Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας. Δανεισμός εργασίας. Υποχρεώσεις αρχικού και τρίτου εργοδότη. Διάκριση από σύμβαση έργου. Είναι επιτρεπτή συμφωνία εργοδότη και μισθωτού, βάσει της οποίας ο εργοδότης θα παραχωρήσει τον μισθωτό σε τρίτον προς τον οποίο αυτός θα παρέχει την εργασία του, αρκεί να συμφωνεί ο μισθωτός. Μόνος υπόχρεος στην καταβολή του μισθού παραμένει ο αρχικός εργοδότης δυνάμει της σύμβασης εργασίας, αφού η σύμβαση δεν μεταβάλλεται ως προς την υποχρέωση αυτή, εκτός αν προκύψει διάφορη ειδική συμφωνία. Ο αρχικός εργοδότης δεν υποχρεούται στην καταβολή της αποζημίωσης του μισθωτού από παροχή παράνομης υπερωριακής απασχόλησης στο νέο εργοδότη, διότι η παροχή της παράνομης αυτής εργασίας δεν περιλαμβάνεται στις υποχρεώσεις του μισθωτού που προκύπτουν από τη σύμβαση εργασίας έναντι του εργοδότη του αλλά στις ιδιαίτερες σχέσεις του εργαζομένου με τον δανεισθέντα, εκτός αν ειδικώς προβλέφθηκε με συμφωνία για την περίπτωση παράνομης υπερωριακής απασχόλησης και η υποχρέωση του αρχικού εργοδότη. Η συναίνεση του εργαζομένου μπορεί να είναι ρητή ή σιωπηρή, να συνάγεται δηλαδή από τη συμπεριφορά του, π.χ. όταν ο εργαζόμενος προσέρχεται και προσφέρει την εργασία του στον τρίτο. Το διευθυντικό δικαίωμα που ανήκει στον τρίτο δεν επιτρέπεται να προσκρούει στη σύμβαση εργασίας που έχει συναφθεί με τον αρχικό εργοδότη. Ο αρχικός εργοδότης βαρύνεται κατά βάση με όλες τις υποχρεώσεις από τη σύμβαση εργασίας. Οι όροι της σύμβασης εργασίας που έχουν συμφωνηθεί μεταξύ εργαζομένου και αρχικού εργοδότη δεσμεύουν και τον τρίτο, ο οποίος δεν επιτρέπεται να επιφέρει μονομερή βλαπτική μεταβολή. Σε καταγγελία της σύμβασης δικαιούται να προβεί μόνον ο αρχικός εργοδότης. Υποχρεώσεις και δικαιώματα που δεν απορρέουν από την αρχική σύμβαση αλλά προκύπτουν το πρώτον κατά τη διάρκεια του δανεισμού, δεσμεύουν μόνον τον τρίτο και τον εργαζόμενο, εφόσον δεν υφίσταται ειδικότερη συμφωνία. Πότε υπάρχει εις ολόκληρον ευθύνη αρχικού και τρίτου εργοδότη.