πλόες από 07.00' έως 23.00' και σε πλοία τοπικών γραμμών, εκτός εάν, κατ' εξαίρεση δηλαδή της εξαίρεσης αυτής (επάνοδο στον κανόνα) τα πλοία αυτά εκτελούν δρομολόγια ή επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους τις νυκτερινές ώρες, δηλαδή από 23.00' μέχρι 07.00' ώρας της επομένης ημέρας (ΑΠ 345/2019, ΑΠ 259/2014, Τ.Ν.Π. Νόμος). Με βάση τα παραπάνω, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην αμέσως παραπάνω νομική σκέψη, δεδομένου ότι δύο φορές την εβδομάδα η έναρξη των δρομολογίου του πλοίου στο οποίο παρείχε την εργασία του ο ενάγων γινόταν στις 05:00, ήτοι προ της 7ης πρωινής, γεγονός που άλλωστε συνομολογείται από την εναγομένη, με συνέπεια να υπάρχει επέκταση των δρομολογίων τις νυκτερινές ώρες, ο ενάγων δικαιούται την προβλεπόμενη από το άρθρο 33 παρ. 7 της ως άνω Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας αμοιβή για δύο (2) δρομολόγια εξπρές κάθε εβδομάδα. Η αμοιβή αυτή, υπολογίζεται με βάση τα προβλεπόμενα στην περ. [α] της παρ. 7 του ως άνω άρθρου 33 της Σ.Σ.Ε., καθώς η διάρκεια του κυκλικού ταξιδιού τις συγκεκριμένες ημέρες (Τρίτη και Παρασκευή) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, και ανέρχεται στο 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του ενάγοντος, δοθέντος δε ότι αυτές, ανέρχονται σε (νόμιμος μισθός 2.578,95 ευρώ + αναλογία στις πραγματοποιηθείσες υπερωρίες 300,84 ευρώ) 2.879,79 ευρώ, η αμοιβή την οποία δικαιούται ο ενάγων για κάθε δρομολόγιο εξπρές ανέρχεται σε (2.879,579:30) 95,99 ευρώ. Επομένως, δεδομένου ότι για το Χρονικό διάστημα που απασχολήθηκε ο ενάγων ως εργαζόμενος το ως άνω πλοίο πραγματοποίησε πενήντα εννέα (124) δρομολόγια εξπρές (και συγκεκριμένα, για το έτος 2014: 9 δρομολόγια το μήνα Ιανουάριο, 8 δρομολόγια το μήνα Φεβρουάριο, 8 δρομολόγια το μήνα Μάρτιο ,9 δρομολόγια το μήνα Απρίλιο, 9 δρομολόγια το μήνα Μάιο, 5 δρομολόγια το μήνα Ιούνιο, 5 δρομολόγια το μήνα Ιούλιο, 9 δρομολόγια το μήνα Σεπτέμβριο, 9 δρομολόγια το μήνα Οκτώβριο, 8 δρομολόγια το μήνα Νοέμβριο και 9 δρομολόγια το μήνα Δεκέμβριο και για το έτος 2015:9 δρομολόγια το μήνα Ιανουάριο, 4 δρομολόγια το μήνα Φεβρουάριο, 3 δρομολόγια το μήνα Μάρτιο, 7 δρομολόγια το μήνα Απρίλιο, 9 δρομολόγια το μήνα Μάιο και 4 δρομολόγια το μήνα Ιούνιο), δικαιούται για την παραπάνω αιτία το συνολικό ποσό των (95,99X124) 11.902,76 ευρώ, το δικαστήριο όμως δεν μπορεί να επιδικάσει το ποσό αυτό, καθότι ο ενάγων με την αγωγή του ζητά για το ως άνω κονδύλι των εξπρές δρομολογίων ποσό 2.523,19 ευρώ, το οποίο και δύναται να του επιδικαστεί. Περαιτέρω, η αμοιβή αυτή του ενάγοντος για τα εξπρές δρομολόγια, ως τακτική παροχή, πρέπει να συνυπολογιστεί για την εξεύρεση των επιδομάτων Χριστουγέννων και Πάσχα για τα έτη 2014 και 2015 (ΑΠ 227/2018, ΑΠ 415/2017, ΑΠ 191/2011, Τ.Ν.Π. Νόμος, Κων. Λαναρά, Νομοθεσία Εργατική και Ασφαλιστική [2016], σελ. 660, και για τον τρόπο υπολογισμού των εν λόγω επιδομάτων σελ. 654). Η μηνιαία αναλογία της ως άνω αμοιβής, για χρονικό διάστημα εργασίας 15 μηνών, ανέρχεται σε (11.902,76:15) 793,52 ευρώ, η οποία πρέπει να προστεθεί στις παραπάνω αναφερόμενες νόμιμες αποδοχές, οι οποίες έτσι ανέρχονται σε (2.827,56 +793,52) 3.621,08 ευρώ. Κατά συνέπεια, το δώρο Πάσχα για τα έτη 2014 και 2015 που δικαιούται ο ενάγων, ανέρχεται στο μισό του μηνιαίο μισθό για έκαστο έτος και συνεπώς στο ποσό των (3.621,08 ευρώ: 2= 1.810,54 Χ 2) 3.621,08 ευρώ. Εξάλλου, η αναλογία του στο δώρο Χριστουγέννων του έτους 2014, ανέρχεται σε 2/25 του μηνιαίου μισθού για κάθε 19 ημέρες διάρκειας της εργασιακής σχέσης (χωρίς να αφαιρούνται Σάββατα, Κυριακές ή εορτές, επομένως εν προκειμένω για το χρονικό διάστημα από Μ-2014 έως 30-5-2014 και από 19-7-2014 έως 31-12-2014 υπολογίζονται 8,89 διαστήματα 19 ημερών), ήτοι στο ποσό των (3.621,08 Χ 2/25 Χ 8,89) 2.575,34 ευρώ, ενώ η αναλογία του στο δώρο Χριστουγέννων του έτους 2015; ανέρχεται σε 774,98 ευρώ σύμφωνα με το αίτημα του. Κατ' ακολουθία όλων των ανωτέρω αποδειχθέντων ο ενάγων δικαιούται για την εργασία του στην εναγόμενη για όλα τα ανωτέρω συνολικά κονδύλια το ποσό των 138,684,25 + 4.231,05 + 4.512,63 + 2.523,19 + 3.621,08 + 2.575,34 + 774,98) 56.922,52 ευρώ. Περαιτέρω από τις προσκομιζόμενες από την εναγόμενη αποδείξεις προκύπτει ότι αυτή κατέβαλε στον ενάγοντα για το χρονικό διάστημα των υπηρεσιών του σε αυτή το συνολικό ποσό των 39.331,30 ευρώ, γεγονός που δεν αμφισβητείται ρητά από τον ενάγοντα και συνεπώς οφείλει στον ενάγοντα το ποσό των 17.591,22 νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής. Σύμφωνα με τις προαναφερθείσες παραδοχές το Εφετείο δέχθηκε ως κατ' ουσίαν βάσιμη την έφεση του ενάγοντος και εξαφανίζοντας την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, που είχε απορρίψει, ως ουσία αβάσιμη την αγωγή, δέχθηκε αυτήν εν μέρει, ως κατ' ουσία βάσιμη επιδικάζοντας στον ενάγοντα το προαναφερθέν ποσό. Με τον πρώτο λόγο της κρινόμενης αναίρεσης (άρθρο 559 αριθμ. 1 ΚΠολΔ) η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση με το να υπολογίσει τις αποδοχές του ενάγοντος για το χρονικό διάστημα από1/1/2015 έως και 13/6/2015 με βάση την ΣΣΝΕ πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων του έτους 2014, παρότι η ισχύς της συμβάσεως αυτής έληξε στις 31/12/2014 και ότι μετά την πάροδο τριμήνου από τη λήξη της, εφόσον δεν έχει συναφθεί νέα συλλογική σύμβαση εργασίας κυρωθείσα με απόφαση του αρμοδίου Υπουργού, από τους κανονιστικούς όρους της πιο πάνω σύμβασης, εξακολούθησαν να ισχύουν αποκλειστικά εκείνοι που αφορούν: α) το βασικό μισθό ή το βασικό ημερομίσθιο και β) τα επιδόματα ωρίμανσης, τέκνων, σπουδών και επικίνδυνης εργασίας, παραβίασε με την μη εφαρμογή τους τις διατάξεις των νόμων 1876/1990, 3845/2010, 3899/2010, 4024/2011, 4046/2012, 4093/2012, και ΠΥΣ 6/2012 οι οποίες ήταν εφαρμοστέες. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, ως αόριστος και συνεπώς, ως απαράδεκτος, διότι σε καμία περίπτωση δεν εξειδικεύονται οι συγκεκριμένες διατάξεις των πιο πάνω νόμων, που παραβιάσθηκαν. Σε κάθε περίπτωση ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος και ως αβάσιμος α) διότι το Εφετείο δέχθηκε, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση έγκυρη κατ' άρθρο 361 ΑΚ συμφωνία του ενάγοντος με την εναγομένη κατά την κατάρτιση καθεμιάς εργασιακής σύμβασης, σχετικά με την εφαρμογή σ' αυτές των κανονιστικού χαρακτήρα διατάξεων των ΣΣΝΕ για τα μέλη των πληρωμάτων των ακτοπλοϊκών - επιβατηγών πλοίων, οι οποίες ρυθμίσεις, έχουν πλέον καταστεί δεσμευτικές στις μεταξύ τους σχέσεις με συνέπεια να εφαρμόζεται επί των εργασιακών όρων και των αποδοχών του ενάγοντος ολοκλήρου του επιδίκου χρονικού διαστήματος, η αντίστοιχη ΣΣΝΕ του έτους 2014 η οποία κυρώθηκε με την ΥΑ 3535.1.5/1/2014 (ΦΕΚ Β’1664/24-6-2014) (ΑΠ 692/2014, ΑΠ 1706/1987) και β) της ΣΣΝΕ δεν εφαρμόζονται από τις 14/5/2012 οι διατάξεις της ΠΥΣ 6/2012, που αφορούν τις συλλογικές συμβάσεις στη Χερσαία και όχι στη ναυτική εργασία (ΑΠ 87/2000). Στη συνέχεια η προσβαλλόμενη Απόφαση περιέχει σαφείς και επαρκείς αιτιολογίες, όσον αφορά την κρίση της ότι οι αποδοχές του ενάγοντος είχαν συμφωνηθεί με την ατομική του σύμβαση ναυτικής εργασίας, με την παραπομπή του στις εκάστοτε ισχύουσες ΣΣΝΕ πληρωμάτων ακτοπλοϊκών - επιβατηγών πλοίων και ειδικότερα για τα έτη 2014 και 2015 από τη ΣΣΝΕ του έτους 2014, η υποχρέωση εφαρμογής της οποίας προέκυπτε από ειδικότερο έγκυρο όρο της ατομικής σύμβασης του ενάγοντος με συνέπεια ο πρώτος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμος κατά το σκέλος του με το οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ. Από τις διατάξεις των άρθρων 106, 237 παρ. 1, 335, 338, 339, 340, 346 και 524 παρ. 2 ΚΠολΔ συνάγεται ότι το δικαστήριο της ουσίας, προκειμένου να σχηματίσει την κρίση του για πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων, που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης υποχρεούται να λάβει υπόψη του όλα τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία παραδεκτά προσκόμισαν με επίκληση οι διάδικοι, διαφορετικά υποπίπτει στην πλημμέλεια που ιδρύει λόγω αναίρεσης από τον αριθμό 11γ του άρθρου 559 ΚΠολΔ. Ειδικότερα ο αναιρετικός λόγος ιδρύεται, όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν έλαβε υπόψη του έγκυρα αποδεικτικά μέσα, που οι διάδικοι επικαλέστηκαν και προσκόμισαν προς άμεση ή έμμεση απόδειξη ή ανταπόδειξη κρίσιμων γεγονότων ή ισχυρισμών που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, το οποίο θα ήταν διαφορετικό χωρίς τη σχετική παράλειψη (Ολ. ΑΠ 8/2016, Ολ. ΑΠ 2/2008 και Ολ. ΑΠ 42/2002). Τα αποδεικτικά μέσα που δεν λήφθηκαν υπόψη, παρότι ήταν παραδεκτά και νόμιμα, πρέπει να προσδιορίζονται στο αναιρετήριο και να αναφέρεται ότι έγινε επίκληση και παραδεκτή προσαγωγή τους στο δικαστήριο της ουσίας προς απόδειξη ή ανταπόδειξη κρίσιμου, κατά τα προεκτεθέντα ισχυρισμού, ο οποίος για την πληρότητα του αναιρετικού λόγου, πρέπει επίσης να εξειδικεύεται στο αναιρετήριο με παράλληλη αναφορά, ότι υπήρξε παραδεκτή επίκλησή του στο δικαστήριο της ουσίας (Ολ. ΑΠ 1990/1982, ΑΠ 1265/2017, ΑΠ 1409/2015). Το δικαστήριο έχει μεν υποχρέωση να αιτιολογήσει την απόφασή του να αναφέρει δηλαδή τους λόγους που το οδήγησαν στο σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης, όχι όμως και να κάνει ειδική μνεία καθενός από τα αποδεικτικά μέσα, που επικαλέστηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι για άμεση ή έμμεση απόδειξη (ΑΠ 1432/2018, ΑΠ 255/2018 και ΑΠ 1622/2010). Στην προκειμένη περίπτωση η αναιρεσείουσα με το δεύτερο λόγο της αίτησής της από τους αριθμούς 11γ και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη Απόφαση στερείται νόμιμης βάσης, λόγω αντιφατικών αιτιολογιών σχετικά με την εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα του πίνακα ωρών εργασίας του αναιρεσιβλήτου, τον οποίο με επίκληση προσκόμισε στο Εφετείο, που αφορά το κρίσιμο ζήτημα της πρόσθετης υπερωριακής εργασίας του αναιρεσιβλήτου, τον οποίο όμως ουδόλως έλαβε υπόψη και έτσι κατέληξε σε βλαπτικό για την αναιρεσείουσα πόρισμα, επιδικάζοντας στον αναιρεσίβλητο αμοιβή υπερωριακής εργασίας για 538,5 ώρες ανερχόμενη στο συνολικό ποσό των 4.512,63 ευρώ. Ο προβαλλόμενος λόγος είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι από την υπάρχουσα βεβαίωση στη προσβαλλόμενη απόφαση του Εφετείου, ότι για τον σχηματισμό του ως άνω αποδεικτικού του πορίσματος έλαβε υπόψη εκτός των άλλων και όλα τα έγγραφα, που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι αλλά και από το σκεπτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως καθίσταται απολύτως βέβαιο ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε με τις λοιπές αποδείξεις το συγκεκριμένο έγγραφο, το οποίο είχε επικαλεσθεί και προσκομίσει η αναιρεσείουσα παραδεκτά με τις προτάσεις της, τόσο ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, όσο και ενώπιον του Εφετείου και κατέληξε σε διαφορετικό, μη αρεστό στην αναιρεσείουσα πόρισμα, το οποίο εκτίθεται με σαφήνεια πειστικότητα και κατά λογική ακολουθία στην αναιρεσιβαλλομένη απόφαση αλλά και χωρίς αντιφάσεις. Επιπροσθέτως η αναιρεσείουσα αναφέρει ότι ο συγκεκριμένος πίνακας ωρών εργασίας αιτιολογήθηκε εσφαλμένα και παραγνωρίστηκε η αποδεικτική του αξία. Όμως οι προσβαλλόμενες αιτιάσεις της αναιρεσείουσας αποτελούν ουσιαστικές εκ μέρους της προσεγγίσεις, εκτιμώντας αυτή διαφορετικά το συγκεκριμένο αποδεικτικό μέσο του πίνακα ωρών εργασίας του αναιρεσίβλητου, απαραδέκτως όμως σύμφωνα με το άρθρο 561 παρ. 1 του ΚΠολΔ. Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έσφαλε, συμπεριλαμβάνοντας κατά τον υπολογισμό των επιδομάτων των εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα την αμοιβή της υπερωριακής εργασίας. Ότι δεν συμπεριλαμβάνονται, στις πιο πάνω αποδοχές η αμοιβή για μη νόμιμη υπερωριακή απασχόληση καθώς και η αμοιβή για την εργασία κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές, έστω και αν παρέχονται σταθερά και μόνιμα, αφού δεν αποτελούν τακτικό μισθό. Ειδικότερα στην 70109/8008/14-12-1982 απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας "περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων, εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενουςναυτικούς" (ΦΕΚ Β’ 1/7-1-1982), σε συνδυασμό με το άρθρο 14 της ΣΣΝΕ πληρωμάτων επιβατηγών - ακτοπλοϊκών πλοίων, ορίζεται ότι για τον υπολογισμό των προαναφερθέντων επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των τακτικών αποδοχών του ναυτικού, επιπροσθέτως δε ορίζεται ότι "σαν τακτικές αποδοχές προσδιορίζονται ενδεικτικά εκείνες, που έχουν κριθεί από τη νομολογία, όπως: α) η προσαύξηση της νόμιμης και τακτικής εργασίας κατά τις Κυριακές, εφόσον δίνεται στο μισθωτό σταθερά και μόνιμα σαν τακτικό αντάλλαγμα για την παροχή εργασίας τακτικά κάθε μήνα, β) η αμοιβή που καταβάλλεται από τον εργοδότη στο μισθωτό για νόμιμη υπερωριακή εργασία. Εφόσον η υπερωριακή αμοιβή για παροχή υπερωριακής εργασίας δεν καταβάλλεται υπό μορφή επιδόματος παγίως και τακτικώς κατά μήνα υπολογίζεται κατά μέσο όρο, αν κατά τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα καταβάλλεται τακτικώς, γ) το επίδομα αδείας και οι λοιπές παροχές”. Επομένως η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ορθά έκρινε και το νόμο εφάρμοσε, ενώ ο παρών λόγος αναίρεσης με τον οποίο προσάπτεται σ' αυτή η αναιρετική πλημμέλεια από το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Ο ίδιος λόγος αναίρεσης κατά το σκέλος του με το οποίο προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η αναιρετική πλημμέλεια από το άρθρο 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ είναι απορριπτέος ως αόριστος και συνεπώς απαράδεκτος, εφόσον δεν εξειδικεύεται στο δικόγραφο της αιτήσεως αναιρέσεως η πλημμέλεια του δικαστηρίου της ουσίας, αν δηλαδή πρόκειται για παντελή έλλειψη αιτιολογίας ή ποιες είναι οι ανεπάρκειες ή οι αντιφάσεις που προσάπτονται στην αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης (Ολ. ΑΠ 20/2005). Κατ' ακολουθίαν των προαναφερθέντων, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης προς έρευνα, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου, που κατέθεσε προτάσεις και ζητεί την καταδίκη αυτή (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την με αριθμό κατάθεσης …/24-9-2020 αίτηση αναιρέσεως της 126/2020 αποφάσεως του Μονομελούς Εφετείου Δωδεκανήσου.
Επιβάλλει σε βάρος της αναιρεσείουσας τα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων οκτακοσίων (1.800) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 8 Απριλίου 2022.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 27 Μαΐου 2022.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ