Περίληψη

Σύμφωνα με το άρθρο 101Α παρ. 1 και 2 του Συντάγματος, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο (16.12.2014), για τα μέλη των προβλεπόμενων στο Σύνταγμα ανεξάρτητων αρχών (όπως η κατά το άρθρο 9Α του Συντάγματος Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα) προβλέπεται «ορισμένη θητεία». Στο πλαίσιο της συνταγματικής αυτής ρύθμισης, όπως ίσχυε κατά τον ως άνω χρόνο, ήταν ανεκτή η κατά τους ορισμούς του οικείου εκτελεστικού του Συντάγματος νόμου συνέχιση της λειτουργίας των ανεξάρτητων αυτών αρχών με τη συμμετοχή των μελών τους η θητεία των οποίων είχε λήξει, μόνο όμως για εύλογο χρονικό διάστημα, μετά την πάροδο του οποίου η αρχή δεν διέθετε νόμιμη συγκρότηση (βλ. ΣτΕ 2583/2017 Ολομ., 3515/2013 Ολομ.). Η συνέπεια, ωστόσο, αυτή αφορούσε τη νομιμότητα της συγκρότησης της ανεξάρτητης αρχής μόνο όταν στηριζόταν στην εκ του νόμου παράταση της θητείας μέλους της, η οποία έληξε. Αν το μέλος αυτό επιλεγόταν εκ νέου από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής και διοριζόταν στη συνέχεια με πράξη του αρμόδιου οργάνου, η συγκρότηση της αρχής στηριζόταν πλέον στις πράξεις αυτές και όχι στην εκ του νόμου παράταση της θητείας του μέλους της. Στην προκειμένη περίπτωση, το μέλος της Αρχής Λ.Κ., η αρχική τετραετής θητεία του οποίου, όπως προβάλλει η αιτούσα, είχε λήξει στις 13.10.2009 και είχε παραταθεί στη συνέχεια αυτοδικαίως για 22 περίπου μήνες, ανανεώθηκε, κατόπιν επιλογής του με την από 14.7.2011 απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής, για πλήρη (τετραετή) θητεία με την 2919/28.7.2011 απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης (φ. 255/9.8.2011, τ. ΥΟΔΔ). Η πράξη αυτή βρισκόταν σε ισχύ κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης (16.12.2014). Επομένως, η συγκρότηση της Αρχής κατά τον κρίσιμο χρόνο στηριζόταν, ως προς τον Λ.Κ., στην εν λόγω πράξη και όχι σε αυτοδίκαιη παράταση της θητείας του (και τούτο ανεξαρτήτως αν η για 22 μήνες παράταση υπερέβη τα όρια του ευλόγου). Συνεπώς, ο λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται υπέρβαση του ευλόγου χρόνου αυτοδίκαιης παράτασης της θητείας του Λ.Κ. είναι απορριπτέος, προεχόντως, ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος (πρβλ. ΣτΕ 2761/2020, 1957/2019). Αν δε προβάλλεται υπό την έννοια ότι η ανωτέρω πράξη διορισμού του Λ.Κ. ήταν μη νόμιμη λόγω του ότι στο μεταξύ είχε παρέλθει ο εύλογος χρόνος αυτοδίκαιης παράτασης της θητείας του, ανεξαρτήτως του ότι η πάροδος του χρόνου αυτού δεν συνιστά καθ’ εαυτήν κώλυμα επαναδιορισμού του ίδιου μέλους, είναι απορριπτέος, προεχόντως, ως απαράδεκτος, διότι το κύρος ατομικής πράξης, όπως η ανωτέρω, δεν ελέγχεται παρεμπιπτόντως (βλ. ΣτΕ 3831/2009). Οι ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 110 παρ. 12 του Ν 4055/2012 είχαν σκοπό να ρυθμίσουν τη λειτουργία των εν λόγω ανεξάρτητων αρχών μέχρι την έκδοση των αναγκαίων πράξεων επιλογής και διορισμού μελών, ώστε να διασφαλιστεί η συνέχεια της λειτουργίας τους (βλ. ΣτΕ 1919/2018 επτ. σκ. 6 κ.ά.), και όχι να διακόψουν την τυχόν ανανεωθείσα στο μεταξύ, σύμφωνα με το άρθρο 101Α του Συντάγματος, «ορισμένη θητεία» των μελών τους, η οποία κατοχυρώνεται συνταγματικώς χάριν διασφαλίσεως της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας τους (πρβλ. ΣτΕ 1919/2018 επτ. σκ. 10). Συνεπώς, εφόσον ο Λ.Κ. συμμετείχε στη σύνθεση της Αρχής με βάση τη μνημονευθείσα απόφαση διορισμού του (από 28.7.2011) για τετραετή θητεία, η οποία βρισκόταν σε ισχύ κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (16.12.2014), ο λόγος ακυρώσεως που προβάλλει μη νόμιμη συγκρότηση της Αρχής λόγω συμμετοχής του Λ.Κ. κατ’ επίκληση της διάταξης του άρθρου 110 παρ. 12 εδάφιο δεύτερο του Ν 4055/2012 (συμπλήρωση οκταετούς υπηρεσίας από τον αρχικό διορισμό του) είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

Εμφάνιση περισσότερων Εμφάνιση λιγότερων