Περίληψη

Η εν λόγω απόφαση αντιμετωπίζει θέματα σχετικά με την εφαρμογή και την ερμηνεία των διατάξεων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Κ.Β.Σ., Π.Δ. 186/1992) και του νόμου 2523/1997, ιδίως όσον αφορά την έκδοση πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων και τις σχετικές φορολογικές παραβάσεις. Οι διατάξεις αυτές θέτουν σαφείς υποχρεώσεις στους επιτηδευματίες σχετικά με την τήρηση βιβλίων και την έκδοση στοιχείων, προκειμένου να εκπληρώνονται οι φορολογικές τους υποχρεώσεις. Σύμφωνα με τον Κ.Β.Σ. και το ν. 2523/1997, η έκδοση πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων αποτελεί σοβαρή παράβαση που επισύρει την επιβολή προστίμου προσδιοριζόμενου κατά αντικειμενικό τρόπο. Σε περίπτωση που η παράβαση αυτή έχει διαπραχθεί από τρίτο πρόσωπο, το οποίο ενήργησε εν αγνοία εκείνων τους οποίους τα πλαστά ή εικονικά φορολογικά στοιχεία φέρουν να έχουν τελέσει την συναλλαγή και οι οποίοι αποδεδειγμένως είναι όλως αμέτοχοι της παραβατικής συμπεριφοράς, το πρόστιμο επιβάλλεται σε βάρος του τρίτου προσώπου. Το δικαστήριο επισημαίνει ότι η διάταξη του άρθρου 5 παρ. 10 περ. β΄ του ν. 2523/1997, καθιστώντας τυπική την παράβαση της λήψεως εικονικών φορολογικών στοιχείων και προσδιορίζοντας την χρηματική κύρωση στο διπλάσιο της αξίας κάθε στοιχείου (με δυνατότητα μειώσεώς του μόνο στο μισό, όταν η εικονικότητα ανάγεται αποκλειστικώς στο πρόσωπο του εκδότη), δεν αντίκειται στην συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, διότι δεν θεσπίζει μέτρο προδήλως ακατάλληλο και απρόσφορο ούτε υπερακοντίζει το δημόσιο σκοπό της αποφυγής της διαφθοράς των φορολογικών οργάνων, στον οποίο κυρίως αποβλέπει, του κολασμού του παραβάτη και της αποτροπής παρομοίων παραβάσεων. Ερμηνευόμενη όμως η εν λόγω διάταξη συμφώνως προς την ως άνω συνταγματική αρχή, κατά την έννοια της, δεν επισύρει την οριζόμενη από αυτήν κύρωση σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο υπαίτιος εκδόσεως εικονικών φορολογικών στοιχείων εγκαίρως, δηλαδή πριν από οιονδήποτε φορολογικό έλεγχο, όσο και αβιάστως επισημαίνει ο ίδιος στην φορολογική Αρχή τα εικονικά φορολογικά στοιχεία αναλαμβάνοντας την ευθύνη της εκδόσεως τους και ομολογώντας την παραβατική του συμπεριφορά, εκτός αν η επελθούσα στο Δημόσιο ζημία είναι τέτοια που δεν μπορεί πλέον να αποκατασταθεί. Το δικαστήριο κρίνει παραδεκτό και βάσιμο τον προβαλλόμενο λόγο αναίρεσης, λόγω όμως της σπουδαιότητας των τιθέμενων ζητημάτων παραπέμπει την υπόθεση στην επταμελή σύνθεση.

Εμφάνιση περισσότερων Εμφάνιση λιγότερων