Περίληψη

Η υπόθεση αφορά την αξίωση του ενάγοντος κατά Δήμου προς καταβολή της αμοιβής για προμήθειες υλικών και παροχή υπηρεσιών. Η επίδικη αξίωση βασίζεται σε προφορικές συμβάσεις που φέρεται να έχουν συναφθεί μεταξύ του ενάγοντος και του εναγόμενου Δήμου. Επικουρικώς, ο ενάγων ζητά, στην περίπτωση που οι ως άνω προφορικές συμβάσεις κριθούν άκυρες, να του καταβληθεί το ως άνω ποσό, σύμφωνα με τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού. Το Δικαστήριο κρίνει πως οι αξιώσεις του ενάγοντος που αφορούν το έτος 2016 έχουν υποπέσει στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 47 τον Ν.Δ. 496/1974. Περαιτέρω, σχετικά με τις λοιπές απαιτήσεις του ενάγοντος, που αφορούν τα έτη 2017-2018, εφόσον οι επικαλούμενες συμβάσεις, όπως υποστηρίζει ο ενάγων, είχαν συναφθεί προφορικώς, κατά παράβαση των όσων ορίζονται στο άρθρο 118 του Ν 4412/2016, οι συμβάσεις αυτές είναι άκυρες δεδομένου ότι αφορούν ποσά μεγαλύτερα των 2.500,00 ευρώ. Συνεπώς, ελλείπουν οι προϋποθέσεις για την άσκηση ενδίκου βοηθήματος με βάση τη σύμβαση και επομένως, η κρινόμενη αγωγή πρέπει να εξετασθεί κατά το επικουρικό της αίτημα, με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού. Αξιολογώντας το αποδεικτικό υλικό, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν αποδείχθηκε ούτε συμφωνία ούτε εκτέλεση του επίδικου έργου με συνέπεια να μην υφίσταται ωφέλεια του εναγόμενου Δήμου σε βάρος της περιουσίας του ενάγοντος, κατά την οποία αυτός κατέστη αδικαιολόγητα πλουσιότερος και την οποία οφείλει να αποδώσει στον τελευταίο, απορριπτομένων ως αβασίμων των αντίθετων ισχυρισμών του. Απορρίπτει την αγωγή.

Εμφάνιση περισσότερων Εμφάνιση λιγότερων