Η απόφαση αφορά διαφορά μεταξύ ενός τραπεζικού πελάτη και μιας τράπεζας. Ο πελάτης, ο οποίος είναι δικαστικός λειτουργός, ισχυρίστηκε ότι παρανόμως καταχωρίστηκε ως εγγυητής σε σύμβαση δανείου χωρίς να έχει ποτέ υπογράψει τέτοια σύμβαση ή να έχει συμμετάσχει σε οποιαδήποτε πιστωτική συναλλαγή με την τράπεζα. Η καταχώρισή του ως "Μη Συνεργάσιμος Δανειολήπτης" στο σύστημα Τειρεσίας και η παράλειψη της τράπεζας να απαντήσει στις αιτήσεις του για παροχή εξηγήσεων και αποκατάσταση της θέσης του προκάλεσε βλάβη στην προσωπικότητά του.
Το δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η συμπεριφορά της τράπεζας, έστω και αναιτιολογήτως αμελής, συνιστούσε παραβίαση των δικαιωμάτων του πελάτη, ειδικά ως προς την προστασία των προσωπικών του δεδομένων και την υποχρέωση ακριβούς ενημέρωσης. Επίσης, διαπιστώθηκε ότι η προσβολή της προσωπικότητας του εφεσιβλήτου προκλήθηκε από τη συνεχή καταχώριση του ως οφειλέτη, παρά τις διαμαρτυρίες του και τις προσπάθειές του να αποδείξει το αντίθετο.
Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο επιδίκασε αποζημίωση για ηθική βλάβη ύψους 7.000 ευρώ, αναγνωρίζοντας την ευθύνη της τράπεζας για την πρόκληση ταλαιπωρίας και σοβαρής προσβολής της προσωπικότητας του πελάτη. Παράλληλα, το δικαστήριο αποδέχθηκε ότι οι υπάλληλοι της τράπεζας έπραξαν με αμέλεια, χωρίς να εξετάσουν λεπτομερώς τις συμβάσεις και τις υποχρεώσεις του πελάτη, γεγονός που επιδείνωσε την κατάσταση.
Η τράπεζα υπέβαλε έφεση, αμφισβητώντας την αποζημίωση και ισχυριζόμενη ότι είχε ήδη διορθώσει την κατάσταση με την αποστολή σχετικής επιστολής στον πελάτη. Ωστόσο, το δικαστήριο έκρινε την έφεση αβάσιμη, επιβεβαιώνοντας την ευθύνη της τράπεζας για την παράλειψη της να διορθώσει επαρκώς την προσβολή που υπέστη ο πελάτης.
Τελικά, το δικαστήριο αναγνώρισε και την υποχρέωση της τράπεζας να καταβάλει τόκους υπερημερίας επί του ποσού των 7.000 ευρώ από την ημερομηνία επίδοσης της αγωγής, διευκρινίζοντας ότι ο πελάτης δικαιούται αποζημίωση λόγω της συνεχιζόμενης ταλαιπωρίας που υπέστη.