Δεν υπάρχει ειδική διάταξη στον ΚΦΕ η οποία να υπαγάγει την αποζημίωση των Ευρωβουλευτών σε φορολογία εισοδήματος από μισθωτή εργασία. Η επίμαχη αποζημίωση δεν θα μπορούσε να υπαχθεί ούτε στην περ. γ’ της παρ. 2 του άρθρου 12 του Ν 4172/2013, σύμφωνα με την οποία, για τους σκοπούς του Κ.Φ.Ε., εργασιακή σχέση υφίσταται όταν ένα φυσικό πρόσωπο παρέχει υπηρεσίες οι οποίες ρυθμίζονται από τη νομοθεσία περί μισθολογίου και ειδικών μισθολογίων των υπαλλήλων και λειτουργών του Δημοσίου. Τούτο δε προεχόντως διότι οι Έλληνες Ευρωβουλευτές ούτε λειτουργοί του Δημοσίου είναι, δοθέντος του ότι δεν τελούν σε οποιαδήποτε σχέση με το Ελληνικό Δημόσιο το δε μισθολόγιό τους ρυθμίζεται από την 2005/684/ΕΚ Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η αποζημίωση των Ευρωβουλευτών δεν εμπίπτει ούτε σε κάποια εκ των λοιπών κατηγοριών φορολογητέου εισοδήματος της παρ. 2 του άρθρου 7 του ΚΦΕ.. Τούτων έπεται ότι για την υπαγωγή της αποζημίωσης των Ελλήνων Ευρωβουλευτών σε φόρο εισοδήματος απαιτείται ειδική νομοθετική πρόβλεψη, μη αρκούσης της γενικής ρήτρας περί εισοδήματος εκ μισθωτής εργασίας του άρθρου 12 παρ. 1 του ΚΦΕ. Η αποζημίωση (και η μεταβατική) των Ελλήνων Ευρωβουλευτών δεν υπόκειται ούτε και στην κατ’ άρθρο 43 Α του Κ.Φ.Ε. ειδική εισφορά αλληλεγγύης στα φυσικά πρόσωπα. Τούτο δε ενόψει του, μετά την ενσωμάτωσή της στον Κ.Φ.Ε., χαρακτήρα της εν λόγω εισφοράς ως “τακτικού”/συνήθους φόρου επί του εισοδήματος σε συνδυασμό με το γράμμα της παρ. 1 του άρθρου 43 Α.