Απόφαση

Αριθμός 372/2023
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 1η Ιουνίου 2020, με την εξής σύνθεση: Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Α΄ Τμήματος, Ταξιαρχία Κόμβου, Νικόλαος Σκαρβέλης, Σύμβουλοι, Παναγιώτα Γρουμπού, Χαρίκλεια Χαραλαμπίδη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ειρήνη Δασκαλάκη, Γραμματέας του Α΄ Τμήματος.
Για να δικάσει την από 28 Ιανουαρίου 2016 αίτηση:
της Περιφέρειας Αττικής, η οποία παρέστη με τη δικηγόρο Σταματίνα Σκουλά (Α.Μ. 19004), που τη διόρισε με πληρεξούσιο,
κατά του ... του …, κατοίκου … Αττικής (…), ο οποίος δεν παρέστη.
Με την αίτηση αυτή η αναιρεσείουσα Περιφέρεια επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθμ. 2096/2015 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Παναγιώτας Γρουμπού.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την πληρεξούσια της αναιρεσείουσας Περιφέρειας, η οποία ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά τον Νόμο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης δεν απαιτείται κατά νόμον καταβολή παραβόλου (άρθρο 28 παρ. 4 ν. 2579/1998, Α΄ 31).
2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η εν μέρει αναίρεση της 2096/2015 απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Αθηνών μόνο όσον αφορά τον ήδη αναιρεσίβλητο ..., με την οποία συνεκδικάστηκαν και απορρίφθηκαν αντίθετες εφέσεις κατά της 16922/2013 απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την πρωτόδικη απόφαση έγινε εν μέρει δεκτή η από 9.7.2007 αγωγή, την οποία είχε ασκήσει εναντίον, μεταξύ άλλων, της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής (δεύτερης των εναγομένων) ο ... ατομικώς και για λογαριασμό του τότε ανηλίκου υιού του ... (ήδη αναιρεσιβλήτου) και αναγνωρίστηκε η υποχρέωση της ήδη αναιρεσείουσας Περιφέρειας Αττικής ως καθολικής διαδόχου της πιο πάνω δεύτερης εναγομένης, να καταβάλει, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και έως την εξόφληση, τα ποσά των νόμιμων τόκων ύψους 33.056,74 ευρώ στον ... και 82.783,13 ευρώ στον ήδη ενηλικιωθέντα αναιρεσίβλητο .... Τα ποσά αυτά αντιστοιχούσαν στα ποσά του κεφαλαίου των 117.000 ευρώ και 293.000 ευρώ που είχαν επιδικαστεί υπέρ του ... και του αναιρεσιβλήτου, αντιστοίχως, με την 4049/2006 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Αθηνών ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης συνεπεία του θανάτου της ... (συζύγου του πρώτου και μητέρας του δευτέρου), εξαιτίας της κατάρρευσης του κτιρίου της εταιρείας «...» κατά τον σεισμό της 7.9.1999.
3. Επειδή, νομίμως συζητείται η κρινόμενη αίτηση, μολονότι δεν παρίσταται ο αναιρεσίβλητος, αφού, όπως προκύπτει από την .../5.4.2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ..., αντίγραφα της αίτησης και της οικείας πράξης του Προέδρου του Α΄ Τμήματος για ορισμό εισηγητή και δικασίμου κοινοποιήθηκαν νομίμως και εμπροθέσμως στον αναιρεσίβλητο.
4. Επειδή, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), όπως η παρ. 3 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010 (Α´ 213, ο οποίος άρχισε να ισχύει από 1η.1.2011), και περαιτέρω, συμπληρώθηκε με το άρθρο 15 παρ. 2 του Μέρους Δεύτερου του ν. 4446/2016 (Α΄ 240/22.12.2016), που άρχισε να ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο 32 του νόμου αυτού, από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 22.12.2016, αν πρόκειται για διαφορά με χρηματικό αντικείμενο τουλάχιστον 40.000 ευρώ, για το παραδεκτό της αίτησης αναίρεσης απαιτείται η προβολή ισχυρισμών με το περιεχόμενο που επιβάλλει η παρ. 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 (ΣτΕ 2389, 2390/2018, 1801/2017 κ.ά.).
5. Επειδή, η κρινόμενη αίτηση, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του εκδόντος την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση Διοικητικού Εφετείου Αθηνών στις 28.1.2016, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 3900/2010. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από την από 22.1.2016 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής της αναιρεσείουσας Περιφέρειας Αττικής για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης μόνο κατά του αναιρεσιβλήτου ..., την 172/2019 απόφαση του Τριμελούς Συμβουλίου Συμμόρφωσης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία διαπιστώθηκε η πλήρης συμμόρφωση της Διοίκησης προς τις αποφάσεις 16922/2013 του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών και 2096/2015 του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, και όπως εκτίθεται στο δικόγραφο της αίτησης αναιρέσεως καθώς και στα από 30.4.2018 και από 5.6.2020 υπομνήματα που κατέθεσε η αναιρεσείουσα ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, το χρηματικό αντικείμενο της διαφοράς ανέρχεται στο ποσό των 82.783,12 ευρώ [ποσό το οποίο αντιστοιχεί στους τόκους 6% ετησίως επί του ποσού (κεφαλαίου) της χρηματικής ικανοποίησης (293.000 ευρώ) που επιδικάστηκε υπέρ του αναιρεσιβλήτου με την 4049/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, από την επίδοση της ένδικης αγωγής για τους τόκους στις 12.7.2007 έως την εξόφληση στις 27.3.2012], δηλαδή σε ποσό που υπερβαίνει το ποσό των 40.000 ευρώ. Επομένως, για να ασκείται παραδεκτώς η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως απαιτείται η προβολή ισχυρισμού είτε περί αντίθεσης στη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου ή προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου είτε περί έλλειψης νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Με το εισαγωγικό δικόγραφο της κρινόμενης αίτησης προβάλλεται ως λόγος αναιρέσεως ότι το διοικητικό εφετείο κρίνοντας ότι νομιμοποιείται παθητικώς η Περιφέρεια Αττικής για την καταβολή τόκων επί του πιο πάνω κεφαλαίου της χρηματικής ικανοποίησης το οποίο επιδικάστηκε υπέρ του αναιρεσιβλήτου με την προαναφερόμενη εφετειακή απόφαση (4092/2006), εσφαλμένως ερμήνευσε και πλημμελώς εφάρμοσε τη διάταξη του πέμπτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 283 του ν. 3852/2010, όπως το εδάφιο αυτό προστέθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 49 του ν. 3943/2011, διότι για την αξίωση των τόκων δεν υπήρξε τελεσίδικη απόφαση έως τις 31.12.2010. Προς θεμελίωση του παραδεκτού της κρινόμενης αίτησης κατά την παρ. 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 3900/2010, η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας «όσον αφορά ειδικά το ζήτημα της παθητικής νομιμοποίησης της Περιφέρειας που συστάθηκε με τον ν. 3852/2010 ή του οικείου Δήμου επί αυτοτελούς αγωγής στρεφόμενης κατά πρώην Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης για την αξίωση των τόκων, όταν για την αυτοτελή αυτή αγωγή δεν έχει εκδοθεί μέχρι τις 31.12.2010 τελεσίδικη δικαστική απόφαση σε βάρος της μεταγενεστέρως καταργηθείσας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, αλλά έχει εκδοθεί προ της ημερομηνίας αυτής τέτοια απόφαση μόνο για την κύρια απαίτηση (κεφάλαιο)». Ο ισχυρισμός αυτός προβάλλεται βασίμως. Συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως ασκείται παραδεκτώς από την εξεταζόμενη άποψη και γενικώς είναι παραδεκτή και περαιτέρω είναι εξεταστέα ως προς το βάσιμο αυτής.
6. Επειδή, με τον νόμο 3852/2010 (Α΄ 87), ο οποίος άρχισε να ισχύει από 1.1.2011 (άρθρο 286), συνεστήθησαν οι περιφέρειες ως αυτοδιοικούμενα κατά τόπον νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, αποτελούντα τον δεύτερο βαθμό τοπικής αυτοδιοικήσεως (άρθρο 3 παρ. 1), καταργήθηκαν δε οι νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις από την έναρξη λειτουργίας των περιφερειών, δηλαδή, σύμφωνα με το άρθρο 114 παρ. 4 του νόμου αυτού, από 1.1.2011. Από τις αρμοδιότητες των νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων οι οποίες περιήλθαν στις περιφέρειες εξαιρέθηκαν, μεταξύ άλλων, οι αρμοδιότητες των πολεοδομικών υπηρεσιών, οι οποίες απονεμήθηκαν με το άρθρο 94 παρ. 1 στους συσταθέντες με το άρθρο 1 δήμους, ασκούμενες, σύμφωνα με το άρθρο 95 παρ. 1 περ. α, από 1.1.2011. Εξάλλου, στην παράγραφο 2 του άρθρου 283, όπως αυτή ίσχυε μετά την τροποποίησή της με το άρθρο 49 παρ. 4 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66/31.3.2011) και πριν από την τροποποίησή της με το άρθρο 6 παρ. 13 του ν. 4071/2012 (Α΄ 85/11.4.2012), ορίστηκαν τα εξής: «Από την έναρξη λειτουργίας των περιφερειών καταργούνται οι ενιαίες νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις, οι νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις και τα νομαρχιακά διαμερίσματα. Οι περιφέρειες υπεισέρχονται, αυτοδικαίως, μετά την έναρξη ασκήσεως των αρμοδιοτήτων τους, σε όλα τα δικαιώματα, περιλαμβανομένων και των εμπραγμάτων, καθώς και στις υποχρεώσεις των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων. Οι εκκρεμείς, κατά την έναρξη ασκήσεως των αρμοδιοτήτων τους, δίκες των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων συνεχίζονται, αυτοδικαίως, από τις ιδρυόμενες περιφέρειες, χωρίς να διακόπτονται και χωρίς να απαιτείται ειδική διαδικαστική πράξη συνέχισης για την κάθε μία από αυτές. Οι δήμοι και οι περιφέρειες υπεισέρχονται αυτοδικαίως σε πάσης φύσεως υποχρεώσεις και δικαιώματα, εξαιρουμένων των εμπραγμάτων, που βάσει διατάξεων νόμων και κανονιστικών πράξεων συνδέονται με αρμοδιότητες που μεταφέρονται σε αυτούς. Όταν οι υποχρεώσεις, που προέρχονται από τη μεταφορά αρμοδιοτήτων αφορούν στην πληρωμή δαπανών, οι δήμοι και οι περιφέρειες είναι υπόχρεοι για την καταβολή τους στην περίπτωση που δεν έχει εκδοθεί το προβλεπόμενο από τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων σχετικό παραστατικό από τους δικαιούχους ή δεν έχει εκδοθεί τελεσίδικη δικαστική απόφαση μέχρι 31.12.2010 για τους δήμους ή 30.6.2011 για τις περιφέρειες. Ομοίως οι δήμοι και οι περιφέρειες είναι δικαιούχοι απαιτήσεων που συνδέονται με τις μεταφερόμενες αρμοδιότητες, για τις οποίες δεν έχουν αποσταλεί οι χρηματικοί κατάλογοι προς ταμειακή βεβαίωση μέχρι τις ανωτέρω προθεσμίες. Στις περιπτώσεις αυτές, οι σχετικές εκκρεμείς δίκες της πρώην Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ή της πρώην κρατικής περιφέρειας συνεχίζονται, αυτοδικαίως, από το δήμο ή την περιφέρεια που αφορά το αντικείμενο της δίκης, χωρίς να διακόπτονται και χωρίς να απαιτείται ειδική διαδικαστική πράξη συνέχισης τους. …». Τέλος, με το άρθρο 6 παρ. 13 του ως άνω ν. 4071/2012 το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 283 του ν. 3852/2010 αντικαταστάθηκε ως εξής: «Οι εκκρεμείς δίκες των πρώην Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, εκτός από αυτές που αφορούν πράξεις ή παραλείψεις των πολεοδομικών γραφείων που συνεχίζονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες για τα θέματα αυτά, συνεχίζονται, αυτοδικαίως, από τις ιδρυόμενες περιφέρειες, χωρίς να διακόπτονται και χωρίς να απαιτείται ειδική διαδικαστική πράξη συνέχισης για την καθεμία από αυτές». Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι από τις 11.4.2012, ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 4071/2012 (βλ. άρθρο 47), η δίκη, στην οποία μετείχε νομαρχιακή αυτοδιοίκηση και αφορά άσκηση αρμοδιότητας πολεοδομικής υπηρεσίας, συνεχίζεται ex lege από τον οικείο δήμο, στον οποίο έχει περιέλθει από 1.1.2011 η αρμοδιότητα αυτή. Αν όμως έχει εκδοθεί τελεσίδικη δικαστική απόφαση έως τις 31.12.2010 για πράξεις ή παραλείψεις των πολεοδομικών γραφείων σχετικές με αρμοδιότητα που έχει περιέλθει τους δήμους, ειδικώς και μόνο στην περίπτωση αυτή, υπόχρεη για την καταβολή της σχετικής με την άσκηση της πιο πάνω αρμοδιότητας δαπάνης παραμένει, σύμφωνα με την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 49 παρ. 4 του ν. 3943/2011, η οικεία περιφέρεια (οιονεί καθολική διάδοχος κατά τις ανωτέρω διατάξεις της -αρχικής διαδίκου- οικείας νομαρχιακής αυτοδιοίκησης) και, ως εκ τούτου, εκτείνεται και στην τελευταία η ισχύς της απόφασης που θα εκδοθεί επί της αίτησης αναιρέσεως κατά της προαναφερόμενης τελεσίδικης απόφασης (βλ. ΣτΕ 1396/2014 7μ., 760/2019).
7. Επειδή, εξάλλου, οι τόκοι (άρθρο 293 ΑΚ) οφείλονται μεν παρεπομένως, επιπλέον της οφειλής του κεφαλαίου, όμως αποτελούν αυθύπαρκτη απαίτηση, η οποία μπορεί να ζητηθεί και με αυτοτελή αγωγή (ΑΠ 942/2002, 453/1997), αν δεν ζητηθούν με το δικόγραφο της αγωγής για την κύρια απαίτηση ή με παρεμπίπτουσα αγωγή.
8. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση προκύπτουν τα ακόλουθα: Με την από 26.5.2003 (με γενικό αριθμό κατάθεσης: .../27.5.2003) αγωγή ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών ο ..., ατομικά και ως ασκών τη γονική μέριμνα του τότε ανήλικου τέκνου του ..., ζήτησε να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι Ελληνικό Δημόσιο και Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ανατολικής Αττικής (Ν.Α.Α.Α.) οφείλουν να του καταβάλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον το ποσό των 500.000 ευρώ για τον ίδιο ατομικά και το ποσό των 500.000 ευρώ για λογαριασμό του τότε ανήλικου υιού του, ως χρηματική ικανοποίηση για την ψυχική οδύνη που υπέστησαν από το θάνατο της συζύγου και μητέρας τους, αντιστοίχως, θάνατο ο οποίος προκλήθηκε από την κατάρρευση του εργοστασίου της «...» κατά το σεισμό της 7.9.1999 εξαιτίας παράνομων πράξεων και παραλείψεων των αρμόδιων οργάνων των ως άνω εναγομένων. Με την 4049/2006 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Αθηνών (η οποία δημοσιεύθηκε στις 13.12.2006 και κατέστη αμετάκλητη μετά την απόρριψη της ασκηθείσας από τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ανατολικής Αττικής αίτησης αναιρέσεως, με την 3559/2010 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας) αναγνωρίστηκε η υποχρέωση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής να καταβάλει, σύμφωνα με τα άρθρα 105, 106 του ΕισΝΑΚ και 932 του ΑΚ, στον ... το ποσό των 117.000 ευρώ για τον ίδιο ατομικά και το ποσό των 293.000 ευρώ για λογαριασμό του ανήλικου τέκνου του ..., ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από την πιο πάνω αιτία. Στη συνέχεια, με την ένδικη από 9.7.2007 νεότερη αυτοτελή αγωγή τους (γενικός Αριθμός καταθέσεων: .../10.7.2007) οι … και ... ζήτησαν, ύστερα από μετατροπή του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής, να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγομένων Ελληνικού Δημοσίου και Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής Αττικής να τους καταβάλουν τους τόκους επί των πιο πάνω ποσών κεφαλαίου που επιδικάστηκαν τελεσιδίκως σε αυτούς με την 4049/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, από την επίδοση της αρχικής αγωγής (5.9.2003), άλλως από την επίδοση της από 10.7.2007 μεταγενέστερης αγωγής έως την εξόφληση. Αναφέρεται δε περαιτέρω στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ότι για καθένα από τα ανωτέρω κεφάλαια που επιδικάστηκαν εκδόθηκαν από την ήδη αναιρεσείουσα Περιφέρεια Αττικής τα …/2012 και …/2012 εντάλματα πληρωμής με δικαιούχους τον ... και τον ήδη αναιρεσίβλητο ..., αντιστοίχως. Η δεύτερη αγωγή (ένδικη) συζητήθηκε στο Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών στις 26.9.2013 και το δικαστήριο αυτό με την 16922/2013 οριστική απόφασή του κατάργησε τη δίκη ως προς το πρώτο εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο, έκανε εν μέρει δεκτή την πιο πάνω αγωγή ως προς την αναιρεσείουσα Περιφέρεια Αττικής ως καθολική διάδοχο της δεύτερης εναγόμενης Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής (άρθρα 3 παράγραφοι 1 και 3 περ. θ και 283 παρ. 2 του ν. 3852/2010) και αναγνώρισε την υποχρέωση της Περιφέρειας Αττικής να καταβάλει στους ενάγοντες τους αιτηθέντες τόκους από την επίδοση της αγωγής αυτής στην Περιφέρεια Αττικής (12.7.2007) έως την εξόφληση του πιο πάνω κεφαλαίου. Με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση το Τριμελές Διοικητικό Εφετείο Αθηνών συνεκδίκασε τις αντίθετες εφέσεις της Περιφέρειας Αττικής αφενός και του ... και ... αφετέρου κατά της πρωτόδικης απόφασης και τις απέρριψε. Συγκεκριμένα απέρριψε τον προβληθέντα λόγο της έφεσης της αναιρεσείουσας Περιφέρειας Αττικής για έλλειψη παθητικής νομιμοποίησης διότι, κατά την εκκαλούσα - αναιρεσείουσα, η σχετική υποχρέωση, η οποία απορρέει από την άσκηση αρμοδιότητας πολεοδομικής υπηρεσίας και περιήλθε στις αιρετές Περιφέρειες με το άρθρο 49 παρ. 4 του ν. 3943/2011 μόνο αν είχε εκδοθεί τελεσίδικη δικαστική απόφαση έως 31.12.2010, μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4071/2012 η υποχρέωση αυτή περιήλθε στους οικείους Δήμους, ακόμη και αν υφίσταται γι’ αυτήν τελεσίδικη δικαστική απόφαση έως 31.12.2010. Ο λόγος αυτός απορρίφθηκε ως αβάσιμος με τη σκέψη ότι από τις 4.11.2012, ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 4071/2012, αν έχει εκδοθεί τελεσίδικη δικαστική απόφαση μέχρι τις 30.6.2011 για την οικεία περιφέρεια, υπόχρεη για την καταβολή της σχετικής με την άσκηση πολεοδομικής δραστηριότητος δαπάνης παραμένει η εν λόγω περιφέρεια, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 49 παρ. 4 του ν. 3943/2011, η οποία εξακολουθεί να ισχύει. Περαιτέρω, το διοικητικό εφετείο απέρριψε ως αβάσιμο και τον λόγο της έφεσης της αναιρεσείουσας Περιφέρειας Αττικής για έλλειψη παθητικής νομιμοποίησής της διότι έως τις 31.12.2010 δεν υπήρχε τελεσίδικη δικαστική απόφαση για την αξίωση των τόκων, με τη σκέψη ότι η αξίωση για τους τόκους, αν και ασκήθηκε μεταγενεστέρως με αυτοτελή αγωγή, ούσα παρεπόμενη της τελεσιδίκως κριθείσας με την 4049/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών κυρίας απαιτήσεως, συναρτάται με αυτήν και, συνεπώς, ανατρέχει και αυτή στον χρόνο εκδόσεως της εν λόγω αποφάσεως.
9. Επειδή, η κρίση του διοικητικού εφετείου (ότι δηλαδή η αναιρεσείουσα Περιφέρεια Αττικής νομιμοποιείται παθητικά στη δίκη επί της ένδικης από 10.7.2007 αγωγής κατά της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής για την αναγνώριση της οφειλής τόκων επί του κεφαλαίου της χρηματικής ικανοποίησης το οποίο επιδικάστηκε στον αναιρεσίβλητο με την 4049/2006 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Αθηνών) δεν είναι νόμιμη. Και τούτο, διότι σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί στις προηγούμενες σκέψεις 6 έως 8, έως τις 31.12.2010 δεν υπήρχε τελεσίδικη δικαστική απόφαση για την πληρωμή της σχετικής δαπάνης που αφορά την αναγνώριση οφειλής τόκων, αφού με την αρχική από 5.9.2003 αγωγή που στρεφόταν κατά της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής και αφορούσε την κύρια αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης δεν είχαν ζητηθεί τόκοι και για τον λόγο αυτό με την προαναφερόμενη εφετειακή απόφαση (4049/2006) επιδικάστηκαν τα κονδύλια της κύριας απαίτησης χωρίς τόκους, στη συνέχεια δε ο αναιρεσίβλητος ... επιδίωξε την αναγνώριση οφειλής τόκων με την νεότερη αυτοτελή αγωγή (ένδικη), η οποία είναι διάφορη και έχει χωριστό αντικείμενο. Στην προκειμένη λοιπόν περίπτωση λόγω της αυτοτελούς δικονομικής μεταχείρισης τόκων και κεφαλαίου (επιδίωξη είσπραξης μόνο του κεφαλαίου της χρηματικής ικανοποίησης με την πρώτη αγωγή επί της οποίας εκδόθηκε η προαναφερόμενη εφετειακή απόφαση), δεν ασκεί καμιά επιρροή ο παρεπόμενος της κύριας απαίτησης χαρακτήρας των τόκων. Συνεπώς, βασίμως προβάλλεται ο σχετικός λόγος αναιρέσεως και για τον λόγο αυτό η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως πρέπει να γίνει δεκτή, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση μόνο όσον αφορά τον αναιρεσίβλητο ..., παρέλκει δε ως αλυσιτελής η εξέταση του άλλου προβαλλομένου λόγου αναιρέσεως. Κατόπιν αυτού, η υπόθεση, η οποία χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί κατά το αναιρούμενο μέρος της στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.
Διά ταύτα
Δέχεται την κρινόμενη αίτηση.
Αναιρεί εν μέρει την 2096/2015 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών μόνο ως προς τον αναιρεσίβλητο ... και παραπέμπει την υπόθεση κατά το αναιρούμενο μέρος της στο ίδιο δικαστήριο, σύμφωνα με το αιτιολογικό.
Επιβάλλει στον αναιρεσίβλητο να καταβάλει στην αναιρεσείουσα Περιφέρεια Αττικής ως δικαστική δαπάνη το ποσό των εννιακοσίων είκοσι (920) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 7 Ιουλίου 2020 και στις 7 Νοεμβρίου 2022
Η Πρόεδρος του Α´ Τμήματος Η Γραμματέας του Α´ Τμήματος
Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου Ειρήνη Δασκαλάκη
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 6ης Μαρτίου 2023.
Η Πρόεδρος του Α´ Τμήματος Η Γραμματέας
Μαρίνα-Ελένη Κωνσταντινίδου Βασιλική Κατσιώνη