Περίληψη

Διοικητική δικονομία. Παράβολο ως προϋπόθεση παραδεκτής άσκησης προσφυγής. Εφαρμοστέες διατάξεις. Εξέταση συνταγματικότητας αυτών. Μη αντίθεση στα 20 παρ.1 του Συντάγματος και 6 της κυρωθείσας με το ν.δ. 53/1974 Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Σ.Δ.Α.). Δυνατότητα κοινού νομοθέτη προς θέσπιση δικονομικών προϋποθέσεων και γενικότερα διατυπώσεων για την πρόοδο της δίκης, υπό την προϋπόθεση συνάφειας αυτών προς τη λειτουργία των δικαστηρίων και την ανάγκη αποτελεσματικής απονομής της δικαιοσύνης καθώς και μη υπέρβασης των ορίων εκείνων, πέραν των οποίων συνεπάγονται την άμεση ή έμμεση κατάλυση του προστατευομένου από τις ανωτέρω διατάξεις ατομικού δικαιώματος παροχής έννομης δικαστικής προστασίας. Απολύτως σαφείς οι διατάξεις του άρθρου 277 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ., κατά το μέρος που προβλέπουν την υποχρέωση προσκόμισης αποδεικτικού καταβολής παραβόλου, μαζί με την κατάθεση της προσφυγής, για το παραδεκτό αυτής – μη αντικειμενικώς ικανές προς γέννηση αμφιβολιών ούτε ως προς την υποχρέωση προσκόμισης του σχετικού αποδεικτικού καταβολής του παραβόλου συγχρόνως με την κατάθεση της προσφυγής, ούτε ως προς την επερχόμενη συνέπεια του απαραδέκτου της προσφυγής λόγω μη προσκόμισης με την κατάθεσή της του ως άνω αποδεικτικού καταβολής του παραβόλου. Ανέλεγκτη κατ’ αναίρεση κρίση του διοικητικού δικαστηρίου η διαταγή, είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος από διάδικο, με προδικαστική απόφασή του της συμπλήρωσης των αποδείξεων. Εφαρμοστέο νομοθετικό καθεστώς όσον αφορά το παραδεκτό των ένδικων μέσων το ισχύον κατά το χρόνο δημοσίευσης της προσβαλλόμενης απόφασης. Αναίρεση. Προτεινόμενοι λόγοι. Μη εφαρμογή, στην υπό κρίση αίτηση, της διάταξης του 139 Α του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, λόγω μη θέσεως αυτής σε ισχύ κατά τον κρίσιμο χρόνο της συζητήσεως της υποθέσεως ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Απορρίπτει την αίτηση αναίρεσης (επικυρώνει την υπ’ αριθμ. 2306/2004 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης).

Εμφάνιση περισσότερων Εμφάνιση λιγότερων