Η υπόθεση αφορά αίτηση ακυρώσεως με την οποία ζητήθηκε η ακύρωση του τελικού πίνακα κατάταξης του διαγωνισμού υποψηφίων συμβολαιογράφων έτους 2022, κατά το μέρος που παρέλειψε να κατατάξει την αιτούσα προς διορισμό σε προκηρυχθείσα κενή θέση συμβολαιογράφου. Η αιτούσα, παρά την επιτυχία της στο διαγωνισμό, δεν κατατάχθηκε στον τελικό πίνακα λόγω του ηλικιακού ορίου των 45 ετών.
Σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, οι συμβολαιογράφοι ασκούν δημόσιο λειτούργημα που υπόκειται σε έντονη κανονιστική ρύθμιση, αλλά διαθέτουν και επαγγελματική ελευθερία, επιλέγονται από τους πελάτες τους, ευθύνονται προσωπικά έναντι αυτών και αμείβονται με ιδιωτικές αμοιβές.
Ο ν. 3304/2005 και ο ν. 4443/2016, που ενσωμάτωσαν την Οδηγία 2000/78/ΕΚ στην εθνική έννομη τάξη, απαγορεύουν τις διακρίσεις στον τομέα της απασχόλησης λόγω θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού. Ωστόσο, οι διατάξεις αυτές επιτρέπουν εξαιρέσεις μόνο όταν η διαφορετική μεταχείριση είναι ουσιαστική και καθοριστική για την επαγγελματική δραστηριότητα και εφόσον ο επιδιωκόμενος σκοπός είναι θεμιτός και η προϋπόθεση ανάλογη.
Η ρύθμιση που θέτει ως ανώτατο όριο ηλικίας τα 45 έτη για την πρόσβαση στο επάγγελμα του συμβολαιογράφου, όπως θεσπίστηκε με το ν. 4745/2020, κρίθηκε από το Δικαστήριο ότι δεν συνιστά ουσιαστική και καθοριστική προϋπόθεση για την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας και δεν εξυπηρετεί θεμιτούς σκοπούς κοινωνικής πολιτικής. Αντίθετα, αποτελεί μέτρο που δεν είναι αναγκαίο ούτε πρόσφορο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, και συνεπώς αντίκειται στις διατάξεις της Οδηγίας 2000/78/ΕΚ.
Επιπλέον, η θέσπιση του ορίου ηλικίας για την πρόσβαση στο επάγγελμα δεν τεκμηριώθηκε επαρκώς από τη Διοίκηση ως προς την αναγκαιότητά του και δεν προώθησε την πρόσβαση των νέων στο επάγγελμα, δεδομένου ότι οι διαθέσιμες θέσεις ήταν περισσότερες από τις αιτήσεις υποψηφίων.
Συνεπώς, σύμφωνα με την κρίση του Δικαστηρίου, η απόφαση να παραλειφθεί η αιτούσα από τον τελικό πίνακα κατάταξης είναι μη νόμιμη και πρέπει να ακυρωθεί, διότι παραβιάζει τις διατάξεις περί απαγόρευσης διακρίσεων λόγω ηλικίας και τα δικαιώματα της αιτούσας που προστατεύονται από το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.