Απόφαση

Αριθμός απόφασης: 1057/2019
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 13 Μαρτίου 2019, με την εξής σύνθεση: Ε. Σάρπ, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β΄ Τμήματος, Ε. Νίκα, Σπ. Μαρκάτης, Κ. Νικολάου, Αγ. Σδράκα, Σύμβουλοι, Μ.-Α. Τσακάλη, Β. Μόσχου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Α. Ζυγουρίτσα.
Για να δικάσει την από 1η Νοεμβρίου 2018 αίτηση:
των: 1) ... και 2) ..., κατοίκων Λάρισας (οδός ...), οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Αθανάσιο Κοντόπουλο (Α.Μ. 12396), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο και ο οποίος κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς του,
κατά του Υπουργού Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με τον Χρήστο Κοραντζάνη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθεί η παράλειψη του Υπουργού Οικονομικών να εκδώσει απόφαση καθορίζουσα διαδικασία εξοφλήσεως του φόρου κληρονομίας από οφειλέτη που βρίσκεται σε αδυναμία να τον καταβάλει με μετρητά κατ' άρθρο 82 παρ. 6 του ν. 2961/2001.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Συμβούλου Ε. Νίκα.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον εκπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψη της υπό κρίση αιτήσεως.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά τον Νόμο
1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (ηλεκτρονικό παράβολο με κωδικό …).
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, η οποία εισάγεται στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος λόγω σπουδαιότητος, κατόπιν της από 9.11.2018 πράξεως της Προέδρου του, ζητείται η ακύρωση της, κατά τους ισχυρισμούς των αιτούντων, παραλείψεως του Υπουργού Οικονομικών να εκδώσει απόφαση καθορίζουσα διαδικασία εξοφλήσεως του φόρου κληρονομίας από οφειλέτη που βρίσκεται σε αδυναμία να τον καταβάλει με μετρητά κατ’ άρθρο 82 παρ. 6 του ν. 2961/2001, όπως η διάταξη αυτή ήδη ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο 184 παρ. 9 του ν. 4261/2014 και, περαιτέρω, το άρθρο 52 παρ. 15 του ν. 4276/2014.
3. Επειδή, κατά την έννοια των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 27 του π.δ. 18/1989 (ΦΕΚ Α΄ 8), η μετά την άσκηση ενδίκου βοηθήματος ή μέσου παροχή πληρεξουσιότητας σε δικηγόρο άλλον από τον υπογράφοντα το δικόγραφο συνιστά έγκριση τόσο της ασκήσεως του ενδίκου βοηθήματος ή μέσου, όσο και των πράξεων της προδικασίας (ΣτΕ 2597/2018, 2733/2016, 1292/2012, 2095/2010, 394/1984 Ολομ. κ.ά.). Συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση ασκείται, από την άποψη αυτή, παραδεκτώς, δοθέντος ότι οι αιτούντες, αν και δεν παρέστησαν κατά την επ' ακροατηρίω συζήτηση της υποθέσεως, κατέθεσαν, πριν από την συζήτηση, το υπ' αριθμ. .../25.1.2019 συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο του συμβολαιογράφου ... (αριθμ. πρωτ. ΣτΕ …/28.1.2019), συνταχθέν μετά την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως, με το οποίο παρέχουν προς δικηγόρο άλλον από την υπογράφουσα την αίτηση την πληρεξουσιότητα να παραστεί κατά την επ' ακροατηρίω συζήτηση της υποθέσεως.
4. Επειδή, στην παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 2097/1952 «Περί ρυθμίσεως ειδικών τινών περιπτώσεων εφαρμογής του νόμου περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων και άλλων τινών διατάξεων» (ΦΕΚ Α΄ 113) προεβλέποντο, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: «1. ... Δι’ αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών δύναται να επιτραπή η εξόφλησις φόρου κληρονομίας υπό οφειλετών ευρισκομένων εις αδυναμίαν καταβολής του φόρου δια μετρητών αιτήσει αυτών δια μεταβιβάσεως εις το Δημόσιο κληρονομιαίου ακινήτου. Ως αξία του προσφερομένου ακινήτου λαμβάνεται υποχρεωτικώς η τελεσιδίκως ορισθείσα αξία αυτού επί τη βάσει της οποίας επεβλήθη ο φόρος ούτος αποκλειομένης εν πάση περιπτώσει της υπό του Δημοσίου αποδόσεως εις τον οφειλέτην της διαφοράς μεταξύ της αξίας ταύτης του προσφερομένου ακινήτου και του οφειλομένου φόρου κληρονομίας». Η εν λόγω διάταξη διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 124 παρ. Δ περιπτ. ζ) του ν.δ. 118/1973 «Περί Κώδικος φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, προκών και κερδών εκ λαχείων» (ΦΕΚ Α΄ 202). Ακολούθως, η εν λόγω διάταξη, όπως εν τω μεταξύ είχε τροποποιηθεί διαδοχικώς με τα άρθρα 37 του ν. 1326/1983 «Τροποποίηση και συμπλήρωση φορολογικών και άλλων διατάξεων» (ΦΕΚ Α΄ 19) και 18 παρ. 6 του ν. 1473/1984 (ΦΕΚ Α΄ 127), κωδικοποιήθηκε ως παράγραφος 6 του άρθρου 82 («Καταβολή φόρου κτήσεων αιτία θανάτου») του ν. 2961/2001 «Κύρωση του Κώδικα Διατάξεων Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών, Προικών και Κερδών από Λαχεία» (ΦΕΚ Α΄ 266) ως εξής: «Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να επιτραπεί η εξόφληση φόρου κληρονομίας από οφειλέτες που βρίσκονται σε αδυναμία να τον καταβάλουν με μετρητά, μετά από αίτησή τους, με μεταβίβαση στο Δημόσιο ολόκληρου κληρονομιαίου ακινήτου ή άλλου αξιόλογου ακινήτου, το οποίο ανήκει στους κληρονόμους εξ αδιαιρέτου και περιήλθε σε αυτούς κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) τουλάχιστον από την κληρονομία. Η αξία του ακινήτου που προσφέρεται υπολογίζεται υποχρεωτικά με βάση εκείνη που τελεσίδικα ορίστηκε για την επιβολή του φόρου κληρονομίας. Σε καμία περίπτωση δεν αποδίδεται στον οφειλέτη η τυχόν διαφορά μεταξύ της αξίας του ακινήτου που προσφέρεται και του φόρου κληρονομίας που οφείλεται».
5. Επειδή, στη συνέχεια, με το άρθρο 184 παρ. 9 του ν. 4261/2014 (ΦΕΚ Α΄ 107) αντικαταστάθηκε η ανωτέρω διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 82 του ν. 2961/2001 ως εξής: «Με πράξη της Φορολογικής Διοίκησης επιτρέπεται η εξόφληση του συνόλου ή μέρους οφειλόμενου φόρου κληρονομιάς από οφειλέτη που βρίσκεται σε αδυναμία να τον καταβάλει με μετρητά, μετά από αίτησή του, με μεταβίβαση στο Ελληνικό Δημόσιο της πλήρους κυριότητας ολόκληρου αξιόλογου κληρονομιαίου ή άλλου ακινήτου, το οποίο βρίσκεται εντός σχεδίου πόλης και δεν βαρύνεται με οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμα, αγωγή ή άλλο βάρος. Σε καμία περίπτωση δεν αποδίδεται στον οφειλέτη η τυχόν διαφορά μεταξύ της αξίας του ακινήτου που προσφέρεται και του φόρου κληρονομίας που οφείλεται. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται η διαδικασία εξόφλησης του φόρου και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου». Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση της οικείας τροπολογίας, «με την προκειμένη διάταξη τροποποιείται και διευρύνεται η δυνατότητα εξόφλησης του φόρου κληρονομίας από οφειλέτες, που βρίσκονται αποδεδειγμένα σε οικονομική αδυναμία να τον καταβάλουν με μετρητά, με μεταβίβαση ακινήτου. Για το λόγο αυτό με γνώμονα καταρχήν τη διασφάλιση των συμφερόντων του Ελληνικού Δημοσίου και παράλληλα για διευκόλυνση των κληρονόμων, παρέχεται πλέον η δυνατότητα μεταβίβασης στο Δημόσιο, της πλήρους κυριότητας ολοκλήρου αξιόλογου κληρονομιαίου ή άλλου ακινήτου, χωρίς τον ισχύοντα περιορισμό της υπό τροποποίηση διάταξης, που προβλέπει ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) τουλάχιστον του υπό παραχώρηση ακινήτου να έχει περιέλθει στους κληρονόμους από την κληρονομιά. Το προς μεταβίβαση κληρονομιαίο ή άλλο ακίνητο, θα πρέπει να βρίσκεται εντός σχεδίου πόλης και να μη βαρύνεται με οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμα, αγωγή ή άλλο βάρος (προσημείωση, υποθήκη, κ.λπ.). Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται η διαδικασία εξόφλησης του φόρου και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια». Τέλος, με το άρθρο 52 παρ. 15 του ν. 4276/2014 (ΦΕΚ Α΄ 155) εξουσιοδοτήθηκε ο Υπουργός Οικονομικών προς έκδοση της κατά τα ανωτέρω αποφάσεως αντί του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.
6. Επειδή, οι αιτούντες, φερόμενοι ως συγκληρονόμοι περιουσίας του εκλιπόντος την 14.5.2012 ..., κατέθεσαν αιτήσεις προς την ΔΟΥ Α΄ Λάρισας, με τις οποίες δήλωσαν ότι, κατ’ εφαρμογή της ανωτέρω διατάξεως, επιθυμούσαν να παραχωρήσουν/μεταβιβάσουν στο Δημόσιο ακίνητά τους προς αποπληρωμή του οφειλομένου φόρου κληρονομίας. Σε απάντηση των αιτήσεων αυτών τους απεστάλησαν τα υπ’ αριθμ. .../23.2.2018 και .../23.2.2018 έγγραφα της ΔΟΥ Α΄ Λάρισας, αντίστοιχα στον πρώτο και την δεύτερη των αιτούντων, με τα οποία έγγραφα τους επισημάνθηκε ότι, προκειμένου να τύχει εφαρμογής η διαδικασία εξοφλήσεως του φόρου με την μεταβίβαση ακινήτου στο Δημόσιο, είναι απαραίτητη η έκδοση της προβλεπομένης από το εδάφιο γ΄ της παρ. 6 του άρθρου 82 του Κώδικα Κληρονομιών κανονιστικής πράξεως του Υπουργού Οικονομικών, η οποία δεν έχει εκδοθεί και ότι «Ως εκ τούτου και μέχρι την έκδοση της ανωτέρω απόφασης, η οποία θα προσδιορίζει τη διαδικασία εξόφλησης του φόρου και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια, δεν είναι εφικτή η εξόφληση του οφειλόμενου φόρου κληρονομιάς με μεταβίβαση στο Ελληνικό Δημόσιο κληρονομιαίου ή άλλου ακινήτου». Εν συνεχεία, οι αιτούντες υπέβαλαν την από 24.5.2018 αίτηση προς τον Υπουργό Οικονομικών για την έκδοση της προβλεπομένης στο άρθρο 82 παρ. 6 του ν. 2961/2001 υπουργικής αποφάσεως. Επί της αιτήσεως αυτής απεστάλη στους αιτούντες το υπ’ αριθμ. πρωτ. Δ.ΕΙΣΠΡ. ... ΕΞ …/6 Ιουλίου 2018 έγγραφο του Γενικού Διευθυντή Φορολογικής Διοίκησης με θέμα “Παρέχονται Πληροφορίες” και το ακόλουθο περιεχόμενο: «Σε απάντηση της αιτήσεως που υποβάλατε προς τον κ. Υπουργό Οικονομικών αναφορικά με την έκδοση της σχετικής Υπουργικής Απόφασης της παρ. 6 του άρθρου 82 του ν. 2961/2001, το οποίο περιήλθε στην Υπηρεσία μας με το ως άνω σχετικό, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων μας, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα: Η εξόφληση οφειλών προς το Δημόσιο γίνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν. 1819/1951 “περί τρόπου διεξαγωγής πάσης φύσεως συναλλαγών του δημοσίου” (Α´ 149), του π.δ. 16/1989 “Κανονισμός Λειτουργίας των Δ.Ο.Υ.”, του άρθρου 41 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Α´ 170, εφεξής Κ.Φ.Δ., όπως ισχύει), καθώς και των σχετικών με το θέμα κανονιστικών Αποφάσεων (ΠΟΛ1062/2016, ΠΟΛ1212/2012, ΠΟΛ1110/2013, ΠΟΛ1276/2013). Με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 82 του Κώδικα διατάξεων φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και κερδών από τυχερά παίγνια, ... ορίζεται ότι ... . Η εν λόγω διάταξη εφαρμόζεται περιοριστικά μόνο σε περίπτωση οικονομικής αδυναμίας του αιτούντος για εξόφληση του φόρου κληρονομίας με μετρητά και όχι σε κάθε περίπτωση αδυναμίας εξόφλησης φόρου από οποιαδήποτε άλλη αιτία, και η εφαρμογή αυτή είναι δυνητική και όχι υποχρεωτική. … Ανεξαρτήτως των ανωτέρω, στους οικονομικά αδύναμους οφειλέτες παρέχεται η δυνατότητα ρύθμισης των βεβαιωμένων στη Φορολογική Διοίκηση οφειλών τους, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζονται στις διατάξεις της υποπαραγράφου Α2 (πάγια ρύθμιση) του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013 (Α΄ 107), στις διατάξεις ρύθμισης του άρθρου 43 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας - ΚΦΔ, (ν. 4174/2013 - Α΄ 170), όπως ισχύουν, καθώς και στις κατ’ εξουσιοδότηση εκδοθείσες Αποφάσεις Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ΠΟΛ 1112/2013, 1277/2013, όπως ισχύουν, (σχετ. και οι εγκύκλιοι ΠΟΛ1172/2013, 1189/2014, 1226/2015). … ». Με τα δεδομένα αυτά οι αιτούντες ασκούν με έννομο συμφέρον την υπό κρίση αίτηση, περαιτέρω δε παραδεκτώς ομοδικούν προβάλλοντας κοινούς λόγους ακυρώσεως.
7. Επειδή, κατά το άρθρο 45 παρ. 4 του π.δ. 18/1989 (ΦΕΚ Α΄ 8), χωρεί αίτηση ακυρώσεως κατά παραλείψεως της Διοικήσεως να προβεί σε οφειλομένη νόμιμη ενέργεια, εφ’ όσον ο νόμος της επιβάλλει την υποχρέωση να ρυθμίσει συγκεκριμένο ζήτημα με την έκδοση εκτελεστής διοικητικής πράξεως. Τέτοια παράλειψη δεν στοιχειοθετείται, κατ’ αρχήν, όταν ο νόμος παρέχει την εξουσία στην διοικητική αρχή να ρυθμίζει ζήτημα με κανονιστική πράξη, διότι η εκτίμηση της σκοπιμότητας για την έκδοση ή μη κανονιστικής πράξεως και για τον χρόνο εκδόσεώς της ανήκει στην, ανέλεγκτη από τον ακυρωτικό δικαστή, κρίση της διοικητικής αρχής. Κατ’ εξαίρεση, στοιχειοθετείται παράλειψη οφειλομένης νόμιμης ενεργείας είτε όταν ο νόμος, κατά την έννοιά του και ενόψει του επιδιωκομένου με αυτόν σκοπού, επιβάλλει στην Διοίκηση την υποχρέωση να εκδώσει κανονιστική πράξη, με την οποία να θεσπίζονται συμπληρωματικοί κανόνες αναγκαίοι για την εφαρμογή της θεσπιζομένης με αυτόν ρυθμίσεως ή εφ’ όσον τίθεται στο νόμο ορισμένη προθεσμία για την έκδοση της κανονιστικής πράξεως, είτε όταν η υποχρέωση της Διοικήσεως να προβεί σε κανονιστική ρύθμιση προκύπτει ευθέως από το Σύνταγμα. Στις περιπτώσεις αυτές, η άσκηση της αρμοδιότητας προς κανονιστική ρύθμιση καθίσταται δεσμία, η παράλειψη δε της Διοικήσεως να ασκήσει την κανονιστική αρμοδιότητά της δεν είναι νόμιμη (ΣτΕ 177/2019 7μ., 1336-9/2018 Ολομ., 539/2017, 4003/2014 Ολομ., 3749/2013 Ολομ., 1849/2009 Ολομ., 2465/2001, 1391/1990 κ.ά.).
8. Επειδή, αντικείμενο της φορολογίας κληρονομιών και μέτρο της φοροδοτικής ικανότητας του κληρονόμου αποτελεί η επαύξηση της περιουσίας του με την κληρονομία, ο δε ισχύων Κώδικας αποβλέπει για την επιβολή του φόρου στην αξία της κληρονομιαίας περιουσίας ως αντανακλώσα φοροδοτική ικανότητα τούτου (ΣτΕ 166/2016 Ολομ.). Κατ’ αρχήν, ο φόρος κληρονομιών, όπως κάθε φόρος, εξοφλείται με χρηματική καταβολή, εφ’ άπαξ ή τμηματικά. Ειδικώς, σε σχέση με την εξόφληση του φόρου κληρονομιών, ο νομοθέτης, ήδη από μακρού, επεδίωξε την διευκόλυνση των οφειλετών, που αδυνατούν να καταβάλουν τον φόρο αυτό σε μετρητά, αλλά και τη διασφάλιση του συμφέροντος του Δημοσίου να καταστεί δυνατή η είσπραξη του φόρου χωρίς την προσφυγή στη διαδικασία της αναγκαστικής εκτελέσεως, με την θέσπιση, διαδοχικώς, δυνατότητας εξοφλήσεως του εν λόγω φόρου με την μεταβίβαση α) κληρονομιαίου ακινήτου, επί τη βάσει της τελεσιδίκως ορισθείσης αξίας επί της οποίας επεβλήθη ο φόρος, αποκλειομένης της αποδόσεως από το Δημόσιο ενδεχομένης διαφοράς μεταξύ της αξίας του ακινήτου και του ύψους του φόρου (άρθρο 5 παρ. 1 εδ. δεύτερο ν. 2097/1952, όπως διατηρήθηκε με το ν.δ. 118/1973), β) ολοκλήρου κληρονομιαίου ή ολοκλήρου ακινήτου το οποίο ανήκει στους κληρονόμους και περιήλθε σ’ αυτούς κατά ποσοστό τουλάχιστον 50% από την κληρονομιά (άρθρο 37 ν. 1326/1983), γ) ολοκλήρου κληρονομιαίου ακινήτου ή ετέρου αξιολόγου ακινήτου, ανήκοντος στους κληρονόμους εξ αδιαιρέτου και περιελθόντος σ’ αυτούς κατά ποσοστό 50% τουλάχιστον από την κληρονομιά (άρθρο 18 παρ. 6 ν. 1437/1984 και άρθρο 82 παρ. 6 του ν. 2961/2001 πριν αντικατασταθεί με το άρθρο 184 παρ. 9 του ν. 4261/2014). Εξ άλλου, για την ενεργοποίηση της εν λόγω δυνατότητας μεταβιβάσεως ακινήτου [το οποίο, εν μέρει τουλάχιστον, αποτελούσε οπωσδήποτε μέρος της κληρονομιαίας περιουσίας και, ως εκ τούτου, δεν προέκυπτε ζήτημα εκτιμήσεως της αξίας του το πρώτον κατά την μεταβίβαση στο Δημόσιο, διότι η εν λόγω εκτίμηση είχε ήδη χωρήσει για τον προσδιορισμό του φόρου κληρονομίας] δεν απαιτείτο κατά νόμο η έκδοση κανονιστικής αποφάσεως καθορισμού της διαδικασίας, αλλά η νομοθετική πρόβλεψη ήταν αμέσως εφαρμοστέα από όργανο της διοικήσεως με έκδοση, κατά περίπτωση, ατομικής εκτελεστής διοικητικής πράξεως. Με την νεώτερη ρύθμιση του άρθρου 184 παρ. 9 του ν. 4261/2014 ήρθησαν ορισμένες προϋποθέσεις της προηγουμένης διατάξεως, πλήν επεβλήθησαν επιπρόσθετες. Συγκεκριμένα, παρέχεται πλέον η δυνατότητα μεταβιβάσεως στο Δημόσιο της κυριότητας όχι μόνο κληρονομιαίου, αλλά και άλλου ακινήτου, χωρίς τον μέχρι τούδε περιορισμό, δυνάμει του οποίου ποσοστό 50% του υπό παραχώρηση ακινήτου έπρεπε να έχει περιέλθει στους κληρονόμους από την κληρονομιά. Από την άλλη πλευρά καταργήθηκε η δυνατότητα μεταβιβάσεως οποιουδήποτε κληρονομιαίου ακινήτου και απαιτείται πλέον το προς μεταβίβαση ακίνητο, είτε κληρονομιαίο είτε άλλο, να είναι αξιόλογο, επίσης δε να βρίσκεται εντός σχεδίου πόλεως και να μη βαρύνεται με οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμα, αγωγή ή άλλο βάρος. Από τα ανωτέρω εκτεθέντα συνάγεται ότι με την διάταξη του άρθρου 184 παρ. 9 του ν. 4261/2014 διατηρήθηκε μεν η δυνατότητα των κληρονόμων προς εξόφληση του φόρου δια της μεταβιβάσεως ακινήτων στο Δημόσιο, όπως, όμως, προκύπτει από την οικεία αιτιολογική έκθεση του εν λόγω νόμου, επήλθε μεταβολή στους όρους ασκήσεως της δυνατότητας αυτής, χάριν, παραλλήλως προς την διευκόλυνση των κληρονόμων, της μεγαλύτερης διασφάλισης των συμφερόντων του Δημοσίου. Ως εκ τούτου και λαμβανομένου υπ’ όψη ότι οι εν μέρει διαφορετικές προδιαγραφές που θέσπισε η διάταξη του άρθρου 184 παρ. 9 του ν. 4261/2014, όσον αφορά το δυνάμενο να μεταβιβασθεί στο Δημόσιο ακίνητο, χρήζουν εξειδικεύσεως [ενδεικτικά, ως προς τον τρόπο, τον χρόνο και το όργανο υπολογισμού της αξίας ακινήτου εκτός της κληρονομιαίας περιουσίας, καθώς και ως προς τον καθορισμό των κριτηρίων του αξιολόγου ακινήτου], προκύπτει υποχρέωση του κανονιστικού νομοθέτη, να εκδώσει την προβλεπομένη στην διάταξη αυτή απόφαση, η οποία παρίσταται αναγκαία για την ενεργοποίηση της παρεχομένης ως άνω από το νόμο δυνατότητας καταβολής φόρου κληρονομίας δια μεταβιβάσεως ακινήτου. Αντίθετη εκδοχή θα ερχόταν σε αντίθεση με την βούληση του νομοθέτη, όπως αυτή εκφράσθηκε στην αιτιολογική έκθεση του νόμου, από την οποία (έκθεση) προκύπτει ότι ο νομοθέτης δεν θέλησε, με τη νεώτερη ρύθμιση, να καταργήσει εν τοις πράγμασι την από μακρού χρόνου ισχύουσα δυνατότητα καταβολής φόρου κληρονομίας με μεταβίβαση ακινήτου, και περαιτέρω θα ματαίωνε τον ανωτέρω σκοπό δημοσίου συμφέροντος που επιδιώκεται με την επίμαχη ρύθμιση, δηλαδή την είσπραξη του φόρου κληρονομίας από οφειλέτες, οι οποίοι αποδεδειγμένα αδυνατούν να τον καταβάλουν με χρήματα, ώστε να αποφευχθεί η επιδίωξη της εισπράξεώς του -προσαυξημένου μάλιστα με πρόσθετο φόρο ή άλλη κύρωση λόγω της μη εμπρόθεσμης καταβολής του- με την διαδικασία της αναγκαστικής εκτελέσεως. Με τα δεδομένα αυτά η παράλειψη εκδόσεως κανονιστικής αποφάσεως προς ενεργοποίηση του άρθρου 82 παρ. 6 του ν. 2961/2001, όπως αυτό ήδη ισχύει, συνιστά, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τους αιτούντες, παράνομη παράλειψη της Διοικήσεως να προβεί στην επιβαλλομένη από την ανωτέρω διάταξη, ως ήδη ισχύει, έκδοση αποφάσεως προς καθορισμό της διαδικασίας εξοφλήσεως του φόρου, η οποία παράλειψη συντελέστηκε με την πάροδο ευλόγου χρόνου από της δημοσιεύσεως του νόμου 4261/2014, ενεργοποιήθηκε δε σε κάθε περίπτωση με την υποβολή της από 24.5.2018 αιτήσεως των και ήδη αιτούντων προς τον Υπουργό Οικονομικών, επί της οποίας εκδόθηκε το υπ’ αριθμ. πρωτ. Δ.ΕΙΣΠΡ. ... ΕΞ …/6.7.2018 έγγραφο.
9. Επειδή, εν όψει των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινομένη αίτηση και να ακυρωθεί η κατά τα ανωτέρω παράλειψη του Υπουργού Οικονομικών να εκδώσει απόφαση καθορίζουσα την διαδικασία εξοφλήσεως του φόρου κληρονομίας από οφειλέτη που βρίσκεται σε αδυναμία να τον καταβάλει με μετρητά κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 82 παρ. 6 του ν. 2961/2001, όπως η διάταξη αυτή ήδη ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο 184 παρ. 9 του ν. 4261/2014 και, περαιτέρω, με το άρθρο 52 παρ. 15 του ν. 4276/2014.
Διά ταύτα
Δέχεται την υπό κρίση αίτηση.
Ακυρώνει την παράλειψη της Διοικήσεως να εκδώσει την υπουργική απόφαση που προβλέπεται στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 82 του ν. 2961/2001, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 184 παρ. 9 του ν. 4261/2014, και το τελευταίο εδάφιο αυτής τροποποιήθηκε με το άρθρο 52 παρ. 15 του ν. 4276/2014.
Αναπέμπει την υπόθεση στη Διοίκηση προκειμένου να εκδώσει την ανωτέρω υπουργική απόφαση.
Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου.
Επιβάλλει στο Δημόσιο την δικαστική δαπάνη των αιτούντων που ανέρχεται στο ποσό των εννιακοσίων είκοσι (920) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα την 1η Απριλίου 2019 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 5ης Ιουνίου 2019.
Η Πρόεδρος του Β´ Τμήματος Η Γραμματέας
Ε. Σάρπ Α. Ζυγουρίτσα