Απόφαση

Αριθμός 910/2022
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Δ’ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωστούλα Φλουρή - Χαλεβίδου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ευστάθιο Νίκα, Μαρία Βάρκα, Άννα Αγγελάτου - Βασιλείου και Αθανάσιο Τσουλό, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 14 Ιανουαρίου 2022, με την παρουσία και του Γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: ..., που εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, που κατοικοεδρεύει στην …..και εν προκειμένω και από τον Γενικό Γραμματέα της ..., που κατοικοεδρεύει στην ..., το οποίο εκπροσωπήθηκε από την Μαρία Βασιλείου - Τρύφων, Πάρεδρο ΝΣΚ, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, που δεν κατέθεσε προτάσεις.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Γ. Σ. του Δ. (ΚΠ 138001), που δεν παραστάθηκε, 2) Δ. Σ. του Γ., κατοίκου ... (ΚΠ 138001), 3) Θ. συζ. Γ. Σ., το γένος ..., κατοίκου ... (ΚΠ 138001), 4) Μ. Κ. του Ι., κατοίκου ... (ΚΠ 138002, 138007), 5) Μ. Λ. του Α., συζ. Ι. Κ., κατοίκου ... (ΚΠ 138002, 138007), 6) Χ. Α. του Ε., 7) Γ. Α. του Χ., 8) Μ. Α. του Χ., κατοίκων ... (ΚΠ 138003, 138006), 9) Ν. Τ. του Δ. (ΚΠ 138004, 138005), που δεν παραστάθηκε, 10) Π. Τ. του Ν., κατοίκου ... (ΚΠ 138004, 138005), 11) Δ. Τ. του Ν., κατοίκου ... (ΚΠ 138004, 138005) και 12) Ε. Τ. του Ν., κατοίκου ... (ΚΠ 138004, 138005), εκ των οποίων οι 2ος, 3η, 6ος, 7ος και 8ος εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Γεώργιο Γκεσούλη, που δήλωσε στο ακροατήριο ότι: α) ανακαλεί την από 7-1-2022 δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και παρίσταται και β) ο Γ. Σ. του Δ. (1ος ως άνω) απεβίωσε στις 23-6-2017 και τη βιαίως διακοπείσα δίκη συνεχίζει ο εκ διαθήκης νόμιμος κληρονόμος του Δ. Σ. του Γ. (2ος ως άνω), εκπροσωπούμενος από τον ίδιο, οι 5η, 10ος, 11η και 12η εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Χ. Π., που δήλωσε στο ακροατήριο ότι: α) ανακαλεί την από 11-1-2022 δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και παρίσταται και β) ο Ν. Τ. του Δ. (9ος ως άνω) απεβίωσε πριν την άσκηση της αιτήσεως αναιρέσεως, ενώ η 4η δεν παραστάθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 26-7-2013 αίτηση καθορισμού οριστικής τιμής μονάδος αποζημίωσης απαλλοτρίωσης του ήδη αναιρεσείοντος (μετά την έκδοση της 84/2013 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου ... που καθόρισε προσωρινή τιμή μονάδος αποζημίωσης), που κατατέθηκε στο Τριμελές Εφετείο Δυτικής Στερεάς Ελλάδος και συνεκδικάστηκε με τις διά των προτάσεων παρεμβάσεις - ανταιτήσεις των εκ των καθ' ων παρισταμένων.
Εκδόθηκε η 8/2016 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Δυτικής Στερεάς Ελλάδος, την αναίρεση της οποίας ζητεί το αναιρεσείον με την από 3-1-2017 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, με Εισηγητή τον Αρεοπαγίτη Αθανάσιο Τσουλό, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Οι πληρεξούσιοι των παραστάντων αναιρεσιβλήτων ζήτησαν την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την προσκομιζόμενη και επικαλούμενη από το αναιρεσείον υπ` αριθμ. …/12-3-2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Μεσολλογίου Κ. Κ. προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αίτησης για αναίρεση της υπ' αριθμ. 8/2016 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Δυτικής Στερεάς Ελλάδος, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την προκείμενη δικάσιμο επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα από το αναιρεσείον, το οποίο επισπεύδει την συζήτηση, στη τέταρτη των αναιρεσιβλήτων. Η εν λόγω όμως αναιρεσίβλητη, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, δεν εμφανίστηκε, ούτε έλαβε μέρος με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο στην συζήτηση αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε με την σειρά της από το οικείο πινάκιο.
Συνεπώς, παρά την απουσία της, το Δικαστήριο πρέπει να προχωρήσει στην συζήτηση της υπόθεσης (άρθρο 576 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δικ.).
Η υπό κρίση αίτηση αναίρεσης κατά της υπ' αριθμ. 8/2016 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Δυτικής Στερεάς Ελλάδος, με την οποία καθορίσθηκε οριστική τιμή μονάδος για την απαλλοτριωθείσα, δυνάμει της υπ' αριθμ. 1075802/2576/Δ0010/15-6-2011 κοινής υπουργικής απόφασης Υφυπουργών οικονομικών και Υποδομών, μεταφορών και Δικτύων, για λόγους δημόσιας ωφέλειας, έκταση εμβαδού 6.632,70 τ.μ και τα επικείμενά της, στην περιοχή ..., έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553, 556, 558, 566 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ, 22 ν. 2882/2001), είναι, επομένως, παραδεκτή (άρθρα 577 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δικ.) και πρέπει, συνεπώς, να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των προβαλλόμενων λόγων της (άρθρο 577 παρ. 3 του Κ.Πολ.Δικ.) ως προς τους λοιπούς, πλην των τέταρτης και έκτου των αναιρεσιβλήτων, ως προς τους οποίους είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, διότι ως προς αυτούς η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι οριστική (και εντεύθεν δεκτική αναιρέσεως, κατ' αρθρο 553 ΚΠολΔ), αφού είχε κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση λόγω μη νομότυπης κλήτευσής τους (ΑΠ 1619/09, ΑΠ 989/09).
Περαιτέρω σημειώνεται ότι αποβιώσαντος του ενάτου των αναιρεσιβλήτων Ν. Τ., την 3/12/2016, (ως προκύπτει από το Δ.Υ 14.01.2022 απόσπασμα της σχετικής ληξιαρχικής πράξης θανάτου του ληξιαρχείου ...), δηλ. προ της κατάθεσης της αναίρεσης, που έλαβε χώρα την 5/1/2017, και δεδομένου ότι εξ ουδενός στοιχείου προέκυψε ότι του γεγονότος αυτού τελούσε σε γνώση το αναιρεσείον, χωρεί πλέον νόμιμα η συζήτηση με τους εξ αδιαθέτου κληρονόμους, τέκνα του, ήδη δέκατο, ενδέκατη και δωδέκατη των αναιρεσιβλήτων (ως προκύπτει από το υπ' αριθμ. πρωτ. ... πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών του ...), στην θέση του (ΑΠ 2211/2014, ΑΠ 562/2017, ΑΠ 617/2019). Προσέτι και ο πρώτος των αναιρεσιβλήτων Γ. Σ. απεβίωσε την 23-6-2017, και την εντεύθεν βιαίως διακοπείσα δίκη συνεχίζει ο μοναδικός εκ διαθήκης κληρονόμος του δεύτερος των αναιρεσιβλήτων Δ. Σ. (η κληρονομική ιδιότητα του οποίου δεν αμφισβητείται από το αναιρεσείον) κατόπιν νομότυπης επανάληψής της, με σχετική γνωστοποίηση δια προφορικής δηλώσεως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, που καταχωρίστηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδριάσεως, από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Γκεσούλη. Κατά το άρθρο 17 παρ. 2 του Συντάγματος, όπως ισχύει μετά την αναθεώρησή του, "κανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του, παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια που έχει αποδειχθεί με τον προσήκοντα τρόπο, όταν και όπως ο νόμος ορίζει και πάντοτε αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωση, που να ανταποκρίνεται στην αξία την οποία είχε το απαλλοτριούμενο κατά το χρόνο της συζήτησης στο δικαστήριο για τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης. Αν ζητηθεί απευθείας ο οριστικός προσδιορισμός της αποζημίωσης, λαμβάνεται υπόψη η αξία κατά το χρόνο της σχετικής συζήτησης στο δικαστήριο. Αν η συζήτηση για τον οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης διεξαχθεί μετά την παρέλευση έτους από τη συζήτηση για τον προσωρινό προσδιορισμό, τότε για τον προσδιορισμό της αποζημίωσης λαμβάνεται υπόψη η αξία κατά το χρόνο της συζήτησης για τον οριστικό προσδιορισμό”. Κατά την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου "η ενδεχόμενη μεταβολή της αξίας του απαλλοτριουμένου μετά τη δημοσίευση της πράξης απαλλοτρίωσης και μόνο εξαιτίας της, δεν λαμβάνεται υπόψη”. Οι διατάξεις αυτές του Συντάγματος ουσιαστικά επαναλαμβάνονται και στο άρθρο 13 παρ. 1 και 2 του ν. 2882/2001 (ΚΑΑΑ), όπως ισχύει μετά το ν. 2985/2002, που εφαρμόζεται από 1-1-2002, όπου επιπλέον, χωρίς αντίθεση με τις προηγούμενες διατάξεις, ορίζεται και ότι "ως κριτήριο για την εκτίμηση της αξίας του απαλλοτριωμένου ακινήτου λαμβάνεται υπόψη και η αξία που έχουν κατά τον κρίσιμο χρόνο παρακείμενα και ομοειδή ακίνητα, καθώς και η πρόσοδος του απαλλοτριωμένου" (παρ. 1 εδάφιο τελευταίο) και "ενδεχόμενη μεταβολή της αξίας του απαλλοτριωμένου μετά τη δημοσίευση της πράξης απαλλοτρίωσης και μόνο εξαιτίας της δεν λαμβάνεται υπόψη. Επίσης δεν υπολογίζεται ανατίμηση προερχόμενη από ενέργειες του ιδιοκτήτη στο απαλλοτριούμενο, που έγιναν μετά την οριζόμενη από το άρθρο 3 ανακοίνωση της απαλλοτρίωσης και μόνο εξαιτίας αυτής”. Περαιτέρω, με το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης, για την προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (ΕΣΔΑ), που κυρώθηκε (μαζί με τη Σύμβαση) με το ν.δ. 57/1974 και έχει αυξημένη έναντι των κοινών νόμων ισχύ (άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος), ορίζεται ότι "κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του. Κανένας δεν μπορεί να στερηθεί της περιουσίας του, ειμή διά λόγους δημόσιας ωφέλειας και υπό τους προβλεπόμενους από το νόμο και τις γενικές αρχές του διεθνούς δικαίου όρους. Οι προαναφερόμενες διατάξεις δεν θίγουν το δικαίωμα κάθε κράτους να θέσει σε ισχύ νόμους τους οποίους ήθελε κρίνει αναγκαίους για ρύθμιση της χρήσεως αγαθών σύμφωνα με το δημόσιο συμφέρον ή για εξασφάλιση της καταβολής φόρων ή άλλων διαφορών ή προστίμων”. Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι για τον υπολογισμό της αξίας των απαλλοτριωμένων ακινήτων λαμβάνεται υπόψη η αξία αυτών κατά τον χρόνο συζητήσεως για τον οριστικό προσδιορισμό στο Εφετείο, αν η συζήτηση αυτή διεξαχθεί μετά από ένα έτος από την συζήτηση για τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημιώσεως. Εν όψει των ανωτέρω και σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 111, 223, 224 και 281 του Κ.Πολ.Δ κρίσιμος χρόνος για τον υπολογισμό της αξίας του απαλλοτριουμένου ακινήτου σε περίπτωση που έχει παρέλθει έτος από την συζήτηση για τον προσωρινό προσδιορισμό είναι ο χρόνος της συζητήσεως, που θεωρείται εκείνη, κατά την οποία εκφωνήθηκε η υπόθεση και άρχισε η εκδίκασή της, ανεξάρτητα από το αν αυτή είναι η αρχικώς ορισθείσα προς συζήτηση ή μεταγενέστερη που προσδιορίστηκε μετά από αναβολή ή ματαίωση (Ολ.ΑΠ 27/2007, ΑΠ 1123/2009 ΑΠ 1555/2017). Διαφορετική είναι η περίπτωση κατά την οποία το Δικαστήριο, μετά την συζήτηση της υποθέσεως διατάσσει την διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, κατ' άρθρο 20 παρ. 7 του ν. 2882/2001. Στην περίπτωση αυτή το αντικείμενο της αποδεικτικής διαδικασίας και της δικαστικής έρευνας παγιοποιείται κατά την συζήτηση, μετά την οποία εκδίδεται η διατάσσουσα πραγματογνωμοσύνη απόφαση και γι' αυτό γίνεται δεκτό ότι κρίσιμος χρόνος υπολογισμού της αξίας είναι αυτός της συζητήσεως πριν από την πραγματογνωμοσύνη και όχι μετά από αυτήν (Ολ.ΑΠ 14/2011, ΑΠ 1061/2013, ΑΠ 76/2012). Εξάλλου, ο αναιρετικός λόγος από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ., για παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, ιδρύεται και όταν το δικαστήριο προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή ή μη υπαγωγή των πραγματικών διαπιστώσεών του στο εννοιολογικό περιεχόμενο του κανόνα αυτού δικαίου.
Στην προκειμένη περίπτωση από την επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων προκύπτει ότι μετά από αίτηση του αναιρεσείοντος ... ορίστηκε η προσωρινή τιμή μονάδος αποζημιώσεως για τα απαλλοτριωθέντα με την επικαλούμενη κ.υ.α ακίνητα με την 84/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Μεσολογγίου, με κρίσιμο χρόνο την 24.1.2013 και ότι η αίτηση για τον οριστικό προσδιορισμό της αποζημιώσεως προσδιορίστηκε αρχικά για την δικάσιμο της 8.4.2014 και μετά δεύτερη αναβολή για την δικάσιμο της 10.11.2015. Αμφότερες οι ορισθείσες ως άνω δικάσιμοι απέχουν πλέον του έτους από τον κρίσιμο χρόνο του προσωρινού προσδιορισμού, επομένως, το Εφετείο ορθώς έκρινε ότι κρίσιμος χρόνος για τον οριστικό προσδιορισμό της αποζημιώσεως είναι αυτός της συζητήσεως της αιτήσεως οριστικού προσδιορισμού. Όμως το Εφετείο ως τέτοιο χρόνο έκρινε τον χρόνο της αρχικά ορισθείσας δικασίμου (8.4.2014), κατά την οποία η υπόθεση αναβλήθηκε για την 9-12-2014 και εν συνεχεία για την 10-11-2015 πριν ξεκινήσει η συζήτηση, και όχι τον χρόνο της δεύτερης μετ' αναβολή δικασίμου (10.11.2015), κατά την οποία άρχισε και ολοκληρώθηκε η εκδίκαση της υποθέσεως. Το αναιρεσείον, με τον πρώτο λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως προσάπτει στην προσβαλλομένη απόφαση την πλημμέλεια από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ, με την αιτίαση ότι εσφαλμένα ερμήνευσε και εφήρμοσε τις ανωτέρω ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 2882/2001 με το να θεωρήσει ως κρίσιμο χρόνο για τον οριστικό προσδιορισμό της αποζημιώσεως εκείνον της αρχικά ορισθείσας δικασίμου (8.4.2014) και όχι τον χρόνο της μετά δεύτερη αναβολή δικασίμου (10.11.2015). Ο λόγος αυτός κρίνεται, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, βάσιμος και πρέπει να γίνει δεκτός, παρελκούσης μετά ταύτα της έρευνας του δευτέρου αναιρετικού λόγου, από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ, που αφορά επίσης στο καθορισμό οριστικής τιμής μονάδας αποζημιώσεως, και καλύπτεται από την αναιρετική εμβέλεια του ως άνω λόγου που έγινε δεκτός.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει, μετ' απόρριψη της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης ως απαράδεκτης για τους τέταρτη και έκτο των αναιρεσιβλήτων, ακολούθως κατά παραδοχή του προαναφερθέντος πρώτου λόγου της, να αναιρεθεί, ως προς τους λοιπούς αναιρεσίβλητους, η προσβαλλομένη απόφαση. Στη συνέχεια πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση, κατά το αναιρούμενο μέρος της, στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους Δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί το αναιρεσείον Ελληνικό Δημόσιο, λόγω της ήττας του, στην δικαστική δαπάνη του έκτου των αναιρεσιβλήτων, κατά το νόμιμο αίτημα του τελευταίου, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις (άρθρα 176, 183, 189 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.), και οι λοιποί αναιρεσίβλητοι στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσείοντος, που δεν κατέθεσε προτάσεις, μειωμένων όμως σε αμφότερες τις περιπτώσεις, κατ' άρθρο 22 παρ. 1 του ν. 3693/1957, που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 παρ. 18 Εισ.Ν.Κ.Πολ.Δ., 5 παρ. 12 του Ν. 1738/1967 και 2 της ΥΑ 134423/1992 (Οικονομικών και Δικαιοσύνης).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την αναίρεση ως προς τους τέταρτη και έκτο των αναιρεσιβλήτων.
Καταδικάζει το αναιρεσείον Ελληνικό Δημόσιο στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του έκτου αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.
Αναιρεί την υπ' αριθμ. 8/2016 οριστική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Δυτικής Στερεάς Ελλάδας, ως προς τους λοιπούς, πλην της τέταρτης και έκτου των αναιρεσιβλήτων.
Παραπέμπει την υπόθεση κατά το αναιρούμενο μέρος της προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές.
Καταδικάζει τους λοιπούς, πλην της τέταρτης και έκτου, των αναιρεσιβλήτων στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του αναιρεσειόντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, την 1η Απριλίου 2022.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 26 Μαΐου 2022.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ
Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ