Απόφαση

ΑΡΙΘΜΟΣ 183/2019
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αγγελική Αλειφεροπούλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Δημήτριο Γεώργα, Δημήτριο Τζιούβα, Ιωάννη Μαγγίνα και Χρυσούλα Φλώρου-Κοντοδήμου-Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 24 Οκτωβρίου 2018, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Προβατάρη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Αικατερίνης Αναγνωστοπούλου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Ι. Χ. του Γ., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Βουβάκη, περί αναιρέσεως της υπ' αριθ. 1544/2018 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών. Με πολιτικώς ενάγουσα την εταιρεία με την επωνυμία “...”, νομίμως εκπροσωπουμένη, που δεν παρέστη. Το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 5 Ιουλίου 2018 και με αριθμό .../2018 αίτηση αναίρεσής του, που ασκήθηκε ενώπιον της Γραμματέα του Εφετείου Αθηνών, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό …/2018.
Αφού άκουσε τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντα, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με το άρθρο 156 παρ. 1 περ. γ' του ν. 4072/11-4-2012, διώκεται κατ' έγκληση και τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και με χρηματική ποινή τουλάχιστον έξι χιλιάδων ευρώ, μεταξύ άλλων, όποιος εν γνώσει θέτει σε κυκλοφορία, κατέχει, εισάγει ή εξάγει προϊόντα που φέρουν αλλότριο σήμα ή προσφέρει υπηρεσίες με αλλότριο σήμα. Από τη διάταξη αυτή, που προστατεύει το συγκεκριμένο άϋλο περιουσιακό αγαθό του σηματούχου, αλλά και τον ανόθευτο ανταγωνισμό, προκύπτει ότι, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της κατοχής και θέσης σε κυκλοφορία προϊόντων που φέρουν αλλότρια σήματα, απαιτείται α) ο υπαίτιος να κατέχει και να θέτει σε κυκλοφορία προϊόντα, τα οποία φέρουν σήματα που αποτελούν αποκλειστικό δικαίωμα τρίτων και β) να υφίσταται άμεσος δόλος του, που συνίσταται στη γνώση αυτού ότι κατέχει και να θέτει σε κυκλοφορία προϊόντα, που φέρουν αλλότρια σήματα. Περαιτέρω, η καταδικαστική απόφαση έχει την από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ΚΠοινΔ, όταν αναφέρονται σ' αυτή, με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού (σκεπτικού) με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Ειδικά, όταν για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος ο νόμος απαιτεί να έχει τελεστεί η πράξη εν γνώσει ορισμένου περιστατικού (άμεσος δόλος), η ύπαρξη τέτοιου δόλου πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς με παράθεση περιστατικών, που δικαιολογούν τη γνώση αυτή. Ως προς τα αποδεικτικά μέσα, αρκεί αυτά να αναφέρονται κατ' είδος, γενικά, χωρίς να απαιτείται να εκτίθεται τί προέκυψε χωριστά από το καθένα και χωρίς να απαιτείται να αναφέρεται από ποιο συγκεκριμένα αποδεικτικό μέσο προέκυψε η κάθε παραδοχή. Ούτε είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων μεταξύ τους (εγγράφων, μαρτυρικών καταθέσεων), ούτε απαιτείται να ορίζεται ποιο βάρυνε περισσότερο για τον σχηματισμό της δικαστικής κρίσης. Απαιτείται μόνο να προκύπτει, ότι το δικαστήριο έλαβε υπ' όψη του και συνεκτίμησε για τον σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης όλα τα αποδεικτικά στοιχεία και όχι μερικά κατ' επιλογή, όπως επιβάλλουν οι διατάξεις των άρθρων 177 παρ. 1 και 178 του ΚΠοινΔ. Όμως, δεν αποτελούν λόγο αναίρεσης η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού μέσου χωριστά και η παράλειψη της αξιολογικής συσχέτισης των αποδεικτικών μέσων μεταξύ τους, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές, με την επίφαση της έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας ή της εσφαλμένης εφαρμογής του νόμου, πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη, περί τα πράγματα, κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη με αριθμό 1544/2018 απόφαση, το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Αθηνών, που την εξέδωσε δικάζοντας σε δεύτερο βαθμό και κήρυξε ένοχο τον ήδη αναιρεσείοντα, εκτός άλλων (που δεν αποτελούν αντικείμενο της παρούσας κατ' αναίρεση δίκης) και για παράβαση του άρθρου 156 παρ. 1 περ. γ'του ν. 4072/2012 κατ' εξακολούθηση, δέχθηκε στο σκεπτικό της, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, για την πράξη αυτή, ως προς την οποία και μόνο πλήττεται η εν λόγω απόφαση με την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης, ότι από τα αποδεικτικά μέσα που λεπτομερώς κατ' είδος αναφέρει (μάρτυρες κατηγορίας και υπεράσπισης, έγγραφα), αποδείχθηκαν τα εξής: "Η εγκαλούσα εταιρεία με την επωνυμία “... Α.Ε.Β.Ε" εμπορεύεται στην Ελλάδα τις ταινίες μέτρησης σακχάρου “...”, οι οποίες παράγονται στις ….. από την εταιρεία “...” και τίθενται στους μετρητές σακχάρου της ίδιας εταιρείας, προκειμένου ο διαβητικός ασθενής να μετρήσει μόνος του το σάκχαρο του και να λάβει την κατάλληλη δόση ινσουλίνης. Οι εν λόγω συσκευασίες ταινιών μέτρησης σακχάρου φέρουν στη συσκευασία τους τα σήματα “...”, “...” και “...”, κάτοχος των οποίων είναι η εγκαλούσα - πολιτικώς ενάγουσα εταιρεία με την επωνυμία “...”, η οποία τα έχει κατοχυρώσει ως αλλοδαπά σήματα στο Ελληνικό μητρώο σημάτων και στην κοινοτική βάση σημάτων. Εξάλλου, ο κατηγορούμενος είναι εν τοις πράγμασι υπεύθυνος για τη λήψη αποφάσεων για λογαριασμό της εταιρείας με την επώνυμη “... Α.Ε”, η οποία, μεταξύ των άλλων χημικών, παραφαρμακευτικών και καλλυντικών προϊόντων, εμπορεύεται και ταινίες μέτρησης σακχάρου. Κατά τους μήνες Σεπτέμβριο και Νοέμβριο του έτους 2012 η εγκαλούσα - πολιτικώς ενάγουσα εταιρεία “... Α.Ε.Β.Ε”, κατόπιν παραπόνων που δέχτηκε για προβλήματα που παρουσιάστηκαν στις ταινίες μέτρησης σακχάρου “...”, τις οποίες είχαν προμηθευτεί από φαρμακεία στην … απέστειλε προς έλεγχο στα εργαστήρια της εταιρείας στο εξωτερικό δείγματα των παρτίδων, από τις οποίες προέρχονταν οι εν λόγω ταινίες μέτρησης, για τις οποίες είχαν δεχθεί παράπονα. Σύμφωνα με τα πορίσματα των εργαστηριακών ελέγχων τα προϊόντα που ελέγχθηκαν ήταν πλαστά, καθόσον δεν είχαν παραχθεί από την εγκαλούσα εταιρεία “...” και ο μετρητής εμφάνιζε λανθασμένες τιμές σακχάρου. Κατόπιν αυτού η εγκαλούσα εταιρεία “... Α.Ε.Β.Ε" κατέθεσε στον Ε.Ο.Φ. τα πορίσματα αυτών των εργαστηριακών ελέγχων, προκειμένου να διενεργήσει απαραίτητη έρευνα. Μετά από αυτά, ο Ε.Ο.Φ., αποδεχόμενος τα αποτελέσματα αυτών των εργαστηριακών εξετάσεων, ανάρτησε σχετικές επιστολές στην ιστοσελίδα του στο διαδίκτυο προς ενημέρωση του κοινού και ακολούθως διενήργησε έλεγχο σε φαρμακεία στην ….που διέθεταν τις άνω ταινίες και σε εταιρείες που τις εμπορεύονταν. Στις 26-10-2012 ο Ε.Ο.Φ. ενημέρωσε την εγκαλούσα εταιρεία “... Α.Ε.Β.Ε" ότι κυκλοφορούσαν στην αγορά πλαστές ταινίες μέτρησης σακχάρου που ήταν πανομοιότυπες με εκείνες που παρήγαγε η εγκαλούσα - πολιτικώς ενάγουσα εταιρεία “...” και, ακολούθως, στις 8-1-2013, το τμήμα ελέγχου του Ε.Ο.Φ διενήργησε έλεγχο στην αποθήκη της εταιρείας “... Α.Ε”, της οποίας, όπως προαναφέρθηκε, ο κατηγορούμενος είναι εν τοις πράγμασι υπεύθυνος για τη λήψη αποφάσεων για λογαριασμό της, και κατάσχεσε 304 συσκευασίες ταινιών μέτρησης με την ονομασία “...”, οι οποίες ανήκαν σε παρτίδες πλαστών προϊόντων. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η άνω εταιρεία, κατά το χρονικό διάστημα από 14-5-2012 μέχρι 26-11-2012 είχε διοχετεύσει στην Ελληνική αγορά άγνωστο αριθμό πλαστών συσκευασιών του προϊόντος "ταινίες μέτρησης σακχάρου για διαβητικούς “...”, οι οποίες ήταν πανομοιότυπες με το γνήσιο προϊόν που παράγει η εγκαλούσα - πολιτικώς ενάγουσα εταιρεία “...” και εμπορεύεται στην Ελλάδα η εγκαλούσα εταιρεία “... ... Α.Ε.Β.Ε" και οι οποίες έφεραν στη συσκευασία τους σήματα - απομιμήσεις των ακόλουθων γνήσιων σημάτων, κάτοχος των οποίων είναι η εγκαλούσα “...” και συγκεκριμένα: (1) του σήματος “...”, το οποίο η άνω εγκαλούσα έχει κατοχυρώσει ως αλλοδαπό σήμα στο Ελληνικό μητρώο σημάτων με αριθμό “…." και στην κοινοτική βάση σημάτων με αριθμούς “..." και “...”, (2) του σήματος “...”, το οποίο η άνω εγκαλούσα έχει κατοχυρώσει ως αλλοδαπό σήμα στο Ελληνικό μητρώο σημάτων με αριθμό "1...5" και στην κοινοτική βάση σημάτων με αριθμό “...”, (3) του σήματος “...”, το οποίο η άνω εγκαλούσα έχει κατοχυρώσει ως αλλοδαπό σήμα στο Ελληνικό μητρώο σημάτων με αριθμούς “...72" και “...”, (4) του σήματος “...”, το οποίο η άνω εγκαλούσα έχει κατοχυρώσει ως αλλοδαπό σήμα στο Ελληνικό μητρώο σημάτων με αριθμούς "…”, "…”, "…" και “...”, (…) του σήματος “...”, το οποίο η άνω εγκαλούσα έχει κατοχυρώσει ως αλλοδαπό σήμα στο Ελληνικό μητρώο σημάτων με αριθμούς “...”, “...”, “...”, "…" και “..." και στην κοινοτική βάση σημάτων με αριθμό “..." και (6) του σήματος “...”, το οποίο η άνω εγκαλούσα έχει κατοχυρώσει στην κοινοτική βάση σημάτων με αριθμό “...”. Όπως προέκυψε και από τις συσκευασίες, δείγματα των οποίων επιδείχτηκαν στο ακροατήριο, τα σήματα που βρίσκονται στις πλαστές συσκευασίες είναι ταυτόσημα και αποτελούν απομίμηση των γνήσιων σημάτων της εγκαλούσας... Εξάλλου, η χρήση των πλαστών αυτών ταινιών από τον κατηγορούμενο έγινε προς το σκοπό παραπλάνησης των φαρμακαποθηκών, των φαρμακοποιών και κατ' επέκταση και των ασθενών που θα τις προμηθεύονταν, οι οποίοι προμηθεύονταν τα εν λόγω πλαστά προϊόντα με την πεποίθηση ότι προμηθεύονται γνήσια προϊόντα και με απώτερο σκοπό τον αθέμιτο και παράνομο πλουτισμό του κατηγορούμενου, ο οποίος ως εν τοις πράγμασι και ουσιαστικά υπεύθυνος για τη λήψη αποφάσεων της εταιρείας “... Α.Ε" τελούσε εν γνώσει της πλαστότητας των εν λόγω προϊόντων, γεγονός που συνάγεται και από το ότι, όπως αποδείχθηκε, τις πλαστές ταινίες που διακινούσε η ως άνω εταιρεία, τις προμηθευόταν σε χαμηλότερη τιμή από εκείνη, στην οποία κοστολογούσε τις γνήσιες ταινίες η εγκαλούσα εταιρεία “...”. Ο ισχυρισμός του κατηγορούμενου ότι αγνοούσε την πλαστότητα των εν λόγω ταινιών και ότι πείστηκε από τον Γ. Χ., ο οποίος του τις προμήθευε, δεν κρίνεται πειστικός, λαμβανομένης υπόψη της πολυετούς ενασχόλησης του με την εμπορία των εν λόγω ταινιών μέτρησης σακχάρου και της διαφοράς μεταξύ της μικρότερης τιμής με την οποία ο ίδιος προμηθευόταν τις εν λόγω ταινίες μέτρησης και της μεγαλύτερης τιμής που τις διέθεταν οι εγκαλούσες εταιρείες. Ωστόσο, από τα παραπάνω αποδεικτικά μέσα το Δικαστήριο δεν πείστηκε ότι ο κατηγορούμενος ενεργούσε την πράξη της θέσης σε κυκλοφορία των άνω προϊόντων που φέρουν αλλότριο σήμα κατ' επάγγελμα, γι αυτό και πρέπει να κηρυχθεί ένοχος της παραπάνω πράξης χωρίς την επιβαρυντική περίπτωση της κατ' επάγγελμα τέλεσης που του αποδίδεται”. Προηγουμένως, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, είχε απορρίψει, ως αβάσιμο, τον αυτοτελή ισχυρισμό του κατηγορουμένου, περί εκπρόθεσμης άσκησης, στις 8-4-2013, της έγκλησης από την εγκαλούσα-πολιτικώς ενάγουσα για την ως άνω πράξη, της παράβασης του άρθρου 156 παρ. 1 εδ. γ' του Ν. 4072/2012, δεχόμενο στο σκεπτικό της, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι "όπως αποδείχθηκε, την 26-10-2012 οι εγκαλούσες εταιρείες ενημερώθηκαν από την επίσημη ανακοίνωση του Ε.Ο.Φ. για την σε βάρος τους τέλεση της πιο πάνω πράξης, ωστόσο για τους φερόμενους δράστες και συγκεκριμένα για τον παρόντα κατηγορούμενο, εν τοις πράγμασι υπεύθυνο για τη λήψη αποφάσεων για λογαριασμό της εταιρείας ... AE, έλαβαν βέβαιη και θετική γνώση στις 8-1-2013, οπότε τα όργανα ελέγχου του Ε.Ο.Φ. ενήργησαν τον έλεγχο στην αποθήκη της άνω εταιρείας και βρήκαν τις πλαστές ταινίες μέτρησης σακχάρου. Ως εκ τούτου, η έγκληση που υπέβαλαν εναντίον του κατηγορουμένου οι εγκαλούσες εταιρείες στις 8-1-2013 υποβλήθηκε εντός του τριμήνου και είναι εμπρόθεσμη”. Στη συνέχεια, το ίδιο ως άνω Δικαστήριο, με το διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, κήρυξε τον κατηγορούμενο ένοχο για την πράξη της παράβασης του άρθρου 156 παρ. 1 εδ. γ' του Ν. 4072/2012 κατ' εξακολούθηση και ειδικότερα για το ότι στην … "Ο κατηγορούμενος, εν τοις πράγμασι υπεύθυνος και έχων την ευθύνη λήψης αποφάσεων για λογαριασμό της εταιρείας “... Α.Ε”, κατά το χρονικό διάστημα από 14-5-2012 έως 26-11-2012, με περισσότερες από μια πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, εν γνώσει του κατείχε και εξέθεσε προς πώληση προϊόντα που έφεραν σήματα, τα οποία αποτελούσαν απομίμηση αλλότριου σήματος, ενώ το όφελος που επιδιώχθηκε και η ζημία που απειλήθηκε είναι ιδιαίτερα μεγάλη και συντρέχει εκμετάλλευση σε εμπορική κλίμακα. Συγκεκριμένα, διοχέτευσε στην Ελληνική αγορά πλαστές συσκευασίες “...”, πανομοιότυπες του προϊόντος της εγκαλούσας εταιρείας “...”, οι οποίες έφεραν στη συσκευασία τους σήματα απομιμήσεις των ακόλουθων σημάτων, των οποίων είναι κάτοχος η πρώτη εγκαλούσα “...”: (1) “...”, το οποίο η ... έχει κατοχυρώσει ως αλλοδαπό σήμα στο Ελληνικό μητρώο σημάτων με αριθμό “..." και στην κοινοτική βάση σημάτων με αριθμούς “..." και “...”, (2) “...”, το οποίο η ... έχει κατοχυρώσει ως αλλοδαπό σήμα στο Ελληνικό μητρώο σημάτων με αριθμό "…" και στην κοινοτική βάση σημάτων με αριθμό “...”, (3) “...”, το οποίο η ... έχει κατοχυρώσει ως αλλοδαπό σήμα στο Ελληνικό μητρώο σημάτων με αριθμούς “..." και “...”, (4) “...”, το οποίο η ... έχει κατοχυρώσει ως αλλοδαπό σήμα στο Ελληνικό μητρώο σημάτων με αριθμούς "…”, “...”, "…" και “...”, (5) “...”, το οποίο η ... έχει κατοχυρώσει ως αλλοδαπό σήμα στο Ελληνικό μητρώο σημάτων με αριθμούς “...”, “...”, “...”, "…" και “..." και στην κοινοτική βάση σημάτων με αριθμό “..." και (6) ...”, το οποίο η άνω εγκαλούσα έχει κατοχυρώσει στην κοινοτική βάση σημάτων με αριθμό “...”.Τα δε σήματα που βρίσκονται στις πλαστές συσκευασίες είναι ταυτόσημα και αποτελούν απομίμηση των προαναφερθέντων σημάτων της ... και η χρήση τους έγινε προς το σκοπό εξαπάτησης και παραπλάνησης των φαρμακαποθηκών, των φαρμακοποιών και κατ' επέκταση των ασθενών, προκειμένου να προμηθευτούν το πλαστό προϊόν πιστεύοντας ότι αγοράζουν προϊόν της ..., με απώτερο σκοπό τον αθέμιτο, παράνομο πλουτισμό του κατηγορούμενου”, επέβαλε δε στον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο για την πράξη αυτή ποινή φυλάκισης δέκα (10) μηνών και χρηματική ποινή επτά χιλιάδων (7.000) ευρώ. Με αυτά που δέχθηκε το Δικαστήριο της ουσίας, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη, από τις προαναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, σχετικά με την κρίση του περί της ενοχής του κατηγορουμένου για την πράξη της παράβασης του άρθρου 156 παρ. 1 εδ. γ'του Ν. 4072/2012, ως προς την οποία και μόνο, όπως προαναφέρθηκε, πλήττεται η εν λόγω απόφαση με την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης και ως προς την απόρριψη του προβληθέντος ως άνω ισχυρισμού του κατηγορουμένου, καθόσον αναφέρει με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, που αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της παραπάνω αξιόποινης πράξης, για την οποία και καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις, από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά, καθώς και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους τα υπήγαγε στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που προαναφέρθηκαν, καθώς επίσης και τα περιστατικά, στα οποία στήριξε την απορριπτική του άνω ισχυρισμού κρίση του. Ειδικότερα, η απόφαση αναφέρει, κατ' είδος, όλα τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία έλαβε υπόψη της, καθώς και την εν γνώσει του (άμεσος δόλος) κατοχή και διάθεση από τον κατηγορούμενο προς πώληση προϊόντων (συσκευασίες ταινιών μέτρησης σακχάρου), που έφεραν αλλότρια σήματα (“...”, “...” και “...”), κάτοχος των οποίων είναι η εγκαλούσα - πολιτικώς ενάγουσα εταιρία με την επωνυμία “...”, η οποία (γνώση) επαρκώς αιτιολογείται με την παραδοχή, ότι τα πλαστά προϊόντα που διακινούσε, τα προμηθευόταν σε χαμηλότερη τιμή από εκείνη, στα οποία τα κοστολογούσε η εγκαλούσα εταιρία. Δεν ήταν δε υποχρεωμένο το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο να αιτιολογήσει την απόρριψη του ισχυρισμού του κατηγορουμένου, ότι στο σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης γίνεται αναφορά για την ύπαρξη ενδεχόμενου δόλου ως προς το ανωτέρω αδίκημα του άρθρου 156 Ν. 4072/2012, καθόσον με την έκδοση της επί της ουσίας προσβαλλόμενης εφετειακής απόφασης, μετά την τυπική παραδοχή της έφεσης, η πρωτοβάθμια απόφαση ατόνησε και απέβαλε την ισχύ της, με αποτέλεσμα το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, του οποίου και μόνον οι παραδοχές ελέγχονται αναιρετικώς, να εξετάσει εκ νέου την υπόθεση κατά το νομικό και ουσιαστικό μέρος της. Επομένως ο, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ ΚΠοινΔ, πρώτος λόγος της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης, περί έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης σε σχέση με την περί ενοχής κρίση του Δικαστηρίου για το αδίκημα του άρθρου 156 Ν. 4072/2012, είναι αβάσιμος. Οι υπόλοιπες αιτιάσεις του αναιρεσείοντος που περιλαμβάνονται στον δεύτερο λόγο της αίτησης αναίρεσης, με τις οποίες αυτός βάλλει κατά των παραδοχών της προσβαλλόμενης απόφασης, ως προς το χρόνο της βέβαιης και θετικής γνώσης από την εγκαλούσα της τέλεσης, σε βάρος της, του πιο πάνω αδικήματος και του δράστη αυτού, ήτοι του κατηγορούμενου, ο οποίος επιδρά στο εμπρόθεσμο της έγκλησης, συνιστάμενες στο ότι οι παραδοχές αυτές είναι εσφαλμένες και δεν ανταποκρίνονται σε αυτά που αποδείχθηκαν, με τις οποίες επιχειρείται να θεμελιωθεί ο αναιρετικός λόγος της εσφαλμένης εφαρμογής της ουσιαστικής ποινικής διάταξης του άρθρου ... παρ.1 Π.Κ. (περί μη υποβολής νομότυπης έγκλησης) είναι απαράδεκτες, διότι με αυτές, υπό την επίφαση του παραπάνω αναιρετικού λόγου από το άρθρ.510 παρ.1 στοιχ.Ε’ Κ.Ποιν.Δ., πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη αξιολόγηση και εκτίμηση των αποδείξεων από το Δικαστήριο της ουσίας.
Ενόψει αυτών και, δεδομένου ότι δεν υπάρχει άλλος λόγος της αίτησης αναίρεσης προς έρευνα, πρέπει η κρινόμενη αίτηση, η οποία έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, να απορριφθεί στο σύνολό της και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας (άρθρα 476 παρ. 1, 583 παρ. 1 του ΚΠοινΔ), σύμφωνα με τα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 5-7-2018 (με αριθμό .../2018, ασκηθείσα ενώπιον της Γραμματέα του Εφετείου Αθηνών) αίτηση του Ι. Χ. του Γ., κατοίκου ..., για αναίρεση της υπ' αριθμ. 1544/2018 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών. Και
Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα, τα οποία ανέρχονται στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 3 Ιανουαρίου 2019.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 30 Ιανουαρίου 2019.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ
H ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ