Αριθμός 984/2022
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
B1’ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους δικαστές, Δήμητρα Κοκοτίνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Αρετή Παπαδιά, Πελαγία Ακάσογλου, Δήμητρα Ζώη και Ιωάννα Μαργέλλου-Μπουλταδάκη, αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο κατάστημά του, την 12η Ιανουαρίου 2021, με την παρουσία και της γραμματέως Ελένης Τσιουρή, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: ..., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, που εδρεύει στην ... και παραστάθηκε δια δηλώσεως (ΚΠολΔ 242 παρ.2) του πληρεξουσίου δικηγόρου Χρυσόστομου Χήτου-Κιάμου, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
Των αναιρεσίβλητων: 1) Μ. Λ. του Β., 2) Ε. Τ. του Κ. και 3) Μ. Α. του Σ., όλων κατοίκων …., που παραστάθηκαν δια δηλώσεως (ΚΠολΔ 242 παρ.2) του πληρεξουσίου δικηγόρου Δημητρίου Βαλαβάνη, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 26-10-2007 αγωγή των ήδη αναιρεσίβλητων, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν η 1014/2009 οριστική απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και, κατόπιν ασκήσεως εφέσεως, η 941/2016 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας, ζητεί ο αναιρεσείων με την από 4-6-2018 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Εισηγητής ορίσθηκε η αρεοπαγίτης Πελαγία Ακάσογλου.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Το άρθρο 564 παρ.3 ΚΠολΔ, όπως ισχύει από 1.1.2016 [άρθρο 1 - άρθρα τρίτο και ένατο παράγραφοι 2 και 4 ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α. 87 / 23.7.2015)], ορίζει ότι "3.- Αν η απόφαση δεν επιδόθηκε, η προθεσμία της αναίρεσης είναι δύο (2) έτη και αρχίζει από τη δημοσίευση της απόφασης, που περατώνει τη δίκη”. Το ίδιο άρθρο 564 παρ.3 ΚΠολΔ, όπως ίσχυσε πριν από το ν. 4335/2015, όριζε ότι "Αν η απόφαση δεν επιδόθηκε, η προθεσμία της αναίρεσης είναι τρία χρόνια και αρχίζει από τη δημοσίευση της απόφασης, που περατώνει τη δίκη”. Περαιτέρω, ορίζουν, το άρθρο 564 παρ.1 ΚΠολΔ ότι "1.- Αν ο αναιρεσείων διαμένει στην Ελλάδα, η προθεσμία της αναίρεσης είναι τριάντα ημέρες και αρχίζει από την επίδοση της απόφασης”, το άρθρο 577 παράγραφοι 1 και 2 ΚΠολΔ ότι "1.- Το δικαστήριο πρώτα συζητεί για το παραδεκτό της αναίρεσης. 2.- Αν η αναίρεση δεν ασκήθηκε νόμιμα ή αν λείπει κάποια προϋπόθεση για να είναι παραδεκτή, ο Άρειος Πάγος την απορρίπτει και αυτεπαγγέλτως" και το άρθρο 570 παρ.1 ΚΠολΔ ότι "1.- Οι διάδικοι δεν είναι υποχρεωμένοι να καταθέσουν προτάσεις, εκτός αν προβάλλονται ενστάσεις ως προς το παραδεκτό και το εμπρόθεσμο της αίτησης της αναίρεσης και των πρόσθετων λόγων. Οι διάδικοι καταθέτουν τις προτάσεις τους είκοσι τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο”. Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 13 παρ.2, 18, 24 και 25 ΕισΝΚΠολΔ, προκύπτουν τα εξής: Για απόφαση, που δημοσιεύθηκε μετά την 1.1.2016, χωρίς να επιδοθεί, η καταχρηστική προθεσμία της αναιρέσεως είναι δύο έτη, ενώ για απόφαση, που δημοσιεύθηκε πριν από την 1.1.2016, χωρίς να επιδοθεί, εξακολουθεί και μετά την 1.1.2016 να ισχύει η τριετής καταχρηστική προθεσμία της αναιρέσεως (ΑΠ ολ. πλ. 10/2018). Αν μέσα στην καταχρηστική προθεσμία (των δύο ή τριών ετών) αναιρέσεως συντελεσθεί η επίδοση της αποφάσεως, η προθεσμία της αναιρέσεως, αν ο αναιρεσείων διαμένει στην Ελλάδα, είναι πλέον η γνήσια των τριάντα ημερών και αρχίζει από την επίδοση της αποφάσεως (ΑΠ 628/1998). Το εμπρόθεσμο της ασκήσεως αναιρέσεως αποτελεί προϋπόθεση για το παραδεκτό της και ο Άρειος Πάγος το εξετάζει αυτεπαγγέλτως από τα διαδικαστικά έγγραφα της δίκης [άρθρο 561 παρ.2 ΚΠολΔ] ή (και) κατ' ένσταση, με βάση τα αποδεικτικά έγγραφα. Αν ο αναιρεσίβλητος προτείνει σχετική ένσταση με τις έγγραφες προτάσεις του, που έχει καταθέσει είκοσι τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο, ο Άρειος Πάγος οφείλει να τη λάβει υπ' όψη και να αποφανθεί σχετικώς (ΑΠ ολ. 412/1981, ΑΠ 548/2019, ΑΠ 972/2018, ΑΠ 1684/2014, ΑΠ 104/2008). Η αναίρεση που ασκήθηκε εκπροθέσμως απορρίπτεται ως απαράδεκτη (ΑΠ 1471/2017). Εξ άλλου, το κ.δ. της 26 Ιουνίου / 10 Ιουλίου 1944 "Περί Κώδικος των νόμων περί δικών του δημοσίου / Γενικαί Διατάξεις" (ΦΕΚ Α. 139), το οποίο ισχύει και μετά την εισαγωγή του ΚΠολΔ [άρθρο 50 παρ.3 ΕισΝΚΠολΔ], ορίζει, στο άρθρο 11 εδ. (α) -και όπως το άρθρο 11 εδ. (α) αντικαταστάθηκε από το άρθρο 12 ν. 3514/2006 (ΦΕΚ Α. 266 / 6.12.2006) και ισχύει, κατά το άρθρο 14 ν. 3514/2006, από 20.12.2006- ότι: "Σε όλες τις δίκες του Δημοσίου, κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών, ουδεμία απολύτως τρέχει προθεσμία είτε εις βάρος του Δημοσίου είτε εις βάρος των άλλων διαδίκων ούτε για την υπό τούτων ως τρίτων άσκηση δηλώσεων ούτε για την έγερση αγωγών, παρεμβάσεων και προσεπικλήσεων ούτε τέλος για την άσκηση οποιουδήποτε ένδικου μέσου ή εξέταση μαρτύρων. Κάθε προθεσμία, η οποία έχει αρχίσει προ των διακοπών καθώς και η εξέταση των μαρτύρων αναστέλλονται κατά τη διάρκεια των διακοπών" (ΑΠ 486/2016). Κατά το άρθρο 11 παράγραφοι 1 και 2 ν. 1756/1988 (ΦΕΚ Α. 35) δε, "1.- Το δικαστικό έτος αρχίζει στις 16 Σεπτεμβρίου και λήγει στις 15 Σεπτεμβρίου του επόμενου έτους. 2.- Οι δικαστικές διακοπές αρχίζουν την 1 Ιουλίου και λήγουν στις 15 Σεπτεμβρίου”. Η προηγούμενη διάταξη του άρθρου 11 κ.δ. της 26 Ιουνίου /10 Ιουλίου 1944 εφαρμόζεται και επί Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοικήσεως / ο.τ.α., κατά το άρθρο 4 παρ.1 ν.δ. 31/1968 (ΦΕΚ Α. 281). Η καταχρηστική προθεσμία (των δύο ή τριών ετών) της αναιρέσεως θεσπίσθηκε από τον νομοθέτη για να περατώνονται οι δίκες σε σχετικώς εύλογο χρονικό διάστημα έτσι, στην προθεσμία αυτή (καταχρηστική) υπάγονται και όλες οι υποθέσεις στις οποίες διάδικος είναι και ο.τ.α. και δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 11 κ.δ. της 26 Ιουνίου / 10 Ιουλίου 1944 (ΑΠ πλ. 1239/1995). Τέλος, η καταχρηστική προθεσμία (των δύο ή τριών ετών) αναιρέσεως τρέχει και κατά το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου, αφού το άρθρο 564 παρ.3 ΚΠολΔ, όπως ισχύει και ίσχυσε, δεν περιλαμβάνεται στο άρθρο 147 παρ.2 ΚΠολΔ.
Υπόκειται προς κρίση, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, η από 4.6.2018 [Γ.Α.Κ. 54941 / Ε.Α.Κ. 90 / 7.6.2018 - Πρωτοδικείο Αθηνών] αίτηση αναιρέσεως του αναιρεσείοντος ο.τ.α. “...”, που νομίμως εκπροσωπείται και εδρεύει στη ..., ως καθολικού διαδόχου των πρώην ... νομού ... νομού Αττικής [άρθρα "μόνο" π.δ. 71/2017 (ΦΕΚ Α. 104 / 26.7.2017), 1 παράγραφοι 1 και 2 (5.1 / Α.1), 283 παρ.1 ν. 3852/2010 (ΦΕΚ Α. 87 / 7.6.2010)] κατά των αναιρεσιβλήτων Μ. Λ., Ε. Τ. και Μ. Α., κατοίκων …... Με αυτή, προσβάλλεται η 941/2016 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία δημοσιεύθηκε στις 11.4.2016, αντιμωλία των διαδίκων, επί των αντιθέτων εφέσεων (i).- από 28.10.2009 των εκκαλουσών - ήδη αναιρεσιβλήτων και (ii).- από 2.11.2009 του εκκαλούντος ο.τ.α. “...” - ήδη αναιρεσείοντος. Εκκαλούμενη ήταν η 1014/2009 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, που δημοσιεύθηκε στις 30.6.2009, αντιμωλία των διαδίκων, επί της από 26.10.2007 αγωγής των εναγουσών - ήδη αναιρεσιβλήτων κατά του εναγομένου ο.τ.α “...” - ήδη αναιρεσείοντος. Πρωτοδίκως, με την 1014/2009 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, η αγωγή έγινε μερικώς δεκτή στην ουσία. Κατ' έφεση, με την 941/2016 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, οι αντίθετες εφέσεις συνεκδικάσθηκαν, έγινε τυπικά δεκτή και απορρίφθηκε στην ουσία η από 2.11.2009 έφεση, ενώ έγινε δεκτή, τυπικά και στην ουσία, η από 28.10.2009 έφεση στη συνέχεια, εξαφανίσθηκε στο σύνολο η 1014/2009 πρωτόδικη απόφαση, κρατήθηκε η υπόθεση και η αγωγή έγινε μερικώς δεκτή στην ουσία. Στους πρώτο και δεύτερο βαθμούς δικαιοδοσίας, η υπόθεση εκδικάσθηκε κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών [άρθρα 663 - 676 ΚΠολΔ, όπως ίσχυσαν πριν από το άρθρο 1 - άρθρο τέταρτο ν. 4335/2015, ισχύον για την ειδική αυτή διαδικασία από 1.1.2016, κατά το άρθρο 1 - άρθρο ένατο ν. 4335/2015]. Η αίτηση αναιρέσεως ασκήθηκε ως άνω στις 7.6.2018 [άρθρο 495 παρ.1ΚΠολΔ]. Κατά την άσκησή της, δηλ. όταν κατατέθηκε στις 7.6.2018 στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Αθηνών, η καταχρηστική διετής προθεσμία από τη δημοσίευση στις 11.4.2016 της 941/2016 αποφάσεως είχε συμπληρωθεί [άρθρα 144, 145 παρ.1 ΚΠολΔ], ήτοι συμπληρώθηκε στις 11.4.2018. Η (νόμιμη) επίδοση στον αναιρεσείοντα, με την επιμέλεια των αναιρεσιβλήτων, της 941/2016 αποφάσεως συντελέσθηκε για πρώτη φορά στις 11.5.2018 (βλ. 16029 / 11.5.2018 έκθεση επιδόσεως του αρμοδίου δικαστικού επιμελητή Εφετείου Αθηνών, με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνών Κοσμά Γ. Μήτση), δηλ. μετά τη συμπλήρωση της διετούς καταχρηστικής προθεσμίας. Εξ αιτίας του ότι η ως άνω επίδοση της 941/2016 αποφάσεως δεν συντελέσθηκε μέσα στη διετή καταχρηστική προθεσμία της αναιρέσεως, δεν ισχύει η γνήσια προθεσμία των τριάντα (30) ημερών, που αρχίζει από την επίδοση της αποφάσεως. Έτσι, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη, η αίτηση αναιρέσεως ασκήθηκε εκπροθέσμως. Εν όψει τούτων, η "ένσταση απαραδέκτου της αιτήσεως αναιρέσεως, ως εκπρόθεσμης”, που οι αναιρεσίβλητες προβάλλουν, με τις από 21.12.2020 νόμιμες έγγραφες προτάσεις τους, κατατεθείσες στις 22.12.2020 [άρθρο 570 παρ.1 ΚΠολΔ], είναι βάσιμη (βλ. σχετική σημείωση επί των προτάσεων του αρμοδίου Γραμματέως του Αρείου Πάγου. Μετά ταύτα, η αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη [άρθρο 577 παράγραφοι 1 και 2 ΚΠολΔ].
Ο αναιρεσείων, ως ηττηθείς, πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, οι οποίες ως άνω κατέθεσαν προτάσεις, κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημα αυτών [άρθρα 106, 176, 183, 191 παρ.2 ΚΠολΔ], μειωμένα κατά το μέτρο του άρθρου 281 παρ.2 ν. 3463/2006 "Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων" (ΦΕΚ Α. 114 / 8.6.2006). Ειδικότερα, τα δικαστικά έξοδα ορίζονται στο συνολικό ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ και οι αναιρεσίβλητες δικαιούνται αυτά κατ' ίσο μέρος (600 ευρώ : 3) σύμφωνα με το άρθρο 480 ΑΚ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει, ως απαράδεκτη, την από 4.6.2018 αίτηση για αναίρεση της 941/2016 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που δίκασε ως εφετείο.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, που ορίζει στο συνολικό ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ. ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 06 Απριλίου 2021 .
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ (Και ταύτης αποχωρησάσης από την Υπηρεσία, η αρχαιότερη της συνθέσεως Αρεοπαγίτης)
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 06 Ιουνίου 2022.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ