Περίληψη

Η τελεσίδικη απόφαση παράγει δεδικασμένο και όταν το αντικείμενο της νέας δίκης, που διεξάγεται μεταξύ των ίδιων προσώπων, είναι μεν διαφορετικό από εκείνο της δίκης που προηγήθηκε, αλλά έχει ως αναγκαία προϋπόθεση την ύπαρξη του δικαιώματος που κρίθηκε στην προηγούμενη δίκη. Ο εν λόγω κανόνας διασπάται, αν κατά τον κρίσιμο για τη μεταγενέστερη δίκη χρόνο έχει επέλθει μεταβολή του νομικού καθεστώτος, το οποίο διέπει την έννομη σχέση ή τις έννομες συνέπειες, που απορρέουν από αυτή, καθότι τότε δεν υφίσταται η απαιτούμενη για την ενεργοποίηση του δεδικασμένου ταυτότητα νομικής αιτίας. Στη σύμβαση έμμισθης δικηγορικής εντολής το δεδικασμένο των αποφάσεων που κρίνουν τελεί υπό την προϋπόθεση ότι το νομοθετικό καθεστώς, που ισχύει κατά τον κρίσιμο χρόνο, παραμένει αμετάβλητο και στο μέλλον. Η αναιρεσιβαλλομένη, η οποία διέγνωσε τη μεταβολή του νομοθετικού καθεστώτος κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις περί δεδικασμένου.

Εμφάνιση περισσότερων Εμφάνιση λιγότερων